ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 103 29 Απριλίου 2013
______________________________________________________
ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘ. 4151
Ρυθμίσεις για την τροποποίηση και τη βελτίωση συνταξιοδοτικών, δημοσιονομικών, διοικητικών και λοιπών διατάξεων του Υπουργείου Οικονομικών.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ
Άρθρο 1
Προκαταβολή σύνταξης
1. Μετά το άρθρο 57 του π.δ. 169/2007 (ΦΕΚ Α΄ 210) προστίθεται άρθρο 57Α ως εξής:
«Άρθρο 57Α
Προκαταβολή σύνταξης
1.α. Ο μόνιμος υπάλληλος ή ο δημόσιος λειτουργός, ισόβιος ή μη καθώς και ο στρατιωτικός που αποχωρεί από την Υπηρεσία λόγω συνταξιοδότησης, λαμβάνει κατά μήνα και μέχρι την ημερομηνία έναρξης πληρωμής της σύνταξής του, προκαταβολή σύνταξης το ποσό της οποίας ανέρχεται σε ποσοστό 50% του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου ή του βαθμού που έφερε κατά το χρόνο της αποχώρησής του προσαυξημένου με το 50% του τυχόν επιδόματος χρόνου υπηρεσίας.
Ειδικά για τα πρόσωπα του άρθρου 4 του ν. 4024/2011 (ΦΕΚ Α΄ 226) που υπάγονται στο συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου το ανωτέρω ποσοστό υπολογίζεται επί του βασικού μισθού του μισθολογικού κλιμακίου που έφερε ο υπάλληλος κατά την 31.10.2011. Σε περιπτώσεις που ο μόνιμος υπάλληλος ή ο δημόσιος λειτουργός, ισόβιος ή μη, είναι ανάπηρος με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω ή γονέας τριών τέκνων και άνω ή γονέας τέκνου με αναπηρία, ή προστάτης μέλους της οικογένειας με αναπηρία το ποσοστό της προκαταβολής σύνταξης ανέρχεται σε ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%) επί των ποσών των δύο προηγουμένων εδαφίων κατά περίπτωση.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η ημερομηνία έναρξης εφαρμογής των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου.
β. Η προκαταβολή σύνταξης διενεργείται με βάση τα στοιχεία του Δελτίου Ατομικής και Υπηρεσιακής Κατάστασης Υπαλλήλου – Λειτουργού (ΔΑΥΚ) τα οποία περιέρχονται ηλεκτρονικά στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, εντός είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία λύσης της υπαλληλικής σχέσης του υπαλλήλου. Σε περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης η αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους υποχρεούται εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την περιέλευση σε αυτή των στοιχείων του ΔΑΥΚ, να αποστείλει σχετική αλληλογραφία με τα στοιχεία του υπαλλήλου και στους συναρμόδιους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς.
Το ανωτέρω ποσό, κατά την καταβολή του, υπόκειται σε κρατήσεις για υγειονομική περίθαλψη και φόρο εισοδήματος ενώ απαλλάσσεται από κάθε άλλη κράτηση ή εισφορά.
γ. Η πρώτη καταβολή του ανωτέρω ποσού, αναδρομικά από την επομένη της ημερομηνίας λύσης της υπαλληλικής σχέσης του υπαλλήλου, διενεργείται το αργότερο σε σαράντα (40) ημέρες από την ημερομηνία της ηλεκτρονικής περιέλευσης στην Υπηρεσία Συντάξεων του ΔΑΥΚ.
δ. Η κατά τα ανωτέρω καταβολή της προκαταβολής σύνταξης γίνεται με εντολή του Προϊσταμένου της αρμόδιας Διεύθυνσης Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Συντάξεων. Ο ίδιος Προϊστάμενος μπορεί με την έκδοση πράξης να διακόψει την καταβολή της προκαταβολής σύνταξης, εφόσον διαπιστωθεί ότι δεν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για την καταβολή της.
ε. Οι ανωτέρω αποδοχές δεν καταβάλλονται:
− σε περίπτωση απόλυσης για πειθαρχικό παράπτωμα ή υπηρεσιακή ανεπάρκεια των μόνιμων υπαλλήλων ή των δημόσιων λειτουργών, ισόβιων ή μη
− σε περίπτωση παραίτησης του υπαλλήλου που δεν έχει συμπληρώσει τα έτη ασφάλισης για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 1 του Κώδικα αυτού,
− σε περίπτωση που η σύνταξη δεν είναι άμεσα καταβλητέα λόγω μη συμπλήρωσης του προβλεπόμενου ορίου ηλικίας για την καταβολή της και
− σε περίπτωση απόλυσης λόγω ανικανότητας ή θανάτου στην Υπηρεσία ή θανάτου του υπαλλήλου που έχει αποχωρήσει από την Υπηρεσία και βρίσκεται σε αναστολή καταβολής της σύνταξής του, λόγω μη συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης. Ειδικά στις περιπτώσεις αυτές η σύνταξη καταβάλλεται στους δικαιούχους κατ’ απόλυτη προτεραιότητα.
2. Σε περίπτωση θανάτου συνταξιούχου, καταβάλλεται ως προκαταβολή σύνταξης στον επιζώντα σύζυγο και στα τέκνα του, εφόσον γι’ αυτά συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 5 του Κώδικα αυτού, ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) ολόκληρης της σύνταξής του.
3. Ποσά που καταβλήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, συμψηφίζονται με τα ποσά που θα καταβληθούν ως αναδρομικά της σύνταξης. Εάν το ποσό των αναδρομικών της σύνταξης δεν επαρκεί για τον κατά τα ανωτέρω συμψηφισμό το υπόλοιπο προς συμψηφισμό ποσό θα παρακρατηθεί από την καταβαλλόμενη σύνταξη σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 60 του Κώδικα αυτού, όπως ισχύει.»
2.α. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 έχουν εφαρμογή για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα, αποχωρούν για οποιονδήποτε λόγο από την Υπηρεσία από 1.6.2013 και μετά.
Οι διατάξεις του άρθρου 57 του π.δ. 169/2007, παύουν να ισχύουν για τα πρόσωπα του προηγουμένου εδαφίου.
Κατ’ εξαίρεση όσοι έχουν αποχωρήσει ή θα αποχωρήσουν πριν από την 1.6.2013, λαμβάνουν προκαταβολή σύνταξης, υπό την προϋπόθεση ότι τα στοιχεία του ΔΑΥΚ που τους αφορά, θα οριστικοποιηθούν από 20.5.2013 και μετά.
Ειδικά όσοι αποχωρούν ή θα αποχωρήσουν από την Υπηρεσία από 1.3.2013 μέχρι 31.5.2013 μπορούν για το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία αποχώρησής τους μέχρι και την 31.5.2013 να λάβουν αναλογία των αποδοχών του άρθρου 57 του π.δ. 169/2007, που αντιστοιχεί στο χρονικό διάστημα αυτό. Στην περίπτωση αυτή εάν καταβλήθηκαν ακέραιες οι τρίμηνες αποδοχές, η προκαταβολή σύνταξης θα καταβληθεί από την επομένη λήξης των τριμήνων αποδοχών, το δε επιπλέον ποσό που καταβλήθηκε από 1.6.2013 και μετά θα συμψηφησθεί με τα αναδρομικά της σύνταξης.
Η ημερομηνία έναρξης εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου αυτού, προκειμένου για τους στρατιωτικούς, καθώς και για τον επιζώντα σύζυγο και τα τέκνα θανόντος συνταξιούχου θα καθοριστεί με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Για τα πρόσωπα αυτά και μέχρι την υπαγωγή τους στις διατάξεις του άρθρου αυτού με την προαναφερόμενη απόφαση, εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 57 του π.δ. 169/2007.
β. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την καταβολή της προκαταβολής σύνταξης, καθώς και τον έλεγχο των καταβαλλόμενων ποσών.
Με ίδια απόφαση καθορίζεται η διαδικασία επέκτασης της προκαταβολής σύνταξης στις εκκρεμείς κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού υποθέσεις.
3.α. Η πράξη κανονισμού της σύνταξης του υπαλλήλου ή του στρατιωτικού εκδίδεται εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία πρωτοκόλλησης της σχετικής αίτησης στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Σε περίπτωση διαδοχικής ασφάλισης η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου ορίζεται σε επτά (7) μήνες και προκειμένου για τα πρόσωπα της παραγράφου 2 του άρθρου 57 Α του π.δ. 169/2007, σε τρεις (3) μήνες.
β. Ο κανονισμός της σύνταξης του Δημοσίου διενεργείται κατά σειρά προτεραιότητας με βάση την ημερομηνία που περιήλθε η σχετική αίτηση στην Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
4. Η αίτηση συνταξιοδότησης του υπαλλήλου μαζί με τα δικαιολογητικά που απαιτούνται, όπως αυτά ορίζονται από τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά, αποστέλλονται από την Υπηρεσία του στην Υπηρεσία Συντάξεων του ΓΛΚ εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία που φέρει το ΦΕΚ, στο οποίο δημοσιεύεται η λύση της υπαλληλικής του σχέσης.
5. Παραβίαση των προθεσμιών των παραγράφων 3 (περίπτωση α΄) και 4, καθώς και αυτών των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 57Α΄ του π.δ. 169/2007 συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 106 του ν. 3528/2007 (ΦΕΚ Α΄ 26) για τους, κατά περίπτωση, εμπλεκομένους της αρμόδιας Διεύθυνσης και τιμωρείται με μία από τις ποινές που προβλέπονται στις περιπτώσεις β΄, γ΄ και δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 109 του ίδιου νόμου, όπως ισχύει.
Τα ανωτέρω έχουν ανάλογη εφαρμογή και στην περίπτωση παραβίασης των διατάξεων της περίπτωσης β΄ της ανωτέρω παραγράφου 3.
Οι αναφερόμενες στο πρώτο εδάφιο προθεσμίες αρχίζουν από 1.5.2013 και αφορούν αιτήσεις συνταξιοδότησης που περιέρχονται στην Υπηρεσία Συντάξεων από την ημερομηνία αυτή και μετά.
6. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή και για όσους έχουν ασφαλισθεί για πρώτη φορά σε ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένου και του Δημοσίου, από 1.1.1993 και μετά.
Άρθρο 2
Κατάργηση των Επιτροπών των άρθρων 14 και 66 του π.δ. 169/2007
1.α. Η Επιτροπή της παραγράφου 4 του άρθρου 14, καθώς και η Επιτροπή της παρ. 1 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 (ΦΕΚ Α΄ 210) καταργούνται από την επομένη της ημερομηνίας έναρξης ισχύος του νόμου αυτού.
β. Από την επομένη της ημερομηνίας δημοσίευσης του νόμου αυτού, οι αρμοδιότητες της Επιτροπής της παρ. 4 του άρθρου 14 του π.δ. 169/2007, που καταργείται σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης περίπτωσης, ασκούνται από τις οικείες Διευθύνσεις Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής της Γενικής Διεύθυνσης Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, κατά περίπτωση.
γ. Οι διατάξεις του τρίτου και τέταρτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 καταργούνται.
2.α. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 66 του π.δ. 169/ 2007 αντικαθίστανται ως εξής:
«2. Η πράξη κανονισμού σύνταξης υπόκειται σε έφεση στο αρμόδιο Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου:
α) από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον, εντός εξήντα ημερών από την κοινοποίηση της πράξης και
β) χωρίς περιορισμό από προθεσμία, από τον Διευθυντή της αρμόδιας Διεύθυνσης Διενέργειας Μεταβολών και Δειγματοληπτικών Ελέγχων
i) αν κατά το διενεργούμενο έλεγχο, διαπιστωθεί εσφαλμένη εφαρμογή συνταξιοδοτικών διατάξεων ή
ii) αν η πράξη που προσβάλλεται στηρίζεται σε ψευδείς καταθέσεις μαρτύρων ή σε ψευδή έκθεση ή κατάθεση πραγματογνώμονα ή σε πλαστά ή νοθευμένα έγγραφα, εφόσον τα περιστατικά αυτά προκύπτουν από αμετάκλητη δικαστική απόφαση ή βούλευμα ή
iii) αν εμφιλοχώρησε πλάνη για τα πράγματα ή
iv) αν με την πράξη που προσβάλλεται κανονίστηκε σύνταξη χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις ή μεγαλύτερη από αυτή που καθορίζει ο νόμος.»
β. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 66 του π.δ. 169/ 2007 καταργούνται.
3. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 66 του π.δ. 169/ 2007 αντικαθίστανται ως εξής:
«4. Το όργανο που έχει εκδώσει την πράξη μπορεί, χωρίς περιορισμό από προθεσμία, να προβεί στη διόρθωση οποιουδήποτε τυπικού ή ουσιαστικού στοιχείου αυτής, είτε αυτεπάγγελτα, χωρίς περιορισμό από προθεσμία, είτε μετά την υποβολή σχετικής αίτησης θεραπείας από τον ενδιαφερόμενο, εντός εξήντα (60) ημερών από την κοινοποίησή της, εφόσον διαπιστώσει ότι κατά την έκδοση της πράξης εφαρμόστηκαν εσφαλμένα οι σχετικές συνταξιοδοτικές διατάξεις. Η διόρθωση γίνεται με την έκδοση τροποποιητικής πράξης.
Το ανωτέρω όργανο μπορεί να ανακαλέσει αυτεπάγγελτα την πράξη που εξέδωσε, χωρίς περιορισμό από προθεσμία, αν με την πράξη αυτή κανονίστηκε σύνταξη χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις, καθώς και αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των περιπτώσεων ii και iii της προηγούμενης παραγράφου. Η ανάκληση γίνεται με την έκδοση ανακλητικής πράξης.
Εάν κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής διαπιστωθεί ότι έχει επέλθει ζημία στο Δημόσιο, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του πρώτου και δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 69.
Η ανωτέρω διαδικασία ισχύει και για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 2 του άρθρου 48 του Ε.Κ. 987/ 2009.
Οι πράξεις που εκδίδονται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, υπόκεινται στα ένδικα μέσα της παραγράφου 2.»
4. α. Οι διατάξεις του δευτέρου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:
«Οι πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, καθώς και τις διατάξεις της παραγράφου 4 κοινοποιούνται στον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος έχει το δικαίωμα να ασκήσει κατ’ αυτών τα ένδικα μέσα που αναφέρονται στην επόμενη παράγραφο εντός εξήντα ημερών από τότε που θα περιέλθουν σε αυτόν.»
β. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 6 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:
«Οι πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, καθώς και τις διατάξεις της παραγράφου 4 υπόκεινται σε έφεση στο αρμόδιο Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που ασκείται από τον Υπουργό Οικονομικών και από εκείνον που έχει έννομο συμφέρον εντός εξήντα (60) ημερών από την έκδοσή τους ή την κοινοποίησή τους, αντίστοιχα.»
γ. Οι διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 66 του π.δ. 169/ 2007 αντικαθίστανται ως εξής:
«7. Κάθε αίτηση σχετική με τις πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, καθώς και τις διατάξεις της παραγράφου 4, η οποία στηρίζεται σε έγγραφα για το περιεχόμενο των οποίων δεν έγινε κρίση, θεωρείται όχι ως ένδικο μέσο άλλα ως αίτηση που εξετάζεται για πρώτη φορά.»
δ. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:
«10. Οι πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, καθώς και τις διατάξεις της παραγράφου 4, κοινοποιούνται απευθείας στους ενδιαφερομένους σε επικυρωμένο αντίγραφο.»
ε. Οι διατάξεις των παραγράφων 9 και 11 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007, καθώς και αυτές του άρθρου 108 του π.δ. 168/2007 (ΦΕΚ Α΄ 209) καταργούνται.
5.α. Ενστάσεις που κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού εκκρεμούν για εκδίκαση ενώπιον της καταργούμενης με τις διατάξεις της παραγράφου 1, Επιτροπής Ελέγχου Πράξεων Κανονισμού Συντάξεων, λογίζονται ως σιωπηρώς απορριφθείσες, τα σχετικά δε παράβολα επιστρέφονται στους δικαιούχους μετά από αίτησή τους. Κατά της σιωπηρής αυτής απόρριψης μπορεί να ασκηθεί από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον το ένδικο μέσο της έφεσης ενώπιον του αρμόδιου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατ’ εξαίρεση εντός προθεσμίας ενός (1) έτους από την ημερομηνία που φέρει το έγγραφο της Υπηρεσίας Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, με το οποίο η εν λόγω Υπηρεσία οφείλει να ενημερώνει σχετικά τον ενδιαφερόμενο.
Προκειμένου για ενστάσεις που έχουν ασκηθεί από τους Προϊσταμένους των πρώην Διευθύνσεων Ελέγχου και Εντολής Πληρωμής Πολιτικών ή Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων και εκκρεμούν ενώπιον της ανωτέρω Επιτροπής, διαβιβάζονται για επανεξέταση στις αρμόδιες κατά περίπτωση Διευθύνσεις Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής. Στην περίπτωση αυτή εάν ο Προϊστάμενος της αρμόδιας Διεύθυνσης εμμείνει στην ορθότητα της επανεξεταζόμενης πράξης κανονισμού σύνταξης, αυτή διαβιβάζεται στη Διεύθυνση Διενέργειας Μεταβολών και Δειγματοληπτικών Ελέγχων προκειμένου να προβεί στις δικές της ενέργειες, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού.
β. Αιτήσεις που κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού εκκρεμούν για εξέταση ενώπιον της καταργούμενης με τις διατάξεις της παραγράφου 1 Επιτροπής της παρ. 4 του άρθρου 14 του π.δ. 169/2007, διαβιβάζονται στις αρμόδιες, κατά περίπτωση, Διευθύνσεις Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής προκειμένου να εξετασθούν λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων του τελευταίου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 14 του π.δ. 169/2007.
6. Οι διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 3, καθώς και αυτές της παραγράφου 5, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τις πράξεις κανονισμού σύνταξης που εκδίδονται από τις αρμόδιες Διευθύνσεις Συντάξεων των Ασφαλιστικών Οργανισμών αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, οι οποίες, με βάση ειδικές ή γενικές διατάξεις, υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον της καταργούμενης με τις διατάξεις της παραγράφου 1 Επιτροπής Ελέγχου Πράξεων Κανονισμού Συντάξεων.
Άρθρο 3
Τροποποίηση του π.δ. 169/2007
1. Στο τέλος της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 των άρθρων 5 και 31 του π.δ. 169/2007 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Εφόσον τα ανωτέρω πρόσωπα φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές του εξωτερικού πρέπει να υποβάλουν τα ξενόγλωσσα πιστοποιητικά σπουδών, με σφραγίδα Apostille (Χάγης) από το Ελληνικό Προξενείο της περιοχής που φοιτούν, με μετάφραση από το Υπουργείο Εξωτερικών ή δικηγόρο.»
2.α. Στο τέλος της υποπερίπτωσης ββ΄ της περίπτωσης β΄ της παρ. 4 του άρθρου 5 του π.δ. 169/2007 προστίθεται, από της ισχύος της, εδάφιο ως εξής:
«Τυχόν τεκμαρτό εισόδημα που αναλογεί σε πρώτη κατοικία, αντικειμενικής αξίας μέχρι του ποσού των 100.000 ευρώ ή/και κατοχή ιδιωτικής χρήσεως αυτοκινήτου, δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος του προηγούμενου εδαφίου, εφόσον δεν υπάρχει τεκμαρτό εισόδημα και από άλλες πηγές.»
β. Στο τέλος της υποπερίπτωσης ββ΄ της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 31 του π.δ. 169/2007 προστίθεται, από της ισχύος της, εδάφιο ως εξής:
«Τυχόν τεκμαρτό εισόδημα που αναλογεί σε πρώτη κατοικία, αντικειμενικής αξίας μέχρι του ποσού των 100.000 ευρώ ή/και κατοχή ιδιωτικής χρήσεως αυτοκινήτου, δεν λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος του προηγούμενου εδαφίου, εφόσον δεν υπάρχει τεκμαρτό εισόδημα και από άλλες πηγές.»
γ. Δικαιώματα που έχουν κριθεί και απορριφθεί με βάση τις ανωτέρω διατάξεις της υποπερίπτωσης ββ΄ της περίτωσης β΄ των παραγράφων 4 και 5 των άρθρων 5 και 31, αντίστοιχα, του π.δ. 169/2007, επανακρίνονται, μετά από αίτηση των ενδιαφερομένων, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής και τυχόν οικονομικά αποτελέσματα αρχίζουν από την πρώτη του επομένου της υποβολής της σχετικής αίτησης μήνα.
δ. Το τελευταίο εδάφιο των παραγράφων 4 και 5 των άρθρων 5 και 31, αντίστοιχα, του π.δ. 169/2007, αντικαθίσταται, από 1.1.2013, ως εξής:
«Η σύνταξη των προσώπων της περίπτωσης αυτής δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των 720 ευρώ μηνιαίως.»
ε. Από 1.1.2013 καταργείται η καταβολή του επιδόματος εξομάλυνσης του άρθρου 1 του ν. 3670/2008 (ΦΕΚ Α΄ 117) με τις συντάξεις των προσώπων της προηγούμενης περίπτωσης.
στ. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή και για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του π.δ.167/2007 (ΦΕΚ Α΄ 208), καθώς και του π.δ. 168/2007 (ΦΕΚ Α΄ 209).
3. Οι διατάξεις της περίπτωσης ι΄ της παρ. 2 του άρθρου 9 του π.δ. 169/2007, έχουν εφαρμογή μόνο για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα έχουν ασκήσει τα καθήκοντα του Προϊσταμένου Οργανικής Μονάδας τουλάχιστον για μία διετία, μετά από επιλογή τους για τη θέση αυτή από το αρμόδιο κατά περίπτωση όργανο, σύμφωνα με τις οικείες διοικητικές διατάξεις και όχι κατά ανάθεση ή αναπλήρωση.
4. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 8 του άρθρου 11 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:
«8. Δεν υπολογίζεται σαν συντάξιμος ο χρόνος οποιασδήποτε υπηρεσίας, αν χρησίμευσε ή θα χρησιμεύσει σύμφωνα με νόμο για απόκτηση δικαιώματος σύνταξης σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό oργανισμό κύριας ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένου και του Δημοσίου ή σε διεθνή oργανισμό στον οποίο συμμετέχει και η Ελλάδα, καθώς και αν για το χρόνο αυτόν καταβλήθηκε ή θα καταβληθεί, μετά την απομάκρυνση του υπαλλήλου ή του στρατιωτικού, εφάπαξ αποζημίωση ή χρηματική αμοιβή, εκτός αν αυτή επιστραφεί ή προκειμένου γι’ αυτούς που υπηρετούν σε διεθνείς οργανισμούς αν καταβληθούν στο Ελληνικό Δημόσιο οι κρατήσεις που προβλέπονται κατά περίπτωση από τις διατάξεις των άρθρων 6 του ν. 1902/1990 και 20 της παρ. 2 του ν. 2084/1992.»
5. «Τα ποσά των επιδομάτων νόσου και ανικανότητας που καταβάλλονται με τις συντάξεις του Δημοσίου, κατά περίπτωση όπως αυτά είχαν διαμορφωθεί την 31.7.2012, εξακολουθούν να ισχύουν και από 1.8.2012 και μετά. Επίσης, οι συντάξεις των αναπήρων πολέμου οπλιτών και των αναπήρων οπλιτών ειρηνικής περιόδου, εξακολουθούν να υπολογίζονται με βάση το βασικό μισθό του βαθμού του Λοχαγού όπως αυτός ίσχυε την 31.7.2012.
6.α. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 55 του π.δ. 169/2007 η φράση «όπως ισχύει κάθε φορά» αντικαθίσταται, από 1.11.2011, με τη φράση «όπως αυτός ίσχυε την 31.10.2011.»
β. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής ισχύουν μέχρι 31.12.2015.
7.α. Αποφάσεις που έχουν εκδοθεί με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 60 του π.δ. 169/2007 καταργούνται.
β. Οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 60 του π.δ. 169/ 2007 αντικαθίστανται ως εξής:
«5. Σε περίπτωση που ο υπάλληλος ή ο στρατιωτικός, που αποχωρεί λόγω συνταξιοδότησης, έχει εισπράξει όταν ήταν στην ενέργεια αποδοχές που δεν δικαιούται, τα ποσά που καταβλήθηκαν χωρίς να οφείλονται παρακρατούνται συμψηφιστικά από τα αναδρομικά της σύνταξής του ή της σύνταξης των μελών της οικογένειάς του σε περίπτωση μεταβίβασης της σύνταξης σε αυτά. Τυχόν εναπομείναν οφειλόμενο ποσό παρακρατείται από τη σύνταξή του ή τη σύνταξη των μελών της οικογένειάς του, σε μηνιαίες ισόποσες δόσεις, η καθεμία από τις οποίες δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1/4 της μηνιαίας καταβαλλόμενης σύνταξης. Οφειλόμενο ποσό μέχρι και 100 ευρώ εισπράττεται εφάπαξ υπό την προϋπόθεση ότι το ποσό αυτό δεν υπερβαίνει το 1/4 της μηνιαίας καταβαλλόμενης σύνταξης. Η ανωτέρω παρακράτηση από τη σύνταξη σε δόσεις γίνεται με πράξη του αρμόδιου Διευθυντή Συντάξεων.
Οι διατάξεις του τρίτου εδαφίου έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τις περιπτώσεις αχρεωστήτως καταβαλλομένων συντάξεων, βοηθημάτων, καθώς και επιδομάτων που καταβάλλονται μαζί με τη σύνταξη ή το βοήθημα.»
γ. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 63 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Το δικαίωμα για σύνταξη ή καταβολή δεν μπορεί να ασκηθεί αν ο δικαιούχος καταδικαστεί στην ποινή της κάθειρξης για οποιοδήποτε αδίκημα και μέχρι τη λήξη της ποινής.»
8. Μετά το δεύτερο εδάφιο της παρ. 12 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 που προστέθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 4024/2011 (ΦΕΚ Α΄ 180) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου έχουν εφαρμογή και στην περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος, προκειμένου να υπαχθεί στις διατάξεις της περίπτωσης β΄ της παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 3865/2010, ζητά την ανάκληση της πράξης αναγνώρισης ως συντάξιμου του χρόνου στρατιωτικής θητείας του, με βάση τον οποίο θεμελίωσε συνταξιοδοτικό δικαίωμα μέχρι την 31.12.2010 και υπό την προϋπόθεση ότι η πράξη αυτή εκδόθηκε μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία.»
9. Στο τέλος της παρ. 6 του άρθρου 69 του π.δ. 169/ 2007 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Η Υπηρεσία Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους διενεργεί απογραφή των συνταξιούχων του Δημοσίου τουλάχιστον κάθε πέντε έτη, αρχής γενομένης από 1.1.2017.»
Άρθρο 4
Ρύθμιση άλλων συνταξιοδοτικών θεμάτων
1.α. Στο τέλος της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 7 του ν. 2084/1992 (Α΄ 165) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Για όσους συμπληρώνουν τις ανωτέρω προϋποθέσεις από 1.1.2013 και μετά το όριο ηλικίας καταβολής της σύνταξης αυξάνεται στο 67ο έτος της ηλικίας τους.»
β. Μετά το δεύτερο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 19 του ν. 2084/1992 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου δεν έχουν εφαρμογή για τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα, τα οποία κατά την 31.12.2012 είχαν συμπληρώσει 15ετή πλήρη πραγματική συντάξιμη υπηρεσία και το 65ο έτος της ηλικίας τους.»
2.α. Από 1.1.2013 οι διατάξεις της παρ. 14 του άρθρου 8 του ν. 2592/1998 (Α΄ 57), όπως ισχύουν, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τις συντάξεις των συνταξιούχων του δημόσιου τομέα, όπως αυτός έχει οριοθετηθεί με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (Α΄ 65) που χορηγούνται από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας.
β. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 2592/1998 αντικαθίστανται ως εξής:
«α. Για την περίπτωση κύριας ή επικουρικής σύνταξης, ως το γινόμενο του συντελεστή του αναλογιστικού ισοδύναμου επί το ποσό της μηνιαίας σύνταξης που θα εδικαιούτο ο αιτών κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησής του στη Διοίκηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανεξάρτητα από τη συμπλήρωση των χρονικών προϋποθέσεων απονομής σύνταξης και επί τον αριθμό των ετησίως καταβαλλόμενων, σύμφωνα με τη νομοθεσία του οικείου φορέα, μηνιαίων συντάξεων.
β. Για την περίπτωση εφάπαξ παροχής, ως το γινόμενο του συντελεστή του αναλογιστικού ισοδύναμου επί το ποσό της εφάπαξ παροχής που θα εδικαιούτο ο αιτών κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησής του στη Διοίκηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ανεξάρτητα από τη συμπλήρωση των χρονικών προϋποθέσεων απονομής της εφάπαξ παροχής.»
γ. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 6 του άρθρου 18 του ν. 3865/2010 αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως εξής:
«Η κατά τα ανωτέρω αναγωγή διενεργείται από τον οικείο οργανισμό ασφάλισης και προκειμένου για περιπτώσεις που αφορούν ασφαλιστικά δικαιώματα κύριας σύνταξης και εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, από τις Διευθύνσεις Ελέγχου και Εντολή Πληρωμής της Υπηρεσίας Συντάξεων, κατά περίπτωση.»
δ. Οι διατάξεις των περιπτώσεων β΄ και γ΄ ισχύουν από 1.5.2004.
3. Οι διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 2703/1999 (ΦΕΚ Α΄ 72) έχουν εφαρμογή και για τον Πρόεδρο, τον Αντιπρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής Προμηθειών Υγείας του ν. 3580/2007 (Α΄ 134). Σε περίπτωση που τα πρόσωπα του προηγούμενου εδαφίου, πριν το διορισμό τους στις θέσεις αυτές δεν είχαν ασφαλισθεί σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης της Χώρας, συμπεριλαμβανομένου και του Δημοσίου, κατά τη διάρκεια της θητείας τους ασφαλίζονται υποχρεωτικά στο γενικό ασφαλιστικό σύστημα της Χώρας (Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ.).
4.α. Οι προθεσμίες του άρθρου 3 του ν. 3075/2002 (Α΄ 297), για τα τέκνα θανόντος συνταξιούχου, τα οποία κατά το χρόνο γέννησης του συνταξιοδοτικού δικαιώματός τους ήταν ανάπηρα για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό εξήντα επτά τοις εκατό (67%) μέχρι και ποσοστό εβδομήντα εννέα τοις εκατό (79%), αυξάνονται στο διπλάσιο.
Οι προθεσμίες του άρθρου 3 του ν. 3075/2002 (ΦΕΚ Α΄ 297) δεν ισχύουν για τα τέκνα θανόντος συνταξιούχου, τα οποία κατά το χρόνο γέννησης του συνταξιοδοτικού δικαιώματός τους ήταν ανάπηρα για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό 80% και άνω.
Δικαιώματα που έχουν κριθεί και απορριφθεί, σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις του ν. 3075/2002, λόγω υποβολής του σχετικού αιτήματος εκπρόθεσμα, επανακρίνονται από τις αρμόδιες Διευθύνσεις Συντάξεων με βάση τις διατάξεις της περίπτωσης αυτής και τα οικονομικά αποτελέσματα αρχίζουν από την πρώτη του επομένου της ημερομηνίας δημοσίευσης του νόμου αυτού μήνα.
β. Μετά το πρώτο εδάφιο της παρ. 24 του άρθρου 3 του ν. 3408/2005 (Α΄ 272) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Εάν δεν υπάρχουν συνδικαιούχοι του λογαριασμού τα ανωτέρω ποσά καταλογίζονται σε βάρος των κληρονόμων.»
5.α. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 11 του άρθρου 6 του ν. 3865/2010, που προστέθηκε με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 4002/2011 (Α΄ 180) αντικαθίσταται ως εξής:
«Στις διατάξεις της περίπτωσης αυτής υπάγονται και όσα από τα πρόσωπα της παρ. 7 του άρθρου 19 του ν.2084/1992 είχαν κατά την ανωτέρω ημερομηνία συμπληρώσει 15ετή πλήρη συντάξιμη υπηρεσία και το 65ο ή το 60ό έτος της ηλικίας τους, κατά περίπτωση, ανεξαρτήτως του χρόνου αποχώρησής τους από την Υπηρεσία.»
Δικαιώματα που έχουν κριθεί και απορριφθεί σύμφωνα με τις αντικαθιστάμενες διατάξεις επανακρίνονται μετά από αίτηση των ενδιαφερομένων από την αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Τα οικονομικά αποτελέσματα αρχίζουν από την επομένη της λύσης της υπαλληλικής σχέσης ή από την επομένη της λήξης των τριμήνων αποδοχών, κατά περίπτωση.
β. Οι διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του ν. 3865/2010 αντικαθίστανται, από της ισχύος τους, ως εξής:
«4. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δεν έχουν εφαρμογή για τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα των οποίων το δικαίωμα γεννήθηκε πριν την ημερομηνία έναρξης ισχύος του ανωτέρω νόμου.»
γ. Οι διατάξεις του πρώτου και του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 10 του ν. 3865/2010 αντικαθίστανται ως εξής:
«1.α. Οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 63 του ν. 2676/1999 (Α΄ 1), όπως ισχύουν, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους εξ ιδίου δικαιώματος συνταξιούχους του Δημοσίου, γενικά, συμπεριλαμβανομένων και όσων λαμβάνουν βουλευτική σύνταξη ή χορηγία, που εργάζονται ως μισθωτοί εκτός του δημόσιου τομέα, όπως αυτός έχει οριοθετηθεί με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (Α΄ 65), μη εφαρμοζομένων στις περιπτώσεις αυτές των διατάξεων της περίπτωσης β΄ της παρ. 15 του άρθρου 2 του ν. 3234/2004 (ΦΕΚ Α΄ 52). Για τους εξ ιδίου δικαιώματος συνταξιούχους του Δημοσίου, συμπεριλαμβανομένων και όσων λαμβάνουν βουλευτική σύνταξη ή χορηγία, που αυτοαπασχολούνται και έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους και προκειμένου για στρατιωτικούς το 47ο, περικόπτεται το ποσό της κύριας ή των κύριων συντάξεων που υπερβαίνει τα 60 ημερομίσθια του ανειδίκευτου εργάτη, προσαυξανομένου σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 63 του ν. 2676/1999 (Α΄ 1), όπως ισχύει.
Για όσα από τα πρόσωπα των προηγούμενων εδαφίων δεν έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους και προκειμένου για τους στρατιωτικούς το 47ο, η σύνταξη αναστέλλεται, με εξαίρεση όσα από αυτά έχουν απολυθεί ή αποστρατευθεί αυτεπάγγελτα, χωρίς υπαιτιότητά τους.
β. Ως αυτοαπασχολούμενος θεωρείται αυτός που ασκεί δραστηριότητα υπακτέα στην ασφάλιση του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.) ή του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (Ε.Τ.Α.Α.), καθώς και αυτός που με βάση τις οικείες διατάξεις του Κ.Φ.Α.Σ. υποχρεούται στην έκδοση στοιχείων απεικόνισης συναλλαγών.
γ. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν έχουν εφαρμογή για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις των νόμων 1897/ 1990 (Α΄ 120) και 1977/1991 (ΦΕΚ Α΄ 185), καθώς και για όσα από αυτά λαμβάνουν πολεμική σύνταξη ή σύνταξη παθόντος στην υπηρεσία και εξ αιτίας αυτής.
Επίσης οι ανωτέρω διατάξεις δεν έχουν εφαρμογή για όσους έχουν τέκνο ανίκανο για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό 67% και άνω, καθώς και για τους πολύτεκνους, των οποίων το ένα τουλάχιστον τέκνο είναι ανήλικο ή σπουδάζει και υπό τις προϋποθέσεις της περίπτωσης δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 5 του π.δ. 169/2007.
δ. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού για όσους συνταξιούχους αναλαμβάνουν εργασία ή αυτοαπασχολούνται από την ημερομηνία αυτή και μετά. Εάν έχουν αναλάβει εργασία ή αυτοαπασχολούνται πριν την ανωτέρω ημερομηνία, οι διατάξεις του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή από 1.1.2013.»
Οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής έχουν εφαρμογή και για τα πρόσωπα που ασφαλίστηκαν για πρώτη φορά από 1.1.1993 και μετά σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένου και του Δημοσίου. Οι διατάξεις των παραγράφων 4, 5 και 7 του άρθρου 16 του ν. 2084/1992 καταργούνται.
6.α. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 4024/2011 (Α΄ 226) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Ειδικά στις περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης και υπό την προϋπόθεση ότι ο απονέμων φορέας είναι το Δημόσιο, για τα πρόσωπα των διατάξεων της περίπτωσης γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 33, το τμήμα σύνταξης του πρώτου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 3232/ 2004 (Α΄ 48) καταβάλλεται ταυτόχρονα με αυτό του Δημοσίου, χωρίς την οριζόμενη, από τις διατάξεις του β΄ εδαφίου των διατάξεων αυτών, μείωση. Ο συμμετέχων φορέας αποδίδει το αναλογούν ποσό στον απονέμοντα φορέα κατά το χρόνο συμπλήρωσης των προϋποθέσεων συνταξιοδότησης, που ισχύουν κατά περίπτωση, με βάση τις οικείες διατάξεις της νομοθεσίας του.»
β. Οι διατάξεις της περίπτωσης γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4024/2011 αντικαθίστανται από της ισχύος τους ως εξής:
«γ. Από την έναρξη ισχύος των διατάξεων του παρόντος νόμου, οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση και πρόνοια των προσώπων των προηγουμένων περιπτώσεων, υπολογίζονται επί των ανωτέρω συντάξιμων αποδοχών.»
γ. Στο τέλος της περίπτωσης δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4024/2011 προστίθεται, από της ισχύος τους, εδάφιο ως εξής:
«Οι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου και αυτής έχουν εφαρμογή για όσους από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα υπάγονται στο ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου ή συνταξιοδοτούνται με βάση τις δημοσιοϋπαλληλικές διατάξεις.»
δ. Στο τέλος του προτελευταίου εδαφίου της παρ.4 του άρθρου 6 του ν. 4024/2011 προστίθεται η φράση «χωρίς αυτό να δημιουργεί δικαίωμα υπαγωγής τους στις διατάξεις της περίπτωσης ι΄ της παρ. 2 του άρθρου 9 του π.δ. 169/2007.»
ε. Στο τέλος του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 4051/2012 (Α΄ 40) μετά τις λέξεις «και άνω» προστίθεται η φράση «, καθώς και όσοι λαμβάνουν εξ ιδίου δικαιώματος πολεμική σύνταξη.».
7. α. Κατ’ εξαίρεση η καταργούμενη, με την περίπτωση β΄ της υποπαραγράφου β2 της παραγράφου Β΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, διάταξη της υποπερίπτωσης γγ΄ της περίπτωσης β΄ της παρ. 3 του άρθρου 56 του π.δ. 169/2007 εξακολουθεί να ισχύει μέχρι την 31.12.2013 για τα πρόσωπα της περίπτωσης γ΄ της παρ.1, καθώς και αυτά της παρ. 2 του άρθρου 33 του ν. 4024/2011.
β. Η περίπτωση ε΄ των παραγράφων 5 και 6 των άρθρων 5 και 31, αντίστοιχα, του π.δ. 169/2007 αντικαθίσταται, από 1.1.2013, ως εξής:
«ε. Στην περίπτωση περικοπής της σύνταξης η άγαμη θυγατέρα μπορεί, μετά από αίτησή της, να ζητήσει την αναστολή καταβολής του μεριδίου της σύνταξής της, προκειμένου, να ανακαθορισθεί, σύμφωνα με τις ισχύουσες κατά κατηγορία συνταξιούχων διατάξεις, το μερίδιο των συνδικαιούχων προσώπων, σαν να μην υπάρχει στη σύνταξη η θυγατέρα που ζητά την αναστολή καταβολής του μεριδίου της.
Στην περίπτωση αναστολής καταβολής της σύνταξης ο κατά τα ανωτέρω ανακαθορισμός του μεριδίου σύνταξης των συνδικαιούχων προσώπων γίνεται οίκοθεν από την αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων.»
γ. Από 1.1.2013 το δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης δ΄ της υποπαραγράφου β5 της παραγράφου Β΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 καταργείται.
δ. Στο τέλος της περίπτωσης γ΄ της υποπαραγράφου β1 της παραγράφου Β΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Ειδικά η καταβολή της βουλευτικής σύνταξης ή της χορηγίας δημάρχου αναστέλλεται, εφόσον οι κατά περίπτωση δικαιούχοι επανεκλεγούν στα αξιώματα αυτά.»
8. α. Στο τέλος της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου «Μέτρα ενίσχυσης των χαμηλοσυνταξιούχων», που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Α΄ 211) και κυρώθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 1 του ν. 2453/ 1997 (Α΄ 4), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 25 του ν. 2592/1998 και το άρθρο 1 του ν. 2768/1999 (ΦΕΚ Α΄ 273), προστίθεται περίπτωση ε΄, ως εξής:
«ε. Διαμένουν μόνιμα στην Ελλάδα.»
β. Ειδικά για τους συνταξιούχους του Δημοσίου, καταβάλλεται από 1.1.2012 ποσό ΕΚΑΣ 30 ευρώ μηνιαίως, εφόσον πληρούν αθροιστικά τις παρακάτω προϋποθέσεις:
αα) Το συνολικό ετήσιο καθαρό εισόδημά τους από συντάξεις κύριες, επικουρικές, συμπεριλαμβανομένων και των μερισμάτων ή βοηθημάτων, καθώς και από μισθούς, ημερομίσθια και λοιπά επιδόματα, κυμαίνεται από 8.472,10 ευρώ μέχρι 9.200,00 ευρώ.
ββ) Το συνολικό ετήσιο οικογενειακό καθαρό εισόδημά τους δεν υπερβαίνει το ποσό των 13.500,00 ευρώ.
Τα παραπάνω ποσά αφορούν εισοδήματα που δηλώθηκαν με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικονομικού έτους 2010 και δύνανται να αναπροσαρμόζονται με την κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 2768/1999.
γγ) Πληρούν όλες τις λοιπές προϋποθέσεις της παραγράφου 2 του άρθρου 1 της αναφερόμενης στην περίπτωση α΄ Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, όπως ισχύει.
Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις των άρθρων 1 και 2 της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου της περίπτωσης α΄.
γ. Από 1.1.2014 το πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 της αναφερόμενης στην περίπτωση α΄ Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, όπως ισχύει, αντικαθίσταται ως εξής:
«α. Έχουν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας τους.»
δ. Η υποπαράγραφος Β6 της παραγράφου Β΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 καταργείται.
ε. Στο τέλος της περίπτωσης δ΄ της υποπαραγράφου Β3 της παραγράφου Β΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, όπως τροποποιημένη με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 4111/2013 ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Επίσης, εξαιρούνται των ανωτέρω μειώσεων οι αποδοχές, όπως αυτές ορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 17 του ν. 875/1979 (Α΄ 50), των Αναπήρων Πολέμου Αξιωματικών Πολεμικής Διαθεσιμότητας, καθώς και των υπηρετούντων στο Σώμα της Ελληνικής Αστυνομίας της κατηγορίας μονίμου διαθεσιμότητας, με ποσοστό αναπηρίας ογδόντα τοις εκατό (80%) και άνω, σύμφωνα με γνωμάτευση της Ανωτάτης Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής, όπως επίσης και όσοι συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις των νόμων 1897/1990 και 1977/1991.
Γενικά, η γνωμάτευση των υγειονομικών επιτροπών του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας λαμβάνεται εξίσου υπόψη για την εξαίρεση από τις μειώσεις της περίπτωσης δ΄ της υποπαραγράφου Β3 της παραγράφου Β΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012. Οι γνωματεύσεις δε της Ανώτατης Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής ισχύουν και για τη συνταξιοδότηση από οποιονδήποτε άλλο φορέα συνταξιοδότησης.»
9. α. Μετά τη δημιουργία του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ) με βάση τις διατάξεις του άρθρου 6 του ν. 3863/2010 (Α΄ 115), για τη συνταξιοδότηση των προσώπων που υπάγονται στις διατάξεις των νόμων 1543/1985 (Α΄ 73) και 1863/1989 (Α΄ 204) οι αρμοδιότητες της Ειδικής Υγειονομικής Επιτροπής του άρθρου 6 του ν. 1976/1991 (ΦΕΚ Α΄ 184) ασκούνται από την Ανωτάτη Στρατού Υγειονομική Επιτροπή.
β. Οι διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 3075/2002 (Α΄ 297) ως προς τις προθεσμίες για την άσκηση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος έχουν εφαρμογή και για όσους υπάγονται στις διατάξεις των νόμων 91/1943 (Α΄129), 1205/1981 (Α΄249), 1543/1985 και 1863/1989, καθώς και του α.ν. 1512/1950 (Α΄ 235).
10. α. Υπάλληλος που αποχωρεί από την Υπηρεσία προκειμένου να συνταξιοδοτηθεί και λόγω πλάνης περί τα πράγματα δεν πληροί τους όρους και τις προϋποθέσεις για την άμεση καταβολή της σύνταξής του, μπορεί να επανέλθει στην Υπηρεσία μετά από αίτησή του, η οποία υποβάλλεται στον φορέα που αποχώρησε εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών (3) μηνών από την ημερομηνία που φέρει το έγγραφο της αρμόδιας Διεύθυνσης Συντάξεων, το οποίο και τον πληροφορεί σχετικά.
β. Το χρονικό διάστημα από την αποχώρηση από την Υπηρεσία μέχρι την επαναφορά σε αυτή, των προσώπων της προηγούμενης περίπτωσης, δεν λογίζεται συντάξιμο και δεν καταβάλλονται αποδοχές για αυτό.
11. α. Οι διοριζόμενοι σε θέσεις μετακλητών υπαλλήλων με σχέση δημοσίου δικαίου δύνανται από την ημερομηνία του διορισμού τους να διατηρήσουν το ασφαλιστικό – συνταξιοδοτικό καθεστώς κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης στο οποίο υπάγονταν πριν από το διορισμό τους στις θέσεις αυτές και όλη η εφεξής υπηρεσία τους στη νέα τους θέση θεωρείται ότι διανύεται στο καθεστώς αυτό. Η διατήρηση του προηγούμενου του διορισμού τους ασφαλιστικού – συνταξιοδοτικού καθεστώτος γίνεται με ανέκκλητη δήλωσή τους που υποβάλλεται στην Υπηρεσία ή στον Φορέα στον οποίο διορίζονται, εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία του διορισμού τους. Η ανωτέρω προθεσμία για όσους υπηρετούν στις συγκεκριμένες θέσεις κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού, αρχίζει από την ημερομηνία αυτή.
β. Εφόσον τα ανωτέρω πρόσωπα δεν επιλέξουν την υπαγωγή τους στο ασφαλιστικό − συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου, συμπεριλαμβανομένου και αυτού της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3865/2010, καταβάλουν εισφορές μη μετόχου υπέρ του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων.
γ. Η ασφαλιστική – συνταξιοδοτική τακτοποίηση των ανωτέρω υπαλλήλων από την ημερομηνία του διορισμού τους γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις οικείες διατάξεις του κάθε φορέα, λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων της περίπτωσης β΄ με την απόδοση των ασφαλιστικών εισφορών που έχουν παρακρατηθεί, στους αντίστοιχους φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης του ασφαλιστικού καθεστώτος που με τη δήλωσή τους έχουν επιλέξει οι υπάλληλοι αυτοί. Μετά την κατά τα ανωτέρω ασφαλιστική τακτοποίηση, τυχόν επιπλέον ασφαλιστικές εισφορές που έχουν παρακρατηθεί, από την ημερομηνία διορισμού τους και μετά υπέρ οποιουδήποτε φορέα, αποδίδονται αναδρομικά στους δικαιούχους, λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων περί παραγραφής.
δ. Οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές καταβάλλονται του μεν εργοδότη, όπου προβλέπεται, από τον φορέα στον οποίο διορίζονται, του δε ασφαλισμένου, από τους ίδιους.
ε. Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 5 του ν. 2320/1995 (Α΄ 133) έχουν εφαρμογή και για τους υπαλλήλους της παραγράφου αυτής.
στ. Οι διατάξεις των προηγούμενων περιπτώσεων δεν έχουν εφαρμογή για τους συνταξιούχους του Δημοσίου που διορίζονται σε θέσεις μετακλητών υπαλλήλων, για τους οποίους οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται επί των αποδοχών της θέσης του μετακλητού.
ζ. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α΄ έως και ε΄ ισχύουν και για όσα από τα αναφερόμενα σε αυτές πρόσωπα υπηρετούν σε θέσεις μετακλητών υπαλλήλων κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού.
12.α. Οι συντάξεις όσων από τα πρόσωπα που υπάγονται στα ειδικά μισθολόγια των παραγράφων 13 έως και 36 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ΄ του ν. 4093/2012 αναπροσαρμόζονται από 1.8.2012 οίκοθεν από τις αρμόδιες Διευθύνσεις Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις αυτές σε συνδυασμό και με τις διατάξεις του π.δ. 169/2007. Ειδικά για την αναπροσαρμογή των συντάξεων όσων από τα ανωτέρω πρόσωπα έχουν αποχωρήσει από την Υπηρεσία από 1.7.2011 και μετά, λαμβάνονται υπόψη, μετά από σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου και την προσκόμιση σχετικής διοικητικής πράξης της Υπηρεσίας από την οποία αποχώρησε και οι διατάξεις της περίπτωσης 38 της υποπαραγράφου Γ1 της παραγράφου Γ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012.
β. Οι διατάξεις της περίπτωσης ι΄ της υποπαραγράφου Β1 της παραγράφου Β΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τα πρόσωπα της παρ. 13 του άρθρου 1 του π.δ. 169/2007.
γ. Οι διατάξεις της περίπτωσης θ΄ της υποπαραγράφου Β2 της παραγράφου Β΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 καταργούνται.
13. α. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007, αντικαθίστανται ως εξής:
«3. Για την προσφορά η όχι διακεκριμένων υπηρεσιών αποφαίνεται, με πλήρως αιτιολογημένη γνώμη, εννεαμελής Επιτροπή η οποία συγκροτείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού αποτελούμενη από έναν (1) Πρόεδρο προερχόμενο από τον πανεπιστημιακό χώρο, με τον αναπληρωτή του, τέσσερις (4) προσωπικότητες των γραμμάτων, των τεχνών και των επιστημών, έναν (1) υπάλληλο της Υπηρεσίας Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, τον Προϊστάμενο της καθ’ ύλην αρμόδιας Διεύθυνσης του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, ο οποίος μπορεί να αναπληρώνεται από τον Προϊστάμενο του οικείου Τμήματος και δύο (2) προσωπικότητες, αναλόγως των οκτώ (8) κατηγοριών λογοτεχνών και καλλιτεχνών της προηγούμενης παραγράφου, μετά από πρόταση των συλλογικών τους φορέων, σε όσες περιπτώσεις υπάρχει συλλογική εκπροσώπηση.»
β. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν.3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007, αντικαθίσταται ως εξής:
«Η σύνταξη αυτή είναι μηνιαία, απονέμεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, ο δε αριθμός των προτεινόμενων δικαιούχων δεν μπορεί να υπερβαίνει τους είκοσι (20) ετησίως.»
γ. Οι περιπτώσεις α΄, β΄ και γ΄ της παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007, αντικαθίστανται ως εξής:
«α. Να έχουν συμπληρώσει το 67ο έτος της ηλικίας τους ή το 50ό έτος εφόσον έχουν καταστεί ανίκανοι για την άσκηση κάθε βιοποριστικού επαγγέλματος κατά ποσοστό ανικανότητας 67% και άνω. Η ανικανότητα κρίνεται με γνωμάτευση της Ανωτάτης του Στρατού Υγειονομικής Επιτροπής, στην οποία παραπέμπεται ο αιτών από την αρμόδια Διεύθυνση του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού.
β. Να μη λαμβάνουν άλλη σύνταξη ίση ή μεγαλύτερη των 720 ευρώ από οποιονδήποτε δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα κύριας ή επικουρικής ασφάλισης.
γ. Ο μέσος όρος του εισοδήματος που έχει δηλωθεί συνολικά κατά τα τρία προηγούμενα οικονομικά έτη από εκείνο που υποβάλλεται η αίτηση για συνταξιοδότηση, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και αυτό που προκύπτει με βάση τα τεκμήρια, να μην υπερβαίνει το δωδεκαπλάσιο της μηνιαίας κύριας ακαθάριστης σύνταξης που αντιστοιχεί, κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού, σε πτυχιούχο δημόσιο υπάλληλο πανεπιστημιακής εκπαίδευσης με 35 έτη δημόσιας υπηρεσίας.
Επίσης να υπάρχει δηλωθέν εισόδημα στην αρμόδια ΔΟΥ από την άσκηση της δραστηριότητας λογοτέχνη ή καλλιτέχνη, κατά ένα οποιοδήποτε οικονομικό έτος πριν τη συμπλήρωση του 60ού έτους της ηλικίας ή του 50ού για όσους έχουν καταστεί ανίκανοι.»
δ. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 αντικαθίστανται ως εξής:
«5. α. Η μηνιαία σύνταξη της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού ανέρχεται στο ποσό των 720 ευρώ. Σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου η σύνταξη αυτή μεταβιβάζεται στον επιζώντα σύζυγο και στα ανήλικα ή ανίκανα με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω τέκνα, εφόσον τα ανωτέρω πρόσωπα δεν λαμβάνουν άλλη σύνταξη ή δεν έχουν εισόδημα μεγαλύτερο του κατωτάτου ορίου σύνταξης του Δημοσίου, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά. Η διάταξη της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 10 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 καταργείται.
β. Σε περίπτωση που ο δικαιούχος λαμβάνει και άλλη σύνταξη μικρότερη των 720 ευρώ, η σύνταξη της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού περιορίζεται τόσο όσο το άθροισμα των δύο συντάξεων να μην υπερβαίνει το ανωτέρω ποσό.»
ε. Οι διατάξεις της περίπτωσης γ΄ της παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007, καταργούνται.
στ. Στο τέλος της περίπτωσης α΄ της παρ. 13 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007, προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Το δικαίωμα αυτό μπορεί να ασκηθεί για μια μόνο φορά.»
ζ. Οι διατάξεις της περίπτωσης β΄ της παρ. 13 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007, αντικαθίστανται ως εξής:
«β. Τυχόν μη προταθέντες από την Επιτροπή της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού, λόγω κάλυψης του αριθμού της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου, μπορούν να επανακριθούν για μία ακόμη φορά, εντός της επομένης τριετίας και, κατόπιν παρέλευσης της τριετίας, για μία ακόμη φορά.»
η. Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής έχουν εφαρμογή για όσες αιτήσεις έχουν υποβληθεί ή θα υποβληθούν στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού από 1.1.2013 και μετά. Οι αιτήσεις αυτές κρίνονται ή επανακρίνονται από την Επιτροπή του άρθρου 1 του ν. 3075/2002, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του ν. 3620/2007 μετά τη συγκρότησή της, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ και εξετάζονται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων της παραγράφου αυτής. Αιτήσεις που έχουν υποβληθεί μέχρι την 31.12.2012 και εκκρεμούν σε οποιοδήποτε στάδιο εξετάζονται με βάση τις αντικαθιστώμενες διατάξεις.
θ. Συντάξεις που έχουν χορηγηθεί μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού ή θα χορηγηθούν μετά την ημερομηνία αυτή, σε λογοτέχνες − καλλιτέχνες, των οποίων οι αιτήσεις υποβλήθηκαν στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού μέχρι την 31.12.2012, αναπροσαρμόζονται από 1.1.2013, οίκοθεν από την Υπηρεσία Συντάξεων, ως ακολούθως:
αα. σε όσους δεν λαμβάνουν άλλη σύνταξη από οποιονδήποτε φορέα κύριας ή επικουρικής σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 3075/2002 όπως τροποποιημένες, με τις διατάξεις της ανωτέρω περίπτωσης δ΄, ισχύουν και ββ. για όσους λαμβάνουν και άλλη σύνταξη από οποιονδήποτε φορέα κύριας ή επικουρικής ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένης και της σύνταξης του Δημοσίου, των οποίων το άθροισμα υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ, το ποσό της χορηγούμενης σύνταξης λογοτέχνη – καλλιτέχνη περικόπτεται μέχρι το ήμισυ αυτού. Μετά την κατά τα ανωτέρω περικοπή, το άθροισμα των καταβαλλομένων συντάξεων του προηγούμενου εδαφίου δεν μπορεί να υπολείπεται των 1.000 ευρώ.
14. Οι διατάξεις των περιπτώσεων α΄, β΄ και γ΄ της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 3075/2002 έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τους μόνιμους υπαλλήλους του Δημοσίου που αποσπώνται στην «Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων» (Α.Ε.Δ.Α.Κ.), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 της από 31.12.2012 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου «Ρυθμίσεις κατεπειγόντων θεμάτων των Υπουργείων Εσωτερικών, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης και του Υπουργού Επικρατείας» (Α΄ 256).
15. Οι μετατασσόμενοι, γενικά, σε κατάσταση πολεμικής ή μόνιμης διαθεσιμότητας υπόκεινται σε κράτηση για κύρια σύνταξη υπέρ Δημοσίου, μέχρι τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας του βαθμού τους.
16. Ως ημερομηνία καταβολής των συντάξεων του Δημοσίου ορίζεται η προτελευταία εργάσιμη ημέρα του προηγούμενου μήνα. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μπορεί να τροποποιείται η ανωτέρω ημερομηνία.
17. Οι διατάξεις των προηγούμενων άρθρων και αυτού εφαρμόζονται αναλόγως και για τους υπαλλήλους των Ο.Τ.Α. και των άλλων Ν.Π.Δ.Δ. που διέπονται από το ίδιο με τους δημοσίους υπαλλήλους συνταξιοδοτικό καθεστώς και οι συντάξεις τους βαρύνουν το Δημόσιο.
Επίσης οι διατάξεις των άρθρων 2, 3, καθώς και αυτού έχουν ανάλογη εφαρμογή και για όσα από τα ανωτέρω πρόσωπα λαμβάνουν σύνταξη που δεν καταβάλλεται από το Δημόσιο, καθώς και για το προσωπικό του Οργανισμού Σιδηροδρόμων Ελλάδος και των υπάλλήλων των ασφαλιστικών Ταμείων του προσωπικού των Σιδηροδρομικών Δικτύων, που διέπονται από το καθεστώς του ν.δ.3395/1955 (ΦΕΚ Α΄ 276), εκτός εάν διαφορετικά ορίζεται στις επιμέρους διατάξεις.
18 α. Το προσωπικό του μεταβατικού πιστωτικού ιδρύματος «Νέο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Ελλάδος Α.Τ.Ε.», το οποίο συστάθηκε με την αριθμ. 2124/Β.95 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (Β΄ 74), το οποίο πριν την πρόσληψή του σε αυτό υπηρετούσε στην Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρεία «Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Ελλάδος Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρεία» και υπαγόταν για κύρια, επικουρική ασφάλιση, πρόνοια και υγειονομική περίθαλψη στο ασφαλιστικό − συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου, εξακολουθεί να διέπεται, από την ημερομηνία της πρόσληψής του στο ανωτέρω μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα, από το ίδιο ασφαλιστικό−συνταξιοδοτικό καθεστώς και όλη η εφεξής υπηρεσία του στη νέα του θέση θεωρείται ότι διανύεται στο καθεστώς αυτό.
β. Οι ασφαλιστικές εισφορές που προβλέπονται από τη νομοθεσία των φορέων κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας και υγειονομικής περίθαλψης για την ασφάλιση του ανωτέρω προσωπικού καταβάλλονται του μεν εργοδότη από το ανωτέρω μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα, του δε ασφαλισμένου από τον ίδιο.
γ. Οι διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 2320/1995 έχουν εφαρμογή, όπου συντρέχει περίπτωση και για το προσωπικό της παραγράφου αυτής.
δ. Η πραγματική συντάξιμη υπηρεσία, όσων από τους ανωτέρω υπαλλήλους ενταχθούν σε πρόγραμμα εθελούσιας αποχώρησης, χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις άμεσης καταβολής της σύνταξής τους από τους φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης, καθώς και του εφάπαξ βοηθήματος από τον φορέα πρόνοιας και το μέρισμα από το ΜΤΠΥ, προσαυξάνεται με όσα έτη υπολείπονται για τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων αυτών. Η προαναφερόμενη προσαύξηση δεν μπορεί να υπερβεί τα 7 έτη.
Οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη, για την αναγνώριση ως συντάξιμου του ανωτέρω πλασματικού χρόνου, στους φορείς κύριας, επικουρικής ασφάλισης, πρόνοιας, καθώς και στο ΜΤΠΥ βαρύνουν το μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα «Νέο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Ελλάδος Α.Τ.Ε.» και καταβάλλονται στον κάθε φορέα εφάπαξ εντός τριμήνου από την ημερομηνία εθελούσιας αποχώρησης, παρεχομένης έκπτωσης 15% επί του καταβαλλομένου ποσού.
Για τον υπολογισμό της πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας του πρώτου εδαφίου λαμβάνονται υπόψη και αυτές που αναγνωρίζονται ως συντάξιμες με βάση τις ισχύουσες, κατά περίπτωση, διατάξεις των άρθρων 11 και 12 του π.δ. 169/2007, την αναγνώριση των οποίων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις αυτές, υποχρεούται ο υπάλληλος να ζητήσει από την αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, πριν τον υπολογισμό του ανωτέρω πλασματικού χρόνου.
ε. Σε περίπτωση που μετά την κατά τα ανωτέρω προσαύξηση δεν επιτυγχάνεται η άμεση καταβολή της σύνταξης, κύριας και επικουρικής, καθώς και του εφάπαξ βοηθήματος και του μερίσματος, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν με αίτησή τους να ζητήσουν την αναγνώριση των ετών που υπολείπονται με την καταβολή εκ μέρους τους των προβλεπομένων ασφαλιστικών εισφορών, εργοδότη και ασφαλισμένου. Ο προαναφερόμενος χρόνος δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 5 έτη.
ζ. Ο πλασματικός χρόνος της περίπτωσης δ΄, καθώς και ο χρόνος της περίπτωσης ε΄ λαμβάνονται υπόψη τόσο για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος για κύρια και επικουρική σύνταξη, καθώς και για εφάπαξ βοήθημα και μέρισμα όσο και για την προσαύξηση των παροχών αυτών.
Η αναγνώριση των ανωτέρω χρόνων, κατά το μέρος που αφορά την κύρια σύνταξη, γίνεται με πράξη της αρμόδιας Διεύθυνσης Συντάξεων του ΓΛΚ, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων της περίπτωσης α΄ της παρ.2 του άρθρου 1 του ν. 4024/2011. Για την καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών της περίπτωσης ε΄ ισχύουν τα οριζόμενα στο δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 17 του ν. 2084/1992.
η. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής, καθώς και η διαδικασία της καταβολής από το μεταβατικό πιστωτικό ίδρυμα «Νέο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Ελλάδος Α.Τ.Ε.» του ποσού του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης δ΄, ο έλεγχος αυτού και ο τρόπος κάλυψής του από το ανωτέρω πιστωτικό ίδρυμα στην περίπτωση που το καταβληθέν ποσό είναι μικρότερο από αυτό που αντιστοιχεί στις αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές όπως αυτές θα υπολογισθούν με την αναγνωριστική πράξη της αρμόδιας Διεύθυνσης Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
Άρθρο 5
Διοικητικές διατάξεις
1.α. Οι αναφερόμενες στο άρθρο 5 του ν. 4002/2011 Διευθύνσεις «Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Συντάξεων Μελών Α.Ε.Ι. και Ε.Π. των Τ.Ε.Ι., Υπαλλήλων Ο.Τ.Α., Ν.Π.Δ.Δ. και Ειδικών Κατηγοριών», καθώς και «Νομοπαρασκευαστικής Εργασίας, Άσκησης Ενδίκων Μέσων και Διεθνών Σχέσεων», μετονομάζονται σε «Διεύθυνση Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής Συντάξεων Υπαλλήλων Ο.Τ.Α., Ν.Π.Δ.Δ. και Ειδικών Κατηγοριών» και «Διεύθυνση Συνταξιοδοτικής Νομοπαρασκευαστικής Εργασίας και Διεθνών Σχέσεων», αντίστοιχα.
β. Η περίπτωση ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«ε) Διεύθυνση Συνταξιοδοτικής Νομοπαρασκευαστικής Εργασίας και Διεθνών Σχέσεων.»
2. Η περίπτωση κστ΄ της παρ. 6 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011 αντικαθίσταται ως εξής:
«κστ) Άσκηση έφεσης κατά των πράξεων κανονισμού σύνταξης ενώπιον του αρμοδίου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, καθώς και άσκηση ενδίκων μέσων κατά των πράξεων του αρμοδίου Κλιμακίου και κατά των αποφάσεων των Τμημάτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου.»
3.α. Στις περιπτώσεις α΄, β΄, γ΄ και δ΄ της παρ. 7 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011 οι λέξεις «στην παράγραφο 7» αντικαθίστανται με τις λέξεις «στην παράγραφο 6».
β. Στην περίπτωση α΄ της παρ. 7 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011, οι λέξεις «υπό στοιχεία α΄ μέχρι και κα΄» αντικαθίστανται με τις λέξεις «υπό στοιχεία α΄ μέχρι και κ΄».
γ. Στην περίπτωση β΄ της παρ. 7 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011, οι λέξεις «υπό στοιχεία α΄ μέχρι και κα΄» αντικαθίστανται με τις λέξεις «υπό στοιχεία α΄ μέχρι και κ΄, καθώς και υπό στοιχείο κη΄».
δ. Στο τέλος της περίπτωσης δ΄ της παρ. 7 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011 οι λέξεις «αρμοδιότητας της Διεύθυνσης αυτής» διαγράφονται.
ε. Στο τέλος της υποπερίπτωσης δδ΄ της περίπτωσης γ΄ της παρ. 4 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Επίσης, στο Τμήμα αυτό ανήκει η αρμοδιότητα για την έκδοση απόφασης συνταξιοδότησης των λογοτεχνών καλλιτεχνών.»
4.α. Οι υποπεριπτώσεις αα΄ και ββ΄ της περίπτωσης β΄ της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011 αντικαθίστανται ως εξής:
«αα) υπαλλήλους και εκπαιδευτικούς:
− της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και − όλων των κατηγοριών και βαθμίδων των Α.Ε.Ι.
ββ) υπαλλήλους του Ταμείου Διοίκησης και Διαχείρισης Πανεπιστημιακών Δασών (Ν.Π.Δ.Δ.)».
β. Στο τέλος της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011 προστίθεται περίπτωση ε΄ ως εξής:
«ε. Τμήμα Ε΄ Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής
Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 2 αρμοδιότητες, κατά το μέρος που αφορούν:
αα) υπαλλήλους και εκπαιδευτικούς:
− της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης,
− όλων των κατηγοριών και βαθμίδων των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Τ.Ε.Ι.),
− της Ανώτατης Σχολής Παιδαγωγικής Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε.),
− της Ειδικής Παιδαγωγικής Ακαδημίας και
− των Εκκλησιαστικών Σχολών.
ββ) υπαλλήλους και συμβούλους:
− του Ινστιτούτου Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (Ι.Τ.Ε.),
− υπαλλήλων και ερευνητών της Ακαδημίας Αθηνών,
− υπαλλήλων και μελών του τέως Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (Π.Ι.).
γγ) υπαλλήλους:
− της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων,
− του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών (ΙΚΥ) και
− της Εθνικής Βιβλιοθήκης και των λοιπών δημόσιων βιβλιοθηκών.
δδ) εκπαιδευτικούς αναγνωρισμένων σχολείων της αλλοδαπής.»
5. Οι διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 5 του ν. 4002/2011 αντικαθίστανται ως εξής:
«9. Η Διεύθυνση Συνταξιοδοτικής Νομοπαρασκευαστικής Εργασίας και Διεθνών Σχέσεων διαρθρώνεται στα πιο κάτω τμήματα:
α. Τμήμα Α΄ Συνταξιοδοτικής Νομοπαρασκευαστικής Εργασίας
Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 8, υπό στοιχεία α΄ μέχρι και ζ΄ αρμοδιότητες.
β. Τμήμα Β΄ Διεθνών Σχέσεων
Το Τμήμα αυτό έχει τις αναφερόμενες στην παράγραφο 8, υπό στοιχεία η΄ μέχρι και ι΄ αρμοδιότητες.
γ. Τμήμα Γ΄ Προκαταβολής Σύνταξης
Το Τμήμα αυτό έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
αα) την επιχειρησιακή, λειτουργική και τεχνική υποστήριξη της Διαδικτυακής Εφαρμογής του ΔΑΥΚ,
ββ) τον έλεγχο των στοιχείων που απαιτούνται για την καταβολή της προκαταβολής της σύνταξης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 57Α του π.δ. 169/2007 και
γγ) την παροχή τεχνικής υποστήριξης και πληροφοριών προς τις Διευθύνσεις Προσωπικού – Οικονομικού των Υπουργείων, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού σχετικά με την καταχώρηση των στοιχείων στο ΔΑΥΚ.»
6. Οι διατάξεις της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 4, των περιπτώσεων ια΄ έως και ιζ΄ της παρ. 8, καθώς και της παρ.12 του άρθρου 7 του π.δ. 79/1990 (Α΄ 37) καταργούνται.
7. Με την ψήφιση του παρόντος άρχεται και η ισχύς των προβλεπομένων στο ανωτέρω κεφάλαιο, εκτός αν άλλως ορίζεται στις επιμέρους διατάξεις του, καταργούμενης κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης που ορίζει διαφορετικά.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΑΔΡΑΝΕΙΣ ΚΑΤΑΘΕΤΙΚΟΙ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ
Άρθρο 6
Σκοπός
Αποκλειστικός σκοπός των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου, με το οποίο τροποποιείται το ν.δ. 1195/1942, είναι, μετά την παραγραφή των δικαιωμάτων του καταθέτη ή των νομίμων κληρονόμων του, η χρήση των κεφαλαίων από αδρανείς καταθέσεις για την κάλυψη αναγκών του Δημοσίου.
Άρθρο 7
Ορισμός
Ως αδρανής καταθετικός λογαριασμός σε πιστωτικό ίδρυμα, κατά την έννοια του ν. 3601/2007, για τις ανάγκες του παρόντος κεφαλαίου, χαρακτηρίζεται εκείνος στον οποίο δεν έχει πραγματοποιηθεί αποδεδειγμένα καμία πραγματική συναλλαγή από τους δικαιούχους καταθέτες για χρονικό διάστημα είκοσι (20) ετών. Η επομένη της τελευταίας συναλλαγής αποτελεί την έναρξη ισχύος της εικοσαετίας.
Άρθρο 8
Διαδικασία
1. Κάθε πιστωτικό ίδρυμα υποχρεούται να στέλνει στο δικαιούχο αδρανούς κατάθεσης ειδοποίηση πριν τη συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής, ενημερώνοντάς τον ότι, σε περίπτωση που δεν παρουσιάσει κίνηση ο λογαριασμός του, η κατάθεση θα παραγραφεί και θα περιέλθει στο Δημόσιο λόγω συμπλήρωσης εικοσαετίας. Συγκεκριμένα, με τη συμπλήρωση πέντε (5) ετών από την πραγματοποίηση της τελευταίας πραγματικής συναλλαγής, πρέπει να γίνεται η πρώτη ειδοποίηση του δικαιούχου και των τυχόν συνδικαιούχων του, όπως αυτοί εμφανίζονται στον τραπεζικό λογαριασμό, με συστημένη επιστολή υπό την προϋπόθεση ότι το κόστος αυτής δεν υπερβαίνει το ενυπάρχον στο συγκεκριμένο λογαριασμό, ποσό. Σε διαφορετική περίπτωση, η Τράπεζα οφείλει να ειδοποιήσει με απλή επιστολή. Η δεύτερη ειδοποίηση γίνεται με τη συμπλήρωση δέκα (10) ετών και η τελευταία με τη συμπλήρωση δεκαπέντε (15) ετών από την πραγματοποίηση της τελευταίας πραγματικής συναλλαγής. Η δεύτερη και η τρίτη ειδοποίηση, οι οποίες πρέπει να γίνονται με συστημένη επιστολή, αφορούν σε δικαιούχους λογαριασμών υπολοίπου μεγαλύτερου των εκατό (100) ευρώ. Ταυτόχρονα, με την τρίτη ειδοποίηση ή την παρέλευση δεκαπενταετίας, τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να δημιουργούν ειδικό αρχείο, το οποίο θα συμπεριλαμβάνει τα στοιχεία όλων των λογαριασμών. Για την ενημέρωση των δικαιούχων ακίνητων καταθετικών λογαριασμών άνω της δεκαπενταετίας απαιτείται μία τουλάχιστον ειδοποίηση πριν τη συμπλήρωση της εικοσαετίας. Στο αρχείο αυτό θα έχουν πρόσβαση οι δικαιούχοι/συνδικαιούχοι και οι νόμιμοι κληρονόμοι τους. Το εν λόγω αρχείο θα οριστικοποιείται με τη συμπλήρωση είκοσι (20) ετών και θα είναι στη διάθεση των εποπτικών αρχών και δημόσιων ελεγκτικών θεσμών για δέκα (10) ακόμη χρόνια.
2. Το υπόλοιπο αδρανούς καταθετικού λογαριασμού παραγράφεται υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου μετά την παρέλευση εικοσαετίας. Η πίστωση των καταθέσεων με τόκους, καθώς και η κεφαλαιοποίησή τους, δεν συνιστούν συναλλαγή, κατά την έννοια του άρθρου 7 του παρόντος, και δεν διακόπτουν την παραγραφή.
3. Κάθε πιστωτικό ίδρυμα, που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα, οφείλει αμέσως μετά την παρέλευση του χρονικού ορίου της εικοσαετίας: α) να αποδίδει στο Δημόσιο συγκεντρωτικά μέχρι το τέλος Απριλίου κάθε έτους τα υπόλοιπα των αδρανών καταθέσεων, πλέον αναλογούντων τόκων, καταθέτοντας στην Τράπεζα της Ελλάδος τα σχετικά ποσά σε ειδικό λογαριασμό, β) να ενημερώνει ταυτόχρονα τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τον παρόντα νόμο, γ) να ενημερώνει τους δικαιούχους/κληρονόμους για το που έχουν μεταφερθεί τα σχετικά ποσά, μετά την παρέλευση της εικοσαετίας, εφόσον ερωτηθεί.
4. Τα ως άνω ποσά στο σύνολό τους θα καταγράφονται ως έσοδο στον ετήσιο Κρατικό Προϋπολογισμό.
5. Τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται, μέσα στις προθεσμίες σύνταξης του Κρατικού Προϋπολογισμού, να ενημερώνουν το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους για το κατ’ εκτίμηση ύψος των αδρανών καταθέσεων που θα μεταφέρουν στο Δημόσιο μέχρι τον Απρίλιο του επόμενου έτους, ώστε τα κονδύλια αυτά να συμπεριληφθούν στο Γενικό Προϋπολογισμό του επόμενου οικονομικού έτους.
6. Ο Υπουργός Οικονομικών με ειδική έκθεσή του ενημερώνει κάθε χρόνο τη Βουλή για το ύψος των σχετικών κεφαλαίων από αδρανείς καταθέσεις.
Άρθρο 9
Εποπτεία
1. Κάθε πιστωτικό ίδρυμα που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα υποχρεούται, με τους θεσμούς εσωτερικού ελέγχου και κανονιστικής συμμόρφωσης που οφείλει να διαθέτει, να παρακολουθεί τη συνεπή τήρηση και εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος.
2. Οι ορκωτοί ελεγκτές στις σημειώσεις των ετήσιων δημοσιευμένων οικονομικών καταστάσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων θα βεβαιώνουν εάν τηρήθηκαν ή όχι οι διατάξεις του νόμου για τις αδρανείς καταθέσεις, αναφέροντας και το ποσό που αποδόθηκε στο Δημόσιο.
3. Η Τράπεζα της Ελλάδος θα εποπτεύει την πιστή τήρηση από τα πιστωτικά ιδρύματα των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου και σε τυχόν περίπτωση διαπίστωσης μη τήρησης υποχρεούται να επιβάλει τις προβλεπόμενες κυρώσεις.
4. Η Τράπεζα της Ελλάδος υποχρεούται, εντός του πρώτου διμήνου κάθε έτους, να αποστέλλει στις αρμόδιες Διευθύνσεις του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας κατάσταση με τα δραστηριοποιούμενα στην Ελλάδα πιστωτικά ιδρύματα, για τον ευχερέστερο έλεγχο της τήρησης εκ μέρους τους των διατάξεως του παρόντος.
5. Ο Υπουργός Οικονομικών δύναται, οποτεδήποτε κρίνει σκόπιμο, να θέτει υπόψη της Τράπεζας της Ελλάδος την ανάγκη διενέργειας έκτακτου ελέγχου για την επιβεβαίωση της πιστής εφαρμογής των οριζομένων στο παρόν κεφάλαιο.
Άρθρο 10
Κατάργηση διατάξεων
Με τη δημοσίευση του παρόντος καταργούνται οι διατάξεις των άρθρων 3, 6β, κατά το μέρος που αφορά το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, και 7 του ν.δ. 1195/1942.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ
ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ
Άρθρο 11
Θητεία
1. Στο άρθρο 7 του ν. 3492/2006 προστίθεται παράγραφος 8 ως εξής:
«8. Η θητεία των Δημοσιονομικών Ελεγκτών δεν δύναται να υπερβαίνει τα έξι (6) συναπτά έτη. Με τη συμπλήρωση της εξαετίας, υποχρεωτικά για δύο (2) έτη ο Δημοσιονομικός Ελεγκτής παύει να υπηρετεί στις Διευθύνσεις της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων, εξαιρουμένων των Υπηρεσιών Δημοσιονομικών Ελέγχων (Υ.Δ.Ε.), ενώ παραμένει εγγεγραμμένος στο Μητρώο Δημοσιονομικών Ελεγκτών και Ελεγκτών της Επιτροπής Δημοσιονομικών Ελέγχων (Ε.Δ.ΕΛ.). Μετά την παρέλευση της διετίας, η θητεία του Δημοσιονομικού Ελεγκτή δύναται να ανανεωθεί για μία (1) μόνο φορά.
Συνολικά η θητεία του Δημοσιονομικού Ελεγκτή στους ελεγκτικούς φορείς του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους εξαιρουμένων των Υ.Δ.Ε. δεν μπορεί να υπερβεί τη δωδεκαετία. Με τη συμπλήρωση της δωδεκαετίας ο Δημοσιονομικός Ελεγκτής μετακινείται.»
2. Στο άρθρο 16 του ν. 3614/2007 προστίθεται παράγραφος 16 ως εξής:
«16. Η θητεία των Δημοσιονομικών Ελεγκτών της Ε.Δ.Ε.Λ. δεν δύναται να υπερβαίνει τα έξι (6) συναπτά έτη. Με τη συμπλήρωση της εξαετίας, υποχρεωτικά για δύο (2) έτη ο Δημοσιονομικός Ελεγκτής της Ε.Δ.ΕΛ. παύει να υπηρετεί στις Διευθύνσεις της Γενικής Διεύθυνσης Διοίκησης και Ελέγχου Συγχρηματοδοτούμενων Προγραμμάτων από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ παραμένει εγγεγραμμένος στο Μητρώο Δημοσιονομικών Ελεγκτών και Ελεγκτών της Ε.Δ.ΕΛ.. Μετά την παρέλευση της διετίας, η θητεία του Δημοσιονομικού Ελεγκτή δύναται να ανανεωθεί για μία (1) μόνο φορά. Συνολικά η θητεία του Δημοσιονομικού Ελεγκτή της Ε.Δ.ΕΛ. στους ελεγκτικούς φορείς του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους εξαιρουμένων των Υ.Δ.Ε. δεν μπορεί να υπερβεί τη δωδεκαετία.
Με τη συμπλήρωση της δωδεκαετίας ο Δημοσιονομικός Ελεγκτής μετακινείται.»
3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 ισχύουν για τις κατηγορίες και κλάδους υπαλλήλων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που προβλέπονται και στις λοιπές Γενικές Διευθύνσεις του, πέραν της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων και της Γενικής Διεύθυνσης Διοίκησης και Ελέγχου Συγχρηματοδοτούμενων Προγραμμάτων από την Ευρωπαϊκή Ένωση, Διευθύνσεις οι οποίες είναι αρμόδιες για την άσκηση δημοσιονομικών ελέγχων.
4. Ο Δημοσιονομικός Ελεγκτής, μετά την παρέλευση της πρώτης εξαετίας, δύναται να τοποθετείται ως Δημοσιονομικός Ελεγκτής σε Διεύθυνση της Γενικής Διεύθυνσης Διοίκησης και Ελέγχου Συγχρηματοδοτούμενων Προγραμμάτων από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων και αντιστρόφως, χωρίς να απαιτείται η ενδιάμεση μετακίνησή του για χρονικό διάστημα δύο ετών σε άλλη Διεύθυνση του Υπουργείου Οικονομικών.
5. Οι ανωτέρω διατάξεις ισχύουν και για τους προϊσταμένους τμημάτων και διευθύνσεων των προαναφερθεισών Γενικών Διευθύνσεων. Κάθε λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διάταξης αυτής και κάθε συναφές διαδικαστικό θέμα ρυθμίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Με την ίδια απόφαση αρχίζει και η ισχύς της διάταξης αυτής.
Άρθρο 12
Τήρηση Μητρώων
1. Στο Υπουργείο Οικονομικών / Γενικό Λογιστήριο του Κράτους καταρτίζονται και τηρούνται Μητρώο Δημοσιονομικών Ελεγκτών και Ελεγκτών της ΕΔΕΛ και Μητρώο Εμπειρογνωμόνων σε Δημοσιονομικούς Ελέγχους και Ελέγχους της ΕΔΕΛ για τις ανάγκες των ασκούμενων δημοσιονομικών ελέγχων της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων και της Γενικής Διεύθυνσης Διοίκησης και Ελέγχου Συγχρηματοδοτούμενων Προγραμμάτων από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
2. Στο Μητρώο Δημοσιονομικών Ελεγκτών και Ελεγκτών της ΕΔΕΛ δύνανται να εντάσσονται υπάλληλοι του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους όλων των κλάδων ΠΕ και ΤΕ κατηγορίας. Η ένταξή τους γίνεται μετά από ανοικτή πρόσκληση και διαδικασίες αξιολόγησης, όπως αυτές ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Δεν υφίσταται υποχρέωση εγγραφής στο Μητρώο των Ν.Π.Ι.Δ. που ασκούν ελεγκτικό έργο.
3.α. Στο Μητρώο Εμπειρογνωμόνων σε Δημοσιονομικούς Ελέγχους και Ελέγχους της ΕΔΕΛ δύνανται να εγγραφούν δημόσιοι υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ και ΤΕ, καθώς και ιδιώτες μετά από δημόσια πρόσκληση και διαδικασίες αξιολόγησης, όπως αυτές ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Δεν υφίσταται υποχρέωση εγγραφής στο Μητρώο των Ν.Π.Ι.Δ. που ασκούν ελεγκτικό έργο.
β. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 3492/2006 μετά τις λέξεις «ελεγκτικές εταιρίες» προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Η ανάθεση σε ελεγκτικές εταιρίες γίνεται σε εξαιρετικές περιπτώσεις και μόνο κατόπιν αιτιολογημένης και διαπιστωμένης αδυναμίας της αρμόδιας Διεύθυνσης του άρθρου 6 του ν. 3492/2006 να ανταποκριθεί λόγω εξειδικευμένου αντικειμένου στις απαιτήσεις ελέγχου πράξεων του άρθρου 13 του ν. 3492/2006. Η ΕΣΕΛ, μετά από εισήγηση του προϊσταμένου της αρμόδιας για τη διενέργεια του συγκεκριμένου ελέγχου Διεύθυνσης, εισηγείται σχετικά στον Υπουργό Οικονομικών. Η ελεγκτική εταιρεία διενεργεί τον έλεγχο πάντα παρουσία Δημοσιονομικού Ελεγκτή ή υπαλλήλου των Υπηρεσιών Δημοσιονομικού Ελέγχου.»
Επίσης, η παρ. 12 του άρθρου 16 του ν. 3614/2007 (Α΄ 267) αντικαθίσταται ως εξής:
«12. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και μόνο κατόπιν αιτιολογημένης και διαπιστωμένης αδυναμίας της ΕΔΕΛ να ανταποκριθεί λόγω του εξειδικευμένου αντικειμένου τους στις απαιτήσεις ελέγχου πράξεων της παραγράφου 2 της περίπτωσης β΄ του άρθρου 15 του ν. 3614/2007. Η ΕΔΕΛ, μετά από εισήγηση του αρμόδιου προϊσταμένου Διεύθυνσης Προγραμματισμού και Ελέγχου, εισηγείται σχετικά στον Υπουργό Οικονομικών. Η ελεγκτική εταιρεία διενεργεί τον έλεγχο πάντα παρουσία Δημοσιονομικού Ελεγκτή ή υπαλλήλου των Υπηρεσιών Δημοσιονομικού Ελέγχου.»
4. Οι οργανικές θέσεις των Διευθύνσεων της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων και των Διευθύνσεων της Γενικής Διεύθυνσης Διοίκησης και Ελέγχου Συγχρηματοδοτούμενων Προγραμμάτων από την Ευρωπαϊκή Ένωση που ασκούν ελέγχους καλύπτονται κατά προτεραιότητα από υπαλλήλους του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Δημοσιονομικών Ελεγκτών και Ελεγκτών ΕΔΕΛ.
5. Tα κριτήρια επιλογής για την ένταξη στα Μητρώα αφορούν την προπτυχιακή ή / και μεταπτυχιακή εκπαίδευση, τη δια βίου μάθηση και την εμπειρία κατά προτεραιότητα στο σχετικό αντικείμενο. Η πρόσκληση για ένταξη στα Μητρώα λαμβάνει την απαιτούμενη δημοσιότητα σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή. Ο τρόπος επιλογής των οργάνων αξιολόγησης των υποψηφίων καθορίζεται ευκρινώς και κατά τρόπο, ώστε να τηρείται η αξιοκρατία και η διαφάνεια στον τρόπο επιλογής.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται: i) τα προσόντα των Δημοσιονομικών Ελεγκτών και Ελεγκτών της ΕΔΕΛ και των Εμπειρογνωμόνων σε Δημοσιονομικούς Ελέγχους και Ελέγχους της ΕΔΕΛ που εγγράφονται στα οικεία Μητρώα, ii) τα κριτήρια κατάταξης των Δημοσιονομικών Ελεγκτών και Ελεγκτών της ΕΔΕΛ και των Εμπειρογνωμόνων σε Δημοσιονομικούς Ελέγχους και Ελέγχους της ΕΔΕΛ σε κατηγορία, iii) η διαδικασία και τα αρμόδια για την αξιολόγηση και επιλογή των υποψηφίων όργανα, iv) ο τρόπος κατάρτισης και τήρησης των Μητρώων και η αρμόδια προς τούτο Υπηρεσία, v) η διαδικασία και το αρμόδιο όργανο για τον ορισμό των Δημοσιονομικών Ελεγκτών και Ελεγκτών της ΕΔΕΛ και των Εμπειρογνωμόνων σε Δημοσιονομικούς Ελέγχους και Ελέγχους της ΕΔΕΛ στους συγκεκριμένους ελέγχους και για την επιλογή αυτών προκειμένου να συμμετάσχουν σε ελέγχους, vi) η διάρκεια και η φύση της θητείας, vii) ο τρόπος αποβολής από τα Μητρώα και ρυθμίζεται κάθε άλλη αναγκαία σχετική λεπτομέρεια.
6.α. Μέχρι την κατάρτιση του Μητρώου Δημοσιονομικών Ελεγκτών και Ελεγκτών της ΕΔΕΛ του παρόντος, οι έλεγχοι της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού διενεργούνται από τους υπαλλήλους που υπηρετούν στη Γενική Διεύθυνση Διοίκησης και Ελέγχου Συγχρηματοδοτούμενων Προγραμμάτων από την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Γενική Διεύθυνση Δημοσιονομικών Ελέγχων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
β. Σε περίπτωση που το προσωπικό της ανωτέρω παραγράφου δεν επαρκεί για τη διενέργεια των ελέγχων της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, δύναται, μέχρι την κατάρτιση του Μητρώου Δημοσιονομικών Ελεγκτών και Ελεγκτών της ΕΔΕΛ, ως Δημοσιονομικοί Ελεγκτές και Ελεγκτές της ΕΔΕΛ να ορίζονται υπάλληλοι του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που διαθέτουν σχετικές με το διενεργούμενο εκάστοτε έλεγχο ειδικές γνώσεις και εμπειρία. Μετά την κατάρτιση του Μητρώου Δημοσιονομικών Ελεγκτών και Ελεγκτών της ΕΔΕΛ η επιλογή υπαλλήλων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που θα διενεργούν ελέγχους της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού θα γίνεται αποκλειστικά από το ανωτέρω Μητρώο.
7. Μέχρι την κατάρτιση του Μητρώου Εμπειρογνωμόνων σε Δημοσιονομικούς Ελέγχους και Ελέγχους της ΕΔΕΛ ως Εμπειρογνώμονες ορίζονται υπάλληλοι του Δημοσίου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς και ιδιώτες, που διαθέτουν σχετικές με το διενεργούμενο εκάστοτε έλεγχο ειδικές γνώσεις και εμπειρία, με την επιφύλαξη των οριζομένων στις διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου 16 του ν. 3614/2007 και της παρ. 3 του άρθρου 14 του ν. 3492/2006. Μετά την κατάρτιση του Μητρώου Εμπειρογνωμόνων σε Δημοσιονομικούς Ελέγχους και Ελέγχους της ΕΔΕΛ και τη σχετική διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Οικονομικών τα προβλεπόμενα Μητρώα της παρ. 9 του άρθρου 16 του ν. 3614/2007 και της παρ.3 του άρθρου 14 του ν. 3492/2006 αντικαθίστανται από το προαναφερθέν Μητρώο και καταργούνται οι προβλεπόμενες στην παράγραφο 9 του άρθρου 16 του ν. 3614/2007 και στην παρ. 3 του άρθρου 14 του ν. 3492/2006 διατάξεις, ενώ η επιλογή των Εμπειρογνωμόνων γίνεται αποκλειστικά από το ανωτέρω Μητρώο.
8. Κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διάταξης αυτής και κάθε συναφές διαδικαστικό θέμα ρυθμίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η αποζημίωση των ιδιωτών Εμπειρογνωμόνων για τη συμμετοχή τους στους διενεργούμενους ελέγχους, με τους περιορισμούς του δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 21 του ν. 4024/2011 (ΦΕΚ Α΄ 226).
Άρθρο 13
Σύσταση Διεύθυνσης Έκτακτων Δημοσιονομικών Ελέγχων
1. Στο Υπουργείο Οικονομικών / Γενικό Λογιστήριο του Κράτους συστήνεται Διεύθυνση Έκτακτων Δημοσιονομικών Ελέγχων, που προστίθεται στις Διευθύνσεις του άρθρου 6 του ν. 3492/2006 (ΦΕΚ Α΄ 210), οι οποίες συγκροτούν τη Γενική Διεύθυνση Δημοσιονομικών Ελέγχων.
2. Αποστολή της συνιστώμενης Διεύθυνσης είναι η διενέργεια των έκτακτων δημοσιονομικών ελέγχων του άρθρου 13 του ν. 3492/2006, όπως συμπληρώθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 1 του ν. 4081/2012 (Α΄ 184). Επίσης, κύριο αντικείμενο της συνιστώμενης Διεύθυνσης είναι και η διενέργεια των ελέγχων των εκκρεμών υποθέσεων της Οικονομικής Επιθεώρησης που περιήλθαν στην αρμοδιότητα της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων, δυνάμει της παρ. 6 του άρθρου 1 του ν. 4081/2012.
3. Η Διεύθυνση Έκτακτων Δημοσιονομικών Ελέγχων διαρθρώνεται στα κατωτέρω τμήματα:
α. Τμήμα Α΄ Ελέγχων.
β. Τμήμα Β΄ Παρακολούθησης και Υποστήριξης.
4. Οι αρμοδιότητες της ανωτέρω Διεύθυνσης συνίστανται στα κατωτέρω θέματα, που κατανέμονται μεταξύ των Τμημάτων της, ως ακολούθως:
α. Τμήμα Α΄.
1. Διαχειριστικός έλεγχος φορέων της Γενικής Κυβέρνησης ύστερα από καταγγελίες για μη χρηστή οικονομική διαχείριση.
2. Έκτακτος έλεγχος κατόπιν εντολής του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από εισαγγελική παραγγελία ή αιτημάτων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με την επιφύλαξη των διατάξεων του ν. 3614/2007 και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθεισών κανονιστικών πράξεων, ή άλλης ελεγκτικής Αρχής.
3. Έκτακτος ή/και συμπληρωματικός έλεγχος της διαχείρισης πάγιων προκαταβολών, καθώς και των δημόσιων υπόλογων (άρθρο 54 του ν. 2362/1995) και δημόσιων διαχειρίσεων.
4. Επιτόπιος έλεγχος δαπανών της παραγράφου 5 του άρθρου 26 του ν. 2362/1995.
5. Έλεγχος της έκθεσης που συντάσσεται από τους Δημοσιονομικούς Ελεγκτές ή τις ελεγκτικές ομάδες επί των διενεργούμενων από τη Διεύθυνση Έκτακτων Δημοσιονομικών Ελέγχων, ως προς την πληρότητά της, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην προβλεπόμενη από την παρ. 9 του άρθρου 17 του ν. 3492/2006 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και θεώρησή της από τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης.
6. Επεξεργασία των αντιρρήσεων των φορέων προσώπων σε συνεργασία με τον αρμόδιο Δημοσιονομικό Ελεγκτή ή ελεγκτική ομάδα και κατάρτιση εισήγησης επ’ αυτών στην ΕΣΕΛ.
β. Τμήμα Β΄.
1. Εισήγηση στην ΕΣΕΛ για τη διενέργεια ή μη έκτακτων ελέγχων ύστερα από καταγγελίες, δημοσιεύματα, πληροφορίες και βάσιμες υπόνοιες για δωροδοκίες, δωροληψίες, απάτες, ατασθαλίες ή διαχειριστικές ανωμαλίες.
2. Μέριμνα για την έκδοση εντολής ελέγχου ή απόφασης συγκρότησης ελεγκτικής ομάδας κατά περίπτωση.
3. Κατεύθυνση και παρακολούθηση του έργου των Δημοσιονομικών Ελεγκτών επί των διενεργούμενων επιτόπιων ελέγχων.
4. Παροχή οδηγιών προς τους Δημοσιονομικούς Ελεγκτές για την πληρέστερη εκπλήρωση του έργου τους.
5. Μελέτη και επεξεργασία των εκθέσεων των Δημοσιονομικών Ελεγκτών και εισήγηση προς λήψη των αναγκαίων διοικητικών ή νομοθετικών μέτρων.
6. Αποστολή των εκθέσεων ή αποσπασμάτων αυτών στις κατά περίπτωση αρμόδιες Αρχές, καθώς και στα πρόσωπα, κατά των οποίων προτείνεται αναζήτηση των αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθέντων ποσών ή τα οποία φέρουν πειθαρχική ή ποινική ευθύνη.
7. Διαβίβαση των πράξεων καταλογισμού στα αρμόδια όργανα του ελεγχόμενου φορέα.
8. Παρακολούθηση της συμμόρφωσης των φορέων προς τις υποδείξεις του ελέγχου.
9. Τήρηση αρχείου εκθέσεων των Δημοσιονομικών Ελεγκτών και κάθε άλλου στοιχείου για την παρακολούθηση του ελεγκτικού έργου.
10. Γραμματειακή υποστήριξη της Διεύθυνσης.
5. Κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διάταξης αυτής και κάθε συναφές διαδικαστικό θέμα ρυθμίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Άρθρο 14
Τροποποίηση διατάξεων
1. Η διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 6 του ν. 3492/2006 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Των Διευθύνσεων και των Τμημάτων του παρόντος άρθρου προΐστανται υπάλληλοι της κατηγορίας ΠΕ των κλάδων Δημοσιονομικών, Μηχανικών, Γεωτεχνικών και Πληροφορικής.»
2. Η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 16 του ν. 3614/2007 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Των Διευθύνσεων και των Τμημάτων του παρόντος άρθρου προΐστανται υπάλληλοι της κατηγορίας ΠΕ των κλάδων Δημοσιονομικών, Μηχανικών, Γεωτεχνικών και Πληροφορικής.»
Άρθρο 15
Κατάργηση διάταξης του ν. 3697/2008
1. Με την παρέλευση ενός μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, καταργείται το σημείο ζ΄ της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 3697/2008 (Α΄ 194), που διατηρούσε σε ισχύ τον Ειδικό Λογαριασμό Νο 234039/6 – Γενικό Λογιστήριο του Κράτους Δ25 Κεφάλαιο Ασφαλίσεως Χρηματοδοτήσεων εκ Κεφαλαίων ή Εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου (ΚΑΧΚΕΕΔ).
2. Τα έσοδα και οι δαπάνες οι οποίες είναι σχετικές με το σκοπό για τον οποίο συστάθηκε ο καταργούμενος με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου Ειδικός Λογαριασμός εμφανίζονται στον Κρατικό Προϋπολογισμό.
3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται θέματα που αφορούν την κατάργηση του ειδικού λογαριασμού και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια.
Άρθρο 16
Δαπάνες για την πληρωμή αποζημιώσεων: α) εφημερίων ιατρών των νοσοκομείων και κέντρων υγείας του ΕΣΥ, του Αιγινήτειου, του Αρεταίειου, του ΝΙΜΤΣ και του Ε.ΚΑ.Β. και β) πρόσθετων αμοιβών, εργασίας εξαιρέσιμων ημερών, νυχτερινών ωρών, υπερωριακής απασχόλησης προς συμπλήρωση του υποχρεωτικού ωραρίου του πάσης φύσεως προσωπικού, πλην ιατρικού, των ανωτέρω φορέων, που πραγματοποιήθηκαν από τον Οκτώβριο 2012 μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος, καθ’ υπέρβαση των εγγεγραμμένων πιστώσεων του προϋπολογισμού ή/και χωρίς την τήρηση των περί αναλήψεως υποχρεώσεων διατάξεων δύνανται να εκκαθαριστούν όλες εξαιρετικά σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού του Υπουργείου Υγείας τρέχοντος έτους, κατά παρέκκλιση των σχετικών με τα ανωτέρω διατάξεων. Ειδικότερα, οι πρόσθετες αμοιβές του πάσης φύσεως προσωπικού, πλην ιατρικού, του Αιγινήτειου, Αρεταίειου και ΝΙΜΤΣ, βαρύνουν τις πιστώσεις των προϋπολογισμών των φορέων αυτών.
Άρθρο 17
Προεδρία της Δημοκρατίας
Στο πρώτο εδάφιο του στοιχείου α΄ της παρ. 2 του άρθρου 16 του ν. 3205/2003 (ΦΕΚ Α΄ 297), όπως αυτός ισχύει, οι λέξεις «του Προέδρου της Δημοκρατίας» αντικαθίστανται ως εξής: «της Προεδρίας της Δημοκρατίας».
Η παρούσα ρύθμιση ισχύει από 1.1.2013.
Άρθρο 18
Δακοκτονία στην Ηλεία
Συμβάσεις που έχουν συναφθεί στο πλαίσιο εφαρμογής του Προγράμματος συλλογικής καταπολέμησης του δάκου της ελιάς με δολωματικούς ψεκασμούς για το έτος 2012 θεωρούνται ως νομίμως συναφθείσες.
Άρθρο 19
Γενικές Διευθύνσεις Οικονομικών Υπηρεσιών
Στο τέλος του άρθρου 3Β του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ Α΄247), όπως αυτό προστέθηκε με το ν. 3871/2010 (Α΄141) και έχει τροποποιηθεί και ισχύει, προστίθεται παράγραφος 7 ως εξής:
«7. Με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, ρυθμίζονται ζητήματα, σχετικά με τις αρμοδιότητες, τη διάρθρωση, την οργάνωση και λειτουργία των Γενικών Διευθύνσεων Οικονομικών Υπηρεσιών των Υπουργείων. Με όμοια απόφαση, είναι δυνατή, σε περίπτωση διάσπασης ή συγχώνευσης Υπουργείων, η σύσταση, συγχώνευση ή κατάργηση αντίστοιχου αριθμού Γενικών Διευθύνσεων Οικονομικών Υπηρεσιών και η ρύθμιση θεμάτων σχετικά με τις αρμοδιότητες, τη διάρθρωση και τη λειτουργία τους.»
Άρθρο 20
Συμβούλιο Διαχείρισης και Αξιολόγησης της εγγυητικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου
1. Στο τέλος της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του ν. 2322/1995 (Α΄ 143) προστίθεται εδάφιο που έχει ως εξής:
«Για την παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου στις υποπεριπτώσεις ββ΄ και γγ΄, εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Οικονομικών με την οποία θεσπίζεται καθεστώς ενίσχυσης υπό τη μορφή εγγύησης του Δημοσίου, πληρουμένων των προϋποθέσεων που τίθενται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία περί κρατικών ενισχύσεων.
Η απόφαση αυτή κοινοποιείται στην αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.»
2. Η παράγραφος 8 του άρθρου 1 του ν. 2322/1995 (Α΄ 143), όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 37 του ν. 3458/2006 (Α΄ 94) και τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου δεύτερου του ν. 4060/2012 (Α΄ 65), αντικαθίσταται ως εξής:
«8.α. Συνιστάται στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, Συμβούλιο Διαχείρισης και Αξιολόγησης της εγγυητικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου.
Το Συμβούλιο εισηγείται στον Υπουργό Οικονομικών ή στα όργανα, προς τα οποία έχει μεταβιβασθεί η αρμοδιότητα παροχής της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, για:
i) την παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, στο πλαίσιο υφισταμένου καθεστώτος εγγύησης, στις υποπεριπτώσεις ββ΄ και γγ΄ της περίπτωσης α΄, της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, εξετάζοντας τη συνδρομή των προϋποθέσεων που τάσσονται από την υπουργική απόφαση που θεσπίζει το καθεστώς ενίσχυσης,
ii) την τροποποίηση των όρων και των προϋποθέσεων, υπό τους οποίους παρασχέθηκε η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, στο πλαίσιο θεσπισμένου καθεστώτος ενίσχυσης υπό τη μορφή κρατικής εγγύησης, των υποπεριπτώσεων ββ΄ και γγ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ύστερα από αίτημα του φορέα υπέρ του οποίου χορηγήθηκε η εγγύηση ή του πιστωτικού ιδρύματος έναντι του οποίου παρασχέθηκε αυτή.
Στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου, μπορεί να καλείται σε ακρόαση ο αιτών την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου στο πλαίσιο καθεστώτος κρατικής ενίσχυσης υπό τη μορφή εγγυήσεων, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου.
Για τη λειτουργία του Συμβουλίου Διαχείρισης και Αξιολόγησης της εγγυητικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α΄45). Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών είναι δυνατόν να ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα λειτουργίας του Συμβουλίου.
β. Το Συμβούλιο απαρτίζεται από:
i) τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Θησαυροφυλακίου και Προϋπολογισμού του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, ως Πρόεδρο, με τον νόμιμο αναπληρωτή του,
ii) τον Προϊστάμενο της 25ης Διεύθυνσης Κίνησης Κεφαλαίων, Εγγυήσεων, Δανείων και Αξιών του Υπουργείου Οικονομικών (Γ.Λ.Κ. Δ25), με τον νόμιμο αναπληρωτή του,
iii) τον Προϊστάμενο της 23ης Διεύθυνσης Δημοσίου Χρέους του Υπουργείου Οικονομικών (Γ.Λ.Κ. − Δ23), με τον νόμιμο αναπληρωτή του,
iv) τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Ευρωπαϊκής Ένωσης της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομικών, με τον νόμιμο αναπληρωτή του,
v) τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Πολιτικής Εισπράξεων της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, με τον νόμιμο αναπληρωτή του,
vi) τον Προϊστάμενο του Δ’ Τμήματος της 25ης Διεύθυνσης Κίνησης Κεφαλαίων, Εγγυήσεων, Δανείων και Αξιών του Υπουργείου Οικονομικών (Γ.Λ.Κ. − Δ25), ως εισηγητή, με τον νόμιμο αναπληρωτή του,
vii) εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος, ως εμπειρογνώμονα.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ορίζεται υπάλληλος του Δ΄ Τμήματος της 25ης Διεύθυνσης Κίνησης Κεφαλαίων, Εγγυήσεων, Δανείων και Αξιών του Υπουργείου Οικονομικών, με τον αναπληρωτή του, ως γραμματέας του Συμβουλίου.
γ. Η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, παρέχεται στο πλαίσιο υφιστάμενου καθεστώτος κρατικής ενίσχυσης υπό τη μορφή εγγύησης, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ύστερα από εισήγηση του Συμβουλίου Διαχείρισης και Αξιολόγησης της εγγυητικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μπορεί να μεταβιβάζεται η αρμοδιότητα έκδοσης της απόφασης παροχής εγγύησης, ανάλογα με το ύψος της παρεχόμενης εγγύησης, στον Γενικό Γραμματέα Δημοσιονομικής Πολιτικής ή στον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Θησαυροφυλακίου και Προϋπολογισμού ή στον Προϊστάμενο της 25ης Διεύθυνσης Κίνησης Κεφαλαίων, Εγγυήσεων, Δανείων και Αξιών του Υπουργείου Οικονομικών του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Η απόφαση για την παροχή της εγγύησης κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο δανειολήπτη και στο πιστωτικό ίδρυμα, με μέριμνα της 25ης Διεύθυνσης Κίνησης Κεφαλαίων, Εγγυήσεων, Δανείων και Αξιών και αναρτάται στο Πρόγραμμα Διαύγεια ( ν. 3861/2010).»
3. Το άρθρο 12 του ν. 2322/1995 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 12
1. Με την επιφύλαξη της επόμενης παραγράφου, οι αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών για την παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
2. Οι αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών με τις οποίες θεσπίζεται καθεστώς κρατικής ενίσχυσης υπό τη μορφή εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις υποπεριπτώσεις ββ΄ και γγ΄ της περίπτωσης α΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και κοινοποιούνται στην αρμόδια υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Οι αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών και των οργάνων προς τα οποία έχει μεταβιβασθεί η σχετική αρμοδιότητα, κατά τα οριζόμενα στην υποπαράγραφο γ΄ της παραγράφου 8 του άρθρου 1 του παρόντος νόμου, με τις οποίες παρέχεται η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου υπέρ συγκεκριμένου οφειλέτη ύστερα από εισήγηση του Συμβουλίου Διαχείρισης και Αξιολόγησης της εγγυητικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου, στο πλαίσιο θεσπισμένου καθεστώτος ενίσχυσης κατά το προηγούμενο εδάφιο κοινοποιούνται στον υπέρ ου η εγγύηση οφειλέτη, στα πιστωτικά ιδρύματα που χορήγησαν την πίστωση και ισχύουν από την ανάρτησή τους στο Πρόγραμμα Διαύγεια ( ν. 3861/2010).»
4.α. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται:
αα) το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παρ. 6 του άρθρου 4 του ν. 3808/2009 (Α΄ 227), όπως το εδάφιο προστέθηκε με την υποπαράγραφο α΄ της παρ. 6 του άρθρου 58 του ν. 4075/2012 (Α΄ 89),
ββ) το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 1 του ν. 2322/1995 (Α΄ 143), όπως αυτό προστέθηκε με την υποπαράγραφο β΄ της παρ. 6 του άρθρου 58 του ν. 4075/2012 (Α΄89), γγ) το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 11 του ν. 2322/1995 (Α΄ 143), όπως προστέθηκαν με την υποπαράγραφο γ΄ της παρ. 6 του ν. 4075/2012 (Α΄ 89).
β. Αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών που εκδόθηκαν, κατ’ εφαρμογή της καταργούμενης σύμφωνα με την περίπτωση αα΄ του προηγούμενου εδαφίου, διατάξεως, της περίπτωσης α΄ της παρ. 6 του άρθρου 4 του ν. 3808/2009 (Α΄ 227), παύουν να ισχύουν, εφόσον δεν έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση σε συμφωνία συνδιαλλαγής ή εξυγίανσης με το Δημόσιο κατά τις διατάξεις των άρθρων 99 και επ. του ν. 3588/2007 (ΦΕΚ Α΄ 153), μέχρι την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του παρόντος νόμου.
γ. Αιτήματα φορέων των υποπεριπτώσεων ββ΄και γγ΄ της περίπτωσης α΄, της παραγράφου 1 του άρθρου 1 του παρόντος, που έχουν υποβληθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, εξετάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2322/1995 (Α΄ 143) όπως τροποποιούνται με τις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων.
Άρθρο 21
Ερμηνευτική διάταξη για τις Ένοπλες Δυνάμεις
Μετά το άρθρο δεύτερο του ν. 4080/2012 «Κύρωση της Πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου «Μεταφορά του χρόνου διενέργειας των ετήσιων τακτικών κρίσεων έτους 2012 στις Ένοπλες Δυνάμεις, την Ελληνική Αστυνομία και το Λιμενικό Σώμα − Ελληνική Ακτοφυλακή» και λοιπές διατάξεις» προστίθεται ερμηνευτική διάταξη, η οποία έχει ως εξής:
«Ερμηνευτική διάταξη: Η αληθής έννοια του χρόνου, στον οποίο αναδράμει η ισχύς των ετήσιων κρίσεων έτους 2012, είναι ότι οι προαγωγές των Αξιωματικών, Ανθυπασπιστών, Υπαξιωματικών και Επαγγελματιών Οπλιτών των Ενόπλων Δυνάμεων που θα κριθούν κατά τις ετήσιες κρίσεις έτους 2012 και μόνο όσον αφορά στη συμπλήρωση χρόνου παραμονής στον κατεχόμενο βαθμό ή συνολικού χρόνου παραμονής σε βαθμό ως τυπικού προσόντος για τη διενέργεια των κρίσεων στις Ένοπλες Δυνάμεις έτους 2013, ανατρέχουν ημερολογιακά από την 1η Μαρτίου 2012. Η ισχύς της παρούσας διάταξης ανατρέχει στην ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 4080/2012.»
Άρθρο 22
Αθλητικά σωματεία
Στις παραγράφους 3 και 5 του άρθρου 12 του ν. 2731/1999 (Α΄ 138), όπως αυτές προστέθηκαν με το άρθρο 27 του ν. 4110/2013 (Α΄ 17), μετά τη λέξη «σωματεία» και πριν τη φράση «αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρείες» προστίθεται η πρόταση «,πλην των αθλητικών Σωματείων, Ενώσεων και Ομοσπονδιών που επιχορηγούνται από τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού,».
Άρθρο 23
Προσωπικό καθαριότητας των κτιρίων των ΔΟΥ και των Κτηματικών Υπηρεσιών
Η διάταξη του άρθρου 167 του ν. 4099/2012 αναδιατυπώνεται ως εξής:
«Οι συμβάσεις που έχουν συναφθεί και θα συναφθούν μέχρι 31.12.2013 και αφορούν στην καθαριότητα των κτιρίων των ΔΟΥ και των Κτηματικών Υπηρεσιών, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 2 του ν. 2314/1953 (ΦΕΚ Α΄ 59) και του άρθρου 37 του ν. 2072/1992 (Α΄ 125), θεωρούνται νόμιμες και οι σχετικές δαπάνες για παρασχεθείσες υπηρεσίες μέχρι 31.12.2013 μπορούν να πληρωθούν μέχρι την προαναφερθείσα ημερομηνία.»
Άρθρο 24
Σύσταση Επιτροπής για τη σύνταξη Κώδικα Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης
1. Στο Υπουργείο Εσωτερικών συνιστάται Επιτροπή για τη σύνταξη Κώδικα Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης, η οποία αποτελείται από:
α) τον Γενικό Γραμματέα Πληθυσμού και Κοινωνικής Συνοχής, ως Πρόεδρο,
β) ένα επίτιμο μέλος του Συμβουλίου της Επικρατείας,
γ) τον Νομικό Σύμβουλο του Κράτους ή αναπληρωτή του στο Υπουργείο Εσωτερικών,
δ) ένα μέλος ΔΕΠ με ειδικότητα στο Συνταγματικό Δίκαιο ή στο Διοικητικό Δίκαιο,
ε) τον Γενικό Διευθυντή Μεταναστευτικής Πολιτικής και Κοινωνικής Πολιτικής,
στ) τον Διευθυντή Μεταναστευτικής Πολιτικής,
ζ) τον Διευθυντή Κοινωνικής Ένταξης,
η) έναν Διευθυντή της Διεύθυνσης Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης,
θ) έναν εκπρόσωπο ο οποίος ορίζεται από τον Συνήγορο του Πολίτη.
Ως μέλη της γραμματείας της Επιτροπής ορίζονται δύο (2) υπάλληλοι της κατηγορίας ΠΕ από τους υπηρετούντες στη Διεύθυνση Μεταναστευτικής Πολιτικής.
2. To σχέδιο του Κώδικα Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης που θα συντάξει η Επιτροπή του παρόντος άρθρου θα υποβληθεί στη Βουλή για να κυρωθεί κατά τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 76 παρ. 6 του Συντάγματος.
3. Η Επιτροπή, της οποίας τα μέλη δεν θα λαμβάνουν κανενός είδους αμοιβή ή αποζημίωση, συγκροτείται με απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο χρόνος περάτωσης του έργου, οι ειδικοί εισηγητές και τα μέλη της γραμματείας της Επιτροπής και ρυθμίζονται θέματα που αναφέρονται στη λειτουργία, στη διοικητική μέριμνα και τη γραμματειακή υποστήριξή τους.
Άρθρο 25
Αξιοποίηση περιουσίας από κληροδότημα
Στο άρθρο 3 του ν. 455/1976 (Α΄ 277) προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:
«3. Αν μετά την έκδοση της δικαστικής απόφασης της προηγούμενης παραγράφου, ο τρόπος αξιοποίησης που επετράπη με αυτήν κατέστη για οποιονδήποτε λόγο ανέφικτος, είναι δυνατή η αξιοποίηση της περιουσίας σύμφωνα με τον τρόπο που περιέγραψε ο διαθέτης ή ο δωρητής, χωρίς να απαιτείται η έκδοση νέας δικαστικής απόφασης.»
Άρθρο 26
Παράταση θητείας των μελών των Ανεξάρτητων Αρχών
1. Η προθεσμία του τρίτου εδαφίου της παρ. 12 του άρθρου 110 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51), όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο δεύτερο του ν. 4226/2013 (Α΄49), παρατείνεται από τη λήξη της για διάστημα τριών μηνών.
2. Η διάταξη της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου εφαρμόζεται αναδρομικά από τη λήξη της δίμηνης παράτασης του άρθρου δεύτερου του ν. 4126/2013.
Άρθρο 27
Συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου στην Εξωτερική Υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών
1. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 149 του ν. 3566/2007 «Κύρωση ως Κώδικα του Οργανικού Νόμου του Υπουργείου Εξωτερικών» αντικαθίσταται ως εξής:
«Το ποσοστό του ασφαλίστρου που αναλογεί στον εργοδότη δεν δύναται να υπερβαίνει το αντίστοιχο, προβλεπόμενο για τους ασφαλισμένους στο ΙΚΑ ποσοστό, εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά από την επιτόπια νομοθεσία, και, σε κάθε περίπτωση, βαρύνει το Ελληνικό Δημόσιο. Στη συναπτόμενη μεταξύ εργοδότου και εργαζομένου σύμβαση πρέπει να γίνεται αναφορά της υποχρέωσης ασφάλισης του εργαζομένου εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου.»
2. Δαπάνες ασφαλιστικών εισφορών που αφορούν στο προσωπικό της παραγράφου 2 του άρθρου 149 του ν.3566/2007 «Κύρωση ως Κώδικα του Οργανικού Νόμου του Υπουργείου Εξωτερικών» και καταβλήθηκαν μέχρι τις 31.12.2011, είναι νόμιμες και δεν αναζητούνται.
Άρθρο 28
Ρύθμιση δημοσιονομικών θεμάτων
Τροποποίηση και κατάργηση διατάξεων
1.α.i) Στην παρ. 4 του άρθρου 23 του ν. 2362/1995 (Α΄ 247), όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 13 του άρθρου 45 του ν. 4071/2012 (ΦΕΚ Α΄85) προστίθεται περίπτωση ζ΄, ως ακολούθως, και η υφιστάμενη περίπτωση ζ΄ αναριθμείται σε η΄:
«ζ) Εξοφλούν τα χρηματικά εντάλματα του άρθρου 29.»
ii) Η παρ. 5 του ίδιου άρθρου αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«5. Στο Ειδικό Λογιστήριο στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας έχει τις αρμοδιότητες των περιπτώσεων α΄, ε΄, ζ΄ και η΄ της προηγούμενης παραγράφου, όσον αφορά στις δαπάνες του Υπουργείου αυτού.»
β. Στο άρθρο 29 προστίθεται παράγραφος 7 ως εξής:
«7.α. Ειδικά, τα χρηματικά εντάλματα του τακτικού προϋπολογισμού που εκδίδονται από τις Υπηρεσίες Δημοσιονομικού Ελέγχου (Υ.Δ.Ε.) εξοφλούνται από τις Υπηρεσίες αυτές, με πίστωση του τραπεζικού λογαριασμού του δικαιούχου, με την επιφύλαξη των διατάξεων που διέπουν την εκτέλεση του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων (Π.Δ.Ε.) και των διατάξεων του άρθρου δεύτερου παρ.1.β του ν. 3845/2010 (Α΄65), όπως ισχύουν.
β. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών, ρυθμίζονται ο τρόπος και η διαδικασία εξόφλησης των ανωτέρω χρηματικών ενταλμάτων από τις Υ.Δ.Ε. και καθορίζονται τα αρμόδια όργανα, η ευθύνη αυτών, ο τύπος και ο τρόπος τήρησης των αναγκαίων λογιστικών βιβλίων και στοιχείων και η διαδικασία αποστολής των εξοφληθέντων ενταλμάτων στο Ελεγκτικό Συνέδριο.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας.»
γ. Όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρονται οι Δ.Ο.Υ. ως αρμόδια όργανα για την εξόφληση των χρηματικών ενταλμάτων του προηγούμενου εδαφίου, νοούνται εφεξής οι Υ.Δ.Ε..
δ. Το άρθρο 30 του ν. 2362/1995 αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«Άρθρο 30
Εκτέλεση επιτροπικών ενταλμάτων πριν από την άφιξή τους
Σε περίπτωση κατεπείγουσας ανάγκης άμεσης πληρωμής δαπάνης του Κράτους, επιτρέπεται στους προϊσταμένους των Υ.Δ.Ε. να εντέλλονται, με κάθε πρόσφορο μέσο, την εκτέλεση επιτροπικών ενταλμάτων πριν από την άφιξή τους στους δευτερεύοντες διατάκτες.»
ε. Ο τίτλος και η παρ. 1 του άρθρου 66 του ν. 2362/1995 αντικαθίστανται ως ακολούθως:
«Άρθρο 66
Αρμοδιότητες των Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών σε θέματα εισπράξεων
1. Οι Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες ενεργούν:
α) Την είσπραξη των εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού, καθώς και τη διαχείριση των ενσήμων, αξιών και κάθε υλικού η πώληση του οποίου ανατίθεται αρμοδίως σε αυτές.
β) Την είσπραξη εσόδων για λογαριασμό άλλων Δ.Ο.Υ..»
στ. Καταργούνται οι διατάξεις του άρθρου 32 του ν. 2362/1995, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 29 του ν. 3871/2010 (Α΄141), καθώς και του δεύτερου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 43 του ιδίου νόμου.
ζ. Η ισχύς της παρούσας παραγράφου του παρόντος άρθρου αρχίζει από 1.1.2014.
2. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 38 του ν. 2362/1995, όπως ισχύει, η φράση «στο όνομα μονίμων δημοσίων υπαλλήλων» αντικαθίσταται με τη φράση «στο όνομα μόνιμων δημόσιων υπαλλήλων και υπαλλήλων που υπηρετούν στο Δημόσιο με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου».
3. Η παράγραφος 2 του άρθρου 88 του ν. 2362/1995 αντικαθίσταται ως εξής:
«Η άρση της κατασχέσεως ή εξάλειψη υποθήκης ή ανάκληση άλλης εκ των ανωτέρω πράξεως διοικητικής ή αναγκαστικής εκτελέσεως, από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. ή από άλλη αρμόδια προς τούτο διοικητική αρχή, δεν εξαλείφει αναδρομικά τη διακοπή της παραγραφής, η οποία αρχίζει εκ νέου από την ημερομηνία της άρσεως ή της εξαλείψεως ή της ανακλήσεως, αντίστοιχα.»
4. Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 του άρθρου 95 του ν. 2362/1995 αντικαθίστανται ως ακολούθως:
«1. Η κατάσχεση χρηματικής απαιτήσεως εις χείρας του Δημοσίου, ως τρίτου, γίνεται, τηρουμένων και των λοιπών όρων και προϋποθέσεων, οι οποίες προβλέπονται από την κείμενη νομοθεσία, με κοινοποίηση του κατασχετηρίου σωρευτικώς:
α) στην αρμόδια για την πληρωμή της συγκεκριμένης οφειλής του Δημοσίου υπηρεσία ή στην οικεία χρηματική διαχείριση,
β) στις αρμόδιες για τη φορολογία τόσο του καθ’ ου η κατάσχεση, όσο και του κατασχόντος, Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες.
2. Στο κατασχετήριο εις χείρας του Δημοσίου, πρέπει αναγκαίως να αναφέρεται σαφώς η ακριβής αιτία της οφειλής του Δημοσίου, το πρόσωπο του δικαιούχου της σχετικής απαιτήσεως με την ακριβή διεύθυνσή του και το ποσό αυτής, καθώς και ο αριθμός φορολογικού μητρώου τόσο του κατασχόντος, όσο και του καθ’ ου η κατάσχεση.
3.α. Η κατάσχεση εις χείρας του Δημοσίου ολοκληρώνεται μόνο από της ημερομηνίας κοινοποιήσεως του κατασχετηρίου στην, κατά την παράγραφο 1 του παρόντος, αρμόδια για την πληρωμή της συγκεκριμένης οφειλής του Δημοσίου υπηρεσία, η οποία όμως, για να είναι έγκυρη, πρέπει αναγκαίως αφενός μεν να γίνει χρονικά τελευταία από τις αναφερόμενες στην ίδια παράγραφο λοιπές κοινοποιήσεις και αφετέρου να συνοδεύεται από νόμιμα υπό αρμοδίου δικαστικού επιμελητή επικυρωμένα αντίγραφα των επιδοτηρίων όλων των κατά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου αναγκαίων προηγουμένων εγκύρων επιδόσεων του κατασχετηρίου αυτού στις ανωτέρω Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες, χωρίς να απαιτείται πρόσθετη κοινοποίηση του κατασχετηρίου στον Υπουργό Οικονομικών (άρθρο 5 του διατάγματος της 26.6/10.7.1944 «περί δικών του Δημοσίου»).
β. Η προθεσμία υποβολής της, κατ’ άρθρο 985 παραγράφου 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, δηλώσεως του Δημοσίου, ως τρίτου, είναι 30 ημέρες και αρχίζει από την επομένη της επιδόσεως του κατασχετηρίου στην αρμόδια για την πληρωμή της συγκεκριμένης οφειλής του Δημοσίου υπηρεσία, ο προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την υποβολή της ανωτέρω δηλώσεως στη γραμματεία του ειρηνοδικείου του τόπου όπου εδρεύει η υπηρεσία.»
Άρθρο 29
1. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 39 του ν. 2725/1999 (Α΄ 121), όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 76 του ν. 3057/2001 (ΦΕΚ Α΄ 239), αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 10 του άρθρου 34 του ν. 4052/2012 (Α΄ 41) και με την παράγραφο 6 του άρθρου 55 του ν. 4075/2012 (ΦΕΚ Α΄ 89), και στην αρχή του πρώτου εδαφίου αυτής η φράση «Η Ειδική Γραμματεία Διατροφής και Άθλησης (ΕΓΔΑ) του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης» αντικαθίσταται με τη φράση «Η Γενική Γραμματεία Αθλητισμού του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων Πολιτισμού και Αθλητισμού».
2. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 39 του ν. 2725/1999, (ΦΕΚ Α΄ 121), όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 76 του ν. 3057/2001 (Α΄ 239), αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 10 του άρθρου 34 του ν. 4052/2012 (Α΄ 41) και με την παράγραφο 6 του άρθρου 55 του ν. 4075/2012 (Α΄ 89), μετά τη φράση «για τα προγράμματα Άθλησης για Όλους» προστίθεται η φράση «και άλλων οικονομικών πόρων» και στο τέλος της ίδιας ως άνω παραγράφου 6 προστίθενται τρία νέα εδάφια ως εξής:
«Οι Πτυχιούχοι Φυσικής Αγωγής του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής εξαιρούνται των διαδικασιών της υπ’ αριθμ. 33/2006 ΠΥΣ (Α΄ 280). Η Γενική Γραμματεία Αθλητισμού προτείνει τις θέσεις των Πτυχιούχων Φυσικής Αγωγής που είναι αναγκαίες για την υλοποίηση των τμημάτων των Προγραμμάτων Άθλησης για Όλους και Αναπτυξιακού Αθλητισμού, που υλοποιούν οι φορείς − Ο.Τ.Α., σύμφωνα με το οργανωτικό πλαίσιο που αυτή εκδίδει. Για την έγκριση της πρόσληψης του προσωπικού αυτού και την κατανομή των εγκεκριμένων θέσεων ανά φορέα, εκδίδεται κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών, Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού, Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Εσωτερικών και Οικονομικών.
Η μισθοδοσία του προσωπικού αυτού καλύπτεται αποκλειστικά από το αντίτιμο που καταβάλλουν οι εξυπηρετούμενοι κάτοικοι και δημότες με τη μορφή διδάκτρων ή από είσπραξη δωρεών και χορηγιών ή μέσω της ΓΓΑ έως το ποσό του αντίστοιχου προβλεπόμενου Κ.Α.Ε.. Η απασχόληση αυτή δεν αναγνωρίζεται ως υπηρεσία για βαθμολογική ή μισθολογική εξέλιξη.»
Άρθρο 30
Κυρώνεται και αποκτά ισχύ νόμου η κάτωθι συμφωνία πλαίσιο (Παράρτημα 1 του σχεδίου νόμου) μεταξύ των, αφενός Δημητρίου Γεωργιόπουλου, Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας/ΓΔΑΕΕ και αφετέρου Νικολάου Ταβουλάρη (Α.Δ.Τ. ΑΚ 063584), ως νομίμου εκπροσώπου της εταιρίας με την επωνυμία «Ναυπηγικές και Βιομηχανικές Επιχειρήσεις Ελευσίνας Α.Ε. (NBEE Α.Ε.)», η οποία κρίνεται και χαρακτηρίζεται επωφελής και συμφέρουσα για το Ελληνικό Δημόσιο και η οποία έχει ως εξής:
«ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΛΑΙΣΙΟ
Στην Αθήνα σήμερα την 15 Απριλίου 2013 μεταξύ των, αφενός Δημητρίου Γεωργιόπουλου, Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας/ΓΔΑΕΕ αφετέρου Νικολάου Ταβουλάρη (Α.Δ.Τ. ΑΚ063584), ως νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας με την επωνυμία Ναυπηγικές και Βιομηχανικές Επιχειρήσεις Ελευσίνας Α.Ε. (NBEE Α.E) και έδρα την Αθήνα γίνονται δεκτά τα εξής:
1. Μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της εταιρείας υφίσταται η υπ’αριθμ. Σ001Β/00 όπως αυτή έχει τροποποιηθεί με την Τροποποίηση 3 και Τροποποίηση 10 για την «προμήθεια Πυραυλακάτων για τις ανάγκες του ΓΕΝ».
2. Κατά τη λειτουργία της ως άνω συμβάσεως προέκυψαν δυσεπίλυτα προβλήματα/ θέματα, για τα οποία συμφωνείται με την παρούσα και προς αντιμετώπισή τους να επιχειρηθεί συναινετική τροποποίησή της.
3. Η σκοπούμενη τροποποίηση θα αφορά ιδία τα κάτωθι θέματα:
α. Χρονοδιάγραμμα Παραδόσεως ΤΠΚ 5, η οποία δεν θα υπερβαίνει τους 9 μήνες από την ημέρα καταβολής του ποσού παραγράφου 8 παρούσας.
β. Αναθεώρηση Χρονοδιαγραμμάτων Υλοποίησης αντικειμένων ΤΠΚ 6 και 7. Ειδικότερα, για την ΤΠΚ 6 η παράδοσή της δεν θα υπερβεί τους 24 μήνες και για την ΤΠΚ 7 τους 34 μήνες, από την ημέρα καταβολής του ποσού παραγράφου 8 παρούσας.
γ. Ανάλυση των Χρονοδιαγραμμάτων σε επιμέρους φάσεις και αντιστοίχιση αυτών με επιμέρους πληρωμές, προκειμένου να είναι δυνατή η παρακολούθηση του ναυπηγικού έργου σε πραγματική βάση.
δ. Συμψηφισμός απαιτήσεων του Ελληνικού Δημοσίου από έτερες συμβάσεις από του «εκ του λαβείν» της παρούσας.
ε. Ενσωμάτωση στα παραστατικά πληρωμής, της έκθεσης διαπιστευμένου φορέα αναφορικά με τη βεβαίωση της πορείας του εκτελεσθέντος έργου σε συνάρτηση με τις αντιστοιχούσες πληρωμές, πέραν και πλέον των προβλεπόμενων στην Τροποποίηση 10. Της ρύθμισης αυτής εξαιρούνται τυχόν αξιώσεις του ανάδοχου, για τις οποίες έχουν εκδοθεί μέχρι σήμερα τα σχετικά τιμολόγια και για τις οποίες ο ανάδοχος επιφυλάσσεται να προσφύγει στις νόμιμες διαδικασίες.
στ. Ενσωμάτωση στο συμβατικό τίμημα, του ποσού, που θα αναδείξει ο ως άνω φορέας για τις μέχρι σήμερα αναπροσαρμογές, με αντίστοιχη επαύξηση του ως άνω τιμήματος και απόσυρση του όρου των αναπροσαρμογών εφεξής, για την Τροποποίηση 3 και 10.
4. Κατά τα λοιπά θα ισχύουν οι προβλέψεις της Σύμβασης 001Β/00, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα.
5. Σύμφωνα με τα παραπάνω, τα μέρη θα προχωρήσουν στις αναγκαίες τροποποιήσεις της σύμβασης, σύμφωνα με σχέδιο Τροποποίησης που θα υποβληθεί από ορισθησόμενη επιτροπή. Το σχέδιο με την υπογραφή του νόμιμου εκπροσώπου της εταιρείας και του Προέδρου της επιτροπής θα επικυρωθεί με νόμο από το Ελληνικό Κοινοβούλιο, αφού πρώτα υποβληθεί για έλεγχο νομιμότητας στο Ελεγκτικό Συνέδριο.
6. Με την παρούσα ανακαλούνται αμετάκλητα οι επιστολές εκδόσεως εταιρείας ΝΒΕΕ.
α. NBEE 18//20.3.13 περί θεμάτων Τροποποίηση No 3 της Σ 001Β/00.
β. NBEE 658//22.9.11(επιπρόσθετα κόστη Σ 001Β/00).
γ. ΝΒΕΕ 17//15.3.13, περί θεμάτων Τροποποίησης No 10 της Σ 001Β/00, καθώς και οποιαδήποτε άλλη αφορώσα τα αυτά θέματα.
7. Στην περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο δεν ολοκληρωθεί η ως άνω περιγραφόμενη διαδικασία τροποποίησης θα ισχύουν η σύμβαση και πέραν αυτής οι τροποποιήσεις No 3 και 10 ως έχουν μέχρι σήμερα. Στην περίπτωση αυτή, αναβιώνουν τα σχετικά δικαιώματα και υποχρεώσεις των μερών από την επομένη της νόμιμης γραπτής επίδοσης της σχετικής περί αυτού (μη επίτευξη της διαδικασίας Τροποποίησης) γνωστοποιήσεως από οποιοδήποτε από τα δύο μέρη και από την ίδια ημερομηνία επανέρχονται σε ισχύ οι επιστολές τις ανωτέρω παραγράφου 6.
8. Ρητά συμφωνείται ότι η διαδικασία πληρωμής από τον Αγοραστή (ΥΠΕΘΑ/ΓΔΑΕΕ), των ποσών που αντιστοιχούν στις αναπροσαρμογές του Προγράμματος για τα συμβατικά γεγονότα που έχουν γίνει μέχρι σήμερα, και που έχουν τιμολογηθεί από τον Ανάδοχο στο συνολικό ύψος των €25.430.227,07 θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι την 30ή Απριλίου 2013, με την προϋπόθεση να έχει τεκμηριωθεί από έκθεση του Σώματος Ορκωτών Λογιστών ή αντιστοιχία μεταξύ του οφειλόμενου και καταβληθέντος συμβατικού τιμήματος με το εκτελεσθέν έργο και τις πραγματοποιηθείσες από τη ναυπηγική μονάδα πληρωμές ή δαπάνες, αναγκαίες για τη ναυπήγηση εκάστου συγκεκριμένου πλοίου. Ανεξαρτήτως των ανωτέρω σε κάθε περίπτωση μέχρι την ίδια ημερομηνία θα πρέπει να έχει υπογραφεί και από τις δύο πλευρές το σχέδιο Τροποποίησης της συμβάσεως. Σε περίπτωση μη καταβολής του ποσού ή μη υπογραφής του σχεδίου Τροποποίησης της συμβάσεως για οποιαδήποτε αιτία, ισχύουν τα αποτελέσματα που αναφέρονται στην παράγραφο 7 ανωτέρω.
9. Σε περίπτωση ολοκλήρωσης της διαδικασίας τροποποίησης η παρούσα εξακολουθεί να ισχύει μόνο κατά το μέρος που δεν έρχεται σε αντίθεση με την τροποποιηθείσα σύμβαση και το νόμο που την επικυρώνει.
10. Οι ανωτέρω πληρωμές θα γίνουν απευθείας στον Ανάδοχο με ευθύνη του και ρητή γραπτή διαβεβαίωσή του ότι δεν τίθενται θέματα εκχώρησής τους σε τράπεζες. Επίσης, ο Ανάδοχος δεσμεύεται να καταβάλει άμεσα τα οφειλόμενα στους εργαζομένους των Ναυπηγείων.
11. Το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας κατά την κρίση του δύναται να ορίσει σύμβουλο ή ελεγκτική εταιρία συμβούλων η οποία θα παρακολουθεί τη σωστή εκτέλεση των εργασιών από την αντισυμβαλλόμενη εταιρία ΝΒΕΕ και τη χρηματοοικονομική ροή. Η εταιρία ΝΒΕΕ υποχρεούται να παρέχει όλα τα απαιτούμενα στοιχεία και κάθε ζητούμενη διευκόλυνση, προκειμένου ο ανωτέρω σύμβουλος του ΥΠΕΘΑ να μπορεί να φέρει σε πέρας την αποστολή του.
Αθήνα, 15 Απριλίου 2013
Για το Ελληνικό Δημόσιο Γενικός Διευθυντής ΓΔΑΕΕ | Για την ΝΒΕΕ Νόμιμος Εκπρόσωπος ΝΒΕΕ» |
Άρθρο 31
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς των διατάξεων του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.
Αθήνα, 29 Απριλίου 2013
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ | ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ | ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ |
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ | ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ | ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ, |
ΥΓΕΙΑΣ | ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ |
Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.
Αθήνα, 29 Απριλίου 2013
Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΡΟΥΠΑΚΙΩΤΗΣ