ΜΙΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΜΗΝΙΑΙΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜOΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ
"ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΣ ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ & ΝΟΜΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ"

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΘΕΜΑΤΟΣ "ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ - ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΑ"
Πίσω Aρχική σελίδα

 ΘΕΜΑ:  
Αρ.Πρωτ. οικ. 2/78400/0022/14.11.2011

Παροχή οδηγιών για την εφαρμογή των διατάξεων του Δεύτερου Κεφαλαίου του ν. 4024/2011 (ΦΕΚ 226/Α΄) «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, ενιαίο μισθολόγιο - βαθμολόγιο, εργασιακή εφεδρεία και άλλες διατάξεις εφαρμογής του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015.».

Πρωτότυπο έγγραφο

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΓΕΝ. ΓΡΑΜ. ΔΗΜ/ΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΜΙΣΘΩΝ

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ : 22η Μισθολογίου

Ταχ.Δ/νση : Πανεπιστημίου 37

101 65 – Αθήνα

Τηλέφωνα :

Α΄ ΤΜΗΜΑ 33 38 403 - 404 -

Υπουργεία 422

– 33 38 218 - 392

Αποκεντρωμένες 33 38 422 - 244

Διοικήσεις

Β΄ ΤΜΗΜΑ 33 38 391, 392

ΟΤΑ - 33 38 477, 478,

ΝΠΔΔ 3338 227, 388

Προσωπικό 33 38 418, 419,

Ιδιωτικού

Δικαίου

Γ΄ ΤΜΗΜΑ 33 38 350, 415

Ειδικά

Μισθολόγια

Αθήνα, 14/11/2011

Αρ.Πρωτ. οικ. 2/78400/0022

ΠΡΟΣ: Ως πίνακας αποδεκτών

ΘΕΜΑ: «Παροχή οδηγιών για την εφαρμογή των διατάξεων του Δεύτερου Κεφαλαίου του ν. 4024/2011 (ΦΕΚ 226/Α΄) «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, ενιαίο μισθολόγιο - βαθμολόγιο, εργασιακή εφεδρεία και άλλες διατάξεις εφαρμογής του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015.».

Σας κοινοποιούμε τις μισθολογικές διατάξεις του Δεύτερου Κεφαλαίου του ν. 4024/2011 (ΦΕΚ 226 Α΄) «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, ενιαίο μισθολόγιο - βαθμολόγιο, εργασιακή εφεδρεία και άλλες διατάξεις εφαρμογής του μεσοπρόθεσμου πλαισίου δημοσιονομικής στρατηγικής 2012-2015.» για ενημέρωση και άμεση εφαρμογή.

Για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού αλλά και για την σκοπιμότητα που επέβαλε την αναδιάρθρωση της δομής του μισθολογίου που ίσχυε μέχρι σήμερα για τους υπαλλήλους του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α., κρίνεται σκόπιμο να τονισθούν τα εξής:

Οι διατάξεις του νέου μισθολογίου στοχεύουν στην περαιτέρω εκλογίκευση, απλούστευση και άμβλυνση των διαφορών του ισχύοντος σήμερα συστήματος αμοιβών για το προσωπικό της Δημόσιας Διοίκησης.

Ειδικότερα, το νέο μισθολόγιο :

α) Ενσωματώνει στο βασικό μισθό μέρος από τα επιδόματα που καταβάλλονταν μέχρι σήμερα.

β) i) Υιοθετεί ένα μεικτό σύστημα αποδοχών, βάσει του οποίου η μισθολογική εξέλιξη κάθε υπαλλήλου συναρτάται με τη χορήγηση βαθμού και συνεπώς, συνδέει πλέον το βαθμό που κατέχει κάθε φορά ο υπάλληλος με τον αντίστοιχο μισθό. Οι υπάλληλοι κατατάσσονται σε τέσσερις κατηγορίες, ανάλογα με τα τυπικά τους προσόντα (ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ και ΥΕ). Οι υπάλληλοι κάθε κατηγορίας εξελίσσονται στους βαθμούς που προβλέπονται γι’ αυτήν. Στον κάθε βαθμό κάθε κατηγορίας αντιστοιχεί ένας βασικός μισθός. Πέραν του βασικού αυτού μισθού, σε κάθε βαθμό προβλέπονται και μισθολογικά κλιμάκια.

ii) Διατηρεί τον υπολογισμό των βασικών μισθών, συνδέοντας με σταθερούς συντελεστές τον εισαγωγικό βασικό μισθό όλων των υπολοίπων κατηγοριών με τον εισαγωγικό βασικό μισθό της Υ.Ε. κατηγορίας.

γ) Καταργεί τα κάθε είδους επιδόματα, παροχές και αποζημιώσεις και προσδιορίζει τα επιδόματα που θα καταβάλλονται, εφόσον πληρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις καταβολής τους.

δ) Καταργεί την οικογενειακή παροχή (συζύγου) για τους έγγαμους υπαλλήλους, αυξάνοντας ταυτόχρονα την παροχή για τα τέκνα τα οποία βρίσκονται υπό την προστασία του υπαλλήλου.

ε) Αυξάνει σημαντικά το επίδομα θέσης ευθύνης με σκοπό τη δημιουργία ενός επιπλέον κινήτρου για την κατάληψη των θέσεων ευθύνης από τα ικανότερα στελέχη της Δημόσιας Διοίκησης.

στ) Προβλέπει τη χορήγηση Κινήτρου Επίτευξης Στόχων στους υπαλλήλους των υπηρεσιών που πετυχαίνουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τους ποσοτικοποιημένους στόχους που θα τεθούν με βάση το εκάστοτε σύστημα αξιολόγησης.

Επιπλέον, προβλέπεται, αντί του ανωτέρω κινήτρου, η χορήγηση Κινήτρου Επίτευξης Δημοσιονομικών Στόχων για τους υπαλλήλους κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ, που υπηρετούν σε υπηρεσιακές μονάδες, που έχουν ως κύρια αρμοδιότητά τους την επίτευξη δημοσιονομικών στόχων ή την είσπραξη δημοσίων εσόδων, καθώς και στους υπαλλήλους που υπηρετούν σε υπηρεσιακές μονάδες που έχουν ως κύρια αρμοδιότητα την επιθεώρηση ή τον έλεγχο υπηρεσιών και λειτουργιών της Δημόσιας Διοίκησης, εφόσον έχουν πετύχει την υλοποίηση των προβλεπόμενων στόχων σε ποσοστό άνω του 90%.

ζ) Προβλέπει τη δυνατότητα υπερωριακής απασχόλησης των υπαλλήλων, με αμοιβή, η οποία καθορίζεται κάθε φορά με υπουργική απόφαση, θέτοντας ως ανώτατο όριο ωρών τις είκοσι (20) μηνιαίως. Για τους μετακλητούς υπαλλήλους που υπηρετούν στα πολιτικά γραφεία των μελών της Κυβέρνησης, των Υφυπουργών και Γενικών Γραμματέων, καθώς και σε αυτούς που αποσπώνται σε γραφεία Βουλευτών και Κομμάτων, η υπερωριακή απασχόληση καθορίζεται με κοινή υπουργική απόφαση, η οποία δεν μπορεί να υπερβεί το ανώτατο όριο, που ορίζεται από τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 3833/2010, οι οποίες έχουν τροποποιήσει τις όμοιες της παρ. 2 του άρθρου 16 του ν. 3205/2003, δηλαδή 60 ή 50 ώρες, κατά μήνα, ανάλογα την περίπτωση.

η) Στα πλαίσια της αποτελεσματικότερης συγκράτησης των δαπανών του κρατικού προϋπολογισμού θέτει συγκεκριμένα όρια στο ύψος των καταβαλλομένων αποζημιώσεων για την λειτουργία συλλογικών οργάνων.

θ) Ορίζει ευθέως τις περιπτώσεις περικοπής των αποδοχών για κάθε περίπτωση απουσίας.

ι) Ορίζει τις αποδοχές και τα θέματα καταβολής αυτών στους υπαλλήλους που αποσπώνται ή μετακινούνται από την Υπηρεσία τους σε άλλη Υπηρεσία.

ια) Ορίζει τον τρόπο καταβολής των διαφορών που προκύπτουν μεταξύ των ήδη καταβαλλόμενων αποδοχών και των αποδοχών που προβλέπονται από τις διατάξεις του κοινοποιούμενου νόμου.

ιβ) Τέλος, προβλέπεται ότι στις διατάξεις του νέου νόμου υπάγεται πλέον άμεσα και το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.

ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ

ΜΕΡΟΣ Α΄

Επί των επιμέρους διατάξεων του δεύτερου κεφαλαίου του κοινοποιούμενου νόμου παρέχονται οι ακόλουθες ειδικότερες διευκρινίσεις για κάθε άρθρο:

Επί του άρθρου 4

Πεδίο εφαρμογής

Με την παράγραφο 1 ορίζεται το πεδίο εφαρμογής του Δεύτερου Κεφαλαίου του κοινοποιούμενου νόμου. Το πεδίο αυτό καλύπτει τους μόνιμους και δόκιμους πολιτικούς υπαλλήλους, καθώς και τους υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου (ΙΔΑΧ) :

α) του Δημοσίου,

β) των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) πρώτου και δεύτερου βαθμού,

γ) των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.), συμπεριλαμβανομένου και του Οργανισμού Γεωργικών Ασφαλίσεων (Ο.Γ.Α.).

Επίσης, υπάγονται :

α) οι εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης,

β) οι υπάλληλοι της Γραμματείας των Δικαστηρίων και Εισαγγελιών, των Έμμισθων Υποθηκοφυλακείων και Κτηματολογικών Γραφείων της χώρας,

γ) οι ιατροί υπηρεσίας υπαίθρου και οι μόνιμοι αγροτικοί ιατροί,

δ) οι υπάλληλοι της Βουλής, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στον Κανονισμό της και της Προεδρίας της Δημοκρατίας με την επιφύλαξη των οριζόμενων στο π.δ. 351/1991(Α’ 121) όπως ισχύει,

ε) οι διοικητικοί υπάλληλοι των Ανεξάρτητων Αρχών, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων,

στ) οι υπάλληλοι των Περιφερειακών Ενώσεων Δήμων (Π.Ε.Δ.), της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος (Κ.Ε.Δ.Ε.) και της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδος (ΕΝ.Π.Ε),

ζ) οι υπάλληλοι και, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου, οι θρησκευτικοί λειτουργοί (πλην των Αρχιερέων που αμείβονται με ειδικό μισθολόγιο) των νομικών προσώπων της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού, των εξομοιούμενων προς αυτά κατά την παράγραφο 3 του άρθρου 63 του ν.3801/2009 (Α΄ 163), των λοιπών εκκλησιών, δογμάτων και κατά το άρθρο 13 του Συντάγματος γνωστών θρησκειών, που επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό.

Διευκρινίζεται ότι για τους ιερείς, που κατέχουν ταυτόχρονα και δεύτερη θέση στο Δημόσιο, σε ΝΠΔΔ και σε ΟΤΑ, έχουν εφαρμογή πλέον οι γενικές διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 24 του ν. 2530/1997 (ΦΕΚ 218 Α΄), δηλαδή θα λαμβάνουν το σύνολο των αποδοχών της οργανικής τους θέσης (ως τέτοια θέση λαμβάνεται η πρώτη χρονικά) και το 30% των αποδοχών της δεύτερης θέσης στην οποία απασχολούνται.

Επισημαίνεται ότι το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, που απασχολείται στο Δημόσιο, τους Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού και τα άλλα Ν.Π.Δ.Δ. και μισθοδοτείτο, μέχρι την έναρξη ισχύος του Κεφαλαίου Δεύτερου του κοινοποιούμενου νόμου (1-11-2011), με Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας ή Διαιτητικές Αποφάσεις ή Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις, από την ίδια ημερομηνία και εντεύθεν μισθοδοτείται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού.

Με τις διατάξεις της παρ. 2, οι υπάλληλοι και λειτουργοί που δεν εμπίπτουν ευθέως στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού (π.χ. Πρόεδροι και μέλη Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών κ.λ.π.), το προσωπικό της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, καθώς και οι κατηγορίες υπαλλήλων ή λειτουργών που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Μέρους Β΄ του ν.3205/2003 (Α’ 297) και γενικά όλοι οι αμειβόμενοι με ειδικά μισθολόγια, εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Κεφαλαίου Δεύτερου του κοινοποιούμενου νόμου, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 17 (οικογενειακή παροχή).

Επί του άρθρου 12

Σύστημα μισθολογικής εξέλιξης

1. Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 προβλέπεται ότι οι υπάλληλοι που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 4 λαμβάνουν το βασικό μισθό που αντιστοιχεί στο βαθμό τους, σύμφωνα με τα οριζόμενα για τη βαθμολογική τους εξέλιξη,, συνδέοντας πλέον τη βαθμολογική με τη μισθολογική τους εξέλιξη.

Περαιτέρω, σε κάθε βαθμό, πέραν του βασικού μισθού που αντιστοιχεί σε αυτόν, θεσπίζονται μισθολογικά κλιμάκια (Μ.Κ.) στα οποία εξελίσσεται ο υπάλληλος σύμφωνα με τα έτη υπηρεσίας και προϋπηρεσίας του, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις της επόμενης παραγράφου.

2. Με τις διατάξεις της παρ. 2 του ίδιου άρθρου προβλέπεται ότι τα Μ.Κ. των βαθμών Ε – Γ χορηγούνται ανά διετία, ενώ τα Μ.Κ. των Βαθμών Β και Α χορηγούνται ανά τριετία. Η εξέλιξη των υπαλλήλων στα Μ.Κ. του βαθμού που κατέχει γίνεται αυτοδίκαια με την παρέλευση του ανωτέρω οριζόμενου χρόνου. Κατ’ εξαίρεση, σε περίπτωση που προκύπτει από τις εκθέσεις αξιολόγησης του υπαλλήλου ότι δεν έχει επιτύχει την υλοποίηση της προβλεπόμενης στοχοθεσίας σε ποσοστό τουλάχιστον 50%, για δύο συνεχή χρόνια, τότε αυτός δεν εξελίσσεται μισθολογικά, μέχρι να επιτύχει το ως άνω ελάχιστο ποσοστό.

3. Με τις διατάξεις της παρ. 3 ορίζονται τα Μ.Κ. κάθε βαθμού, πέραν του βασικού του μισθού, που αντιστοιχούν σε αυτόν.

Ειδικότερα,

α) Για το βαθμό Ε : δύο (2) Μ.Κ. για τις κατηγορίες ΠΕ και ΤΕ, τρία (3) Μ.Κ. για την κατηγορία ΔΕ και πέντε (5) Μ.Κ. για την κατηγορία ΥΕ.

β) Για το βαθμό Δ : τρία (3) Μ.Κ. για τις κατηγορίες ΠΕ και ΤΕ, τέσσερα (4) Μ.Κ. για την κατηγορία ΔΕ και έξι (6) Μ.Κ. για την Κατηγορία ΥΕ.

γ) Για το βαθμό Γ : τέσσερα (4) Μ.Κ. για τις κατηγορίες ΠΕ και ΤΕ και πέντε (5) Μ.Κ. για την κατηγορία ΔΕ.

δ) Τα Μ.Κ. του βαθμού Γ της Υ.Ε. κατηγορίας (καταληκτικός) και των βαθμών Β και Α των λοιπών κατηγοριών (ΠΕ, ΤΕ, ΔΕ) καλύπτουν το σύνολο του εργασιακού βίου του υπαλλήλου, μέχρι την με οποιονδήποτε τρόπο αποχώρησή του από την υπηρεσία.

4. Με τις διατάξεις της παρ. 4 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι ο υπάλληλος, ο οποίος προάγεται βαθμολογικά, λαμβάνει το βασικό μισθό του νέου βαθμού ή του μικρότερου Μ.Κ. του βαθμού αυτού, ο οποίος όμως πρέπει να είναι υψηλότερος από το βασικό μισθό του Μ.Κ. που κατείχε πριν τη προαγωγή του.

Για παράδειγμα υπάλληλος της κατηγορίας ΠΕ ο οποίος λαμβάνει το Μ.Κ. 5 του βαθμού Β της κατηγορίας του, ύψους 2.104 €, όταν ενταχθεί στο βαθμό Α δεν θα λάβει το βασικό μισθό που αντιστοιχεί στο βαθμό Α, ύψους 2.097 € γιατί είναι μικρότερος από αυτόν που ελάμβανε, αλλά θα λάβει το βασικό μισθό που αντιστοιχεί στο πρώτο Μ.Κ. του βαθμού Α, ύψους 2.139 €, ο οποίος είναι υψηλότερος από αυτόν που ελάμβανε μέχρι την προαγωγή του.

Επί του άρθρου 13

Βασικός μισθός

1. Με τις διατάξεις της παρ. 1 ορίζεται ότι ο εισαγωγικός μηνιαίος βασικός μισθός των υπαλλήλων του βαθμού ΣΤ της ΥΕ κατηγορίας ανέρχεται στο ποσό των επτακοσίων ογδόντα ευρώ (780 €).

2. Με τις διατάξεις της παρ. 2 ορίζεται ότι οι εισαγωγικοί μηνιαίοι βασικοί μισθοί των υπόλοιπων κατηγοριών των υπαλλήλων προσδιορίζονται με βάση το μισθό της προηγούμενης παραγράφου, πολλαπλασιαζόμενο με τους παρακάτω συντελεστές, στρογγυλοποιούμενοι στην πλησιέστερη μονάδα ευρώ, ως εξής :

Πίνακας 1

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΒΑΘΜΟΣ

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟΣ ΜΙΣΘΟΣ

ΥΕ

ΣΤ

1,00

780 €

ΔΕ

ΣΤ

1,10

858 €

ΤΕ

ΣΤ

1,33

1.037 €

ΠΕ

ΣΤ

1,40

1.092 €

3. Με τις διατάξεις της παρ. 3 καθορίζονται και οι υπόλοιποι βασικοί μισθοί των λοιπών βαθμών όλων των κατηγοριών, ως εξής :

α. Του βαθμού Ε με προσαύξηση του βασικού μισθού του βαθμού ΣΤ σε ποσοστό δέκα τοις εκατό(10%).

β. Του βαθμού Δ με προσαύξηση του βασικού μισθού του βαθμού Ε σε ποσοστό δέκα πέντε τοις εκατό (15%).

γ. Του βαθμού Γ με προσαύξηση του βασικού μισθού του βαθμού Δ σε ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%).

δ. Του βαθμού Β με προσαύξηση του βασικού μισθού του βαθμού Γ σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%).

ε. Του βαθμού Α με προσαύξηση του βασικού μισθού του βαθμού Β σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%).

4. Με τις διατάξεις της παρ. 4 καθορίζονται οι βασικοί μισθοί των Μ.Κ. όλων των βαθμών, ως εξής :

α) Του πρώτου Μ.Κ. κάθε βαθμού και κατηγορίας με προσαύξηση του βασικού μισθού του βαθμού αυτού κατά δύο τοις εκατό (2%).

β) Του κάθε επόμενου Μ.Κ. με προσαύξηση του βασικού μισθού του προηγούμενου μισθολογικού κλιμακίου σε ποσοστό ίδιο με αυτό που ορίζεται στην προηγούμενη περίπτωση.

Οι βασικοί μισθοί που προκύπτουν από την εφαρμογή της παρούσας και της προηγούμενης παραγράφου στρογγυλοποιούνται στην πλησιέστερη μονάδα ευρώ.

Στον Πίνακα 2, που ακολουθεί, αποτυπώνονται οι βασικοί μισθοί και τα μισθολογικά κλιμάκια κάθε βαθμού, κατά κατηγορία υπαλλήλων, ως εξής :

Πίνακας 2

Επί του άρθρου 14

Ορισμός αποδοχών

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού ορίζονται οι μηνιαίες αποδοχές των υπαλλήλων, οι οποίες αποτελούνται από το βασικό μισθό του προηγούμενου άρθρου και τα επιδόματα και τις παροχές των άρθρων 15 (επιδόματα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας και απομακρυσμένων παραμεθορίων περιοχών), 17 (οικογενειακή παροχή), 18 (επίδομα θέσης ευθύνης), 19 (Κίνητρο Επίτευξης Στόχων και Κίνητρο Επίτευξης Δημοσιονομικών Στόχων) και 30 (διαφορά αύξησης ή μείωσης αποδοχών).

Επί του άρθρου 15

Επιδόματα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας και απομακρυσμένων παραμεθορίων περιοχών.

1. Με τις διατάξεις της παρ. 1 προβλέπεται η χορήγηση επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, μέχρι του ποσού των εκατόν πενήντα ευρώ (150 €) μηνιαίως. Οι δικαιούχοι του εν λόγω επιδόματος, καθώς και οι όροι και προϋποθέσεις χορήγησής του καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, η οποία εκδίδεται σε αποκλειστική προθεσμία έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του κοινοποιούμενου νόμου.

2. Με τις διατάξεις της παρ. 2 προβλέπεται η χορήγηση επιδόματος απομακρυσμένων παραμεθορίων περιοχών στους υπαλλήλους που υπηρετούν σε αυτές, όπως οι περιοχές αυτές καθορίζονται κάθε φορά με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών, οριζόμενο σε εκατό (100) ευρώ μηνιαίως.

3. Με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 30 του ιδίου ως άνω νόμου ορίζεται ότι, μέχρι την έκδοση της κοινής υπουργικής απόφασης που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο, το επίδομα Απομακρυσμένων – Παραμεθορίων περιοχών χορηγείται στους υπαλλήλους που υπηρετούν στις απομακρυσμένες – παραμεθόριες περιοχές καθώς και στις προβληματικές περιοχές κατηγορίας Α’, όπως αυτές έχουν καθοριστεί σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις κατά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του Δεύτερου Κεφαλαίου. Κατόπιν αυτών, το ανωτέρω επίδομα καταβάλλεται σε όσους υπαλλήλους δικαιούνταν μέχρι την 31-10-2011 το επίδομα των παρ. 4β και 4γ του άρθρου 8 του ν. 3205/2003. Αντιθέτως, το ανωτέρω επίδομα δεν θα καταβάλλεται στους υπαλλήλους που ελάμβαναν το επίδομα της παρ. 4 α του ίδιου άρθρου και νόμου.

Το επίδομα αυτό καταβάλλεται με την απαραίτητη προϋπόθεση ότι οι δικαιούχοι του προσφέρουν υπηρεσία με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση στην Υπηρεσία της περιοχής που δικαιολογεί την καταβολή του. Επίσης καταβάλλεται και για όσο διάστημα οι υπάλληλοι τελούν σε θεσμοθετημένες άδειες (κανονικές, συνδικαλιστικές, ειδικές, εκπαιδευτικές μικρής διάρκειας έως δύο (2) μηνών, διευκόλυνσης υπαλλήλων με οικογενειακές υποχρεώσεις, μητρότητας και ανατροφής παιδιού), σε βραχυχρόνια αναρρωτική άδεια μέχρι έξι (6) μέρες το χρόνο, καθώς και αυτής που χορηγείται από δημόσια νοσοκομεία, κέντρα υγείας του δημοσίου, πανεπιστημιακές κλινικές, νοσηλευτικούς σχηματισμούς του Ι.Κ.Α. και ιδιωτικές κλινικές, εφόσον έχει προηγηθεί νοσηλεία στις τελευταίες, η οποία αποδεικνύεται με σχετικά παραστατικά στοιχεία (εισαγωγή, εξιτήριο κ.λ.π.).

Για τη συνδρομή όλων των ανωτέρω προϋποθέσεων, εκδίδεται κάθε μήνα βεβαίωση από τον εκάστοτε προϊστάμενο του προσωπικού αυτού, η οποία συνοδεύει τη μισθοδοτική κατάσταση.

Στην περίπτωση που οι υπάλληλοι απομακρυνθούν για οποιοδήποτε λόγο (μετακίνηση, απόσπαση, μετάθεση, μετάταξη, διάθεση, αργία, άδεια άνευ αποδοχών κ.λ.π.) από την Υπηρεσία της περιοχής, που δικαιολογεί τη χορήγησή του, διακόπτεται για ίσο χρόνο και η καταβολή του εν λόγω επιδόματος με ευθύνη του οικείου προϊσταμένου, ο οποίος, όπως ήδη αναφέρθηκε, είναι αρμόδιος να βεβαιώνει την συνδρομή των προϋποθέσεων καταβολής ή μη καταβολής του.

Επί του άρθρου 16

Επιδόματα εορτών και αδείας

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού ρυθμίζονται το ύψος, οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησης των επιδομάτων Εορτών (Χριστουγέννων - Πάσχα) καθώς και του επιδόματος Αδείας.

Ειδικότερα:

1. Το επίδομα Χριστουγέννων καταβάλλεται στις 16 Δεκεμβρίου εκάστου έτους και ορίζεται στο ποσό των πεντακοσίων ευρώ (500 €). Το επίδομα αυτό, καταβάλλεται στο ακέραιο, εφόσον ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 16 Απριλίου μέχρι 15 Δεκεμβρίου κάθε έτους, δηλαδή για 240 ημέρες.

2. Το επίδομα Πάσχα καταβάλλεται 10 ημέρες πριν από το Πάσχα και ορίζεται στο ποσό των διακοσίων πενήντα ευρώ (250 €). Το επίδομα αυτό καταβάλλεται στο ακέραιο, εφόσον ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 16 Δεκεμβρίου μέχρι 15 Απριλίου του επόμενου έτους, δηλαδή για 120 ημέρες. Σε περίπτωση που το επίδομα Πάσχα καταβληθεί πριν από την 15η Απριλίου, η εκκαθάριση θα αναφέρεται μέχρι και την ημερομηνία αυτή (15 Απριλίου) και συνεπώς αν ο υπάλληλος, μετά την καταβολή του επιδόματος δεν μισθοδοτηθεί για οποιοδήποτε λόγο μέχρι την 15η Απριλίου, θα γίνει ανάλογη περικοπή, είτε από το μισθό του, είτε από οποιαδήποτε άλλη απαίτησή του (περίπτωση αποχώρησής του από την Υπηρεσία κ.λ.π.).

3. Το επίδομα Αδείας καταβάλλεται την 1η Ιουλίου εκάστου έτους και ορίζεται στο ποσό των διακοσίων πενήντα ευρώ (250 €). Το επίδομα αυτό καταβάλλεται στο ακέραιο εφόσον ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 1η Ιουλίου μέχρι 30 Ιουνίου του επόμενου έτους, δηλαδή για 360 ημέρες.

Στις περιπτώσεις που ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε για χρονικό διάστημα μικρότερο από τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους, τότε λαμβάνει τμήμα του ανωτέρω επιδόματος, ανάλογο του χρόνου μισθοδοσίας του.

Σε περιπτώσεις μετατάξεων, για την καταβολή των επιδομάτων Εορτών και Αδείας, ισχύουν τα εξής:

α.- Στις περιπτώσεις μετάταξης από μία Δημόσια Υπηρεσία σε άλλη, η καταβολή γίνεται αποκλειστικά από την Υπηρεσία στην οποία μετατάχθηκε ο υπάλληλος.

β.- Στις περιπτώσεις μετάταξης από Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. σε Δημόσιο και αντίστροφα καθώς και μετάταξης από Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. σε άλλο Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α., η καταβολή γίνεται από την κάθε Υπηρεσία ανάλογα με το χρόνο που μισθοδοτήθηκε ο υπάλληλος. Στους υπαλλήλους που κατά τις ημερομηνίες πληρωμής των ανωτέρω επιδομάτων καταβάλλονται μειωμένες αποδοχές λόγω διαθεσιμότητας, αργίας, άδειας άνευ αποδοχών κ.λ.π. του ν. 3528/2007, ο υπολογισμός των επιδομάτων γίνεται με βάση τις μειωμένες αυτές αποδοχές.

Οι νόμιμοι κληρονόμοι υπαλλήλων που απεβίωσαν λαμβάνουν τα αντίστοιχα επιδόματα Εορτών και Αδείας που τους αναλογούν μέχρι τη χρονολογία του θανάτου.

Υπάλληλος, στον οποίο παρέχεται δυνατότητα επιλογής, σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν.1282/1982 (π.χ. έξοδος από την Υπηρεσία), δικαιούται να λάβει τα επιδόματα εορτών και αδείας είτε από την Υπηρεσία του είτε από την Υπηρεσία Συντάξεων, ως εξής:

1) Στην περίπτωση επιλογής καταβολής από την Υπηρεσία, καταβάλλεται τμήμα τους ανάλογο προς τον αριθμό των ημερών που μισθοδοτήθηκε ο υπάλληλος.

2) Στην περίπτωση επιλογής καταβολής τους από τη σύνταξη, εφόσον ο υπάλληλος έχει υπερβεί το 60ο έτος της ηλικίας του, καταβάλλονται στο ακέραιο, ανεξάρτητα από τις ημέρες που συνταξιοδοτήθηκε ο υπάλληλος.

Τέλος, τα εν λόγω επιδόματα καταβάλλονται στο ακέραιο, εφόσον οι πάσης φύσεως μηνιαίες αποδοχές, όπως προσδιορίζονται με τις διατάξεις του άρθρου 14, συμπεριλαμβανομένων και των επιδομάτων αυτών (εορτών και αδείας), δεν υπερβαίνουν κατά μήνα, υπολογιζόμενες σε δωδεκάμηνη βάση, το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ μεικτά.

Για τη σωστή και ομοιόμορφη εφαρμογή των ανωτέρω τίθενται τα εξής παραδείγματα :

Παράδειγμα 1

Υπάλληλος που λαμβάνει συνολικές μηνιαίες πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές, συμπεριλαμβανομένων και των προαναφερομένων ποσών των επιδομάτων εορτών και αδείας, 2.983 € μεικτά θα δικαιωθεί στο ακέραιο το ποσό επιδομάτων εορτών και αδείας, υπολογιζόμενο ως εξής :

Οι ανωτέρω συνολικές ετήσιες αποδοχές του υπαλλήλου αυτού, μαζί με το συνολικό ποσό επιδομάτων εορτών και αδείας (1.000 €) ανέρχονται σε : 2.900 * 12 + 1.000 = 35.800 (2.983 € μηνιαίως). Επειδή ο υπάλληλος που λαμβάνει 3.000 ευρώ μεικτά το μήνα και αναγόμενα σε 12μηνη βάση 36.000 €, δεν δικαιούται των επιδομάτων εορτών και αδείας, θα πρέπει ο υπάλληλος του παραδείγματος μας, δεδομένου ότι οι συνολικές ετήσιες πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές του, επιδόματα και αμοιβές, μαζί με τα επιδόματα εορτών και αδείας είναι χαμηλότερες από 36.000 €, να δικαιωθεί στο ακέραιο τα επιδόματα εορτών και αδείας (500 € δώρο Χριστουγέννων, 250 € δώρο Πάσχα και 250 € επίδομα αδείας).

Παράδειγμα 2

Υπάλληλος που λαμβάνει συνολικές μηνιαίες πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές, συμπεριλαμβανομένων και των προαναφερομένων ποσών των επιδομάτων εορτών και αδείας, 3.033 € μεικτά θα δικαιωθεί αναλογία του ποσού των επιδομάτων εορτών και αδείας, υπολογιζόμενο ως εξής :

Οι ανωτέρω συνολικές ετήσιες αποδοχές του υπαλλήλου αυτού, μαζί με το συνολικό ποσό επιδομάτων εορτών και αδείας (1.000 €) ανέρχονται σε : 2.950 * 12 + 1.000 = 36.400 € (3.033 € μηνιαίως). Επειδή ο υπάλληλος που λαμβάνει 3.000 ευρώ μεικτά το μήνα και αναγόμενα σε 12μηνη βάση 36.000 €, δεν δικαιούται των επιδομάτων εορτών και αδείας, θα πρέπει από τον υπάλληλο του παραδείγματος μας να αφαιρεθεί το ποσό των 400 € που υπερβαίνει τις 36.000 €, αναλόγως από τα επιδόματα εορτών και αδείας (200 € από το δώρο Χριστουγέννων, 100 € από το δώρο Πάσχα και 100 € από το επίδομα αδείας), έτσι ώστε οι συνολικές ετήσιες πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές, μαζί με το μέρος των επιδομάτων που απομένουν μετά την αφαίρεση αυτή να μη ξεπερνούν το ποσό των 36.000 € (δηλαδή 2.950 * 12 +300+150+150 = 36.000) και τις 3.000 € μηνιαίως. Κατά συνέπεια τα ποσά του επιδόματος εορτών και αδείας που δικαιούται ο υπάλληλος του παραδείγματος είναι 300 € για δώρο Χριστουγέννων, 150 € για δώρο Πάσχα και 150 € για επίδομα αδείας.

Επί του άρθρου 17

Οικογενειακή παροχή

Για την ενίσχυση της οικογένειας των υπαλλήλων, που εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του κεφαλαίου δεύτερου του κοινοποιούμενου νόμου, χορηγείται μηνιαία οικογενειακή παροχή, ανάλογα με την οικογενειακή κατάστασή τους ως εξής: Για υπάλληλο με τέκνα ανήλικα ή ανίκανα σωματικά ή πνευματικά για άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος με ποσοστό αναπηρίας 50% τουλάχιστον, η ανωτέρω παροχή καθορίζεται ως εξής :

- πενήντα ευρώ (50 €) για ένα τέκνο,

- εβδομήντα ευρώ (70 €) συνολικά για δύο τέκνα,

- εκατόν είκοσι ευρώ (120 €) συνολικά για τρία τέκνα

- εκατόν εβδομήντα ευρώ (170 €) συνολικά για τέσσερα τέκνα και επιπλέον εβδομήντα ευρώ (70€) για καθένα από το πέμπτο τέκνο και άνω.

Η κατά τα ανωτέρω παροχή δικαιολογείται μόνο για τέκνα προερχόμενα από γάμο, φυσικά, θετά ή αναγνωρισθέντα, εφόσον είναι άγαμα και δεν υπερβαίνουν το 18ο έτος της ηλικίας τους.

Η ανωτέρω παροχή δεν καταβάλλεται στους έγγαμους υπαλλήλους οι οποίοι όμως δεν έχουν αποκτήσει τέκνα, ή τα τέκνα αυτά έχουν ενηλικιωθεί ή περατώσει τις σπουδές τους ή σε κάθε περίπτωση έχουν συμπληρώσει το 24ο έτος της ηλικίας τους, με εξαίρεση τους έγγαμους υπαλλήλους που έχουν τέκνα ανίκανα σωματικά ή πνευματικά για άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος με ποσοστό αναπηρίας 50% τουλάχιστον.

Η διαπίστωση των προϋποθέσεων χορήγησης της οικογενειακής παροχής καθώς και οποιαδήποτε μεταβολή στον αριθμό των τέκνων που αυξάνουν την παροχή αυτή γίνεται με υπεύθυνη δήλωση του υπαλλήλου που υποβάλλεται στον εκκαθαριστή των αποδοχών του, μαζί με τα συνημμένα δικαιολογητικά (π.χ. ληξιαρχική πράξη γέννησης κ.λ.π.). Εξυπακούεται ότι όσα από τα ανωτέρω στοιχεία έχουν ήδη προσκομιστεί κατά καιρούς από τους υπαλλήλους, δεν χρειάζεται να ζητηθούν εκ νέου.

Για την πληρέστερη ενημέρωσή σας, διευκρινίζουμε ότι σε περίπτωση ενηλικίωσης του πρώτου τέκνου, ή διακοπής για οποιονδήποτε άλλο λόγο της παροχής για αυτό, το δεύτερο τέκνο λαμβάνει τη θέση του πρώτου και το ίδιο ισχύει και για τη θέση των λοιπών τέκνων.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Έστω υπάλληλος με δύο παιδιά εκ των οποίων το πρώτο κατά σειρά

γέννησης έχει ενηλικιωθεί και δεν δικαιούται ο υπάλληλος οικογενειακή

παροχή για το τέκνο αυτό. Ο υπάλληλος θα λάβει οικογενειακή παροχή

50 € μόνο για το ένα τέκνο.

Για τη συνέχιση της καταβολής της οικογενειακής παροχής, για τα παιδιά που έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους, θα πρέπει να συντρέχουν επιπλέον οι εξής κατά περίπτωση προϋποθέσεις:

α.- Να συνεχίζουν τη φοίτησή τους στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και μέχρι τη συμπλήρωση του 19ου έτους της ηλικίας τους.

β.- Να φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές ή σε Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης (Ι.Ε.Κ.) δημόσια ή ιδιωτικά. Στην περίπτωση αυτή, η διάρκεια καταβολής της οικογενειακής παροχής είναι περιορισμένη, συναρτάται με το χρόνο της κανονικής φοίτησης, όπως προβλέπεται από τον οργανισμό της κάθε σχολής, και σε καμία περίπτωση δεν καταβάλλεται μετά τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους.

Το ίδιο ισχύει και για παιδιά που φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές του εξωτερικού, με την επισήμανση ότι κατά το προπαρασκευαστικό στάδιο εκμάθησης της ξένης γλώσσας δεν καταβάλλεται η οικογενειακή παροχή.

Στις περιπτώσεις που συμπίπτει ο χρόνος της κανονικής φοίτησης σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές ή σε Ι.Ε.Κ., με τη στρατιωτική θητεία του παιδιού, η καταβολή της οικογενειακής παροχής δεν διακόπτεται.

γ.- Να έχουν αναπηρία (σωματική ή πνευματική) για άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος σε ποσοστό τουλάχιστον 50% και άνω. Στην περίπτωση αυτή, η οικογενειακή παροχή καταβάλλεται επ’ αόριστον, ανεξάρτητα αν στην οικογένεια ή στο παιδί χορηγείται παροχή ή βοήθημα από οποιοδήποτε Δημόσιο Οργανισμό, όπως Πρόνοια κ.λ.π.

Πίνακας οικογενειακής παροχής

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥ

ΠΟΣΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΠΑΡΟΧΗΣ ΣΕ €

Υπάλληλος με 1 παιδί

50

Υπάλληλος με 2 παιδιά

70 συνολικά

Υπάλληλος με 3 παιδιά

120 »»

Υπάλληλος με 4 παιδιά

170 »»

Υπάλληλος με 5 παιδιά

240 »»
(170+70)

Υπάλληλος με 6 παιδιά

310 »»
(240+70)

Επί του άρθρου 18

Επίδομα θέσης ευθύνης

1.- Με το άρθρο αυτό προβλέπεται η καταβολή επιδόματος θέσης ευθύνης, στους προϊσταμένους οργανικών μονάδων οποιουδήποτε επιπέδου για όσο χρόνο ασκούν τα καθήκοντά τους, οριζόμενο κατά βαθμίδα θέσης, ως εξής:

Α.- Προϊστάμενοι Διοίκησης

i.- Προϊστάμενοι Γενικών Διευθύνσεων Διοίκησης, εννιακόσια ευρώ (900€).

ii.- Προϊστάμενοι Διευθύνσεων Διοίκησης, τετρακόσια ευρώ (400€).

iii.- Προϊστάμενοι Τμημάτων Διοίκησης, διακόσια πενήντα ευρώ (250€).

iv.- Προϊστάμενοι Παιδικών Σταθμών, εκατό ευρώ (100€).

Β.- Προϊστάμενοι εκπαίδευσης

α) Περιφερειακοί Διευθυντές εννιακόσια ευρώ (900 €).

β) Προϊστάμενοι Διευθύνσεων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης πεντακόσια πενήντα ευρώ (550 €).

γ) Προϊστάμενοι Επιστημονικής και Παιδαγωγικής Καθοδήγησης των Περιφερειακών Δ/νσεων Εκπαίδευσης, τετρακόσια πενήντα ευρώ (€450).

δ) Σχολικοί Σύμβουλοι προσχολικής αγωγής, δημοτικής εκπαίδευσης, ειδικής αγωγής και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, τετρακόσια ευρώ (€400).

ε) Διευθυντές Ενιαίων Λυκείων, Επαγγελματικών Λυκείων, ΚΕ.Δ.Δ.Υ, Ε.Ε.Ε.Ε.Κ. και Προϊστάμενοι Γραφείων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης τριακόσια ευρώ (300€) και εφόσον τα σχολεία διαθέτουν τουλάχιστον έξι (6) τμήματα, τριακόσια πενήντα ευρώ (350 €),

στ) Διευθυντές Γυμνασίων, Επαγγελματικών Σχολών, Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας (ΣΔΕ), Δημοσίων ΙΕΚ, Τετραθέσιων και άνω Δημοτικών Σχολείων και Σχολικών Εργαστηριακών Κέντρων, διακόσια πενήντα ευρώ (€250) και εφόσον τα σχολεία διαθέτουν τουλάχιστον εννέα (9) τμήματα τριακόσια ευρώ (€300).

ζ) Υποδιευθυντές Σχολικών Μονάδων και Σχολικών Εργαστηριακών Κέντρων, Υπεύθυνοι Τομέων Σχολικών Εργαστηριακών Κέντρων και Προϊστάμενοι Τμημάτων Εκπαιδευτικών Θεμάτων των Διευθύνσεων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και Υπεύθυνοι Κέντρων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, εκατόν πενήντα ευρώ (€150).

η) Προϊστάμενοι Μονοθέσιων, Διθέσιων και Τριθέσιων Δημοτικών Σχολείων και Νηπιαγωγείων εκατό ευρώ (€100).

2.- Το επίδομα αυτό καταβάλλεται για όσο χρόνο το εν λόγω προσωπικό ασκεί τα συγκεκριμένα καθήκοντα και με μόνη εξαίρεση την περίπτωση προσωρινής απουσίας του δικαιούχου από τα καθήκοντά του αυτά, για οποιαδήποτε αιτία (αναρρωτική άδεια, αιμοδοτική κ.λ.π.) αλλά όχι πέρα των δύο (2) μηνών συνολικά για κάθε έτος.

3.- Στην περίπτωση νόμιμης αναπλήρωσης προϊσταμένου, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις το επίδομα της αντίστοιχης βαθμίδας καταβάλλεται, μετά την πάροδο δύο μηνών, στον αναπληρωτή της θέσης αυτής. Ειδικότερα, στην περίπτωση κένωσης ή σύστασης θέσης προϊσταμένου οργανικής μονάδος το ως άνω επίδομα καταβάλλεται στο νόμιμο αναπληρωτή, από την έναρξη της αναπλήρωσης χωρίς περιορισμό για όσο χρόνο διαρκεί η αναπλήρωση.

4.- Στις περιπτώσεις που προϊστάμενοι εκτελούν καθήκοντα σε δύο βαθμίδες θέσης, καταβάλλεται μόνο το επίδομα που αντιστοιχεί στην ανώτερη βαθμίδα.

Επί του άρθρου 19

Κίνητρο Επίτευξης Στόχων και Κίνητρο Επίτευξης Δημοσιονομικών Στόχων

1. Με τις διατάξεις της παρ. 1 ορίζεται ότι στους υπαλλήλους, οι οποίοι υπηρετούν σε υπηρεσιακές μονάδες, οι οποίες έχουν πετύχει πάνω από 80%, τους ποσοτικοποιημένους στόχους που έχουν τεθεί με βάση το σύστημα αξιολόγησης, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις των παραγράφων 3, 4 και 5 του άρθρου 7 του κοινοποιούμενου νόμου, είναι δυνατή η καταβολή Κινήτρου Επίτευξης Στόχων (Κ.Ε.Σ.).

Το Κ.Ε.Σ. υπολογίζεται ανά υπουργείο ή φορέα και δεν μπορεί να υπερβαίνει το 3% του συνολικού μισθολογικού κόστους του κατά το προηγούμενο έτος.

Το Κ.Ε.Σ. μπορεί να καταβάλλεται μία φορά κατ’ έτος, μετά από πιστοποιημένη, μέσω της έκθεσης αξιολόγησης, επίτευξη των στόχων κατά το προηγούμενο έτος. Το Κ.Ε.Σ., που καταβάλλεται στους υπαλλήλους, ισούται με ποσό μέχρι 50% ενός βασικού τους μισθού, εφόσον επέτυχαν τους στόχους σε ποσοστό μέχρι και 90% και με ποσό μέχρι 100% ενός βασικού τους μισθού, εφόσον επέτυχαν τους στόχους σε ποσοστό από 90% και πάνω.

Εάν η κατά το δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, εκτιμώμενη δαπάνη υπερβαίνει το όριο του 3%, το Κ.Ε.Σ. καταβάλλεται στους υπαλλήλους των υπηρεσιακών μονάδων που προηγούνται στη σειρά αξιολόγησης με βάση το ποσοστό επίτευξης των στόχων, αφαιρώντας τις υπηρεσιακές μονάδες με τα χαμηλότερα ποσοστά.

Με τα Προεδρικά Διατάγματα, που προβλέπονται από τις διατάξεις των παραγράφων 3, 4 και 5 του άρθρου 7 του κοινοποιούμενου νόμου, ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα που αφορούν στην αξιολόγηση της επίτευξης των στόχων από τις υπηρεσιακές μονάδες, για την καταβολή του Κ.Ε.Σ., καθώς και τα ειδικότερα θέματα που αφορούν στη διαδικασία πιστοποίησης της επίτευξης και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 19 του ίδιου νόμου.

2. Με τις διατάξεις της παρ. 2, ορίζεται ότι στους υπαλλήλους των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ που υπηρετούν σε υπηρεσιακές μονάδες που έχουν ως κύρια αρμοδιότητά τους την επίτευξη δημοσιονομικών στόχων, την είσπραξη εσόδων του Δημοσίου, των ΟΤΑ και των ΟΚΑ, καθώς και τον προγραμματισμό και έλεγχο αντίστοιχων δαπανών, καταβάλλεται αντί του Κ.Ε.Σ., Κίνητρο Επίτευξης Δημοσιονομικών Στόχων (Κ.Ε.Δ.Σ.). Το κίνητρο έχει τη μορφή ποσοστιαίας προσαύξησης του βασικού μισθού, κατά το έτος που ακολουθεί εκείνο εντός του οποίου καταγράφηκε η επίτευξη των στόχων, με βάση το κατά τα ανωτέρω σύστημα αξιολόγησης. Το Κίνητρο Επίτευξης Δημοσιονομικών Στόχων καταβάλλεται αντί του Κ.Ε.Σ. και στους υπαλλήλους ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ που υπηρετούν σε υπηρεσιακές μονάδες που έχουν ως κύρια αρμοδιότητα την επιθεώρηση ή τον έλεγχο υπηρεσιών και λειτουργιών της Δημόσιας Διοίκησης.

Στους υπαλλήλους των υπηρεσιών που πέτυχαν τους στόχους σε ποσοστό άνω του 90% καταβάλλεται προσαύξηση 15% του βασικού τους μισθού. Το Κ.Ε.Δ.Σ. υπολογίζεται ανά υπουργείο ή φορέα και δεν μπορεί να υπερβαίνει το 10% του συνολικού μισθολογικού κόστους του κατά το προηγούμενο έτος. Εάν η εκτιμώμενη δαπάνη υπερβαίνει το όριο του 10%, το Κ.Ε.Δ.Σ. καταβάλλεται στους υπαλλήλους των υπηρεσιακών μονάδων που προηγούνται στη σειρά αξιολόγησης με βάση το ποσοστό επίτευξης των στόχων, αφαιρώντας τις υπηρεσιακές μονάδες με τα χαμηλότερα ποσοστά.

Η συνολική δαπάνη για την καταβολή του Κ.Ε.Δ.Σ. δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το ποσό των εκατό εκατομμυρίων ευρώ (100.000.000 €) ετησίως. Εάν η εκτιμώμενη δαπάνη για την καταβολή του Κ.Ε.Δ.Σ. υπερβαίνει το ποσό αυτό, το Κ.Ε.Δ.Σ. καταβάλλεται μειωμένο αναλογικά κατά το ποσοστό της υπέρβασης.

Οι υπηρεσιακές μονάδες της παραγράφου 2 ορίζονται με Προεδρικό Διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, εντός ενός μηνός από την ημερομηνία έναρξης (1-11-2011) των διατάξεων του κεφαλαίου δεύτερου του κοινοποιούμενου νόμου.

Επί του άρθρου 20

Υπερωριακή εργασία

Με το άρθρο αυτό ρυθμίζεται το θέμα της υπερωριακής απασχόλησης πέρα από το κανονικό ωράριο του προσωπικού του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. και τίθενται αυστηροί περιορισμοί (πλαφόν) στον αριθμό των ωρών που θα μπορούν να εργάζονται υπερωριακά σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις. Η υπερωριακή εργασία επιτρέπεται μόνο για την αντιμετώπιση εποχικών, εκτάκτων ή επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών και πιο συγκεκριμένα:

1. Για την έγκριση υπερωριακής απασχόλησης του προσωπικού απαιτείται απόφαση του καθ' ύλη αρμόδιου Υπουργού. Στην απόφαση αυτή θα πρέπει να αναφέρονται σαφώς συγκεκριμένα στοιχεία που να δικαιολογούν την παροχή εργασίας πέρα από το κανονικό ωράριο. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται ο αριθμός των υπαλλήλων, το χρονικό διάστημα και οι ώρες υπερωριακής απασχόλησής τους μέσα στα όρια των πιστώσεων του Προϋπολογισμού τους, μη επιτρεπομένης της επιβάρυνσης του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων.

Οι ώρες απογευματινής υπερωριακής εργασίας δεν μπορεί να υπερβαίνουν τις είκοσι (20) ανά υπάλληλο μηνιαίως.

Με την ίδια διαδικασία και προϋποθέσεις επιτρέπεται η καθιέρωση υπερωριακής εργασίας με αμοιβή κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες ή κατά τις νυχτερινές ώρες, είτε προς συμπλήρωση της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας είτε καθ’ υπέρβαση αυτής, σε υπαλλήλους που ανήκουν σε υπηρεσίες που λειτουργούν, βάσει νόμου, όλες τις ημέρες του μήνα ή σε δωδεκάωρη ή εικοσιτετράωρη βάση.

Ειδικά, στην καθ’ υπέρβαση εργασία οι ώρες νυκτερινών, Κυριακών και εξαιρεσίμων ημερών δεν μπορεί να υπερβούν τις δεκαέξι (16) ώρες κατά περίπτωση το μήνα. Επισημαίνεται ότι δεν επιτρέπεται η καταβολή υπερωριακής αποζημίωσης στα διευθυντικά στελέχη των Υπηρεσιών, όπως οι προϊστάμενοι Διευθύνσεων και Γενικών Διευθύνσεων.

Τα ανωτέρω ισχύουν με την επιφύλαξη της παραγράφου 10 του άρθρου 12 του ν.2503/1997 (ΦΕΚ 107/τ.Α’) και της παραγράφου 7 του άρθρου 25 του ν.2738/1999 (ΦΕΚ 180/τ.Α’) προκειμένου περί υπαλλήλων των Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού, αντίστοιχα. Δηλαδή, για τους υπαλλήλους των Ο.Τ.Α. α’ και β’ βαθμού αρμόδιος για την έκδοση της απόφασης έγκρισης υπερωριακής απασχόλησης καθώς και απασχόλησης κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες ή τις νυκτερινές ώρες, είναι ο οικείος Δήμαρχος ή Περιφερειάρχης.

Διευκρινίζεται ότι, για τους υπαλλήλους των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων, αρμόδιος για την έκδοση της εν λόγω απόφασης είναι ο Υπουργός Εσωτερικών.

Δαπάνες υπερωριακής, νυκτερινής και Κυριακών ή εξαιρέσιμων ημερών εργασίας, που πραγματοποιούνται το τελευταίο δίμηνο κάθε έτους, δύνανται να επιβαρύνουν το προϋπολογισμό του επομένου έτους, υπό την προϋπόθεση ότι είχαν προβλεφθεί οι σχετικές πιστώσεις στον προϋπολογισμό του οικονομικού έτους κατά το οποίο πραγματοποιήθηκαν και δεν κατέστη για διαφόρους λόγους δυνατή η πληρωμή τους.

Αύξηση των συνολικών αρχικών πιστώσεων του προϋπολογισμού για υπερωριακή εργασία και εργασία κατά τις Κυριακές, τις εξαιρέσιμες ημέρες και τις νυκτερινές ώρες είναι δυνατή μόνο με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από αιτιολογημένη πρόταση του διατάκτη, με εξαίρεση τους Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού.

2. Οι κατά τα ανωτέρω αποφάσεις δεν μπορεί να έχουν αναδρομική ισχύ πέραν του μηνός από την ημερομηνία δημοσίευσής τους στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και η προκύπτουσα σχετική δαπάνη δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να υπερβαίνει κατά μήνα το ένα δωδέκατο (1/12) των εγγεγραμμένων στον προϋπολογισμό πιστώσεων.

3.- Η ωριαία αμοιβή των υπαλλήλων που απασχολούνται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραπάνω παραγράφων ορίζεται ως εξής:

α.- Για υπερωριακή εργασία απογευματινών ωρών και μέχρι την 22η ώρα, ίση με το ωρομίσθιο.

β.- Για νυκτερινή εργασία εργάσιμων ημερών που παρέχεται από την 22η ώρα μέχρι την 6η πρωινή, πέρα από την υποχρεωτική, ίση με το ωρομίσθιο αυξημένο κατά δεκαπέντε τοις εκατό (15%).

γ.- Για εργασία ημερήσια ή νυκτερινή, που παρέχεται Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες πέραν της υποχρεωτικής:

i.- Από την 6η πρωινή μέχρι την 22η ώρα, ίση με το ωρομίσθιο αυξημένο κατά είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).

ii.- Από την 22η ώρα μέχρι την 6η πρωινή, ίση με το ωρομίσθιο αυξημένο κατά τριάντα τοις εκατό (30%).

δ.- Για εργασία νυκτερινή εργάσιμων ημερών που παρέχεται για τη συμπλήρωση της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας, ίση με το σαράντα πέντε τοις εκατό (45%) του ωρομισθίου.

ε.- Για εργασία νυκτερινή ή ημερήσια Κυριακών και λοιπών εξαιρέσιμων ημερών, που παρέχεται για τη συμπλήρωση της υποχρεωτικής εβδομαδιαίας εργασίας, ίση με το εξήντα τοις εκατό (60%) του ωρομισθίου.

στ.- Για το προσωπικό των Υπηρεσιών που λειτουργούν, βάσει νόμου, σε δωδεκάωρη ή εικοσιτετράωρη βάση ή όλες τις ημέρες του μήνα, η ωριαία αμοιβή των προηγούμενων περιπτώσεων β', γ', δ' και ε' προσαυξάνεται κατά δεκαπέντε τοις εκατό (15%).

4.- Το ωρομίσθιο ορίζεται στο ένα διακοσιοστό ογδοηκοστό (1/280) του βασικού μισθού του βαθμού ή του μισθολογικού κλιμακίου της κατηγορίας του κάθε υπαλλήλου. Το ίδιο ωρομίσθιο ισχύει και για υπαλλήλους αποσπασμένους σε υπηρεσίες του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α., με βάση το βασικό μισθό του βαθμού ή του μισθολογικού κλιμακίου που αντιστοιχεί στα έτη υπηρεσίας τους, σε συνάρτηση και με τα τυπικά τους προσόντα.

Επισυνάπτονται αναλυτικοί πίνακες ωρομισθίου σύμφωνα με τις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος άρθρου :

 

5.- Για το εκπαιδευτικό προσωπικό της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης για την ανάθεση διδασκαλίας του μαθήματος της ειδικότητάς του, προαιρετικής ή υποχρεωτικής (επιμίσθιο) και εντός του ορίου των είκοσι (20) ωρών μηνιαίως, η ωριαία αμοιβή ορίζεται στο ποσό των δέκα ευρώ (10 €).

6.- Οι υπουργικές αποφάσεις που εκδίδονται για την καθιέρωση υπερωριακής απασχόλησης δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης χωρίς την σύμπραξη του Υπουργού Οικονομικών.

7.- Με τις διατάξεις της παρ. 7 ορίζεται ότι εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις της παρ. 17 του άρθρου 32 του ν. 3232/2004 (ΦΕΚ 48 Α΄), που αναφέρονται στην υπερωριακή αποζημίωση των ιατρών των Νοσοκομείων, Σταθμών Άμεσης Βοήθειας και λοιπών υγειονομικών σχηματισμών του ΙΚΑ, καθώς και οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 16 του ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α΄), όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν με τις όμοιες της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 3833/2010.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τις τελευταίες διατάξεις η διαπίστωση και ο καθορισμός των ωρών υπερωριακής, νυχτερινής ή Κυριακών και εξαιρέσιμων ημερών απασχόλησης των υπαλλήλων που είναι αποσπασμένοι ή διατίθενται ή διορίζονται για την εξυπηρέτηση των κατωτέρω Γραφείων και καλύπτουν οργανικές θέσεις των Γραφείων αυτών, θα γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, στην αρχή εκάστου έτους και δεν μπορεί να υπερβαίνει:

α.- τις εξήντα (60) ώρες μηνιαίως ανά υπάλληλο των Γραφείων του Προέδρου της Δημοκρατίας, του Προέδρου και Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, των Υπουργών, των Αναπληρωτών Υπουργών, των Υφυπουργών, της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης, καθώς και των Γραφείων των Βουλευτών, των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, των Πολιτικών Κομμάτων και του Γραφείου Επιτρόπου στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για απογευματινή απασχόληση. Στην περίπτωση απασχόλησης κατά τις εξαιρέσιμες ημέρες και νυκτερινές ώρες, δύνανται να χορηγηθούν μέχρι τριάντα (30) ώρες για εξαιρέσιμες ημέρες και μέχρι είκοσι (20) ώρες για νυκτερινή εργασία εντός του ανωτέρω ορίου των εξήντα (60) ωρών.

β.- τις πενήντα (50) ώρες μηνιαίως ανά υπάλληλο των Γραφείων των Γενικών Γραμματέων Υπουργείων, των Ειδικών Γραμματέων, και των Διοικητών και Υποδιοικητών των Ασφαλιστικών Οργανισμών, για απογευματινή απασχόληση. Στην περίπτωση απασχόλησης κατά τις εξαιρέσιμες ημέρες και νυκτερινές ώρες, δύνανται να χορηγηθούν μέχρι είκοσι (20) ώρες για εξαιρέσιμες ημέρες και μέχρι δεκαπέντε (15) ώρες για νυκτερινή εργασία, εντός πάντοτε του ανωτέρω ορίου των πενήντα (50) ωρών.

Οι πιστώσεις για την υπερωριακή, νυχτερινή ή Κυριακών και εξαιρέσιμων ημερών απασχόληση των υπαλλήλων που είναι αποσπασμένοι ή διατίθενται για την εξυπηρέτηση των γραφείων των Βουλευτών, των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, των Πολιτικών Κομμάτων, καθώς και του Γραφείου Επιτρόπου στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, των οποίων η μισθοδοσία βαρύνει τον Κρατικό Προϋπολογισμό, εγγράφονται στον προϋπολογισμό των φορέων που είναι αρμόδιοι για την πληρωμή των αποζημιώσεων αυτών.

Ο καθορισμός του ωρομισθίου των ανωτέρω καθορίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 3 και 4 του άρθρου 20.

Επισημαίνεται ότι, μέχρι την 31-12-2011, εξακολουθεί να ισχύει η αριθμ. 2/10389/0022/31-1-2011 (ΦΕΚ 18 ΥΟΔΔ) κ.υ.α. για τα προαναφερόμενα γραφεία. Επιπλέον, αποφάσεις για υπερωριακή απασχόληση, που έχουν εκδοθεί πριν την έναρξη ισχύος του κεφαλαίου δεύτερου του κοινοποιούμενου νόμου και αφορούν χρονικό διάστημα μέχρι τέλος του τρέχοντος έτους εξακολουθούν να ισχύουν, με την τήρηση των προβλεπομένων από το άρθρο 20 διατάξεων, δηλαδή μέχρι είκοσι (20) ώρες κατά ανώτατο όριο μηνιαίως για απογευματινή υπερωριακή απασχόληση και σύμφωνα με το ωρομίσθιο που προβλέπεται από τις νέες διατάξεις.

γ. - Επιπλέον, με τις διατάξεις της ίδιας παραγράφου 7 ορίζεται ότι ο αριθμός των ωρών νυκτερινής, Κυριακών, πέραν του πενθημέρου και λοιπών εξαιρεσίμων ημερών εργασίας για το φυλακτικό προσωπικό και το προσωπικό καθαριότητας των μουσείων και αρχαιολογικών χώρων του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού, καθώς και του προσωπικού των καταστημάτων κράτησης αρμοδιότητας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, καθορίζεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ’ ύλην αρμόδιου υπουργού, κατ’ εξαίρεση των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 20.

δ.-Αντιθέτως, επισημαίνεται ότι η παρ.5 του άρθρου 49 του ν. 3584/2007 παύει να ισχύει. Ως εκ τούτου, με την διαδικασία και τις προϋποθέσεις της παρ.1 του άρθρου 20 του κοινοποιούμενου νόμου και μέχρι του ορίου των είκοσι (20) ωρών ανά υπάλληλο μηνιαίως, καταβάλλεται αποζημίωση στους υπαλλήλους των Δήμων , οι οποίοι εκτός από τα καθήκοντα της θέσης τους και πέραν του υποχρεωτικού ωραρίου εργασίας εκτελούν και την υπηρεσία των Ληξιαρχείων των Δήμων, των Ιδρυμάτων, των Δημοτικών Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και των Συνδέσμων ΟΤΑ, που στερούνται τακτικού προσωπικού του διοικητικού κλάδου, καθώς και στους υπαλλήλους των Δήμων, οι οποίοι τηρούν και συντάσσουν τα πρακτικά συνεδριάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου ή Συμβουλίου Δημοτικής ή Τοπικής Κοινότητας, καθώς και των Συμβουλίων των Συνδέσμων, Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και Ιδρυμάτων των ΟΤΑ, πέρα από το υποχρεωτικό ωράριο εργασίας τους

Επί του άρθρου 21

Αμοιβές συλλογικών οργάνων

1. Με τις διατάξεις της παραγράφου 1, ορίζεται ότι τα κάθε είδους μόνιμα ή προσωρινού χαρακτήρα συλλογικά όργανα (συμβούλια, επιτροπές, ομάδες εργασίας κλπ) του Δημοσίου, των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών, των Ν.Π.Δ.Δ., των Ν.Π.Ι.Δ. και των Ο.Τ.Α., τα οποία προβλέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις ή συνιστώνται και συγκροτούνται με διοικητικές πράξεις, λειτουργούν εντός του κανονικού ωραρίου εργασίας των οικείων Υπηρεσιών ή σε χρόνο που καλύπτεται από υπερωριακή απασχόληση και δεν καταβάλλεται καμία πρόσθετη αμοιβή ή αποζημίωση στα μέλη τους. Κατ’ εξαίρεση, στους ιδιώτες-μέλη των ανωτέρω συλλογικών οργάνων, καθορίζεται αποζημίωση με απόφαση του καθ’ ύλην αρμόδιου υπουργού, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πενήντα (50) ευρώ ανά συνεδρίαση και μέχρι πενήντα (50) συνεδριάσεις ετησίως. Οι ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις δεν υπάγονται στις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 22 του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247/Α΄), δηλαδή δεν απαιτείται η σύμπραξη του Υπουργού Οικονομικών.

2. Με τις διατάξεις της παρ. 2 ορίζεται ότι σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λόγω της ιδιαίτερης σημασίας του συλλογικού οργάνου για την οικονομία της χώρας ή την αποτελεσματικότερη λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης και την καλύτερη εξυπηρέτηση του πολίτη και προκειμένου περί Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ. και Ο.Τ.Α., με βάση το μέγεθος, τη σπουδαιότητα και τα στοιχεία του προϋπολογισμού τους, επιτρέπεται η λειτουργία τους εκτός του κανονικού ωραρίου εργασίας και εκτός του χρόνου που καλύπτεται από υπερωριακή απασχόληση και μπορεί να καθορίζεται αποζημίωση κατά μήνα ή κατά συνεδρίαση, με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ' ύλην αρμόδιου υπουργού.

Επισημαίνεται ότι το σχέδιο της κοινής υπουργικής απόφασης, το οποίο θα προβλέπει την αποζημίωση των ανωτέρω συλλογικών οργάνων, θα πρέπει να συνοδεύεται υποχρεωτικά και από αιτιολογημένη γνώμη του καθ’ ύλην αρμόδιου υπουργού για την τήρηση των ανωτέρω προϋποθέσεων, γνώμη η οποία θα συνεκτιμάται και από τον Υπουργό Οικονομικών. Επίσης το ανωτέρω σχέδιο θα πρέπει να συνοδεύει και βεβαίωση της αρμόδιας οικονομικής υπηρεσίας για τη δέσμευση της σχετικής πίστωσης.

Αποζημιώσεις μελών συλλογικών οργάνων που έχουν καθορισθεί με υπουργικές αποφάσεις, οι οποίες έχουν εκδοθεί μέχρι 31-10-2011, καθώς και αυτές που προβλέπονται από τις διατάξεις της παρ. 5 και 6 του άρθρου 21 (γενικών και ειδικών εξετάσεων για την ανώτατη εκπαίδευση και διεξαγωγή διαγωνισμών του ΑΣΕΠ), δεν ισχύουν πέραν της ημερομηνίας αυτής και θα πρέπει να επανεξετασθούν σύμφωνα με τις νέες διατάξεις του εν λόγω άρθρου.

Η αποζημίωση αυτή δεν μπορεί να είναι κατά μήνα, μεγαλύτερη από τετρακόσια (400) ευρώ για τον πρόεδρο και τριακόσια (300) ευρώ για τα μέλη και τους γραμματείς. Στους εισηγητές που εκ του νόμου προβλέπεται η συμμετοχή τους, καταβάλλεται αποζημίωση ανά συνεδρίαση, η οποία δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από το ποσό των είκοσι ευρώ (20 €) και για μέχρι πενήντα (50) συνεδριάσεις το έτος.

Η ανωτέρω μηνιαία αποζημίωση καταβάλλεται με την προϋπόθεση συμμετοχής σε τέσσερις (4) τουλάχιστον συνεδριάσεις το μήνα. Σε περίπτωση συμμετοχής σε λιγότερες συνεδριάσεις η αποζημίωση περικόπτεται ανάλογα.

3. Με τις διατάξεις της παρ. 3 ορίζεται ότι σε ειδικές περιπτώσεις, μπορεί, με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ` ύλην αρμόδιου υπουργού, να καθορισθεί αποζημίωση ανά ώρα, έλεγχο ή αξιολογούμενο πρόγραμμα κ.λπ., ανάλογα με τις κατά περίπτωση προκύπτουσες ανάγκες. Το συνολικό μηνιαίο ποσό της ανωτέρω αποζημίωσης απαγορεύεται να υπερβαίνει το όριο της κατά μήνα αποζημίωσης που προβλέπεται στην παράγραφο 2 για τα μέλη συλλογικών οργάνων, δηλαδή το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

4. Με τις διατάξεις της παρ. 4 ορίζεται ότι το σύνολο των πρόσθετων μηνιαίων αμοιβών ή απολαβών των λειτουργών, υπαλλήλων και μισθωτών του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και των άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, από συμμετοχή σε μόνιμα ή προσωρινά συλλογικά όργανα των υπηρεσιών αυτών, δεν μπορεί να υπερβαίνει το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) των συνολικών μηνιαίων αποδοχών της οργανικής τους θέσης, συμπεριλαμβανομένης και της αναλογίας των επιδομάτων του άρθρου 16 του κοινοποιούμενου νόμου. Οι πάσης φύσεως αμοιβές υπολογίζονται κατά το μήνα πραγματοποίησης της αντίστοιχης εργασίας.

5. Με τις διατάξεις της παρ. 5, εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις που προβλέπουν αποζημιώσεις για τη διεξαγωγή και υποστήριξη των γενικών και ειδικών εξετάσεων εισαγωγής στην Ανώτερη και Ανώτατη Εκπαίδευση, καθώς και στην έκδοση των αποτελεσμάτων επιλογής, καθώς και στις εξετάσεις ιδιωτικών, Γενικών και Επαγγελματικών Λυκείων και Επαγγελματικών Σχολών και στις αναβαθμολογήσεις γραπτών δοκιμίων μαθητών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Η ανωτέρω αποζημίωση καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων και δεν εμπίπτει στους περιορισμούς των διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 21.

6. Στις διατάξεις του άρθρου αυτού εμπίπτουν και οι αποζημιώσεις που προβλέπονται για τη διεξαγωγή των εξετάσεων που γίνονται από το ΑΣΕΠ.

Επί του άρθρου 22

Επέκταση διατάξεων

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, παρέχεται η εξουσιοδότηση για τον καθορισμό αποδοχών και άλλων κατηγοριών υπαλλήλων, οι οποίοι δεν εντάσσονται στις διατάξεις του κεφαλαίου δεύτερου του κοινοποιούμενου νόμου.

Ειδικότερα,

Με τις διατάξεις της παρ. 1 προβλέπεται ότι με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, καθορίζονται οι αποδοχές των δικηγόρων με σχέση έμμισθης εντολής στους φορείς της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του κοινοποιούμενου νόμου.

Με τις διατάξεις της παρ. 2, προβλέπεται ότι με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης καθορίζονται ανάλογα οι αποδοχές του προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α..

Με τις διατάξεις της παρ. 3, ορίζεται ότι με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης καθορίζονται οι αποδοχές του ειδικού επιστημονικού προσωπικού και των δικηγόρων με σχέση έμμισθης εντολής των Ανεξάρτητων Διοικητικών ή Ρυθμιστικών Αρχών, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων, οι αποδοχές του επιστημονικού προσωπικού του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής και κάθε αναγκαίο θέμα.

Με τις διατάξεις της παρ. 5, ορίζεται ότι οι κάθε είδους αποδοχές και επιδόματα των Γενικών και Ειδικών Γραμματέων Υπουργείων και Αποκεντρωμένων Διοικήσεων καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Μέχρι την έκδοση της ανωτέρω απόφασης εξακολουθούν να καταβάλλονται οι αποδοχές στο ύψος που είχαν διαμορφωθεί τον τελευταίο μήνα πριν την έναρξη ισχύος του Κεφαλαίου δεύτερου του κοινοποιούμενου νόμου (1-11-2011).

Με τις διατάξεις της παρ. 4 ορίζεται ότι οι ανωτέρω αποφάσεις εκδίδονται εντός διαστήματος ενός μηνός από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των διατάξεων του Κεφαλαίου δεύτερου του κοινοποιούμενου νόμου (1-11-2011) και ισχύουν από την ημερομηνία αυτή.

Επί του άρθρου 23

Περικοπή αποδοχών

Σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στο άρθρο αυτό σε κάθε περίπτωση περικοπής αποδοχών του υπαλλήλου, συμπεριλαμβανομένων και των επιδομάτων εορτών και αδείας, λόγω αποχής από τα καθήκοντά του ή απεργίας, η περικοπή αυτή υπολογίζεται στο 1/25 των μηνιαίων αποδοχών για κάθε ημέρα απουσίας.

Οι υπάλληλοι που βρίσκονται: α) σε άδεια χωρίς αποδοχές και β) στην περίπτωση αδικαιολόγητης απουσίας, θα αναφέρονται ως μισθοδοτούμενοι από την Υπηρεσία τους, χωρίς να διενεργείται καμία κράτηση (υπέρ ασφαλιστικών ταμείων, κύριας σύνταξης κ.λ.π.).

Τονίζεται, ότι οι ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη που αναλογούν στο διάστημα εκείνο της απουσίας των υπαλλήλων λόγω άδειας άνευ αποδοχών, τo οποίο (διάστημα) λογίζεται συντάξιμο, παρακρατούνται κανονικά από τις αποδοχές, των επόμενων, από την επάνοδο του υπαλλήλου στην Υπηρεσία, μηνών και βαρύνουν εξ ολοκλήρου τον υπάλληλο.

Στην περίπτωση απεργίας, στην έννοια της οποίας υπάγονται και οι στάσεις εργασίας, γίνεται περικοπή για κάθε μέρα, των μεικτών μηνιαίων αποδοχών, συμπεριλαμβανομένης και της συντάξιμης εργοδοτικής εισφοράς.

Για τις στάσεις εργασίας θα περικόπτονται τόσα ωρομίσθια όσες είναι οι ώρες στάσης εργασίας.

Τα ποσά από οποιαδήποτε περικοπή αποδοχών των υπαλλήλων που υπάγονται στις διατάξεις του κεφαλαίου δεύτερου του κοινοποιούμενου νόμου, καθώς και των λειτουργών και ενστόλων του Δημοσίου αποδίδονται στους οικείους προϋπολογισμούς, από τους οποίους εκταμιεύτηκαν.

Επί του άρθρου 24

Τρίμηνες αποδοχές

Για τον υπολογισμό των τρίμηνων αποδοχών των υπαλλήλων του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και λοιπών Ν.Π.Δ.Δ. λαμβάνονται υπόψη ο βασικός μισθός και η οικογενειακή παροχή.

Επί του άρθρου 25

Αποδοχές υπαλλήλων που αποσπώνται ή μετακινούνται

Οι υπάλληλοι που αποσπώνται ή μετακινούνται από την Υπηρεσία τους σε άλλη Υπηρεσία του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ., Ν.Π.Ι.Δ. και Ο.Τ.Α. λαμβάνουν τις μηνιαίες αποδοχές του βαθμού ή του μισθολογικού κλιμακίου του βαθμού τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις καταβολής τους.

Σε κάθε περίπτωση από 1-1-2012 η καταβολή των αποδοχών των αποσπασμένων ή μετακινουμένων υπαλλήλων διενεργείται από την Υπηρεσία στην οποία έχουν τοποθετηθεί με την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων, όπως του π.δ. 351/1991(Α’ 121) όπως ισχύει και του π.δ. 63/2005 (Α’ 98). Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουν τις ειδικότερες διατάξεις του άρθρου 60 του ν. 590/1977 (Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος) ή άλλες αντίστοιχες διατάξεις για την ίδια κατηγορία νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου.

Επί του άρθρου 27

1. Με τις διατάξεις της παρ.1, ορίζεται ότι στην παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3833/2010 (Α΄ 40), μετά τη λέξη απολαβές προστίθεται η φράση «ή σύνταξη».

Ορίζεται πλέον ρητώς, σύμφωνα και με την πάγια νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι στο ανώτατο όριο των αποδοχών της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3833/2010 (αποδοχές γενικού γραμματέα) περιλαμβάνονται και οι συντάξιμες αποδοχές ή χορηγία που λαμβάνουν οι υπάλληλοι του Δημοσίου, των ΝΠΔΔ και ΟΤΑ που είναι ταυτόχρονα συνταξιούχοι πολιτικοί υπάλληλοι ή αιρετοί, βουλευτές κ.λ.π.

2. Με τις διατάξεις της παρ. 2 ορίζεται ότι οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 38 του ν. 3986/2011 (Α΄ 152), αναφορικά με την αναστολή της μισθολογικής ωρίμανσης (αύξηση χρονοεπιδόματος και χορήγηση μισθολογικών προαγωγών) των λειτουργών και υπαλλήλων που δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του κεφαλαίου δεύτερου του κοινοποιούμενου νόμου και των αμειβομένων με ειδικά μισθολόγια, εξακολουθούν να ισχύουν.

3. Με τις διατάξεις της παρ. 3, αντικαθίσταται το τρίτο και τέταρτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 9 του ν. 3833/2010 (Α΄ 40), όπως προστέθηκαν με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 49 του ν. 3871/2010 (Α΄ 141), λόγω κακής διατύπωσης, η οποία εμπόδιζε την ορθή εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων. Οι συγκεκριμένες διατάξεις τροποποιούνται πλέον ως εξής: «Ειδικά για έκτακτες υπηρεσιακές ανάγκες και, εφόσον το υφιστάμενο προσωπικό, που ασκεί τα συγκεκριμένα υπηρεσιακά καθήκοντα, δεν επαρκεί, επιτρέπεται η υπέρβαση των εξήντα (60) ημερών, που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού. Στην απόφαση αυτή προσδιορίζονται οι ειδικότητες και τα συγκεκριμένα υπηρεσιακά καθήκοντα στα οποία αφορά η υπέρβαση καθώς και ο αριθμός ημερών αυτής, ο οποίος δεν μπορεί να υπερβαίνει τις σαράντα (40) ημέρες.».

Επί του άρθρου 29

Κατάταξη σε μισθολογικά κλιμάκια του υπηρετούντος προσωπικού

Με τις διατάξεις της παρ. 1 καθορίζεται η μισθολογική κατάταξη των ήδη υπηρετούντων υπαλλήλων, των οποίων η βαθμολογική ένταξη έλαβε χώρα σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 28 του κοινοποιούμενου νόμου.

Η μισθολογική κατάταξη των υπαλλήλων γίνεται σύμφωνα με τον Πίνακα 2 επί του άρθρου 13 της παρούσας εγκυκλίου. Ειδικότερα, υπάλληλος ο οποίος κατέχει τον ελάχιστο χρόνο ετών που απαιτούνται για την ένταξή του στον οικείο βαθμό, σύμφωνα με το άρθρο 28, κατατάσσεται μισθολογικά στο βασικό μισθό του βαθμού αυτού. Όσοι υπάλληλοι έχουν χρόνο μεγαλύτερο από τον ελάχιστο απαιτούμενο εξελίσσονται στα Μ.Κ. του βαθμού αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 12 του κοινοποιούμενου νόμου, δηλαδή ανά διετία ή τριετία ανάλογα με το βαθμό του υπαλλήλου.

Παράδειγμα εφαρμογής 1 :

Έστω υπάλληλος κατηγορίας ΠΕ, ο οποίος έχει συμπληρώσει, κατά την 1-11- 2011, 11 έτη και 1 μήνα υπηρεσίας και προϋπηρεσίας στο φορέα που υπηρετεί. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28, ο υπάλληλος αυτός θα ενταχθεί στο βαθμό Δ της κατηγορίας του. Για την ένταξη στο βαθμό αυτό απαιτείται ο υπάλληλος να έχει 9 έτη και μία ημέρα ως ελάχιστο απαιτούμενο χρόνο. Ο εν λόγω υπάλληλος, δεδομένου ότι έχει 2 έτη και 1 μήνα επιπλέον χρόνο υπηρεσίας από τον ελάχιστο που απαιτείται, θα καταταγεί στο Μ.Κ. 1 του Δ βαθμού, σύμφωνα πάντα και με τον

Πίνακα 2.

Παράδειγμα εφαρμογής 2 :

Έστω υπάλληλος κατηγορίας ΔΕ, ο οποίος έχει συμπληρώσει 23 έτη και 3 μήνες υπηρεσίας και προϋπηρεσίας στο φορέα που υπηρετεί. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28, ο υπάλληλος αυτός θα ενταχθεί στο βαθμό Γ της κατηγορίας του. Για την ένταξη στο βαθμό αυτό απαιτείται ο υπάλληλος να έχει 19 έτη και μία ημέρα ως ελάχιστο απαιτούμενο χρόνο. Ο εν λόγω υπάλληλος, δεδομένου ότι έχει 4 έτη και 3 μήνες επιπλέον χρόνο υπηρεσίας από τον ελάχιστο που απαιτείται, θα καταταγεί στο Μ.Κ. 2 του Γ βαθμού, σύμφωνα πάντα και με τον

Πίνακα 2.

Μετά την ανωτέρω μισθολογική ένταξη, η μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 12 του κοινοποιούμενου νόμου, οι οποίες προβλέπουν ότι για τη μισθολογική εξέλιξη των υπαλλήλων απαιτείται η παρέλευση διετίας ή τριετίας ανάλογα με το βαθμό στον οποίο έχει ενταχθεί ο υπάλληλος. Αυτό σημαίνει ότι ο πλεονάζων χρόνος που τυχόν απομένει μετά την ανωτέρω μισθολογική κατάταξη των υπαλλήλων στους οικείους βαθμούς και Μ.Κ. δεν θα ληφθεί υπόψη για τη μισθολογική εξέλιξη στο επόμενο μισθολογικό κλιμάκιο. Συνεπώς, το επόμενο μισθολογικό κλιμάκιο σε όλους τους υπαλλήλους θα δοθεί μετά την παρέλευση διετίας ή τριετίας από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των διατάξεων του κεφαλαίου δεύτερου του κοινοποιούμενου νόμου (1-11-2011).

Π.χ. Στο ανωτέρω δεύτερο παράδειγμα, ο υπάλληλος ΔΕ κατηγορίας κατετάγη στο ΜΚ2 του Γ βαθμού της κατηγορίας του με πλεονάζοντα χρόνο 3 μήνες. Για να καταταγεί στο επόμενο Μ.Κ. (Μ.Κ. 3) δεν θα απαιτηθούν 21 ακόμη μήνες προκειμένου να συμπληρώσει τα δύο έτη που απαιτούνται, αλλά θα πρέπει να διανυθούν επιπλέον 24 μήνες και συνεπώς το Μ.Κ. 3 θα του αποδοθεί την 1-11- 2013.

Με τις διατάξεις της παρ. 2 διευκρινίζονται θέματα αναφορικά με τη διαφορά των αποδοχών που προκαλούνται λόγω εφαρμογής των διατάξεων του νέου μισθολογίου.

Ειδικότερα :

Α. Εφόσον με τις νέες διατάξεις προκληθεί αύξηση στις αποδοχές του υπαλλήλου, αυτή χορηγείται ως εξής :

α) Μέχρι του ποσού των 50 ευρώ καταβάλλεται άμεσα με την έναρξη εφαρμογής του νέου νόμου (1-11-2011).

β) Για αύξηση μεγαλύτερη των 50 ευρώ και μέχρι του ποσού των 100 ευρώ, καταβάλλεται ισόποσα σε χρονικό διάστημα δύο ετών. Αυτό σημαίνει ότι από 1-11- 2011 έως 31-10-2012 καταβάλλεται το ήμισυ της αύξησης και από 1-11-2012 και εφεξής το άλλο ήμισυ.

γ) για αύξηση μεγαλύτερη των 100 ευρώ, αυτή καταβάλλεται ισόποσα σε χρονικό διάστημα τριών ετών. Για παράδειγμα, εάν η αύξηση ανέρχεται στο ποσό των 180 ευρώ, αυτή θα χορηγηθεί σε τρεις δόσεις των 60 ευρώ η κάθε μία. Συνεπώς, η πρώτη δόση των 60 ευρώ θα χορηγηθεί για το διάστημα από 1-11-2011 έως 31-10-2012, η δεύτερη από 1-11-2012 έως 31-10-2013 και η τρίτη από 1-11- 2013 και εφεξής.

Παράδειγμα εφαρμογής :

Υπάλληλος ΠΕ κατηγορίας με 25 έτη υπηρεσίας εντάσσεται, σύμφωνα με το άρθρο 28 στο Β βαθμό της κατηγορίας του και σύμφωνα με το άρθρο 29 στο Μ.Κ. 1 του βαθμού του. Ο νέος του βασικός μισθός ανέρχεται στο ποσό των 1.944 ευρώ μηνιαίως. Έστω ότι οι μέχρι σήμερα αποδοχές του ανέρχονταν στο ποσό των 1.764 ευρώ μηνιαίως. Προκύπτει λοιπόν μία αύξηση ύψους 180 ευρώ. Σύμφωνα με τα ανωτέρω ο υπάλληλος πρέπει να λάβει αυτή την αύξηση σε διάστημα τριών ετών. Δεδομένου όμως ότι ο υπάλληλος θα καταταχθεί άμεσα στο Μ.Κ.1 του βαθμού του καθώς δεν μπορεί να καταταγεί αλλού, θα αφαιρεθεί, για το πρώτο έτος, από το νέο του βασικό μισθό, ποσό ίσο με τα δύο τρίτα της διαφοράς του, δηλαδή 120 ευρώ.

Αναλυτικότερα :

Από 1-11-2011 έως 31-10-2012 λαμβάνει 1.824 ευρώ (1.944 – 120)

Από 1-11-2012 έως 31-10-2013 λαμβάνει 1.884 ευρώ (1.944 – 60)

Από 1-11-2013 και εφεξής λαμβάνει 1.944 ευρώ.

Στην περίπτωση που οι νέες αποδοχές του υπαλλήλου περιλαμβάνουν, εκτός από το βασικό μισθό και επιδόματα, θα ακολουθηθεί η ίδια ανωτέρω διαδικασία και η παρακράτηση της αύξησης θα πραγματοποιείται από το ποσό του βασικού μισθού.

Β. Εφόσον με τις νέες διατάξεις προκληθεί μείωση στις αποδοχές του υπαλλήλου, η οποία είναι μεγαλύτερη από το 25% των αποδοχών που ελάμβανε ο υπάλληλος, είτε από την οργανική του θέση είτε από τη θέση στην οποία είναι αποσπασμένος κατά τον τελευταίο μήνα, πριν από την έναρξη ισχύος του νέου μισθολογίου, αυτή κατανέμεται ως εξής :

α) 25% μείωση επί των αποδοχών που ελάμβαναν οι δικαιούχοι κατά τον τελευταίο μήνα πριν από την έναρξη ισχύος του νέου μισθολογίου και

β) η υπερβάλλουσα μείωση ισόποσα σε χρονικό διάστημα δύο (2) ετών από το τέλος του πρώτου έτους εφαρμογής, δηλαδή από 1-11-2012 και εφεξής.

Παράδειγμα εφαρμογής 1 :

Υπάλληλος ελάμβανε πριν από την έναρξη του νέου μισθολογίου συνολικές αποδοχές 1.900 €. Έστω ότι οι νέες αποδοχές του διαμορφώνονται πλέον στο ποσό των 1.600 €. Επειδή η μείωση δεν υπερβαίνει το ποσοστό του 25% των αρχικών αποδοχών του, θα λαμβάνει αυτόματα με την έναρξη ισχύος του νέου μισθολογίου τις νέες του αποδοχές.

Παράδειγμα εφαρμογής 2 :

Υπάλληλος ελάμβανε πριν από την έναρξη του νέου μισθολογίου συνολικές αποδοχές 3.200 €. Έστω ότι οι νέες αποδοχές του διαμορφώνονται πλέον στο ποσό των 1.719 € (Μ.Κ. 4 του Γ βαθμού ΠΕ κατηγορίας). Επειδή η μείωση του υπερβαίνει το ποσοστό του 25% των αρχικών αποδοχών του, με την έναρξη ισχύος του νέου μισθολογίου (1-11-2011) θα γίνει περικοπή του 25% των αποδοχών που ελάμβανε. Δηλαδή οι νέες αποδοχές του θα διαμορφωθούν στο ποσό των 2.400 ευρώ. Η υπόλοιπη διαφορά (681 €) μέχρι τις νέες του αποδοχές (1.719 €) θα μειωθεί ισόποσα σε χρονικό διάστημα 2 ετών από το τέλος του πρώτου έτους εφαρμογής του νέου μισθολογίου, δηλαδή από 1-11-2012 και εφεξής, ως εξής :

Από 1-11-2011 έως 31-10-2012 λαμβάνει 2.400 ευρώ

Από 1-11-2012 έως 31-10-2013 λαμβάνει 2.059,50 ευρώ (2.400 –340,50)

Από 1-11-2013 και εφεξής λαμβάνει 1.719 ευρώ. (2.059,50 – 340,50)

Επισημαίνεται ότι ο υπάλληλος θα λαμβάνει ως βασικό μισθό , αυτόν στον οποίο εντάσσεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 28 και 29 και το υπόλοιπο ποσό θα καταβάλλεται σε αυτόν ως διαφορά μείωσης, η οποία θα υπόκειται στις προβλεπόμενες για τα επιδόματα κρατήσεις. Ως προς τις περικοπές της εν λόγω διαφοράς για οποιονδήποτε λόγο, αυτές θα ακολουθούν το βασικό μισθό, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 23. Το ανωτέρω ποσό της διαφοράς μείωσης, για όσο χρόνο καταβάλλεται, θα βαρύνει τον ΚΑΕ 0221 του Κρατικού Προϋπολογισμού για τις υπηρεσίες του Δημοσίου και τον ΚΑΕ 0227 για τα Ν.Π.Δ.Δ.

Με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 30, ορίζεται ότι η καταβολή αποδοχών σε υπαλλήλους του Δημοσίου, ΝΠΔΔ και ΟΤΑ, που εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του κοινοποιούμενου νόμου με βάση διατάξεις άλλων κατηγοριών υπαλλήλων του Δημοσίου, στις οποίες δεν ανήκουν οργανικά, δεν επιτρέπεται.

Με τις διατάξεις της παρ. 4 του ιδίου άρθρου ορίζεται ρητά ότι τα ρυθμιζόμενα με το Κεφάλαιο δεύτερο θέματα, δεν αποτελούν αντικείμενο συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Επί του άρθρου 30

Λοιπές παροχές, Επιδόματα, Αμοιβές και Αποζημιώσεις

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού ορίζεται ότι πέραν των επιδομάτων και παροχών του Κεφαλαίου Δεύτερου του κοινοποιούμενου νόμου, όλα τα λοιπά επιδόματα, αμοιβές και αποζημιώσεις, που καταβάλλονται στους υπαλλήλους που εμπίπτουν στις διατάξεις του ιδίου Κεφαλαίου, μέχρι την έναρξη της ισχύος του (1- 11-2011), με οποιαδήποτε ονομασία, συμπεριλαμβανομένων και των εξόδων κίνησης, εφόσον τα έξοδα αυτά προβλέπεται να καταβάλλονται ανεξαρτήτως της μετακίνησης του υπαλλήλου (π.χ. έξοδα κίνησης υπαλλήλων ΟΤΑ α΄ βαθμού, έξοδα κίνησης υπαλλήλων ΣΕΠΕ, έξοδα κίνησης σε αποσπασμένους σε βουλευτικά γραφεία κ.λ.π.), καταργούνται. Κατόπιν αυτών, επιδόματα ή αποζημιώσεις, που καταβάλλονταν τόσο από τον κρατικό προϋπολογισμό, όσο και από πρώην ειδικούς λογαριασμούς, όπως ενδεικτικά τα ΔΙΒΕΕΤ, ΔΕΤΕ, ΔΕΧΕ για τους Υπαλλήλους του Υπουργείου Οικονομικών, το επίδομα παραγωγικότητας των υπαλλήλων του τέως Υπουργείου Ανάπτυξης (πετρελαιοειδή), τα επιδόματα μηχανικών, εθνικού τυπογραφείου, δικαστικών υπαλλήλων, υπαλλήλων Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, Πολιτισμού και Τουρισμού, Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων κ.λ.π., καταργούνται και συνεπώς παύουν να καταβάλλονται από 1- 11-2011 και εφεξής.

Στα καταργούμενα επιδόματα, παροχές κ.λ.π. δεν περιλαμβάνονται τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 20 του ν. 2606/1998 (ΦΕΚ 89 Α’), κατ’ εξουσιοδότηση της οποίας εκδόθηκε η αριθμ. 2067978/7450/0022/14-10-1998 κ.υ.α. με την οποία καθορίστηκε το ύψος του εφάπαξ χρηματικού ποσού που χορηγείται σε υπαλλήλους Δημοσίου και Ν.Π.Δ.Δ. που μετατίθενται σε υπηρεσία προβληματικής περιοχής, των άρθρων 34 και 34α του ν.2682/1999 (Α΄16), τα οποία προβλέπουν τη χορήγηση επιδομάτων στο προσωπικό της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας και της παρ. 22 του άρθρου 9 του ν. 2266/1994 (ΦΕΚ 218 Α΄) και της παρ. 4 του άρθρου 72 του ν. 3528/2007 (Α΄26) για τις μετατάξεις σε παραμεθόριες περιοχές.

Επισημαίνεται ότι σε ισχύ παραμένουν οι διατάξεις που προβλέπουν τη χορήγηση επιδόματος αλλοδαπής ή ειδικού επιμισθίου σε υπαλλήλους και εκπαιδευτικούς για εκτέλεση υπηρεσίας στην αλλοδαπή.

Με τις ίδιες διατάξεις ορίζεται ότι με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών μπορεί να προβλέπεται, προκειμένου για υπαλλήλους που εμπίπτουν στις διατάξεις του Κεφαλαίου δεύτερου του κοινοποιούμενου νόμου και είναι παραπληγικοί, τετραπληγικοί, τυφλοί ή έχουν βαριά κινητική αναπηρία, εφόσον μετακινούνται εκτός έδρας για υπηρεσιακούς λόγους, η καταβολή εξόδων μετακίνησης και διαμονής σε συνοδό της επιλογής του υπαλλήλου. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται οι προϋποθέσεις και κάθε αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή του προηγουμένου εδαφίου.

Επί του άρθρου 32

Κατάργηση διατάξεων που ρυθμίζουν θέματα του Δευτέρου Κεφαλαίου

Με τις διατάξεις της παρ. 1, από τη έναρξη ισχύος του Κεφαλαίου δεύτερου του κοινοποιούμενου νόμου (1-11-2011), καταργείται κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη κατά το μέρος που ρυθμίζει θέματα που διέπονται από τις διατάξεις αυτού.

Όπου σε διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή άλλων κανονιστικών πράξεων, γίνεται παραπομπή σε διατάξεις που καταργούνται σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο νοείται ως παραπομπή στις διατάξεις του Κεφαλαίου δεύτερου που ρυθμίζουν το αντίστοιχο θέμα.

Επιδόματα ή παροχές που προβλέπονται από τις καταργούμενες διατάξεις και τα οποία, κατά παραπομπή άλλων διατάξεων, χορηγούνται σε λειτουργούς ή υπαλλήλους, που δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του ίδιου Κεφαλαίου, εξακολουθούν να καταβάλλονται με τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζουν οι παραπεμπόμενες διατάξεις (π.χ. επίδομα μεταπτυχιακών σπουδών κ.λ.π.), με εξαίρεση την οικογενειακή παροχή, η οποία υπολογίζεται και καταβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17.

Διευκρινίζεται ότι οι διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 3205/2003, στις οποίες παραπέμπουν άλλες διατάξεις , που έχουν εφαρμογή στους ανωτέρω λειτουργούς και υπαλλήλους, εξακολουθούν να ισχύουν.

Με τις διατάξεις της παρ. 3 ορίζεται ότι οι αποδοχές των δημοσιογράφων που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε φορείς οι υπάλληλοι των οποίων υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής, που ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του κοινοποιούμενου νόμου, προσαρμόζονται κατά τρόπο αντίστοιχο προς αυτές των υπαλλήλων της ίδιας κατηγορίας και του ίδιου χρόνου υπηρεσίας με ανάλογη προσαρμογή των όρων της σχετικής συλλογικής σύμβασης εργασίας.

Τέλος, με τις διατάξεις της παρ. 4, ως ημερομηνία έναρξης των διατάξεων του κεφαλαίου δεύτερου του κοινοποιούμενου νόμου αυτού ορίζεται η 1-11-2011.

Επί του άρθρου 39

Περαιτέρω, σας κοινοποιούμε τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 39, σύμφωνα με τις οποίες, στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Πρόεδρο, Αντιπροέδρους και μέλη της Κυβέρνησης, Υφυπουργούς, Γενικούς και Ειδικούς Γραμματείς Δημοσίων Υπηρεσιών και Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και στους αιρετούς των Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού παρακρατείται ποσό που αντιστοιχεί στις μηνιαίες αποδοχές τους (χορηγία, αποζημίωση, μισθό, αντιμισθία), σε τρεις ισόποσες μηνιαίες δόσεις, αρχής γενομένης από τον πρώτο μήνα μετά την έναρξη ισχύος του κοινοποιούμενου νόμου. Τα ανωτέρω ισχύουν και για τους Βουλευτές του Ελληνικού Κοινοβουλίου, κατά τα οριζόμενα στον κανονισμό λειτουργίας της Βουλής. Το ποσό της βουλευτικής αποζημίωσης που παρακρατείται από τη Βουλή των Ελλήνων, σύμφωνα με τα ανωτέρω, αποδίδεται ως έσοδο στον κρατικό προϋπολογισμό. Οι Έλληνες βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, αποδίδουν υπέρ Δημοσίου, ποσό ίσο με το μηνιαίο μισθό τους. Η απόδοση θα γίνεται σε οποιαδήποτε Δ.Ο.Υ. με οίκοθεν διπλότυπο τύπου Α, στο οποίο θα αναγράφεται ο Α.Φ.Μ., το ονοματεπώνυμο, το ποσό, καθώς και ο ΚΑΕ εσόδου 3241. Στις παρατηρήσεις θα πρέπει να αναγράφεται ότι η κατάθεση γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 5 του άρθρου 39 του ν. 4024/2011 (ΦΕΚ 226 Α΄). Αντίγραφο του ανωτέρω διπλοτύπου αποστέλλεται στη Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών της Βουλής των Ελλήνων.

Κατόπιν αυτών, από το μήνα Νοέμβριο και για τους δύο επόμενους από αυτόν μήνες, θα πρέπει να παρακρατείται το ένα τρίτο επί των μεικτών μηνιαίων αποδοχών όλων των ανωτέρω. Το ποσό αυτό της παρακράτησης θα αποδίδεται υπέρ του Δημοσίου, με εξαίρεση το ποσό της παρακράτησης των αιρετών, το οποία αποδίδεται στους οικείους προϋπολογισμούς των φορέων τους.

ΜΕΡΟΣ Β΄

Ασφαλιστικές εισφορές κρατήσεις

Οδηγίες της Διεύθυνσης Νομοπαρασκευαστικής Εργασίας, Ενστάσεων και Προσφυγών (Δ47) του Γ.Λ.Κ. για το θέμα των Ασφαλιστικών Εισφορών για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση και πρόνοια καθώς και των κρατήσεων για υγειονομική περίθαλψη.

Με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4024/2011 προβλέπονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

1. Η σύνταξη των προσώπων που εντάσσονται στο νέο μισθολόγιο εξακολουθεί να υπολογίζεται μέχρι την 31.12.2015, με βάση τις συντάξιμες αποδοχές τους, όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί κατά την 31.10.2011, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τυχόν μισθολογικές προαγωγές που θα ελάμβαναν κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα με βάση τις διατάξεις του ν. 3205/2003.

2. Από την κατά τα ανωτέρω ένταξη των προαναφερομένων προσώπων στο νέο μισθολόγιο, οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση και πρόνοια, εξακολουθούν να υπολογίζονται επί των ανωτέρω συντάξιμων αποδοχών.

Για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών παρέχονται οι ακόλουθες διευκρινήσεις:

Ι. Πρόσωπα τα οποία εμπίπτουν στις ανωτέρω διατάξεις.

Στις ανωτέρω διατάξεις εμπίπτουν όσα από τα αναφερόμενα στο άρθρο 4 του ν. 4024/2011 πρόσωπα υπάγονται στο ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου ή συνταξιοδοτούνται με βάση τις δημοσιοϋπαλληλικές διατάξεις.

ΙΙ. Συντάξιμες αποδοχές

Ως συντάξιμες αποδοχές κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων νοούνται οι μηνιαίες αποδοχές επί των οποίων διενεργούνται κρατήσεις για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση και πρόνοια και οι οποίες λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό της σύνταξης ή των παροχών που καταβάλλονται από τα οικεία Ταμεία επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία που διέπει τις παροχές αυτές.

ΙΙΙ. Υπολογισμός ασφαλιστικών εισφορών για κύρια σύνταξη Δημοσίου.

1. Παλαιοί ασφαλισμένοι (όσοι έχουν ασφαλισθεί πριν την 1-1-1993). Οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένου υπολογίζονται επί των συνταξίμων αποδοχών όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί την 31-10-2011 δηλαδή επί του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου που ελάμβανε ο υπάλληλος κατά την ανωτέρω ημερομηνία, του ποσού των 140,80€ καθώς και του τυχόν καταβαλλομένου επιδόματος θέσης ευθύνης, όπως αυτό ίσχυε με βάση τις διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 3205/2003.

Επισήμανση : Το ανωτέρω επίδομα θέσης ευθύνης υπόκειται σε κράτηση για κύρια σύνταξη, ανεξαρτήτως εάν ο υπάλληλος ελάμβανε αυτό κατά την 31-10-2011, αρκεί δηλαδή να είχε προαχθεί σε θέση Προϊσταμένου Οργανικής Μονάδας και να είχε ασκήσει τα καθήκοντα αυτά, μετά από κρίση του αρμοδίου Διοικητικού Οργάνου, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα της συνολικής δημόσιας υπηρεσίας του, κατά το οποίο του καταβάλλονταν το επίδομα αυτό. Επίσης το ανωτέρω επίδομα θέσης(άρθρου 13 του ν. 3205/2003) υπόκειται σε κράτηση για κύρια σύνταξη εφόσον ο υπάλληλος προαχθεί σε θέση Προϊσταμένου Οργανικής Μονάδας μετά την 1-1-2011 και λαμβάνει το επίδομα του άρθρου 18 του ν. 4024/2011.

Εξυπακούεται ότι το ανωτέρω επίδομα δεν υπόκειται σε κράτηση για κύρια σύνταξη εφόσον ο υπάλληλος ελάμβανε ή θα λαμβάνει αυτό, χωρίς να έχει προαχθεί σε θέση Προϊσταμένου Οργανικής Μονάδας σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις, αλλά επειδή του ανατέθηκε με οποιονδήποτε τρόπο και για οποιονδήποτε λόγο η άσκηση των καθηκόντων αυτών.

2. Νέοι ασφαλισμένοι (όσοι έχουν ασφαλισθεί από 1-1-1993 και μετά) Οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένου υπολογίζονται επί του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών, με εξαίρεση το κίνητρο απόδοσης, όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί την 31-10-2011 προστιθεμένου του ποσού των 140,80€.

Τα όσα επισημαίνονται σχετικά με την κράτηση για κύρια σύνταξη επί του επιδόματος θέσης ευθύνης που αφορά τους παλαιούς ασφαλισμένους, έχει εφαρμογή και για τους νέους ασφαλισμένους.

IV. Υπολογισμός ασφαλιστικών εισφορών για επικουρική ασφάλιση και πρόνοια.

Οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη (όπου αυτές προβλέπονται) για επικουρική ασφάλιση και πρόνοια υπολογίζονται, τόσο για τους παλαιούς όσο και για νέους ασφαλισμένους, επί των μηνιαίων αποδοχών οι οποίες λαμβάνονται υπόψη, σύμφωνα με τη νομοθεσία που διέπει τα οικεία Ταμεία, για τον υπολογισμό των παροχών των Ταμείων αυτών, όπως αυτές (οι αποδοχές) είχαν διαμορφωθεί την 31-10-2011, με εξαίρεση αυτές οι οποίες καταβάλλονταν υπό την προϋπόθεση παροχής πρόσθετου έργου.

Στις περιπτώσεις που από τη νομοθεσία που διέπει τα ανωτέρω Ταμεία, προβλέπεται έκτακτη κράτηση, κατά περίπτωση, επί πρόσθετων αποδοχών που δεν λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό των παροχών των Ταμείων αυτών, αυτή διενεργείται επί της διαφοράς που προκύπτει μεταξύ του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών που καταβάλλονταν κατά την 31-10-2011 και του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών που θα καταβάλλονται με βάση τις διατάξεις του νέου μισθολογίου.

V. Κρατήσεις για υγειονομική περίθαλψη.

Οι κρατήσεις για υγειονομική περίθαλψη, που ανέρχονται κατά ποσοστό σε 2,55%, διενεργούνται επί των πάσης φύσεως αποδοχών, όπως αυτές διαμορφώνονται από 1-11-2011 με βάση τις διατάξεις του νέου μισθολογίου.

(Για περισσότερες πληροφορίες επί των αναφερομένων στο Β΄ Μέρος της παρούσας εγκυκλίου, παρακαλείσθε να απευθύνεστε στην Δ47 του Γ.Λ.Κ., τηλ. 210 3329701 έως 705).

Ο ΑΝ. ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ                   Ακριβές Αντίγραφο

ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΣΑΧΙΝΙΔΗΣ                                Ο προϊστάμενος Διεκ/σης α.α.

       Εκτύπωση σελίδας
Πίσω Αρχή Aρχική σελίδα


ΓΡΑΦΕΙΑ: ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ 1, ΜΑΡΟΥΣΙ, Τ.Κ. 151 22. ΤΗΛ. 210 3217721, 210 3310096, 210 3240557, FAX: 210 3216671