ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 81 5 Απριλίου 2013
_____________________________________________________
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4141
Eπενδυτικά εργαλεία ανάπτυξης, παροχή πιστώσεων και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Άρθρο 1
Τροποποιήσεις του ν. 2992/2002
Το άρθρο 7 του ν. 2992/2002 (Α΄ 54) τροποποιείται ως ακολούθως:
1. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής:
«Η διάρκεια του Α.Κ.Ε.Σ. δεν μπορεί να υπερβαίνει τα είκοσι (20) έτη».
2. Η παρ. 4 του άρθρου 7, αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Το Α.Κ.Ε.Σ έχει ως αποκλειστικό σκοπό τη συμμετοχή στο κεφάλαιο επιχειρήσεων οι οποίες εδρεύουν: (α) στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος−μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή (β) σε τρίτη χώρα, εφόσον δραστηριοποιούνται στην παραγωγή ή στην παροχή υπηρεσιών στην Ελλάδα.
Για την εκπλήρωση του σκοπού του το Α.Κ.Ε.Σ. μπορεί:
α. Να συμμετέχει, κατά την ίδρυση ή μεταγενέστερα, στο κεφάλαιο επιχειρήσεων με κινητές αξίες που δεν είναι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά ή διαπραγματεύσιμες σε Πολυμερή Μηχανισμό Διαπραγμάτευσης (Π.Μ.Δ.), καθώς και να επενδύει σε τίτλους επιλογής ή άλλες κινητές αξίες που παρέχουν δικαίωμα απόκτησης των ως άνω κινητών αξιών.
β. Να συμμετέχει στο κεφάλαιο επιχειρήσεων με κινητές αξίες ήδη εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά ή διαπραγματεύσιμες σε Π.Μ.Δ., καθώς και να επενδύει σε τίτλους επιλογής ή άλλες κινητές αξίες που παρέχουν δικαίωμα απόκτησης των ως άνω κινητών αξιών εφόσον, κατά το χρόνο απόκτησης της συμμετοχής, το ποσοστό του Α.Κ.Ε.Σ. θα ανέρχεται τουλάχιστον στο 15% του μετοχικού κεφαλαίου των εν λόγω επιχειρήσεων.
Το ελάχιστο αυτό όριο του 15% δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση που το Α.Κ.Ε.Σ. συμμετείχε ήδη στο κεφάλαιο των επιχειρήσεων αυτών προ της εισαγωγής τους σε οργανωμένη αγορά ή έναρξης διαπραγμάτευσής τους σε Π.Μ.Δ..
γ. Να επενδύει σε κάθε είδους ομολογίες επιχειρήσεων με την επιφύλαξη του ορίου της περίπτωσης β΄ της παρούσας παραγράφου, εφόσον πρόκειται για εισηγμένες ομολογίες ή μετατρέψιμες ομολογίες εισηγμένων εταιρειών.
δ. Να τοποθετεί τα διαθέσιμά του σε καταθέσεις και σε μέσα χρηματαγοράς.»
3. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 7 οι λέξεις «του ν. 2396/1996» αντικαθίστανται με τις λέξεις «του ν. 3606/2007» και προστίθενται οι λέξεις «και εταιρία διαχείρισης ΟΣΕΚΑ του ν. 4099/2012 (A΄ 250)».
4. Στην παράγραφο 10 του άρθρου 7 προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Οι απαγορεύσεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 10 δεν ισχύουν εφόσον η επένδυση εγκριθεί από το εκατό τοις εκατό (100%) των λοιπών μεριδιούχων και υπό την προϋπόθεση ότι η επένδυση σε εκδότες των περιπτώσεων α΄ και β΄ δεν υπερβαίνει αθροιστικά το 30% του συνόλου του ενεργητικού του Α.Κ.Ε.Σ.. Η δυνατότητα αυτή, καθώς και η ειδικότερη διαδικασία της έγκρισης πρέπει να ορίζονται στη σύμβαση σύστασης και διαχείρισης του Α.Κ.Ε.Σ..»
5. Προστίθεται παράγραφος 7α ως εξής:
«7α. Επιτρέπεται η εισαγωγή σε οργανωμένη αγορά της παρ.10 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007 ή η ένταξη προς διαπραγμάτευση σε Π.Μ.Δ. της παρ. 11 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007 μεριδίων Α.Κ.Ε.Σ. ή μεριδίων/μετοχών κεφαλαίων επιχειρηματικών συμμετοχών (venture capitals) που εδρεύουν σε άλλο κράτος − μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τον Κανονισμό της οργανωμένης αγοράς ή του Π.Μ.Δ., αντιστοίχως. Τα ως άνω μερίδια Α.Κ.Ε.Σ. ή αλλοδαπά μερίδια/μετοχές κεφαλαίων επιχειρηματικών συμμετοχών καταχωρούνται στο Σύστημα Άυλων Τίτλων (Σ.Α.Τ.) του ν. 3756/2009.
Για τα Α.Κ.Ε.Σ. που εισάγουν ή εντάσσουν προς διαπραγμάτευση μερίδιά τους σε οργανωμένη αγορά ή Π.Μ.Δ. που λειτουργεί στην Ελλάδα, αρμόδια αρχή για την εποπτεία της τήρησης των υποχρεώσεών τους και την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου και των κανονιστικών αποφάσεων που εκδίδονται κατ΄εξουσιοδότησή του, είναι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Για τα ανωτέρω Α.Κ.Ε.Σ. ισχύουν τα εξής:
α) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 7:
αα) Η συμμετοχή στο Α.Κ.Ε.Σ. αποδεικνύεται με την καταχώρηση των μεριδίων και των στοιχείων των δικαιούχων στο Σ.Α.Τ., σύμφωνα με τον Κανονισμό Λειτουργίας του, ββ) δεν επιτρέπεται να τίθενται περιορισμοί, με τη σύμβαση σύστασης και διαχείρισης, στη μεταβίβαση, επιβάρυνση και γενικά στη διάθεση των δικαιωμάτων επί μεριδίων Α.Κ.Ε.Σ. και γγ) η μεταβίβαση μεριδίων Α.Κ.Ε.Σ. εισηγμένων σε οργανωμένη αγορά ή ενταγμένων προς διαπραγμάτευση σε Π.Μ.Δ. ισχύει έναντι πάντων με την καταχώρησή της στο Σ.Α.Τ.. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 21 του παρόντος άρθρου δεν ισχύει για τα εισηγμένα σε οργανωμένη αγορά ή διαπραγματεύσιμα σε Π.Μ.Δ. μερίδια Α.Κ.Ε.Σ..
β) Η σύσταση ενεχύρου επί των εισηγμένων μεριδίων Α.Κ.Ε.Σ. ισχύει έναντι πάντων με την καταχώρησή της στο Σ.Α.Τ., η δε ικανοποίηση του δικαιώματος του ενεχυρούχου δανειστή εκ των μεριδίων Α.Κ.Ε.Σ. που είναι εισηγμένα σε οργανωμένη αγορά ή διαπραγματεύονται σε Π.Μ.Δ., γίνεται σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 3301/2004 (Α΄ 263), τις διατάξεις του άρθρου 24 του ν. 3632/1928, καθώς και τις εν γένει διατάξεις για την αναγκαστική εκτέλεση επί μετοχών εισηγμένων σε οργανωμένη αγορά.
γ) Η εισαγωγή ή ένταξη προς διαπραγμάτευση μεριδίων Α.Κ.Ε.Σ. προϋποθέτει την ολοσχερή κατάθεση των στοιχείων του ενεργητικού του Α.Κ.Ε.Σ. στον θεματοφύλακα.
δ) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 8, από την κατάθεση της αίτησης εισαγωγής ή ένταξης προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά ή Π.Μ.Δ.
αντιστοίχως, αίρεται το όριο των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ για την ελάχιστη αξία συμμετοχής κάθε μεριδιούχου.
ε) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου 17, η ετήσια έκθεση για τα Α.Κ.Ε.Σ. δεν περιλαμβάνει τις μεταβολές στην ταυτότητα των μεριδιούχων.
στ) Για την εφαρμογή κάθε ειδικής διάταξης που προβλέπει τις επιτρεπόμενες επενδύσεις από ορισμένα πρόσωπα υπαγόμενα σε ειδικό καθεστώς, τα μερίδια των Α.Κ.Ε.Σ. που εισάγονται ή εντάσσονται προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά ή σε Π.Μ.Δ., αντιστοίχως, νοούνται ως κινητές αξίες κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 3371/2005.»
6. Η παράγραφος 18 του άρθρου 7 αντικαθίσταται ως εξής:
«18. Τα στοιχεία του ενεργητικού του Α.Κ.Ε.Σ. είτε είναι εισηγημένα σε χρηματιστήριο είτε όχι αποτιμώνται από τη διαχειρίστρια εταιρία, σύμφωνα με τους κανόνες που επιβάλλουν τα διεθνή πρότυπα χρηματοοικονομικής αναφοράς.»
7. Στην παράγραφος 19 του άρθρου 7 διαγράφεται η λέξη «ετησίως».
8. Στο άρθρο 7 προστίθενται παράγραφοι 25 και 26 ως εξής:
«25. Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δύναται να καθορίζονται και να εξειδικεύονται θέματα όπως οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι διαχειριστές των εισηγμένων Α.Κ.Ε.Σ. και των αντίστοιχων αλλοδαπών κεφαλαίων επιχειρηματικών συμμετοχών που διαθέτουν μερίδια/μετοχές στην Ελλάδα, το περιεχόμενο του ενημερωτικού δελτίου εισαγωγής των μεριδίων, οι υποχρεώσεις διαφάνειας και ενημέρωσης για τα εισηγμένα μερίδια, οι υποχρεώσεις των εταιριών παροχής επενδυτικών υπηρεσιών κατά την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών που σχετίζονται με Α.Κ.Ε.Σ., η διαδικασία και κάθε άλλο θέμα που αφορά την εξαγορά των εισηγμένων μεριδίων σε περίπτωση διαγραφής τους από την οργανωμένη αγορά ή τον Π.Μ.Δ. αντιστοίχως, τυχόν αποκλίσεις μεταξύ χρηματιστηριακής και καθαρής τιμής μεριδίων και τυχόν επιβολή περιορισμών ως προς τη μόχλευση των ελληνικών Α.Κ.Ε.Σ., τα ειδικότερα στοιχεία που περιέχονται στις καταχωρήσεις εισηγμένων μεριδίων στο Σ.Α.Τ., καθώς και κάθε ειδικότερο θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια σχετικά με τα ανωτέρω.
26. Αν παραβιασθούν οι διατάξεις των παραγράφων 7α και 25 ή οι αποφάσεις που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότησή τους, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να επιβάλλει, στη διαχειρίστρια εταιρία ή και στο θεματοφύλακα επίπληξη ή πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο του οφέλους που τυχόν απεκόμισε ο παραβάτης. Εάν το ποσό του οφέλους δεν μπορεί να προσδιορισθεί, πρόστιμο ύψους από χίλια (1.000) ευρώ μέχρι τρία εκατομμύρια (3.000.000) ευρώ. Κατά την επιμέτρηση των κυρώσεων λαμβάνονται ενδεικτικά υπόψη η επίπτωση της παράβασης στην εύρυθμη λειτουργία της αγοράς, ο κίνδυνος πρόκλησης βλάβης στα συμφέροντα των επενδυτών, το ύψος της προκληθείσας ζημίας σε επενδυτές και της τυχόν αποκατάστασής της, η λήψη μέτρων από την εταιρία για την συμμόρφωσή της στο μέλλον, ο βαθμός συνεργασίας με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατά το στάδιο διερεύνησης και ελέγχου, οι ανάγκες της ειδικής και γενικής πρόληψης και η τυχόν καθ` υποτροπήν τέλεση παραβάσεων του νόμου αυτού ή της λοιπής νομοθεσίας για την κεφαλαιαγορά.»
Άρθρο 2
Τροποποιήσεις του ν. 2367/1995
Ο ν. 2367/1995 (Α΄ 261) τροποποιείται ως εξής:
1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 5 αντικαθίσταται με εδάφια ως εξής:
«Η Εταιρία Κεφαλαίου Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ.) είναι ανώνυμη εταιρία με αποκλειστικό σκοπό τη συμμετοχή στο κεφάλαιο επιχειρήσεων, οι οποίες εδρεύουν: (α) στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος−μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή (β) σε τρίτη χώρα, εφόσον οι επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην παραγωγή ή στην παροχή υπηρεσιών στην Ελλάδα. Η εταιρία ιδρύεται σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920 και από το καταστατικό της πρέπει να προκύπτει ο αποκλειστικός της σκοπός, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο. Η σχετική εγκριτική απόφαση γνωστοποιείται ταυτόχρονα στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Η Ε.Κ.Ε.Σ. υποχρεούται να περιλαμβάνει στην επωνυμία της τη φράση «Εταιρία Κεφαλαίου Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Ε.Κ.Ε.Σ.) του ν. 2367/1995. Από την εισαγωγή των μετοχών της Ε.Κ.Ε.Σ. σε οργανωμένη αγορά ή την ένταξή τους για διαπραγμάτευση σε Πολυμερή Μηχανισμό Διαπραγμάτευσης (Π.Μ.Δ.), σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 6, η Ε.Κ.Ε.Σ. εποπτεύεται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για τις εταιρίες που είναι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά ή που έχουν ενταχθεί σε Π.Μ.Δ., αντίστοιχα.»
2. Η παράγραφος 3 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Η Ε.Κ.Ε.Σ. μπορεί να συμμετέχει στο κεφάλαιο επιχειρήσεων με κινητές αξίες ήδη εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά ή διαπραγματεύσιμες σε Π.Μ.Δ., κατά την έννοια των παραγράφων 10 και 11 του άρθρου 2 του ν.3606/2007 αντίστοιχα, καθώς και να επενδύει σε τίτλους επιλογής ή άλλες κινητές αξίες που παρέχουν δικαίωμα απόκτησης των ως άνω κινητών αξιών, μέχρι σωρευτικά ανώτατου ποσοστού 40% του ενεργητικού της. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί με απόφασή της να μεταβάλλει το παραπάνω ποσοστό. Η Ε.Κ.Ε.Σ. μπορεί, επίσης, να επενδύει σε ομολογίες που εκδίδονται από επιχειρήσεις που είναι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά ή διαπραγματεύσιμες σε Π.Μ.Δ..»
3. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής:
«Διαχειριστής μπορεί να είναι εταιρία που έχει λάβει άδεια να παρέχει την επενδυτική υπηρεσία της περίπτωσης δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 3606/2007 ή επιχείρηση, κράτους − μέλους του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου η οποία δύναται να διαχειρίζεται αντίστοιχα σχήματα παροχής επιχειρηματικού κεφαλαίου και έχει την απαραίτητη οργάνωση και εμπειρία, καθώς και εταιρία διαχείρισης ΟΣΕΚΑ του ν. 4099/2012 (Α΄ 250).
Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να ορίζονται οι ειδικότερες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι διαχειριστές Ε.Κ.Ε.Σ.»
4. Η παράγραφος 1 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Το ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο της Ε.Κ.Ε.Σ. ορίζεται σε τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ και καταβάλλεται ολοσχερώς κατά τη σύσταση της εταιρίας. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων μπορεί να μεταβάλλεται το ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο της Ε.Κ.Ε.Σ..»
5. Η παράγραφος 2 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Οι μετοχές της Ε.Κ.Ε.Σ. είναι ονομαστικές και εισάγονται σε οργανωμένη αγορά της παρ. 10 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007 ή εντάσσονται προς διαπραγμάτευση σε Π.Μ.Δ. της παρ. 11 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007, εντός είκοσι τεσσάρων (24) μηνών από τη σύστασή της, σύμφωνα με τις ισχύουσες για τις οργανωμένες αγορές και Π.Μ.Δ. διατάξεις ή από την ισχύ του παρόντος νόμου, εφόσον πρόκειται για ήδη υφιστάμενες και λειτουργούσες Ε.Κ.Ε.Σ.. Σε περίπτωση μη εισαγωγής Ε.Κ.Ε.Σ. σε οργανωμένη αγορά ή σε περίπτωση μη ένταξης της Ε.Κ.Ε.Σ. σε Π.Μ.Δ., η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί, ύστερα από αίτηση της Ε.Κ.Ε.Σ., να παρατείνει την παραπάνω προθεσμία, για χρονικό διάστημα έως δεκαοκτώ (18) μήνες, εφόσον συντρέχει λόγος ανωτέρας βίας ή αν κριθεί ότι οι συνθήκες της αγοράς θέτουν σε κίνδυνο την επίτευξη της εισαγωγής των μετοχών της εταιρίας στην οργανωμένη αγορά ή την ένταξή τους στον Π.Μ.Δ.. Εφόσον η Ε.Κ.Ε.Σ. δεν εισαχθεί σε οργανωμένη αγορά ή δεν ενταχθεί σε Π.Μ.Δ. εντός των παραπάνω προθεσμιών (αρχική και μετά από δοθείσα παράταση) λύεται αυτοδικαίως, ανακαλούνται τα προβλεπόμενα για αυτήν φορολογικά οφέλη, καθώς και οποιεσδήποτε άλλες ευνοϊκές για αυτήν φορολογικές ρυθμίσεις, που θεσπίζονται σε άλλους νόμους και τίθεται σε εκκαθάριση.»
6. Η παράγραφος 4 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής:
«Η επένδυση κεφαλαίων ή η παροχή εγγυήσεων από την Ε.Κ.Ε.Σ. σε επιχείρηση ή σε συνδεδεμένες επιχειρήσεις κατά την έννοια της παρ. 5 του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει αθροιστικά το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) των ιδίων κεφαλαίων της Ε.Κ.Ε.Σ., όπως αυτά ορίζονται στο πρώτο εδάφιο της επόμενης παραγράφου, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 23α του κ.ν. 2190/1920.»
7. Το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 6 αντικαθίστανται ως εξής:
«Μετά το κλείσιμο της τρίτης χρήσης της η Ε.Κ.Ε.Σ.
υποχρεούται να έχει συνεχώς επενδεδυμένο ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) των ιδίων κεφαλαίων της σε συμμετοχές και ομολογίες των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 2 και της παραγράφου 3 του άρθρου 5».
8. Η παράγραφος 7 του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής:
«7. Τα στοιχεία του ενεργητικού της Ε.Κ.Ε.Σ. αποτιμώνται σύμφωνα με τους κανόνες που επιβάλλουν των διεθνών προτύπων χρηματοοικονομικής αναφοράς. Η Ε.Κ.Ε.Σ. αναθέτει τη φύλαξη των στοιχείων του χαρτοφυλακίου επενδύσεών της σε επιχείρηση που μπορεί να παρέχει υπηρεσίες θεματοφυλακής στην Ελλάδα.»
9. Οι παράγραφοι 5, 7 και 8 του άρθρου 5, η παράγραφος 3 του άρθρου 6 και η παράγραφος 4 του άρθρου 8 καταργούνται.
Άρθρο 3
Τροποποιήσεις του ν. 3371/2005
Ο ν. 3371/2005 (Α΄ 178) τροποποιείται ως εξής:
1. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 17 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Η ίδια πλειοψηφία απαιτείται και για τη λήψη απόφασης εταιρικού μετασχηματισμού (συγχώνευσης, διάσπασης ή μετατροπής), η οποία έχει ως αποτέλεσμα τη διαγραφή των μετοχών της εκδότριας εταιρίας από το χρηματιστήριο. Το προηγούμενο εδάφιο δεν εφαρμόζεται εάν, συνεπεία των εταιρικών μετασχηματισμών, οι μέτοχοι της απορροφώμενης, διασπώμενης ή μετατρεπόμενης εταιρίας λαμβάνουν εισηγμένες μετοχές σύμφωνα με τους όρους των ανωτέρω μετασχηματισμών.»
2. Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 30 αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) Νεοεκδιδόμενες κινητές αξίες, εφόσον οι όροι έκδοσης περιλαμβάνουν την υποχρέωση υποβολής αίτησης για εισαγωγή σε οργανωμένη αγορά και εφόσον η εισαγωγή αυτή οφείλει να πραγματοποιηθεί, το αργότερο εντός δύο ετών από την έκδοση.»
3. Η παράγραφος 6 του άρθρου 31 αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Η Α.Ε.Ε.Χ. δεν επιτρέπεται να αποκτά ποσοστό μεγαλύτερο του δέκα τοις εκατό (10%):
α) των μετοχών είτε με δικαίωμα ψήφου είτε χωρίς δικαίωμα ψήφου ενός εκδότη. Το ανωτέρω όριο δεν εφαρμόζεται όταν η τοποθέτηση της Α.Ε.Ε.Χ. δεν υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) της τρέχουσας αξίας του χαρτοφυλακίου της,
β) των ομολόγων ενός εκδότη. Το ανωτέρω όριο δεν εφαρμόζεται όταν η τοποθέτηση της Α.Ε.Ε.Χ. δεν υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) της τρέχουσας αξίας του χαρτοφυλακίου της,
γ) των μέσων χρηματαγοράς ενός εκδότη. Το ανωτέρω όριο δεν εφαρμόζεται όταν η τοποθέτηση της Α.Ε.Ε.Χ. δεν υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) της τρέχουσας αξίας του χαρτοφυλακίου της,
δ) των μεριδίων οργανισμού συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) ή άλλου οργανισμού συλλογικών επενδύσεων.
Τα ως άνω όρια μπορεί να μεταβάλλονται με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.»
Άρθρο 4
Τροποποιήσεις του ν. 3756/2009
Ο ν. 3756/2009 (Α΄ 53) τροποποιείται ως εξής:
1. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 1 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Ο διαχειριστής του ΣΑΤ ενεργεί ως Κεντρικό Αποθετήριο Αξιών, σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 5 του άρθρου 83 του ν. 3606/2007 (Α΄ 195) και κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στις επόμενες διατάξεις.»
2. Στην παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 3756/2009 οι περιπτώσεις ζ΄, η΄, θ΄και ι΄ αναριθμούνται σε η΄, θ΄, ι΄ και ια΄ αντίστοιχα, και προστίθεται νέα περίπτωση ζ΄, της, και ως εξής:
«ζ) οι διαδικασίες διακανονισμού συναλλαγών επί των άυλων κινητών αξιών ή και επί άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων του στοιχείου δ΄ του άρθρου 5 του ν.
3606/2007, βάσει των οποίων εκτελούνται οι παραδόσεις κινητών αξιών στο Σ.Α.Τ. ή και οι χρηματικοί διακανονισμοί σε σχέση με τις συναλλαγές αυτές».
3. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 4 προστίθενται εδάφια ως εξής :
«Ο εκδότης του πιστοποιητικού που αποκτά κυριότητα των παριστάμενων κινητών αξιών κατέχει τις κινητές αξίες υπό τους όρους που προβλέπονται στη σύμβαση.
Οι παριστάμενες κινητές αξίες δεν περιλαμβάνονται στον ισολογισμό του εκδότη των πιστοποιητικών, δεν αποτελούν μέρος της πτωχευτικής του περιουσίας και δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εναντίον του κατάσχεσης ή δέσμευσης, σε περίπτωση δε που κατασχεθούν παρά ταύτα μπορεί να ασκηθεί ανακοπή με ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 936 Κ.Πολ.Δ..»
4. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής :
«Ο διαχειριστής του Σ.Α.Τ. μπορεί να τηρεί στο όνομά του αλλά για λογαριασμό τρίτων δικαιούχων, σύμφωνα με το δίκαιο που διέπει τις αλλοδαπές κινητές αξίες, συγκεντρωτικό λογαριασμό στο αλλοδαπό μητρώο άυλων ή ακινητοποιημένων τίτλων, απευθείας ή μέσω πιστωτικού ιδρύματος ή επιχείρησης παροχής επενδυτικών υπηρεσιών που ενεργεί ως θεματοφύλακας. Οι κινητές αξίες που τηρούνται από τον διαχειριστή του Σ.Α.Τ. για λογαριασμό τρίτων αποχωρίζονται από την εταιρική περιουσία του διαχειριστή και δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εναντίον του κατάσχεσης ή δέσμευσης, σε περίπτωση δε που κατασχεθούν παρά ταύτα μπορεί να ασκηθεί ανακοπή με ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 936 Κ.Πολ.Δ.».
5. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής :
«Ο διαχειριστής του Σ.Α.Τ. μπορεί να συνάπτει συμφωνίες τήρησης κινητών αξιών σε λογιστική μορφή ή να δημιουργεί συνδέσμους με αλλοδαπά συστήματα ή μητρώα ή πιστωτικά ιδρύματα ή επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών που ενεργούν ως θεματοφύλακες, μετά από προηγούμενη γνωστοποίηση στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΠΑΡΟΧΗ ΠΙΣΤΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΚΙΝΗΤΩΝ ΑΞΙΩΝ
Άρθρο 5
Ορισμοί
Για τους σκοπούς των διατάξεων των άρθρων 5 έως 11 του παρόντος νόμου νοούνται ως:
α) «Κινητές αξίες»: οι κινητές αξίες των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 13 του άρθρου 2 του ν.3606/2007, μερίδια ή μετοχές Ο.Σ.Ε.Κ.Α. του ν. 4099/2012, καθώς και τα μερίδια Α.Κ.Ε.Σ. του ν. 2992/2002 που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή σε Πολυμελή Μηχανισμό Διαπραγμάτευσης (Π.Μ.Δ.).
β) «Οργανωμένη Αγορά»: οργανωμένη αγορά κράτους − μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τρίτου κράτους που διέπεται από ισοδύναμους κανόνες εποπτείας .
γ) «Πολυμερής Μηχανισμός Διαπραγμάτευσης»: Πολυμερής Μηχανισμός Διαπραγμάτευσης κράτους−μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
δ) «Χαρτοφυλάκιο Ασφαλείας»: το σύνολο της παρεχόμενης από επενδυτή ασφαλείας, αποτελούμενης από κινητές αξίες ή και μετρητά προς εξασφάλιση της εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παροχή πίστωσης από την ΑΕΠΕΥ ή το πιστωτικό ίδρυμα για την εξόφληση του τιμήματος αγοράς κινητών αξιών.
ε) «Περιθώριο»: η διαφορά μεταξύ της τρέχουσας αξίας των κινητών αξιών που περιέχονται στο χαρτοφυλάκιο ασφάλειας και του χρεωστικού υπολοίπου.
στ) «Αρχικό περιθώριο»: το ελάχιστο περιθώριο ως ποσοστό επί του χαρτοφυλακίου ασφαλείας, το οποίο θα πρέπει να υφίσταται προκειμένου να πραγματοποιηθεί συγκεκριμένη αγορά κινητών αξιών με πίστωση, συμπεριλαμβανομένης της αξίας της εν λόγω αγοράς.
ζ) «Διατηρητέο περιθώριο»: το ελάχιστο περιθώριο ως ποσοστό επί του χαρτοφυλακίου ασφαλείας, το οποίο πρέπει να υφίσταται οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια της πιστωτικής σύμβασης.
η) «Έλλειμμα Περιθωρίου»: το ποσό κατά το οποίο το περιθώριο υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί στο Αρχικό ή Διατηρητέο περιθώριο.
Άρθρο 6
Όροι για την παροχή πίστωσης
1. Ανώνυμη εταιρεία παροχής επενδυτικών υπηρεσιών (ΑΕΠΕΥ), η οποία έχει λάβει από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς άδεια λειτουργίας προκειμένου να παρέχει την παρεπόμενη υπηρεσία της περίπτωσης β΄ της παρ.
2 του άρθρου 4 του ν. 3606/2007, καθώς και πιστωτικό ίδρυμα μπορούν να παρέχουν πίστωση σε πελάτες τους για την αγορά κινητών αξιών, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 έως 13 του παρόντος νόμου .
2. Οι ΑΕΠΕΥ απαγορεύεται να παρέχουν κάθε άλλη πίστωση προς οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο για σκοπό άλλον από τον οριζόμενο στην παράγραφο 1.
3. Για την παροχή πίστωσης σε επενδυτή απαιτείται η σύναψη έγγραφης σύμβασης. Η σύμβαση και οι συμβατικοί τόκοι που απορρέουν από αυτή δεν υπόκεινται σε τέλος χαρτόσημου.
4. Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς κατόπιν γνώμης της Τράπεζας της Ελλάδος μπορεί να καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις για την παροχή πίστωσης από ΑΕΠΕΥ και ιδίως:
(α) το ελάχιστο διατηρητέο περιθώριο ως ποσοστό επί της τρέχουσας αξίας του χαρτοφυλακίου ασφαλείας,
(β) το ελάχιστο αρχικό περιθώριο που πρέπει να ισχύει σε κάθε περίπτωση,
(γ) οι περιορισμοί στη συμμετοχή των κατηγοριών κινητών αξιών που αποτελούν στο χαρτοφυλάκιο ασφαλείας,
(δ) ο τρόπος αποτίμησης του χαρτοφυλακίου ασφαλείας,
(ε) οι αποκλίσεις από τις περιπτώσεις α΄ έως δ΄ της παρούσας παραγράφου ανάλογα με τα χαρακτηριστικά, τον τύπο ή την κατηγορία των κινητών αξιών,
(στ) οι κατηγορίες κινητών αξιών που τυχόν δεν μπορεί να περιληφθούν στο χαρτοφυλάκιο ασφαλείας και
(ζ) κάθε άλλο θέμα ή αναγκαία λεπτομέρεια εν γένει που αφορά τη λειτουργία της παρεπόμενης υπηρεσίας της πίστωσης.
5. Με κοινή απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδας και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις της παραγράφου 4 που εφαρμόζονται για την παροχή πίστωσης από τα πιστωτικά ιδρύματα.
Άρθρο 7
Χαρτοφυλάκιο ασφαλείας
1. Το χαρτοφυλάκιο ασφαλείας αποτελείται από τις κινητές αξίες, οι οποίες αγοράζονται με πίστωση, μετρητά, και από άλλες κινητές αξίες, οι οποίες είναι καταχωρημένες ή παρακολουθούνται σε σύστημα καταχώρησης και παρακολούθησης τίτλων σε λογιστική μορφή που λειτουργεί στην Ελλάδα, τις οποίες παρέχει ο επενδυτής ως ασφάλεια για την οφειλή που γεννάται ύστερα από τη χορήγηση κάθε πίστωσης.
2. Για την εξασφάλιση της ομαλής εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παροχή πίστωσης προς επενδυτή, συστήνεται νόμιμο ενέχυρο υπέρ της ΑΕΠΕΥ ή του πιστωτικού ιδρύματος επί των κινητών αξιών ή των απαιτήσεων επί κινητών αξιών που περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιο ασφαλείας και διέπονται από το ελληνικό δίκαιο. Σε περίπτωση που οι κινητές αξίες που περιέχονται στο χαρτοφυλάκιο ασφαλείας διέπονται από αλλοδαπό δίκαιο, η ΑΕΠΕΥ ή το πιστωτικό ίδρυμα φέρει την ευθύνη διενέργειας ελέγχου καταλληλότητας (due diligence) επί των αξιών αυτών, με γνώμονα τη νόμιμη σύσταση εμπράγματης ασφάλειας επί αυτών και τη δυνατότητα άμεσης ρευστοποίησής τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του οικείου δικαίου.
Άρθρο 8
Αρχικό και διατηρητέο περιθώριο
1. Η κάλυψη αρχικού περιθωρίου πραγματοποιείται πριν την εκτέλεση της εντολής αγοράς με καταβολή μετρητών ή με ένταξη στο χαρτοφυλάκιο ασφαλείας κινητών αξιών, που δεν περιέχονται μέχρι τότε σε αυτό.
2. Σε περίπτωση που το περιθώριο καταστεί κατώτερο από το διατηρητέο περιθώριο, η ΑΕΠΕΥ ή το πιστωτικό ίδρυμα καλεί μέχρι την έναρξη της επόμενης συνεδρίασης τον επενδυτή να προβεί σε κάλυψη της διαφοράς το αργότερο μέχρι την επόμενη εργάσιμη ημέρα από την ενημέρωσή του.
3. Εάν ο επενδυτής δεν καλύψει εμπρόθεσμα το έλλειμμα του διατηρητέου περιθωρίου, η ΑΕΠΕΥ ή το πιστωτικό ίδρυμα, προκειμένου να αποκατασταθεί το διατηρητέο περιθώριο, προβαίνει το αργότερο μέχρι την επομένη εργάσιμη ημέρα από τη λήξη της προθεσμίας κάλυψης, σε απευθείας εκποίηση κινητών αξιών που είναι δεσμευμένες στο χαρτοφυλάκιο ασφαλείας.
Άρθρο 9
Εκποίηση κινητών αξιών
Προκειμένου για κινητές αξίες ή απαιτήσεις επί κινητών αξιών που διέπονται από το ελληνικό δίκαιο, οι κινητές αξίες εκποιούνται απευθείας από την ΑΕΠΕΥ ή το πιστωτικό ίδρυμα χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε άλλη διαδικασία ή προϋπόθεση κατά παρέκκλιση των άρθρων 1237 και 1239 του Αστικού Κώδικα και από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου. Προκειμένου για κινητές αξίες που διέπονται από αλλοδαπό δίκαιο η ΑΕΠΕΥ ή το πιστωτικό ίδρυμα μεριμνά για την εκποίησή τους κατά τις διατάξεις του οικείου δικαίου.
Άρθρο 10
Εξόφληση τιμήματος χωρίς πίστωση
1. Σε περίπτωση κατάρτισης συναλλαγής σε κινητές αξίες χωρίς να έχει συναφθεί σύμβαση πίστωσης μεταξύ ΑΕΠΕΥ ή πιστωτικού ιδρύματος και επενδυτή, ο επενδυτής εξοφλεί με μετρητά το τίμημα αυτής μέσα στην εκάστοτε προβλεπόμενη προθεσμία εκκαθάρισης και διακανονισμού των ανωτέρω συναλλαγών.
2. Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης εξόφλησης ολοκλήρου του τιμήματος εκ μέρους του επενδυτή μέσα στην ανωτέρω προβλεπόμενη προθεσμία και εφόσον δεν έχει συμφωνηθεί πίστωση σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, η ΑΕΠΕΥ ή το πιστωτικό ίδρυμα:
(α) προβαίνει, την επόμενη εργάσιμη ημέρα από τη λήξη της ανωτέρω προθεσμίας, σε απευθείας εκποίηση των κινητών αξιών για την αγορά των οποίων o επενδυτής δεν έχει καταβάλει το τίμημα,
(β) μέχρι την πλήρη εξόφληση του τιμήματος, δεν θα προβαίνει για λογαριασμό του επενδυτή σε οποιαδήποτε άλλη αγορά.
Με τις ανωτέρω διατάξεις δεν θίγεται η δυνατότητα της ΑΕΠΕΥ ή του πιστωτικού ιδρύματος να προβεί στην άσκηση οποιουδήποτε δικαιώματος προβλέπεται από τη νομοθεσία για την επιδίωξη είσπραξης των απαιτήσεών τους.
Άρθρο 11
Κυρώσεις
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αν παραβιαστούν διατάξεις των άρθρων 5 έως 10 του παρόντος νόμου, καθώς και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτών κανονιστικών αποφάσεων, επιβάλλει στον παραβάτη επίπληξη ή πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο του οφέλους που αποκόμισε ο παραβάτης και εάν το ανωτέρω ποσό δεν μπορεί να προσδιοριστεί, πρόστιμο από χίλια (1.000) ευρώ μέχρι πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ, το οποίο διπλασιάζεται σε περίπτωση καθ’ υποτροπή τέλεσης των ανωτέρω παραβάσεων. Αντίστοιχα, η Τράπεζα της Ελλάδος επιβάλλει τις ανωτέρω κυρώσεις σε πιστωτικά ιδρύματα που δεν είναι μέλη οργανωμένης αγοράς. Κατά την επιμέτρηση των κυρώσεων λαμβάνονται ενδεικτικά υπόψη η επίπτωση της παράβασης στην εύρυθμη λειτουργία της αγοράς, ο κίνδυνος πρόκλησης βλάβης στα συμφέροντα των επενδυτών, το ύψος της προκληθείσας ζημίας σε επενδυτές και της τυχόν αποκατάστασής της, η λήψη μέτρων από την εταιρία για τη συμμόρφωσή της στο μέλλον, ο βαθμός συνεργασίας με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή την Τράπεζα της Ελλάδος κατά το στάδιο διερεύνησης και ελέγχου, οι ανάγκες της ειδικής και γενικής πρόληψης και η τυχόν καθ’ υποτροπήν τέλεση παραβάσεων των διατάξεων των άρθρων 5 έως 10 του νόμου αυτού ή της λοιπής νομοθεσίας για την κεφαλαιαγορά.
Άρθρο 12
Μεταβατικές – Καταργούμενες διατάξεις
1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου οι διατάξεις των άρθρων 1 έως 6 του ν. 2843/2000 (Α΄ 219) καταργούνται, καθώς και κάθε άλλη διάταξη νόμου ή κανονιστικής πράξης που αντίκειται στις διατάξεις των άρθρων 5 έως 11 του παρόντος νόμου.
2. Τηρουμένης της παραγράφου 1, οι κανονιστικές αποφάσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ή της Τράπεζας της Ελλάδος που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση των άρθρων 1 έως 6 του ν. 2843/2000 εξακολουθούν να εφαρμόζονται μέχρι την κατάργησή τους από νέες κανονιστικές αποφάσεις.
3. Ως προς τις διατάξεις της νομοθεσίας περί κεφαλαιαγοράς που παραπέμπουν σε καταργούμενες, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, διατάξεις των άρθρων 1 έως και 6 του ν. 2843/2000, εφαρμόζονται οι αντίστοιχες, ως προς το περιεχόμενό τους, διατάξεις των άρθρων 5 έως 11 του παρόντος νόμου.
4. Οι διατάξεις που καταργούνται βάσει της παραγράφου 1 εξακολουθούν να εφαρμόζονται για πράξεις και παραλείψεις που έχουν τελεσθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ
Άρθρο 13
Τροποποιήσεις του ν. 3606/ 2007
Ο ν. 3606/2007 (Α΄ 195) τροποποιείται ως εξής:
1. Στο άρθρο 14 γίνονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις:
α. Οι λέξεις «επαγγελματικής επάρκειας» αντικαθίστανται με τη λέξη «καταλληλότητας».
β. Οι παράγραφοι 2, 3, 4, 5 αναριθμούνται σε 3, 4, 5, 6 αντίστοιχα.
γ. Στις παραγράφους 1, 4, 5, 6, όπως αναριθμήθηκαν ανωτέρω οι ενδοπαραπομπές στις παραγράφους 2, 3, και 4 αντικαθίστανται με παραπομπή στις παραγράφους 3, 4 και 5 αντίστοιχα.
δ. Προστίθεται νέα παράγραφος 2 ως εξής:
«2. Φυσικά πρόσωπα τα οποία έχουν υπαλληλική είτε οποιαδήποτε άλλη σχέση συνεργασίας με τις εταιρίες της παρ. 4 του άρθρου 7 του ν. 4099/2012, και τα οποία διαθέτουν μερίδια ή μετοχές ΟΣΕΚΑ ή και άλλων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, οφείλουν να διαθέτουν σχετικό πιστοποιητικό καταλληλότητας που χορηγείται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Εφόσον πρόκειται για υπαλλήλους και στελέχη πιστωτικών ιδρυμάτων ή ασφαλιστικών επιχειρήσεων, το πιστοποιητικό καταλληλότητας χορηγείται από την Τράπεζα της Ελλάδος.
Οι εξετάσεις για τη χορήγηση του πιστοποιητικού καταλληλότητας διενεργούνται με ευθύνη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ή από κοινού της Τράπεζας της Ελλάδος και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Η εξαίρεση από την υποχρέωση συμμετοχής σε εξετάσεις και η τυχόν ανάθεση της χορήγησης του πιστοποιητικού καταλληλότητας και σε άλλους φορείς, καθορίζονται με τις αποφάσεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.»
ε. Στο τελευταίο εδάφιο της αναριθμημένης παραγράφου 3 οι λέξεις «εξαίρεση από τη συμμετοχή» αντικαθίστανται με τις λέξεις «εξαίρεση από την υποχρέωση συμμετοχής».
στ. Οι αναριθμημένες παράγραφοι 5 και 6 αντικαθίστανται ως εξής:
« 5. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς καθορίζονται τα στοιχεία της παραγράφου 3 αναφορικά με το πιστοποιητικό καταλληλότητας που οφείλουν να διαθέτουν υπάλληλοι και στελέχη ΑΕΠΕΥ που είναι αρμόδιοι για την εκκαθάριση συναλλαγών επί χρηματοπιστωτικών μέσων.»
6. Με κοινή απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς καθορίζονται τα στοιχεία της παραγράφου 3 αναφορικά με το πιστοποιητικό καταλληλότητας που οφείλουν να διαθέτουν υπάλληλοι και στελέχη πιστωτικών ιδρυμάτων που είναι αρμόδια για την εκκαθάριση συναλλαγών επί χρηματοπιστωτικών μέσων.»
2. α. Η παράγραφος 1 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Το μετοχικό κεφάλαιο ΑΕΠΕΥ ανέρχεται τουλάχιστον σε επτακόσιες πενήντα χιλιάδες (750.000) ευρώ.»
β. Η παράγραφος 3 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Το μετοχικό κεφάλαιο ΑΕΠΕΥ, η οποία παρέχει μόνο την επενδυτική υπηρεσία της λήψης και διαβίβασης εντολών, παροχής συμβουλών ή διαχείρισης χαρτοφυλακίου, χωρίς να κατέχει σε κάθε περίπτωση κεφάλαια ή χρηματοπιστωτικά μέσα πελατών, ανέρχεται σε διακόσιες είκοσι πέντε χιλιάδες (225.000) ευρώ.»
γ. Στην παράγραφο 5 του άρθρου 10 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ύστερα από εισήγηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να μεταβάλλεται το ελάχιστο μετοχικό κεφάλαιο των εταιριών του παρόντος άρθρου. Στην περίπτωση αυτή για τις εταιρίες που λειτουργούν λαμβάνονται υπόψη τα ίδια κεφάλαιά τους».
3. Μετά το άρθρο 21 προστίθεται άρθρο 21Α ως εξής:
«Άρθρο 21Α
Μεταφορά συμβάσεων παροχής επενδυτικών υπηρεσιών
1. Πιστωτικό ίδρυμα ή ΑΕΠΕΥ που έχει αποφασίσει να παύσει να παρέχει συγκεκριμένες επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες, ως προς κάποια ή όλα τα χρηματοπιστωτικά μέσα, (μεταβιβάζουσα επιχείρηση) δύναται να μεταβιβάσει σε άλλο πιστωτικό ίδρυμα που είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα ή ΑΕΠΕΥ (ανάδοχος επιχείρηση), τις συμβάσεις παροχής επενδυτικών ή παρεπόμενων υπηρεσιών με πελάτες του, ως προς όλες ή κάποιες επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες επί κάποιων ή όλων των χρηματοπιστωτικών μέσων (μεταφορά υπηρεσιών). Με την ολοκλήρωση της μεταβίβασης των συμβάσεων του προηγούμενου εδαφίου οι εν λόγω επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες παρέχονται πλέον από την ανάδοχο επιχείρηση ως προς τους πελάτες και για τις υπηρεσίες και τα χρηματοπιστωτικά μέσα, που αφορά η μεταβίβαση, καθώς επίσης, εφόσον συντρέχει περίπτωση, μεταφέρονται και τα χαρτοφυλάκια (χρηματοπιστωτικά μέσα και μετρητά) που αντιστοιχούν στους πελάτες που αφορά η μεταφορά. Σε περίπτωση χρηματοπιστωτικών μέσων εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών, η μεταφορά τους διενεργείται με την αλλαγή του χειριστή λογαριασμού στο Σύστημα Άυλων Τίτλων (ΣΑΤ), σύμφωνα με τον Κανονισμό λειτουργίας του ΣΑΤ. Από την ημέρα μεταφοράς, που προσδιορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται από τη μεταβιβάζουσα επιχείρηση ενώ στην ανάδοχο επιχείρηση προβάλλονται αξιώσεις για απαιτήσεις που γεννήθηκαν μετά την ημέρα μεταφοράς.
2. Για τη μεταφορά της παραγράφου 1 τηρείται η εξής διαδικασία:
α. Με ευθύνη της αναδόχου και της μεταβιβάζουσας επιχείρησης, ενημερώνεται ο πελάτης, τον οποίο αφορά η μεταφορά, με τα μέσα του άρθρου 3 της απόφασης 1/452/1.11.2007 του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, για τη διενεργούμενη μεταφορά, τις επενδυτικές και παρεπόμενες υπηρεσίες που μεταφέρονται και τα χρηματοπιστωτικά μέσα επί των οποίων η ανάδοχος επιχείρηση θα παρέχει υπηρεσίες. Η ως άνω ενημέρωση περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστο: αα) τις πληροφορίες της παραγράφου 3 του άρθρου 25 και της παραγράφου 3 του άρθρου 27, όπως εξειδικεύονται από την απόφαση 1/452/1.11.2007 του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, εφόσον διαφοροποιούνται από την ανάδοχο επιχείρηση, πλην της περίπτωσης των οικονομικών όρων που δύναται να διαφοροποιηθούν μόνον εφόσον υπάρχει σχετική συμβατική πρόβλεψη στη μεταβιβαζόμενη σύμβαση, ββ) το δικαίωμα του πελάτη να αντιταχθεί στη μεταφορά, καθώς και τις συνέπειες της αντιρρήσεώς του, γγ) τον τρόπο και την προθεσμία άσκησης αυτού, καθώς και δδ) κάθε άλλη χρήσιμη πληροφορία προκειμένου οι πελάτες της μεταβιβάζουσας επιχείρησης να διαμορφώσουν τεκμηριωμένη γνώμη για τη μεταφορά. Στην ως άνω ενημέρωση αναφέρεται επίσης υποχρεωτικά και η ημερομηνία μεταφοράς, η οποία σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι προγενέστερη της καταληκτικής ημερομηνίας υποβολής αντιρρήσεων σύμφωνα με την περίπτωση β΄.
β. Εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την αποστολή της ενημέρωσης στους πελάτες κατά τα προβλεπόμενα στην περίπτωση α΄ κάθε πελάτης της μεταβιβάζουσας επιχείρησης μπορεί να προβάλλει αντιρρήσεις κατά της μεταφοράς. Η προβολή αντιρρήσεων συνεπάγεται τη μη μεταφορά της συμβατικής του σχέσης στην ανάδοχο επιχείρηση.
γ. Η μεταφορά ολοκληρώνεται με τη σύνταξη λεπτομερούς πρωτοκόλλου παράδοσης και παραλαβής των χαρτοφυλακίων των πελατών (χρηματοπιστωτικά μέσα και μετρητά) των οποίων οι συμβάσεις μεταβιβάζονται.
Το πρωτόκολλο αυτό υπογράφεται αρμοδίως από τη μεταβιβάζουσα και την ανάδοχο επιχείρηση και κοινοποιείται, κατά περίπτωση, στον διαχειριστή του Συστήματος ΄Αυλων Τίτλων για αλλαγή χειριστή στους λογαριασμούς των πελατών ή στα πιστωτικά ιδρύματα και λοιπούς θεματοφύλακες για μεταφορά των λογαριασμών των εν λόγω πελατών.
3. Η μεταφορά της παραγράφου 1 διενεργείται εφόσον πληρούνται οι κατωτέρω προϋποθέσεις:
α. Έχει τηρηθεί η διαδικασία της παραγράφου 2.
β. Η ανάδοχος επιχείρηση έχει την απαιτούμενη άδεια για την παροχή των μεταφερόμενων επενδυτικών ή παρεπόμενων υπηρεσιών επί των συγκεκριμένων χρηματοπιστωτικών μέσων που αφορά η μεταφορά.
γ. Ο πελάτης δεν έχει προβάλλει αντιρρήσεις για τη μεταφορά.
4. Η μεταφορά ολοκληρώνεται αυτόματα από την ημερομηνία μεταφοράς, όπως αυτή αναφέρεται στην ενημέρωση του πελάτη, χωρίς πρόσθετη υποχρέωση αναγγελίας. Τυχόν μεταβολή στο πρόσωπο της μεταβιβάζουσας επιχείρησης, λόγω επελεύσεως αποτελεσμάτων εταιρικού μετασχηματισμού, δεν επηρεάζει την ολοκλήρωση της μεταφοράς.
5. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται αναλογικά σε ΑΕΠΕΥ ή πιστωτικά ιδρύματα της παραγράφου 1 και στην περίπτωση απόσχισης κλάδου κατά τα προβλεπόμενα στο ν. 2166/1993 (Α΄137), το ν.δ.1297/1972 (Α΄ 217) και το ν. 2992/2002 (Α΄54).
6. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στις ΑΕΔΑΚ που παρέχουν τις υπηρεσίες της παρ.2 του άρθρου 12 του ν. 4099/2012, καθώς και στις ΑΕΕΔ.
7. Κάθε ειδικό ή τεχνικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου ρυθμίζεται με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.»
4. Η παράγραφος 4 του άρθρου 36 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Το μετοχικό κεφάλαιο των ΑΕΕΔ δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερο από εβδομήντα πέντε χιλιάδες (75.000) ευρώ. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν εισήγησης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, μπορεί να μεταβάλλεται το ποσό του προηγούμενου εδαφίου.»
5. Στην περίπτωση δ΄ της παρ.1 του άρθρου 39 του ν.3606/2007 η φράση «πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ»
αντικαθίσταται από τη φράση «τριάντα επτά χιλιάδων πεντακοσίων (37.500) ευρώ».
Άρθρο 14
Τροποποιήσεις του ν. 1969/1991
Στην περίπτωση α΄ της παρ. 1 του άρθρου 78 του ν. 1969/1991 (Α΄167) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να θεσπίζονται και να εξειδικεύονται τα τεχνικά μέτρα και οι λεπτομέρειες εφαρμογής της νομοθεσίας της κεφαλαιαγοράς, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες αρχές και συστάσεις που εκδίδει η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ΕΑΚΑΑ) στο πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου 16 του Κανονισμού 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010, «σχετικά με τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) (ΕΕ L 331)».»
Άρθρο 15
Τροποποίηση του ν. 3340/2005
Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 18 του ν.3340/2005 (Α΄112) οι λέξεις «ένα (1) έτος» αντικαθίστανται με τις λέξεις «πέντε (5) τουλάχιστον έτη».
Άρθρο 16
Τροποποίηση του ν. 3556/2007
Η παρ. 8 του άρθρου 21 του ν. 3556/2007 (Α΄ 91) καταργείται.
Άρθρο 17
Τροποποιήσεις του ν. 3461/2006 και ερμηνεία του ν. 3528/2007
1. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης β΄της παρ. 4 του άρθρου 9 του ν. 3461/2006 (Α΄ 106), όπως η περίπτωση αυτή αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 41 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66), αντικαθίσταται ως εξής:
«(β) από την υψηλότερη τιμή στην οποία το υπόχρεο πρόσωπο ή κάποιο από τα πρόσωπα που ενεργούν για λογαριασμό του ή συντονισμένα με αυτό απέκτησε κατά τους δώδεκα (12) μήνες που προηγούνται της ημερομηνίας κατά την οποία ο προτείνων κατέστη υπόχρεος να υποβάλει δημόσια πρόταση, κινητές αξίες που αποτελούν αντικείμενο της δημόσιας πρότασης.»
2. Στο άρθρο 9 του ν. 3461/2006 προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
«5. Σε περίπτωση υποβολής δημόσιας πρότασης με αντάλλαγμα κινητές αξίες που είναι εισηγμένες και διαπραγματεύονται σε οργανωμένη αγορά, το αντάλλαγμα (σχέση ανταλλαγής) θεωρείται ως δίκαιο και εύλογο, εφόσον ληφθούν υπόψη οι εξής τιμές για την υπό εξαγορά εταιρεία και την εταιρεία της οποίας οι κινητές αξίες προσφέρονται ως αντάλλαγμα:
(α) Για την τιμή κινητής αξίας της υπό εξαγορά εταιρίας λαμβάνεται υπόψη η υψηλότερη τιμή μεταξύ: (αα) της μέσης χρηματιστηριακής τιμής της κινητής αξίας που αποτελεί αντικείμενο της δημόσιας πρότασης κατά τους έξι (6) μήνες που προηγούνται της ημερομηνίας υποβολής της δημόσιας πρότασης και, (ββ) της τιμής στην οποία ο προτείνων ή κάποιο από τα πρόσωπα που ενεργούν για λογαριασμό του ή συντονισμένα με αυτόν, απέκτησε κινητές αξίες της υπό εξαγορά εταιρείας κατά τους δώδεκα (12) μήνες που προηγούνται της ημερομηνίας υποβολής της δημόσιας πρότασης.
(β) Για την τιμή κινητής αξίας της εταιρείας, της οποίας οι κινητές αξίες προσφέρονται ως αντάλλαγμα λαμβάνεται υπόψη η μέση χρηματιστηριακή τιμή της κινητής αξίας που προσφέρεται ως αντάλλαγμα κατά τους έξι (6) μήνες που προηγούνται της ημερομηνίας υποβολής της δημόσιας πρότασης.»
3. Οι διατάξεις του άρθρου 9 του ν. 3461/2006, όπως τροποποιούνται και συμπληρώνονται με τις διατάξεις των προηγουμένων παραγράφων 1 και 2, δεν εφαρμόζονται σε δημόσιες προτάσεις που έχουν ανακοινωθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3461/2006 πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
4. Το άρθρο 30 του ν. 3461/2006, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 30 του ν. 3556/2007 (Α΄ 91), καταργείται.
5. α. Κατά την αληθή έννοια του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 86 του ν. 3528/2007, η προβλεπόμενη στη διάταξη αυτή προθεσμία του ενός (1) μηνός είναι ενδεικτική.
β. Πράξεις, εισηγήσεις και άλλα έγγραφα που έχουν υπογραφεί από τους αναπληρωτές προϊσταμένους κατ’εφαρμογή της ως άνω διάταξης, καθώς και επιδόματα ευθύνης που έχουν καταβληθεί σε αυτούς μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, θεωρούνται ότι έχουν υπογραφεί και έχουν καταβληθεί νομίμως.
Άρθρο 18
Κυρώσεις σύμφωνα με το άρθρο 41 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 236/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Μαρτίου 2012 για τις ανοικτές πωλήσεις και ορισμένες πτυχές των συμβολαίων ανταλλαγής πιστωτικής αθέτησης
1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ως αρμόδια Αρχή για τους σκοπούς του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 236/2012 (Ε.Ε.L 86), επιβάλλει σε όποιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο παραβιάζει τις διατάξεις του Κανονισμού αυτού, των κατ’ εξουσιοδότησή του κανονισμών και των εκτελεστικών κανονισμών για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων, πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο του οφέλους που αποκόμισε ο παραβάτης και εάν το ανωτέρω ποσό δεν μπορεί να προσδιορισθεί, πρόστιμο ύψους από χίλια (1.000) ευρώ μέχρι ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ. Κατά την επιμέτρηση των κυρώσεων λαμβάνονται ενδεικτικά υπόψη η επίπτωση της παράβασης στην εύρυθμη λειτουργία της αγοράς, ο κίνδυνος πρόκλησης βλάβης στα συμφέροντα των επενδυτών, το ύψος της προκληθείσας ζημίας σε επενδυτές και της τυχόν αποκατάστασής της, η λήψη μέτρων για την αποτροπή της παράβασης στο μέλλον, ο βαθμός συνεργασίας με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατά το στάδιο διερεύνησης και ελέγχου, οι ανάγκες της ειδικής και γενικής πρόληψης και η τυχόν καθ’ υποτροπήν τέλεση παραβάσεων του νόμου αυτού ή της λοιπής νομοθεσίας για την κεφαλαιαγορά.
2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιβάλει πρόστιμο μέχρι εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ σε περίπτωση μη συνεργασίας σε έρευνα που καλύπτεται από τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 236/2012. Για την επιμέτρηση του προστίμου εφαρμόζεται το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1.
3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ανακοινώνει δημόσια οποιαδήποτε μέτρα ή κυρώσεις επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 236/2012, των κατ’ εξουσιοδότησή του κανονισμών και των εκτελεστικών κανονισμών για τον καθορισμό εκτελεστικών τεχνικών προτύπων, εκτός εάν η ανακοίνωση αυτή διαταράσσει σοβαρά τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
Άρθρο 19
Τροποποιήσεις του ν. 2778/1999
Τα άρθρα 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28 και 30 του Κεφαλαίου Β΄ του ν. 2778/1999 (Α΄ 295) αντικαθίστανται ως εξής :
«ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΕΤΑΙΡΙΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΣΕ ΑΚΙΝΗΤΗ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ
Άρθρο 21
Σκοπός και σύσταση της εταιρίας
1. Η εταιρία επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία (ΑΕΕΑΠ) είναι ανώνυμη εταιρία με αποκλειστικό σκοπό την απόκτηση και διαχείριση ακίνητης περιουσίας, δικαιώματος αγοράς ακινήτου δια προσυμφώνου και γενικώς τη διενέργεια επενδύσεων κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 22.
2. Το μετοχικό κεφάλαιο της ΑΕΕΑΠ έχει ελάχιστο ύψος είκοσι πέντε εκατομμύρια (25.000.000) ευρώ που εισφέρονται ολοσχερώς κατά τη σύστασή της. Το ύψος του ποσού αυτού μπορεί να μεταβάλλεται με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας συγκροτείται από εισφορές μετρητών, μέσων χρηματαγοράς, κινητών αξιών των περιπτώσεων δ΄, ε΄ και στ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 22 και ακινήτων, κατά την έννοια των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 22 του παρόντος νόμου, καθώς και άλλων κινητών ή ακινήτων, τα οποία εξυπηρετούν τις λειτουργικές ανάγκες της εταιρίας. Η εισφορά κατά τη σύσταση της εταιρίας άλλων από μετρητά στοιχείων δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει ως προς την αξία τους τα όρια που τίθενται από τον παρόντα νόμο για τις επενδύσεις της ΑΕΕΑΠ. Η αποτίμηση των εισφορών σε είδος διενεργείται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 9 του κ.ν. 2190/1920, ενώ, ως προς τα μέσα χρηματαγοράς και τις κινητές αξίες της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 22, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 4099/2012 (Α΄250).
3. Για να εκδοθεί άδεια σύστασης της εταιρίας επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία απαιτείται να έχει χορηγηθεί προηγουμένως από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς άδεια λειτουργίας της, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Αντίστοιχη άδεια απαιτείται και για τη μετατροπή υφιστάμενης εταιρίας σε ΑΕΕΑΠ. Η AEEΑΠ διέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου και συμπληρωματικώς από τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.
Για τη χορήγηση από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς της άδειας λειτουργίας εκτιμώνται η οργάνωση, τα τεχνικά και οικονομικά μέσα της εταιρίας, η αξιοπιστία και η πείρα των προσώπων που πρόκειται να τη διοικήσουν, ιδίως στον τομέα των επενδύσεων σε ακίνητα, η καταλληλότητα των ιδρυτών για τη διασφάλιση της χρηστής διαχείρισης της εταιρίας και η ύπαρξη κανόνων εταιρικής διακυβέρνησης κατά τις διατάξεις του άρθρου 24. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται με απόφασή της να εξειδικεύει τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία, καθώς και κάθε τεχνικό θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας σε ΑΕΕΑΠ.
4. Η εταιρία υποβάλλει, με την αίτηση για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, λεπτομερή περιγραφή της επενδυτικής πολιτικής και των χρήσεων ακινήτων, στα οποία η εταιρία θα επενδύει τα διαθέσιμά της, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων της αγοράς, στα οποία βασίζεται η στρατηγική της και των μέσων που αυτή προτίθεται να χρησιμοποιήσει για την επίτευξη των αναπτυξιακών της στόχων.
5. Για κάθε τροποποίηση του καταστατικού της, όπως και για κάθε αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου, απαιτείται προηγούμενη άδεια της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
6. Πριν από την είσοδο των μετοχών της ΑΕΕΑΠ σε οργανωμένη αγορά, πρόσωπο που επιθυμεί να αποκτήσει μετοχές ΑΕΕΑΠ ή δικαιώματα ψήφου που συνδέονται με αυτές, έτσι ώστε η συμμετοχή του στο μετοχικό κεφάλαιο ή στα δικαιώματα ψήφου της εταιρίας, άμεσα ή έμμεσα, να υπερβαίνει τα όρια των 10%, 20%, 33,3%, 50% και 66,6%, υποχρεούται να ανακοινώσει, τουλάχιστον ένα μήνα νωρίτερα, την πρόθεσή του αυτή στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και να της παράσχει κάθε απαραίτητο στοιχείο για να κρίνει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς την καταλληλότητά του για τη διασφάλιση της χρηστής διοίκησης και διαχείρισης της ΑΕΕΑΠ. Ως έμμεση συμμετοχή νοείται η απόκτηση ή η άσκηση δικαιωμάτων ψήφου κατά την έννοια του άρθρου 10 του ν.3556/2007. Κτήση μετοχών ΑΕEΑΠ ή δικαιωμάτων ψήφου που συνδέονται με αυτές στην περίπτωση του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου επιτρέπεται μόνον κατόπιν αδείας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
7. Κάθε δημοσίευση, κατά την έννοια του άρθρου 7β του κ.ν. 2190/1920, που αφορά σε τροποποίηση του καταστατικού ή σε αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου γνωστοποιείται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
8. Η εταιρία υποχρεούται να αναγράφει κάτω από την εταιρική επωνυμία τον αριθμό της άδειας λειτουργίας της.
9. Οι μετοχές των εταιριών είναι υποχρεωτικά ονομαστικές.
10. Απαγορεύεται η εταιρία να εκδίδει ιδρυτικούς τίτλους.
Άρθρο 22
Επενδύσεις σε ακίνητη περιουσία
1. Τα διαθέσιμα της ΑΕΕΑΠ επενδύονται αποκλειστικά σε:
α) Ακίνητη περιουσία, κατά την έννοια των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου, σε ποσοστό τουλάχιστον 80% του ενεργητικού της.
β) Καταθέσεις και μέσα χρηματαγοράς κατά την έννοια της παρ. 14 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007.
γ) Κινητές αξίες των περιπτώσεων δ΄, ε΄ και στ΄ της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.
δ) Άλλα κινητά και ακίνητα που εξυπηρετούν λειτουργικές ανάγκες της ΑΕΕΑΠ, τα οποία δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν σωρευτικά, κατά την απόκτησή τους, το δέκα τοις εκατό (10%) του ενεργητικού της.
Η ΑΕΕΑΠ δύναται να τηρεί τα διαθέσιμά της σε καταθέσεις και μέσα χρηματαγοράς ως μορφή τοποθέτησης για εύλογο χρόνο έως τη διενέργεια των επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία, τηρουμένης της διατάξεως της παραγράφου 1 του άρθρου 23.
2. Ως ακίνητη περιουσία, στην οποία μπορεί να επενδύει η ΑΕΕΑΠ, νοούνται τα κάθε είδους ακίνητα που ευρίσκονται στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος−μέλος της ΕΕ και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου ή σε τρίτο κράτος σύμφωνα με την περίπτωση γ΄, αποκτώνται κατά πλήρη ή ψιλή κυριότητα ή επί των οποίων συστήνεται επικαρπία υπέρ της εταιρίας και τα οποία εμπίπτουν σε μία τουλάχιστον από τις παρακάτω περιπτώσεις:
α) Μπορούν να χρησιμοποιηθούν: αα) ως επαγγελματική στέγη, για εμπορικό ή βιομηχανικό σκοπό, συμπεριλαμβανομένων ενδεικτικώς των ξενοδοχειακών εγκαταστάσεων, της τουριστικής κατοικίας και των μαρίνων ελλιμενισμού ή και ββ) ως κατοικίες με σκοπό την εκμετάλλευσή τους, συμπεριλαμβανομένης της εξοχικής κατοικίας, μόνα τους ή από κοινού με άλλα ακίνητα. Το σύνολο των επενδύσεων της εταιρίας σε ακίνητα οικιστικού σκοπού, κατά το χρόνο κτήσεως, πρέπει να είναι κατώτερο του 25% του συνόλου των επενδύσεών της.
β) Είναι υπό ανέγερση, συμπεριλαμβανομένων των οικοπέδων επί των οποίων έχει εκδοθεί άδεια οικοδομής ακινήτου, αποπεράτωση, επισκευή, αναπαλαίωση, συντήρηση, μεταβολή χρήσης και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τους σκοπούς που αναγράφονται ανωτέρω στην περίπτωση α΄, σύμφωνα με αναλυτικό πρόγραμμα που καταρτίζεται με ευθύνη του διοικητικού συμβουλίου της εταιρίας, ειδικά προς αυτόν το σκοπό και που κοινοποιείται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και, επιπλέον, οι ανωτέρω εργασίες είναι δυνατόν να ολοκληρωθούν εντός τριάντα έξι (36) μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της οικοδομικής άδειας, εφόσον η άδεια εκδοθεί από την ΑΕΕΑΠ μετά την απόκτηση του ακινήτου από αυτή. Αν η άδεια προϋπήρχε, το χρονικό διάστημα των τριάντα έξι μηνών ισχύει από την ημερομηνία απόκτησης του ακινήτου από την ΑΕΕΑΠ.
Σε περίπτωση αναθεώρησης της άδειας, το ανωτέρω διάστημα παρατείνεται έως τη λήξη ισχύος της αναθεώρησης. Σε περίπτωση που το έργο προβλέπεται να ολοκληρωθεί σε διαδοχικές φάσεις λόγω του μεγέθους του, το ανωτέρω διάστημα θα αφορά στην πρώτη φάση του έργου. Τα έξοδα των ανωτέρω εργασιών για τα ακίνητα της κατηγορίας αυτής δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν, στο σύνολό τους, το σαράντα τοις εκατό (40%) επί του συνόλου των επενδύσεων της εταιρίας σε ακίνητη περιουσία, όπως αυτή θα έχει διαμορφωθεί μετά την ολοκλήρωση των εργασιών. Το πρόγραμμα του πρώτου εδαφίου αναφέρει το χρονικό διάστημα εντός του οποίου προβλέπεται να ολοκληρωθούν οι ανωτέρω εργασίες και αναλυτική πρόβλεψη των εξόδων που συνδέονται με αυτές.
γ) Ευρίσκονται σε τρίτα, εκτός Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, κράτη και είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν άμεσα για κάποιον από τους σκοπούς που αναγράφονται στην περίπτωση α΄, εφόσον, στο σύνολό τους, δεν υπερβαίνουν σε αξία το είκοσι τοις εκατό (20%) του συνόλου των επενδύσεων της εταιρίας σε ακίνητα.
3. Η ΑΕΕΑΠ δύναται, επίσης, να επενδύει σε:
α) δικαιώματα από χρηματοδοτική μίσθωση ακινήτων των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 2 είτε με απευθείας κατάρτιση από την εταιρία σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης ακινήτων είτε με εκχώρηση σε αυτήν προϋφιστάμενης σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης ακινήτων που έχει συνάψει τρίτος, ή και
β) δικαιώματα επιφανείας της παρ. 1 του άρθρου 18 του ν. 3986/2011, όπως εκάστοτε ισχύει, καθώς και μακροχρόνιες παραχωρήσεις χρήσης ή εμπορικής εκμετάλλευσης ακινήτων των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου όπως, ενδεικτικά, εκτάσεων για ανέγερση ξενοδοχειακών και εν γένει τουριστικού ενδιαφέροντος εγκαταστάσεων, μαρίνων ελλιμενισμού, εκτάσεων δυναμένων να υπαχθούν σε προνομιακό ή ιδιαίτερο καθεστώς δόμησης και οικιστικής ανάπτυξης, εκτάσεων ιδιαίτερου φυσικού κάλλους των οποίων η αξιοποίηση είναι επιτρεπτή υπό ιδιαίτερους όρους, ή και
γ) απαιτήσεις προς απόκτηση ακίνητης περιουσίας κατά την έννοια των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 2 βάσει προσυμφώνων, υπό την προϋπόθεση ότι έχει συμβατικώς διασφαλισθεί το μέγιστο τίμημά τους, η προκαταβολή τιμήματος, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει το είκοσι τοις εκατό (20%) του τιμήματος, η ποινική ρήτρα του πωλητή, η οποία δεν μπορεί να υπολείπεται του εκατόν πενήντα τοις εκατό (150%) της προκαταβολής, και αα) προκειμένου περί ακινήτων της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2, ο χρόνος αποπεράτωσής τους και η χρησιμοποίησή τους για τους εκεί οριζόμενους σκοπούς το αργότερο εντός έξι (6) μηνών από την απόκτησή τους, ββ) προκειμένου δε περί ακινήτων της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2, ο χρόνος μεταβίβασής τους και ο χρόνος έναρξης των εργασιών, που δεν μπορεί να απέχει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του εξαμήνου από την κατάρτιση του προσυμφώνου, βάσει του αναλυτικού προγράμματος εργασιών, που ετοιμάζεται κατά το χρόνο συντάξεως του προσυμφώνου, ή και
δ) τουλάχιστον ογδόντα τοις εκατό (80%) των μετοχών ανώνυμης εταιρίας με αποκλειστικό σκοπό την εκμετάλλευση ακινήτων, το σύνολο του παγίου κεφαλαίου της οποίας είναι επενδεδυμένο σε ακίνητα των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 22 του παρόντος νόμου, ή εταιρίας χαρτοφυλακίου, ή και
ε) τουλάχιστον ογδόντα τοις εκατό (80%) των μετοχών εταιρίας συμμετοχών, που επενδύει αποκλειστικώς σε εταιρίες της περίπτωσης δ΄, ή και
στ) τουλάχιστον είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) των μετοχών εταιρίας με την οποία η ΑΕΕΑΠ συνδέεται με σχέση μητρικής και θυγατρικής κατά την έννοια της παρ. 5 του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920, εφόσον: αα) σκοπός της θυγατρικής εταιρίας είναι η απόκτηση, διαχείριση και εκμετάλλευση ακινήτων, περιλαμβανομένης της διενέργειας επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία κατά την έννοια του άρθρου 22, και ββ) σκοπός της συμμετοχής της ΑΕΕΑΠ στο κεφάλαιο της θυγατρικής της είναι η εφαρμογή κοινής επιχειρηματικής στρατηγικής ή στρατηγικών για την ανάπτυξη ακινήτου ή ενότητας ακινήτων ελάχιστης αξίας τουλάχιστον δέκα εκατομμυρίων (10.000.000) ευρώ, σύμφωνα με αναλυτικό πρόγραμμα που καταρτίζεται με ευθύνη του διοικητικού συμβουλίου της θυγατρικής εταιρίας, εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο της ΑΕΕΑΠ και κοινοποιείται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Το εν λόγω αναλυτικό πρόγραμμα, μαζί με έκθεση προόδου αυτού, εγκρίνεται ετησίως από το διοικητικό συμβούλιο της θυγατρικής, και η σχετική έκθεση προόδου τίθεται υπόψη του διοικητικού συμβουλίου της ΑΕΕΑΠ, που τοποθετείται σχετικώς και αξιολογεί την πρόοδο του προγράμματος. Η σχετική έκθεση αξιολόγησης του ΔΣ της ΑΕΕΑΠ υποβάλλεται από την ΑΕΕΑΠ στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
4. Με την επιφύλαξη του αμέσως επόμενου εδαφίου, η αξία του συνόλου των ακινήτων της ΑΕΕΑΠ, επί των οποίων αυτή δεν έχει πλήρη κυριότητα, πρέπει να είναι κατώτερη του είκοσι τοις εκατό (20%), κατά το χρόνο κτήσεως, του συνόλου των επενδύσεων της ΑΕΕΑΠ. Σε περίπτωση απόκτησης από την ΑΕΕΑΠ δικαιωμάτων από χρηματοδοτική μίσθωση ακινήτων, κατά την έννοια της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 3, η αξία του συνόλου αυτών των δικαιωμάτων πρέπει να είναι κατώτερη, κατά το χρόνο κτήσεως, του είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του συνόλου των επενδύσεων της ΑΕΕΑΠ.
5. Η αξία κάθε ακινήτου κατά την έννοια της παραγράφου 2 και των περιπτώσεων α΄ έως γ΄ της παραγράφου 3, το οποίο περιλαμβάνεται στις επενδύσεις της εταιρίας, πρέπει να είναι κατώτερη, κατά το χρόνο της απόκτησης ή της ολοκλήρωσης των εργασιών, βάσει του σχετικώς καταρτιζομένου προγράμματος, του είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) της αξίας του συνόλου των επενδύσεών της. Προκειμένου για επενδύσεις σε μετοχές θυγατρικών εταιριών, κατά την έννοια της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 3, ο ανωτέρω περιορισμός ισχύει ως προς την αξία του κάθε ακινήτου που αποκτά η θυγατρική. Η επένδυση της ΑΕΕΑΠ σε εταιρία της περίπτωσης ε΄ της παραγράφου 3 πρέπει να είναι κατώτερη σε αξία ποσοστού είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του συνόλου των επενδύσεων της ΑΕΕΑΠ.
6. Τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων 8 και 9 του παρόντος άρθρου, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζονται ο τρόπος και τα μέσα αποτίμησης της αξίας των επενδύσεων σε ακίνητα και ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο θέμα για την αποτίμηση της αξίας των επενδύσεων σε ακίνητα. Με όμοια απόφαση που εκδίδεται κατόπιν εισήγησης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δύναται να διευκρινίζονται θέματα ένταξης ακινήτων στις κατηγορίες του παρόντος άρθρου.
7. Η αποτίμηση της αξίας των επενδύσεων της ΑΕΕΑΠ διενεργείται στο τέλος κάθε εταιρικής χρήσης, από νόμιμο ελεγκτή, ο οποίος δεσμεύεται από την ειδική τακτική έκθεση που συντάσσεται κάθε φορά για το σκοπό αυτό, από ανεξάρτητο εκτιμητή. Ο εκτιμητής του προηγούμενου εδαφίου ορίζεται από τη γενική συνέλευση της ΑΕΕΑΠ, μαζί με το νόμιμο ελεγκτή της εταιρίας.
8. Η κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 2 και τις περιπτώσεις α΄ έως γ΄ της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου επένδυση των διαθεσίμων της ΑΕΕΑΠ σε ακίνητα ή σε δικαίωμα επί ακινήτου, καθώς και η επένδυση σε ακίνητα από εταιρίες των περιπτώσεων δ΄ και στ΄ της παραγράφου 3, προϋποθέτει προηγούμενη εκτίμηση της αξίας τους από τον ανεξάρτητο εκτιμητή της προηγούμενης παραγράφου. Ο εκτιμητής διενεργεί εκτίμηση της αξίας του ακινήτου ή των ανωτέρω μετοχών πριν από την απόκτησή τους από την εταιρία. Προκειμένου περί απαιτήσεων εκ προσυμφώνων της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 3, η αποτίμηση των ακινήτων, στα οποία αφορούν οι απαιτήσεις αυτές, πραγματοποιείται πριν από την οριστική μεταβίβασή τους στην ΑΕΕΑΠ.
Κατά την αποτίμηση λαμβάνεται υπόψη κάθε γεγονός, το οποίο μέχρι την ημερομηνία ένταξής της, κατά τα οριζόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, ακίνητης περιουσίας στις επενδύσεις της ΑΕΕΑΠ μπορεί να επηρεάσει την αξία της συγκεκριμένης ακίνητης περιουσίας. Η αποτίμηση αυτή είναι δεσμευτική.
Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται και στη μεταβίβαση στοιχείων της ακίνητης περιουσίας, τα οποία έχουν ενταχθεί στις επενδύσεις της ΑΕΕΑΠ.
Το τίμημα που καταβάλλεται ή εισπράττεται από την ΑΕΕΑΠ για την απόκτηση ή την εκποίηση της ακίνητης περιουσίας ή του δικαιώματος επί ακινήτου ή των ανωτέρω μετοχών επιτρέπεται να είναι υψηλότερο ή χαμηλότερο, αντιστοίχως, μέχρι πέντε τοις εκατό (5%) από την αξία τους, όπως αυτή έχει προσδιοριστεί από τον εκτιμητή.
9. Η αποτίμηση της αξίας των κινητών και ακινήτων που αποκτά η ΑΕΕΑΠ για την εξυπηρέτηση των λειτουργικών της αναγκών, κάθε φορά που απαιτείται τέτοια αποτίμηση, γίνεται με βάση τις σχετικές διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.
10. Δεν επιτρέπεται η μεταβίβαση των μετοχών θυγατρικής εταιρίας που κατέχει η ΑΕΕΑΠ ή ακινήτου, στο οποίο αυτή έχει επενδύσει διαθέσιμά της, πριν από την πάροδο δώδεκα (12) μηνών από την απόκτησή τους, εξαιρουμένων των ακινήτων της υποπερίπτωσης ββ΄της περίπτωσης α΄ και της περίπτωσης β΄της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.
11. Η μη τήρηση όρου του παρόντος άρθρου, σχετικά με την απόκτηση ή τη μεταβίβαση ακινήτου από ΑΕΕΑΠ δεν συνεπάγεται την ακυρότητα των δικαιοπραξιών αυτών.
12. Τα ακίνητα στα οποία επενδύει η ΑΕΕΑΠ, άμεσα ή έμμεσα, μέσω θυγατρικών της, ασφαλίζονται υποχρεωτικά. Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς καθορίζεται το ελάχιστο περιεχόμενο των ασφαλιστικών συμβολαίων.
13. Με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δύναται να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
Άρθρο 23
Εισαγωγή των μετοχών της εταιρίας σε οργανωμένη αγορά
1. Η ΑΕΕΑΠ εισάγει υποχρεωτικά τις μετοχές της σε οργανωμένη αγορά κατά την έννοια της παρ. 10 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007 εντός δύο (2) ετών από τη σύστασή της. Κατά το χρόνο της εισαγωγής, το μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας πρέπει να έχει επενδυθεί σε ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) σε ακίνητη περιουσία. Σε περίπτωση μετατροπής εταιρίας σε ΑΕΕΑΠ, η υποχρεωτική εισαγωγή των μετοχών της σε οργανωμένη αγορά, κατά τα ανωτέρω, πρέπει να πραγματοποιείται μέσα σε διάστημα δύο (2) ετών από την ολοκλήρωση της διαδικασίας μετατροπής.
2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί, ύστερα από αίτηση της εταιρίας, να παρατείνει την προθεσμία της παραγράφου 1 για διάστημα που δεν μπορεί να υπερβεί τους είκοσι τέσσερις (24) μήνες από την ημερομηνία λήξης αυτής σε περίπτωση ανωτέρας βίας ή αν κρίνει ότι οι συνθήκες της αγοράς θέτουν σε κίνδυνο την επίτευξη της εισαγωγής των μετοχών της εταιρίας στην οργανωμένη αγορά. Για ΑΕΕΑΠ που υφίστανται κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου η προθεσμία της παραγράφου 1 ισχύει από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Παράταση που είχε χορηγηθεί κατά τις προϊσχύσασες διατάξεις εξακολουθεί ισχύουσα για χρονικό διάστημα δώδεκα (12) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
3. Εάν η εταιρία δεν έχει επιτύχει την εισαγωγή των μετοχών της σε οργανωμένη αγορά εντός των προθεσμιών των παραγράφων 1 και 2, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ανακαλεί την άδεια λειτουργίας της και η εταιρία τίθεται υπό εκκαθάριση.
4. Σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας λειτουργίας της ΑΕΕΑΠ ανακαλούνται τα προβλεπόμενα για αυτήν φορολογικά οφέλη, καθώς και οποιεσδήποτε άλλες ευνοϊκές για αυτήν φορολογικές ρυθμίσεις που θεσπίζονται σε άλλους νόμους. ΑΕΕΑΠ που υφίστανται κατά τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου εξαιρούνται της ανακλήσεως που προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο για το μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου χρονικό διάστημα.
Άρθρο 24
Θεματοφύλακας − Κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης
1. Οι επενδύσεις της εταιρίας σε κινητές αξίες των περιπτώσεων δ΄, ε΄ και στ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 22 κατατίθενται προς φύλαξη σε πιστωτικό ίδρυμα που είναι εγκατεστημένο και λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα.
2. Ο θεματοφύλακας μπορεί να αναθέτει τη φύλαξη κινητών αξιών σε άλλα πρόσωπα, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην παρ. 3 του άρθρου 33 του ν. 3371/2005.
3. Ο θεματοφύλακας ευθύνεται έναντι της εταιρίας και των μετόχων της για κάθε πταίσμα κατά την ενάσκηση των καθηκόντων του.
4. Οι κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης που ισχύουν για τις εταιρίες, των οποίων κινητές αξίες αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά, εφαρμόζονται αναλόγως και στις ΑΕΕΑΠ από τη σύστασή τους.
5. Από τη σύστασή της, η ΑΕΕΑΠ καταρτίζει τις οικονομικές καταστάσεις της με βάση τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ).
6. ΑΕΕΑΠ που υφίστανται κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και των οποίων οι μετοχές δεν έχουν εισαχθεί ακόμη σε οργανωμένη αγορά, υποχρεούνται να συμμορφωθούν με τις διατάξεις της παραγράφου 4 εντός τριμήνου από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και με τις διατάξεις της παραγράφου 5 εντός εξαμήνου από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.
Άρθρο 25
Εξαμηνιαία κατάσταση επενδύσεων
1. Η ΑΕΕΑΠ δημοσιεύει στο τέλος κάθε ημερολογιακού εξαμήνου εξαμηνιαία κατάσταση επενδύσεων των διαθεσίμων της, με χωριστή αναφορά στις κατηγορίες επενδύσεων. Η πρώτη κατάσταση επενδύσεων επιτρέπεται να καλύπτει περίοδο μεγαλύτερη του εξαμήνου, ώστε η ημερομηνία της να συμπέσει με το πέρας ημερολογιακού εξαμήνου, χωρίς όμως αυτή η περίοδος να μπορεί να υπερβεί το έτος. Η κατάσταση περιλαμβάνει την περιγραφή κάθε ακινήτου, το σκοπό για τον οποίο προορίζεται να χρησιμοποιηθεί, την εμπορική του αξία, σε σχέση με την αντικειμενική, εφόσον έχει οριστεί αυτή, καθώς και οποιοδήποτε άλλο στοιχείο κρίνεται χρήσιμο για να επιτρέψει την αξιολόγηση των επενδύσεων της εταιρίας. Ως προς τα δικαιώματα επικαρπίας ή ψιλής κυριότητας ακινήτων, καθώς και δικαιώματα από χρηματοδοτική μίσθωση ακινήτου, η εξαμηνιαία κατάσταση επενδύσεων περιέχει υποχρεωτικά περιγραφή του δικαιώματος, την πραγματική αξία του, σε σχέση με την πραγματική και την αντικειμενική αξία του ακινήτου στο οποίο αναφέρεται, καθώς και οποιοδήποτε άλλο χρήσιμο στοιχείο για την αξιολόγηση των συγκεκριμένων επενδύσεων. Η αξία των στοιχείων του ενεργητικού της εταιρίας προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 6 έως και 9 του άρθρου 22 του παρόντος νόμου.
2. Η εξαμηνιαία κατάσταση επενδύσεων βασίζεται σε έκθεση ανεξάρτητου εκτιμητή και ελέγχεται από νόμιμο ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο του ν. 3693/2008. Υποβάλλεται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και αναρτάται στην ιστοσελίδα της εταιρίας και της αγοράς, στην οποία αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης οι μετοχές της ή μόνο στην ιστοσελίδα της εταιρίας αν δεν έχει διενεργηθεί η εισαγωγή των μετοχών της σε αγορά.
3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί με απόφασή της να ορίσει το ειδικότερο περιεχόμενο της εξαμηνιαίας κατάστασης επενδύσεων της εταιρίας επενδύσεων σε ακίνητη περιουσία.
Άρθρο 26
Δάνεια, πιστώσεις και εγγυήσεις
1. Επιτρέπεται η σύναψη δανείων από την ΑΕΕΑΠ και η παροχή πιστώσεων σε αυτή, για ποσά τα οποία, στο σύνολό τους, δεν θα υπερβαίνουν το εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του ενεργητικού της. Τα δάνεια συνάπτονται και οι πιστώσεις παρέχονται από πιστωτικό ίδρυμα. Τα δάνεια αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν και οι πιστώσεις μπορούν να δοθούν τόσο για την απόκτηση όσο και για την αξιοποίηση ακινήτων στα οποία επενδύονται ή έχουν επενδυθεί τα διαθέσιμα της εταιρίας ή των εταιριών της περίπτωσης δ΄της παραγράφου 3 του άρθρου 22. Το σύνολο των δανείων που λαμβάνονται για την αποπεράτωση ακινήτων της εταιρίας ή των εταιριών της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 22 δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το ποσοστό που αναγράφεται στο πρόγραμμα της περίπτωσης β΄της παραγράφου 2 του άρθρου 22. Στο ύψος του επιτρεπόμενου δανεισμού συμπεριλαμβάνονται και τα δικαιώματα από χρηματοδοτική μίσθωση ακινήτων της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 22.
2. Για την εξασφάλιση των δανείων και πιστώσεων της προηγούμενης παραγράφου επιτρέπεται να συνιστώνται βάρη επί των κινητών ή ακινήτων της εταιρίας.
3. Η ΑΕΕΑΠ μπορεί να συνάπτει δάνεια με πιστωτικό ίδρυμα για την απόκτηση ακινήτων που θα χρησιμοποιήσει για τις λειτουργικές της ανάγκες, εφόσον το ύψος των δανείων, στο σύνολό τους, δεν υπερβαίνει το δέκα τοις εκατό (10%) της αξίας του συνόλου των ιδίων κεφαλαίων της εταιρίας μειουμένων κατά το συνολικό ποσό των επενδύσεων της εταιρίας σε ακίνητα. Τα ποσά των δανείων αυτών δεν συνυπολογίζονται στο ποσοστό της παραγράφου 1. Με τους ίδιους όρους και για τον ίδιο σκοπό μπορεί να παρασχεθεί πίστωση στην ΑΕΕΑΠ.
4. Για την εξασφάλιση των δανείων και πιστώσεων της παραγράφου 3 επιτρέπεται να συνιστώνται βάρη επί του ακινήτου που αποκτά η εταιρία, για τους σκοπούς που ορίζονται στην ανωτέρω παράγραφο.
Άρθρο 27
Διανομή κερδών
1. Η ΑΕΕΑΠ υποχρεούται να διανέμει ετησίως στους μετόχους της τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50%) των ετήσιων καθαρών προς διανομή κερδών της. Τα κέρδη που σχετίζονται με την υπεραξία από την πώληση ακινήτων δεν συμπεριλαμβάνονται στη διανομή. Επιτρέπεται η διανομή χαμηλότερου ποσοστού, έως των ορίων του κ.ν. 2190/1920, ή η μη διανομή μερίσματος από την εταιρία με απόφαση της γενικής συνέλευσης εφόσον το καταστατικό της περιέχει σχετική πρόβλεψη είτε προς σχηματισμό έκτακτου αφορολόγητου αποθεματικού από λοιπά έσοδα εκτός από κέρδη κεφαλαίου είτε προς δωρεάν διανομή μετοχών προς τους μετόχους, με αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.
2. Με απόφαση της γενικής συνέλευσης δύναται να σχηματιστεί τακτικό αποθεματικό, σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.
3. Εφόσον στο τέλος μίας εταιρικής χρήσης προκύψει ζημία από την αποτίμηση των κινητών αξιών της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 22, για την κάλυψη της ζημίας, επιτρέπεται ο σχηματισμός πρόβλεψης μέχρι και το σύνολο της ζημίας.
Άρθρο 28
Απαγόρευση μεταβίβασης ακινήτων της ΑΕΕΑΠ σε συγκεκριμένα πρόσωπα
1. Απαγορεύεται η μεταβίβαση ακινήτων, τα οποία η ΑΕΕΑΠ κατέχει άμεσα ή έμμεσα, μέσω θυγατρικών της, σε μετόχους της ΑΕΕΑΠ που κατέχουν, άμεσα ή έμμεσα, μέσω συνδεδεμένων προσώπων κατά την έννοια της παρ. 5 του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920 ή μέσω προσώπων που ελέγχονται από αυτά, κατά την έννοια της περίπτωσης γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 3556/2007, ποσοστό τουλάχιστον 5% του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕΕΑΠ, σε μέλη του διοικητικού συμβουλίου, γενικούς διευθυντές ή διευθυντές της, συζύγους και συγγενείς τους μέχρι και τρίτου βαθμού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, καθώς και σε ελεγχόμενα από αυτούς, κατά την ανωτέρω έννοια, νομικά πρόσωπα. Η μεταβίβαση ακινήτων από την ΑΕΕΑΠ σε μετόχους που κατέχουν, άμεσα ή έμμεσα, κατά την ανωτέρω έννοια, ποσοστό μικρότερο του 5% του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕΕΑΠ επιτρέπεται μετά από ειδική άδεια της Γενικής Συνέλευσης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 23Α του κ.ν. 2190/1920.
2. Η απαγόρευση της προηγουμένης παραγράφου δεν ισχύει για τη μεταβίβαση ακινήτων στις εταιρίες των περιπτώσεων δ΄ και στ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 22. Μεταβίβαση ακινήτων σε άλλες συνδεδεμένες με την ΑΕΕΑΠ εταιρίες επιτρέπεται μόνον κατόπιν προηγούμενης άδειας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η οποία παρέχεται εφόσον η μεταβίβαση γίνεται με όρους αγοράς και είναι επωφελής για την ΑΕΕΑΠ. Οι ειδικότεροι όροι εφαρμογής της παρούσας παραγράφου μπορεί να εξειδικεύονται με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
3. Μετά την ολοκλήρωση της εισαγωγής προς διαπραγμάτευση των μετοχών της ΑΕΕΑΠ σε οργανωμένη αγορά, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23 του παρόντος νόμου, απαγορεύεται περαιτέρω η μεταβίβαση προς την ΑΕΕΑΠ ακινήτων που ανήκουν σε: α) μετόχους της ΑΕΕΑΠ που κατέχουν, άμεσα ή έμμεσα, μέσω συνδεδεμένων προσώπων κατά την έννοια της παρ. 5 του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920 ή μέσω προσώπων που ελέγχονται από αυτά, κατά την έννοια της περίπτωσης γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3556/2007, ποσοστό τουλάχιστον 5% του μετοχικού κεφαλαίου της ΑΕΕΑΠ, και β) σε μέλη του διοικητικού συμβουλίου της, γενικούς διευθυντές ή διευθυντές της, συζύγους και συγγενείς τους μέχρι και τρίτου βαθμού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, καθώς και σε ελεγχόμενα από αυτούς, κατά την ανωτέρω έννοια, νομικά πρόσωπα. Η απαγόρευση δεν καταλαμβάνει την εισφορά ακινήτων στην ΑΕΑΑΠ κατά το στάδιο σύστασης ή μεταγενέστερης αύξησης μετοχικού κεφαλαίου.
Άρθρο 30
Εποπτεία − Κυρώσεις
1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είναι αρμόδια για την εποπτεία και τον έλεγχο της εφαρμογής του παρόντος νόμου και των κανονιστικών αποφάσεων λειτουργίας των ΑΕΕΑΠ που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή του.
2. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της παραγράφου 1, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να διενεργεί ελέγχους και να αναθέτει σε νόμιμους ελεγκτές ή ελεγκτικά γραφεία τη διενέργεια εκτάκτων ελέγχων.
3. Οι ΑΕΕΑΠ και οι θυγατρικές τους υποχρεούνται να θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και των εντεταλμένων οργάνων της τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για τη διενέργεια του ελέγχου. Τα εντεταλμένα όργανα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς κατά περίπτωση μπορούν:
α) να έχουν πρόσβαση σε οποιοδήποτε έγγραφο υπό οποιαδήποτε μορφή και να λαμβάνουν αντίγραφό του και
β) να ζητούν πληροφορίες από οποιοδήποτε πρόσωπο και, εφόσον είναι απαραίτητο, να καλούν και να λαμβάνουν μαρτυρικές καταθέσεις από οποιοδήποτε πρόσωπο εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων των παραγράφων 9 έως 13 του άρθρου 22 του ν. 3340/2005.
4. Αν παραβιαστούν οι διατάξεις του παρόντος νόμου ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή του, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιβάλλει σε ΑΕΕΑΠ επίπληξη ή πρόστιμο ύψους από χίλια (1.000) ευρώ έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ. Για την επιλογή της κύρωσης και κατά την επιμέτρηση του προστίμου λαμβάνονται ενδεικτικώς υπόψη το μέγεθος και η σημασία της παράβασης, ο κίνδυνος πρόκλησης βλάβης στα συμφέροντα των επενδυτών, το ύψος της ζημίας που προκλήθηκε σε επενδυτές και της τυχόν αποκατάστασής της, η λήψη μέτρων από την εταιρία για τη συμμόρφωσή της στο μέλλον, ο βαθμός υπαιτιότητας της εταιρίας, ο βαθμός συνεργασίας με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατά το στάδιο διερεύνησης και ελέγχου, οι ανάγκες της γενικής και ειδικής πρόληψης και η τυχόν καθ’ υποτροπήν τέλεση παραβάσεων του παρόντος νόμου ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή του.
5. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιβάλλει σε μέλη του διοικητικού συμβουλίου, σε μετόχους και σε διευθυντικά στελέχη της ΑΕΕΑΠ και των θυγατρικών των περιπτώσεων δ΄ και ε΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 22 του παρόντος νόμου, που παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ΄ εξουσιοδότησή του, επίπληξη ή πρόστιμο ύψους από πεντακόσια (500) ευρώ μέχρι διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ. Εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 6, το πρόστιμο μπορεί να ανέρχεται μέχρι του ποσού των εξακοσίων χιλιάδων (600.000) ευρώ.
Για την επιλογή της κύρωσης και κατά την επιμέτρηση του προστίμου εφαρμόζεται το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4.
6. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιβάλλει πρόστιμο ύψους μέχρι τετρακοσίων χιλιάδων (400.000) ευρώ σε πρόσωπα τα οποία, εν γνώσει τους, προβαίνουν σε ψευδείς δηλώσεις ή ανακοινώσεις προς το κοινό σχετικά με τα οικονομικά στοιχεία ΑΕΕΑΠ και των θυγατρικών τους, συμπεριλαμβανομένων των επενδύσεων και αποδόσεών της, με σκοπό να προσελκύσουν σε αυτήν επενδυτές.
7. Όποιος εν γνώσει του προβαίνει σε ψευδείς δηλώσεις ή ανακοινώσεις προς το κοινό σχετικά με τα οικονομικά στοιχεία ΑΕΕΑΠ και των θυγατρικών τους, συμπεριλαμβανομένων των επενδύσεων και αποδόσεών της, με σκοπό να προσελκύσει σε αυτήν επενδυτές παραπλανώντας τους, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών και χρηματική ποινή από πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ μέχρι τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ.
8. Οι διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε δηλώσεις ή ανακοινώσεις που λαμβάνουν χώρα μέχρι την εισαγωγή των μετοχών της ΑΕΕΑΠ σε οργανωμένη αγορά.
9. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιβάλλει πρόστιμο μέχρι τριακόσιες χιλιάδες ( 300.000) ευρώ σε όποιον δεν συνεργάζεται σε έλεγχο − έρευνα που διενεργείται στην ΑΕΕΑΠ.
10. Επιτρέπεται η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να δημοσιοποιεί οποιαδήποτε μέτρα ή κυρώσεις επιβάλλει σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος νόμου ή των αποφάσεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή του, εκτός εάν η δημοσιοποίηση ενδέχεται να διαταράξει σοβαρά τις χρηματοπιστωτικές αγορές, να είναι επιζήμια για τα συμφέροντα των επενδυτών ή να προκαλέσει δυσανάλογη ζημία στα εμπλεκόμενα μέρη.
11. Οι διατάξεις των άρθρων 37 και 38 του ν. 3371/2005 εφαρμόζονται και στις ΑΕΕΑΠ.
12. Οι κανονιστικές αποφάσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς που εκδόθηκαν κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 2 του άρθρου 21, της παραγράφου 11 του άρθρου 22 και της παραγράφου 3 του άρθρου 25, εξακολουθούν να ισχύουν έως την αντικατάστασή τους από νέες.»
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε΄
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Άρθρο 20
Ενσωμάτωση του άρθρου 4 της Οδηγίας 2008/08/ΕΚ
1. Η παράγραφος 12 του άρθρου 14, του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ο οποίος κυρώθηκε με το ν.2859/2000 (Α΄ 248), όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«12. Μίσθωση μεταφορικών μέσων
i. Ο τόπος βραχυχρόνιας μίσθωσης μεταφορικού μέσου:
α) Είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον το μεταφορικό μέσο τίθεται πράγματι στη διάθεση του πελάτη στο εσωτερικό της χώρας.
β) Δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον το μεταφορικό μέσο τίθεται πράγματι στη διάθεση του πελάτη εκτός του εσωτερικού της χώρας.
ii. Ο τόπος μίσθωσης, εκτός από τη βραχυχρόνια μίσθωση, μεταφορικού μέσου σε μη υποκείμενο στο φόρο:
α) Είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον ο μη υποκείμενος στο φόρο λήπτης είναι εγκατεστημένος ή έχει τη μόνιμη κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του στο εσωτερικό της χώρας.
β) Δεν είναι το εσωτερικό της χώρας, εφόσον ο μη υποκείμενος στο φόρο λήπτης δεν είναι εγκατεστημένος ή δεν έχει τη μόνιμη κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του στο εσωτερικό της χώρας.
Κατά παρέκκλιση του προηγούμενου εδαφίου, στην περίπτωση σκάφους αναψυχής που μισθώνεται σε μη υποκείμενο στο φόρο, εκτός από τη βραχυχρόνια μίσθωση, ο τόπος μίσθωσης:
α) Είναι το εσωτερικό της χώρας στην περίπτωση που το σκάφος τίθεται πράγματι στη διάθεση του λήπτη στο εσωτερικό της χώρας και η υπηρεσία παρέχεται πράγματι από την έδρα ή μια μόνιμη εγκατάσταση του παρέχοντος στο εσωτερικό της χώρας.
β) Δεν είναι το εσωτερικό της χώρας στην περίπτωση που το σκάφος τίθεται πράγματι στη διάθεση του λήπτη εκτός του εσωτερικού της χώρας και η υπηρεσία παρέχεται πράγματι από την έδρα ή μια μόνιμη εγκατάσταση του παρέχοντος στον ίδιο τόπο της διάθεσης του σκάφους.»
2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 ισχύουν από 1.1.2013.
3. H παράγραφος 4 του άρθρου 13 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000, Α΄ 248) καταργείται.
Άρθρο 21
Ενσωμάτωση του άρθρου 1 της Οδηγίας 2010/45/ΕΕ
1. Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 7 του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ο οποίος κυρώθηκε με το ν. 2859/2000 (Α΄ 248), αντικαθίσταται ως εξής:
«γ) παροχή υπηρεσιών στον υποκείμενο στο φόρο, που έχουν ως αντικείμενο πραγματογνωμοσύνες ή εργασίες, οι οποίες αφορούν αυτό το αγαθό και πραγματοποιούνται υλικώς στο κράτος – μέλος άφιξης της αποστολής ή της μεταφοράς του αγαθού, εφόσον μετά την εκτέλεση των εργασιών τα αγαθά επαναποστέλλονται στον ίδιο υποκείμενο στο φόρο στο εσωτερικό της χώρας,».
2. Η περίπτωση δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 16 του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, ο οποίος κυρώθηκε με το ν. 2859/2000, αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) κατά το χρόνο είσπραξης της προκαταβολής που πραγματοποιείται πριν την ολοκλήρωση της παροχής των υπηρεσιών οι οποίες φορολογούνται στον τόπο εγκατάστασης του λήπτη, σύμφωνα με την περίπτωση α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 14.»
3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 ισχύουν από 1ης Ιανουαρίου 2013.
Άρθρο 22
Ρυθμίσεις σχετικά με την αγορά παιγνίων
1. H παράγραφος 6 του άρθρου 16, το τρίτο εδάφιο της περίπτωσης α΄ και η περίπτωση ιβ΄ του άρθρου 17 και το άρθρο 22 του ν. 3229/2004 (Α΄ 38) καταργούνται.
2.α. Το άρθρο 25 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180) τροποποιείται ως εξής:
Η περίπτωση β΄ αντικαθίσταται ως εξής:
«β) «Τυχερά παίγνια»: Προκειμένου ένα παίγνιο να χαρακτηριστεί ως τυχερό πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
αα. Να υφίσταται, έστω και εν μέρει, επιρροή της τύχης στο αποτέλεσμα του παιγνίου.
ββ. Να υφίσταται οικονομική διακινδύνευση (wager ή bet), που ως τέτοια νοείται η επιλογή του παίκτη να αναλάβει τον κίνδυνο επένδυσης στο αποτέλεσμα του παιγνίου, οποιουδήποτε χρηματικού ποσού ή άλλου περιουσιακού στοιχείου, ανεξάρτητα από το ύψος της αξίας του στοιχείου αυτού, προκειμένου να επιδιώξει άμεσα ή έμμεσα οικονομικό όφελος από το αποτέλεσμα διεξαγωγής του παιγνίου. Για την εφαρμογή του παρόντος ορισμού, στην έννοια της οικονομικής διακινδύνευσης περιλαμβάνεται και η συμμετοχή σε διεξαγωγή τυχερού παιγνίου που παρέχεται δωρεάν (bonus, free bets κ.λπ.) και συνδέεται με οικονομική διακινδύνευση χρηματικού ποσού ή άλλου περιουσιακού στοιχείου, η οποία προηγήθηκε ή/και ακολουθεί. Στην κατηγορία των τυχερών παιγνίων εντάσσονται και όλα όσα έχουν χαρακτηριστεί ως «μικτά παίγνια» ή «τυχερά παίγνια», σύμφωνα με τις διατάξεις του β.δ. 29/1971, μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου. Τυχερό παίγνιο είναι και το στοίχημα.»
β. Η περίπτωση γ΄ αντικαθίσταται ως εξής:
«γ) «Στοίχημα»: το τυχερό παίγνιο που συνίσταται σε πρόβλεψη, από τους συμμετέχοντες, της εξέλιξης ή/και της τελικής έκβασης κάθε είδους γεγονότων. Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων καθορίζονται τα είδη του στοιχήματος».
3. Στο άρθρο 26 του ν. 4002/2011 προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:
«3. Διαδικασίες, το αποτέλεσμα των οποίων εξαρτάται από την τύχη ή από την τεχνική και πνευματική ικανότητα, χωρίς όμως οι συμμετέχοντες να έχουν προς τούτο οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση περιουσιακή επιβάρυνση, ανεξάρτητα αν είναι πιθανό να αποκτήσουν από τη συμμετοχή τους αυτή περιουσιακό όφελος, δεν χαρακτηρίζονται, για τις ανάγκες του νόμου αυτού, ως τυχερά παίγνια.»
4. Το άρθρο 28 του ν. 4002/2011 τροποποιείται ως εξής:
α. Στο τέλος του τελευταίου εδαφίου της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 3 η φράση «του άρθρου 5» αντικαθίσταται από τη φράση «του άρθρου 29».
β. Στην υποπερίπτωση αα΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 3 οι λέξεις «τεχνικών –ψυχαγωγικών παιγνίων,» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ηλεκτρονικών τεχνικών – ψυχαγωγικών παιγνίων,».
γ. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 3 αναδιατυπώνεται ως εξής:
«β) Τη διενέργεια των απαιτούμενων ελέγχων στα πρόσωπα που αιτούνται άδειες διεξαγωγής παιγνίων ή/ και συμμετέχουν σε διαγωνισμούς χορήγησης τέτοιων αδειών ή παραχώρησης δικαιωμάτων διεξαγωγής παιγνίων, καθώς και στους κατόχους αδειών και πιστοποιήσεων, ώστε να διαπιστώνεται η εφαρμογή των κειμένων διατάξεων, των διατάξεων του Κανονισμού Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων και των όρων των αδειών και πιστοποιήσεων. Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων ορίζονται οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα πρόσωπα που αιτούνται άδειες διεξαγωγής παιγνίων ή/και συμμετέχουν σε διαγωνισμούς χορήγησης τέτοιων αδειών ή παραχώρησης δικαιωμάτων διεξαγωγής παιγνίων, οι κάτοχοι αδειών και πιστοποιήσεων, καθώς και η μορφή, ο τρόπος, η διαδικασία και τα όργανα διεξαγωγής των κάθε είδους ελέγχων».
δ. Στο τέλος της παραγράφου 7 του άρθρου 28 προστίθενται περιπτώσεις δ΄ και ε΄ ως εξής:
«δ. Πόροι που προέρχονται από προγράμματα της Ε.Ε., διεθνών οργανισμών και από λοιπά προγράμματα χρηματοδότησης το αντικείμενο των οποίων είναι σχετικό με τις αρμοδιότητες, τις δραστηριότητες και τις υποδομές της Ε.Ε.Ε.Π..
ε. Κάθε άλλο νόμιμο έσοδο.
Η καταβολή των πόρων πραγματοποιείται απευθείας από τους υπόχρεους προς την Ε.Ε.Ε.Π.. H διαδικασία και ο χρόνος καταβολής και είσπραξης, οι προσαυξήσεις σε περίπτωση καθυστέρησης της καταβολής, η διαδικασία βεβαίωσης και αναγκαστικής είσπραξης, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεων Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.), καθώς και κάθε συναφές θέμα, ορίζονται στον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.»
5. Το άρθρο 29 του ν. 4002/2011 τροποποιείται ως εξής:
α. Η περίπτωση α΄ της παραγράφου 3 αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Οι προϋποθέσεις πιστοποίησης και εγγραφής στα οικεία μητρώα των κατασκευαστών και των εισαγωγέων τυχερών παιγνίων και παιγνιομηχανημάτων, όπως και των τεχνικών όλων των παιγνίων και παιγνιομηχανημάτων, καθώς και ο τρόπος τήρησης των μητρώων αυτών».
β. Η περίπτωση ιβ΄ της παραγράφου 3 αντικαθίσταται ως εξής:
«ιβ) Ο προσδιορισμός πανελλαδικά των ωρών λειτουργίας των καταστημάτων, των ελαχίστων αποστάσεων μεταξύ των πιστοποιημένων καταστημάτων και αναλόγως του τύπου της πιστοποίησης, από την κύρια είσοδο σχολείων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και οικοτροφείων, η ελάχιστη επιφάνεια των χώρων διεξαγωγής τυχερών παιγνίων, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»
6. Το άρθρο 30 του ν. 4002/2011 τροποποιείται ως εξής:
α. Στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 η λέξη «λογισμική» αντικαθίσταται από τη λέξη «ηλεκτρονική».
β. Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Οι κάτοχοι της άδειας οφείλουν να διασφαλίζουν ανά πάσα στιγμή ότι κάθε παιγνιομηχάνημα ή διαδικτυακός τόπος βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με το Π.Σ.Ε.Ε., ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχος και η εποπτεία του σε πραγματικό χρόνο. Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων της Ε.Ε.Ε.Π. καθορίζονται οι ελάχιστες απαιτούμενες λειτουργικές και επιχειρησιακές δυνατότητες των Κ.Π.Σ. και του δικτύου επικοινωνιών, οι διαδικασίες εγκατάστασης, παραμετροποίησης, λειτουργίας και αναβάθμισής τους, καθώς και το επίπεδο πρόσβασης των κατόχων αδειών στα δεδομένα που συλλέγονται.
Κάθε σύστημα παρακολούθησης και ελέγχου παιγνιομηχανημάτων πρέπει να διαθέτει πλήρη λογισμική και φυσική ασφάλεια, ώστε να εξασφαλίζονται πλήρως: α) η πρόσβαση από την Ε.Ε.Ε.Π. σε όλα τα πληροφορικά προγράμματα, στα αποθηκευμένα αρχεία και στοιχεία και γενικότερα σε όλες τις λειτουργικότητες (functionalities) του συστήματος αυτού, και β) η ακεραιότητα, αξιοπιστία, ακρίβεια και πιστότητα των αποθηκευμένων στα αρχεία στοιχείων και όλων των αντλούμενων στοιχείων που αποστέλλονται στο Π.Σ.Ε.Ε.. Η πλήρης και ολοκληρωμένη τεχνική υποδομή διεξαγωγής τυχερών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα ή μέσω του διαδικτύου, που συνδέονται μέσω Κεντρικών Πληροφορικών Συστημάτων με το Π.Σ.Ε.Ε., είναι συνεχής υποχρέωση, καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της άδειας, η οποία πραγματοποιείται με ευθύνη, δαπάνες και μέριμνα των κατόχων της άδειας, σύμφωνα με τις προβλέψεις του νόμου. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης επιβάλλεται πρόστιμο ή/και ανάκληση της αδείας από την Ε.Ε.Ε.Π., σύμφωνα με το άρθρο 51 του παρόντος νόμου.
Μέχρι την εγκατάσταση και λειτουργία του Π.Σ.Ε.Ε. από την Ε.Ε.Ε.Π., οι κάτοχοι αδείας υποχρεούνται να παρέχουν στην Ε.Ε.Ε.Π. τη δυνατότητα απομακρυσμένης πλήρους πρόσβασης στα Κεντρικά Πληροφοριακά Συστήματά τους. Με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π. προσδιορίζονται ειδικότερα οι λεπτομέρειες του τρόπου πρόσβασής της στα Κεντρικά Πληροφοριακά Συστήματα των κατόχων αδειών, έτσι ώστε να εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος νόμου.»
7. Στο τέλος της παρ. 5 του άρθρου 32 του ν. 4002/2011, μετά τη φράση «τυχερά παίγνια» προστίθεται η φράση «με την επιφύλαξη των διατάξεων του Κανονισμού Διεξαγωγής και Έλεγχου Παιγνίων όσον αφορά τις καθοριζόμενες από αυτόν διαδικασίες ελέγχου».
8. Η παρ. 4 του άρθρου 33 του ν. 4002/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«Για τη συμμετοχή σε τυχερά παίγνια που διεξάγονται με παιγνιομηχανήματα ή μέσω διαδικτύου απαιτείται η έκδοση και η χρήση μοναδικής ατομικής κάρτας για κάθε παίκτη, ώστε να διασφαλίζονται πρόσθετοι περιορισμοί που θέτει ο ίδιος ο παίκτης ή/και η Ε.Ε.Ε.Π..
Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Έλεγχου Παιγνίων η απαίτηση χρήσης μοναδικής ατομικής κάρτας για κάθε παίκτη μπορεί να επεκτείνεται και στα υπόλοιπα τυχερά παίγνια που διεξάγονται στην Ελληνική Επικράτεια.»
9. Από το τρίτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 39 του ν. 4002/2011 διαγράφεται η φράση «και δύνανται να εγκαθιστούν τα παιγνιομηχανήματα σε αδειοδοτημένους χώρους τρίτων».
10. Το άρθρο 42 του ν. 4002/2011 τροποποιείται ως εξής:
α. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1, μετά τις λέξεις «όσων εκμεταλλεύονται παίγνια με παιγνιομηχανήματα,» προστίθεται οι λέξεις «ή, προκειμένου για τεχνικά−ψυχαγωγικά παίγνια που διεξάγονται σε μικτούς χώρους, όσων ασκούν την κύρια δραστηριότητα στους χώρους αυτούς».
β. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2, μετά από τις λέξεις « ενώ των» προστίθεται η λέξη «τυχερών».
γ. Η περίπτωση β΄ της παραγράφου 2 αντικαθίσταται ως εξής:
«β) «Μικτός χώρος» διεξαγωγής τεχνικών−ψυχαγωγικών παιγνίων με παιγνιομηχανήματα είναι κατάστημα ή χώρος, στον οποίο ασκείται νόμιμα άλλη εμπορική κύρια δραστηριότητα, και επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, η εγκατάσταση και λειτουργία παιγνιομηχανημάτων για τη διεξαγωγή αποκλειστικά τεχνικών – ψυχαγωγικών παιγνίων».
δ. Η περίπτωση δ΄ της παρ. 5 του άρθρου 42 του ν. 4002/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«δ. Στις όψεις του καταστήματος διεξαγωγής τυχερών παιγνίων, καθώς και εντός αυτού, απαγορεύεται η εγκατάσταση μηχανών αυτόματης ανάληψης μετρητών (ΑΤΜ).»
11. Το δεύτερο και το τρίτο εδάφιο της περίπτωσης α΄ του άρθρου 43 του ν. 4002/2011 καταργούνται.
12. Το άρθρο 43 του ν. 4002/2011 τροποποιείται ως εξής:
α. Στην περίπτωση δ΄, μετά τις λέξεις «πλόες εσωτερικού» προστίθενται οι λέξεις «ή εξωτερικού».
β. Η περίπτωση ε΄ αντικαθίσταται ως εξής:
«ε) Για την εγκατάσταση παιγνιομηχανημάτων τυχερών παιγνίων, που πραγματοποιείται μόνο σε αμιγείς χώρους, στα υπό ελληνική σημαία θαλασσοπλοούντα πλοία, που διενεργούν πλόες εξωτερικού, απαιτείται η έκδοση πιστοποίησης τύπου Ε΄, που εκδίδεται από την Ε.Ε.Ε.Π., όπως ορίζεται στον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.»
13. Στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 44 του ν. 4002/2011 η λέξη «ψηφιακό» διαγράφεται.
14. Οι διατάξεις του άρθρου 51 του ν. 4002/2011 εφαρμόζονται σε κάθε παίγνιο τη διεξαγωγή του οποίου αδειοδοτεί ή/και ελέγχει η Ε.Ε.Ε.Π..
15. Στην παρ. 6 του άρθρου 52 του ν. 4002/2011 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Με τις ίδιες ποινές τιμωρείται και όποιος παραχωρεί στα παραπάνω άτομα κάρτα παίκτη για τη διεξαγωγή τυχερών παιγνίων, η οποία του ανήκει ή ανήκει σε τρίτο, καθώς και ο τρίτος, αν γνώριζε την παραχώρηση αυτή.»
16. Το άρθρο 54 του ν. 4002/2011 τροποποιείται ως εξής:
α. Στην παράγραφο 4 οι λέξεις «από το διορισμό των μελών της Ε.Ε.Ε.Π.» αντικαθίσταται από τις λέξεις «από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του Κανονισμού Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων ή της σχετικής απόφασης της Ε.Ε.Ε.Π., που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου αυτού, όπως ισχύει, και ρυθμίζει τα θέματα των ηλεκτρονικών τεχνικώνψυχαγωγικών παιγνίων της υποπερίπτωσης γγ΄ της περίπτωσης α΄ του άρθρου 25 του παρόντος νόμου,».
β. Στις περιπτώσεις, που προστέθηκαν με τις διατάξεις της παρ.15 του άρθρου 54 του ν. 4002/2011 στα άρθρα 232 ως περίπτωση 15, 233 ως περίπτωση 20 και 237 ως περίπτωση 20 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας (π.δ. 23.2/6.3.1987, Δ΄ 166), μετά τις λέξεις «και τεχνικών» και πριν τη λέξη «παιγνίων» προστίθενται οι λέξεις «− ψυχαγωγικών».
17. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Οικονομικών κωδικοποιούνται σε ενιαίο κείμενο, υπό τον τίτλο «Κώδικας Παιγνίων», οι ισχύουσες διατάξεις νόμων που αφορούν την οργάνωση, αδειοδότηση, διεξαγωγή και έλεγχο κάθε είδους παιγνίων που διεξάγονται στην Ελλάδα, καθώς και οι διατάξεις που αφορούν την Ε.Ε.Ε.Π.. Ενδεικτικά κωδικοποιούνται οι σχετικές διατάξεις των νόμων 3229/2004 (Α΄38), 4002/2011 (Α΄180), 4038/2012 (Α΄14), οι πάσης φύσεως διατάξεις που αφορούν οργάνωση, αδειοδότηση, διεξαγωγή και έλεγχο κάθε είδους παιγνίων στα καζίνο, από την ΟΠΑΠ Α.Ε., το ιπποδρομιακό στοίχημα, τα Κρατικά Λαχεία ή άλλο φορέα, οι διατάξεις που αφορούν τα κάθε είδους δικαιώματα του Ελληνικού Δημοσίου από τα παίγνια και κάθε άλλη συναφής διάταξη, η οποία εμμέσως τροποποιεί ή συμπληρώνει τις ανωτέρω διατάξεις ή με οποιονδήποτε τρόπο σχετίζεται με αυτές.
Κατά την κωδικοποίηση αυτή επιτρέπεται, χωρίς αλλοίωση της έννοιας των διατάξεων που ισχύουν, η νέα διάρθρωση του νομοθετικού υλικού, όπως η διάσπαση ή συγχώνευση άρθρων ή προσθήκη νέων και η νέα γενικώς κατάστρωση αυτού, η απάλειψη των διατάξεων που έχουν ρητώς ή σιωπηρώς καταργηθεί, καθώς και των μεταβατικών διατάξεων, η διόρθωση φράσεων που περιέχουν κανόνες που έχουν καταργηθεί ή τροποποιηθεί, η διενέργεια διορθώσεων και προσαρμογών στη φραστική διατύπωση, η αναίρεση προφανών σφαλμάτων από παραδρομή, η ορθογραφική και συντακτική διόρθωση και η διενέργεια των αναγκαίων προσαρμογών εν όψει της γενικώς ισχύουσας νομοθεσίας.
18. H παράγραφος 2 του άρθρου 60 του Κώδικα Διατάξεων Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών Προικών και Κερδών από Τυχερά Παίγνια, ο οποίος κυρώθηκε με το ν. 2961/2001 (Α΄ 266), όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με την παρ. 8 του δεύτερου άρθρου του ν. 4093/2012, αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Τα κέρδη που ορίζονται στις περιπτώσεις β΄, γ΄ και δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 58, στα τυχερά παίγνια που διεξάγονται με στήλες, υποβάλλονται σε φόρο ανά στήλη παιχνιδιού, μετά την αφαίρεση αφορολόγητου ποσού εκατό (100) ευρώ, με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) για κέρδη μέχρι πεντακόσια (500) ευρώ και με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) για κέρδη από πεντακόσια ευρώ και ένα λεπτό (500,01) και πάνω. Στα τυχερά παίγνια που διεξάγονται με παικτικές συνεδρίες, τα κέρδη που πληρώνονται ή πιστώνονται στον παίκτη κατά τη λήξη της παικτικής συνεδρίας υποβάλλονται σε φόρο ανά παικτική συνεδρία, μετά την αφαίρεση αφορολόγητου ποσού εκατό (100) ευρώ, με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%) για κέρδη μέχρι πεντακόσια (500) ευρώ και με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) για κέρδη από πεντακόσια ευρώ και ένα λεπτό (500,01) και πάνω. Ως παίγνια που διεξάγονται με παικτικές συνεδρίες νοούνται τα τυχερά παίγνια που διεξάγονται με παιγνιομηχανήματα και τα τυχερά παίγνια τύπου καζίνο, το αποτέλεσμα των οποίων δεν παράγεται με γεννήτρια τυχαίων αριθμών, γνωστά και ως live casino games, όπως, ενδεικτικά, οι αγώνες (τουρνουά) πόκερ.
Ως παικτική συνεδρία νοείται το χρονικό διάστημα από τη στιγμή που ο παίκτης εισάγει την ατομική κάρτα παίκτη σε παιγνιομηχάνημα ή από τη στιγμή που συνδέεται με το κεντρικό πληροφοριακό σύστημα (ΚΠΣ) ενός παρόχου τυχερών παιγνίων στο διαδίκτυο (διαδικτυακός πάροχος), εισάγοντας τα στοιχεία της ατομικής κάρτας παίκτη, μέχρι που, κατά περίπτωση ως ανωτέρω, είτε εξάγει την ατομική κάρτα παίκτη από το παιγνιομηχάνημα είτε αποσυνδέεται από το ΚΠΣ του διαδικτυακού παρόχου. Σε κάθε περίπτωση, έκαστη παικτική συνεδρία λήγει με την πάροδο 24 ωρών από τη στιγμή που ο παίκτης εισάγει την ατομική κάρτα παίκτη σε παιγνιομηχάνημα ή από τη στιγμή που συνδέεται με το ΚΠΣ διαδικτυακού παρόχου, εισάγοντας τα στοιχεία της ατομικής κάρτας παίκτη.»
19. Οι διατάξεις της παραγράφου 19 εφαρμόζονται στις κληρώσεις, στα παίγνια, στα στοιχήματα και στους διαγωνισμούς που διενεργούνται μετά την 1η Απριλίου 2013. Τυχόν επιπλέον φόρος που παρακρατήθηκε δεν επιστρέφεται. Ως προς το αμοιβαίο ιπποδρομιακό στοίχημα εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου δεύτερου του ν. 4093/2012.
20. Το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης θ΄ της παρ.7 του άρθρου 13 του ν. 4111/2013 (Α΄ 18) αντικαθίσταται ως εξής:
«Στα παίγνια που ρυθμίζονται με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων της παρ. 1 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011, συμπεριλαμβάνεται και το κάθε μορφής ιπποδρομιακό στοίχημα.»
Άρθρο 23
Ρυθμίσεις για το προσωπικό της Ε.Ε.Ε.Π.
1. Μόνιμο προσωπικό και προσωπικό με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου που υπηρετεί στο Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ.Δ., τους Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, τις Δ.Ε.Κ.Ο. ή τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου του ευρύτερου δημόσιου τομέα, που υπηρετούσε την 31η Δεκεμβρίου 2012 με απόσπαση στην Ε.Ε.Ε.Π., μπορεί με αίτησή του, που υποβάλλεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας δεκαπέντε ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, να μεταταγεί ή να μεταφερθεί σε κενές οργανικές θέσεις της Ε.Ε.Ε.Π., ύστερα από πρόταση της Ε.Ε.Ε.Π. και απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου Υπουργού, χωρίς γνώμη υπηρεσιακού συμβουλίου ή άλλου κατά περίπτωση αρμόδιου οργάνου, και κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων. Οι μετατάξεις ή οι μεταφορές διενεργούνται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 68 του ν. 4002/2011. Η μετάταξη ή η μεταφορά διενεργείται με την ίδια σχέση εργασίας, σε θέση κλάδου της ίδιας κατηγορίας για την οποία ο υπάλληλος διαθέτει τα απαιτούμενα τυπικά προσόντα.
Για τη μετάταξη ή μεταφορά προσωπικού εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 22 του άρθρου 2 του ν. 3899/2010 σε συνδυασμό με τις όμοιες της περίπτωσης 3 υποπερίπτωση Ζ1 παράγραφος Ζ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012.
2. Το άρθρο 18 του ν. 3229/2004 αντικαθίσταται ως εξής:
«Στην Ε.Ε.Ε.Π. συνιστάται Σώμα Ελεγκτών Παιγνίων, το οποίο μπορεί να στελεχώνεται από προσωπικό που υπηρετεί στην Ε.Ε.Ε.Π., καθώς και σε υπηρεσίες και φορείς του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Η στελέχωση πραγματοποιείται μετά από πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, στην οποία καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι εντασσόμενοι στο Σώμα. Εφόσον επιλεγούν, οι κατά τα παραπάνω υπηρετούντες σε υπηρεσίες και φορείς του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα, αποσπώνται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού στην Ε.Ε.Ε.Π. και υπηρετούν για διάστημα τεσσάρων ετών. Με όμοια πράξη μπορεί να διακόπτεται η κατά τα ανωτέρω απόσπαση.
Στους ελεγκτές καταβάλλονται έξοδα εκτός έδρας μετακίνησης και διαμονής. Οι Ελεγκτές υπόκεινται στην υποχρέωση υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης με βάση τις διατάξεις του ν. 3213/2003. Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων ρυθμίζονται τα θέματα λειτουργίας του Σώματος Ελεγκτών Παιγνίων, οι ειδικεύσεις στα αντικείμενα του έλεγχου, η περιοδικότητα συμμετοχής των Ελεγκτών στους ελέγχους, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια. Επιπλέον, η Ε.Ε.Ε.Π. μπορεί να αναθέτει, κατά τις κείμενες διατάξεις, μέρος ή και το σύνολο των ελέγχων σε εταιρείες με ειδική εμπειρία ή/ και να προβαίνει σε απευθείας συμφωνία με κρατικούς φορείς ή φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, της ημεδαπής ή της αλλοδαπής, για την ανάθεση μέρους ή και του συνόλου των ελέγχων αρμοδιότητάς της. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού δημιουργούνται μικτά κλιμάκια ελέγχου της Ε.Ε.Ε.Π. και άλλων δημοσίων φορέων και υπηρεσιών.»
3. Στο εδάφιο που προστέθηκε με την παρ. 12 του άρθρου 7 του ν. 4038/2012 (Α΄ 14) μετά το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 16 του ν. 3229/2004 (Α΄ 38), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 6 του άρθρου 28 του ν. 4002/2011, μετά τις λέξεις «καθώς και η» προστίθενται οι λέξεις «κατ’ επάγγελμα».
4. Η παρ. 2 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011, από όταν ίσχυσε, αντικαθίσταται ως εξής:
«2α) Με τον Οργανισμό της Ε.Ε.Ε.Π. ρυθμίζονται ενδεικτικά τα θέματα που αφορούν το οργανόγραμμα των υπηρεσιών, την εσωτερική λειτουργία, τις κατηγορίες, τους κλάδους και τις ειδικότητες του προσωπικού, καθώς και τον τρόπο και τις προϋποθέσεις ένταξης στις οργανικές θέσεις, τον αριθμό και την κατανομή των οργανικών θέσεων, τις σχέσεις εργασίας και έργου, τη σύσταση, τον τρόπο, το χρόνο και τους όρους λειτουργίας ομάδων εργασίας, το χρόνο και το ωρολόγιο πρόγραμμα λειτουργίας των υπηρεσιών, τις διαβαθμίσεις εμπιστευτικότητας των εγγράφων και των πληροφοριών και τις υποχρεώσεις εχεμύθειας που διέπουν το προσωπικό και τους με οποιονδήποτε τρόπο συνεργαζόμενους με την Αρχή, την νομική υποστήριξη και τη δικαστική εκπροσώπηση της Ε.Ε.Ε.Π. από πληρεξούσιους δικηγόρους στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με το προσωπικό, τη διάρθρωση, τη λειτουργία και την εσωτερική οργάνωση της Ε.Ε.Ε.Π..
β) Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που εκδίδεται μετά από πρόταση της Ε.Ε.Ε.Π. και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως θεσπίζονται:
αα. Ο Κανονισμός Οικονομικής Λειτουργίας και Διαχείρισης, με τον οποίο ρυθμίζονται ενδεικτικά τα θέματα που αφορούν στην είσπραξη, τη διαχείριση και τη διάθεση των πόρων, τις κάθε είδους αποζημιώσεις, τη λογιστική καταγραφή και παρακολούθηση και κάθε άλλο συναφές θέμα.
ββ. Ο Κανονισμός Προμηθειών και Μισθώσεων, με τον οποίο ρυθμίζονται ενδεικτικά τα θέματα εκτέλεσης προμηθειών υπηρεσιών και αγαθών, τα θέματα που αφορούν κάθε είδους μισθώσεις κινητών και ακινήτων πραγμάτων και υπηρεσιών και κάθε άλλο συναφές θέμα.
γγ. Ο Κανονισμός Μελετών και Έργων, με τον οποίο ρυθμίζονται ενδεικτικά τα θέματα που αφορούν την εκπόνηση μελετών, την εκτέλεση έργων και κάθε άλλο συναφές θέμα.
δδ. Ο Κανονισμός Κίνησης, με τον οποίο ρυθμίζονται ενδεικτικά τα θέματα που αφορούν τις κάθε είδους μετακινήσεις των μελών της, του προσωπικού που υπηρετεί στην Ε.Ε.Ε.Π. και των ελεγκτικών οργάνων, τα μεταφορικά της μέσα, καθώς και κάθε άλλο συναφές θέμα.
Μέχρι την έκδοση των παραπάνω Κανονισμών τα σχετικά θέματα ρυθμίζονται με ανάλογη εφαρμογή των προβλεπομένων από τη διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 54 του νόμου αυτού.
γ) Στον Οργανισμό και στους Κανονισμούς της Ε.Ε.Ε.Π.
μπορεί να περιλαμβάνονται και να ενσωματώνονται υφιστάμενες κάθε φορά ρυθμίσεις ή εξαιρέσεις, όμοιες ή ανάλογες εκείνων που ισχύουν για άλλους δημόσιους Φορείς, Αρχές και Υπηρεσίες διεξαγωγής ελέγχων και δίωξης, που έχουν ως σκοπό τη διαπίστωση και την πάταξη του εγκλήματος και την τήρηση της δημόσιας τάξης, καθώς και για δημόσιους Φορείς, Αρχές και Υπηρεσίες που ασκούν ελέγχους νόμιμης λειτουργίας σε διάφορους άλλους τομείς της αγοράς.»
5. Στην Ε.Ε.Ε.Π. για την κάλυψη των σχετικών αναγκών, μπορεί να αποσπάται, κατά τις κείμενες διατάξεις, προσωπικό των Σωμάτων Ασφαλείας για την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων της παραγράφου 2 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011, όπου απαιτείται διεξαγωγή αστυνομικού έργου της περίπτωσης ζ΄ της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου και εκείνων του ν. 3691/2008 (Α΄ 166). Το αποσπασμένο προσωπικό λαμβάνει το σύνολο των αποδοχών που θα λάμβανε στη θέση στην οποία υπηρετούσε πριν την απόσπαση, η δε υπηρεσία στην Ε.Ε.Ε.Π. θεωρείται, για κάθε συνέπεια, ως κανονική υπηρεσία στο Σώμα Ασφαλείας από το οποίο αυτό προέρχεται. Η απόσπαση γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη.
6.α. Με τον Οργανισμό της Ε.Ε.Ε.Π., οι προβλεπόμενες στην παρ. 5 του άρθρου 16 του ν. 3229/2004 και στην παρ. 4 του άρθρου 28 του ν. 4002/2011 οργανικές θέσεις της Ε.Ε.Ε.Π., μπορεί να κατανέμονται μεταξύ διοικητικού και επιστημονικού προσωπικού με αριθμητικά διαφορετικό τρόπο από τον προβλεπόμενο στις παραπάνω διατάξεις.
β. Με τον Οργανισμό και τους Κανονισμούς της Ε.Ε.Ε.Π.
μπορεί να ορίζονται τα όργανά της που είναι αρμόδια για τη λήψη των κατά περίπτωση προβλεπομένων από αυτούς αποφάσεων. Οι αρμοδιότητες αυτές μπορούν να μεταβιβάζονται κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 8 του άρθρου αυτού.
7.α. Η ισχύς της διάταξης της παρ. 17 του άρθρου 7 του ν. 4038/2012 παρατείνεται για διάστημα έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, κατά παρέκκλιση της παρ. 16 του άρθρου ένατου του ν. 4057/2012 (Α΄ 54).
β. Αποφάσεις αποσπάσεων του Υπουργού Οικονομικών που έχουν εκδοθεί με βάση τη διάταξη της παρ. 17 του άρθρου 7 του ν. 4038/2012, ισχύουν και παράγουν πλήρως τα αποτελέσματά τους από την ημερομηνία εκδόσεώς τους.
8. H Ε.Ε.Ε.Π. μπορεί να μεταβιβάζει αρμοδιότητές της προς τον Πρόεδρό της με αποφάσεις της που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με αποφάσεις του Προέδρου της Ε.Ε.Ε.Π., που δημοσιεύονται επίσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να μεταβιβάζονται περαιτέρω οι αρμοδιότητες αυτές, καθώς και εκείνες που προβλέπονται από τις κείμενες διατάξεις, στους Προϊσταμένους και το προσωπικό που υπηρετούν στην Ε.Ε.Ε.Π.. Ο Πρόεδρος της Ε.Ε.Ε.Π. ορίζει τον Γραμματέα της Επιτροπής και τους αναπληρωτές του.
9. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών μετά από εισήγηση της Ε.Ε.Ε.Π., οι δαπάνες της υποβάλλονται στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Με το ίδιο διάταγμα καθορίζονται οι κατηγορίες των δαπανών που υποβάλλονται στον έλεγχο αυτό.
Άρθρο 24
Ρυθμίσεις θεμάτων της ΟΠΑΠ Α.Ε.
1. Στο τέλος του άρθρου 25 του ν. 4002/2011 προστίθεται περίπτωση ιζ΄ ως εξής:
«Πρακτορεία» είναι τα εκάστοτε σημεία πώλησης της ΟΠΑΠ Α.Ε.
2. Προστίθεται παράγραφος 3Α στο άρθρο 28 του ν. 4002/2011 ως εξής:
«3 Α. Με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π. συνιστάται, τριμελής Επιτροπή Ελέγχου, στην οποία το ένα μέλος προέρχεται από τα διορισμένα μέλη της Ε.Ε.Ε.Π., τα δε άλλα δύο επιλέγονται με τις προϋποθέσεις, τα προσόντα και τη διαδικασία που ορίζεται από τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων. Η τριμελής Επιτροπή Ελέγχου, η οποία παρίσταται στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της ΟΠΑΠ Α.Ε., των πρακτόρων της και των παραχωρησιούχων του άρθρου 39, της κείμενης νομοθεσίας και των συμβατικών υποχρεώσεων της ΟΠΑΠ Α.Ε. έναντι του Ελληνικού Δημοσίου.
α. Τα θέματα που αφορούν τον έλεγχο και την εποπτεία της Επιτροπής αυτής ενδεικτικά είναι εκείνα που αφορούν:
αα. Την από 15 Δεκεμβρίου 2000 σύμβαση μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και ΟΠΑΠ για την παραχώρηση του αποκλειστικού δικαιώματος διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας των σε αυτή αναφερομένων παιγνίων και των όρων της από 4.11.2011 σύμβασης μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και ΟΠΑΠ Α.Ε. για την εγκατάσταση και εκμετάλλευση 35.000 παιγνιομηχανημάτων στην Ελληνική Επικράτεια, όπως εκάστοτε ισχύoυν.
ββ. Την εισήγηση έκδοσης κανονιστικών πλαισίων όσον αφορά τη διεξαγωγή, διαχείριση, οργάνωση και λειτουργία των παιγνίων που περιλαμβάνονται στις παραπάνω συμβάσεις, καθώς και τα ζητήματα προστασίας προσωπικών δεδομένων.
γγ. Την εισαγωγή νέων ή την τροποποίηση υφισταμένων μέτρων για την εμπορία και τη διεξαγωγή των παραπάνω παιγνίων.
δδ. Την κάθε είδους εμπορική επικοινωνία της εταιρείας και των υπηρεσιών που με κάθε τρόπο παρέχει.
εε. Την ενιαία τιμολογιακή πολιτική, την οποία καθορίζει η ΟΠΑΠ σε σχέση με τους παραχωρησιούχους των παιγνιομηχανημάτων του άρθρου 39.
στστ. Τον αριθμό των σημείων πώλησης των υπηρεσιών και το χρονοδιάγραμμα λειτουργίας τους.
ζζ. Το περιεχόμενο των συμβάσεων της ΟΠΑΠ με τους πράκτορές της, τους παραχωρησιούχους της ή με τρίτους που διαθέτουν τις υπηρεσίες της στο καταναλωτικό κοινό.
ηη. Άλλα ζητήματα, τα οποία σχετίζονται, συνδέονται ή επηρεάζουν τα αντικείμενα της παραγράφου 3.
β. Τα αντικείμενα, ως προς τα οποία θα ελέγχονται τα παραπάνω θέματα, είναι:
αα. Η τήρηση του νομοθετικού πλαισίου ρύθμισης της αγοράς των τυχερών παιγνίων, του Κανονισμού Διεξαγωγής Παιγνίων και των κανονιστικών αποφάσεων που εκδίδει η Ε.Ε.Ε.Π..
ββ. Η τήρηση των όρων της από 15 Δεκεμβρίου 2000 σύμβασης μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και ΟΠΑΠ για την παραχώρηση του αποκλειστικού δικαιώματος διεξαγωγής, διαχείρισης, οργάνωσης και λειτουργίας των σε αυτή αναφερομένων παιγνίων και των όρων της από 4.11.2011 σύμβασης μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και ΟΠΑΠ Α.Ε. για την εγκατάσταση και εκμετάλλευση 35.000 παιγνιομηχανημάτων στην Ελληνική Επικράτεια, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 39, όπως εκάστοτε ισχύουν.
γγ. Η προστασία του καταναλωτικού κοινού και των παικτών από τον εθισμό, την απάτη, το έγκλημα και τη σπατάλη χρημάτων στα τυχερά παίγνια, καθώς και την κατεύθυνση των παικτών στα νόμιμα δίκτυα παιγνίων.
δδ. Η προστασία των ανηλίκων και ο έλεγχος της ηλικίας.
εε. Η αναγνώριση των ευάλωτων ομάδων, η υποστήριξη και η προστασία τους.
στστ. Η διασφάλιση της φερεγγυότητας των παιγνίων.
ζζ. Η προβλεπόμενη απόδοση του κέρδους στους παίκτες.
ηη. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων.
θθ. Η, κατά τα προβλεπόμενα, απόδοση των συμμετοχών και φόρων στο Ελληνικό Δημόσιο.
γ. Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΟΠΑΠ Α.Ε. και τα πρόσωπα στα οποία το Διοικητικό Συμβούλιο αναθέτει αρμοδιότητες, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 22 του κ.ν. 2190/1920, υποχρεούνται να θέτουν υπόψη της Επιτροπής Ελέγχου πριν τη λήψη απόφασης τα παρακάτω έγγραφα σε σχέση με τα ελεγχόμενα θέματα:
αα. Σχέδια εισηγήσεων, προσχέδια αποφάσεων ή άλλο υλικό που προσκομίζεται στο στάδιο πριν την απόφαση, προς τα εξουσιοδοτημένα, κατά περίπτωση, να αποφασίσουν όργανα της εταιρείας.
ββ. Αν δεν υφίστανται τα παραπάνω, σχέδια εγγράφων που θα εξωτερικεύσουν τη βούληση της εταιρείας και θα δημιουργήσουν ή θα μετατρέψουν υφιστάμενους συμβατικούς δεσμούς ή θα συνιστούν μονομερή δέσμευση της εταιρείας.
δ. Η Επιτροπή Ελέγχου, με αποφάσεις της, εξειδικεύει τον τρόπο ελέγχου, τη διαδικασία και τα σχετικά χρονοδιαγράμματα, με τρόπο ώστε ο έλεγχος να εκτελείται αποτελεσματικά.
Σε περίπτωση διαφωνίας της Επιτροπής Ελέγχου με τις προτεινόμενες εισηγήσεις, η ΟΠΑΠ Α.Ε. οφείλει να απόσχει από τη λήψη απόφασης ή/και τη σύναψη σύμβασης. Η διαφωνία της Επιτροπής διατυπώνεται και αιτιολογείται εγγράφως και απευθύνεται προς το Διοικητικό Συμβούλιο της ΟΠΑΠ Α.Ε. κοινοποιούμενη στην Ε.Ε.Ε.Π..
Η Επιτροπή Ελέγχου εισηγείται στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΟΠΑΠ Α.Ε. μέτρα για την προστασία του δημόσιου συμφέροντος. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης της ΟΠΑΠ Α.Ε. με τις εισηγήσεις αυτές η Επιτροπή Ελέγχου ενημερώνει την Ε.Ε.Ε.Π.. Γενικότερα, η Επιτροπή Ελέγχου ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση την Ε.Ε.Ε.Π. σε περίπτωση μη συμμόρφωσης της ΟΠΑΠ Α.Ε. με τις συμβατικές της υποχρεώσεις έναντι του Ελληνικού Δημοσίου και με την κείμενη νομοθεσία και οφείλει να παρέχει στην Ε.Ε.Ε.Π. κάθε αναγκαίο στοιχείο και πληροφορία ως προς τις σχετικές παραβάσεις.
Η ΟΠΑΠ Α.Ε. μπορεί να προσφύγει κατά των αποφάσεων της Επιτροπής Ελέγχου στην Ε.Ε.Ε.Π. εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών από την κοινοποίηση των αποφάσεων αυτών. Η Ε.Ε.Ε.Π. μπορεί να αποδέχεται εν όλω ή εν μέρει τέτοιες προσφυγές, να τις απορρίπτει ή και να ρυθμίζει με διαφορετικό τρόπο το αντικείμενό τους.
Η Επιτροπή Ελέγχου υποβάλλει στην Ε.Ε.Ε.Π. στο τέλος Ιανουαρίου και στο τέλος Ιουλίου κάθε έτους τακτική έκθεση ελέγχου για το προηγούμενο των μηνών αυτών εξάμηνο. Εφόσον συντρέχει λόγος, μπορούν να υποβάλλονται και ενδιάμεσες έκτακτες εκθέσεις.
Η Επιτροπή Ελέγχου είναι όργανο ειδικού ελέγχου, δεν διέπεται από τις διατάξεις περί συλλογικών οργάνων του Δημοσίου, βρίσκεται εκτός του δημόσιου τομέα και λειτουργεί με βάση τις διατάξεις του ιδιωτικού δικαίου. Το κόστος λειτουργίας της Επιτροπής, καλύπτεται από την ΟΠΑΠ Α.Ε.. Η Επιτροπή Ελέγχου υποστηρίζεται διοικητικά και διαχειριστικά από τις αντίστοιχες υπηρεσίες της Ε.Ε.Ε.Π., μέσω των οποίων συντάσσει και διαβιβάζει τον ετήσιο προϋπολογισμό δαπανών της στην ΟΠΑΠ Α.Ε. η οποία και καταβάλει το προβλεπόμενο σε αυτόν ποσό, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην απόφαση σύνταξης. Ο προϋπολογισμός και οι δαπάνες εκτελούνται με απόφαση της Επιτροπής από τις υπηρεσίες της Ε.Ε.Ε.Π., οι οποίες τηρούν διακριτούς λογιστικούς και τραπεζικούς λογαριασμούς. Κάθε είδους συμβάσεις αποφασίζονται από την Επιτροπή και εκτελούνται για λογαριασμό της από την Ε.Ε.Ε.Π., εφόσον υφίσταται σχετική πίστωση στον προϋπολογισμό της Επιτροπής. Η Επιτροπή Ελέγχου συντάσσει έως το τέλος Μαρτίου κάθε έτους απολογισμό, ο οποίος αφού ελεγχθεί από ορκωτό ελεγκτή, κατατίθεται στην Ε.Ε.Ε.Π..
Η Ε.Ε.Ε.Π. χορηγεί στην ΟΠΑΠ Α.Ε. για λογαριασμό της Επιτροπής βεβαίωση καταβολής του προβλεπόμενου στον προϋπολογισμό ποσού, ώστε αυτό να καταχωρηθεί στο λογαριασμό εξόδων. Με απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π., μετά από εισήγηση της Επιτροπής Ελέγχου, θεσπίζεται Κανονισμός Λειτουργίας της τελευταίας, με τον οποίο ρυθμίζονται όλες οι αναγκαίες λεπτομέρειες σε σχέση με τα παραπάνω θέματα, καθώς και κάθε άλλο θέμα οργάνωσης, λειτουργίας, και υποστήριξής της.
ε. Η θητεία της Επιτροπής Ελέγχου ορίζεται τριετής. Σε περίπτωση παραίτησης ή παύσης μέλους ή για όποιον άλλο λόγο πρόωρης λήξης της θητείας αυτού ορίζεται στον Κανονισμό Λειτουργίας της, ο αντικαταστάτης αυτού ορίζεται με τη διαδικασία του άρθρου αυτού μέχρι την ολοκλήρωση του υπολοίπου της θητείας του απερχόμενου μέλους.»
3. Τα μέλη της Επιτροπής Ελέγχου, η οποία ορίστηκε με την υπ’ αριθμ. 07274 ΕΞ/2012 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΥΟΔΔ΄ 413), συνεχίζουν τη θητεία τους μέχρι τη συμπλήρωση τριών (3) ετών από τη δημοσίευση του διορισμού τους και, κατά το μέρος που αφορά τη συγκρότηση της Επιτροπής Ελέγχου, φέρει πλήρως τα αποτελέσματά της από την έναρξη ισχύος της.
4. Το άρθρο 39 του ν. 4002/2011 τροποποιείται ως εξής:
α. Τα τέταρτο και πέμπτο εδάφια της παραγράφου 2 αντικαθίστανται ως εξής:
«Οι παραχωρησιούχοι επιλέγουν τα παιγνιομηχανήματα που θα χρησιμοποιήσουν, καθώς και τα παίγνια που θα προσφέρουν, από τον κατάλογο των εγκεκριμένων από την Ε.Ε.Ε.Π. παιγνίων και παιγνιομηχανημάτων, που θέτει στη διάθεσή τους η ΟΠΑΠ Α.Ε., οι τεχνικές προδιαγραφές των οποίων πρέπει να διασφαλίζουν, σε κάθε περίπτωση, την ηλεκτρονική παρακολούθησή τους από την ΟΠΑΠ Α.Ε., την Ε.Ε.Ε.Π. και το Υπουργείο Οικονομικών, κατά τα ειδικότερα προβλεπόμενα από τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.»
β. Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Η άδεια ισχύει για περίοδο δέκα ετών, που αρχίζει το νωρίτερο είτε: α) δώδεκα (12) μήνες μετά την έκδοση του Κανονισμού Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων του άρθρου 29 ή της απόφασης της Ε.Ε.Ε.Π. της παραγράφου 5 του άρθρου 54, σε σχέση με τους όρους λειτουργίας των παιγνιομηχανημάτων είτε β) από την έναρξη της εμπορικής λειτουργίας του πρώτου παιγνιομηχανήματος, μετά την έκδοση του ως άνω Κανονισμού ή της ως άνω απόφασης, όπως αυτή θα διαπιστωθεί από την Ε.Ε.Ε.Π. με σχετική πράξη της, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.»
5. Το άρθρο 40 του ν. 4002/2011 τροποποιείται ως εξής:
α. Τα δεύτερο, τρίτο και τέταρτο εδάφια της παραγράφου 1 αντικαθίστανται από εδάφια, ως εξής:
«Η ΟΠΑΠ Α.Ε. υποχρεούται να θέσει σε λειτουργία τα παιγνιομηχανήματα που εκμεταλλεύεται μέσω των Πρακτορείων της, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 39, εντός δεκαοκτώ (18) μηνών από την έκδοση του Κανονισμού Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων του άρθρου 29 ή της απόφασης της Ε.Ε.Ε.Π. της παραγράφου 5 του άρθρου 54, όπως ισχύει. Μετά την παρέλευση της ως άνω προθεσμίας, ο αριθμός των μη λειτουργούντων παιγνιομηχανημάτων αφαιρείται, αζημίως για το Δημόσιο, από τον αριθμό για τον οποίο έχει χορηγηθεί η άδεια, εκτός αν η μη εμπρόθεσμη εγκατάσταση και λειτουργία των παιγνιομηχανημάτων από την ΟΠΑΠ Α.Ε. κατά τα ανωτέρω οφείλεται σε υπαιτιότητα της Ε.Ε.Ε.Π.. Εκείνοι στους οποίους έχει παραχωρηθεί το δικαίωμα εγκατάστασης και εκμετάλλευσης, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 39, λειτουργούν τα παιγνιομηχανήματα μέσα σε προθεσμία που ορίζεται στη σύμβαση με την ΟΠΑΠ Α.Ε. για την παραχώρησή τους και σε κάθε περίπτωση, μέσα σε είκοσι τέσσερις (24) μήνες από την παραχώρηση και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που θέτει ο Κανονισμός Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων του άρθρου 29 ή η απόφαση της Ε.Ε.Ε.Π. της παραγράφου 5 του άρθρου 54. Μετά την παρέλευση των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών, ο αριθμός των παιγνιομηχανημάτων που παραχωρήθηκαν με τη διαδικασία της παραγράφου 6 του άρθρου 39, αλλά δεν λειτουργούν, αφαιρείται, αζημίως για την ΟΠΑΠ Α.Ε., από τον αριθμό των παιγνιομηχανημάτων που αντιστοιχούν στο δικαίωμα εγκατάστασης και εκμετάλλευσης.
Η ΟΠΑΠ Α.Ε. μπορεί, το αργότερο εντός ενός (1) έτους από τη λήξη της προθεσμίας των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών, να προβαίνει στην εγκατάσταση και εκμετάλλευση των μη λειτουργούντων παιγνιομηχανημάτων του προηγούμενου εδαφίου μέσω των πρακτορείων της ή να παραχωρήσει το δικαίωμα εγκατάστασης και εκμετάλλευσής τους σε τρίτους ύστερα από προκήρυξη δημόσιου διεθνούς πλειοδοτικού διαγωνισμού, οι όροι του οποίου εγκρίνονται από την Ε.Ε.Ε.Π.. Μετά την παρέλευση της άνω ετήσιας προθεσμίας ο αριθμός των μη λειτουργούντων παιγνιομηχανημάτων αφαιρείται αζημίως για το Δημόσιο, από τον αριθμό για τον οποίο έχει χορηγηθεί άδεια.»
β. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 40 του ν. 4002/2011 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου έλεγχος εννοείται αυτός που ορίζεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920 ή παρόμοια σχέση φυσικού προσώπου και μίας εταιρείας.»
6. Στο άρθρο 40 του ν. 4002/2011 προστίθεται παράγραφος 2α ως εξής:
«2α. Για την έγκριση, κατά τα ανωτέρω, της άμεσης ή έμμεσης αλλαγής ελέγχου στην ΟΠΑΠ Α.Ε., η ΕΕΕΠ, προκειμένου να διασφαλίσει τη χρηστή διοίκηση της εταιρείας, αξιολογεί την καταλληλότητα του υποψήφιου αγοραστή με βάση το σύνολο των ακόλουθων κριτηρίων:
α) Τη φήμη του υποψήφιου αγοραστή ή/και, σε περίπτωση νομικού προσώπου, των φυσικών προσώπων που ασκούν την εκπροσώπηση, τη διαχείριση και τη διοίκηση ή/και ελέγχουν άμεσα ή έμμεσα το νομικό πρόσωπο.
β) Τη φήμη και την εμπειρία οποιουδήποτε προσώπου, το οποίο θα διευθύνει δραστηριότητες της ΟΠΑΠ, κατόπιν της προτεινόμενης απόκτησης ελέγχου.
γ) Τη χρηματοοικονομική ευρωστία του υποψήφιου αγοραστή, λαμβάνοντας υπόψη τις δραστηριότητες που ασκούνται ή προβλέπεται ότι θα ασκούνται από την ΟΠΑΠ Α.Ε. και τα προσκόμματα που ενδέχεται να δημιουργήσει η απόκτηση ελέγχου στη δυνατότητα αποτελεσματικής εποπτείας εκ μέρους της ΕΕΕΠ.
δ) Το γεγονός ότι υφίστανται βάσιμες υπόνοιες πως, σε σχέση με την προτεινόμενη απόκτηση ελέγχου, διαπράττεται, επιχειρείται να διαπραχθεί, έχει διαπραχθεί ή επιχειρήθηκε να διαπραχθεί, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, κατά την έννοια του ν. 3691/2008 ή ότι η προτεινόμενη απόκτηση ελέγχου είναι δυνατόν να αυξήσει τον κίνδυνο αυτόν.
ε) Το γεγονός ότι υφίστανται δεδομένα, ιδίως προερχόμενα από άλλες, αρμόδιες για την εποπτεία, τον έλεγχο και την αδειοδότηση των παιγνίων αρχές, σε σχέση με την παράβαση από τον υποψήφιο αγοραστή ή από συνδεδεμένη με αυτόν εταιρεία, της νομοθεσίας περί παιγνίων σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, και ιδίως σε οποιοδήποτε άλλο κράτος−μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
στ) Παραβάσεις της νομοθεσίας περί παιγνίων, που έχει διαπράξει ο υποψήφιος αγοραστής ή/και συνδεδεμένη με αυτόν εταιρεία ή/και οι νόμιμοι εκπρόσωποί τους και οι οποίες έχουν διαπιστωθεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση.»
Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου τίθενται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2014.
7. Η περίπτωση στ΄ του άρθρου 43 του ν. 4002/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«Για την εγκατάσταση μέχρι τριών παιγνιομηχανημάτων τυχερών παιγνίων στα πρακτορεία της ΟΠΑΠ Α.Ε., τα οποία προσφέρουν τα τυχερά παίγνια που δικαιούται να διεξάγει η ΟΠΑΠ δυνάμει της από 15.12.2000 σύμβασης μεταξύ της ΟΠΑΠ Α.Ε. και του Ελληνικού Δημοσίου, όπως ισχύει, και της παρ. 2α του άρθρου 27 του ν. 2843/2000, απαιτείται η έκδοση πιστοποίησης του πρακτορείου, τύπου ΣΤ΄, που εκδίδεται από την Ε.Ε.Ε.Π., όπως ορίζεται στον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων.»
8. Η παρ. 2β του άρθρου 27 του ν. 2843/2000 αντικαθίσταται ως εξής:
«2β. Στα παίγνια που ρυθμίζονται με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων της παρ. 1 του άρθρου 29 του ν. 4002/2011, συμπεριλαμβάνονται και τα παίγνια που οργανώνει και διεξάγει η ΟΠΑΠ Α.Ε.. Για τη ρύθμιση ή την τροποποίηση της ρύθμισης των σχετικών θεμάτων η ΟΠΑΠ Α.Ε. υποβάλλει σχετική πρόταση στην Ε.Ε.Ε.Π..
Οι υφιστάμενοι κανονισμοί διεξαγωγής των παιγνίων της ΟΠΑΠ Α.Ε. οι οποίοι έχουν εγκριθεί με κοινές υπουργικές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού συνεχίζουν να ισχύουν μέχρι την έκδοση από την Ε.Ε.Ε.Π. του Κανονισμού Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων ή των αντίστοιχων αποφάσεων της παρ. 5 του άρθρου 54 του ν. 4002/2011, με τη δημοσίευση των οποίων και καταργούνται.»
9. Η παρ. 3 του άρθρου 27 του ν. 2843/2000 καταργείται.
10. Η παρ. 4 του άρθρου 27 του ν. 2843/2000 αντικαθίσταται ως εξής:
«H ΟΠΑΠ Α.Ε. δεν οφείλει να καταβάλει επιχορήγηση σε οποιοδήποτε ιδιωτικό ή δημόσιο φορέα. Από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγονται δικαιώματα διεξαγωγής παιγνιδιών ή στοιχημάτων που έχουν παραχωρηθεί σε άλλους φορείς δημόσιους ή ιδιωτικούς, ούτε οι συμβατικές υποχρεώσεις της Ο.Π.Α.Π. Α.Ε. προς τρίτους.»
11. Οι παράγραφοι 6 και 7 του άρθρου 27 του ν.2843/2000 καταργούνται.
12. Η παράγραφος, η οποία προστέθηκε με την παρ.2 του άρθρου 36 του ν. 2873/2000 (Α΄285) και φέρει τον αριθμό παραγράφου 10 του άρθρου 27 του ν. 2843/2000 (Α΄ 219) καταργείται.
13. Η παρ. 11 του άρθρου 27 του ν. 2843/2000 αντικαθίσταται ως εξής:
«11.α. Για την οργάνωση, διεξαγωγή, διαχείριση και λειτουργία κάθε είδους στοιχήματος ή τυχερού παιγνίου στην Ελληνική Επικράτεια, περιλαμβανομένων των τυχερών παιγνίων που διεξάγονται μέσω παιγνιομηχανημάτων δυνάμει του άρθρου 39 του ν. 4002/2011, η ΟΠΑΠ Α.Ε. συμβάλλεται ελευθέρως με πράκτορες, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 3Α του άρθρου 28 του ν. 4002/2011.
β. Με τον Κανονισμό Διεξαγωγής και Ελέγχου Παιγνίων, μετά από πρόταση της ΟΠΑΠ Α.Ε., θεσπίζονται τα ειδικότερα κριτήρια, βάσει των οποίων η ΟΠΑΠ Α.Ε. συμβάλλεται με πράκτορες, ιδίως δε κριτήρια δημογραφικά, ώστε να υφίσταται εύλογη σχέση ανάμεσα στον αριθμό των πρακτορείων σε κάθε περιοχή προς τον πληθυσμό της περιοχής αυτής, προκειμένου να αποτρέπεται μεγάλη συγκέντρωση πρακτορείων στην ίδια εδαφική περιοχή, κριτήρια και προϋποθέσεις για τη διασφάλιση των βασικών σκοπών και των θεμελιωδών αρχών της πρακτόρευσης τυχερών παιγνίων, ιδίως δε την εμπέδωση της δημόσιας τάξης, την προστασία του κοινού από τον εθισμό στα τυχερά παίγνια, την πρόληψη της απάτης, την καταστολή του εγκλήματος και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, την προστασία των ανηλίκων και των καταναλωτών, την εξασφάλιση της διαφάνειας και του αδιάβλητου των τυχερών παιγνίων, την κανονική, απρόσκοπτη, ελεγχόμενη και ασφαλή διεξαγωγή των τυχερών παιγνίων, καθώς και τον αυστηρό έλεγχο των όρων και των προϋποθέσεων διεξαγωγής της στοιχηματικής δραστηριότητας και της συμμετοχής του κοινού σε αυτή, ώστε με τον τρόπο αυτόν να εξασφαλίζεται η ακεραιότητα των γεγονότων τα οποία αποτελούν το αντικείμενο της στοιχηματικής δραστηριότητας, οι βασικοί κανόνες, οι όροι και προϋποθέσεις λειτουργίας της επιχείρησης του πράκτορα.»
14. Η παρ. 12 του άρθρου 27 του ν. 2843/2000 αντικαθίσταται ως εξής:
«12. Στη σύμβαση μεταξύ της ΟΠΑΠ Α.Ε. και των πρακτόρων της πρέπει να περιλαμβάνονται απαραιτήτως και τα ακόλουθα:
α. η διαπίστωση ότι συντρέχουν τα κριτήρια που θέτει η Ε.Ε.Ε.Π. σύμφωνα με την παράγραφο 11,
β. η υποχρέωση τήρησης εκ μέρους των πρακτόρων των κανονισμών διεξαγωγής των παιγνίων της ΟΠΑΠ Α.Ε.,
γ. η υποχρέωση των πρακτόρων να παρέχουν άμεσα κάθε πληροφορία ή έγγραφο που θα ζητηθεί από την Ε.Ε.Ε.Π. σε σχέση με τα παίγνια τα οποία διεξάγουν και λειτουργούν,
δ. οι λόγοι καταγγελίας των συμβάσεων, ανάμεσα στους οποίους πρέπει να περιλαμβάνεται και η διαπιστωμένη παραβίαση των κανονισμών διεξαγωγής των παιγνίων της ΟΠΑΠ Α.Ε., όπως έχουν εγκριθεί από την Ε.Ε.Ε.Π., καθώς και τις συνέπειες, σε περίπτωση καταγγελίας.»
15. Προστίθεται παρ. 13 στο άρθρο 27 του ν. 2843/ 2000 ως εξής:
«13. Η αποζημίωση του πράκτορα για τις υπηρεσίες που προσφέρει στους παίκτες συμφωνείται συμβατικά μεταξύ της ΟΠΑΠ Α.Ε. και του πράκτορα και παρακρατείται άμεσα από το αντίτιμο που καταβάλλει ο συμμετέχων.»
16. Η περίπτωση στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν.δ. 3769 της 11/12.10.1957 (Α΄ 202), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του ν.δ. 3865/1958 (Α΄ 58), καταργείται.
17. Το β.δ. 29/1958 της 20/29.12.1958 «Περί συστάσεως Οργανισμού Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου (ΟΠΑΠ)», όπως τροποποιήθηκε με τα βασιλικά διατάγματα 6/1964 και 240/1966 (Α΄ 65), το ν.δ. 391/1974 (Α΄ 102) το β.δ. 726 της 24.10/8.11.1962 (Α΄ 182), το άρθρο 25 του ν. 1646/1986 (Α΄ 138), το άρθρο 23 του ν. 1646/1986, με το άρθρο μόνο του π.δ. 222/1996 (Α΄ 171), με το β.δ. 186 της 28.3/3.4.1963 (Α΄ 41) και με το άρθρο 27 του ν. 2843/2000 (Α΄ 219), καταργείται.
18. Το άρθρο 23 του ν. 1646/1986 (Α΄ 138) «Μέτρα πρόληψης και καταστολής της βίας στους αθλητικούς χώρους και άλλες διατάξεις», όπως τροποποιήθηκε με την περίπτωση α΄ της παρ. 6 του άρθρου 40 του ν. 2065/1992 (Α΄ 113), την παρ. 7 του άρθρου 30 του ν. 2579/1998 (Α΄ 31), με το άρθρο 39 του ν. 2168/1993 (Α΄ 147), με το άρθρο 1 του ν. 1904/1990 (Α΄ 143), με το άρθρο 13 του ν. 1948/1991 (Α΄ 83) και την παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 2328/1995 (Α΄ 159), καταργείται.
19. Τα άρθρα 1, 3, 4 και 5 του ν. 2433/1996 (Α΄ 180) «Ρύθμιση Θεμάτων ΟΠΑΠ και άλλες διατάξεις» καταργούνται.
20. Το π.δ. 7/1997 (Α΄ 5) «Ενοποίηση αδιάθετων ποσών ΛΟΤΤΟ − ΠΡΟΤΟ, ΠΡΟΠΟ, ΠΡΟΠΟΓΚΟΛ» καταργείται.
21. Το π.δ. 228/1999 «Μετατροπή ΟΠΑΠ σε Α.Ε.» (Α΄ 193) καταργείται.
22. Η τελευταία πρόταση της παρ. 1δ εδάφιο α΄ του άρθρου 2 του π.δ. 96/2010 (Α΄ 170): «Η εποπτεία της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου ΑΕ» παραμένει στο Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού» καταργείται.
23. Η υ.α. 240/1986 (Β΄ 770): «Κανονισμός οργάνωσης, λειτουργίας του ΟΠΑΠ» καταργείται.
24. Η υ.α. 34245/2000 (Β΄1621): «Καταστατικό Ανώνυμης Εταιρείας «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου» καταργείται.
25. Η υ.α. 34335/2000 (Β΄ 1622): «Τροπ. αρ. 5 Καταστατικού Α.Ε. ΟΠΑΠ»» καταργείται.
26. Η υ.α. 442/2001 (Β΄ 23): «Καταστατικό της Ανώνυμης Εταιρείας «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε.»» καταργείται.
27. Η υ.α. οικ/2005 (υ.α. οικ. 2/34242/0025, Β΄ 924): «Παροχή κινήτρου διακράτησης για τη διάθεση μετοχών ΟΠΑΠ» καταργείται.
28. Η υ.α. 1216/1992 (Β΄ 12): «Τροπ. υ.α. 24084/1986 (Κανονισμός του ΟΠΑΠ)» καταργείται.
29. Η υ.α. 29157/2000 (Β΄ 1417): «Διεξαγωγή παιχνιδιών ΟΠΑΠ με απευθείας σύνδεση» καταργείται.
30. Η υ.α. 29160/2000 (Β΄ 1427): «Διεξαγωγή παιχνιδιού ΚΙΝΟ του ΟΠΑΠ» καταργείται.
31. Η υ.α. 33709/1990 (Β΄ 39): «Κανονισμός λειτουργίας του αριθμολαχείου ΛΟΤΤΟ» καταργείται.
32. Η υ.α. 11589/1995 (Β΄ 330): «Τροπ. υ.α. 33709/1990 (Κανονισμός ΛΟΤΤΟ)» καταργείται.
33. Η υ.α. 29158/2000 (Β΄ 1426):« Έγκριση Κανονισμού, Διεξαγωγής Αριθμολαχείου ΛΟΤΤΟ» καταργείται.
34. Η υ.α. 33708/1990 (Β΄ 739): «Έγκριση Κανονισμού λειτουργίας του Λαχείου ΠΡΟΤΟ» καταργείται.
35. Η υ.α. 22642/1992 (Β΄ 413): «Τροπ. υ.α. 33708/1990 (Κανονισμός λειτουργίας Λαχείου ΠΡΟΤΟ)» καταργείται.
36. Η υ.α. 11588/1995 (Β΄ 330): «Τροπ. υ.α. 33708/90 (Κανονισμός ΠΡΟΤΟ)» καταργείται.
37. Η υ.α. 29163/2000 (Β΄ 1426): «Έγκριση Κανονισμού Λειτουργίας δελτίου Λαχείου ΠΡΟΤΟ» καταργείται.
38. Η υ.α. 29161/2000 (Β΄ 1418): «Κανονισμός λειτουργίας «ΛΟΤΤΟ 5 από 35» του ΟΠΑΠ» καταργείται.
39. Η υ.α. 29153/2000 (Β΄ 1425): «Διεξαγωγή παιχνιδιού ΠΡΟΠΟ του ΟΠΑΠ» (Βλ. τρ. με υ.α. 9323/2006) καταργείται.
40. Η υ.α. 9323/2006 (Β΄ 284): «Τροποποίηση κανονισμού λειτουργίας και διεξαγωγής παιχνιδιού ΠΡΟΠΟ» της ΟΠΑΠ ΑΕ» καταργείται.
41. Η υ.α. ΕΤ−30960/1992 (Β΄ 502): «Κανονισμός Κλήρωσης των «ΛΟΤΤΟ και ΠΡΟΤΟ»» καταργείται.
42. Η υ.α. 28190/1996 (Β΄ 989): «Δικαίωμα διενέργειας πρόσθετων διαγωνισμών ΛΟΤΤΟ−ΠΡΟΤΟ» καταργείται.
43. Η υ.α. 506/2000 (Β΄ 18): «Κανονισμός Λειτουργίας Παιχνιδιών−Στοιχημάτων Προκαθορισμένης Απόδοσης» καταργείται.
44. Η υ.α. 597/2000 (Β΄ 21): «Διεξαγωγή Παιχνιδιών Στοιχημάτων Προκαθορισμένης Απόδοσης «Αποτελέσματα Αγώνων Ποδοσφαίρου»» καταργείται.
45. Η υ.α. 598/2000 (Β΄ 21): «Διεξαγωγή Παιχνιδιών Στοιχημάτων Προκαθορισμένης Απόδοσης «Αποτελέσματα Αγώνων Καλαθοσφαίρισης»» καταργείται.
46. Η υ.α. 29151/2000 (Β΄ 1425): «Αποτελέσματα Αγώνων Ποδοσφαίρου του ΟΠΑΠ» καταργείται.
47. Η υ.α. 29156/2000 (Β΄ 1427): «Διεξαγωγή παιχνιδιού «ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΑΓΩΝΩΝ ΚΑΛΑΘΟΣΦΑΙΡΙΣΗΣ»» καταργείται.
48. Η υ.α. 29159/2000 (Β΄ 1427): «Γενικός Κανονισμός Λειτουργίας παιχνιδιών στοιχημάτων προκαθορισμένης απόδοσης του ΟΠΑΠ ΑΕ» καταργείται.
49. Η υ.α. 291162/2000 (Β΄ 1418): «Κανονισμός Διεξαγωγής παιχνιδιού «ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΑΘΛΗΤΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ»» καταργείται.
50. Η υ.α. 54477/2005 (Β΄ 1598): «Τροποποίηση του Κανονισμού Διεξαγωγής Παιχνιδιών Στοιχημάτων «ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΑΓΩΝΩΝ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ»» καταργείται.
51. Η υ.α. 6879/2006 (Β΄ 176): «Τροποποίηση του Γενικού Κανονισμού Λειτουργίας των Παιχνιδιών Στοιχημάτων Προκαθορισμένης Απόδοσης της ΟΠΑΠ Α.Ε» καταργείται.
52. Η υ.α. 17160/1992 (Β΄ 472): «Απόδοση από ΕΠΟ ή ΟΠΑΠ ποσών επιχορήγησης σε Δ΄ Εθνική Κατηγορία» καταργείται.
53. Η υ.α. 30974/1992 (Β΄ 228): «Απόδοση αναλογούντων ποσοστών από ΠΡΟΠΟ σε ΠΑΕ σωματεία» καταργείται.
54. Η υ.α. 8442/1993 (Β΄162): «Απόδοση επιχορηγήσεων από ΟΠΑΠ στα Τμήματα Αμειβομένων Αθλητών» καταργείται.
55. Η υ.α. 15823/1993 (Β΄ 348): «Απόδοση από ΕΠΟ ή ΟΠΑΠ επιχορηγήσεων σε σωματεία Δ΄ Εθνικής» καταργείται.
56. Η υ.α. 32542/1994 (Β΄ 811): «Μηνιαία αποζημίωση Συντονιστή Διευθυντή στον ΟΠΑΠ» καταργείται.
57. Η υ.α. 32489/1994 (Β΄ 811): «Ανανέωση θητείας Συντονιστή Διευθυντή στον ΟΠΑΠ» καταργείται.
58. Η υ.α. 20295/1999 (Β΄ 1702): «Κανονισμός λειτουργίας παιχνιδιού «ΟΛΥΜΠΙΑΚΟ ΒΙΝΤΕΟΛΟΤΤΟ»» καταργείται.
59. Η υ.α. 798/1987 (Β΄ 87): «Κανονισμός Δικαιωμάτων και υποχρεώσεων πρακτόρων ΠΡΟΠΟ» καταργείται.
60. Η υ.α. 25148/1999 (Β΄ 2004): «Λειτουργία Πρακτορείων, Υποχρεώσεις−Δικαιώματα Πρακτόρων ΟΠΑΠ»
καταργείται.
61. Η υ.α. 29638/2002 (Β΄ 1414): «Τροπ. υ.α. 16590/2002 κανονισμός λειτουργίας Πρακτορείων ΟΠΑΠ Α.Ε.» καταργείται.
62. Η υ.α. 35276/2002 (Β΄ 1621): «Τροπ. υ.α. περί Κανονισμού Λειτουργίας Πρακτορείων Ο.Π.Α.Π. Α.Ε.» καταργείται.
63. Η υ.α. 251/1999 (υ.α. 25148/1999, Β΄ 2004): «Λειτουργία Πρακτορείων, Υποχρεώσεις−Δικαιώματα Πρακτόρων ΟΠΑΠ» καταργείται.
Άρθρο 25
Τροποποίηση των προεδρικών διαταγμάτων 190/2006 και 56/1985
1. Η υποπερίπτωση ε΄ της περίπτωσης Α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του π.δ. 190/2006 (Α΄ 96) αντικαθίσταται ως εξής:
«ε) Πιστοποίηση γνώσεων. Ο (αντ)ασφαλιστικός και συνδεδεμένος ασφαλιστικός διαμεσολαβητής, για την εγγραφή του στο Μητρώο του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου, θα πρέπει να διαθέτει Πιστοποίηση γνώσεων εν ισχύ.
Με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος μπορεί να ρυθμίζεται η ανάθεση σε τρίτο του έργου της πιστοποίησης, το σύστημα εξετάσεων και ιδίως ο τόπος και ο χρόνος της διεξαγωγής τους, όπως και κάθε άλλη λεπτομέρεια διαδικαστικής ή διαχειριστικής φύσεως που συνδέεται με τη διεξαγωγή τους, το σύστημα των εξετάσεων, οι τυχόν επιμέρους κατηγορίες πιστοποίησης, οι γνωστικές περιοχές της εξέτασης, η διάρκεια ισχύος της πιστοποίησης και τυχόν πρόσθετες προϋποθέσεις διατήρησής της σε ισχύ, όπως η επανεκπαίδευση των κατόχων της, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για την τυχόν αναγνώριση άλλων εγγράφων ως ισοδύναμων με την παρούσα πιστοποίηση γνώσεων και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.»
2.α. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 5α του π.δ. 56/ 1985 (Α΄21) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«παρατείνεται δε, αυτοδικαίως μέχρι το διορισμό νέων μελών με την απόφαση της παραγράφου 1.»
β. Η θητεία της τριμελούς επιτροπής που ορίστηκε με την με αριθ. πρωτ. 1000/Β.2299/13.1.2010 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών παρατείνεται από τις 12.1.2013 έως τον ορισμό νέας επιτροπής και σε κάθε περίπτωση μέχρι τρεις μήνες μετά τη δημοσίευση του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και καλύπτει τις πράξεις που έγιναν στο διάστημα αυτό.
3. Το άρθρο 21β του ν. 1569/1985 (Α΄183) καταργείται.
Άρθρο 26
Τροποποιήσεις του π.δ. 237/1986
Το π.δ. 237/1986 (Α΄110) τροποποιείται ως εξής:
1. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 2, προστίθεται τρίτο εδάφιο, ως εξής:
«Η υποχρέωση ασφάλισης υφίσταται διαρκώς από τη χορήγηση της αδείας κυκλοφορίας και των πινακίδων κυκλοφορίας, χωρίς να εξαρτάται από την εν τοις πράγμασι κίνηση ή λειτουργία του αυτοκινήτου, εκτός αν έχει τηρηθεί η διαδικασία της ακινησίας.»
2. Η παράγραφος 4 του άρθρου 5 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Σε περίπτωση κυκλοφορίας οχήματος, χωρίς την κατά το άρθρο 2 ασφαλιστική κάλυψη, επιβάλλονται, πέραν των αναγραφομένων στο άρθρο 12 ποινών, και οι παρακάτω κυρώσεις:
α) Αφαίρεση της άδειας ικανότητας οδηγού και της άδειας κυκλοφορίας μετά των κρατικών πινακίδων του οχήματος για δέκα (10) ημέρες με πράξη της Αστυνομικής Αρχής. Επί εμπλοκής οχήματος σε ατύχημα επί τόπου αφαίρεση πινακίδων και άδειας κυκλοφορίας για δύο (2) χρόνια και επί υποτροπής για τρία (3) χρόνια.
Για την επιστροφή των πινακίδων και της άδειας κυκλοφορίας μετά την παρέλευση των ανωτέρω περιόδων απαιτείται η προσκόμιση από τον ενδιαφερόμενο του σχετικού σήματος ασφάλισης.
β) Χρηματικό πρόστιμο, το οποίο βεβαιώνεται με πράξη της Αστυνομικής Αρχής, υπέρ του κατά το άρθρο 16 του κ.ν. 489/1976 Επικουρικού Κεφαλαίου ίσο με χίλια (1.000) ευρώ για τα λεωφορεία και τα φορτηγά δημόσιας χρήσης, πεντακόσια (500) ευρώ για τα επιβατηγά και άλλα οχήματα κάθε φύσης και διακόσια πενήντα (250) ευρώ για τα δίκυκλα. Το παραπάνω χρηματικό πρόστιμο εισπράττεται κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε..
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.»
3. Προστίθεται άρθρο 5α, ως εξής:
«Άρθρο 5α
1. Ο εντοπισμός των τυχόν ανασφάλιστων αυτοκινήτων οχημάτων και η επιδίωξη συμμόρφωσης των ιδιοκτητών αυτών και μέσω της επίσπευσης της διαδικασίας επιβολής των διοικητικών κυρώσεων και ποινών της παραγράφου 4 του άρθρου 5 και των ποινικών κυρώσεων του άρθρου 12, διενεργείται: 1. Από τις αρμόδιες Αστυνομικές Αρχές με επιτόπιους ελέγχους και 2. ηλεκτρονικά με επιμέλεια της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων (Γ.Γ.Π.Σ.) του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία ορίζεται ως η αρμόδια για το σκοπό αυτόν υπηρεσία, με την κάτωθι διαδικασία:
α) Η Γ.Γ.Π.Σ. του Υπουργείου Οικονομικών αναλαμβάνει τη με ηλεκτρονικό τρόπο διασταύρωση και επεξεργασία των στοιχείων που προκύπτουν από τη ζεύξη των κάτωθι αρχείων (ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων):
αα) του αρχείου του Κέντρου Πληροφοριών που προβλέπεται στο άρθρο 27β του παρόντος, στο οποίο τηρούνται ηλεκτρονικά τα στοιχεία των αυτοκίνητων οχημάτων που είναι ασφαλισμένα και των αυτοκίνητων οχημάτων που εξαιρούνται από την υποχρέωση ασφάλισης αστικής ευθύνης σύμφωνα με το άρθρο 3 του παρόντος,
ββ) του αρχείου της Γ.Γ.Π.Σ. του Υπουργείου Οικονομικών, στο οποίο τηρούνται ηλεκτρονικά τα στοιχεία των αυτοκίνητων οχημάτων που η άδεια κυκλοφορίας τους εκδίδεται από το Υπουργείο Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων,
γγ) των αρχείων οποιασδήποτε άλλης δημόσιας υπηρεσίας ή Υπουργείου που νομιμοποιείται σύμφωνα με την νομοθεσία να εκδίδει άδεια κυκλοφορίας οχημάτων, στα οποία τηρούνται ηλεκτρονικά τα στοιχεία των οχημάτων αυτών.
Για το σκοπό αυτόν, το Κέντρο Πληροφοριών και οι παραπάνω δημόσιες υπηρεσίες ή Υπουργεία υποχρεούνται να θέτουν, σε διαρκή βάση, στη διάθεση της Γ.Γ.Π.Σ. τα παραπάνω αρχεία και στοιχεία τους.
β) Σε περίπτωση που από τη ζεύξη και την επεξεργασία των αναφερόμενων στην προηγούμενη περίπτωση α΄ αρχείων και στοιχείων εντοπίζεται αυτοκίνητο όχημα, για το οποίο προκύπτει ότι δεν υφίσταται η υποχρεωτική κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 ασφαλιστική κάλυψη (δηλαδή προκύπτει ανασφάλιστο αυτοκίνητο όχημα), η Γ.Γ.Π.Σ. συντάσσει περί αυτού πράξη, που αποστέλλεται με σχετική ειδοποιητήρια επιστολή προς τον ιδιοκτήτη του οχήματος αυτού, με την οποία τον καλεί να προβεί άμεσα και το αργότερο εντός οκτώ (8) ημερών από την παραλαβή αυτής στην κατά το άρθρο 2 ασφάλιση της αστικής ευθύνης από την κυκλοφορία του οχήματος ιδιοκτησίας του. Με την ίδια επιστολή η Γ.Γ.Π.Σ. ενημερώνει τον ιδιοκτήτη του οχήματος ως προς τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθηθεί για την παροχή τυχόν περαιτέρω εξηγήσεών του, σχετικά με την εκ μέρους του τήρηση ή μη της κατά το άρθρο το 2 υποχρέωσης προς ασφάλιση. Για την έκδοση του ασφαλιστηρίου συμβολαίου στην περίπτωση αυτή απαιτείται η προσκόμιση στην ασφαλιστική επιχείρηση της ειδοποιητήριας επιστολής και παραβόλου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου ύψους διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
γ) Σε περίπτωση μη εμφάνισης, μη παροχής ικανοποιητικών εξηγήσεων και μη συμμόρφωσης ιδιοκτήτη οχήματος με τα οριζόμενα στην προηγούμενη περίπτωση β΄, η Γ.Γ.Π.Σ. αποστέλλει τα στοιχεία αυτού και του οχήματός του, για το όποιο δεν υφίσταται η κατά το άρθρο 2 ασφαλιστική κάλυψη, στην Αστυνομική Αρχή του τόπου διαμονής του ιδιοκτήτη του οχήματος, η οποία επισπεύδει την σε βάρος του επιβολή των κυρώσεων και ποινών που προβλέπονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 5 και στο άρθρο 12.
2. Η Γ.Γ.Π.Σ. εκτελεί την προβλεπόμενη στις περιπτώσεις α΄ και β΄ της παραγράφου 1 διαδικασία ετησίως, σε τακτά χρονικά διαστήματα, και τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο, μετά και από αίτηση του προβλεπόμενου στο άρθρο 16 Επικουρικού Κεφαλαίου.
3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μπορεί να ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια, που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.»
4. Στο άρθρο 27β προστίθεται παράγραφος 9, ως εξής:
«9. Το Κέντρο Πληροφοριών υποχρεούται να θέτει τις πληροφορίες που τηρεί στο αρχείο του και αναφέρονται στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου στη διάθεση της Γ.Γ.Π.Σ., σε διαρκή βάση, προκειμένου να διενεργείται, με ηλεκτρονικό τρόπο, ο έλεγχος και εντοπισμός των αυτοκίνητων οχημάτων για τα οποία δεν υφίσταται η υποχρεωτική κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 ασφαλιστική κάλυψη (εντοπισμός ανασφάλιστων οχημάτων), κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στο άρθρο 5α του παρόντος.»
5. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν από 15.4.2013.
Άρθρο 27
Τροποποίηση του ν. 3867/2010
1. Το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 9 του άρθρου 1 του ν. 3867/2010 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρμόδια διοικητική υπηρεσία για την παροχή απόψεων και την αποστολή του διοικητικού φακέλου στα δικαστήρια σχετικά με τις εκκρεμείς δίκες και αξιώσεις που αναφέρονται στο πρώτο και δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, καθίσταται η Διεύθυνση Πιστωτικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών. Για εκκρεμείς δίκες και αξιώσεις που αφορούν το χρονικό διάστημα προ της 1.1.2008, η Διεύθυνση Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων και Αναλογιστικής της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων υποχρεούται να διατυπώσει απόψεις και να αποστείλει τα σχετικά στοιχεία στη Διεύθυνση Πιστωτικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων του Υπουργείου Οικονομικών. Για εκκρεμείς δίκες και αξιώσεις που αφορούν το χρονικό διάστημα μετά την 1.1.2008 και μέχρι την κατάργηση της Επιτροπής Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης (ΕΠΕΙΑ), η Διεύθυνση Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης της Τράπεζας της Ελλάδος διατυπώνει απόψεις και αποστέλλει στοιχεία στη Διεύθυνση Πιστωτικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων.»
2. Η Γενική Διεύθυνση Οικονομικών Υπηρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης Διοίκησης και Δημοσιονομικών Ελέγχων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους παραδίδει εντός είκοσι (20) ημερών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου τους αναφερόμενους στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 9 του άρθρου 1 του ν. 3867/2010 φακέλους στη Διεύθυνση Πιστωτικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών.
Άρθρο 28
Τροποποιήσεις του ν. 1667/1986
Ο ν. 1667/1986 (Α΄196) τροποποιείται, ως εξής:
1. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 1 προστίθεται περίπτωση ζ΄, ως εξής:
«ζ) Τη μέθοδο αποτίμησης για την αναπροσαρμογή της αξίας των συνεταιριστικών μερίδων που εξοφλούνται ή αποδίδονται σε συνεταίρους που αποχωρούν ή αποκλείονται από πιστωτικούς συνεταιρισμούς του παρόντος νόμου, που έχουν λάβει άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ως πιστωτικό ίδρυμα, κατόπιν έγκρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το ν. 3601/2007 (Α΄ 178), καθώς και τη μέθοδο αποτίμησης της εισφοράς που υποχρεούνται να καταβάλουν οι νέοι συνεταίροι κατά την είσοδό τους στους ως άνω πιστωτικούς συνεταιρισμούς.»
2.α. Στην παράγραφο 7 του άρθρου 2, προστίθεται εδάφιο, ως εξής:
«Η απόδοση της αξίας της συνεταιριστικής μερίδας κατά την αποχώρηση ή τον αποκλεισμό των συνεταίρων ή, καθώς και κάθε άλλη περίπτωση εξόφλησης των συνεταιριστικών μερίδων από πιστωτικούς συνεταιρισμούς του παρόντος νόμου, που έχουν λάβει άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ως πιστωτικό ίδρυμα, κατόπιν έγκρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το ν. 3601/2007, εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια των καταστατικών οργάνων τους, τα οποία μπορούν επίσης να επιμερίζουν σε όλους τους συνεταίρους που έχουν σχετικό δικαίωμα και ανάλογα με τις μερίδες του καθενός, το ποσό που η Τράπεζα της Ελλάδος έχει εγκρίνει να διατεθεί για εξόφληση της αξίας τους, εφόσον περιλαμβάνεται σχετική ρήτρα στο καταστατικό τους.»
β. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 9 του άρθρου 2 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ειδικά στον συνεταίρο που αποχωρεί ή αποκλείεται από πιστωτικούς συνεταιρισμούς του παρόντος νόμου, που έχουν λάβει άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ως πιστωτικό ίδρυμα, κατόπιν έγκρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το ν. 3601/2007 ή σε κάθε περίπτωση που εξοφλείται από το συνεταιρισμό συνεταιριστική μερίδα αποδίδεται η αξία της, που αναλογεί στην καθαρή περιουσία του πιστωτικού συνεταιρισμού, όπως αυτή προκύπτει από τον ελεγμένο από νόμιμο ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο, κατά την έννοια των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 2 του ν. 3693/2008 (Α΄ 174), ισολογισμό της τελευταίας χρήσης. Η αξία αυτή μπορεί να αναπροσαρμόζεται με μέθοδο αποτίμησης, η οποία αναφέρεται στο καταστατικό, στο οποίο προβλέπεται επίσης ότι ο υπολογισμός της πιστοποιείται από νόμιμο ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο. Η σύμφωνα με τα ανωτέρω απόδοση της αξίας της συνεταιριστικής μερίδας τελεί υπό την προϋπόθεση ότι δεν θίγονται οι υποχρεώσεις του πιστωτικού συνεταιρισμού που συναρτώνται με το ύψος των ιδίων κεφαλαίων του βάσει των εκάστοτε ισχυόντων κανόνων εποπτείας και επιφυλασσομένης της εφαρμογής του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 7 του άρθρου 2.»
3α. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 4 αντικαθίσταται, ως εξής:
«Σε περίπτωση που οι κληρονόμοι δεν αποκτούν την ιδιότητα του συνεταίρου, τους αποδίδεται η συνεταιριστική μερίδα που είχε εισφέρει ο κληρονομούμενος υπολογιζομένης της αξίας της σε πραγματικούς όρους, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 9 του άρθρου 2, εφόσον πρόκειται για πιστωτικό συνεταιρισμό που έχει λάβει άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ως πιστωτικό ίδρυμα, κατόπιν έγκρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το ν. 3601/2007.»
β. Το πέμπτο και έκτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του ν. 1667/1986, τα οποία προστέθηκαν με την παράγραφο 3 του άρθρου 17 του ν. 3156/2003 ( Α΄ 157) και αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 7 του ν. 3483/ 2006 (Α΄ 169), αντικαθίστανται ως εξής:
«Προκειμένου για πιστωτικούς συνεταιρισμούς του παρόντος νόμου, που έχουν λάβει άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ως πιστωτικό ίδρυμα, κατόπιν έγκρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το ν. 3601/2007, κάθε νέος συνεταίρος υποχρεούται κατά την είσοδό του να καταβάλει, εκτός από το ποσό της μερίδας του, και εισφορά ανάλογη προς την καθαρή περιουσία του συνεταιρισμού, όπως αυτή προκύπτει από τον ισολογισμό της τελευταίας, ελεγμένης από νόμιμο ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο χρήσης και με μέθοδο αποτίμησης η οποία αναφέρεται στο καταστατικό, στο οποίο προβλέπεται επίσης ότι ο υπολογισμός της τυχόν υπεραξίας πιστοποιείται από νόμιμο ελεγκτή ή ελεγκτικό γραφείο.»
4. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 6, προστίθεται περίπτωση θ΄, ως εξής:
«θ) Η έγκριση αιτήσεων συνεταίρων για την απόδοση της αξίας της συνεταιριστικής τους μερίδας κατά την αποχώρησή τους από το συνεταιρισμό, υπό τις προϋποθέσεις της παραγράφου 9 του άρθρου 2, εφόσον πρόκειται για πιστωτικό συνεταιρισμό του παρόντος νόμου, που έχει λάβει άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ως πιστωτικό ίδρυμα, κατόπιν έγκρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το ν. 3601/2007.»
5. Το πέμπτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 9 τροποποιείται ως εξής:
«Το υπόλοιπο των καθαρών κερδών μετά την αφαίρεση των αποθεματικών πιστωτικών συνεταιρισμών του παρόντος νόμου, που έχουν λάβει άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ως πιστωτικό ίδρυμα, κατόπιν έγκρισης από την Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με το ν. 3601/2007, διανέμεται στους συνεταίρους, κατόπιν σχετικής απόφασης της Γενικής Συνέλευσης.»
Άρθρο 29
Ρυθμίσεις θεμάτων Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος
1. Η εξάλειψη ή ο περιορισμός υφιστάμενης υποθήκης, επιταγής ή κατασχέσεως υπέρ της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος, που έχει εγγραφεί ατελώς με βάση τις ισχύουσες γι’ αυτήν ειδικές διατάξεις πριν τη θέση της ΑΤΕ σε ειδική εκκαθάριση του άρθρου 68 του ν.3601/2007, προς ασφάλεια δανείων ή πιστώσεων, οι εκ των οποίων έννομες σχέσεις μεταβιβάστηκαν σε άλλο πιστωτικό ίδρυμα, στο πλαίσιο της 4/27.7.2012 απόφασης της Τράπεζας της Ελλάδος (Β΄2209), δύναται να γίνει από το προς η μεταβίβαση πιστωτικό ίδρυμα και χωρίς συμβολαιογραφική πράξη με απλή και μονομερή αίτηση αυτού προς τον οικείο υποθηκοφύλακα ή προϊστάμενο κτηματολογικού γραφείου και απαλλάσσεται από κάθε τέλος και δικαιώματα, κατ’ εφαρμογή της ειδικής διάταξης του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 12 του ν.4332/1929 της 10−16.8.1929.
2. Η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του ν.4332/1929 της 10−16.8.1929, ως ισχύει καταργείται μετά την παρέλευση είκοσι (20) ημερών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
3. Ο Οργανισμός της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος, ο οποίος εγκρίθηκε με την 226698/1980/1973 απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν.δ. 213/1973, ως ισχύει, καταργείται από τη θέση του ως άνω πιστωτικού ιδρύματος σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης του άρθρου 68 του ν. 3601/2007.
Άρθρο 30
Μέτρα για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΚ) 924/2009 και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012
1. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 του παρόντος η Τράπεζα της Ελλάδος ορίζεται ως αρμόδια αρχή επιφορτισμένη για τη διασφάλιση της τήρησης των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 924/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 για τις διασυνοριακές πληρωμές στην Κοινότητα και την κατάργηση του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2560/2001 (ΕΕ L 266) και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ.260/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Μαρτίου 2012 σχετικά με την καθιέρωση τεχνικών απαιτήσεων και επιχειρηματικών κανόνων για τις μεταφορές πίστωσης και τις άμεσες χρεώσεις σε ευρώ και με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ.924/2009 (ΕΕ L 94). Εξαιρέσεις σύμφωνα με το άρθρο 16 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012 επιτρέπεται να χορηγηθούν με Πράξη της Εκτελεστικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος κατά το άρθρο 55Α του Καταστατικού της ή εξουσιοδοτημένου από αυτήν οργάνου.
2. Επί παραβάσεων του άρθρου 8 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 924/2009 και των άρθρων 3, 4, 5 και 9 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012, η Τράπεζα της Ελλάδος δύναται να επιβάλει με Πράξη της Εκτελεστικής Επιτροπής του άρθρου 55Α του Καταστατικού της ή εξουσιοδοτημένου από αυτήν οργάνου χρηματικό πρόστιμο υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου υπολογιζόμενο ως εφάπαξ ποσό ύψους δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ μέχρι δύο εκατομμυρίων (2.000.000) ευρώ και σε περίπτωση υποτροπής μέχρι τριών εκατομμυρίων (3.000.000) ευρώ, με την επιφύλαξη και των ειδικότερων διαδικασιών για την ανάκληση ή αναστολή άδειας λειτουργίας, καθώς επίσης των διατάξεων του Ποινικού Δικαίου. Τα ποσά των ανωτέρω προστίμων αποτελούν δημόσιο έσοδο, εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974, Α΄ 90) και μπορεί να αναπροσαρμόζονται με Πράξη της Εκτελεστικής Επιτροπής της Τράπεζας της Ελλάδος κατά το άρθρο 55Α του Καταστατικού της ή εξουσιοδοτημένου από αυτήν οργάνου. Άρνηση χορήγησης ή πλημμελής παροχή στοιχείων τιμωρείται κατ’ εφαρμογή των άρθρων 55Α και 55Γ του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος. Κατά την επιμέτρηση των κυρώσεων λαμβάνονται υπόψη, ιδίως, το είδος και η βαρύτητα της παράβασης, οι επιπτώσεις στην εύρυθμη λειτουργία του παραβάτη, η τυχόν καθ’ υποτροπή τέλεση παραβάσεων, η ανάγκη πρόληψης παρόμοιων παραβάσεων, καθώς και οι τυχόν αρνητικές επιπτώσεις επί των συναλλασσομένων. Για τη δημοσιοποίηση των αποφάσεων της Τράπεζας της Ελλάδος που επιβάλλουν κυρώσεις, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 69, παράγραφος 4 του ν. 3601/2007.
3. Αρμόδια αρχή για τη διαχείριση καταγγελιών που αφορούν στα άρθρα 3, 4, 6 και 7 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 924/2009 και στα άρθρα 7 και 8 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012 και την επιβολή σχετικών κυρώσεων ορίζεται η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων επιβάλλεται σε βάρος του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών ο οποίος δεν τηρεί τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από τις ως άνω διατάξεις πρόστιμο από πέντε χιλιάδες (5.000) έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ. Σε περίπτωση υποτροπής το ανώτατο όριο του προστίμου διπλασιάζεται. Κατά την επιμέτρηση του προστίμου λαμβάνονται ιδίως υπόψη και συνεκτιμώνται: α) η βαρύτητα της παράβασης, β) η συχνότητα αυτής, γ) η διάρκειά της, δ) οι ειδικές συνθήκες τέλεσής της, ε) ο βαθμός υπαιτιότητας και στ) ο κύκλος εργασιών του παραβάτη. Τα ποσά των προστίμων που επιβάλλονται αποτελούν δημόσιο έσοδο και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε. (ν.δ. 356/1974, Α΄ 90) και μπορεί να αναπροσαρμόζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων.
4. Για την εξωδικαστική επίλυση διαφορών, οι οποίες ανακύπτουν μεταξύ των χρηστών και των παρόχων των υπηρεσιών πληρωμών, όσον αφορά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 924/2009 και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 260/2012 αρμόδιοι είναι ο Συνήγορος του Καταναλωτή, ο Μεσολαβητής Τραπεζικών – Επενδυτικών Υπηρεσιών και οι Επιτροπές Φιλικού Διακανονισμού που προβλέπονται στο άρθρο 11 του ν. 2251/1994 (Α΄ 191).
5. Σε περίπτωση διασυνοριακών διαφορών, οι φορείς της παραγράφου 4 συνεργάζονται ενεργά με τους αντίστοιχους φορείς των άλλων κρατών−μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Άρθρο 31
Ρυθμίσεις θεμάτων αποκρατικοποιήσεων
1.α. Το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης γ΄ του άρθρου 5 του ν. 3049/2002 αντικαθίσταται ως εξής:
«τη συγκρότηση επιτροπών που προβλέπονται στην παρ. 3 του άρθρου 5Α».
β. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 5Α του ν. 3049/2002, η λέξη «Ε.Γ.Α.Α.» αντικαθίσταται από τη λέξη «Δ.Ε.Α.Α.».
γ. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 5Α του ν. 3049/2002 αντικαθίσταται ως εξής:
«Για κάθε σύμβαση που ανατίθεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, συνιστάται τριμελής Επιτροπή παρακολούθησης της εκτέλεσης και παραλαβής της σύμβασης. Η Επιτροπή συγκροτείται από έναν υπάλληλο της αρμόδιας Διεύθυνσης του Υπουργείου που εποπτεύει την εκάστοτε αποκρατικοποιούμενη εταιρεία ή περιουσιακό στοιχείο, έναν υπάλληλο της Διεύθυνσης ΔΕΚΟ του Υπουργείου Οικονομικών και έναν δημόσιο υπάλληλο ή ιδιώτη με εξειδικευμένες γνώσεις στο αντικείμενο της σύμβασης που πρόκειται να ανατεθεί. Τα μέλη της Επιτροπής διορίζονται με τους αναπληρωτές τους με απόφαση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Οικονομικών.»
2.α. Στο άρθρο 12 του π.δ. 178/2000 (Α΄165) προστίθεται παράγραφος 1Α, ως εξής:
« 1Α. Η Διεύθυνση ΔΕΚΟ έχει επιπλέον και τις εξής αρμοδιότητες:
α) Παρέχει γραμματειακή υποστήριξη στη Διυπουργική Επιτροπή Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων (Δ.Ε.Α.Α.), που συστάθηκε με το άρθρο 3 του ν.3049/2002 (Α΄212), όπως μετονομάσθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 48 του ν. 3871/2010 (Α΄171).
β) Εισηγείται στον Υπουργό Οικονομικών για τα θέματα που αυτός εισάγει προς συζήτηση στη Δ.Ε.Ε.Α..
γ) Ασκεί τις αρμοδιότητες των τμημάτων Α΄ και Β΄ της Διεύθυνσης Υποστήριξης της καταργηθείσας με την παρ. 2α του άρθρου έκτου του ν. 4079/2012 (Α΄180) Ειδικής Γραμματείας Αποκρατικοποιήσεων και Αναδιαρθρώσεων, όπως αυτές περιγράφονται στο άρθρο 3 παρ. 4 του ν. 3049/2002, μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 23 του ν. 3965/2011 (Α΄113).»
β. Στο άρθρο 12 του π.δ. 178/2000, προστίθεται παράγραφος 8, ως εξής:
«8. Οι αρμοδιότητες της παραγράφου 1Α ασκούνται από το Τμήμα το οποίο είναι αρμόδιο για την εκάστοτε αποκρατικοποιούμενη εταιρεία ή περιουσιακό στοιχείο και σε περίπτωση που δεν έχει αρμοδιότητα κάποιο τμήμα, οι αρμοδιότητες ασκούνται από το Τμήμα που η καθ’ ύλην αρμοδιότητά του είναι η πιο συναφής, κατά την κρίση του προϊσταμένου της Διεύθυνσης. Χρέη γραμματέα της Δ.Ε.Α.Α. εκτελεί υπάλληλος του εκάστοτε αρμόδιου τμήματος. Η Διεύθυνση ΔΕΚΟ μπορεί να συνεργάζεται για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της με την ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.».»
3. Στο τέλος της παρ. 5 του άρθρου 2 του ν. 3986/2011 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Επίσης το Ταμείο μπορεί να εισηγείται στον Υπουργό Οικονομικών και στον καθ’ ύλην αρμόδιο Υπουργό νομοθετικές ρυθμίσεις προς το σκοπό επιτάχυνσης και βελτιστοποίησης του έργου του Ταμείου, αιτιολογώντας αυτές ειδικά και εμπεριστατωμένα.»
4.α. Αναστέλλεται, μέχρι το χρόνο που ορίζεται στην περίπτωση γ΄ της παρούσας παραγράφου, η ποινική δίωξη των προσώπων στα οποία είχε, έχει ή πρόκειται να ανατεθεί η νόμιμη εκπροσώπηση των εταιρειών που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων των μεσοπρόθεσμων πλαισίων δημοσιονομικής πολιτικής 2011−2015 και 2013−2016, που εγκρίθηκαν με τους νόμους 3985/2011 (Α΄ 151) και 4093/2012 (Α΄222) αντίστοιχα, για οφειλές των εταιρειών προς το Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ., ασφαλιστικούς οργανισμούς και ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού.
β. Κατά των εταιριών και των προσώπων της προηγούμενης περίπτωσης α΄ και μέχρι το χρόνο που ορίζεται στην επόμενη περίπτωση γ΄ δεν επισπεύδονται πράξεις ή μέτρα εκτέλεσης κατά τον Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων ή άλλον ειδικό νόμο για οφειλές των εταιρειών προς το Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ., ασφαλιστικούς οργανισμούς και ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού. Πράξεις ή μέτρα που έχουν ασκηθεί κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου αναστέλλονται μέχρι το χρόνο που ορίζεται στην επόμενη περίπτωση γ΄.
γ. Η αναστολή των προηγούμενων περιπτώσεων α΄ και β΄ διαρκεί μέχρι την ολοκλήρωση είτε της αποκρατικοποίησης της εταιρείας για οφειλές της οποίας διώκεται ο νόμιμος εκπρόσωπός της ή έχουν επισπευσθεί μέτρα εκτέλεσης είτε μέχρι την αξιοποίηση επιμέρους περιουσιακών στοιχείων αυτής είτε μέσω της μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων τους στο ΤΑΙΠΕΔ είτε με τη θέση τους σε λύση και εκκαθάριση, οπότε αίρεται το αξιόποινο των πράξεων και παύουν οριστικά τόσο οι ποινικές διώξεις όσο και κάθε πράξη ή μέτρο εκτέλεσης κατά των φυσικών προσώπων των περιπτώσεων α΄ και β΄ του παρόντος, ενώ η ευθύνη εξόφλησης των οφειλών αυτών παραμένει στα νομικά πρόσωπα και βαρύνει τα περιουσιακά τους στοιχεία.
5. Οι περιπτώσεις αα΄ και ββ΄ της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του ν. 4024/2011 (Α΄ 226) αντικαθίστανται, από τότε που ίσχυσε ο ν. 4024/2011, ως εξής:
«αα) Η πλειοψηφία του Διοικητικού Συμβουλίου έχει διοριστεί ή εκλεχθεί από το Δημόσιο ή το «Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου Α.Ε.» (ΤΑΙΠΕΔ) ή άλλα νομικά πρόσωπα των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 1 του ν. 3429/2005 (Α΄ 314), που ενεργούν ως μέτοχοι, μόνοι ή από κοινού.
ββ) το Δημόσιο ή το ΤΑΙΠΕΔ ή άλλα νομικά πρόσωπα των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 1 του ν. 3429/ 2005, μόνοι ή από κοινού, έχουν την πλειοψηφία των μετοχών.»
6.α. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ν. 3986/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«Τα καταστατικά των εταιριών των οποίων το σύνολο ή μέρος των μετοχών περιέρχεται, άμεσα ή έμμεσα, στο Ταμείο ή τα δικαιώματα ψήφου από τις ανωτέρω μετοχές ασκούνται από το Ταμείο, μπορούν να τροποποιούνται ως προς όλες τις διατάξεις τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του κ.ν. 2190/1920.»
β. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του ν. 3986/2011, προστίθεται, από τότε που ίσχυσε ο ν. 3986/2011, εδάφιο ως εξής:
«Ως προς το βαθμολογικό και μισθολογικό καθεστώς του πάσης φύσεως προσωπικού των εταιριών αυτών εφαρμόζονται, για όσο χρόνο οι μετοχές ή τα δικαιώματα ψήφου επ’ αυτών ανήκουν στο Ταμείο, οι διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά για το προσωπικό των Ν.Π.Ι.Δ. που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Κεφαλαίου Α΄ ή Β΄ του ν. 3429/2005, εφόσον οι εταιρίες αυτές, πριν τη μεταβίβαση των μετοχών ή των δικαιωμάτων ψήφου από αυτές στο Ταμείο, υπάγονταν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του Κεφαλαίου Α΄ ή Β΄ του ν. 3429/2005, κατά περίπτωση.»
γ. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργείται η παράγραφος 9 του άρθρου 7 του ν. 4038/2012, όπως αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 13 του άρθρου 321 του ν. 4072/2012, καθώς και τα δύο τελευταία εδάφια της παρ. 7 του άρθρου 2 του ν. 3986/2011 που προστέθηκαν με την υποπαράγραφο Δ.1. περίπτωση 6 του ν. 4093/2012.
7.α. Στο στοιχείο στ΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 27 του ν.δ. 827/1978 (Α΄194), η φράση «πλην της εκμετάλλευσης καταστημάτων αφορολόγητων και αδασμολόγητων ειδών» καταργείται, καθώς και η λέξη «θυγατρικές».
β. Μετά την παράγραφο 9 του άρθρου 120 του ν. 2533/ 1997 (Α΄ 228) προστίθεται παράγραφος 10 ως εξής:
«10. Επιτρέπεται στην ΚΑΕ Α.Ε. να αποσχίσει και να εισφέρει τον κλάδο του ταξιδιωτικού εμπορίου, συμπεριλαμβανομένης της εκμετάλλευσης των καταστημάτων αφορολογήτων ειδών, σε εταιρεία που ιδρύει ή έχει ιδρύσει. Με την ολοκλήρωση της απόσχισης αυτής, η οποία εξομοιώνεται με καθολική διαδοχή, η αποκτώσα εταιρεία υπεισέρχεται αυτοδικαίως και χωρίς οποιαδήποτε άλλη διατύπωση ή διαδικασία σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της εισφέρουσας εταιρείας που αφορούν στον εισφερόμενο κλάδο και ιδίως σε όσα απορρέουν από την από 30.12.1997 σύμβαση παραχώρησης με το Ελληνικό Δημόσιο, τις κείμενες διατάξεις, τις κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων αυτών εκδοθείσες διοικητικές πράξεις, καθώς και τις σχετικές συμβάσεις παραχώρησης−μίσθωσης. Όπου στην οικεία νομοθεσία, στις κατ’ εξουσιοδότηση εκδοθείσες διοικητικές πράξεις, στις συμβάσεις παραχώρησης – μίσθωσης και στις πάσης φύσεως άδειες και εγκρίσεις γίνεται αναφορά στην εισφέρουσα εταιρεία, η αναφορά αυτή νοείται μετά την ολοκλήρωση της απόσχισης ως αναφορά στην αποκτώσα τον κλάδο εταιρεία.»
Άρθρο 32
Ρυθμίσεις για τη δημόσια περιουσία
1. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 8 του ν.3130/2003 (Α΄76) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Εναλλακτικά της δημοσίευσης σε εφημερίδες, η διακήρυξη μπορεί να δημοσιεύεται με ανάρτηση στο διαδικτυακό τόπο του Υπουργείου Οικονομικών και του φορέα των προς στέγαση δημόσιων υπηρεσιών, εφόσον ο τελευταίος διαθέτει διαδικτυακό τόπο.»
2. Μετά το άρθρο 27 του ν. 3130/2003 προστίθεται νέο άρθρο 27Α ως εξής:
« Άρθρο 27Α
Ρυθμίσεις για τη στέγαση των Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.)
1. Οι Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) του Υπουργείου Οικονομικών στεγάζονται σε κτίρια που βρίσκονται εντός της χωρικής τους αρμοδιότητας, σύμφωνα με τους παρακάτω ειδικότερους χωροταξικούς όρους:
α. Οι αρμόδιες Δ.Ο.Υ. για τις Περιφερειακές Ενότητες Κεντρικού Τομέα Αθηνών, Νότιου Τομέα Αθηνών, Βόρειου Τομέα Αθηνών, Δυτικού Τομέα Αθηνών, Περιφερειακής Ενότητας Πειραιά και Δήμου Θεσσαλονίκης στεγάζονται σε κτίρια οπουδήποτε εντός των ορίων της χωρικής τους αρμοδιότητας.
β. Οι αρμόδιες Δ.Ο.Υ. για τις Περιφερειακές Ενότητες Ανατολικής Αττικής, Δυτικής Αττικής και λοιπών Δήμων Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης πλην Δήμου Θεσσαλονίκης, στεγάζονται ως κάτωθι:
αα) Η Δ.Ο.Υ., που έχει έδρα το Κορωπί Αττικής, στεγάζεται σε κτίριο που βρίσκεται εντός των ορίων του Δήμου Κρωπίας.
ββ) Η Δ.Ο.Υ., που έχει έδρα την Ελευσίνα Αττικής, στεγάζεται σε κτίριο που βρίσκεται εντός των ορίων της Δημοτικής Κοινότητας Ελευσίνας.
γγ) Η Δ.Ο.Υ., που έχει έδρα τις Αχαρνές Αττικής, στεγάζεται σε κτίριο που βρίσκεται εντός των ορίων της Δημοτικής Κοινότητας Αχαρνών.
δδ) Η Δ.Ο.Υ., που έχει έδρα την Ιωνία Θεσσαλονίκης, στεγάζεται σε κτίριο που βρίσκεται εντός των ορίων των Δημοτικών Κοινοτήτων Νέας Μαγνησίας και Διαβατών της Δημοτικής Ενότητας Εχεδώρου του Δήμου Δέλτα.
εε) Η Δ.Ο.Υ., που έχει έδρα την Καλαμαριά Θεσσαλονίκης, στεγάζεται σε κτίριο που βρίσκεται εντός των ορίων του Δήμου Καλαμαριάς.
στστ) Η Δ.Ο.Υ., που έχει έδρα τον Λαγκαδά Θεσσαλονίκης, στεγάζεται σε κτίριο που βρίσκεται εντός των ορίων της Δημοτικής Κοινότητας Λαγκαδά.
ζζ) Η Δ.Ο.Υ., που έχει έδρα τους Αμπελοκήπους Θεσσαλονίκης, στεγάζεται σε κτίριο που βρίσκεται εντός των ορίων του Δήμου Αμπελοκήπων − Μενεμένης.
γ. Οι αρμόδιες Δ.Ο.Υ. για τις υπόλοιπες περιφερειακές ενότητες της χώρας στεγάζονται σε κτίρια που βρίσκονται εντός των ορίων των δημοτικών κοινοτήτων όπου βρίσκεται η έδρα του δήμου στον οποίο βρίσκεται η έδρα της Δ.Ο.Υ..
2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, οι Δ.Ο.Υ. μπορούν να στεγάζονται και εκτός ορίων χωρικής τους αρμοδιότητας, κατά παρέκκλιση των οριζομένων στην προηγούμενη παράγραφο, εφόσον τα κτήρια στέγασης ανήκουν, κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης μίσθωσης, κατά κυριότητα στο Δημόσιο ή στο Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ Α.Ε.) ή παραχωρούνται κατά χρήση στο Δημόσιο δωρεάν ή έναντι συμβολικού τιμήματος.»
3.α. Στο τέλος της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 23 του άρθρου τρίτου του ν. 4092/2012 (Α΄ 220) προστίθενται λέξεις ως εξής: «το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει τις τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ».
β. Στην παράγραφο 8 του άρθρου 13 του ν. 4111/2013 (Α΄ 18), οι λέξεις «ένδικα μέσα» αντικαθίστανται, από την έναρξη ισχύος του ν. 4111/2013, με τις λέξεις «ένδικα βοηθήματα».
γ. Στα ένδικα μέσα που ασκήθηκαν από 9.11.2012 και μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου δυνάμει της παραγράφου 23 του άρθρου τρίτου του ν. 4092/2012, θεωρείται ότι η προϋπόθεση παραδεκτής άσκησης αυτών, η οποία τίθεται με την εν λόγω παράγραφο, πληρούται εφόσον το προβλεπόμενο ποσό καταβληθεί στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. εντός 15 ημερών από την έναρξη ισχύος του παρόντος και υπό την προϋπόθεση ότι η υπόθεση δεν έχει συζητηθεί.
4. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του α.ν. 1920/1939 (Α΄346) αντικαθίσταται ως εξής:
«Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, που εκδίδεται μετά από γνώμη του Δ.Σ. της Επιτροπής Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων, καταρτίζεται ο κανονισμός εσωτερικής υπηρεσίας της Ε.Ο.Κ. με τον οποίο προβλέπονται οι όροι και οι προϋποθέσεις παραχώρησης, καθώς και το τιμολόγιο κατά κατηγορία οργανωτών και ρυθμίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής.»
5. Το κοινωφελές ίδρυμα με την επωνυμία «ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΠΕΤΑΝ ΒΑΣΙΛΗ», η σύσταση του οποίου έχει εγκριθεί με το από 28.9.2011 προεδρικό διάταγμα, που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Β΄ 2243/6.10.2011 έχει πλήρη διοικητική και διαχειριστική αυτοτέλεια και αυτονομία και δεν υπάγεται στις διατάξεις του α.ν. 2039/1939 (Α΄455), με εξαίρεση εκείνες που αφορούν την υποβολή και έγκριση των προϋπολογισμών και απολογισμών του. Μέσα σε ένα μήνα από την έναρξη ισχύος του παρόντος, το ίδρυμα υποχρεούται να προβεί σε ανάλογη τροποποίηση του Οργανισμού του.
6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού καταβάλλεται στους κατά νόμο δικαιούχους αποζημίωση για τη χρήση ακινήτων, η οποία έγινε για τη στέγαση υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού για το διάστημα από 1.7.2012 μέχρι και 31.12.2013, εφόσον οι υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού εξακολουθούν να κάνουν χρήση αυτών.
Άρθρο 33
Τροποποίηση διατάξεων του Κ.Ε.Δ.Ε.
1. Στο άρθρο 84 του ν.δ. 356/1974 προστίθεται τρίτη παράγραφος ως ακολούθως:
«3. Οι κοινοποιήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 30 και 30Α δύναται να ενεργούνται με ηλεκτρονικά μέσα, εφόσον:
α) τα προς επίδοση έγγραφα φέρουν προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την έννοια της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 3979/2011,
β) το προς ο η επίδοση πρόσωπο έχει γνωστοποιήσει συγκεκριμένο μέσο ως προτιμώμενο, ανεξάρτητα αν έχει συγκατατεθεί ρητά στη χρήση του. Η επίδοση θεωρείται ότι συντελέστηκε κατά την ημερομηνία και ώρα παράδοσης του εγγράφου στο ηλεκτρονικό μέσο που δηλώθηκε ως προτιμώμενο. Απόδειξη, που θα φέρει προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, κατά την ως άνω έννοια ισχύει ως έκθεση επίδοσης. Τα προηγούμενα εδάφια ισχύουν αναλόγως και για την υποβολή της δήλωσης του άρθρου 32. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.»
2. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 61 του ν.δ. 356/1974 προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως ακολούθως:
«Κατ’ εξαίρεση, για τις ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του από φόρο προστιθέμενης αξίας, με τις πάσης φύσεως προσαυξήσεις, το Δημόσιο κατατάσσεται στην υπ’ αριθ. 2 σειρά του ίδιου άρθρου και πριν από την ικανοποίηση των απαιτήσεων του άρθρου 976 ΚΠολΔ.»
Η κατά τη διάταξη του προηγούμενου εδαφίου κατάταξη του Δημοσίου ισχύει, ανεξάρτητα από την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου, και σε περίπτωση πτώχευσης οφειλέτη του Δημοσίου, σε σχέση με απαιτήσεις του Δημοσίου για φόρο προστιθέμενης αξίας με τις πάσης φύσεως προσαυξήσεις, που γεννήθηκαν ή ανάγονται σε χρόνο πριν από την πτώχευση, ανεξαρτήτως βεβαίωσής τους.
3. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 58 του ν.δ. 356/1974 καταργείται και προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:
«Κατ’ εξαίρεση, αν δικαιούχος των αμφισβητούμενων απαιτήσεων είναι το Δημόσιο, καταβάλλεται αμέσως το σύνολο της καταταγείσης απαίτησής του, η οποία επιστρέφεται ατόκως στον υπάλληλο του πλειστηριασμού μέσα σε δύο μήνες από την επίδοση στη Δ.Ο.Υ. της τελεσίδικης απόφασης που απέβαλε από τον πίνακα την εισπραχθείσα απαίτηση του Δημοσίου. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται και στους πίνακες κατάταξης δανειστών, που συντάχθηκαν πριν από την έναρξη της ισχύος της. Ο χρόνος μεταξύ της είσπραξης και της επαναβεβαίωσης της απoβληθείσης απαίτησης του Δημοσίου δεν προσμετράται στην προθεσμία παραγραφής της. Οι διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται, αναλόγως, και στις πτωχευτικές διανομές, καθώς και σε κάθε άλλη διαδικασία κατάταξης δανειστών, ανεξάρτητα από τις διατάξεις που τη διέπουν.»
Άρθρο 34
Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π.), Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.), Διαπεριφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα (Δ.Ε.Κ.) Αθηνών και Θεσσαλονίκης και άλλα θέματα του Υπουργείου Οικονομικών
1.α. Συνιστάται ειδική αποκεντρωμένη υπηρεσία φορολογικού ελέγχου επιπέδου Διεύθυνσης, με τίτλο «Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (Κ.Ε.ΦΟ. ΜΕ.Π.)», η οποία υπάγεται στη Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, έχει έδρα στο Δήμο Αθηναίων και η κατά τόπον αρμοδιότητά του εκτείνεται σε όλη την Επικράτεια.
Η Υποδιεύθυνση Γ΄ και έξι Εποπτείες Ελέγχου, επιπέδου τμήματος, αποσπώνται από το Διαπεριφερειακό Ελεγκτικό Κέντρο (Δ.Ε.Κ.) Αθηνών, μετονομάζονται και μεταφέρονται στην υπηρεσία του προηγούμενου εδαφίου, στην οποία συνιστάται μία ακόμη Υποδιεύθυνση και έξι επιπλέον οργανικές μονάδες επιπέδου τμήματος.
Στο Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου μεταφέρονται οι κατωτέρω αρμοδιότητες για τους φορολογουμένους μεγάλου πλούτου όλης της Επικράτειας:
αα) Οι αρμοδιότητες που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 2343/1995 (Α΄ 211), όπως ισχύει, και της παρ. 4 του άρθρου 1 του π.δ. 280/1997 (Α΄203), όπως ισχύουν. Κατά την έναρξη λειτουργίας του το Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π. είναι αρμόδιο για τον έλεγχο των υποθέσεων που προβλέπονται από την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών 1039/2012 (Β΄342), όπως ισχύει μετά από την τροποποίησή της με την όμοια απόφαση 1202/2012 (Β΄3007), των υποθέσεων που έχουν ανατεθεί στο ΔΕΚ Αθηνών με την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών αριθ. ΔΕΛ Α 1139975 ΕΞ 2012/10.10.2012 (Β΄ 2756), καθώς και των αλλοδαπών εταιρειών εκμετάλλευσης ακινήτων, για τις οποίες δεν προκύπτει το φυσικό πρόσωπο ή των ημεδαπών εταιρειών εκμετάλλευσης ακινήτων, στις οποίες συμμετέχει αλλοδαπή εταιρεία χωρίς να εμφανίζεται το φυσικό πρόσωπο.
ββ) Οι αρμοδιότητες που αφορούν στη βεβαίωση και στην αναγκαστική είσπραξη για τα έσοδα που προέρχονται από ενέργειες του Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π., για τους φορολογουμένους μεγάλου πλούτου.
Οι φορολογούμενοι μεγάλου πλούτου καθορίζονται ή ανακαθορίζονται, με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
β.1. Το Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου διαρθρώνεται σε δύο (2) Υποδιευθύνσεις, δώδεκα (12) Τμήματα, από τα οποία δύο αυτοτελή και ένα Γραφείο, ως εξής:
αα) Υποδιεύθυνση Ελέγχων Α΄
Τμήματα Ελέγχου Α΄ έως και Ε΄
ββ) Υποδιεύθυνση Ελέγχων Β΄
Τμήματα Ελέγχου ΣΤ΄ έως και Ι΄
γγ) Στον Προϊστάμενο του Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π υπάγονται, απευθείας:
i. Αυτοτελές Τμήμα Δικαστικού και Νομικής Υποστήριξης, στο οποίο λειτουργεί Γραφείο Βεβαίωσης και Είσπραξης Εσόδων.
ii. Αυτοτελές Τμήμα Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης.
β.2. Οι αρμοδιότητες του Κέντρου Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου κατανέμονται στις οργανικές του μονάδες, ως ακολούθως:
αα) Τμήματα Ελέγχου Α΄ έως και Ι΄ Κάθε Τμήμα Ελέγχου ασκεί όλες τις αρμοδιότητες που ορίζονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 1 του π.δ.280/1997 επί των υποθέσεων που ανατίθενται σε αυτό με πράξη του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π..
ββ) Αυτοτελές Τμήμα Δικαστικού και Νομικής Υποστήριξης
Το Τμήμα έχει τις ίδιες αρμοδιότητες με αυτές του Τμήματος Δικαστικού των Δ.Ο.Υ. Α΄ τάξεως, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, όπως επίσης τις αρμοδιότητες των εδαφίων α΄ έως και ε΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του π.δ. 280/1997 και τη νομική υποστήριξη του Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π.. Επίσης, έχει τις ίδιες αρμοδιότητες με αυτές του Τμήματος Εσόδων των Δ.Ο.Υ. Α΄ τάξεως, μετά από τη μεταφορά σε αυτό των αρμοδιοτήτων του Τμήματος «Λογιστικό» των ιδίων Δ.Ο.Υ., σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, για τα έσοδα που προέρχονται από τους ελέγχους του Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π., που διενεργούνται από την έναρξη της λειτουργίας του και εξής.
Στο Τμήμα λειτουργεί Γραφείο Βεβαίωσης και Είσπραξης Εσόδων, στο οποίο περιέρχονται οι αρμοδιότητες, που περιγράφονται στο αμέσως προηγούμενο εδάφιο της παρούσας περίπτωσης.
γγ) Αυτοτελές Τμήμα Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης.
Το Τμήμα έχει την αρμοδιότητα της διοικητικής και μηχανογραφικής υποστήριξης του Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π.
γ. Οι υφιστάμενες, κατά την έναρξη λειτουργίας του Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π., εκκρεμείς υποθέσεις φορολογουμένων μεγάλου πλούτου του Διαπεριφερειακού Ελεγκτικού Κέντρου Αθηνών ολοκληρώνονται από το Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π., στο οποίο μεταφέρονται οι αρμοδιότητες της υποπαραγράφου α΄ της παρούσας παραγράφου γι’ αυτές, μαζί με το σχετικό αρχείο. Ο έλεγχος των υποθέσεων αυτών θα συνεχιστεί και θα ολοκληρωθεί, χωρίς να απαιτείται η έκδοση νέας εντολής, από τον ίδιο ή τους ίδιους ελεγκτές, στους οποίους έχει ανατεθεί, οι οποίοι μετακινούνται για αυτόν το σκοπό στο Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π..
Από το Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π. ασκείται επίσης η εκπροσώπηση της φορολογικής αρχής στα δικαστήρια για τις υποθέσεις αυτές.
Με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εξειδικεύονται περαιτέρω οι αρμοδιότητες, η διαδικασία και ο τρόπος μεταφοράς των υποθέσεων και κάθε αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή της παρούσας.
2.α. Η Δ.Ο.Υ. Μεγάλων Επιχειρήσεων (παρ. 6 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011/Α΄ 180) μετατρέπεται σε ειδική αποκεντρωμένη υπηρεσία φορολογικού ελέγχου, που υπάγεται στη Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, μετονομάζεται σε «Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.)», έχει έδρα στο Δήμο Αθηναίων και η κατά τόπον αρμοδιότητά του εκτείνεται σε όλη την Επικράτεια.
Το Κέντρο του προηγούμενου εδαφίου έχει τις αρμοδιότητες που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 2343/1995 (Α΄ 211) και της παρ. 4 του άρθρου 1 του π.δ. 280/1997 (Α΄ 203), όπως ισχύουν και τις αρμοδιότητες της βεβαίωσης και της αναγκαστικής είσπραξης εσόδων που αφορούν στις μεγάλες επιχειρήσεις όλης της Επικράτειας, για τα έσοδα που προέρχονται από τους ελέγχους της υπηρεσίας αυτής.
Ως προς τον έλεγχο, το Κ.Ε. ΜΕ.ΕΠ. έχει αρμοδιότητα τακτικού (οριστικού) φορολογικού ελέγχου, σε:
αα) Φορολογουμένους, γενικά, με ετήσια ακαθάριστα έσοδα άνω των είκοσι πέντε εκατομμυρίων (25.000.000) ευρώ.
ββ) Συνδεδεμένες επιχειρήσεις, ανεξάρτητα από το ύψος των ετήσιων ακαθάριστων εσόδων τους ή σε μητρικές επιχειρήσεις των συνδεδεμένων επιχειρήσεων που υποχρεούνται να καταρτίζουν ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 90 του κ.ν. 2190/1920, ανεξάρτητα από τη διαχειριστική περίοδο που αφορούν και το ύψος των ακαθάριστων εσόδων τους.
γγ) Επιχειρήσεις που προήλθαν από οποιονδήποτε μετασχηματισμό, καθώς και των πριν το μετασχηματισμό επιχειρήσεων.
Οι μεγάλες επιχειρήσεις καθορίζονται ή ανακαθορίζονται, με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
β.1. Το Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων διαρθρώνεται σε δύο (2) Υποδιευθύνσεις, δεκατρία (13) Τμήματα, από τα οποία τρία αυτοτελή και ένα Γραφείο, ως εξής:
αα) Υποδιεύθυνση Ελέγχων Α΄
Τμήματα Ελέγχου Α΄ έως και Ε΄
ββ) Υποδιεύθυνση Ελέγχων Β΄
Τμήματα Ελέγχου ΣΤ΄ έως και Ι΄
γγ) Στον Προϊστάμενο του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ., υπάγονται, απευθείας:
i. Αυτοτελές Τμήμα Δικαστικού και Νομικής Υποστήριξης, στο οποίο λειτουργεί Γραφείο Βεβαίωσης και Είσπραξης Εσόδων.
ii. Αυτοτελές Τμήμα Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης.
iii. Αυτοτελές Τμήμα Φορολογικών Διαδικασιών.
β.2. Οι αρμοδιότητες του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων κατανέμονται στις οργανικές του μονάδες, ως ακολούθως:
αα) Τμήματα Ελέγχου Α΄ έως και Ι΄.
Κάθε Τμήμα Ελέγχου ασκεί όλες τις αρμοδιότητες που ορίζονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 1 του π.δ. 280/1997 επί των υποθέσεων που ανατίθενται σε αυτό με πράξη του Προϊσταμένου του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ..
ββ) Αυτοτελές Τμήμα Δικαστικού και Νομικής Υποστήριξης.
Το Τμήμα ασκεί τις ίδιες αρμοδιότητες με αυτές του Τμήματος Δικαστικού των Δ.Ο.Υ. Α΄ τάξεως, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, τις αρμοδιότητες των εδαφίων α΄ έως και ε΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του π.δ. 280/1997 και τη νομική υποστήριξη του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ.. Επίσης, έχει τις ίδιες αρμοδιότητες με το Τμήμα Εσόδων των Δ.Ο.Υ. Α΄ τάξεως, μετά από τη μεταφορά σε αυτό των αρμοδιοτήτων του Τμήματος «Λογιστικό» των ίδιων Δ.Ο.Υ., σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, για τα έσοδα που προέρχονται από τους ελέγχους του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ. και, επίσης, παρακολουθεί τα βεβαιωθέντα στη Δ.Ο.Υ. Μεγάλων Επιχειρήσεων έσοδα.
Στο Τμήμα λειτουργεί Γραφείο Βεβαίωσης και Είσπραξης Εσόδων, στο οποίο περιέρχονται οι αρμοδιότητες του Τμήματος, που περιγράφονται στο αμέσως προηγούμενο εδάφιο της παρούσας περίπτωσης.
γγ) Αυτοτελές Τμήμα Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης.
Το Τμήμα αναλαμβάνει τη διοικητική και μηχανογραφική υποστήριξη του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ..
δδ) Αυτοτελές Τμήμα Φορολογικών Διαδικασιών Το Τμήμα παραλαμβάνει όλες τις τροποποιητικές – συμπληρωματικές δηλώσεις για την περίοδο που λειτουργούσε η Δ.Ο.Υ. Μεγάλων Επιχειρήσεων και η Δ.Ο.Υ. ΦΑΒΕ Αθηνών, καθώς και συναφή θέματα που θα καθορισθούν με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με όμοια απόφαση ορίζεται η ημερομηνία παύσης λειτουργίας του Τμήματος.
γ. Υποθέσεις για τις οποίες έχει αρχίσει ο έλεγχος από τις αρμόδιες υπηρεσίες, σύμφωνα με όσα ορίζονται στη με αριθμό 1039/2012 όπως ισχύει, μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος, ελέγχονται από αυτές, εκτός των υποθέσεων που μεταφέρονται στο Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου.
Από το Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ. ασκείται επίσης η εκπροσώπηση της φορολογικής αρχής στα δικαστήρια για τις υποθέσεις αυτές.
Με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εξειδικεύονται περαιτέρω οι αρμοδιότητες, η διαδικασία και ο τρόπος μεταφοράς των υποθέσεων και κάθε αναγκαίο ζήτημα για την εφαρμογή της παρούσας.
δ. Από την έναρξη λειτουργίας του Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ. μεταφέρονται όλες οι αρμοδιότητες, που αφορούν στις μεγάλες επιχειρήσεις, εφόσον δεν περιλαμβάνονται στις υποπαραγράφους α΄ και β΄ της παρούσας παραγράφου, από τη Δ.Ο.Υ. Μεγάλων Επιχειρήσεων στις κατά τόπον αρμόδιες Δ.Ο.Υ. και στις Φ.Α.Ε. Ανωνύμων Εταιρειών.
3.α. Στα Διαπεριφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα (Δ.Ε.Κ.) Αθηνών και Θεσσαλονίκης, εκτός από τις αρμοδιότητες που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 2343/1995 (Α΄ 211) και της παρ. 4 του άρθρου 1 του π.δ. 280/1997 (Α΄203), όπως ισχύουν, μεταφέρονται από τις Δ.Ο.Υ., κατά λόγο της καθ’ ύλην και κατά τόπον αρμοδιότητάς τους και οι αρμοδιότητες που αφορούν την αναγκαστική είσπραξη των βεβαιωμένων από αυτά οφειλών, από την έναρξη λειτουργίας αυτών με τη νέα τους συγκρότηση.
Ως προς τον έλεγχο, τα Διαπεριφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα έχουν αρμοδιότητα τακτικού (οριστικού) φορολογικού ελέγχου σε φορολογουμένους με ετήσια ακαθάριστα έσοδα άνω των τριών εκατομμυρίων (3.000.000) ευρώ και μέχρι είκοσι πέντε εκατομμυρίων (25.000.000) ευρώ χωρικής αρμοδιότητάς τους.
Α.i. Το Διαπεριφερειακό Ελεγκτικό Κέντρο (Δ.Ε.Κ.) Αθηνών ανασυγκροτείται και διαρθρώνεται σε δύο (2) Υποδιευθύνσεις και έντεκα (11) Τμήματα, από τα οποία ένα αυτοτελές και δύο Γραφεία, ως εξής:
α) Υποδιεύθυνση Ελέγχων Α΄
Τμήματα Ελέγχου Α΄ έως και Ε΄
β) Υποδιεύθυνση Ελέγχων Β΄
Τμήματα Ελέγχου ΣΤ΄ έως και Ι΄
γ) Στον Προϊστάμενο του Δ.Ε.Κ. Αθηνών υπάγονται, απευθείας:
αα) Αυτοτελές Τμήμα Δικαστικού και Νομικής Υποστήριξης, στο οποίο λειτουργεί Γραφείο Βεβαίωσης και Είσπραξης Εσόδων.
ββ) Γραφείο Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης.
ii. Οι αρμοδιότητες του Διαπεριφερειακού Ελεγκτικού Κέντρου Αθηνών κατανέμονται στις οργανικές του μονάδες, ως ακολούθως:
α) Τμήματα Ελέγχου Α΄ έως και Ι΄ Κάθε Τμήμα Ελέγχου ασκεί όλες τις αρμοδιότητες που ορίζονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 1 του π.δ.280/1997 επί των υποθέσεων που ανατίθενται σε αυτό με πράξη του Προϊσταμένου του Δ.Ε.Κ..
β) Αυτοτελές Τμήμα Δικαστικού και Νομικής Υποστήριξης Το Τμήμα έχει τις ίδιες αρμοδιότητες με αυτές του Τμήματος Δικαστικού των Δ.Ο.Υ. Α΄ τάξεως, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, τις αρμοδιότητες των εδαφίων α΄ έως και ε΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του π.δ.280/1997 και τη νομική υποστήριξη του ΔΕΚ. Επίσης, έχει τις ίδιες αρμοδιότητες με αυτές του Τμήματος Εσόδων των Δ.Ο.Υ. Α΄ τάξεως, μετά από τη μεταφορά σε αυτό των αρμοδιοτήτων του Τμήματος «Λογιστικό» των ίδιων Δ.Ο.Υ., σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, για τα έσοδα που προέρχονται από τους ελέγχους του Δ.Ε.Κ., που λαμβάνουν χώρα από την έναρξη λειτουργίας του Τμήματος.
Στο Τμήμα λειτουργεί Γραφείο Βεβαίωσης και Είσπραξης Εσόδων, στο οποίο περιέρχονται οι αρμοδιότητες του Τμήματος, που περιγράφονται στο αμέσως προηγούμενο εδάφιο της παρούσας περίπτωσης.
γ) Γραφείο Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης Το Γραφείο αναλαμβάνει τη διοικητική και μηχανογραφική υποστήριξη του ΔΕΚ.
Β.i. Το Διαπεριφερειακό Ελεγκτικό Κέντρο (Δ.Ε.Κ.) Θεσσαλονίκης ανασυγκροτείται και διαρθρώνεται σε τέσσερα (4) Τμήματα και δύο Γραφεία, ως εξής:
α) Τμήματα Ελέγχου Α΄ έως και Γ΄
β) Τμήμα Δικαστικού και Νομικής Υποστήριξης, στο οποίο λειτουργεί Γραφείο Βεβαίωσης και Είσπραξης Εσόδων.
γ) Γραφείο Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης.
ii. Οι αρμοδιότητες του Διαπεριφερειακού Ελεγκτικού Κέντρου Θεσσαλονίκης κατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων και Γραφείων του και είναι ίδιες με τις αρμοδιότητες των ομώνυμων Τμημάτων και Γραφείων του ΔΕΚ Αθηνών.
iii. Η παρ. 5 του άρθρου 23 του ν. 3259/2004 (Α΄149) παύει να ισχύει.
β. Με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εξειδικεύονται περαιτέρω οι αρμοδιότητες των ΔΕΚ Αθηνών και Θεσσαλονίκης, ορίζεται κάθε αναγκαίο ζήτημα για τις εκκρεμείς υποθέσεις αυτών, καθώς και για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
γ. Υποθέσεις για τις οποίες έχει αρχίσει ο έλεγχος από τις αρμόδιες υπηρεσίες, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην απόφαση με αριθμό 1039/2012 όπως ισχύει, μέχρι την έναρξη λειτουργίας των ΔΕΚ Αθηνών και Θεσσαλονίκης με τη νέα τους συγκρότηση, ελέγχονται από αυτές, εκτός των υποθέσεων που μεταφέρονται στο Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου.
Οι υφιστάμενες, κατά την έναρξη λειτουργίας των ΔΕΚ Αθηνών και Θεσσαλονίκης με τη νέα τους συγκρότηση, εκκρεμείς υποθέσεις, που έχουν ανατεθεί: i. στις υφιστάμενες Εποπτείες Ελέγχου του ΔΕΚ Αθηνών και ii. στα υφιστάμενα Τμήματα Ελέγχου του ΔΕΚ Θεσσαλονίκης, ανατίθενται με πράξη του Προϊσταμένου εκάστου ανασυγκροτημένου ΔΕΚ, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 2 του π.δ. 280/1997, στα Τμήματα Ελέγχου Α΄ έως και Ι΄ του ΔΕΚ Αθηνών και στα Τμήματα Ελέγχου Α΄ έως και Γ΄ του ΔΕΚ Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα, πλην όσων μεταφέρονται στο Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου. Σε περίπτωση που δεν έχει ολοκληρωθεί ο έλεγχος, αυτός μπορεί να συνεχιστεί από τους ίδιους υπαλλήλους, στους οποίους έχει ανατεθεί με την αρχική εντολή ελέγχου, ανεξάρτητα αν οι υπάλληλοι αυτοί έχουν τοποθετηθεί σε άλλο Τμήμα ελέγχου χωρίς να απαιτείται έκδοση νέας εντολής. Κατά το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την ολοκλήρωση του ελέγχου, ο υπάλληλος θεωρείται ότι υπηρετεί στο Τμήμα ελέγχου που είναι αρμόδιο για τη διενέργεια του ελέγχου αυτού.
4. Οι Προϊστάμενοι των Τμημάτων Δικαστικού και Νομικής Υποστήριξης των Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π., Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ. και ΔΕΚ είναι υπόλογοι έναντι του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων του π.δ. 16/1989 (Α΄ 6).
5.α. Των Κέντρων Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου και Μεγάλων Επιχειρήσεων, των Υποδιευθύνσεων και των Τμημάτων αυτών, πλην των Τμημάτων Δικαστικού και Νομικής υποστήριξης και Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης, προΐστανται υπάλληλοι, κατηγορίας ΠΕ, του κλάδου Εφοριακών και των αντίστοιχων προσωρινών, εφαρμοζομένων αναλόγως των διατάξεων που ισχύουν για τους προϊσταμένους Διευθύνσεων, Υποδιευθύνσεων, Εποπτειών Ελέγχου και Τμημάτων Ελέγχου των ΔΕΚ Αθηνών και Θεσσαλονίκης.
β. Των Τμημάτων Δικαστικού και Νομικής Υποστήριξης των Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π., ΜΕ.ΕΠ. και των ΔΕΚ Αθηνών και Θεσσαλονίκης προΐστανται υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ του κλάδου Εφοριακών και των αντίστοιχων προσωρινών, με τα προσόντα και τις προϋποθέσεις της προηγούμενης υποπαραγράφου της παρούσας παραγράφου, κατά προτεραιότητα με πτυχίο νομικών σπουδών ή αντίστοιχη εμπειρία.
γ. Των Τμημάτων Διοικητικής και Μηχανογραφικής Υποστήριξης των Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π. και ΜΕ.ΕΠ. προΐστανται υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ του κλάδου Εφοριακών και των αντίστοιχων προσωρινών.
6. Ο χρόνος έναρξης λειτουργίας των Κέντρων Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου και Μεγάλων Επιχειρήσεων, καθώς και των νέων τμημάτων και γραφείων των ΔΕΚ Αθηνών και Θεσσαλονίκης και ο χρόνος παύσης λειτουργίας της Δ.Ο.Υ. Μεγάλων Επιχειρήσεων ορίζεται σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.
7. Με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται και ανακαθορίζονται:
α. Οι οργανικές θέσεις προσωπικού, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα του Κέντρου Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου, του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων και των ΔΕΚ Αθηνών και Θεσσαλονίκης, καθώς και οι θέσεις Ελεγκτών Βεβαίωσης και Αναγκαστικής Είσπραξης των Εσόδων του Κράτους του άρθρου 4 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66).
β. Η κατά τόπον και καθ’ ύλην αρμοδιότητα των ανωτέρω Υπηρεσιών, η περαιτέρω εξειδίκευση των αρμοδιοτήτων και η κατανομή τους στις οργανικές μονάδες των προηγούμενων παραγράφων, καθώς και κάθε άλλο θέμα, που προκαλείται από τη μεταφορά αρμοδιοτήτων ή αφορά στην εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου και στη λειτουργία των παραπάνω υπηρεσιών.
γ. Ο κανονισμός λειτουργίας των Κέντρων Ελέγχου, των Διαπεριφερειακών Ελεγκτικών Κέντρων και των Δ.Ο.Υ., ο κανονισμός καθηκόντων του προσωπικού τους και η περιγραφή των θέσεων εργασίας αυτών.
8.α. Στην υποπαράγραφο β΄ της παρ. 5 του άρθρου 55 του ν. 4002/2011 (Α΄180), όπως προστέθηκε με την παρ. 9 του άρθρου 4 του ν. 4038/2012 (Α΄14), μετά από τη λέξη «καταργούνται» τίθενται οι λέξεις «ή να αναστέλλεται η λειτουργία» και μετά από τη φράση «οποιουδήποτε επιπέδου» τίθενται οι λέξεις «ή επιμέρους οργανικών μονάδων υπαγόμενων σε αυτές».
β. Στην υποπαράγραφο α΄ της παρ. 15 του άρθρου 55 του ν. 4002/2011 (Α΄180), μετά από τις λέξεις «Αυτοτελές Γραφείο» τίθενται οι λέξεις «ή από Υπηρεσία, επιπέδου Διεύθυνσης ή Τμήματος σε Υποδιεύθυνση ή Τμήμα υπαγόμενο σε Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείο».
Οι οργανικές θέσεις προσωπικού, ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα, καθορίζονται και ανακαθορίζονται μεταξύ των Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών, με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με όμοιες αποφάσεις καθορίζεται και ανακαθορίζεται ο αριθμός των θέσεων των Ελεγκτών Βεβαίωσης και Αναγκαστικής Είσπραξης των Εσόδων του Κράτους και οι οργανικές μονάδες, στις οποίες κατανέμονται και ανακατανέμονται αυτές, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των διατάξεων του άρθρου 4 του ν. 3943/2011. Τα προηγούμενα εδάφια ισχύουν με την επιφύλαξη των οριζομένων της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου.
9.α. Με αποφάσεις του αρμόδιου για τη συγκρότηση οργάνου, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορούν να ανασυγκροτούνται συλλογικά όργανα (επιτροπές, συμβούλια, ομάδες εργασίας ή έργου) του Υπουργείου Οικονομικών, σε οποιαδήποτε περίπτωση προκύψει μετονομασία ή μεταβολή στην οργάνωση των Γενικών ή Ειδικών Γραμματειών αυτού, στις Γενικές Διευθύνσεις ή σε οποιαδήποτε οργανική μονάδα, από την οποία προβλέπεται για τη νόμιμη συγκρότηση του συλλογικού οργάνου η συμμετοχή υπαλλήλου, ως προέδρου, συντονιστή ή μέλους.
β. Όπου για τη συμμετοχή μελών, εισηγητών ή γραμματέων σε συλλογικό όργανο κάθε μορφής, αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών, απαιτείται ως τυπική προϋπόθεση η κατοχή Α΄ ή Β΄ βαθμού, στο εξής απαιτείται η κατοχή τουλάχιστον Γ΄ ή Δ΄ , αντίστοιχα, βαθμού.
γ. Όπου για τη νόμιμη συγκρότηση συλλογικού οργάνου προβλέπεται η συμμετοχή Προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης του Υπουργείου Οικονομικών, ως προέδρου, συντονιστή ή μέλους, σε περίπτωση που δεν υφίσταται ή ελλείπει αυτός, με απόφαση του οργάνου το οποίο είναι αρμόδιο για τη συγκρότηση αυτού, ορίζεται στη θέση του Προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης στο συλλογικό όργανο και μέχρι την πλήρωση της θέσης αυτού στη Γενική Διεύθυνση, ένας προϊστάμενος Διεύθυνσης ή υπηρεσίας επιπέδου Διεύθυνσης της ίδιας Γενικής Διεύθυνσης του Υπουργείου Οικονομικών.
10. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 33 του ν. 1882/1990 (Α΄43) αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Οι Δ.Ο.Υ. εκδίδουν μόνο τα πιστοποιητικά και τις βεβαιώσεις, που περιλαμβάνονται σε αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ή σε κοινές αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού, οι οποίες κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος εκδίδονται εντός διμήνου, από της δημοσιεύσεώς του.»
11. Στις Ειδικές Επιτροπές Κοινωνικής Αρωγής του ν. 57/1973 (Α΄ 149) και της με αριθμό 139491/ 16.11.2006 κοινής υπουργικής απόφασης, όπως ισχύουν, που λειτουργούν στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) και οι οποίες ανασυγκροτούνται με όμοια κοινή υπουργική απόφαση, δεν συμμετέχουν, από της δημοσιεύσεως της παρούσας διάταξης, υπάλληλοι του Υπουργείου Οικονομικών. Τα στοιχεία που απαιτούνται για τη λειτουργία των Επιτροπών ζητούνται εγγράφως από αυτές και χορηγούνται, επίσης εγγράφως ή ηλεκτρονικά, από τις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. ή τη Γ.Γ.Π.Σ..
12. Στο τέλος της παραγράφου 4 του άρθρου 21 του ν. 2523/1997 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Στις δίκες που αφορούν αδικήματα των άρθρων 17 και 18 του παρόντος νόμου, η εμφάνιση του μάρτυρα στο ακροατήριο δεν είναι υποχρεωτική, εφόσον έχει λάβει χώρα έγγραφη ενημέρωση του αρμόδιου εισαγγελέα ή του δικαστηρίου εκ μέρους του Προϊσταμένου της Αρχής που διενήργησε τον έλεγχο σχετικά με τη διάρκεια της απόκρυψης των εισοδημάτων που αποκρύφτηκαν ή τη διάρκεια της μη απόδοσης ή ανακριβούς απόδοσης ή διακράτησης του μη αποδοθέντος ή ανακριβώς αποδοθέντος ή διακρατηθέντος φόρου προστιθέμενης αξίας, φόρου κύκλου εργασιών, καθώς και των παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων, τελών ή εισφορών και την πληρωμή τέτοιων φόρων, τελών και εισφορών με τις κάθε είδους προβλεπόμενες προσαυξήσεις, τέλη και πρόστιμα επ’ αυτών, τρεις τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δικάσιμο.»
13. Το εδάφιο δ΄ της περίπτωσης Β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του ν. 2685/1999 (Α΄ 35) εφαρμόζεται και για τη διενέργεια ελέγχων από τα όργανα της παραγράφου 2 του παρόντος.
Άρθρο 35
Ρυθμίσεις για τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων
1. Η προβλεπόμενη αξιολόγηση της παραγράφου 21 του άρθρου 55 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180) επεκτείνεται και για τους λοιπούς υπαλλήλους, ανεξαρτήτως βαθμού και θέσης, όλων των υπηρεσιών που υπάγονται στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων ως προς την επίτευξη των ποιοτικών και ποσοτικών στόχων που τίθενται. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται τα κριτήρια αξιολόγησης των υπαλλήλων αυτών, ο τρόπος, η διαδικασία, τα όργανα αξιολόγησης και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια εφαρμογής του συνόλου της διαδικασίας.
2. Στην υποπαράγραφο γ΄ της παρ. 5 του άρθρου 55 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180), όπως αυτή προστέθηκε με την παρ. 9 του άρθρου 4 του ν. 4038/2012 (Α΄ 14), προστίθεται εδάφιο δεύτερο, ως εξής:
«Με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ύστερα από γνώμη του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, μπορεί να καθορίζεται ή να ανακαθορίζεται η εσωτερική διάρθρωση, ειδικά, των Υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών και να συστήνονται ή να καταργούνται οργανικές μονάδες επιπέδου τμήματος, υποδιεύθυνσης ή διεύθυνσης της εν λόγω Γενικής Γραμματείας.»
3. Ο τίτλος της υποπαραγράφου Ε.2. της παρ. Ε΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α΄ 222) αντικαθίσταται ως εξής:
«ΥΠΟΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ Ε.2. ΣΥΣΤΑΣΗ ΘΕΣΗΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ».
4. Στο τέλος της περίπτωσης 2 της υποπαραγράφου Ε.2 της παραγράφου Ε΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 προστίθεται υποπερίπτωση η΄, ως εξής:
«η. Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.).»
5.α. Στο τέλος της υποπερίπτωσης 5 της περίπτωσης 3.α της υποπαραγράφου Ε.2 της παραγράφου Ε΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 μετά τις λέξεις «κατανομή του ανθρώπινου δυναμικού» προστίθενται λέξεις ως εξής:
«, με την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου της υποπαραγράφου γ΄ της παρ. 5 του άρθρου 55 του ν. 4002/2011 (Α΄180).»
β. Μετά το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης 6.α της υποπαραγράφου Ε.2 της παραγράφου Ε΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση μέχρι 30.12.2013 και χωρίς αμοιβή η παράλληλη άσκηση των καθηκόντων του Γενικού Γραμματέα Πληροφοριακών Συστημάτων.»
γ. Στο τέλος της υποπαραγράφου Ε.2 της παραγράφου Ε΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 προστίθεται περίπτωση 7, ως εξής:
«7. Όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρεται ο Γενικός Γραμματέας της Γενικής Γραμματείας Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων, νοείται ο Γενικός Γραμματέας της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων.»
6. Καταργείται η ειδικότητα του Κτηματικού από τον κλάδο των Εφοριακών, όπως αυτή ορίστηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 34 του ν. 1882/1990. Οι οργανικές θέσεις των Εφοριακών υπαλλήλων που έφεραν τη συγκεκριμένη ειδικότητα προστίθενται στο σύνολο των οργανικών θέσεων των Εφοριακών υπαλλήλων χωρίς ειδικότητα.
Άρθρο 36
Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3842/2010 , του ν. 4021/2011 και του ν. 4060/2012
1. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 48 του ν. 3842/2010 (Α΄ 9) αντικαθίσταται ως εξής:
«Ειδικά για το έτος 2013 απαγορεύεται η σύνταξη συμβολαιογραφικού εγγράφου, με το οποίο μεταβιβάζεται από φυσικό πρόσωπο με αντάλλαγμα ή με χαριστική αιτία η κυριότητα ακινήτου ή μεταβιβάζονται ή δημιουργούνται εμπράγματα δικαιώματα σε αυτό, αν δεν επισυναφθεί από το συμβολαιογράφο, αντί του πιστοποιητικού της παραγράφου 1, είτε: (α) βεβαίωση της αρμόδιας Δ.Ο.Υ., με την οποία βεβαιώνεται ότι έχει καταβληθεί το Ενιαίο Τέλος Ακινήτων (Ε.Τ.ΑΚ.) έτους 2009 που αναλογεί επιμεριστικά για το ακίνητο αυτό, επί του επικυρωμένου αντιγράφου του εκκαθαριστικού σημειώματος Ε.Τ.ΑΚ. 2009, είτε (β) θεωρημένο αντίγραφο από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. της υποβαλλόμενης σε δύο (2) αντίτυπα υπεύθυνης δήλωσης του άρθρου 8 του ν.1599/1986 (Α΄ 70) του φυσικού προσώπου, με την οποία δηλώνει το χρόνο απόκτησης του ακινήτου, και στην οποία επισυνάπτεται αντίγραφο του τίτλου κτήσης του ακινήτου στις περιπτώσεις που το ακίνητο αποκτήθηκε μετά την 1η Ιανουαρίου 2009. Ειδικά για το έτος 2013 οι φύλακες μεταγραφών και οι προϊστάμενοι των κτηματολογικών γραφείων υποχρεούνται να αρνηθούν τη μεταγραφή ή την καταχώριση στα κτηματολογικά βιβλία συμβολαιογραφικού εγγράφου σύμφωνα με τα προηγούμενα εδάφια, εάν δεν επισυνάπτονται τα αναφερόμενα στο προηγούμενο εδάφιο, κατά περίπτωση, έγγραφα.»
2. To τρίτο από το τέλος εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 53 του ν. 4021/2011 ( Α΄ 218) αντικαθίσταται ως εξής:
«Στις περιπτώσεις που προκύπτει αρνητική διαφορά, το ποσό επιστρέφεται από την αρμόδια για τη φορολογία εισοδήματος του υπόχρεου Δ.Ο.Υ..»
3. Η προθεσμία του άρθρου 44 του ν. 3763/2009 (Α΄ 80) για τη σύνταξη με αυτοσύμβαση οριστικών συμβολαίων μεταβίβασης ακινήτων αναβιώνει από την 1.3.2013 μέχρι 30.6.2014.
4. Στο τρίτο εδάφιο του άρθρου 83 του ν. 3842/2010 (Α΄ 58) διαγράφεται η λέξη «και» και μετά τις λέξεις «κεφάλαια εσωτερικού» προστίθενται οι λέξεις «και οι μετοχές σε εταιρείες που έχουν συσταθεί και λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.δ. 2687/1953 (Α΄ 317) και του ν. 27/1975 (Α΄ 77) .»
5. Στο τέλος της υποπαραγράφου α΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 76 του Κ.Φ.Ε. προστίθενται οι λέξεις «εκτός εάν αποδείξει ότι έχει την κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του στο κράτος αυτό.»
6.α. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 2 του ν. 4060/2012 (A΄ 22) αντί της ημερομηνίας «31.12.2012» τίθεται η ημερομηνία «31.5.2013».
β. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν. 2628/1998 (Α΄151) αντί των λέξεων «εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά των κείμενων διατάξεων» τίθενται οι λέξεις «χωρίς να απαιτείται γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου του φορέα από τον οποίο αποσπάται ο υπάλληλος.»
γ. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του ν 2628/1998, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 11 του ν. 3965/2011 (Α΄ 113), προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Αν ανατεθούν καθήκοντα Προϊσταμένου Διεύθυνσης ή Τμήματος, ο χρόνος άσκησης τέτοιων καθηκόντων θεωρείται ως χρόνος υπηρεσίας σε θέση και καθήκοντα Προϊσταμένου Διεύθυνσης ή Τμήματος στο φορέα από τον οποίο αποσπάστηκε ο υπάλληλος για κάθε έννομη συνέπεια.»
Άρθρο 37
Ρυθμίσεις για τους φορολογικούς ελέγχους
1. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 67 του Κ.Φ.Ε. (ν. 2238/1994, Α΄151) αντικαθίσταται ως εξής:
«Όταν από τον προσωρινό έλεγχο διαπιστωθεί ότι τα φορολογικά στοιχεία δεν έχουν καταχωρηθεί ή έχουν καταχωρηθεί ανακριβώς στα τηρούμενα βιβλία, τότε η υπόθεση καθίσταται υποχρεωτικά ελεγκτέα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 80 του ν. 3842/2010 (A΄ 58).»
2. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 67Α του Κ.Φ.Ε. αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο έλεγχος αυτός διενεργείται από τον Προϊστάμενο της ελεγκτικής υπηρεσίας για ένα ή περισσότερα συγκεκριμένα θέματα και φορολογικά αντικείμενα εφόσον επιλεγούν προς έλεγχο από τη Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων και διενεργείται στην ελεγκτική υπηρεσία με βάση:
α) τα στοιχεία του φακέλου,
β) τα δελτία πληροφοριών,
γ) τις εκθέσεις ελέγχου του Σ.Δ.Ο.Ε. και άλλων υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών,
δ) τα βιβλία και στοιχεία που θα κληθεί να προσκομίσει ο φορολογούμενος,
ε) τα στοιχεία και τις πληροφορίες των προσώπων που ορίζονται στο άρθρο 17 του ν. 3842/2010 και στ) τα στοιχεία που προκύπτουν από τη μηχανογραφική επεξεργασία δεδομένων της Γ.Γ.Π.Σ..»
3. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 5 του άρθρου 67Α του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος αντικαθίσταται και προστίθεται νέο εδάφιο που έχει ως εξής:
«5. Η επιλογή υποθέσεων που θα ελεγχθούν γίνεται από τη Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3842/2010 (Α΄ 58). Ο προϊστάμενος της ελεγκτικής υπηρεσίας υποχρεούται να προτείνει στη Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων υποθέσεις για επιλογή με βάση επιβαρυντικά στοιχεία που έχει στη διάθεσή του.»
4. Από τις ανέλεγκτες υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογικών αντικειμένων των οποίων επίκειται ο χρόνος παραγραφής, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ελέγχονται οι υποθέσεις που παρουσιάζουν φορολογικό ενδιαφέρον. Η επιλογή προς έλεγχο των ως άνω υποθέσεων γίνεται με τη χρησιμοποίηση μεθόδων ανάλυσης κινδύνου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 80 του ν. 3842/2010 (Α΄ 58), καθώς και κριτήρια που σχετίζονται με τη δυνατότητα είσπραξης των ποσών που θα βεβαιωθούν.
Με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ορίζονται τα εν γένει στοιχεία και κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό των προς έλεγχο υποθέσεων, τα μόρια που αντιστοιχούν, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών. Με όμοιες αποφάσεις μπορεί να ορίζεται δείγμα σε ποσοστό μέχρι 20% των υπαγομένων σε έλεγχο υποθέσεων χωρίς τη χρησιμοποίηση μεθόδων ανάλυσης κινδύνου, με βάση εν γένει επιβαρυντικά στοιχεία που βρίσκονται στις ελεγκτικές υπηρεσίες.
5. Από τις ανέλεγκτες υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και λοιπών φορολογικών αντικειμένων των οποίων επίκειται ο χρόνος παραγραφής σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, για τις οποίες έχει εκδοθεί εντολή ελέγχου μέχρι το χρόνο παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για κοινοποίηση φύλλων ελέγχου ή πράξεων, επιβολής του φόρου και λοιπών καταλογιστικών πράξεων, παρατείνεται το δικαίωμα αυτό για δύο ακόμα έτη πέραν του χρόνου που ορίζεται από τις οικείες κατά περίπτωση διατάξεις.
Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου ισχύουν για υποθέσεις για τις οποίες η προθεσμία παραγραφής λήγει από 31.12.2013 και μετά.
6. Το άρθρο 80 του ν. 3842/2010 (Α΄ 58) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Η επιλογή των υποθέσεων, καθώς και των ετών που θα ελεγχθούν γίνεται με τη χρησιμοποίηση μεθόδων ανάλυσης κινδύνου, οι οποίες βασίζονται:
α) Σε ποιοτικά χαρακτηριστικά, όπως τη νομική μορφή, την κατηγορία των τηρουμένων βιβλίων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (π.δ.186/1992, Α΄ 84) και του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών ( ν. 4093/2012, Α΄ 222), τον κλάδο ή τομέα δραστηριότητας, ανάλογα με την επικινδυνότητα και παραβατικότητα αυτού, την ύπαρξη παραβάσεων και παραλείψεων των διατάξεων της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας, ανάλογα με το είδος, τη βαρύτητα και τη συχνότητα εμφάνισής τους, την ύπαρξη στοιχείων από διασταυρώσεις του πληροφοριακού συστήματος ή από ελέγχους σε τρίτους υπόχρεους ή από τρίτες πηγές για απόκρυψη φορολογητέας ύλης ή διάπραξη φορολογικών αδικημάτων και την εν γένει φορολογική εικόνα και συμπεριφορά των υπόχρεων.
β) Σε οικονομικά δεδομένα, όπως ακαθάριστα έσοδα, δαπάνες, καθαρά κέρδη ή ζημιές, συντελεστές μικτού και καθαρού κέρδους, δεδομένα από δηλώσεις άμεσης και έμμεσης φορολογίας, καθώς και διαθέσιμα στοιχεία από βάσεις δεδομένων, στατιστική ανάλυση, εφαρμογή τεχνικών εξόρυξης δεδομένων και άλλες πηγές πληροφοριών.
γ) Σε χωροταξικά και χρονικά δεδομένα, όπως τόπος παραγωγής και διακίνησης, εποχιακές δραστηριότητες και τοπικές ιδιαιτερότητες.
Με αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων ορίζονται οι παραβάσεις ή παραλείψεις, τα στοιχεία και γενικά τα κριτήρια που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό των προς έλεγχο δηλώσεων, τα μόρια που αντιστοιχούν, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών.
Με όμοιες αποφάσεις μπορεί να ορίζεται και τυχαίο δείγμα υπαγόμενων σε έλεγχο δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, χωρίς τη χρησιμοποίηση μεθόδων ανάλυσης κινδύνου.
2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν ανάλογα και για τις λοιπές φορολογίες.
3. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του ν. 2166/1993 (Α΄137), του άρθρου 9 του Κεφαλαίου Β΄ του μέρους Α΄ του ν. 2324/1995 (Α΄ 146), του άρθρου 2 του ν.2733/1999 (Α΄ 155) και του άρθρου 20 του ν. 3371/2005 που προβλέπουν τον κατά προτεραιότητα φορολογικό έλεγχο κατηγοριών υπόχρεων εξακολουθούν να ισχύουν.
4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων ισχύουν από το χρόνο έκδοσης των οικείων αποφάσεων του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων και κατά τα τυχόν ειδικότερα οριζόμενα από αυτές.
5. Η επιλογή των προς έλεγχο υποθέσεων και ετών γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ανεξάρτητα από τα προβλεπόμενα στις διατάξεις των άρθρων 66 έως 67Α του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 2238/1994, Α΄151) και του άρθρου 48 του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ν.2859/2000, Α΄ 248).»
7. Μετά την περίπτωση γ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 68 του Κ.Φ.Ε. προστίθεται περίπτωση δ΄ ως εξής:
«ή δ) περιέλθουν στις φορολογικές αρχές στοιχεία κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 9 του άρθρου 26 του ν. 3728/2008 (Α΄258).»
Άρθρο 38
Τροποποιήσεις του ν. 2238/1994 και του ν. 4110/2013
1. Για μεταβιβάσεις μετοχών ημεδαπών ή αλλοδαπών ανωνύμων εταιρειών μη εισηγμένων σε οποιοδήποτε χρηματιστήριο οι οποίες έχουν αποκτηθεί μέχρι και τις 30 Ιουνίου 2013, εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 13 του ν. 2238/1994 (Α΄ 151), όπως ίσχυαν πριν την αντικατάστασή τους με την παράγραφο 7 του άρθρου 2 του ν. 4110/2013 (Α΄ 17). Σε περίπτωση που έχουν λάβει χώρα μεταβιβάσεις μετοχών από 23 Ιανουαρίου 2013 μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, ο οφειλόμενος φόρος θα καταβληθεί μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος χωρίς την επιβολή κυρώσεων.
2.α. Στην υποπερίπτωση στστ΄ και στο δεύτερο εδάφιο της υποπερίπτωσης ζζ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του ν. 4110/2013 μετά τις λέξεις «Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ)» και «ΚΕΠΑ» αντίστοιχα προστίθενται οι λέξεις «ή της Ανωτάτης του Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής (Α.Σ.Υ.Ε.)» και «Α.Σ.Υ.Ε.» αντίστοιχα.
β. Στο πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του ν. 4110/2013 μετά τη λέξη «(ΚΕΠΑ)» προστίθενται οι λέξεις «ή της Ανωτάτης του Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής (Α.Σ.Υ.Ε.)».
3. Στην παράγραφο 4 και στα δύο εδάφια της παραγράφου 5 του άρθρου 16 του ν. 1798/1988 (Α΄ 166), όπως αντικαταστάθηκαν με την παράγραφο 2 του άρθρου 18 του ν. 4110/2013, μετά τις λέξεις «του Κ.Ε.Π.Α.» και «από το Κ.Ε.Π.Α.» αντίστοιχα προστίθενται οι λέξεις «ή της Α.Σ.Υ.Ε.» και «ή την Α.Σ.Υ.Ε.» αντίστοιχα.
4. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 16 του ν. 1798/1988, όπως αντικαταστάθηκαν με την παράγραφο 2 του άρθρου 18 του ν. 4110/2013, μετά τις λέξεις «τελωνειακές» προστίθενται οι λέξεις «ή φορολογικές».
5.α. Στην περίπτωση α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 28 του ν. 4110/2013 μετά τις λέξεις «Των άρθρων 1» προστίθενται μέσα σε παρένθεση οι λέξεις «(παράγραφοι 1 και 2),».
β. Στην αρχή της περίπτωσης ι΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 28 του ν. 4110/2013 προστίθενται οι λέξεις «Της παραγράφου 3 του άρθρου 1,».
γ. Στην περίπτωση ζ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 28 του ν. 4110/2013 οι λέξεις «για πάγια περιουσιακά στοιχεία που αποκτώνται» αντικαθίστανται με τις λέξεις «για δαπάνες που πραγματοποιούνται από διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν.»
6. Στον πίνακα 1 του πέμπτου εδαφίου της περίπτωσης στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε., οι λέξεις «Άυλα στοιχεία και δικαιώματα: 10%» αντικαθίστανται με τις λέξεις «Άυλα στοιχεία και δικαιώματα και έξοδα πολυετούς απόσβεσης: 10%».
7. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 32 του Κ.Φ.Ε., όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4110/2013, αντικαθίσταται ως εξής:
«Στις περιπτώσεις αυτές, ανεξάρτητα από την κατηγορία βιβλίων, το σχετικό αίτημα της επιχείρησης κρίνεται από την επιτροπή της παραγράφου 5 του άρθρου 70, εφαρμοζομένων ανάλογα των οριζομένων στις διατάξεις των παραγράφων 6, 7 και 8 του ίδιου άρθρου.»
Άρθρο 39
Τροποποίηση του ν. 2960/2001 και του ν. 4072/2012 σχετικά με την καταχώριση συναλλαγών για το πετρέλαιο θέρμανσης
1. Η παράγραφος 9 του άρθρου 147 του ν. 2960/2001 «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας» (Α΄ 265) αντικαθίσταται ως εξής:
«9. Στις περιπτώσεις μη καταχώρισης ή εκπρόθεσμης καταχώρισης ή ανακριβούς καταχώρισης των συναλλαγών πετρελαίου θέρμανσης στο Πληροφοριακό Σύστημα Παρακολούθησης Πετρελαίου Θέρμανσης εντός της προθεσμίας δεκατεσσάρων (14) ημερών του άρθρου 73 παράγραφος 2 περίπτωση α΄ του παρόντος νόμου, επιβάλλεται ανά φορολογικό στοιχείο πρόστιμο εκατό (100) ευρώ, επιφυλασσομένων των περί λαθρεμπορίας διατάξεων.
Στα μέλη ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ., που καταλογίζονται κατά τα ανωτέρω πρόστιμα για εκπρόθεσμη ή ανακριβή καταχώριση συναλλαγών πετρελαίου θέρμανσης στο Πληροφοριακό Σύστημα Παρακολούθησης Πετρελαίου Θέρμανσης, επιβάλλεται ανά μέλος ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ., ανά ημερολογιακό έτος, έναντι όλων των τελωνειακών αρχών, πρόστιμο έως χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ, όταν το πλήθος των εκπροθέσμως ή ανακριβώς καταχωρημένων συναλλαγών ανά μέλος ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ., είναι μέχρι πενήντα (50) φορολογικά στοιχεία, πρόστιμο τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ όταν το πλήθος των εκπροθέσμως ή ανακριβώς καταχωρημένων συναλλαγών, ανά μέλος ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ. είναι από πενήντα ένα (51) έως εκατό (100) φορολογικά στοιχεία πρόστιμο έξι χιλιάδες (6.000) ευρώ από εκατόν ένα (101) και μέχρι 150 φορολογικά στοιχεία και περαιτέρω 50 ευρώ ανά 50 φορολογικά στοιχεία πέραν των 150 εφόσον το μέλος ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ. υποβάλλει σχετική αίτηση στο αρμόδιο Τελωνείο και καταβάλλει το καταλογιζόμενο πρόστιμο με ταυτόχρονη παραίτηση από τα κατά το άρθρο 152 του ν. 2960/2001 καθοριζόμενα ένδικα μέσα εντός δύο μηνών από την έκδοση των καταλογιστικών Πράξεων.
Σε περίπτωση που μέλος ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ., έχει προβεί σε μη καταχώριση συναλλαγών πετρελαίου θέρμανσης ανεξαρτήτως αριθμού ή σε εκπρόθεσμη ή ανακριβή καταχώριση άνω των εκατόν πενήντα (150) φορολογικών στοιχείων ανά ημερολογιακό έτος ή σε εκπρόθεσμη ή ανακριβή καταχώριση κάτω των εκατόν πενήντα (150) φορολογικών στοιχείων αλλά διαπιστώνεται από τις αρμόδιες αρχές τέλεση λαθρεμπορίας, επιβάλλεται και ποινή διαγραφής του μέλους από το μητρώο ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ..
Δεν συνιστά παράβαση, κατά τα ανωτέρω, ανακριβής δήλωση η οποία επανεισήχθη διορθωμένη στο ως άνω σύστημα από μέλος ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ., εντός της προβλεπόμενης από το άρθρο 73 παράγραφος 2 περίπτωση α΄ του παρόντος νόμου προθεσμίας δεκατεσσάρων (14) ημερών.»
2. Η παράγραφος 8 του άρθρου 320 του ν. 4072/2012 (Α΄ 86) αναδιατυπώνεται ως εξής:
«8.α. Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 9 του άρθρου 147 του ν. 2960/2001, όπως αντικαθίσταται με το νόμο «Επενδυτικά εργαλεία ανάπτυξης, παροχή πιστώσεων και άλλες διατάξεις» εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις εκπρόθεσμης καταχώρισης ή ανακριβούς καταχώρισης των συναλλαγών πετρελαίου θέρμανσης στο Πληροφοριακό Σύστημα Παρακολούθησης Πετρελαίου Θέρμανσης, οι οποίες τελέστηκαν από 1.1.2011 μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, επιφυλασσομένων των περί λαθρεμπορίας διατάξεων.
β. Για τις περιπτώσεις μελών ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ για τα οποία εκκρεμεί η έκδοση καταλογιστικής πράξης για τη μη καταχώριση, εκπρόθεσμη ή ανακριβή καταχώριση συναλλαγών πετρελαίου θέρμανσης στο Πληροφοριακό σύστημα παρακολούθησης Πετρελαίου Θέρμανσης κατά το έτος 2011, αυτή πρέπει να εκδοθεί το αργότερο εντός τριών (3) μηνών από την ψήφιση του νόμου «Επενδυτικά εργαλεία ανάπτυξης, παροχή πιστώσεων και άλλες διατάξεις».
γ. Για τις περιπτώσεις μελών ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ. για τα οποία εκκρεμεί η έκδοση καταλογιστικής πράξης για τη μη καταχώριση, εκπρόθεσμη ή ανακριβή καταχώριση συναλλαγών πετρελαίου θέρμανσης στο Πληροφοριακό σύστημα παρακολούθησης Πετρελαίου Θέρμανσης κατά το έτος 2012, αυτή πρέπει να εκδοθεί το αργότερο εντός έξι (6) μηνών από την ψήφιση του νόμου «Επενδυτικά εργαλεία ανάπτυξης, παροχή πιστώσεων και άλλες διατάξεις.»
δ. Αίτηση υπαγωγής και καταβολής του καταλογιζόμενου προστίμου με ταυτόχρονη παραίτηση από τα κατά το άρθρο 152 του ν. 2960/2001 καθοριζόμενα ένδικα μέσα σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου, δύναται να υποβληθεί εντός προθεσμίας δύο μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου «Επενδυτικά εργαλεία ανάπτυξης, παροχή πιστώσεων και άλλες διατάξεις» και στις ακόλουθες περιπτώσεις:
αα. Όταν έχει ήδη εκδοθεί και επιδοθεί καταλογιστική πράξη και δεν έχει ασκηθεί προσφυγή κατά αυτής ή έχει ασκηθεί αλλά δεν έχει εκδοθεί επ’ αυτής τελεσίδικη απόφαση του διοικητικού δικαστηρίου, με υποχρέωση δήλωσης παραίτησης από το δικαίωμα άσκησης ενδίκων μέσων ή από το ήδη ασκηθέν ένδικο μέσο.
ββ. Όταν έχει ήδη καταβληθεί ποσό καταλογισθέντος προστίμου μεγαλύτερο των ανώτατων ορίων που ορίζονται στο προηγούμενο εδάφιο, με την οποία αιτούνται την επιστροφή της διαφοράς μεταξύ των καταβληθέντων προστίμων και των προβλεπόμενων ανώτατων ορίων του προηγούμενου εδαφίου.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ΄
ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ,
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΚΑΙ
ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
Άρθρο 40
Ειδικό επίδομα τρίτεκνων και πολύτεκνων
1. Καταβάλλεται ειδικά στις οικογένειες με τρία και άνω εξαρτώμενα τέκνα ειδικό επίδομα τριτέκνων και πολυτέκνων, το οποίο ορίζεται σε πεντακόσια (500) ευρώ κατ’ έτος για κάθε τέκνο, εφόσον το οικογενειακό φορολογητέο εισόδημα είναι μέχρι σαράντα πέντε χιλιάδες (45.000) ευρώ για τις τρίτεκνες οικογένειες. Το ως άνω όριο οικογενειακού εισοδήματος προσαυξάνεται κατά τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ για τις τετράτεκνες οικογένειες και κατά τέσσερις χιλιάδες (4.000) ευρώ για κάθε επιπλέον τέκνο για τις οικογένειες με περισσότερα των τεσσάρων τέκνα.
2. Ως εξαρτώμενα νοούνται τέκνα προερχόμενα από γάμο, φυσικά, θετά ή αναγνωρισθέντα, εφόσον είναι άγαμα και δεν υπερβαίνουν το 18ο έτος της ηλικίας τους ή το 19ο έτος, εφόσον φοιτούν στη μέση εκπαίδευση.
Ειδικά, για τα τέκνα που φοιτούν στην ανώτερη ή ανώτατη εκπαίδευση, καθώς και σε Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης (Ι.Ε.Κ.), το επίδομα καταβάλλεται μόνο κατά το χρόνο φοίτησής τους που προβλέπεται από τον οργανισμό της κάθε σχολής και σε καμία περίπτωση πέρα από τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους. Επιπλέον, ως εξαρτώμενα τέκνα για θεμελίωση του δικαιώματος λήψης του επιδόματος, λαμβάνονται υπόψη τα τέκνα με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, καθώς και το απορφανισθέν τέκνο ή τα απορφανισθέντα τέκνα που αποτελούν ιδία οικογένεια και επήλθε θάνατος και των δύο γονέων.
3. Σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου ή υπαίτιας εγκατάλειψης των τέκνων του και οριστικής διακοπής της συγκατοίκησης ή διαζυγίου, το επίδομα καταβάλλεται σε όποιον έχει την κύρια ή αποκλειστική ευθύνη διατροφής των τέκνων. Το επίδομα καταβάλλεται με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις και στον πατέρα, ο οποίος έχει ένα ή περισσότερα ζώντα τέκνα από διαφορετικούς γάμους, καθώς και τα νομίμως αναγνωρισθέντα ή υιοθετηθέντα από τον ίδιο, εφόσον όμως έχει την αποκλειστική ευθύνη διατροφής τους και η μητέρα δεν επιδοτείται για τα παιδιά της αυτά.
4. Το επίδομα της παραγράφου 1 χορηγείται κατόπιν αίτησης και καταβάλλεται σε τρεις δόσεις. Για τη διακοπή του επιδόματος, λόγω συμπλήρωσης των οριζομένων στην παράγραφο 2, κατά περίπτωση, ορίων, ως ημέρα γέννησης των τέκνων θεωρείται η 31η Δεκεμβρίου του έτους γέννησής τους και, προκειμένου περί φοιτητών ή σπουδαστών, η λήξη του ακαδημαϊκού ή σπουδαστικού έτους. Ειδικά για την πρώτη εφαρμογή δικαιούχοι είναι όλα τα εξαρτώμενα τέκνα που έχουν γεννηθεί μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και το δικαίωμα αναγνωρίζεται αναδρομικά: α) από 1.1.2013 για τέκνα γεννημένα μέχρι 31.12.2012 και β) από την 1η του επόμενου μήνα της γέννησής τους για τέκνα γεννημένα εντός του 2013.
5. Το επίδομα χορηγείται στις ακόλουθες κατηγορίες προσώπων, εφόσον έχουν μόνιμη και συνεχή δεκαετή κατοικία ή διαμονή στην Ελλάδα, φορολογούνται στην Ελλάδα και τα εξαρτώμενα τέκνα τους ευρίσκονται στην Ελλάδα:
α) Έλληνες πολίτες,
β) ομογενείς αλλοδαπούς που διαθέτουν δελτίο ομογενούς,
γ) πολίτες κρατών−μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
δ) πολίτες των χωρών που ανήκουν στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (Νορβηγία, Ισλανδία και Λιχτενστάιν) και Ελβετούς πολίτες,
ε) αναγνωρισμένους πρόσφυγες των οποίων το καθεστώς παραμονής στην Ελλάδα διέπεται από τις διατάξεις της Σύμβασης του 1951 για το Καθεστώς των Προσφύγων (ν.δ. 3989/1959, Α΄201), όπως τροποποιήθηκε από το Πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης του 1967 για το Καθεστώς των Προσφύγων (α.ν. 389/1968, Α΄125),
στ) ανιθαγενείς, των οποίων το καθεστώς παραμονής στην Ελλάδα διέπεται από τις διατάξεις της Σύμβασης του 1954 για το Καθεστώς των Ανιθαγενών (ν. 139/1975, Α΄176),
ζ) δικαιούχους του ανθρωπιστικού καθεστώτος, η) πολίτες άλλων κρατών που διαμένουν νόμιμα στην Ελλάδα και είναι γονείς τέκνων ελληνικής υπηκοότητας.
6. Οι σχετικές πιστώσεις εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας.
7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, που εκδίδεται εντός μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος, ρυθμίζονται τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την απόδειξη της 10ετούς κατοικίας ή διαμονής στην Ελλάδα, η διαδικασία χορήγησης του επιδόματος και ο φορέας καταβολής του. Με όμοιες αποφάσεις ρυθμίζεται και κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρούσας διάταξης.
8. Η παρ. 7 του άρθρου 7 του ν. 4110/2013 (Α΄17) καταργείται.
Άρθρο 41
Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3863/2010
Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν.3863/2010 (Α΄ 115) αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι ιατροί, μετά την ειδική εκπαίδευση, αξιολογούνται από επταμελή επιτροπή, αποτελούμενη από:
α) τον προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Ασφαλιστικών Υπηρεσιών ΙΚΑ−ΕΤΑΜ, ως Πρόεδρο, με αναπληρωτή του τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Αναπηρίας και Ιατρικής της Εργασίας ΙΚΑ−ΕΤΑΜ,
β) τον προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Υπηρεσιών Υγείας Ε.Ο.Π.Υ.Υ., με αναπληρωτή του τον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Διοίκησης Ανθρώπινου Δυναμικού Ε.Ο.Π.Υ.Υ.,
γ) έναν εκπρόσωπο του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου (Π.Ι.Σ.), που υποδεικνύεται με τον αναπληρωτή του,
δ) έναν εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ιατρών Ε.Ο.Π.Υ.Υ., που υποδεικνύεται με τον αναπληρωτή του από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Επιστημονικού Υγειονομικού Προσωπικού (ΠΟΣΕΥΠ−ΕΟΠΥΥ),
ε) έναν εκπρόσωπο που υποδεικνύεται από την Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (ΕΣΑΜεΑ), με τον αναπληρωτή του,
στ) τον προϊστάμενο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου του ΙΚΑ−ΕΤΑΜ, με τον αναπληρωτή του από την ίδια Υπηρεσία,
ζ) έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Υγείας, ο οποίος προτείνεται από τον Υπουργό Υγείας, με τον αναπληρωτή του.»
Άρθρο 42
Ρυθμίσεις θεμάτων Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
1.α. Για τις δαπάνες ελέγχου της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 3460/2006, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 27 του ν. 3698/2008 (Α΄ 198) και ισχύει, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 9 του π.δ. 113/2010 (Α΄ 194).
β. Δαπάνες για ελέγχους του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και των Περιφερειών, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 3460/2006, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 27 του ν. 3698/2008 και ισχύει, οι οποίες προέκυψαν κατά το έτος 2012, εκκαθαρίζονται σε βάρος των πιστώσεων του Τακτικού Προϋπολογισμού του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στον ΚΑΕ 0567 έτους 2013, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης.
2. Αποφάσεις ορισμού αξιολογητών και συγκρότησης γνωμοδοτικών επιτροπών που εκδόθηκαν κατ’ εφαρμογή της αριθμ. 17371/Αρ.Απόφ. 704/20.11.2008 (Β΄ 2497) απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, θεωρούνται ως νομίμως εκδοθείσες.
Άρθρο 43
Ρυθμίσεις για τα δικαιολογητικά που υποβάλλουν οι κάτοικοι αλλοδαπής
1. Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 83 του ν. 3842/2010 (Α΄ 58) οι λέξεις «κατόχων Α.Φ.Μ. » αντικαθίστανται με τις λέξεις «, φορολογικών κατοίκων Ελλάδας».
2. Η παράγραφος 7 του άρθρου 61 του Κ.Φ.Ε. (ν. 2238/ 1994, Α΄ 151), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 12 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66), αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε η ως άνω τροποποιούμενη διάταξη, ως εξής:
«Το φυσικό πρόσωπο που δηλώνει κάτοικος εξωτερικού και αποκτά πραγματικό εισόδημα που προκύπτει στην Ελλάδα, υποχρεούται να υποβάλει μαζί με τη δήλωση φορολογίας του εισοδήματός του, βεβαίωση από την αρμόδια φορολογική αρχή του κράτους στο οποίο δηλώνει κάτοικος από την οποία να προκύπτει ότι είναι φορολογικός κάτοικος αυτού του άλλου κράτους ή αντίγραφο της εκκαθάρισης της φορολογίας εισοδήματος ή, ελλείψει εκκαθάρισης, αντίγραφο της δήλωσης που υπέβαλε στο άλλο κράτος. Η βεβαίωση αυτή χορηγείται από τη φορολογική αρχή ή από οποιαδήποτε άλλη δημόσια ή δημοτική ή άλλη αναγνωρισμένη αρχή. Ειδικά το φυσικό πρόσωπο που απασχολείται ως αλλοδαπό προσωπικό σε επιχείρηση που υπάγεται στις διατάξεις του α.ν. 89/1967 (Α’ 132) υποχρεούται να υποβάλει μαζί με τη δήλωση φορολογίας του εισοδήματος που προκύπτει στην ημεδαπή: α) αντίγραφο του αλλοδαπού διαβατηρίου, β) τη δημοσιευθείσα στο Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως απόφαση υπαγωγής της επιχείρησης του α.ν. 89/1967 και γ) βεβαίωση της επιχείρησης από την οποία να προκύπτει ότι το εν λόγω φυσικό πρόσωπο απασχολείται σε επιχείρηση του α.ν. 89/1967 και ο χρόνος έναρξης αυτής της απασχόλησης.»
3. Η παράγραφος 8α του άρθρου 61 του Κ.Φ.Ε. όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 12 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66), αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε η ως άνω τροποποιούμενη διάταξη, ως εξής:
«Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου.»
4. Η παράγραφος 8β του άρθρου 61 του Κ.Φ.Ε., όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 12 του ν. 3943/2011 (Α΄ 66), αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε η ως άνω τροποποιούμενη διάταξη, ως εξής:
«Όσοι έχουν δηλώσει τόπο κατοικίας ή συνήθους διαμονής στην αλλοδαπή και υπόκεινται, κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, σε φόρο μόνο για το εισόδημά τους που προκύπτει στην Ελλάδα, υποχρεούνται να προσκομίσουν τα δικαιολογητικά που προβλέπονται στην παράγραφο 7 του άρθρου αυτού, μέσα σε προθεσμία που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Αν δεν προσκομισθούν ή δεν προσκομισθούν εμπρόθεσμα τα δικαιολογητικά αυτά, οι υπόχρεοι θεωρούνται ότι έχουν την κατοικία τους στην Ελλάδα και υπόκεινται σε φόρο για το παγκόσμιο εισόδημά τους. Με την απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος κλήσης των φορολογουμένων, η διαδικασία υποβολής των δικαιολογητικών και κάθε άλλο σχετικό θέμα.»
Άρθρο 44
Προϋποθέσεις δικαιολόγησης απόκτησης μερισμάτων πλοιοκτητριών εταιρειών
1. Για τη δικαιολόγηση της συνολικής ετήσιας δαπάνης των άρθρων 16 και 17 του Κ.Φ.Ε. οι φορολογούμενοι κάτοικοι Ελλάδος που αποκτούν μερίσματα που καταβάλλονται από ελληνικές ή αλλοδαπές πλοιοκτήτριες εταιρείες πλοίων με ελληνική ή ξένη σημαία ή εταιρείες χαρτοφυλακίου (holding companies) που κατέχουν άμεσα ή έμμεσα τις μετοχές ή μερίδια των πλοιοκτητριών εταιρειών κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 26 του ν. 27/ 1975, όπως ισχύει, υποβάλλουν είτε με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος είτε κατά τους διενεργούμενους ελέγχους για σκοπούς της φορολογίας εισοδήματος μόνο τα παρακάτω δικαιολογητικά:
(α) Βεβαίωση είτε της ελληνικής ή αλλοδαπής πλοιοκτήτριας εταιρείας πλοίου υπό ελληνική ή ξένη σημαία είτε της εταιρείας χαρτοφυλακίου (holding company) που κατέχει άμεσα ή έμμεσα τις μετοχές της πλοιοκτήτριας και διανέμει το μέρισμα από την οποία θα προκύπτουν τα στοιχεία του φορολογούμενου ως μετόχου της εταιρείας, το καταβληθέν σε αυτόν μέρισμα και το όνομα του πλοίου (αριθμός και λιμένας νηολόγησης, αριθμ. ΙΜΟ) από την εκμετάλλευση του οποίου προκύπτει το σχετικό μέρισμα.
(β) Στην περίπτωση που το μέρισμα καταβάλλεται από αλλοδαπή πλοιοκτήτρια πλοίου με ξένη σημαία αντίγραφο της σχετικής άδειας εγκατάστασης στην Ελλάδα της διαχειρίστριας εταιρείας που, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 27/1975, ασχολείται αποκλειστικά με τη διαχείριση, εκμετάλλευση ή ναύλωση πλοίων και βεβαίωση της αρμόδιας υπηρεσίας του Υπουργείου Ναυτιλίας και Αιγαίου ότι έχει δηλωθεί και αναληφθεί από αυτήν η διαχείριση του συγκεκριμένου πλοίου.
(γ) Αντίγραφο της μοναδικής βεβαίωσης εισαγωγής συναλλάγματος (ΒΑΣ) των αντιστοίχων ποσών ή βεβαίωση εκχώρησης συναλλάγματος. Τα σχετικά πρωτότυπα αναζητούνται από την αρμόδια αρχή.
2. Η καταβολή του μερίσματος μπορεί να γίνεται και μέσω της διαχειρίστριας εταιρείας, η οποία μπορεί να βεβαιώνει και τη λήψη του μερίσματος. Στην περίπτωση αυτή η διαχειρίστρια δεν υποχρεούται σε εγγραφή του ποσού του μερίσματος στα βιβλία τα οποία τηρεί. Τα εκ της εισαγωγής του συναλλάγματος ποσά επιτρέπεται να καταβάλλονται σε νομικά πρόσωπα συμφερόντων του δικαιούχου του ποσού που εισάγεται.
3. Οι ανωτέρω προϋποθέσεις εφαρμόζονται και επί των εκκρεμών υποθέσεων ελέγχου.
4. Τα δικαιολογητικά της παραγράφου 1, με την εξαίρεση του δικαιολογητικού υπό το στοιχείο γ΄, υποβάλλονται και σε κάθε άλλη περίπτωση που ελέγχεται κατά νόμο η προέλευση του εισοδήματος που αναφέρεται σε μερίσματα πλοιοκτητριών εταιρειών ή εταιρειών χαρτοφυλακίου.
Άρθρο 45
Το άρθρο 43 του ν. 4111/2013 (Α΄18) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 43
Εισφορά σε εταιρίες του άρθρου 25 του ν. 27/1975 (Α΄77)
1. Στα γραφεία ή υποκαταστήματα αλλοδαπών επιχειρήσεων οποιουδήποτε τύπου ή μορφής, ασχολούμενα αποκλειστικά με τη ναύλωση, ασφάλιση, διακανονισμό αβαριών, μεσιτεία αγοραπωλησιών ή ναυπηγήσεων ή ναυλώσεων ή ασφαλίσεων πλοίων με ελληνική ή ξένη σημαία, πάνω από πεντακόσιους (500) κόρους ολικής χωρητικότητας, εξαιρούμενων των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων και των εμπορικών πλοίων που εκτελούν εσωτερικούς πλόες, καθώς και με την αντιπροσώπευση πλοιοκτητριών εταιριών, ως και επιχειρήσεων που έχουν σαν αντικείμενο εργασιών τις ίδιες με τις παραπάνω αναφερόμενες δραστηριότητες, επιβάλλεται ετήσια εισφορά για τέσσερα (4) έτη επί του ετήσιου ποσού του συνολικού εισαγομένου και μετατρεπομένου σε ευρώ συναλλάγματος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 27/1975 (Α΄ 77), η οποία υπολογίζεται με την παρακάτω κλίμακα:
Κλιμάκιο υπολογισμού της εισφοράς | |||||
Κλιμάκιο ετήσιου | Συντελεστής | Φόρος | Σύνολο Εισαγόμενου | Σύνολο φόρου (σε δολάρια Η.Π.Α.) | |
200.000 | 5 | 10.000 | 200.000 | 10.000 | |
200.000 | 4 | 8.000 | 400.000 | 18.000 | |
Υπερβάλλον | 3 |
Η παραπάνω εισφορά αφορά τα ετήσια ποσά συνολικού εισαγομένου και μετατρεπόμενου σε ευρώ συναλλάγματος της τετραετίας 2012 − 2015.
Στην περίπτωση που το συνολικό ετήσιο εισαγόμενο και μετατρεπόμενο σε ευρώ συνάλλαγμα μιας επιχείρησης είναι μικρότερο από το προβλεπόμενο ελάχιστο όριο των πενήντα χιλιάδων (50.000) δολαρίων Η.Π.Α., η εισφορά θα πρέπει να υπολογιστεί για πενήντα χιλιάδες και και μετατρεπόμενου σε ευρώ και μετατρεπόμενου σε ευρώ (50.000) δολάρια Η.Π.Α..
2. Οι παραπάνω επιχειρήσεις μέχρι το τέλος Μαρτίου κάθε έτους της τετραετίας 2012−2015 υποβάλλουν ειδική δήλωση υπολογισμού της εισφοράς επί του συνολικού εισαγόμενου και μετατρεπόμενου σε ευρώ συναλλάγματος του προηγούμενου έτους, με την οποία συνυποβάλλονται επικυρωμένα αντίγραφα των βεβαιώσεων εισαγωγής συναλλάγματος, καθώς και σχετική υπεύθυνη δήλωση των νομίμων εκπροσώπων της εταιρίας στον προϊστάμενο της αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας (Δ.Ο.Υ.) για τη φορολογία των παραπάνω υπόχρεων.
Η εισφορά του παρόντος άρθρου βεβαιώνεται από τον προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. με βάση την ειδική δήλωση υπολογισμού της ετήσιας εισφοράς.
Για την καταβολή της εισφοράς ευθύνονται αλληλέγγυα και αδιαίρετα, βάσει του τίτλου που έχει αποκτηθεί έστω για έναν από τους υπόχρεους, ο οποίος ισχύει και ως προς τους άλλους υπόχρεους για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων για την είσπραξη του φόρου: οι διευθυντές, διαχειριστές και γενικά οι εκπρόσωποι των κάθε είδους επιχειρήσεων ή εταιριών της παραγράφου1 του παρόντος άρθρου, ο καθένας χωριστά για ολόκληρο το ποσό της εισφοράς.
3. Η εισφορά υπολογίζεται σε δολάρια Η.Π.Α. και μαζί με την ειδική ετήσια δήλωση καταβάλλεται και το ένα τέταρτο (1/4) της οφειλόμενης εισφοράς σε ευρώ με βάση την επίσημη ισοτιμία μεταξύ των νομισμάτων αυτών κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης. Τα άλλα τρία τέταρτα (3/4) της εισφοράς καταβάλλονται σε τρεις (3) ισόποσες δόσεις στους μήνες Ιούνιο, Σεπτέμβριο και Δεκέμβριο του έτους υποβολής της δήλωσης.
Σε περίπτωση παράλειψης επίδοσης από τον υπόχρεο της δήλωσης που προβλέπεται από το νόμο ή υποβολής από αυτόν εκπρόθεσμης ή ανακριβούς δήλωσης επιβάλλεται πρόσθετη εισφορά και πρόστιμο, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2523/1997 όπως ισχύουν.
4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η ειδικότερη διαδικασία για την υποβολή της εισφοράς, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά που υποβάλλονται και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
5. Στα μερίσματα που εισπράττει φυσικό πρόσωπο φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, από αλλοδαπή επιχείρηση οποιουδήποτε τύπου ή μορφής, που διατηρεί γραφεία ή υποκαταστήματα εγκατεστημένα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 27/1975 (Α΄ 77) και ασχολούμενα αποκλειστικά με τη ναύλωση, ασφάλιση, διακανονισμό αβαριών, μεσιτεία αγοραπωλησιών ή ναυπηγήσεων ή ναυλώσεων ή ασφαλίσεων πλοίων με ελληνική ή ξένη σημαία πάνω από πεντακόσιους (500) κόρους ολικής χωρητικότητας, εξαιρούμενων των επιβατηγών ακτοπλοϊκών πλοίων και των εμπορικών πλοίων που εκτελούν εσωτερικούς πλόες, καθώς και με την αντιπροσώπευση πλοιοκτητριών εταιριών, ως και επιχειρήσεων που έχουν σαν αντικείμενο εργασιών τις ίδιες με τις παραπάνω αναφερόμενες δραστηριότητες, επιβάλλεται φόρος με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%), ο οποίος καταβάλλεται από το δικαιούχο του μερίσματος. Ο δικαιούχος του εισοδήματος αυτού αποδίδει ο ίδιος τον οφειλόμενο φόρο της παρούσας παραγράφου εφάπαξ με την υποβολή δήλωσης, μέσα στον επόμενο μήνα από αυτόν εντός του οποίου έγινε στην αλλοδαπή η καταβολή ή η πίστωση. Η διάταξη αυτή δεν ισχύει για τις επιχειρήσεις που σύμφωνα με την εγκριτική πράξη εγκατάστασής τους, ασχολούνται και με τη διαχείριση πλοίων με ελληνική ή ξένη σημαία.
Ο φόρος αυτός επιβάλλεται στα μερίσματα που καταβάλλονται ή πιστώνονται από τη διαχειριστική χρήση 2012 και μετά (οικονομικό έτος 2013).
Με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται κάθε φορολογική υποχρέωση του δικαιούχου, μετόχου ή εταίρου των ως άνω επιχειρήσεων, φυσικού προσώπου, για το εισόδημα που αποκτά με τη μορφή διανομής καθαρών κερδών ή μερισμάτων, εξαιρουμένου από οποιονδήποτε άλλο φόρο, τέλος, εισφορά ή κράτηση, είτε απευθείας είτε από εταιρίες χαρτοφυλακίου, ανεξαρτήτως του αριθμού των εταιριών χαρτοφυλακίου που παρεμβάλλονται μεταξύ της επιχείρησης και του τελικού μετόχου ή εταίρου.
Τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια της παραγράφου αυτής, ισχύουν και για τα κέρδη που διανέμουν οι ως άνω εταιρίες, με τη μορφή εκτάκτων αμοιβών και ποσοστών (bonus) σε μέλη του Δ.Σ., σε διευθυντές και σε στελέχη, επιπλέον των μισθών. Με την ανωτέρω παρακράτηση εξαντλείται η όποια φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων για τα πιο πάνω εισοδήματα.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η ειδικότερη διαδικασία για την καταβολή του φόρου, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά που υποβάλλονται και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.»
Άρθρο 46
Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3986/2011 σχετικά με το ΤΑΙΠΕΔ
1. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3986/2011 (Α΄ 152), όπως αυτό τροποποιήθηκε με την υποπερίπτωση α΄ της περίπτωσης 2 της παρ. Γ΄ του άρθρου πέμπτου του ν. 4079/2012 (Α΄ 180), η λέξη «εξαμελές» αντικαθίσταται με τη λέξη «πενταμελές».
2. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3986/2011, όπως αυτό προστέθηκε με την υποπερίπτωση β΄ της περίπτωσης 2 της παρ. Γ΄ του άρθρου πέμπτου του ν. 4079/2012 (Α΄ 180), καταργείται.
Άρθρο 47
Επείγοντα θέματα Υπουργείου Εσωτερικών
1. α. Δαπάνες μεταφοράς μαθητών που πραγματοποιήθηκαν καθ’ υπέρβαση των εγγεγραμμένων πιστώσεων ή/και χωρίς την τήρηση των περί δεσμεύσεως υποχρεώσεων διατάξεων κατά τα οικονομικά έτη 2011, 2012 και μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος δύνανται να εκκαθαρισθούν σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού των οικείων περιφερειών τρέχοντος οικονομικού έτους κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης.
β. Δαπάνες μεταφοράς μαθητών, που πραγματοποιήθηκαν από τις Περιφέρειες κατά το σχολικό έτος 2011−2012, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις οικείες συμβάσεις, καταβάλλονται με απομείωση του κόστους παρασχεθεισών υπηρεσιών κατά ποσοστό τουλάχιστον 10% επί των αντίστοιχων δαπανών όπως είχαν διαμορφωθεί κατά το προηγούμενο σχολικό έτος για την παροχή αντίστοιχου μεταφορικού έργου. Σε περίπτωση που οι ανωτέρω δαπάνες έχουν διαμορφωθεί μετά από συμφωνία των μερών σε ύψος χαμηλότερο από αυτό που προσδιορίζεται σύμφωνα με τα ανωτέρω, παραμένουν ως έχουν.
Σε περίπτωση που ήδη καταβληθείσες δαπάνες έχουν διαμορφωθεί σε ύψος υψηλότερο από αυτό που προσδιορίζεται σύμφωνα με τα ανωτέρω, η επιπλέον καταβολή συμψηφίζεται με οφειλόμενες καταβολές προς τους ίδιους δικαιούχους.
γ. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 1 της από 4.9.2012 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 4089/2012 (Α΄206), η τελευταία φράση « ...σε σχέση με το αντίστοιχο που είχε διαμορφωθεί κατά τον Ιούνιο του 2012» διαγράφεται.
2. Στο πλαίσιο της υλοποίησης νέου κύκλου πράξεων «Ενέργειες στήριξης ηλικιωμένων και λοιπών ατόμων που χρήζουν βοήθειας για την ενίσχυση της απασχολησιμότητας των εμμέσως ωφελουμένων ατόμων», που εντάσσεται στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού» 2007−2013 του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας και συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, οι συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου του απασχολούμενου προσωπικού στους φορείς των Ο.Τ.Α., παρατείνονται από τη λήξη τους έως 31.7.2013.
Οι ανωτέρω συμβάσεις του προσωπικού σε καμία περίπτωση δεν μετατρέπονται σε αορίστου χρόνου, κατά τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 21 του ν. 2190/1994.
Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών διατίθεται από τους πόρους του άρθρου 259 του ν. 3852/2010, έτους 2013 ποσό μέχρι τρία εκατομμύρια ευρώ για την καταβολή της μισθοδοσίας του ανωτέρω προσωπικού και για το χρονικό διάστημα από 1.1.2013 έως 31.7.2013.
3. Οι παράγραφοι 1(α−β) και 1(γ) του άρθρου 4 του π.δ. 7/2013 (Α΄ 26) αναδιατυπώνονται ως εξής:
«α−β. Δύο τεχνικούς υπαλλήλους κατηγορίας ΠΕ με βαθμό Α΄ ή Β΄, που υπηρετούν στις Διευθύνσεις Τεχνικών Έργων της Περιφέρειας ή των Περιφερειακών Ενοτήτων ή άλλων Τεχνικών Διευθύνσεων, που ορίζονται με τους αναπληρωτές τους με την απόφαση συγκρότησης του Συμβουλίου και σε περίπτωση μη ύπαρξης από τεχνικούς υπαλλήλους κατηγορίας ΤΕ με βαθμό Α΄ ή Β΄. Ελλείψει τεχνικών υπαλλήλων με Β΄ βαθμό είναι δυνατή η συμμετοχή τεχνικών υπαλλήλων με Γ΄ βαθμό κατηγορίας ΠΕ και σε περίπτωση μη ύπαρξης, τεχνικών υπαλλήλων Γ΄ βαθμού κατηγορίας ΤΕ.
γ. Έναν τεχνικό υπάλληλο κατηγορίας ΠΕ με βαθμό Α΄ ή Β΄, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του από την τεχνική υπηρεσία του δήμου της έδρας του νομού που εδρεύει το Τεχνικό Συμβούλιο και ο οποίος υποδεικνύεται από τον Δήμαρχο και σε περίπτωση μη ύπαρξης από τεχνικό υπάλληλο κατηγορίας ΤΕ με βαθμό Α΄ ή Β΄.
Ελλείψει τεχνικού υπαλλήλου με Β΄ βαθμό είναι δυνατή η συμμετοχή τεχνικού υπαλλήλου με Γ΄ βαθμό κατηγορίας ΠΕ και σε περίπτωση, μη ύπαρξης, τεχνικού υπαλλήλου με Γ΄ βαθμό κατηγορίας ΤΕ.»
Η ανωτέρω ρύθμιση έχει αναδρομική ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσης του π.δ. 7/2013 (Α΄ 26).
Άρθρο 48
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν άλλως ορίζεται στις επιμέρους διατάξεις.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 3 Απριλίου 2013
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ | ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ |
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ | ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ ΚΑΙ |
ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ. | ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, |
ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ, | ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ |
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ | ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΚΑΙ |
ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΙΓΑΙΟΥ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΟΥΣΟΥΡΟΥΛΗΣ
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 4 Απριλίου 2013
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΡΟΥΠΑΚΙΩΤΗΣ