Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΞΑΓΩΓΩΝ
ΑΡΘΡΟ 1 - Σύσταση Εθνικού Συμβουλίου Εξαγωγών
1. Συνιστάται στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών Εθνικό Συμβούλιο Εξαγωγών (το Συμβούλιο). Το Συμβούλιο αποτελεί συμβουλευτικό όργανο του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών για θέματα που σχετίζονται με την πολιτική της εξωστρέφειας και των εξαγωγικών επιδόσεων της οικονομίας. Αρμοδιότητες του Συμβουλίου αποτελούν: α) Η υποβολή προτάσεων για τη λήψη μέτρων όσον αφορά ιδίως:
- στη βελτίωση της πολιτικής εξαγωγικού εμπορίου προϊόντων και υπηρεσιών,
- στη βελτίωση της πολιτικής εξαγωγικών πιστώσεων,
- στην άρση των αντικινήτρων στις εξαγωγές,
- στο σχεδιασμό πιλοτικών προγραμμάτων σχετικών με τα ανωτέρω θέματα.
β) Η υποβολή προτάσεων εθνικής στρατηγικής για την προώθηση των εξαγωγών ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών με βάση και τους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ΑΡΘΡΟ 2 - Συγκρότηση του Συμβουλίου
1. Το Συμβούλιο αποτελείται από:
- τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών ως Πρόεδρο,
- τον Υφυπουργό Εξωτερικών τον αρμόδιο για θέματα Αναπτυξιακής Συνεργασίας και Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων,
- τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών,
- τον Γενικό Γραμματέα Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών,
- τον Γενικό Γραμματέα Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων και Αναπτυξιακής Συνεργασίας του Υπουργείου Εξωτερικών,
- τον Γενικό Γραμματέα Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης,
- τον Γενικό Γραμματέα Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης,
- τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων,
- τον Γενικό Γραμματέα Αγροτικής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων,
- τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης,
- τον Γενικό Γραμματέα Μεταφορών του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών,
- τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας,
- τον Προϊστάμενο του Οικονομικού Γραφείου του Πρωθυπουργού,
- τον Γενικό Διευθυντή Διεθνούς Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών,
- τον Γενικό Διευθυντή Τελωνείων του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών,
- τον Γενικό Διευθυντή της Β΄ Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Σχέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών.
Επίσης, στο Συμβούλιο μετέχουν οι νόμιμοι εκπρόσωποι των παρακάτω φορέων:
- Ελληνικός Οργανισμός Εξωτερικού Εμπορίου (Ο.Π.Ε.)
- Ελληνικό Κέντρο Επενδύσεων (ΕΛ.Κ.Ε.)
- Οργανισμός Ασφάλισης Εξαγωγικών Πιστώσεων (O.Α.Ε.Π.)
- Ελληνικές Εκθέσεις - HELEXPO Α.Ε.
- Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.)
- Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος Γ.Σ.Ε.Ε.)
- Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών (Σ.Ε.Β.)
- Πανελλήνια Συνομοσπονδία Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.)
- Ένωση Ελληνικών Τραπεζών
- Σύνδεσμος Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος (Σ.Β.Β.Ε.)
- Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων
- Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών (Ε.Β.Ε.Α.)
- Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης (Ε.Β.Ε.Θ.)
- Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εξαγωγέων (Π.Σ.Ε.)
- Σύνδεσμος Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος (Σ.Ε.Β.Ε.)
- Ομοσπονδία Φορτηγών Αυτοκινήτων Ελλάδος (Ο.Φ.Α.Ε.)
- Σύνδεσμος Ελληνικών Επιχειρήσεων Εξαγωγής, Διακίνησης Φρούτων, Λαχανικών και Χυμών (INCOFRUIT)
- Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (Ε.Σ.Ε.Ε.).
2. Στις συνεδριάσεις του Εθνικού Συμβουλίου Εξαγωγών μπορούν να μετέχουν, χωρίς δικαίωμα ψήφου, ύστερα από σχετική πρόσκληση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, Γενικοί ή Ειδικοί Γραμματείς Υπουργείων, καθώς και εκπρόσωποι φορέων που δεν μετέχουν στο Συμβούλιο.
3. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών δύναται να τροποποιείται η συγκρότηση του Συμβουλίου τόσο ως προς τον αριθμό όσο και τις ιδιότητες των μελών.
4. Για τη συμμετοχή των μελών στο Συμβούλιο δεν καταβάλλεται αποζημίωση.
ΑΡΘΡΟ 3 - Λειτουργία του Συμβουλίου
1. Το Συμβούλιο συνεδριάζει τακτικώς τρεις φορές ετησίως και εκτάκτως μετά από πρόσκληση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.
2. Ο Πρόεδρος συγκαλεί το Συμβούλιο και ορίζει τα θέματα της ημερήσιας διάταξης και τον τόπο της συνεδρίασης.
3. Την υποστήριξη της εν γένει λειτουργίας του Συμβουλίου Εξαγωγών έχει το Τμήμα Εθνικού Συμβουλίου Εξαγωγών της Διεύθυνσης Συντονισμού Εξαγωγικής Πολιτικής της Γενικής Διεύθυνσης Διεθνούς Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, σύμφωνα με τις διατάξεις του Οργανισμού του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, όπως αυτές ισχύουν κάθε φορά.
4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών δύνανται να ρυθμίζονται και άλλα θέματα σχετικά με την οργάνωση και τη λειτουργία του Συμβουλίου, τα οποία δεν ρυθμίζονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
ΑΡΘΡΟ 4 - Διαρκής Εκτελεστική Επιτροπή
1. Για την πραγματοποίηση του έργου του, το Συμβούλιο συνεπικουρείται από τη Διαρκή Εκτελεστική Επιτροπή (η Επιτροπή).
2. Έργο της Επιτροπής είναι η αντιμετώπιση θεμάτων που σχετίζονται με τις αρμοδιότητες του Συμβουλίου και τα οποία χρήζουν άμεσης επίλυσης.
3. Στην Επιτροπή συμμετέχουν ως μέλη οι κατά περίπτωση αρμόδιοι Γενικοί Διευθυντές των Υπουργείων που μετέχουν στο Συμβούλιο. Πρόεδρος ορίζεται ο Γενικός Διευθυντής Διεθνούς Οικονομικής Πολιτικής του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών.
Η Επιτροπή συγκαλείται με πρόσκληση του Προέδρου της.
Για τη συμμετοχή στις συνεδριάσεις της Διαρκούς Εκτελεστικής Επιτροπής δεν καταβάλλεται αποζημίωση.
4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών δύνανται να ρυθμίζονται και άλλα θέματα που σχετίζονται με την οργάνωση και τη λειτουργία της Επιτροπής.
ΑΡΘΡΟ 5 - Ομάδες Εργασίας και Εμπειρογνώμονες
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών δύνανται να συνιστώνται Ομάδες Εργασίας ή να καλούνται Εμπειρογνώμονες, για τη συνδρομή του έργου του Συμβουλίου ή /και της Επιτροπής, καθώς και για τη μελέτη ειδικών θεμάτων που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες του Συμβουλίου.
Με την απόφαση αυτή ρυθμίζονται και θέματα τυχόν αποζημίωσης των συμμετεχόντων στις Ομάδες Εργασίας και των Εμπειρογνωμόνων.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ
ΑΡΘΡΟ 6
Στην παράγραφο 3 του άρθρου 85 του N. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α΄) προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:
«Επιτρέπεται να γίνεται από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομίας & Οικονομικών η προεκτύπωση στις ετήσιες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων των ποσών του καθαρού εισοδήματος μισθωτών υπηρεσιών και του αναλογούντος και παρακρατηθέντος φόρου επί αυτών, καθώς και των λοιπών διαθέσιμων στοιχείων του υποχρέου, της συζύγου του και των προσώπων που τους βαρύνουν.
Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου ισχύουν για δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 2006 και μετά».
ΑΡΘΡΟ 7
1. Η προκύπτουσα, κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 9 του N. 2992/2002 (ΦΕΚ 54 Α΄), ωφέλεια φόρου εισοδήματος για τις ανώνυμες εταιρείες που προέρχονται από συγχώνευση ή απορροφούν άλλες εταιρείες, κατανέμεται ισόποσα σε τρεις συνεχόμενες διαχειριστικές περιόδους, αρχής γενομένης από τη διαχειριστική χρήση εντός της οποίας ολοκληρώθηκε ο μετασχηματισμός.
2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου καταλαμβάνουν συγχωνεύσεις ή απορροφήσεις που ολοκληρώνονται εντός του έτους 2005, καθώς και όσες έχουν ολοκληρωθεί εντός της διαχειριστικής περιόδου 2004.
Στη δεύτερη περίπτωση η κατανομή της ωφέλειας του φόρου εισοδήματος, που προκύπτει από την εφαρμογή των ως άνω διατάξεων του N. 2992/2002 γίνεται σε τρεις συνεχόμενες διαχειριστικές περιόδους, για την επόμενη, μετά την ολοκλήρωση του μετασχηματισμού, διαχειριστική περίοδο.
ΑΡΘΡΟ 8
Οι διατάξεις του άρθρου 17 του N. 2819/2000 (ΦΕΚ 84 Α΄) καταλαμβάνουν και τους τόκους από ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, οι οποίοι καταβάλλονται από την 1η Ιανουαρίου 2005 μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2006.
ΑΡΘΡΟ 9
Οφειλές από δάνεια με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου βιοτεχνικών επιχειρήσεων γουνοποιίας και εκτροφής γουνοφόρων ζώων, εγκατεστημένων στους Νομούς Καστοριάς, Φλώρινας, Κοζάνης και Γρεβενών, που είχαν υπαχθεί στη ρύθμιση της παραγράφου 4 του άρθρου 12 του N. 3052/2002 (ΦΕΚ 221 Α΄), η οποία αναβίωσε με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 17 του N. 3259/2004 (ΦΕΚ 149 Α΄), μπορούν να εξοφληθούν μέχρι 31.12.2006, με όλα τα ευεργετήματα που είχαν παραχωρηθεί από τις αρχικές διατάξεις.
Οφειλές της ως άνω κατηγορίας που καλύπτονται από τις προϋποθέσεις της παραγράφου 4 του άρθρου 12 του N. 3052/2002 και δεν είχαν υπαχθεί στη ρύθμιση, μπορεί να εξοφληθούν μέχρι 31.12.2006, με όλα τα ευεργετήματα που είχαν παραχωρηθεί από τις αρχικές διατάξεις.
Για την αναβίωση της ρύθμισης ή την υπαγωγή στη ρύθμιση για πρώτη φορά, απαιτείται η υποβολή σχετικής δήλωσης στην αρμόδια Δ.Ο.Υ..
Το ποσόν που υπολείπεται καταβάλλεται σε ισόποσες μηνιαίες δόσεις. Η πρώτη καταβάλλεται με την υποβολή της αίτησης.
ΑΡΘΡΟ 10
1. Στο πρώτο εδάφιο της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 8 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (N. 2238/1994, ΦΕΚ 151 Α΄) μετά τις λέξεις «την Ιερά Μονή Σινά,» προστίθενται οι λέξεις «την Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας».
2. Στο δωδέκατο εδάφιο της υποπερίπτωσης γγ΄ της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (N. 2238/1994) μετά τις λέξεις «την Ιερά Μονή Σινά,» προστίθενται οι λέξεις «την Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας».
3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου αυτού ισχύουν για δαπάνες που πραγματοποιούνται από 1.1.2006 και μετά.
ΑΡΘΡΟ 11
Στο πρώτο εδάφιο της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών και Γονικών Παροχών, ο οποίος κυρώθηκε με το N. 2961/2001 (ΦΕΚ 266 Α΄), μετά τις λέξεις «η Ιερά Μονή του Όρους Σινά» προστίθενται οι λέξεις «η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας». Η διάταξη του παρόντος άρθρου ισχύει από 1.1.2004.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
ΑΡΘΡΟ 12 - Αύξηση οργανικών θέσεων Λειτουργών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους
1. Η παράγραφος 2 του άρθρου 27 του N. 3086/2002 «Οργανισμός του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και κατάσταση των Λειτουργών και των Υπαλλήλων του» (ΦΕΚ 324 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Ο αριθμός των οργανικών θέσεων των Λειτουργών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους αυξάνεται ως εξής: α) Των Αντιπροέδρων κατά δύο (2) και ορίζεται συνολικά σε οκτώ (8), β) των Νομικών Συμβούλων κατά τέσσερις (4) και ορίζεται συνολικά σε πενήντα τέσσερις (54), γ) των Παρέδρων κατά οκτώ (8) και ορίζεται συνολικά σε εκατόν δεκαοκτώ (118) και δ) των Δικαστικών Αντιπροσώπων κατά δεκαέξι (16) και ορίζεται συνολικά σε διακόσιες δεκαεπτά (217).»
2. Στο ίδιο άρθρο 27 του Ν. 3086/2002 προστίθεται παράγραφος 3, ως εξής:
«3. Για την αύξηση των οργανικών θέσεων των Λειτουργών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους απαιτείται εισήγηση του Προέδρου του Ν.Σ.Κ. προς τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών».
ΑΡΘΡΟ 13 - Σύσταση Γενικής Γραμματείας Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων
1. Στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών συνιστάται Γενική Γραμματεία Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων, ως και θέση μετακλητού Γενικού Γραμματέα με βαθμό 1ο της κατηγορίας Ειδικών Θέσεων, ο οποίος προΐσταται αυτής, καταργουμένης συγχρόνως της αντίστοιχης θέσης του Γενικού Γραμματέα (τομέα Οικονομικών).
2. Η Γενική Γραμματεία Φορολογικών και Τελωνειακών Θεμάτων συγκροτείται από όλες τις οργανικές μονάδες και τις Ειδικές Αποκεντρωμένες Υπηρεσίες, που υπάγονται στις παρακάτω Γενικές Διευθύνσεις και Υπηρεσίες:
α. Γραφείο Γενικού Γραμματέα
β. Γενική Διεύθυνση Φορολογίας
γ. Γενική Διεύθυνση Φορολογικών Ελέγχων
δ. Γενική Διεύθυνση Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης
ε. Γενική Διεύθυνση Δημόσιας Περιουσίας και Εθνικών Κληροδοτημάτων
στ. Γενική Διεύθυνση Γενικού Χημείου του Κράτους
ζ. Γενική Διεύθυνση Οικονομικής Επιθεώρησης
η. Γενική Διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης
θ. Διεύθυνση Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων.
Ο Υφυπουργός, στον οποίο ανατίθενται κατά το άρθρο 41 παρ. 5 του Π.Δ. 63/2005 (ΦΕΚ 98 Α΄) αρμοδιότητες που ανήκουν σε Γενικές Διευθύνσεις και Υπηρεσίες των προηγούμενων εδαφίων, ορίζει με απόφασή του την αρμόδια Γενική Γραμματεία μεταξύ των εποπτευομένων από τον ίδιο.
ΑΡΘΡΟ 14 - Θέματα Υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών
1. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του Ν. 2392/1996 (ΦΕΚ 60 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Οι ιδιώτες, οι ενώσεις ιδιωτών και τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου έχουν την υποχρέωση να παρέχουν έγκαιρα και με ακρίβεια, προφορικά ή γραπτά, κάθε πληροφορία η οποία ζητείται από τη Γενική Γραμματεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος και ανάγεται στην αρμοδιότητά της».
2. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 9 του Ν. 2392/1996 (ΦΕΚ 60 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζεται κάθε φορά ο ελάχιστος και ο μέγιστος αριθμός των ιδιωτών συνεργατών, οι οποίοι θα χρησιμοποιηθούν, πέρα από τους υπαλλήλους της προηγούμενης παραγράφου του παρόντος άρθρου, για τη συλλογή στατιστικών στοιχείων για την εκτέλεση κάθε απογραφής, μεσοαπογραφής και στατιστικής έρευνας ή εργασίας».
3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 10 του Ν. 2392/1996 (ΦΕΚ 60 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Στους εμπειρογνώμονες, στους ιδιώτες - συνεργάτες, υπεργολάβους, καθώς και στο προσωπικό των δημοσίων υπηρεσιών, Ν.Π.Δ.Δ., Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών και Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης α΄ και β΄ βαθμού, που προσφέρει τις υπηρεσίες του, εκτός του κανονικού και του συνήθους υπερωριακού ωραρίου, στη Γενική Γραμματεία Ε.Σ.Υ.Ε. για τη διενέργεια απογραφών, μεσοαπογραφών και στατιστικών ερευνών ή εργασιών, οι οποίες εκτελούνται με χρηματοδότηση και για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καταβάλλεται ειδική αποζημίωση.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση η χρησιμοποίηση εμπειρογνωμόνων, ιδιωτών - συνεργατών και υπεργολάβων για εκτέλεση των παραπάνω εργασιών δεν θεωρείται ότι υποκρύπτει σχέση εξαρτημένης εργασίας».
4. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 12 του άρθρου 21 του Ν. 3144/2003 (ΦΕΚ 111 Α΄), όπως ισχύει, έχει εφαρμογή για την Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, όπως ορίζεται στο Π.Δ. 178/2000 (ΦΕΚ 165 Α΄), στην οποία περιλαμβάνεται και η Γενική Γραμματεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος.
ΑΡΘΡΟ 15 - Ρυθμίσεις για την Επιτροπή Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης
1. Το στοιχείο στ΄ της παρ. 1 του άρθρου 5 του Ν. 3229/2004 (ΦΕΚ 38 Α΄/10.2.2004) τροποποιείται ως εξής:
«στ) έναν εκπρόσωπο των διαμεσολαβούντων προσώπων στις ασφαλίσεις, που ορίζεται από τους φορείς τους».
2. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 5 του Ν. 3229/2004 (ΦΕΚ 38 Α΄/10.2.2004) τροποποιείται ως εξής:
«Τα υπό α΄ και δ΄ μέλη επιλέγονται από τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών».
ΑΡΘΡΟ 16 - Ρυθμίσεις για την Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων
1. Στο άρθρο 1 του Ν. 3148/2003 (ΦΕΚ 136 Α΄) προστίθεται παράγραφος 11 που έχει ως εξής:
«11. Οι διατάξεις των περιπτώσεων δ΄, στ΄, ζ΄ και η΄ της παρ. 1 του άρθρου 6, της παρ. 2 του άρθρου 9 και του άρθρου 11 του Ν. 3229/2004 (ΦΕΚ 38 Α΄) έχουν ανάλογη εφαρμογή και στην Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων (Ε.Λ.Τ.Ε.). Όπου στις διατάξεις αυτές αναφέρεται Γενικός Διευθυντής, για την Ε.Λ.Τ.Ε. νοείται το Διοικητικό Συμβούλιο».
2. Η περίπτωση β΄ της παρ. 1 του άρθρου 5 του Ν. 3148/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«β) ένα εν ενεργεία ή σε σύνταξη μέλος του δικαστικού σώματος ή ένα εν ενεργεία ή σε σύνταξη μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ή έναν εν ενεργεία ή σε σύνταξη δικηγόρο, που ορίζεται μαζί με τον αναπληρωτή του από το Δ.Σ. της Ε.Λ.Τ.Ε.».
3. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 5 του Ν. 3148/2003, όπως αυτό προστέθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 18 του Ν. 3301/2004 (ΦΕΚ 263 Α΄), αντικαθίσταται ως εξής:
«Η άρνηση επιλεγμένου Ορκωτού Ελεγκτή Λογιστή ή επιχείρησης Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών να διενεργήσουν ποιοτικό έλεγχο μέσα σε εύλογη προθεσμία, που τίθεται από το Δ.Σ. της Ε.Λ.Τ.Ε. μετά από εισήγηση του Σ.Π.Ε., ή και να υποβληθούν σε τέτοιο έλεγχο, συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα για το οποίο επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται από τις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 6 του παρόντος νόμου».
4. Η περίπτωση α΄ της παρ. 1 του άρθρου 6 του Ν. 3148/2003 αντικαθίσταται ως εξής:
«α) ένα εν ενεργεία ή σε σύνταξη μέλος του δικαστικού σώματος ή ένα εν ενεργεία ή σε σύνταξη μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ή έναν εν ενεργεία ή σε σύνταξη δικηγόρο που ορίζεται μαζί με τον αναπληρωτή του από το Δ.Σ. της Ε.Λ.Τ.Ε.».
5. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 22 του Π.Δ. 226/1992 (ΦΕΚ 120 Α΄), όπως ισχύει, αντικαθίστανται ως εξής:
«1. Ο Ορκωτός Ελεγκτής Λογιστής που επιθυμεί να διακόψει προσωρινά την άσκηση του επαγγέλματός του υποχρεούται να ενημερώσει γραπτώς το Εποπτικό Συμβούλιο το οποίο μεριμνά για την άμεση εγγραφή του σε ειδικό μητρώο Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών σε αναστολή. Κατά τη διάρκεια της αναστολής άσκησης του ελεγκτικού επαγγέλματος, ο ευρισκόμενος σε αναστολή Ορκωτός Ελεγκτής Λογιστής μπορεί να χρησιμοποιεί τον επαγγελματικό του τίτλο με σαφή ένδειξη ότι τελεί σε αναστολή.
2. Κατά τη διάρκεια της αναστολής δεν ισχύουν τα ασυμβίβαστα καθήκοντα για την άσκηση του ελεγκτικού επαγγέλματος. Ο Ορκωτός Ελεγκτής Λογιστής που επανέρχεται στην ενεργό άσκηση του επαγγέλματος μετά τη λήξη του χρόνου της αναστολής δεν μπορεί να ορισθεί ως Ορκωτός Ελεγκτής Λογιστής σε επιχείρηση ή οργανισμό στον οποίο προσέφερε με οποιονδήποτε τρόπο τις υπηρεσίες του κατά τη διάρκεια της αναστολής».
ΑΡΘΡΟ 17 - Ρυθμίσεις για το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδος
1. Οι περιπτώσεις β΄, γ΄ και δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 2515/1997 (ΦΕΚ 154 Α΄) αντικαθίστανται ως ακολούθως:
«β. Άδεια ασκήσεως επαγγέλματος Λογιστή Φοροτεχνικού Γ΄ τάξεως χορηγείται από το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδος στα μέλη του Ο.Ε.Ε., που έχουν άδεια ασκήσεως οικονομολογικού επαγγέλματος, στους πτυχιούχους του Τμήματος Λογιστικής της Σχολής Διοίκησης και Οικονομίας των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων και στους πτυχιούχους των Τμημάτων Εμπορίας και Διαφήμισης, Διοίκησης Επιχειρήσεων και Τουριστικών Επιχειρήσεων της Σχολής Διοίκησης και Οικονομίας των Τ.Ε.Ι., που ασκούν επί τετραετία από τη λήψη του πτυχίου τους το επάγγελμα του Λογιστή.
γ. Άδεια ασκήσεως επαγγέλματος Λογιστή Φοροτεχνικού Β΄ τάξεως χορηγείται από το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδος στα μέλη του Ο.Ε.Ε., που έχουν άδεια ασκήσεως οικονομολογικού επαγγέλματος μετά από διετή άσκηση του επαγγέλματος Λογιστή Φοροτεχνικού Γ τάξεως, στους πτυχιούχους του Τμήματος Λογιστικής της Σχολής Διοίκησης και Οικονομίας των Τ.Ε.Ι. μετά από τετραετή άσκηση του επαγγέλματος Λογιστή Φοροτεχνικού Γ΄ τάξεως και στους πτυχιούχους των Τμημάτων Εμπορίας και Διαφήμισης, Διοίκησης Επιχειρήσεων και Τουριστικών Επιχειρήσεων της Σχολής Διοίκησης και Οικονομίας των Τ.Ε.Ι. μετά από τριετή άσκηση του επαγγέλματος Λογιστή Φοροτεχνικού Γ΄ τάξεως.
δ. Άδεια ασκήσεως του επαγγέλματος Λογιστή Φοροτεχνικού Α΄ τάξεως χορηγείται στα μέλη του Ο.Ε.Ε., που έχουν άδεια ασκήσεως οικονομολογικού επαγγέλματος και ασκούν επί τριετία το επάγγελμα του Λογιστή Φοροτεχνικού Β΄ τάξεως και στους πτυχιούχους του Τμήματος Λογιστικής της Σχολής Διοίκησης και Οικονομίας των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων που ασκούν επί τετραετία το επάγγελμα του Λογιστή Φοροτεχνικού Β΄ τάξεως».
2. Μετά την περίπτωση δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 2515/1997 προστίθεται περίπτωση ε΄ ως εξής:
«ε. Για τους κατόχους αναγνωρισμένου μεταπτυχιακού τίτλου στη Λογιστική-Ελεγκτική, Εσωτερικό Έλεγχο, Κοστολόγηση και Διοίκηση Επιχειρήσεων, ο απαιτούμενος χρόνος άσκησης του επαγγέλματος Λογιστή Φοροτεχνικού για την απόκτηση άδειας ανώτερης τάξης μειώνεται για χρόνο ίσο προς τη διάρκεια σπουδών για την απόκτηση του μεταπτυχιακού τίτλου».
3. Η περίπτωση ε΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 2515/1997 αναριθμείται σε στ΄ και αντικαθίσταται ως εξής:
«στ. Η άδεια άσκησης επαγγέλματος ανωτέρας τάξεως πέραν των ετών υπηρεσίας θα αποκτάται μετά από πιστοποίηση παρακολούθησης επιμορφωτικών σεμιναρίων σε λογιστικά και φορολογικά θέματα και αξιολόγησης των υποψηφίων κατά τη διάρκεια παρακολούθησης αυτών.
Τα επιμορφωτικά σεμινάρια θα διενεργούνται τουλάχιστον μία φορά κάθε έτος από το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδος ή από το Ινστιτούτο Εκπαίδευσης και Επιμόρφωσης των Μελών του, που θα χορηγούν και το σχετικό πιστοποιητικό παρακολούθησης και αξιολόγησης.
Οι πάσης φύσεως δαπάνες για τη διενέργεια των επιμορφωτικών σεμιναρίων βαρύνουν τον προϋπολογισμό του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος».
4. Η περίπτωση στ΄ της παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν. 2515/1997 αναριθμείται σε ζ΄.
5. Η παρ. 4 του άρθρου 4 του Π.Δ. 340/1998 (ΦΕΚ 228 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Στην περίπτωση αίτησης για τη χορήγηση άδειας ανωτέρας τάξεως, υποβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο επικυρωμένο αντίγραφο του προβλεπόμενου από την περίπτωση στ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Ν. 2515/1997, όπως ισχύει, πιστοποιητικού παρακολούθησης επιμορφωτικών σεμιναρίων και αξιολόγησης του υποψηφίου».
6. Στην παράγραφο 7 του άρθρου 4 του Π.Δ. 340/1998 προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής:
«Η εν λόγω άδεια είναι σε ισχύ εφόσον έχει ανανεωθεί το δελτίο επαγγελματικής ταυτότητας κατά τα οριζόμενα στην προηγούμενη παράγραφο».
7. Στις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 5 του Π.Δ. 340/1998, αντί των φράσεων «επιτυχή εξέταση στα μαθήματα της ενότητας Α΄ του άρθρου 10 του παρόντος», «επιτυχή εξέταση στα μαθήματα της ενότητας Β΄ του άρθρου 10 του παρόντος», «επιτυχή εξέταση στα μαθήματα της ενότητας Γ΄ του άρθρου 10 του παρόντος» αντίστοιχα, τίθεται η φράση «παρακολούθηση των προβλεπόμενων στην περίπτωση στ΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του Ν. 2515/1997, όπως ισχύει, επιμορφωτικών σεμιναρίων και αξιολόγηση κατά τη διάρκεια παρακολούθησης αυτών».
8. Το άρθρο 6 του Π.Δ. 340/1998 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 6 - Επιμορφωτικά Σεμινάρια
Τα επιμορφωτικά σεμινάρια διενεργούνται τουλάχιστον μία φορά κάθε έτος με απόφαση της Κ.Δ. του Ο.Ε.Ε., η οποία ορίζει τους εισηγητές, το ύψος της αποζημίωσής τους, τη θεματολογία των σεμιναρίων, τον τρόπο αξιολόγησης των υποψηφίων, την ημέρα έναρξης των σεμιναρίων, τη διάρκειά τους, τον τόπο διεξαγωγής τους, την προθεσμία υποβολής αιτήσεων συμμετοχής, τα δικαιολογητικά, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια. Η σχετική ανακοίνωση δημοσιεύεται σε δύο (2) ημερήσιες πολιτικές και μία (1) ημερήσια οικονομική εφημερίδα πανελλήνιας κυκλοφορίας και τοιχοκολλάται στην Κεντρική Υπηρεσία και στα κατά τόπους γραφεία των εδρών των Π.Τ. του Ο.Ε.Ε..
Η τελευταία δημοσίευση γίνεται τουλάχιστον τριάντα (30) ημέρες πριν από την οριζόμενη ημερομηνία έναρξης των σεμιναρίων.»
9. Το άρθρο 8 του Π.Δ. 340/1998 αναριθμείται σε άρθρο 7 και αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 7 - Υποβολή αιτήσεων
Οι ενδιαφερόμενοι να μετάσχουν στα επιμορφωτικά σεμινάρια υποβάλλουν αίτηση στη Γραμματεία του Ο.Ε.Ε. 15 (δεκαπέντε) τουλάχιστον πλήρεις ημέρες πριν την έναρξη των σεμιναρίων. Στην αίτηση επισυνάπτονται: α) αντίγραφο της άδειας την οποία κατέχουν, β) τα σχετικά έγγραφα, όπως στο άρθρο 20 του παρόντος ορίζεται, με τα οποία αποδεικνύεται η άσκηση του επαγγέλματος και γ) εξουσιοδότηση προς το Ο.Ε.Ε. για την υπ΄ αυτού αυτεπάγγελτη αναζήτηση αντιγράφου ποινικού μητρώου γενικής χρήσης περί μη καταδίκης επί των αναφερομένων στο άρθρο 19 του παρόντος αδικημάτων».
10. Το άρθρο 9 του Π.Δ. 340/1998 αναριθμείται σε άρθρο 8 και αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 8 - Επιτροπή Σεμιναρίων
1. Με απόφαση της Κ.Δ. του Ο.Ε.Ε. ορίζεται τριμελής επιτροπή αποτελούμενη από μέλη του Ο.Ε.Ε., τα οποία είναι κάτοχοι άδειας ασκήσεως επαγγέλματος λογιστή φοροτεχνικού Α΄ τάξεως. Γραμματείς της Επιτροπής ορίζονται δύο μόνιμοι υπάλληλοι του Ο.Ε.Ε..
2. Η Επιτροπή των σεμιναρίων συνέρχεται μέσα σε τρεις (3) ημέρες από τη λήξη της προθεσμίας του προηγούμενου άρθρου και αφού ελέγξει τις αιτήσεις συμμετοχής και τα δικαιολογητικά καταρτίζει πίνακα, στον οποίο καταχωρούνται με αλφαβητική σειρά οι υποψήφιοι που έχουν τις προϋποθέσεις να μετάσχουν στα επιμορφωτικά σεμινάρια. Οι υπόλοιποι αποκλείονται με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση της Επιτροπής. Ο παραπάνω πίνακας, καθώς και ο πίνακας των αποκλειομένων από τα επιμορφωτικά σεμινάρια, τοιχοκολλάται στην Κεντρική Υπηρεσία και στα κατά τόπους γραφεία των εδρών των Π.Τ. του Ο.Ε.Ε..
3. Οι εισηγητές των σεμιναρίων υποβάλλουν στην Επιτροπή της προηγούμενης παραγράφου τις αξιολογήσεις των συμμετασχόντων προκειμένου αυτή να καταρτίσει πίνακα παρακολούθησης και αξιολόγησης.
4. Στα μέλη της Επιτροπής σεμιναρίων και στους Γραμματείς χορηγείται αποζημίωση, το ύψος της οποίας καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών μετά από γνώμη της Κ.Δ. του Ο.Ε.Ε..»
11. Τα άρθρα 7, 10, 11, 12 και 13 του Π.Δ. 340/1998 καταργούνται και τα άρθρα 14, 15, 16, 17, 18, 19, 20 και 21 αναριθμούνται σε 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15 και 16, αντίστοιχα.
12. Η παρ. 8 του άρθρου 9 του Ν. 1100/1980 (ΦΕΚ 295 Α΄), όπως αυτή προστέθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 8 του Ν. 1479/1984 (ΦΕΚ 145 Α΄), αντικαθίσταται ως εξής:
«8. Τα μέλη της Κεντρικής Διοίκησης του Ο.Ε.Ε., εφόσον είναι υπάλληλοι του δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετήθηκε με το Ν. 1256/1982 (ΦΕΚ 65 Α΄), δικαιούνται άδειας απουσίας από την υπηρεσία τους χωρίς περικοπή αποδοχών, μέχρι έξι (6) ημέρες το μήνα, για να εκπληρώσουν τα καθήκοντα που απορρέουν από την ιδιότητά τους.
Ο Πρόεδρος του Ο.Ε.Ε., εφόσον είναι υπάλληλος του δημόσιου τομέα, πλην των μελών Δ.Ε.Π. των Α.Ε.Ι., δύναται να πάρει άδεια απουσίας από την υπηρεσία του για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η θητεία του ή κατόπιν δηλώσεώς του να παραμείνει στην υπηρεσία του ασκώντας παράλληλα τα καθήκοντά του. Σε κάθε περίπτωση, διατηρεί όλα τα δικαιώματα που απορρέουν από την υπαλληλική του ιδιότητα, εκτός από το δικαίωμα να λαμβάνει μισθό από την υπηρεσία του».
ΑΡΘΡΟ 18 - Ρυθμίσεις για το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων
1. Απαλλάσσονται από τα τέλη χαρτοσήμου που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις του Κώδικα τελών χαρτοσήμου και ειδικών νόμων οι συμβάσεις δανείων που χορηγούνται από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, οι απορρέοντες από αυτές τόκοι, καθώς και τα παρεπόμενα των αρχικών συμβάσεων σύμφωνα.
2. Τα απαιτούμενα δικαιολογητικά και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τις πάσης φύσεως συναλλαγές με το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ύστερα από γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου και σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις.
3. Επιτρέπεται η εξόφληση των τίτλων πληρωμής του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων χωρίς την προσκόμιση των απαραίτητων δικαιολογητικών νομιμοποίησης του δικαιούχου, εφόσον το αποδοτέο ποσό πρόκειται, με αίτηση του δικαιούχου, να μεταφερθεί σε πίστωση λογαριασμού του που τηρείται σε Τράπεζα που μετέχει στο Γραφείο Συμψηφισμού της Τράπεζας της Ελλάδος.
Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι, καθώς και η διαδικασία πληρωμών με τραπεζική μεταφορά.
ΑΡΘΡΟ 19
Η παρ. 1 του άρθρου 23 του Ν. 1747/1988 (ΦΕΚ 6 Α΄), με τον οποίο κυρώθηκε το Καταστατικό της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Ελληνική Αναπτυξιακή Εταιρεία Επενδύσεων Α.Ε.», τροποποιείται ως ακολούθως:
«1. Τη λύση της εταιρείας ακολουθεί η εκκαθάριση. Η διάρκεια της εκκαθάρισης καθορίζεται από τους μετόχους κατά το άρθρο 22 παρ. 3 του παρόντος νόμου».
ΑΡΘΡΟ 20
Η απόσβεση των εξόδων πρώτης εγκατάστασης της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία (Ε.Α.Β.) Α.Ε.» της παρ. 31 του άρθρου 7 του Ν. 1160/1981 (ΦΕΚ 147 Α΄), τα οποία ανάγονται στη χρονική περίοδο από της ιδρύσεως της εταιρείας έως και την 31/12/2006, αρχίζει από τον ισολογισμό της χρήσης 2007 σύμφωνα με τις διατάξεις περί φορολογίας εισοδήματος.
ΑΡΘΡΟ 21
Η παρ. 1 του άρθρου 21 του Ν. 1920/1939 (ΦΕΚ 346 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Επιτρέπεται η παραχώρηση των αιθουσών του Ζαππείου Μεγάρου και των εκτάσεων της Επιτροπής Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων σε κρατικές υπηρεσίες και οργανισμούς, σε αναγνωρισμένα σωματεία και συλλόγους, καθώς και σε ιδιωτικούς φορείς, επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα, για τη διοργάνωση εκθέσεων, πολιτιστικών εκδηλώσεων, εκθέσεων προϊόντων της ελληνικής παραγωγής, συνεδρίων, εορτών, αγορών και άλλων συναφών εκδηλώσεων.
Με απόφαση του Δ.Σ. της Επιτροπής Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων, που εγκρίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Ανάπτυξης, καταρτίζεται ο κανονισμός εσωτερικής υπηρεσίας της Ε.Ο.Κ. με τον οποίο προβλέπονται οι όροι και οι προϋποθέσεις της παραχώρησης, καθώς και το τιμολόγιο κατά κατηγορία οργανωτών και ρυθμίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής».
ΑΡΘΡΟ 22
Στο κοινωφελές ίδρυμα με την επωνυμία «Ριζάρειος Εκκλησιαστική Σχολή», του οποίου η σύσταση εγκρίθηκε με το υπ΄ αριθ. 1624 της 12ης Μαΐου 1841 Βασιλικό Διάταγμα και ο Οργανισμός διοίκησης και διαχείρισης κυρώθηκε με το από 8 Μαΐου 1958 βασιλικό διάταγμα (ΦΕΚ 81 Α΄), εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 12 του Ν. 1610/1986 (ΦΕΚ 89 Α΄), με την εξαίρεση του εδαφίου β΄ της παραγράφου 1. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν με την επιφύλαξη των διατάξεων της κοινοτικής νομοθεσίας.
ΑΡΘΡΟ 23
1. Ο Ειδικός Λογαριασμός «Δικαιώματα Δασολόγων», ο οποίος συστάθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 8 του Ν. 2342/1995 (ΦΕΚ 208 Α΄) μετονομάζεται σε Ειδικό Λογαριασμό «Δικαιώματα Γεωτεχνικών».
Το προϊόν του Λογαριασμού αυτού, ενισχυόμενο κατά την επόμενη παράγραφο, διατίθεται στους γεωτεχνικούς (Γεωπόνους ΠΕ1, Δασολόγους ΠΕ2, Κτηνιάτρους ΠΕ3, Ιχθυολόγους ΠΕ4 και Γεωλόγους ΠΕ7) μόνιμους και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου υπαλλήλους που υπηρετούν στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, στις Περιφέρειες και στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις και είναι δικαιούχοι των Ειδικών Λογαριασμών του άρθρου 11 του Ν. 2332/1995 (ΦΕΚ 181 Α΄), καθώς και της παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν. 2430/1996 (ΦΕΚ 156 Α΄), όπως τροποποιήθηκαν με τις παραγράφους 16 και 17 αντίστοιχα του άρθρου 19 του Ν. 3208/2003 (ΦΕΚ 303 Α΄), για την εντατικοποίηση των πάσης φύσεως διενεργούμενων ελέγχων.
2. Ο Λογαριασμός ενισχύεται αποκλειστικά και μόνο με έσοδα ανταποδοτικού χαρακτήρα που καταβάλλονται για τη διενέργεια ελέγχων από τους γεωτεχνικούς. Η εξειδίκευση της πηγής των εσόδων, το ποσοστό αυτών, ο τρόπος είσπραξης και διαχείρισης του προϊόντος του Λογαριασμού αυτού και η διανομή του, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια ρυθμίζονται κάθε φορά με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Μεταφορά πόρων από άλλους λογαριασμούς του Δημοσίου ή του Κεντρικού Ταμείου Γεωργίας, Κτηνοτροφίας και Δασών (Κ.Τ.Γ.Κ. και Δ.), καθώς και επιχορήγηση από τον Κρατικό Προϋπολογισμό απαγορεύονται.
3. Στην αναπροσαρμογή των προβλεπόμενων παραβόλων και τελών ποσοστό των οποίων περιέρχεται στον κατά την παράγραφο 1 Λογαριασμό, συμπράττει και ο Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών.
4. Οι δασολόγοι, δικαιούχοι του καταργούμενου με το παρόν άρθρο Ειδικού Λογαριασμού «Δικαιώματα Δασολόγων», οι οποίοι δεν εντάσσονται στους δικαιούχους του Λογαριασμού «Δικαιώματα Γεωτεχνικών» του παρόντος άρθρου, εξακολουθούν να είναι δικαιούχοι στην κράτηση ποσοστού έξι τοις χιλίοις (6%ο) της παρ. 2 του άρθρου 8 του Ν. 2342/1995 , μέχρι τη συνταξιοδότησή τους ή την καθ’ οιονδήποτε τρόπο αποχώρησή τους από το φορέα στον οποίο εργάζονται.
5. Τα έσοδα από παράβολα και ανταποδοτικά τέλη, ποσοστό των οποίων συνιστά πόρο του κατά την παράγραφο 1 Λογαριασμού, εφεξής εισπράττονται υπέρ του Δημοσίου με διπλότυπα τύπου Β΄ και αποδίδονται στους δικαιούχους φορείς ή Λογαριασμούς κατά λόγο δικαιώματός τους.
Λεπτομέρειες εφαρμογής της παρούσας παραγράφου ρυθμίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
ΑΡΘΡΟ 24
Ως δημόσιες επιχειρήσεις ή επιχειρήσεις κοινής ωφελείας κατά το Ν. 1264/1982 που εξαιρούνται της καταβολής αγγελιοσήμου κατά την έννοια της διατάξεως της παρ. 1 του άρθρου 2 του Ν.Δ. 1344/1973 (ΦΕΚ 36 Α΄) νοούνται εκείνες που ανήκουν κατά απόλυτη πλειοψηφία του καταβεβλημένου μετοχικού τους κεφαλαίου στο Ελληνικό Δημόσιο.
Κατά τα λοιπά ισχύουν οι κείμενες διατάξεις περί καταβολής αγγελιοσήμου.
ΑΡΘΡΟ 25
1. α. Η περίπτωση γ΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του Ν. 3299/2004 (ΦΕΚ 261 Α΄) τροποποιείται ως εξής:
«γ. Οι δαπάνες πρέπει να αφορούν πάγια στοιχεία, ενσώματα και άυλα. Λειτουργικές δαπάνες δεν ενισχύονται.
Το ποσοστό ενίσχυσης των άυλων πάγιων στοιχείων δεν θα υπερβαίνει για τις μεγάλες επιχειρήσεις το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) του κόστους του επενδυτικού σχεδίου.
Τα άυλα πάγια στοιχεία θα πρέπει να αποτελούν αποσβεστέα στοιχεία του ενεργητικού που θα χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο στην ενισχυόμενη επένδυση και θα αποκτώνται από τρίτους με τους όρους που ισχύουν στην αγορά. Οι ενισχύσεις για δαπάνες αμοιβών μελετών συμβούλων παρέχονται μόνο στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, σε ποσοστό που δεν υπερβαίνει το οκτώ τοις εκατό (8%) του κόστους του επενδυτικού σχεδίου και δεν αφορούν συνήθεις λειτουργικές δαπάνες αυτών».
β. Η ρύθμιση της παραγράφου αυτής καταλαμβάνει και τις αιτήσεις επενδυτικών σχεδίων που έχουν υποβληθεί για την υπαγωγή τους στις διατάξεις του Ν. 3299/2004 και μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος δεν έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες υπαγωγής τους.
2. Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 105 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, που κυρώθηκε με το Ν. 2238/1994 (ΦΕΚ 151 Α΄), εφαρμόζονται ανάλογα και στα πιστωτικά ιδρύματα που λειτουργούν με τη μορφή αμιγούς πιστωτικού συνεταιρισμού του Ν. 1667/1986 (ΦΕΚ 196 Α΄).
Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται για ισολογισμούς που κλείνουν μετά την 30ή Δεκεμβρίου 2005. Επίσης, εφαρμόζονται και για υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον των φορολογικών αρχών και αφορούν ισολογισμούς που κλείνουν μετά την 30ή Δεκεμβρίου 1998.
ΑΡΘΡΟ 26 - Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις.
Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.