ΜΙΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΜΗΝΙΑΙΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜOΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ
"ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΣ ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ & ΝΟΜΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ"

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΘΕΜΑΤΟΣ "ΝΟΜΟΙ - NOMOI Π.Δ."
Πίσω Aρχική σελίδα

 ΘΕΜΑ:  
ΝΟΜΟΣ 3144/2003 (ΦΕΚ Α΄ 111/08.05.2003)

Κοινωνικός διάλογος για την προώθηση της απασχόλησης και την κοινωνική προστασία και άλλες διατάξεις

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α’

ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ

ΑΡΘΡΟ 1 – Εθνική Επιτροπή Απασχόλησης

1. Στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων συνιστάται Εθνική Επιτροπή για την Απασχόληση. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αποτελείται από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως Πρόεδρο με αναπληρωτή του τον Υφυπουργό, τους Γενικούς Γραμματείς των Υπουργείων Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Ανάπτυξης, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, τους Γενικούς Γραμματείς Ισότητας, Νέας Γενιάς και της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος (Ε.Σ.Υ.Ε.), τον Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ., από έναν (1) εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.) και της Ένωσης Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ελλάδος (Ε.Ν.Α.Ε.), από τρεις (3) εκπροσώπους της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος (Γ.Σ.Ε.Ε.), από έναν (1) εκπρόσωπο του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (Σ.Ε.Β.), της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος (Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε.), της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (Ε.Σ.Ε.Ε.) και της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεως Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.) και από έναν (1) εκπρόσωπο της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.Α.Ε.Α.). Τα μέλη της Επιτροπής διορίζονται με διετή θητεία.

2. Οι φορείς που εκπροσωπούνται στην Επιτροπή υποχρεούνται να υποδείξουν τους εκπροσώπους τους μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από τη σχετική έγγραφη πρόσκληση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Αν δεν υποδειχθούν μέσα στην προθεσμία αυτή, η Επιτροπή συγκροτείται και συνεδριάζει νομίμως με τα λοιπά μέλη μέχρι την υπόδειξη και το διορισμό εκπροσώπων. Στην Επιτροπή καλούνται να συμμετέχουν ως μέλη, εφόσον συζητούνται θέματα της αρμοδιότητάς τους, Γενικοί Γραμματείς άλλων Υπουργείων και των Περιφερειών της Χώρας.

3. Σκοπός της Επιτροπής είναι η προώθηση του Κοινωνικού Διαλόγου για τη διαμόρφωση πολιτικών που αποσκοπούν στην αύξηση της απασχόλησης και την αντιμετώπιση της ανεργίας, η γνωμοδότηση για τη διαμόρφωση, την παρακολούθηση και την αξιολόγηση του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την Απασχόληση και γενικώς για τις πολιτικές σε εργασιακά θέματα και για θέματα εργατικού δικαίου.

ΑΡΘΡΟ 2 – Εθνική Επιτροπή Κοινωνικής Προστασίας

1. Στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων συνιστάται Εθνική Επιτροπή για την Κοινωνική Προστασία. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και αποτελείται από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως Πρόεδρο με αναπληρωτή του τον Υφυπουργό, τον Υφυπουργό Υγείας και Πρόνοιας, τους Γενικούς Γραμματείς των Υπουργείων Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Ανάπτυξης, Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Υγείας και Πρόνοιας, τους Γενικούς Γραμματείς Ισότητας και της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος (Ε.Σ.Υ.Ε.), από έναν (1) εκπρόσωπο της Κεντρικής Ένωσης Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε.), της Ένωσης Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ελλάδος (Ε.Ν.Α.Ε.), της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.Α.Ε.Α.), από τρεις (3) εκπροσώπους της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος (Γ.Σ.Ε.Ε.) και από έναν (1) εκπρόσωπο του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (Σ.Ε.Β.), της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδος (Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε.), της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.) και της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (Ε.Σ.Ε.Ε.), καθώς και εκπροσώπους μη κυβερνητικών οργανώσεων. Τα μέλη της Επιτροπής διορίζονται με διετή θητεία.

2. Οι φορείς που εκπροσωπούνται στην Επιτροπή υποχρεούνται να υποδείξουν τους εκπροσώπους τους μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από τη σχετική έγγραφη πρόσκληση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Αν δεν υποδειχθούν μέσα στην προθεσμία αυτή, η Επιτροπή συγκροτείται και συνεδριάζει νομίμως με τα λοιπά μέλη μέχρι την υπόδειξη και το διορισμό των εκπροσώπων. Στην Επιτροπή καλούνται και συμμετέχουν ως μέλη, εφόσον συζητούνται θέματα της αρμοδιότητάς τους, Γενικοί Γραμματείς άλλων Υπουργείων και των Περιφερειών της Χώρας.

3. Σκοπός της Επιτροπής είναι η προώθηση του Κοινωνικού Διαλόγου για την καταπολέμηση της φτώχειας και του Κοινωνικού Αποκλεισμού, την ανάπτυξη Δικτύου για την Κοινωνική Προστασία και την Κοινωνική Ενσωμάτωση και η γνωμοδότηση για τη διαμόρφωση, την παρακολούθηση και την αξιολόγηση του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την Κοινωνική Ενσωμάτωση.

ΑΡΘΡΟ 3 – Αναδιάρθρωση Διευθύνσεων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων

1. Στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων συνιστάται και προστίθεται στον Οργανισμό του Υπουργείου:

Διεύθυνση Κοινωνικής Προστασίας, που υπάγεται στη Γενική Διεύθυνση Εργασίας. Η Διεύθυνση αποτελείται από τα παρακάτω Τμήματα:

α) Τμήμα Πολιτικών Κοινωνικής Προστασίας και Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την κοινωνική ενσωμάτωση.

β) Τμήμα για την κοινωνική προστασία και αποκατάσταση ατόμων ειδικών κατηγοριών και

γ) Τμήμα Ισότητας Ευκαιριών.

Στο Τμήμα Πολιτικών Κοινωνικής Προστασίας ανατίθεται η υπηρεσιακή και η διοικητική στήριξη της Εθνικής Επιτροπής για την Κοινωνική Προστασία.

2. Η Διεύθυνση Απασχόλησης του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων αναδιαρθρώνεται, με αντίστοιχη τροποποίηση του Οργανισμού του Υπουργείου και αποτελείται εφεξής από τα παρακάτω Τμήματα:

α) Τμήμα Πολιτικών Απασχόλησης και Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την Απασχόληση.

β) Τμήμα Υπηρεσιών Απασχόλησης και Προσωρινής Απασχόλησης και

γ) Τμήμα στήριξης εργαζομένων στην αλλοδαπή και απασχόλησης αλλοδαπών στην Ελλάδα.

Στο Τμήμα Πολιτικών Απασχόλησης ανατίθεται η υπηρεσιακή και η διοικητική στήριξη της Εθνικής Επιτροπής για την Απασχόληση.

3. Για τη στελέχωση των προαναφερόμενων Διευθύνσεων συνιστώνται στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων οι παρακάτω θέσεις μόνιμου προσωπικού:

α) είκοσι οκτώ (28) θέσεις τους κλάδου ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού, που κατανέμονται σε επί μέρους ειδικότητες του κλάδου αυτού ως εξής:

  • οκτώ (8) θέσεις ΠΕ Οικονομολόγων
  • οκτώ (8) θέσεις ΠΕ Κοινωνιολόγων
  • οκτώ (8) θέσεις ΠΕ Νομικών
  • δύο (2) θέσεις ΠΕ Στατιστικής
  • δύο (2) θέσεις ΠΕ Πολιτικών Επιστημόνων,

β) έξι (6) θέσεις του κλάδου ΤΕ Διοικητικού – Λογιστικού.

Προσόντα διορισμού για την πλήρωση των θέσεων είναι τα προβλεπόμενα από το Π.Δ. 50/2001 (ΦΕΚ 39 Α’), όπως ισχύει.

Των Διευθύνσεων και Τμημάτων προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Διοικητικού – Οικονομικού.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που εκδίδεται μέσα σε προθεσμία έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, καθορίζονται οι αρμοδιότητες των Τμημάτων των Διευθύνσεων Κοινωνικής Προστασίας και Απασχόλησης. Από την έναρξη ισχύος της ανωτέρω απόφασης οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Απασχόλησης, που προβλέπονται στο Π.Δ. 368/1989 (ΦΕΚ 163 Α’), όπως ισχύει, ασκούνται σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της απόφασης.

4. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί για τη γραμματειακή υποστήριξη της Εθνικής Επιτροπής Απασχόλησης και της Εθνικής Επιτροπής Κοινωνικής Προστασίας να συγκροτείται γραμματεία από υπαλλήλους της Διεύθυνσης Απασχόλησης και της Διεύθυνσης Κοινωνικής Προστασίας αντιστοίχως.

Με όμοια απόφαση μπορεί να ορίζεται ως συντονιστής για κάθε γραμματεία ανώτερος υπάλληλος του Υπουργείου ή επιστήμονας με ειδίκευση σε θέματα Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας αντιστοίχως, μετά από διαβούλευση με εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων.

5. Για την επιστημονική υποστήριξη των Επιτροπών των άρθρων 1 και 2 μπορεί να γνωμοδοτεί το Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων Απασχόλησης και Κοινωνικής Ασφάλισης. Η εν γένει επιστημονική και τεχνική υποστήριξη των Επιτροπών αποτελεί έργο της Μονάδας Ανάλυσης και Τεκμηρίωσης, που συνεστήθη με την παρ. 4 του άρθρου 2 του Ν. 2874/2000.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων για την υποβοήθηση του έργου των Εθνικών Επιτροπών μπορεί να συνιστώνται επιτροπές ή ομάδες εργασίας ή έργου με πρόσωπα που ορίζονται από υπουργεία ή υπηρεσίες ή φορείς του Δημοσίου ή είναι επιστήμονες με ειδικευμένες γνώσεις ή εμπειρία, ανάλογα με το αντικείμενο του έργου.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί να ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την οργάνωση και λειτουργία των Επιτροπών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ορίζεται η αποζημίωση για τα μέλη των επιτροπών ή ομάδων εργασίας ή έργου σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

ΑΡΘΡΟ 4 – Προστασία εργαζόμενων ανηλίκων

1. Όσοι δεν έχουν συμπληρώσει το 18 έτος της ηλικίας τους απαγορεύεται να απασχολούνται σε εργασίες, έργα ή δραστηριότητες οποιασδήποτε μορφής, που από τη φύση τους ή τις συνθήκες που εκτελούνται είναι πιθανό να βλάψουν την υγεία, την ασφάλεια ή να προσβάλλουν την ηθική τους. Οι εργασίες, τα έργα και οι δραστηριότητες αυτές καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 2918/2001 (ΦΕΚ 119 Α’) με τον οποίο κυρώθηκε η 182 Διεθνής Σύμβαση Εργασίας μετά από διάλογο με τις εργοδοτικές και εργατικές οργανώσεις και γνώμη του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (Α.Σ.Ε.), αφού ληφθούν ιδιαιτέρως υπόψη και οι εξής συνθήκες:

α) το ανθυγιεινό περιβάλλον (όπως: επικίνδυνες ουσίες, παράγοντες και διαδικασίες, θερμοκρασία, θόρυβος και δονήσεις επιβλαβείς για την υγεία),

β) η πολύωρη απασχόληση ή η νυχτερινή απασχόληση ή η απασχόληση όπου ο ανήλικος είναι εκτεθειμένος σε φυσική, ψυχολογική ή σεξουαλική κακοποίηση ή εκμετάλλευση,

γ) η εργασία με τη χρήση επικίνδυνου εξοπλισμού, μηχανημάτων και εργαλείων ή εργασία που περιλαμβάνει χειρωνακτική διακίνηση ή μεταφορά βαρέων φορτίων,

δ) η εργασία που πραγματοποιείται κάτω από την επιφάνεια του εδάφους, του νερού, σε επικίνδυνα ύψη ή σε χώρους υπό περιορισμό.

2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών, που εκδίδεται μετά από γνώμη του Α.Σ.Ε., καθορίζονται Προγράμματα Δράσης για την προστασία των εργαζόμενων ανηλίκων, σύμφωνα με το άρθρο 6 του Ν. 2918/2001. Οι σκοποί των προγραμμάτων αυτών πρέπει να είναι σύμφωνοι με τα όσα προβλέπονται στην 182 Διεθνή Σύμβαση Εργασίας για την απαγόρευση των χειρότερων μορφών εργασίας των παιδιών και άμεση δράση με σκοπό την εξάλειψή τους. Το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί να συνεργάζεται για το σκοπό αυτόν με άλλους συναρμόδιους φορείς, όργανα, αρχές και υπηρεσίες. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και των κατά περίπτωση αρμόδιων Υπουργών καθορίζονται οι όροι, ο τρόπος, η διαδικασία και οι προϋποθέσεις για τις συνεργασίες αυτές.

3. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και των κατά περίπτωση συναρμόδιων Υπουργών καθορίζονται τα όργανα και οι κατάλληλοι μηχανισμοί για την ολοκληρωμένη και συστηματική επίβλεψη της εφαρμογής των διατάξεων του Ν. 2918/2001 και του παρόντος άρθρου. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται η οργάνωση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) για την ανάπτυξη στοχευμένης δράσης για την προστασία των ανηλίκων στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του.

4. Εργοδότης που παραβιάζει τις διατάξεις και απασχολεί ανηλίκους σε εργασίες, έργα ή δραστηριότητες κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών και με χρηματική ποινή. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και όποιος έχει την επιμέλεια ανηλίκου που απασχολείται σε εργασία, έργο ή δραστηριότητες κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος. Ο εργοδότης τιμωρείται επιπλέον και με τις διοικητικές κυρώσεις των παρ. 1 έως 5 του άρθρου 16 του Ν. 2639/1998 όπως ισχύουν.

ΑΡΘΡΟ 5 - Άδεια λειτουργίας Ιδιωτικών Γραφείων Συμβούλων Εργασίας (Ι.Γ.Σ.Ε.) και Εταιριών Προσωρινής Απασχόλησης (Ε.Π.Α.) – Κυρώσεις παράνομης λειτουργίας

1. Συνιστάται στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων Ειδική Επιτροπή, που απαρτίζεται από: α) τον Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου με αναπληρωτή τον Γενικό Διευθυντή Εργασίας, β) τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Απασχόλησης του Υπουργείου με αναπληρωτή του προϊστάμενο Τμήματος της ίδιας Διεύθυνσης, γ) τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Όρων Εργασίας με αναπληρωτή του προϊστάμενο Τμήματος της ίδιας Διεύθυνσης, δ) τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Απασχόλησης του Ο.Α.Ε.Δ. με αναπληρωτή του προϊστάμενο Τμήματος της ίδιας Διεύθυνσης, ε) έναν (1) κοινό εκπρόσωπο των εργοδοτικών οργανώσεων με τον αναπληρωτή του και στ) έναν (1) εκπρόσωπο της Γ.Σ.Ε.Ε. με τον αναπληρωτή του.

Οι φορείς που εκπροσωπούνται στην Ειδική Επιτροπή υποχρεούνται να υποδείξουν τους εκπροσώπους τους, με τους αναπληρωτές τους, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη σχετική έγγραφη πρόσκληση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Αν δεν προταθεί κοινός εκπρόσωπος από τις εργοδοτικές οργανώσεις, ο Υπουργός επιλέγει μεταξύ των προτεινομένων από κάθε εργοδοτική οργάνωση. Αν η προθεσμία των τριάντα (30) ημερών παρέλθει άπρακτη και δεν έχουν υποδειχθεί εκπρόσωποι των φορέων, η Επιτροπή συγκροτείται νομίμως από τα λοιπά μέλη.

Πρόεδρος της Επιτροπής είναι ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου ή σε περίπτωση απουσίας του ο αναπληρωτής του. Εισηγητής ορίζεται ο προϊστάμενος του αρμόδιου για το αντικείμενο Τμήματος της Διεύθυνσης Απασχόλησης του Υπουργείου με αναπληρωτή του υπάλληλο του ίδιου Τμήματος. Χρέη γραμματέα ασκεί υπάλληλος της Διεύθυνσης Απασχόλησης.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ορίζονται τα μέλη της Ειδικής Επιτροπής, ο γραμματέας και ο εισηγητής με τους αναπληρωτές τους.

2. Η Επιτροπή γνωμοδοτεί για την έκδοση της υπουργικής απόφασης χορήγησης άδειας για τη σύσταση και λειτουργία Ιδιωτικού Γραφείου Συμβούλων Εργασίας (Ι.Γ.Σ.Ε.), που προβλέπεται στο άρθρο 5 του Ν. 2639/1998 (ΦΕΚ 205 Α’), όπως ισχύει, για την έκδοση της υπουργικής απόφασης χορήγησης ειδικής άδειας για σύσταση και λειτουργία Εταιρίας Προσωρινής Απασχόλησης (Ε.Π.Α.), που προβλέπεται στο άρθρο 21 του Ν. 2956/2001 (ΦΕΚ 258 Α’), όπως ισχύει, καθώς και για την έκδοση απόφασης ανάκλησης των χορηγηθεισών αδειών σύστασης και λειτουργίας Ι.Γ.Σ.Ε. και Ε.Π.Α., εφόσον δεν τηρούνται οι οριζόμενες διατάξεις του άρθρου 7 του Π.Δ. 160/1999 και του άρθρου 7 της Υ.Α. 30342/2002 του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Η Ειδική Επιτροπή γνωμοδοτεί προς τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αφού λάβει υπόψη τις εκθέσεις ελέγχου και αξιολόγησης των επιτροπών επιτόπιου ελέγχου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 του Π.Δ. 160/1999 (ΦΕΚ 157 Α’), όπως ισχύει, και του άρθρου 5 της υπ. αριθμ. 30342/6.3.2002 (ΦΕΚ 337 Β’) Απόφασης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων όπως ισχύει, καθώς και τα στοιχεία του φακέλου που υποβάλλει ο αιτούμενος την άδεια. Η Ειδική Επιτροπή μπορεί οποτεδήποτε να διατάσσει επιτόπιους ελέγχους για τη διαπίστωση της σύννομης λειτουργίας των Ι.Γ.Σ.Ε. και των Ε.Π.Α.

Η Ειδική Επιτροπή μπορεί να συνεδριάζει και εκτός ωραρίου εργασίας των δημόσιων υπηρεσιών. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται η αποζημίωση των μελών, του εισηγητή και του γραμματέα της Ειδικής Επιτροπής σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Η δαπάνη βαρύνει τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

3. Στο τέλος του άρθρου 5 του Ν. 2639/1998, όπως τροποποιήθηκε με τις παραγράφους 4 και 5 του άρθρου 12 του Ν. 2874/2000 (ΦΕΚ 286 Α’) προστίθεται τελευταία παράγραφος, που έχει ως εξής:

«Όποιος θέτει σε λειτουργία ή λειτουργεί Ιδιωτικό Γραφείο Συμβούλων Εργασίας (Ι.Γ.Σ.Ε.) ή παράρτημά του χωρίς νόμιμη άδεια λειτουργίας τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών και με χρηματική ποινή».

4. Στο άρθρο 25 του Ν. 2956/2001 (ΦΕΚ 258 Α΄) προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Η λειτουργία Εταιρίας Προσωρινής Απασχόλησης (Ε.Π.Α.) χωρίς την άδεια λειτουργίας του άρθρου 21 του παρόντος επιφέρει τη διοικητική κύρωση της σφράγισης και της οριστικής διακοπής λειτουργίας της, η οποία εκτελείται από την αρμόδια αστυνομική αρχή. Όποιος θέτει σε λειτουργία ή λειτουργεί Εταιρία Προσωρινής Απασχόλησης χωρίς άδεια λειτουργίας τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών και με χρηματική ποινή».

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’

ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΑΡΘΡΟ 6 – Ετήσια Κανονική Άδεια

Ο εργαζόμενος δικαιούται κατά τον πρώτο χρόνο εργασίας του σε συγκεκριμένο εργοδότη να λάβει από την έναρξη της απασχόλησής του ποσοστό της ετήσιας κανονικής άδειας με αποδοχές, που προβλέπεται κατά τις κείμενες διατάξεις ότι δικαιούται μετά από συνεχή απασχόληση τουλάχιστον δώδεκα (12) μηνών σύμφωνα με το άρθρο 2 του α.ν. 539/1945, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 1346/1983 και όπως εκάστοτε ισχύει, κατ’ αναλογία με το χρόνο εργασίας, που έχει συμπληρώσει στον ίδιο εργοδότη.

Η ετήσια κανονική άδεια, η οποία θα χορηγείται σύμφωνα με τη διαδικασία του προηγούμενου εδαφίου, καθώς και το επίδομα αδείας, διέπονται κατά τα λοιπά από τις οικείες διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας.

ΑΡΘΡΟ 7 – Κύρωση διατάξεων της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας

Κυρώνονται και αποκτούν ισχύ νόμου οι διατάξεις των άρθρων 4, 6 και 13 της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας της 15ης Απριλίου 2002, όπως το άρθρο 6 ισχύει μετά την υπογραφείσα ερμηνευτική δήλωση, που κατατέθηκαν στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων με τους αριθμούς καταθέσεως αντιστοίχως 19/29.4.2002 και 37/14.6.2002 ως εξής:

Α. Η αποζημίωση του Β.Δ. 16/18 Ιουλίου 1920, όπως διαμορφώθηκε με τις Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. του 1989 (άρθρο 7), του 1994 (άρθρο 4), του 1996 (άρθρο 6), του 1998-1999 (άρθρο 4) και του 2000 – 2001 (άρθρο 5), καθορίζεται, ανάλογα με το χρόνο υπηρεσίας του εργατοτεχνίτη, ως εξής:

Προϋπηρεσία Αποζημίωση
Από 2 μήνες έως 1 έτος: 5 ημερομίσθια
Από 1 έτος συμπληρωμένο έως 2 έτη: 7 ημερομίσθια
Από 2 έτη συμπληρωμένα έως 5 έτη: 15 ημερομίσθια
Από 5 έτη συμπληρωμένα έως 10 έτη: 30 ημερομίσθια
Από 10 έτη συμπληρωμένα έως 15 έτη: 60 ημερομίσθια
Από 15 έτη συμπληρωμένα έως 20 έτη: 95 ημερομίσθια
Από 20 έτη συμπληρωμένα έως 25 έτη: 115 ημερομίσθια
Από 25 έτη συμπληρωμένα έως 30 έτη: 135 ημερομίσθια
Από 30 έτη συμπληρωμένα και άνω: 150 ημερομίσθια

Β.1. Οι εργαζόμενες μητέρες δικαιούνται για χρονικό διάστημα τριάντα (30) μηνών από τον τοκετό, είτε να προσέρχονται αργότερα στην εργασία τους είτε να αποχωρούν νωρίτερα κατά μία ώρα κάθε ημέρα. Εναλλακτικά, εφόσον το ζητεί η μητέρα και συμφωνεί ο εργοδότης, το ημερήσιο ωράριο μπορεί να ορίζεται μειωμένο κατά δύο ώρες ημερησίως για τους πρώτους δώδεκα (12) μήνες και κατά μια ώρα για έξι (6) επιπλέον μήνες.

2. Την άδεια απουσίας για λόγους φροντίδας του τέκνου δικαιούται και ο πατέρας εφόσον δεν κάνει χρήση αυτής η εργαζόμενη μητέρα, αφού προσκομίσει στον εργοδότη του σχετική βεβαίωση του εργοδότη της μητέρας του τέκνου.

3. Το δικαίωμα καθυστερημένης προσέλευσης ή πρόωρης αποχώρησης της μητέρας ή του πατέρα για τη φροντίδα του τέκνου έχουν και οι θετοί γονείς από το χρόνο της υιοθεσίας τέκνου που δεν έχει υπερβεί το 6 έτος της ηλικίας του με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις.

4. Την άδεια φροντίδας τέκνου δικαιούνται και οι άγαμοι γονείς.

5. Η άδεια φροντίδας του τέκνου θεωρείται και αμείβεται ως χρόνος εργασίας και δεν επιτρέπεται να προκαλεί δυσμενέστερες συνθήκες στην απασχόληση και στις εργασιακές σχέσεις.

Γ. Αυξάνεται από 29.4.2002 η εισφορά που καταβάλλουν οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι υπέρ του Οργανισμού Εργατικής Εστίας κατά 0,05%. Από 1ης Ιανουαρίου 2003 η εισφορά αυξάνεται περαιτέρω κατά 0,05% και ανέρχεται τόσο για τους εργαζόμενους όσο και για τους εργοδότες σε 0,10% (εργοδοτική και εργατική εισφορά), έτσι ώστε το συνολικό ποσοστό εισφοράς υπέρ του Οργανισμού να ανέρχεται σε 0,35% συνολικά για το κάθε μέρος.

ΑΡΘΡΟ 8 – Προστασία Ατομικών Δεδομένων των εργαζομένων

1. Απαγορεύεται η αναγραφή και επεξεργασία στο ατομικό βιβλιάριο επαγγελματικού κινδύνου του εργαζομένου, στοιχείων ή δεδομένων άλλων πέραν των αποτελεσμάτων των ιατρικών και εργαστηριακών εξετάσεων στις οποίες αυτός υποβάλλεται κάθε φορά, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 14 του άρθρου 4 του Π.Δ. 17/1996 (ΦΕΚ 11 Α’).

Επιπλέον ιατρικά δεδομένα επιτρέπεται να συλλεγούν, με επιμέλεια του ίδιου του εργαζόμενου προκειμένου να αποτελέσουν αντικείμενο επεξεργασίας, μόνο εφόσον αυτό είναι απολύτως απαραίτητο: α) για την αξιολόγηση της καταλληλότητάς του για μια συγκεκριμένη θέση ή εργασία, β) για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων του εργοδότη για υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας και γ) για τη θεμελίωση δικαιωμάτων του εργαζομένου και αντίστοιχη απόδοση κοινωνικών παροχών.

2. Όσοι αναγράφουν ή συλλέγουν ή επεξεργάζονται στοιχεία ή δεδομένα κατά παράβαση της παραγράφου 1 τιμωρούνται με τις διοικητικές και ποινικές κυρώσεις που προβλέπονται στις διατάξεις των άρθρων 21 και 22 του Ν. 2472/1997 (ΦΕΚ 50 Α΄) αντίστοιχα. Σε περίπτωση πρόκλησης περιουσιακής ή ηθικής βλάβης εφαρμόζεται το άρθρο 23 του Ν. 2472/1997.

3. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Υγείας και Πρόνοιας ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα που αφορούν την τήρηση και το περιεχόμενο του ατομικού βιβλιαρίου επαγγελματικού κινδύνου, τη συλλογή και επεξεργασία επιπλέον δεδομένων με τη συγκατάθεση και επιμέλεια του εργαζομένου, την επιβολή των κυρώσεων της παραγράφου 2 του παρόντος και κάθε άλλη λεπτομέρεια αναγκαία για την εφαρμογή του άρθρου αυτού.

ΑΡΘΡΟ 9 – Συμπλήρωση διατάξεων του Ν. 1568/1985 «Υγιεινή και Ασφάλεια των εργαζομένων»

1. Η παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν. 1568/1985 (ΦΕΚ 177 Α’) «Υγιεινή και Ασφάλεια των εργαζομένων» αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«1. Ο ιατρός εργασίας πρέπει να κατέχει και να ασκεί την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας, όπως πιστοποιείται από τον οικείο ιατρικό σύλλογο. Όπου στην κείμενη νομοθεσία αναφέρεται ο όρος «ιατρός εργασίας» νοείται εφεξής ο ιατρός που διαθέτει την ειδικότητα της ιατρικής της εργασίας».

2. Κατ’ εξαίρεση, τα καθήκοντα του ιατρού εργασίας, όπως αυτά προβλέπονται στο Ν. 1568/1985 (ΦΕΚ 177 Α΄) «Υγιεινή και Ασφάλεια των εργαζομένων» έχουν δικαίωμα να ασκούν:

α) Οι ιατροί χωρίς ειδικότητα, οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου έχουν συνάψει συμβάσεις παροχής υπηρεσιών ιατρού εργασίας με επιχειρήσεις και αποδεικνύουν την άσκηση των καθηκόντων αυτών συνεχώς επί επτά τουλάχιστον έτη.

β) Οι ιατροί οι οποίοι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου εκτελούν καθήκοντα ιατρού εργασίας χωρίς να κατέχουν ή να ασκούν τον τίτλο της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας, αλλά τίτλο άλλης ειδικότητας.

Οι ιατροί των περιπτώσεων α΄ και β΄ θα πρέπει μέσα σε πέντε (5) έτη από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου να αποκτήσουν τον τίτλο ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας αφού ολοκληρώσουν τον κύκλο της εκπαίδευσής τους με βάση τις διατάξεις του Π.Δ. 415/1994 «Περί του χρόνου ειδίκευσης ιατρών για απόκτηση ειδικότητας» (ΦΕΚ 236 Α΄) και του Π.Δ. 213/1986 «Καθιέρωση της ιατρικής ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας» (ΦΕΚ 87 Α΄) για την απόκτηση του τίτλου της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας. Με απόφαση του Υπουργού Υγείας και Πρόνοιας, που εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕ.Σ.Υ.), καθορίζονται για τους ιατρούς της περίπτωσης β’ οι όροι και οι προϋποθέσεις για την απόκτηση της ειδικότητας, τα αντικείμενα και ο τρόπος εκπαίδευσης ανάλογα με την ειδικότητα την οποία ήδη κατέχουν και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Οι ιατροί των περιπτώσεων α΄ και β΄ υποχρεούνται να καταθέσουν αίτηση για εκπαίδευση προς απόκτηση της ειδικότητας μέσα σε προθεσμία έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου. Μετά την πάροδο της πενταετίας δεν επιτρέπεται σε ιατρό που δεν κατέχει τον τίτλο της ειδικότητας της ιατρικής της εργασίας και δεν την ασκεί να εργάζεται και να προσφέρει υπηρεσίες ως ιατρός εργασίας.

3. Στις προβλεπόμενες από το άρθρο 19 του Ν. 1767/1987 (ΦΕΚ 63 Α΄) μικτές επιτροπές ελέγχου στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη Πειραιά – Δραπετσώνας – Κερατσινίου – Περάματος – Σαλαμίνας συμμετέχει και ένας πτυχιούχος χημικός ή διπλωματούχος χημικός μηχανικός του Γενικού Χημείου του Κράτους υποδεικνυόμενος με τον αναπληρωτή του από το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων προσδιορίζεται η δυνατότητα εκτέλεσης του έργου των επιτροπών σε ημέρες και ώρες πέραν των εργασίμων των δημοσίων υπηρεσιών και οι όροι και η διαδικασία για την παροχή του έργου αυτού.

4. Οι διατάξεις του Ν. 1568/1985 και των κατ’ εξουσιοδότησή του προεδρικών διαταγμάτων ως και το άρθρο 39 του Ν. 1836/1989 για την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων εφαρμόζονται και στο ένστολο προσωπικό των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας με εξαίρεση ορισμένες δραστηριότητες του προσωπικού αυτού που παρουσιάζουν εγγενείς ιδιαιτερότητες. Στην περίπτωση αυτή: α) για το ένστολο προσωπικό των ενόπλων δυνάμεων θα πρέπει να εξασφαλίζεται κατά το δυνατόν η υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων στα πλαίσια των προαναφερόμενων διατάξεων και β) για το ένστολο προσωπικό των σωμάτων ασφαλείας έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 36 του Ν. 1568/1985.

5. Στις επιχειρήσεις που υπάγονται στις κατηγορίες Β και Γ του άρθρου 2 του Π.Δ. 294/1988 (ΦΕΚ 138 Α΄) και απασχολούν λιγότερους από 50 εργαζόμενους, επιτρέπεται να αναλάβει ο ίδιος ο εργοδότης τις υποχρεώσεις του τεχνικού ασφάλειας στην επιχείρησή του, όπως αυτές προβλέπονται στο Ν. 1568/1985 (ΦΕΚ 177 Α΄) και στα κατ’ εξουσιοδότησή του προεδρικά διατάγματα, εφόσον έχει τα προσόντα των εδαφίων α΄ ή β΄ ή γ΄ του άρθρου 5 του Ν. 1568/1985 και μία από τις ειδικότητες τεχνικών ασφάλειας, που σύμφωνα με το άρθρο 5 του Π.Δ. 294/1988 προβλέπονται για τον κλάδο οικονομικής δραστηριότητας που ανήκει η επιχείρησή του.

Στην περίπτωση των ανωτέρω επιχειρήσεων που υπάγονται στην κατηγορία Β και απασχολούν λιγότερους από 20 εργαζόμενους, εάν ο εργοδότης έχει τα προσόντα των εδαφίων α΄ ή β΄ ή γ΄ του άρθρου 5 του Ν. 1568/1985 και μια από τις ειδικότητες τεχνικών ασφάλειας, που σύμφωνα με το άρθρο 5 του Π.Δ. 294/1988 δεν προβλέπεται για τον κλάδο οικονομικής δραστηριότητας που ανήκει η επιχείρησή του, επιτρέπεται να αναλάβει ο ίδιος τις υποχρεώσεις του τεχνικού ασφάλειας στην επιχείρησή του, με την προϋπόθεση κατάλληλης επιμόρφωσης διάρκειας τουλάχιστον 35 ωρών, σύμφωνα με τα άρθρα 13 του Ν. 1568/1985 και 6 του Π.Δ. 17/1996 (ΦΕΚ 11 Α΄).

6. Στις επιχειρήσεις που υπάγονται στην κατηγορία Β του άρθρου 2 του Π.Δ. 294/1988 και απασχολούν μέχρι και 6 εργαζόμενους, επιτρέπεται να αναλάβει ο ίδιος ο εργοδότης τις υποχρεώσεις του τεχνικού ασφάλειας στην επιχείρησή του με την προϋπόθεση κατάλληλης επιμόρφωσης διάρκειας τουλάχιστον 35 ωρών σύμφωνα με τα άρθρα 13 του Ν. 1568/1985 και 6 του Π.Δ. 17/1996 και εφόσον είναι πτυχιούχος τεχνικής ειδικότητας Τεχνικού Επαγγελματικού Εκπαιδευτηρίου ή Ινστιτούτου Επαγγελματικής Κατάρτισης ή άλλης αναγνωρισμένης τεχνικής επαγγελματικής σχολής με το αντικείμενο των σπουδών του σχετίζεται με τη δραστηριότητα της επιχείρησής του.

Σε επιχειρήσεις που υπάγονται στην κατηγορία Β και απασχολούν μέχρι και 3 εργαζόμενους επιτρέπεται να αναλάβει ο ίδιος ο εργοδότης τις υποχρεώσεις του τεχνικού ασφάλειας στην επιχείρησή του με την προϋπόθεση κατάλληλης επιμόρφωσης διάρκειας τουλάχιστον 35 ωρών σύμφωνα με τα άρθρα 13 του Ν. 1568/1985 και 6 του Π.Δ. 17/1996 και εφόσον έχει άδεια άσκησης τεχνικού επαγγέλματος εμπειροτέχνη και το αντικείμενο της άδειάς του σχετίζεται με τη δραστηριότητα της επιχείρησής του ή αποδεδειγμένα ασκεί επί δεκαετία και πλέον την οικονομική δραστηριότητα για την οποία θα αναλάβει τις υποχρεώσεις του τεχνικού ασφάλειας.

7. Στις επιχειρήσεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 5 και στις επιχειρήσεις της παραγράφου 6 που ο ίδιος εργοδότης αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του τεχνικού ασφάλειας, ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να αναθέτει τη σύνταξη της γραπτής εκτίμησης κινδύνου που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του Π.Δ. 17/1996 σε πρόσωπα που έχουν τα προσόντα των περιπτώσεων α΄ ή β΄ ή γ΄της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του Ν. 1568/1985 και μια από τις ειδικότητες τεχνικών ασφάλειας που με το άρθρο 5 του Π.Δ. 294/1988 προβλέπονται για τον κλάδο οικονομικής δραστηριότητας που ανήκει η επιχείρησή του.

8. Για τους τεχνικούς ασφάλειας που έχουν παρακολουθήσει πρόγραμμα επιμόρφωσης σε θέματα ασφάλειας και υγείας των εργαζομένων, διάρκειας τουλάχιστον 100 ωρών, σύμφωνα με το άρθρο 13 του Ν. 1568/1985 και το άρθρο 6 του Π.Δ. 17/1996 που εκτελείται από τα αρμόδια Υπουργεία ή εκπαιδευτικούς ή άλλους δημόσιους οργανισμούς ή από εξειδικευμένα Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης (Κ.Ε.Κ.) πιστοποιημένα στην υγιεινή και ασφάλεια της εργασίας, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις, η προϋπηρεσία που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 5 του Ν. 1568/1985 μειώνεται ως εξής:

α. Για τους τεχνικούς των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού κατά ένα έτος.

β. Για τους τεχνικούς των περιπτώσεων γ΄ και δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού κατά τρία έτη.

9. ΜΕ τις υπουργικές αποφάσεις των άρθρων 13 παρ. 2 του Ν. 1568/1985 και 6 παρ. 3 του Π.Δ. 17/1996 καθορίζονται και οι φορείς που επιτρέπεται να εκτελούν τα προγράμματα επιμόρφωσης ανάλογα με τα προσόντα των εκπαιδευομένων.

ΑΡΘΡΟ 10 – Ενιαίο Δίκτυο υπηρεσιών Ι.Κ.Α. – Σ.ΕΠ.Ε. – Ο.Α.Ε.Δ. σε νησιά

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, υπηρεσιακές μονάδες του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α.), του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.) και του Σώματος Επιθεωρητών Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων σε νησιά μπορούν να οργανώνονται και να συλλειτουργούν ως ενιαίο Δίκτυο. Το Δίκτυο παρέχει στους πολίτες υπηρεσίες σε όλους τους τομείς αρμοδιοτήτων των υπηρεσιακών μονάδων, που το απαρτίζουν. Υπηρεσία παρέχεται από προσωπικό των υπηρεσιακών μονάδων, που αποτελούν το Δίκτυο και το οποίο υπηρετεί στο συγκεκριμένο νησί. Αν το προσωπικό, που διαθέτει το Δίκτυο, δεν καλύπτει τις ανάγκες του, συμπληρώνεται με μεταθέσεις και αποσπάσεις από τις αντίστοιχες υπηρεσιακές μονάδες του Ι.Κ.Α., του Ο.Α.Ε.Δ. και του Σ.ΕΠ.Ε.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται οι διοικητικές διαδικασίες, οι όροι, ο τρόπος και οι προϋποθέσεις οργάνωσης και λειτουργίας των Δικτύων για την παροχή υπηρεσιών στους πολίτες, οι υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν το Ι.Κ.Α., ο Ο.Α.Ε.Δ. και το Σ.ΕΠ.Ε. για την οργάνωση και λειτουργία του Δικτύου και ιδίως η υλικοτεχνική υποδομή, το προσωπικό που διαθέτει κάθε φορέας, το ποσοστό συμμετοχής τους στις δαπάνες λειτουργίας του Δικτύου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ορίζεται ως προϊστάμενος κάθε Δικτύου υπάλληλος ΠΕ Διοικητικού από τους υπηρετούντες στις υπηρεσιακές μονάδες που απαρτίζουν το Δίκτυο, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Ο προϊστάμενος έχει τη διοικητική ευθύνη του συντονισμού για την εύρυθμη λειτουργία του Δικτύου και ασκεί τον επιβαλλόμενο ιεραρχικό έλεγχο επί όλου του προσωπικού που υπηρετεί στις μονάδες που το αποτελούν. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων εξειδικεύεται ο τρόπος άσκησης του ιεραρχικού ελέγχου.

Το προσωπικό που υπηρετεί στο Δίκτυο εξακολουθεί να διέπεται ως προς όλη την υπηρεσιακή του κατάσταση από τις κατ’ ιδίαν διατάξεις που διέπουν την οργανική του θέση.

Οι διατάξεις των περιπτώσεων β΄και γ΄της παρ. 11 και της περίπτωσης β΄της παρ. 12 του άρθρου 31 του Ν. 3013/2002 εφαρμόζονται και για τις ανάγκες λειτουργίας των Δικτύων.

ΑΡΘΡΟ 11 – Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας

1. Στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) συνιστώνται τα παρακάτω Περιφερειακά Κέντρα Πρόληψης Επαγγελματικού Κινδύνου (ΚΕ.Π.Ε.Κ.), σε επίπεδο Διεύθυνσης:

α) ΚΕ.Π.Ε.Κ. Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης με έδρα την Κομοτηνή. Η αρμοδιότητα του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.

β) ΚΕ.Π.Ε.Κ. Δυτικής Μακεδονίας με έδρα την Κοζάνη. Η αρμοδιότητα του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.

γ) ΚΕ.Π.Ε.Κ. Ηπείρου με έδρα τα Ιωάννινα. Η αρμοδιότητα του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.

δ) ΚΕ.Π.Ε.Κ. Στερεάς Ελλάδας με έδρα τη Λαμία. Η αρμοδιότητα του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.

ε) ΚΕ.Π.Ε.Κ. Βορείου Αιγαίου με έδρα τη Μυτιλήνη. Η αρμοδιότητα του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.

στ) ΚΕ.Π.Ε.Κ. Νοτίου Αιγαίου με έδρα την Ερμούπολη Σύρου. Η αρμοδιότητα του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.

ζ) ΚΕ.Π.Ε.Κ. Κρήτης με έδρα το Ηράκλειο. Η αρμοδιότητα του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.

η) ΚΕ.Π.Ε.Κ. Πελοποννήσου με έδρα την Τρίπολη. Η αρμοδιότητα του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.

θ) ΚΕ.Π.Ε.Κ. Πειραιώς και Δυτικής Αττικής με έδρα τον Πειραιά. Η αρμοδιότητα του εκτείνεται στα όρια των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Πειραιώς και Δυτικής Αττικής.

ι) ΚΕ.Π.Ε.Κ. Αθηνών και Ανατολικής Αττικής με έδρα την Αθήνα. Η αρμοδιότητα του εκτείνεται στα όρια των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Αθηνών και Ανατολικής Αττικής.

ια) ΚΕ.Π.Ε.Κ. Κεντρικής Μακεδονίας με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Η αρμοδιότητα του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.

ιβ) ΚΕ.Π.Ε.Κ. Δυτικής Ελλάδας με έδρα την Πάτρα. Η αρμοδιότητα του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας και περιλαμβάνει επιπροσθέτως τους Νομούς Κεφαλληνίας, Ζακύνθου, Κέρκυρας και Λευκάδας.

ιγ) ΚΕ.Π.Ε.Κ. Θεσσαλίας με έδρα τη Λάρισα. Η αρμοδιότητα του εκτείνεται στα όρια των νομών της αντίστοιχης διοικητικής περιφέρειας.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται η διάρθρωση κάθε ΚΕ.Π.Ε.Κ. σε τμήματα, η έδρα κάθε τμήματος και η κατά τόπο αρμοδιότητα του. Με όμοια απόφαση μπορεί να γίνεται σύσταση νέων τμημάτων ή μεταφορά της έδρας τμήματος.

Μέχρι την έκδοση των ανωτέρω αποφάσεων οι αρμοδιότητες των συνιστώμενων Διευθύνσεων θα ασκούνται από τις υφιστάμενες Διευθύνσεις (ΚΕ.Π.Ε.Κ.).

2. Για τη στελέχωση των ανωτέρω ΚΕ.Π.Ε.Κ. συνιστώνται επιπλέον οι παρακάτω τριάντα (30) θέσεις, οι οποίες προστίθενται στις θέσεις της παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν.2639/1998 :

  • εννέα (9) θέσεις του κλάδου ΠΕ Μηχανικών,
  • επτά (7) θέσεις του κλάδου ΠΕ Ιατρών Εργασίας ή ΠΕ Ιατρών Ειδικοτήτων ή ΠΕ Ιατρών,
  • τρεις (3) θέσεις του κλάδου ΤΕ Τεχνολογικών Εφαρμογών,
  • τρεις (3) θέσεις του κλάδου ΤΕ Υγείας, Πρόνοιας ή Εποπτών Δημόσιας Υγείας,
  • οκτώ (8) θέσεις του κλάδου ΔΕ Τεχνικών (Οδηγών).

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί επίσης να μεταφέρονται θέσεις προσωπικού από τα υφιστάμενα Περιφερειακά Κέντρα Πρόληψης Επαγγελματικού Κινδύνου στα συνιστώμενα.

Με την ίδια ή όμοια απόφαση κατανέμονται στα συνιστώμενα τμήματα των ΚΕ.Π.Ε.Κ. τόσο οι συνιστώμενες όσο και οι μεταφερόμενες θέσεις κατά βαθμό, κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα.

Των Κέντρων Πρόληψης Επαγγελματικού Κινδύνου και των Τμημάτων που θα καθοριστούν προΐστανται υπάλληλοι σύμφωνα με το άρθρο 16Γ του Π.Δ.136/1999 (ΦΕΚ 134 Α΄) και της παρ. 6 του άρθρου 15 του Ν.2874/2000 (ΦΕΚ 286 Α΄).

3. Στην Κεντρική Υπηρεσία του Σ.ΕΠ.Ε. συνιστάται Διεύθυνση Προγραμματισμού και Συντονισμού Κοινωνικής Επιθεώρησης. Η Διεύθυνση αποτελείται από τα παρακάτω τμήματα:

α) Τμήμα Σχεδιασμού και Συντονισμού Ελέγχων Κοινωνικών Επιθεωρητών Εργασίας.

β) Τμήμα Αξιοποίησης Δεδομένων, Τεκμηρίωσης και Ανάλυσης Κοινωνικής Επιθεώρησης Εργασίας.

Η Διεύθυνση Προγραμματισμού και Συντονισμού της Κεντρικής Υπηρεσίας του Σ.ΕΠ.Ε. αναδιαρθρώνεται και στο εξής ονομάζεται Διεύθυνση Προγραμματισμού και Συντονισμού Τεχνικής και Υγειονομικής Επιθεώρησης και αποτελείται από τα παρακάτω Τμήματα:

α) Τμήμα Σχεδιασμού και Συντονισμού Ελέγχων Τεχνικών και Υγειονομικών Επιθεωρητών Εργασίας.

β) Τμήμα Αξιοποίησης Δεδομένων, Τεκμηρίωσης και Ανάλυσης Τεχνικής και Υγειονομικής Επιθεώρησης Εργασίας.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που θα εκδοθεί μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών από της ισχύος του νόμου αυτού, καθορίζονται αναλυτικότερα οι αρμοδιότητες των Τμημάτων των προαναφερόμενων Διευθύνσεων Προγραμματισμού και Συντονισμού Κοινωνικής Επιθεώρησης και Προγραμματισμού και Συντονισμού Τεχνικής και Υγειονομικής Επιθεώρησης. Από την ισχύ της ανωτέρω απόφασης οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Προγραμματισμού και Συντονισμού, που προβλέπονται στο Π.Δ.136/1999 (ΦΕΚ 134 Α΄), ασκούνται σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής της απόφασης.

Της Διεύθυνσης Προγραμματισμού και Συντονισμού Κοινωνικής Επιθεώρησης και των Τμημάτων της προΐστανται υπάλληλοι του κλάδου ΠΕ Διοικητικού - Οικονομικού.

Της Διεύθυνσης Προγραμματισμού και Συντονισμού Τεχνικής και Υγειονομικής Επιθεώρησης προΐστανται υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ Μηχανικών ή ΠΕ Ιατρών Εργασίας ή ΠΕ Ιατρών Ειδικοτήτων ή ΠΕ Ιατρών ή ΠΕ Θετικών Επιστημών ή ΠΕ Πληροφορικής.

Του Τμήματος Σχεδιασμού και Συντονισμού Ελέγχων Τεχνικών και Υγειονομικών Επιθεωρητών Εργασίας προΐστανται υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ Μηχανικών ή ΠΕ Ιατρών Εργασίας ή ΠΕ Ιατρών Ειδικοτήτων ή ΠΕ Ιατρών ή ΠΕ Θετικών Επιστημών και εφόσον δεν υπάρχουν, προΐστανται υπάλληλοι των κλάδων ΤΕ Τεχνολογικών Εφαρμογών ή ΤΕ Υγείας - Πρόνοιας ή Εποπτών Δημόσιας Υγείας.

Του Τμήματος Αξιοποίησης Δεδομένων, Τεκμηρίωσης και Ανάλυσης προΐστανται υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ Μηχανικών ή ΠΕ Ιατρών Εργασίας ή ΠΕ Ιατρών Ειδικοτήτων ή ΠΕ Ιατρών ή ΠΕ Θετικών Επιστημών ή ΠΕ Πληροφορικής και εφόσον δεν υπάρχουν, προΐστανται υπάλληλοι των κλάδων ΤΕ Τεχνολογικών Εφαρμογών ή ΤΕ Υγείας - Πρόνοιας ή Εποπτών Δημόσιας Υγείας.

4. Στο Σ.ΕΠ.Ε. συνιστώνται σαράντα (40) θέσεις Κοινωνικών Επιθεωρητών Εργασίας κατηγορίας ΠΕ κλάδου Διοικητικού - Οικονομικού, τρεις (3) θέσεις Τεχνικών Επιθεωρητών Εργασίας, κατηγορίας ΤΕ κλάδου Τεχνολογικών Εφαρμογών ειδικότητας Ναυπηγών, δέκα (10) θέσεις κατηγορίας ΠΕ κλάδου Πληροφορικής, δέκα (10) θέσεις κατηγορίας ΤΕ κλάδου Πληροφορικής και έξι (6) θέσεις ΔΕ Τεχνικών (οδηγών), οι οποίες προστίθενται στις αντίστοιχες θέσεις της παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν.2639/1998 (ΦΕΚ 205 Α΄). Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κατανέμονται οι θέσεις, τροποποιημένου του άρθρου 131α, 2β και 3γ του Κεφαλαίου Δ΄, του άρθρου 14, πίνακα 1.1, 1.2, 2Β, 3Δ και ΙΓ 1, 2, 3, 4 και του άρθρου 17 του Π.Δ.136/1999 (ΦΕΚ 134 Α΄).

5. Η περίπτωση α΄ της παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν.2639/1998 (ΦΕΚ 205 Α΄) αντικαθίσταται ως ακολούθως:
«α. Πρόστιμο για καθεμία παράβαση, από πεντακόσια (500) ευρώ μέχρι τριάντα χιλιάδες (30.000,00) ευρώ.»

6. Η παρ. 3 του άρθρου 10 του Ν.2639/1998 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «3. Η αρχική εκπαίδευση (θεωρητική και πρακτική) πριν αναλάβει ο υπάλληλος καθήκοντα Επιθεωρητή Εργασίας και ενταχθεί στο Σ.ΕΠ.Ε. δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τρεις (3) μήνες.»

7. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται τα είδη ατομικής προστασίας που χορηγούνται στους Κοινωνικούς Επιθεωρητές Εργασίας, οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για τη χορήγηση τους.

ΑΡΘΡΟ 12 – Θέματα Ο.Α.Ε.Δ.

1. Συνιστώνται στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.) οι παρακάτω Περιφερειακές Διευθύνσεις:

α) Περιφερειακή Διεύθυνση Αθηνών με έδρα την Αθήνα. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Αθηνών, Ανατολικής και Δυτικής Αττικής.

β) Περιφερειακή Διεύθυνση Πειραιά - Νοτίου και Βορείου Αιγαίου με έδρα τον Πειραιά. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Πειραιά, του Επαρχείου Κυθήρων και των Νομών Κυκλάδων, Δωδεκανήσου, Λέσβου, Χίου και Σάμου.

γ) Περιφερειακή Διεύθυνση Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης με έδρα την Καβάλα. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια των Νομών Έβρου, Ροδόπης, Ξάνθης, Καβάλας, και Δράμας.

δ) Περιφερειακή Διεύθυνση Κεντρικής Μακεδονίας με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια των Νομών Σερρών, Θεσσαλονίκης, Χαλκιδικής, Ημαθίας, Πέλλας, Πιερίας και Κιλκίς.

ε) Περιφερειακή Διεύθυνση Δυτικής Μακεδονίας με έδρα την Κοζάνη. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια των Νομών Κοζάνης, Καστοριάς, Γρεβενών και Φλώρινας.

στ) Περιφερειακή Διεύθυνση Ηπείρου με έδρα τα Γιάννενα. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια των Νομών Ιωαννίνων, Άρτας, Θεσπρωτίας και Πρέβεζας.

ζ) Περιφερειακή Διεύθυνση Θεσσαλίας με έδρα τη Λάρισα. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια των Νομών Λάρισας, Καρδίτσας, Μαγνησίας και Τρικάλων.

η) Περιφερειακή Διεύθυνση Στερεάς Ελλάδας με έδρα τη Λαμία. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια των Νομών Ευρυτανίας, Φθιώτιδας, Φωκίδας, Βοιωτίας και Εύβοιας.

θ) Περιφερειακή Διεύθυνση Δυτικής Ελλάδας με έδρα την Πάτρα. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια των Νομών Αιτωλοακαρνανίας, Αχαΐας, Ηλείας, Κέρκυρας, Ζακύνθου, Κεφαλλονιάς και Λευκάδας.

ι) Περιφερειακή Διεύθυνση Πελοποννήσου με έδρα την Τρίπολη. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια των Νομών Κορινθίας, Αργολίδας, Αρκαδίας, Μεσσηνίας και Λακωνίας.

ια) Περιφερειακή Διεύθυνση Κρήτης με έδρα το Ηράκλειο. Η αρμοδιότητα της Διεύθυνσης αυτής εκτείνεται στα όρια των Νομών Ηρακλείου, Λασιθίου, Ρεθύμνου και Χανίων.

Στις προαναφερόμενες Περιφερειακές Διευθύνσεις υπάγονται οι Τοπικές Υπηρεσίες και Εκπαιδευτικές Μονάδες του Ο.Α.Ε.Δ. που λειτουργούν στα όρια της τοπικής αρμοδιότητας εκάστης Περιφερειακής Διεύθυνσης.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από πρόταση του Δ.Σ. του Ο.Α.Ε.Δ., καθορίζεται η διάρθρωση των Υπηρεσιών των Περιφερειακών Διευθύνσεων του Ο.Α.Ε.Δ..

Μέχρι την έκδοση της απόφασης οι υπάρχουσες Περιφερειακές Διευθύνσεις του Ο.Α.Ε.Δ. εξακολουθούν να λειτουργούν με τις αρμοδιότητες που έχουν.

2. Συνιστώνται Κέντρα Προώθησης Απασχόλησης (Κ.Π.Α.) και Τοπικές Υπηρεσίες (Τ.Υ.) στον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.) ως εξής:

στο Νομό Θεσσαλονίκης: Κ.Π.Α. 25ης Μαρτίου, Πύλης Αξιού, Ιωνίας, στο Νομό Αττικής: Κ.Π.Α. Δάφνης, Ιλίου, Λαυρίου, Παλλήνης, Αγίας Παρασκευής, Αμαρουσίου, Πατησίων, Πειραιά, στο Νομό Καστοριάς: Κ.Π.Α. Καστοριάς, στο Νομό Λασιθίου: Κ.Π.Α. Αγ. Νικολάου, στο Νομό Φωκίδας: Κ.Π.Α. Άμφισσας, στο Νομό Δράμας: Κ.Π.Α. Δράμας, στο Νομό Αττικής: Τ.Υ. Πλατείας Αττικής, Τ.Υ.Ν. Κόσμου και στο Νομό Κυκλάδων: Τ.Υ. Θήρας.

Από την ημερομηνία έναρξης της λειτουργίας των υπηρεσιών αυτών καταργούνται οι αντίστοιχες τοπικές υπηρεσίες - γραφεία εργασίας του Ο.Α.Ε.Δ. Αγίας Παρασκευής, Αμαρουσίου, Πατησίων και Πειραιά στο Νομό Αττικής, καθώς και η αντίστοιχη υπηρεσία στη Δράμα.

3. Εγκρίνεται η σύσταση και λειτουργία των Κ.Π.Α. του Ο.Α.Ε.Δ. Αγίων Αναργύρων και Ελευσίνας στο Νομό Αττικής, Βέροιας, Κέρκυρας, Άρτας, Λιβαδειάς, Ερμούπολης, Γρεβενών, Πτολεμαΐδας, Ορεστιάδας και Νέας Αλικαρνασσού.

4. Η αναγγελία της πρόσληψης μισθωτού στον Ο.Α.Ε.Δ. κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 5 του Ν.Δ.2656/1953, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 2 του Ν.4504/1966 και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του Ν.Δ.763/1970 και η γνωστοποίηση προς το Σ.ΕΠ.Ε. της πρόσληψης νέου εργαζομένου κατά τα οριζόμενα στην παρ. 5 του άρθρου 4 του Ν.Δ.515/1970, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 16 του Ν.2874/2000, γίνεται με ενιαίο έντυπο που υποβάλλεται εις διπλούν μέσα σε οκτώ (8) ημέρες από την πρόσληψη στην αρμόδια υπηρεσία του Ο.Α.Ε.Δ., η οποία οφείλει αμελλητί να αποστείλει στην αντίστοιχη αρμόδια υπηρεσία του Σ.ΕΠ.Ε. το ένα έκ των δύο αντιτύπων.

Η αναγγελία μπορεί να γίνεται εγγράφως ή με ηλεκτρονική μορφή ή με μαγνητικά μέσα.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται τα στοιχεία τα οποία πρέπει να περιέχονται στο ενιαίο έντυπο, η διαδικασία για την υποβολή στον Ο.Α.Ε.Δ., η διαδικασία για την αποστολή του εντύπου, η διαδικασία για την αποστολή με ηλεκτρονική μορφή ή με μαγνητικά μέσα, η διαβίβαση από τον Ο.Α.Ε.Δ. προς το Σ.ΕΠ.Ε., ο χρόνος έναρξης ισχύος της παρούσας διάταξης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

5. Οι εν γένει αποδοχές των υπαλλήλων του Ο.Α.Ε.Δ. που αποσπάστηκαν στις Εταιρείες του Ο.Α.Ε.Δ. «Επαγγελματική Κατάρτιση Α.Ε.» και «Παρατηρητήριο Απασχόλησης Ερευνητική - Πληροφορική Α.Ε.» εξακολουθούν να καταβάλλονται από τον Ο.Α.Ε.Δ.. Με απόφαση του Δ.Σ. των Εταιρειών μπορεί να καταβάλλεται σε αυτούς πρόσθετη μηνιαία αποζημίωση.

6. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων προσωπικό που υπηρετεί στις Εταιρείες «Επαγγελματική Κατάρτιση Α.Ε.» και «Παρατηρητήριο Απασχόλησης Ερευνητική - Πληροφορική Α.Ε.» του Ο.Α.Ε.Δ. μπορεί να αποσπάται κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή στον Ο.Α.Ε.Δ.. Η διάρκεια της απόσπασης δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα (1) έτος.

7. Λύεται η Εταιρεία «Υπηρεσίες Υποστήριξης Ανθρώπινου Δυναμικού Α.Ε.», που συστάθηκε με το άρθρο 8 του Ν.2956/2001 (ΦΕΚ 258 Α΄) και της οποίας το καταστατικό εγκρίθηκε με την 190597/2002 κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΦΕΚ 447 Β΄ και 652 Β΄). Τα πάσης φύσεως περιουσιακά στοιχεία της Εταιρείας και το μετοχικό κεφάλαιο περιέρχονται αυτοδικαίως στον Ο.Α.Ε.Δ.. Ο Διοικητής του Ο.Α.Ε.Δ. εκτελεί χρέη εκκαθαριστή μέχρι να διοριστούν εκκαθαριστές από τη Γενική Συνέλευση. Με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης καθορίζεται η αμοιβή των εκκαθαριστών.

8. Στους σκοπούς του Ο.Α.Ε.Δ. περιλαμβάνεται και ο σκοπός που σύμφωνα με το άρθρο 8 του Ν.2956/2001 είχε η Εταιρεία «Υπηρεσίες Υποστήριξης Ανθρώπινου Δυναμικού Α.Ε.». Ο Ο.Α.Ε.Δ. για την εκπλήρωση του προβαίνει στις ενέργειες και πράξεις των περιπτώσεων α΄ έως και ιδ΄ της παρ.2 του άρθρου 8 του Ν.2956/2001.

Προς τούτο συνιστάται στον Ο.Α.Ε.Δ. Ειδική Υπηρεσία υπαγόμενη απευθείας στον Διοικητή. Στην Ειδική Υπηρεσία εντάσσονται ως οργανικές μονάδες σε επίπεδο τμήματος τα Κέντρα Προώθησης Απασχόλησης (Κ.Π.Α.) του Ο.Α.Ε.Δ..

Με το προεδρικό διάταγμα της παρ. 3 του άρθρου 5 του Ν.2956/2001 ή όμοιό του μπορούν να συνιστώνται θέσεις στην Ειδική Υπηρεσία. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ύστερα από πρόταση του Ο.Α.Ε.Δ., μπορεί να μεταφέρονται θέσεις προσωπικού του Ο.Α.Ε.Δ. στην Ειδική Υπηρεσία και τις οργανικές μονάδες της.

Η κάλυψη των αναγκών της Ειδικής Υπηρεσίας γίνεται με μετακίνηση, απόσπαση ή μετάθεση προσωπικού που υπηρετεί στον Ο.Α.Ε.Δ., με απόσπαση προσωπικού που υπηρετεί στο Δημόσιο ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα ή με πρόσληψη νέου προσωπικού κατά τις κείμενες διατάξεις. Η απόσπαση προσωπικού που υπηρετεί σε φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα γίνεται μετά από πρόταση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ., με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή με κοινή απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού χωρίς να απαιτείται η γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου μετά από επιλογή που γίνεται από επιτροπή αξιολόγησης. Η επιτροπή αξιολόγησης αποτελείται από στελέχη του Ο.Α.Ε.Δ. και εμπειρογνώμονες και συγκροτείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μετά από πρόταση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ., καθορίζονται τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα και τα κριτήρια για την επιλογή του προσωπικού, η διαδικασία αξιολόγησης για το προσωπικό που μετακινείται ή αποσπάται και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια. Η πρόταση του προσωπικού που μετακινείται ή αποσπάται προς την επιτροπή επιλογής γίνεται από τον Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ.. Η υπηρεσία προϊσταμένων τμημάτων του Ο.Α.Ε.Δ. που μετακινούνται στην Ειδική Υπηρεσία συνυπολογίζεται ως χρόνος άσκησης καθηκόντων προϊσταμένου τμήματος.

Για τη λειτουργία της Ειδικής Υπηρεσίας επιτρέπεται η πρόσληψη προσωπικού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 21 του Ν.2190/1994, όπως ισχύει.

9. Στην Ειδική Υπηρεσία συνιστώνται μια θέση προϊσταμένου αυτής και από μια θέση προϊσταμένου για κάθε Κ.Π.Α.. Οι θέσεις είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης με θητεία δύο (2) ετών, η οποία μπορεί να ανανεώνεται για ίσο χρονικό διάστημα, με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μετά από πρόταση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ.. Η πλήρωση της θέσης προϊσταμένου γίνεται με απόσπαση προσωπικού, που υπηρετεί στον Ο.Α.Ε.Δ, ή με απόσπαση προσωπικού που υπηρετεί στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή σε φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα της παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν.2000/1991 με οποιαδήποτε σχέση εργασίας ή με προσωπικό που προσλαμβάνεται με θητεία διάρκειας δύο (2) ετών, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

Ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα για την κατάληψη της θέσης είναι πτυχίο Α.Ε.Ι. της ημεδαπής ή ισότιμο της αλλοδαπής και πενταετής εμπειρία σε θέση σημαντικής ευθύνης στο δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα για τον προϊστάμενο της Ειδικής Υπηρεσίας, τριετής δε για τον προϊστάμενο Κ.Π.Α.. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται τα απαιτούμενα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα για την κατάληψη της θέσης. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται η διαδικασία και τα όργανα για την επιλογή.

Εάν ο επιλεγείς προϊστάμενος υπάγεται στις διατάξεις του Ν.2683/1999, η πλήρωση της θέσης γίνεται με ανάθεση αποκλειστικών καθηκόντων για χρόνο ίσο με μια θητεία, που μπορεί να παρατείνεται μια ή περισσότερες φορές για ίσο χρονικό διάστημα. Η ανάθεση γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Σε κάθε άλλη περίπτωση ο διορισμός γίνεται με απόφαση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ., που εγκρίνεται από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Για τα πειθαρχικά αδικήματα του προϊσταμένου εφαρμόζονται οι διατάξεις του Ν.2683/1999. Οι αποδοχές του προϊσταμένου της Ειδικής Υπηρεσίας καθορίζονται στο ύψος των αποδοχών που προβλέπονται κάθε φορά για Γενικό Διευθυντή του Ο.Α.Ε.Δ.. Εφόσον ο επιλεγόμενος είναι αποσπασμένος και λαμβάνει από το φορέα προέλευσής του συνολικές αποδοχές μεγαλύτερες από τις ανωτέρω, οι πάσης φύσεως αποδοχές του καθορίζονται στο ύψος των πάσης φύσεως αποδοχών που ελάμβανε πριν από το διορισμό του σε θέση προϊσταμένου.

Ο χρόνος απόσπασης ή μετακίνησης λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για κάθε συνέπεια. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος ως προϊστάμενοι των Κ.Π.Α. επιλέγονται υπάλληλοι του Ο.Α.Ε.Δ., κατά τις διατάξεις επιλογής προϊσταμένων τμημάτων του Υπαλληλικού Κώδικα.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ορίζεται ο τρόπος οργάνωσης και λειτουργίας της Ειδικής Υπηρεσίας και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

10. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 28 του Ν.1836/1989 (ΦΕΚ 79 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:

«Η επιλογή των Διευθυντών και Υποδιευθυντών των εκπαιδευτικών μονάδων του Ο.Α.Ε.Δ. πραγματοποιείται από το αρμόδιο Υπηρεσιακό Συμβούλιο του Οργανισμού, ενώ η τοποθέτηση τους από τον Διοικητή αυτού.»

11. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 13 του Ν.1346/1983 (ΦΕΚ 46 Α΄), που προστέθηκε με το άρθρο 29 του Ν.1836/1989 (ΦΕΚ 89 Α΄), αντικαθίσταται ως εξής:

«Με τις αποφάσεις του προηγούμενου εδαφίου μπορεί να καθορίζεται ανάλογη ρύθμιση, για τις κατηγορίες ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ προσωπικού του Ο.Α.Ε.Δ. όλων των κλάδων και ειδικοτήτων, που απασχολούνται με τη μελέτη, κατάρτιση, εφαρμογή, έλεγχο, προώθηση και υποστήριξη των προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης και απασχόλησης, καθώς και ασφάλισης της ανεργίας, που εκτελούνται από τον Οργανισμό και επιχορηγούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»

12. Οι κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου κενές οργανικές θέσεις όλων των κατηγοριών και κλάδων του τακτικού διοικητικού προσωπικού του Ο.Α.Ε.Δ. μεταφέρονται στην κατηγορία ΠΕ και ΤΕ και κατανέμονται στον κλάδο ΠΕ Διοικητικού - Οικονομικού σε ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40 %), τριάντα τοις εκατό (30%) στον κλάδο ΤΕ Διοικητικού - Οικονομικού και στον κλάδο ΠΕ Πληροφορικής σε ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%), αντίστοιχα, και αποτελούν κενές οργανικές θέσεις των προαναφερόμενων κλάδων. Προς τούτοις, εκδίδεται διαπιστωτική πράξη του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ., η οποία εγκρίνεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

ΑΡΘΡΟ 13 – Εκπαιδευτικοί Τεχνικών - Επαγγελματικών Εκπαιδευτηρίων (Τ.Ε.Ε.) του Ο.Α.Ε.Δ.

1. Ο Ο.Α.Ε.Δ. για την κάλυψη των εκπαιδευτικών αναγκών των Τ.Ε.Ε. μπορεί να προσλαμβάνει εκτός των ωρομισθίων του άρθρου 2 του Ν.2336/1995 (ΦΕΚ 189 Α΄), όπως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 16 του Ν.2643/1998, και προσωρινούς αναπληρωτές των κλάδων ΠΕ και ΤΕ με πλήρες ωράριο διδασκαλίας του πρωτοδιόριστου εκπαιδευτικού και προσωρινούς αναπληρωτές με μειωμένο ωράριο διδασκαλίας, με τους όρους και προϋποθέσεις του άρθρου 17 του Ν.1566/1985. Για τις προσλήψεις εφαρμόζονται οι διατάξεις της Π.Υ.Σ. 55/1998 (ΦΕΚ 252 Α΄), όπως ισχύει.

Με απόφαση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ. ορίζονται οι κλάδοι και οι ειδικότητες, το ωράριο διδασκαλίας κατά κλάδο, τα εκπαιδευτικά καθήκοντα και οι εκπαιδευτικές υποχρεώσεις όλων των προσωρινών αναπληρωτών και η διαδικασία πρόσληψης τους κατά τις κείμενες διατάξεις.

Η σύμβαση τους είναι σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου και έχει διάρκεια από την ημερομηνία πρόσληψης τους μέχρι τη λήξη του διδακτικού έτους.

Στους προσωρινούς αναπληρωτές καταβάλλονται αποδοχές, όπως καθορίζονται στην περίπτωση β΄ του διατακτικού της αριθμ. 2026855/3536/0022/15.5.1997 απόφασης των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, όπως ισχύει. Οι σχετικές πιστώσεις για την πληρωμή των δαπανών αυτών εγγράφονται στον προϋπολογισμό εξόδων του Ο.Α.Ε.Δ.. Οι αποδοχές που καταβάλλονται στους προσωρινούς αναπληρωτές με μειωμένο ωράριο διδασκαλίας, καθώς και ο χρόνος υπηρεσίας τους υπολογίζονται με κλάσμα που έχει αριθμητή τον αριθμό των εβδομαδιαίων ωρών για τις οποίες έχουν προσληφθεί και παρονομαστή το υποχρεωτικό ωράριο του πρωτοδιόριστου εκπαιδευτικού.

2. Με αποφάσεις του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ. ορίζεται ανά σχολικό έτος ο αριθμός ανά νομό των αναπληρωτών εκπαιδευτικών κατά κλάδους και ειδικότητες που πρόκειται να απασχοληθούν στα Τ.Ε.Ε. του Ο.Α.Ε.Δ..

3. Οι εκπαιδευτικοί που υπηρετούν, κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, ως ωρομίσθιοι στα Τ.Ε.Ε. Μαθητείας του Ο.Α.Ε.Δ. των κλάδων ΠΕ και ΤΕ, εφόσον έχουν συμπληρώσει μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος διδακτική προϋπηρεσία τουλάχιστον χιλίων διακοσίων (1.200) ωρών στη δευτεροβάθμια τεχνική εκπαίδευση του Ο.Α.Ε.Δ., εντάσσονται σε ενιαίο πίνακα για την κάλυψη των αναγκών των Τ.Ε.Ε. Μαθητείας του Ο.Α.Ε.Δ., και προσλαμβάνονται κατ΄ απόλυτη προτεραιότητα ως αναπληρωτές ή ωρομίσθιοι στα Τ.Ε.Ε. του Ο.Α.Ε.Δ., με σειρά που εξαρτάται από τη προαναφερθείσα συνολική διδακτική προϋπηρεσία και ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες του Ο.Α.Ε.Δ. ανά κλάδο και ειδικότητα.

Από την έναρξη ισχύος του παρόντος και εφεξής οι εκπαιδευτικοί αυτοί διορίζονται σε κενές οργανικές θέσεις των Τ.Ε.Ε. του Ο.Α.Ε.Δ. σε ποσοστό που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με βάση το σύνολο των κενών οργανικών θέσεων κατά κλάδο και ειδικότητα.

Ο διορισμός τους γίνεται ανεξαρτήτως της κατοχής του πτυχίου ΠΑΤΕΣ/ΣΕΛΕΤΕ για όσους κλάδους απαιτείται και οι διοριζόμενοι υποχρεούνται να προσκομίσουν το πτυχίο αυτό μέσα σε δύο (2) έτη από το διορισμό τους και ύστερα από παρακολούθηση ειδικού προγράμματος της σχολής αυτής.

Κατ΄ εξαίρεση, στον ενιαίο πίνακα εντάσσονται, εφόσον αποκτήσουν τα προσόντα για ένταξη στους κλάδους ΠΕ ή ΤΕ και κατά το χρόνο αυτόν υπηρετούν ως ωρομίσθιοι στα Τ.Ε.Ε. Μαθητείας του Ο.Α.Ε.Δ. οι εκπαιδευτικοί του κλάδου ΔΕ που υπηρετούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος ως ωρομίσθιοι, που έχουν συμπληρώσει την προβλεπόμενη διδακτική προϋπηρεσία των χιλίων διακοσίων (1.200) ωρών κατά τη δημοσίευση του παρόντος.

4. Από τις ρυθμίσεις της προηγούμενης παραγράφου εξαιρούνται οι δημόσιοι υπάλληλοι και συνταξιούχοι.

5. Οι εκπαιδευτικοί που υπηρετούν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος και αναφέρονται στο άρθρο 3 της κοινής υπουργικής απόφασης περί «Μονιμοποίησης Εκπαιδευτικού Προσωπικού Ο.Α.Ε.Δ. και Σ.Δ.Σ.Τ.Ε.», που κυρώθηκε με το άρθρο 27 του Ν.2190/1994 (ΦΕΚ 284 Α΄), προηγούνται στον ενιαίο πίνακα της παρ. 3.

6. Οι πίνακες κατά κλάδο και ειδικότητα των περιπτώσεων της παρ. 3 του παρόντος άρθρου συντάσσονται ανά νομό και κυρώνονται από τον Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ. μέσα σε έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

7. Από τους πίνακες της παρ. 3 διαγράφονται όσοι:

α) Δεν αποδεχθούν το διορισμό στα Τ.Ε.Ε. Μαθητείας του Ο.Α.Ε.Δ..

β) Δεν αναλάβουν υπηρεσία μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από την έγγραφη ειδοποίηση για ανάθεση διδακτικού ωραρίου αναπληρωτή από Τ.Ε.Ε. του Ο.Α.Ε.Δ..

γ) Καταγγέλλεται η σύμβαση εργασίας τους, με υπαιτιότητα τους, κατά τη διάρκεια του διδακτικού έτους.

δ) Διορίζονται ως μόνιμοι υπάλληλοι στο Δημόσιο και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Η διαγραφή γίνεται με απόφαση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ..

8. Εφόσον οι ανάγκες του Οργανισμού για αναπληρωτές ή ωρομίσθιο εκπαιδευτικό προσωπικό δεν καλυφθούν από τους πίνακες της παρ. 3 του παρόντος άρθρου, καλύπτονται από τους πίνακες των εκπαιδευτικών που ο Οργανισμός καταρτίζει σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.2336/1995, όπως αυτός τροποποιήθηκε με το άρθρο 16 του Ν.2643/1998.

9. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων συνιστώνται στα Τ.Ε.Ε. του Ο.Α.Ε.Δ., μετά από πρόταση του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ., οργανικές θέσεις εκπαιδευτικού προσωπικού και κατανέμονται κατά κλάδο και ειδικότητες.

ΑΡΘΡΟ 14 – Τροποποίηση - Συμπλήρωση διατάξεων του Ν.2643/1998 (ΦΕΚ 220 Α΄)

1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 11 του άρθρου 10 του Ν.3051/2002 αντικαθίσταται ως εξής:

«Καταργείται το ανώτατο όριο ηλικίας πρόσληψης ή διορισμού στο Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α, α΄ και β΄ βαθμού και τα Ν.Π.Ι.Δ. του δημόσιου τομέα της παρ. 1 του άρθρου 14 του Ν.2190/1994, όπως αυτό ισχύει, και της παρ. 3 του άρθρου 1 του Ν.2527/1997, καθώς και το ανώτατο όριο ηλικίας πρόσληψης ή διορισμού των προστατευόμενων ατόμων του Ν.2643/1998 στο Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. α΄ και β΄ βαθμού, που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 9 του άρθρου 3 του ίδιου νόμου.»

Η ισχύς της διάταξης αυτής αρχίζει από την έναρξη ισχύος της διάταξης που αντικαθίσταται.

2. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 4 του Ν.2643/1998 (ΦΕΚ 220 Α΄) προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Ο αριθμός των μορίων που δικαιούνται όσοι έχουν υπερβεί το 45ο έτος της ηλικίας τους και επιθυμούν να διορισθούν σε θέσεις του άρθρου 3 είναι εβδομήντα πέντε (75).»

3. Η περίπτωση α΄ της παρ. 3 του άρθρου 4 του Ν.2643/1998, όπως ισχύει, τροποποιείται ως εξής:

«Για απολυτήριο τίτλο υποχρεωτικής εκπαίδευσης δέκα (10) μόρια.»

4. Στο τέλος της παρ. 21 του άρθρου 31 του Ν.2956/2001 (ΦΕΚ 258 Α΄) προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Εάν η επανατοποθέτηση του προστατευομένου πραγματοποιηθεί σε θέση εργασίας για την οποία ο προστατευόμενος με έγγραφό του, απευθυνόμενο προς την Πρωτοβάθμια Επιτροπή του άρθρου 9 του Ν.2643/1998, δηλώνει ότι δεν επιθυμεί τοποθέτηση, δεν χάνει την προστασία που του παρέχει ο Ν.2643/1998.»

5. Η περίπτωση η΄ της παρ. 1 του άρθρου 7 του Ν.2643/1998, όπως ισχύει μετά την τροποποίηση της με την παρ. 2 του άρθρου 18 του Ν.2736/1999 (ΦΕΚ 172 Α΄), αντικαθίσταται ως εξής:

«η) Απόφαση πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής αναπηρίας του Ι.Κ.Α., με την οποία προσδιορίζεται η χρόνια σωματική ή πνευματική ή ψυχική πάθηση ή βλάβη του αιτούντος, καθώς και το ποσοστό αναπηρίας του.

Για το σκοπό αυτόν και εφόσον οι υφιστάμενες υγειονομικές επιτροπές του Ι.Κ.Α. δεν επαρκούν, μπορεί να συνιστώνται και άλλες τριμελείς επιτροπές, στις οποίες ως Πρόεδρος ορίζεται ιατρός του Ειδικού Σώματος και ως μέλη ιατροί των υποκαταστημάτων του Ι.Κ.Α..

Οι ενδιαφερόμενοι παραπέμπονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Ι.Κ.Α. στις Υγειονομικές Επιτροπές μετά από αίτηση τους.

Κατά των αποφάσεων των Πρωτοβάθμιων Επιτροπών μπορεί να υποβληθεί ένσταση. Η ένσταση ασκείται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης των Πρωτοβάθμιων Επιτροπών στους ενδιαφερομένους. Δικαίωμα ένστασης έχουν: α) τα άτομα με αναπηρία τα οποία αφορά η απόφαση της πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής αναπηρίας του Ι.Κ.Α. και τα οποία επιθυμούν τοποθέτηση σε θέση εργασίας με βάση το Ν.2643/1998 και β) γονείς, σύζυγος ή αδέλφια του ατόμου με αναπηρία από την αναπηρία του οποίου τυγχάνουν της προστασίας των διατάξεων του Ν.2643/1998.

Για το σκοπό αυτόν συνιστώνται δύο (2) Δευτεροβάθμιες Τριμελείς Υγειονομικές Επιτροπές του Ι.Κ.Α., με έδρα την Αθήνα η πρώτη και τη Θεσσαλονίκη η δεύτερη.

Η Δευτεροβάθμια Υγειονομική Επιτροπή της Αθήνας έχει αρμοδιότητα για εξέταση ενστάσεων κατά των αποφάσεων των Πρωτοβάθμιων Υγειονομικών Επιτροπών που λειτουργούν στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις της Αττικής, της Στερεάς Ελλάδας, της Πελοποννήσου, της Κρήτης, των Νήσων Αιγαίου και των Ιονίων Νήσων.

Η Δευτεροβάθμια Υγειονομική Επιτροπή της Θεσσαλονίκης έχει αρμοδιότητα την εξέταση ενστάσεων κατά των αποφάσεων των Πρωτοβάθμιων Υγειονομικών Επιτροπών που λειτουργούν στις Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις της Μακεδονίας, της Θράκης, της Ηπείρου και της Θεσσαλίας.

Πρόεδροι των επιτροπών αυτών ορίζονται ιατροί του Ειδικού Σώματος και μέλη ιατροί των υποκαταστημάτων του Ι.Κ.Α.. Ιατροί που μετείχαν στις Πρωτοβάθμιες Επιτροπές απαγορεύεται να μετέχουν ως πρόεδροι ή μέλη στις Δευτεροβάθμιες Υγειονομικές Επιτροπές του Ιδρύματος.

Η εξέταση των προσώπων της περίπτωσης β΄ του άρθρου 1 του Ν.2643/1998 από τις Πρωτοβάθμιες και Δευτεροβάθμιες Επιτροπές γίνεται κατά προτεραιότητα και καταβάλλεται στο Ι.Κ.Α. εφάπαξ χρηματικό ποσό σαράντα πέντε (45) ευρώ που βαρύνει, στις περιπτώσεις που τα κρινόμενα πρόσωπα είναι ασφαλισμένα για παροχές ασθένειας, τον ασφαλιστικό τους οργανισμό ή το Δημόσιο αναλόγως, ενώ στις περιπτώσεις ανασφαλίστων το Ι.Κ.Α.. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα ανωτέρω ποσά.

Η εξέταση των ενστάσεων από τις Δευτεροβάθμιες Επιτροπές γίνεται με την ίδια διαδικασία που ορίζεται για τις Πρωτοβάθμιες.»

Η διάταξη της παραγράφου αυτής έχει εφαρμογή από 1.8.2003.


ΑΡΘΡΟ 15 – Ειδική επιδότηση ανεργίας

1. Η ειδική επιδότηση ανεργίας, που παρατάθηκε με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 43 του Ν.2956/2001, παρατείνεται για δύο (2) ακόμη έτη αφότου έληξε. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις που προβλέπουν την ειδική επιδότηση για κάθε κατηγορία εργαζομένων.

2. Η ειδική επιδότηση ανεργίας, η οποία προβλέπεται από την κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων 30161/2000 (ΦΕΚ 272 Β΄), η οποία εκδόθηκε κατ΄ εξουσιοδότηση του άρθρου 43 του Ν.2778/1999 (ΦΕΚ 295 Α΄), παρατείνεται για δύο (2) έτη. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι αναφερόμενες διατάξεις.

3. Οι μισθωτοί της επιχείρησης «ΠΙΝΔΟΣ Α.Ε.», των οποίων η σχέση εργασίας καταγγέλθηκε από 1.1.2002 μέχρι 31.1.2002 χωρίς υπαιτιότητα τους, δικαιούνται να επιλέξουν την ένταξη τους σε ένα από τα προγράμματα α) αυταπασχόλησης, β) νέων θέσεων, γ) κατάρτισης και δ) ειδικής επιδότησης ανεργίας, που εφαρμόζονται από τον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.).

Όσοι επιλέξουν το πρόγραμμα της κατάρτισης δικαιούνται να επιλέξουν και οποιοδήποτε άλλο, με την προϋπόθεση της μη ταυτόχρονης με το πρόγραμμα της κατάρτισης υπαγωγής τους και σε άλλο πρόγραμμα.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία ένταξης τους, στα προγράμματα, καθώς και η διάρκεια των προγραμμάτων αυτών, το ύψος των καταβαλλόμενων χρηματικών ποσών και κάθε άλλο σχετικό θέμα.

Ειδικότερα η διάρκεια της ειδικής επιδότησης ανεργίας ισχύει από τη δημοσίευση του παρόντος μέχρι τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων για λήψη πλήρους ή μειωμένης σύνταξης γήρατος, σε κάθε όμως περίπτωση δεν υπερβαίνει τους 36 μήνες. Το ημερήσιο επίδομα της ειδικής επιδότησης ανεργίας θα είναι αυξημένο κατά πενήντα τοις εκατό (50%) από εκείνο των άλλων ανέργων με επιπλέον προσαύξηση δέκα τοις εκατό (10 %) για κάθε προστατευόμενο μέλος.

Κατά το διάστημα της ειδικής επιδότησης της ανεργίας για όσους επιλέξουν το μέτρο αυτό συνεχίζεται η ασφάλιση τους στους οικείους ασφαλιστικούς φορείς κύριας και επικουρικής ασφάλισης για όλους τους κλάδους στους οποίους ασφαλίζονταν ως εργαζόμενοι.

Ο χρόνος ασφάλισης θεωρείται ως πραγματικός χρόνος εργασίας και λαμβάνεται υπόψη για τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων για λήψη πλήρους ή μειωμένης σύνταξης, καθώς και για τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 10 του Ν.825/1978 (ΦΕΚ 189 Α΄), όπως ισχύει μετά την αντικατάσταση και συμπλήρωση του με το άρθρο 32 του Ν.2874/2000 και με το άρθρο 2 του Ν.3029/2002 (ΦΕΚ 160 Α΄), και την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του Κανονισμού Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων (Κ.Β.Α.Ε.).

Οι δαπάνες που προκαλούνται για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού βαρύνουν για μεν τα προγράμματα της αυταπασχόλησης, των νέων θέσεων εργασίας και της κατάρτισης τον Ο.Α.Ε.Δ., για δε τα προγράμματα της ειδικής επιδότησης ανεργίας, κατά το 1/3 το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (Π.Δ.Ε.) και κατά το υπόλοιπο 2/3 τον Ο.Α.Ε.Δ..


ΑΡΘΡΟ 16 – Συγκρότηση επιτροπών

1. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων συγκροτούνται νομοπαρασκευαστικές επιτροπές από κρατικούς λειτουργούς, δικαστές, μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, μέλη Δ.Ε.Π. όλων των βαθμίδων, δικηγόρους, ειδικούς επιστήμονες, δημόσιους υπαλλήλους και συνταξιούχους με εμπειρία σε θέματα εργατικού και ασφαλιστικού δικαίου για την επεξεργασία σχεδίων νόμων, προεδρικών διαταγμάτων και κανονιστικών αποφάσεων αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται η αποζημίωση των μελών της επιτροπής και του γραμματέα αυτής.

2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων συγκροτούνται επιτροπές ή ομάδες εργασίας μη μόνιμου χαρακτήρα από δημόσιους υπαλλήλους ή και εμπειρογνώμονες του δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα με ειδικές γνώσεις και εμπειρία για τη διενέργεια ερευνών, την εκπόνηση μελετών, την εκτέλεση έργων και ειδικών εργασιών, εκθέσεων για την προώθηση θεμάτων αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Με την απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ορίζεται ο αριθμός των μελών κάθε επιτροπής, η ιδιότητα τους, ο σκοπός της, ο χρόνος περάτωσης του έργου της, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Στις επιτροπές αυτές μπορεί να συμμετέχουν και συνταξιούχοι του Δημοσίου ή συνταξιούχοι δικαστικοί λειτουργοί.

Με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται το ύψος της αποζημίωσης των μελών των επιτροπών ή ομάδων εργασίας σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

3. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί να ανατίθεται κατόπιν διαπραγματεύσεων απευθείας σε Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Α.Ε.Ι.) και Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (Τ.Ε.Ι.), που εποπτεύονται από το κράτος, η διενέργεια ερευνών, η εκπόνηση μελετών, η εκτέλεση έργων και ειδικών εργασιών αρμοδιότητας του Υπουργείου για ποσά ύψους διακοσίων σαράντα εννέα χιλιάδων (249.000,00) ευρώ. Μεταξύ του Υπουργού και του επιλεγέντος Ιδρύματος καταρτίζεται σύμβαση εγγράφως σύμφωνα με τους όρους της απόφασης ανάθεσης. Στην περίπτωση που στη σύμβαση προβλέπεται προκαταβολή, αυτή δεν μπορεί να υπερβαίνει το 30% του προϋπολογισμού της σύμβασης, μη συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α..


ΑΡΘΡΟ 17 – Θέματα Κοινωνικών Ασφαλίσεων

1. Η παρ. 4 του άρθρου 9 του Ν.3050/2002 (ΦΕΚ 214 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:

«4. Οι απασχολούμενοι με σύμβαση έργου σε φορείς του δημόσιου τομέα του άρθρου 51 του Ν.1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α΄), όπως ισχύει, σε επιχειρήσεις των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), καθώς και σε ερευνητικούς και τεχνολογικούς φορείς του Ν.1514/1985 (ΦΕΚ 13 Α΄) όπως ισχύει, για δράσεις που χρηματοδοτούνται ή συγχρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλους διεθνείς, δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς, υπάγονται υποχρεωτικά στην ασφάλιση του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε. - Τ.Ε.Β.Ε.). Όσα από τα πρόσωπα του προηγούμενου εδαφίου έχουν ασφαλιστεί μέχρι 12.9.2002 για την απασχόληση τους αυτή στο Ι.Κ.Α. ή στον Ο.Α.Ε.Ε. - Τ.Ε.Β.Ε. και στο Ι.Κ.Α., μπορούν να επιλέξουν τη συνέχιση της ασφάλισής τους στο Ι.Κ.Α. αντί της υπαγωγής τους στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε.-Τ.Ε.Β.Ε.. Η επιλογή ασκείται με υποβολή σχετικής δήλωσης του ασφαλισμένου μέσα σε τέσσερις (4) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος.

Σε περίπτωση επιλογής συνέχισης της ασφάλισης στο Ι.Κ.Α. και εφόσον για το μέχρι 12.9.2002 χρονικό διάστημα έχει καταλογιστεί σε βάρος του εργοδότη Πράξη Επιβολής Εισφορών καταβάλλεται, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών από τον εργοδότη, χωρίς πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις. Εάν για το ίδιο ως άνω χρονικό διάστημα έχουν καταβληθεί εισφορές και στο Τ.Ε.Β.Ε., αυτές θεωρούνται ως αχρεωστήτως καταβληθείσες και αναζητούνται μέσα σε έξι (6) μήνες από την ημερομηνία επιλογής του Ι.Κ.Α. ως ασφαλιστικού φορέα και ύστερα από αίτηση του ασφαλισμένου. Σε περίπτωση που δεν επιλεγεί η συνέχιση της ασφάλισης στο Ι.Κ.Α., τότε οι υπέρ του Ι.Κ.Α. ασφαλιστικές εισφορές, καθώς και τα τυχόν επιβληθέντα πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις θεωρούνται ως αχρεωστήτως καταβληθείσες και αναζητούνται μέσα στην ίδια ως άνω προθεσμία ύστερα από αίτηση του εργοδότη και του ασφαλισμένου. Στον εργοδότη επιστρέφονται οι εργοδοτικές εισφορές μαζί με τα πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις, στον δε ασφαλισμένο οι εργατικές εισφορές.

Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και σε εκκρεμείς υποθέσεις σε οποιοδήποτε στάδιο της διοικητικής διαδικασίας.

Από τις ρυθμίσεις της παραγράφου αυτής εξαιρούνται οι ασφαλισμένοι των Ταμείων Νομικών, του Ταμείου Συντάξεων Μηχανικών Εργοληπτών Δημοσίων Έργων (Τ.Σ.Μ.Ε.Δ.Ε.) και του Ταμείου Συντάξεων και Αυτασφάλισης Υγειονομικών (Τ.Σ.Α.Υ.), οι οποίοι εξακολουθούν να ασφαλίζονται στα εν λόγω Ταμεία.»

2. Δημοσιογράφοι, μέλη της Ένωσης Συντακτών Περιοδικού και Ηλεκτρονικού Τύπου, που απασχολούνται με σχέση εξαρτημένης εργασίας με την ειδικότητα του συντάκτη, κατά κύριο επάγγελμα στα γραφεία τύπου των Κρατικών Υπηρεσιών, στο εσωτερικό και το εξωτερικό, των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, των Δημοσίων Επιχειρήσεων και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ασφαλίζονται στο Ταμείο Ασφάλισης Ιδιοκτητών, Συντακτών και Υπαλλήλων Τύπου (Τ.Α.Ι.Σ.Υ.Τ.), εφόσον δεν είναι τακτικοί ή μόνιμοι υπάλληλοι των υπηρεσιών αυτών και έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση του Ταμείου αυτού λόγω προηγούμενης απασχόλησης σε άλλο εργοδότη.

Δημοσιογράφοι, μέλη της Ένωσης Συντακτών Περιοδικού και Ηλεκτρονικού Τύπου, που απασχολούνται με σχέση εξαρτημένης εργασίας κατά κύριο επάγγελμα στα γραφεία τύπου των πολιτικών κομμάτων, τα οποία εκπροσωπούνται στο Ελληνικό ή Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ασφαλίζονται στο Ταμείο Ασφάλισης Ιδιοκτητών, Συντακτών και Υπαλλήλων Τύπου (Τ.Α.Ι.Σ.Υ.Τ.), εφόσον έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση του Ταμείου αυτού από προηγούμενη απασχόληση τους σε άλλον εργοδότη.

Για την ασφάλιση τους στον κλάδο Κύριας Ασφάλισης του Ταμείου, καταβάλλεται: α) εισφορά εργοδότη σε ποσοστό εννέα τοις εκατό (9%) και ισόποση εισφορά του ασφαλισμένου, που υπολογίζεται στο σύνολο των μηνιαίων αποδοχών της συγκεκριμένης απασχόλησης και β) για τους λοιπούς κλάδους οι προβλεπόμενες από τον Κανονισμό Λειτουργίας εισφορές.

Οι δικαιούμενοι από 1.1.2002 εφάπαξ βοηθήματος από τον Κλάδο Πρόνοιας του Τ.Α.Ι.Σ.Υ.Τ. πέραν του προβλεπόμενου από το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 17 του Κανονισμού Λειτουργίας ανώτατου ορίου, όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του Π.Δ.223/1990 (ΦΕΚ 83 Α΄) και τροποποιημένο ισχύει, λαμβάνουν και το ένα τρίτο (1/3) της διαφοράς μεταξύ αυτού και του ποσού του εφάπαξ βοηθήματος που προκύπτει χωρίς ανώτατο όριο και οι δικαιούμενοι από 1.1.2003 τα δύο τρίτα (2/3) της διαφοράς αυτής.

Οι δικαιούμενοι από 1.1.2004 και εφεξής εφάπαξ βοηθήματος λαμβάνουν το ποσό που προκύπτει από τις καταστατικές διατάξεις του Ταμείου, καταργουμένου του ανώτατου ορίου.

Στους Δημοσιογράφους και Ειδικούς Επιστήμονες του Υπουργείου Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης που υπηρετούν με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου σε γραφεία τύπου χωρών εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ε.Ο.Χ. και ασφαλίζονται στο Ι.Κ.Α. ή το Τ.Α.Ι.Σ.Υ.Τ. σε περίπτωση ασθένειας κατά την παραμονή τους στο εξωτερικό, αποδίδονται από τον ασφαλιστικό τους οργανισμό δαπάνες ως ακολούθως:

α) Για τις ιατρικές επισκέψεις και κάθε είδους εξετάσεις και ιατρικές πράξεις τα προβλεπόμενα από τον κανονισμό του φορέα για παροχή περίθαλψης στην ημεδαπή.

β) Για φαρμακευτική περίθαλψη αποδίδεται δαπάνη σύμφωνα με τα προσκομιζόμενα δικαιολογητικά. Η συμμετοχή του ασφαλισμένου ορίζεται σε ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25 %).

γ) Για νοσοκομειακή περίθαλψη που πραγματοποιείται στην αλλοδαπή αποδίδεται το ποσό του συνολικού ενοποιημένου κλειστού νοσηλίου των νοσοκομείων του Ε.Σ.Υ., διαφοροποιημένου κατά κατηγορία παρεχόμενων ιατρικών υπηρεσιών και σε κάθε άλλη περίπτωση μέχρι το διπλάσιο του ποσού του ημερήσιου κλειστού νοσηλίου κατά νοσηλευτικό τομέα των νοσοκομείων του Ε.Σ.Υ., όπως ισχύει κάθε φορά στην ημεδαπή.

Για την απόδοση των δαπανώντα σχετικά δικαιολογητικά υποβάλλονται στον οικείο ασφαλιστικό οργανισμό εντός εξαμήνου από την πραγματοποίηση της δαπάνης. Υποβάλλονται τα πρωτότυπα αναλυτικά τιμολόγια ή οι σχετικές πρωτότυπες εξοφλητικές αποδείξεις θεωρημένες από την αρμόδια προξενική αρχή ή ελλείψει αυτής από την αρμόδια αστυνομική ή άλλη δημόσια αρχή και επίσημα μεταφρασμένα.

Με απόφαση του Δ.Σ. του οικείου φορέα, καθορίζεται ο τρόπος και η διαδικασία απόδοσης της σχετικής δαπάνης, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

3. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 4 του Ν.3029/2002 (ΦΕΚ 160 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:

«Για τους από 1.1.2005 απασχολούμενους για πρώτη φορά σε επαγγέλματα που καθορίζονται με το ανωτέρω προεδρικό διάταγμα, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 24 του Ν.2084/1992 (ΦΕΚ 165 Α΄).»

4. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 24 του Ν.2789/2000 (ΦΕΚ 21 Α΄) τροποποιείται ως ακολούθως:

«Τα ασφαλιστικά ταμεία αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων προκαταβάλλουν στα νοσοκομεία του Ε.Σ.Υ., στο Γενικό Περιφερειακό Νοσοκομείο "ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ" και στο "Ν.Ι.Μ.Τ.Σ." το 90% του συνολικού ποσού που προκύπτει από τα υποβαλλόμενα μηνιαίως σχετικά δικαιολογητικά, για δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης των ασφαλισμένων τους, το αργότερο μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία υποβολής τους.»

5. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 40 του Ν.2972/2001 (ΦΕΚ 291 Α΄) προστίθενται εδάφια που έχουν ως εξής:

«Από τα ποσά της κρατικής εισφοράς του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών, όπως αυτή προβλέπεται από τις διατάξεις της περίπτωσης β΄ του άρθρου 3 του Ν.2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α΄) και ισχύει κάθε φορά, ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%) ετησίως μεταφέρεται στον Κλάδο Υγείας του Οργανισμού μέσα σε ένα (1) μήνα από την απόδοση της κρατικής εισφοράς με απόφαση του Δ.Σ. του Ταμείου και αποτελεί έσοδο αυτού.

Από τα ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών ποσοστό 7,5%, το οποίο υπολογίζεται επί της ονομαστικής τους αξίας της 31.12.2002, μεταφέρεται εφάπαξ, με απόφαση του Δ.Σ. του Ο.Γ.Α. μέσα σε ένα (1) μήνα από τη δημοσίευση της παρούσας στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στον Κλάδο Υγείας του Οργανισμού και αποτελεί έσοδο αυτού.»

6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Υγείας και Πρόνοιας, καθορίζεται η διαδικασία, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εισαγωγή των ασφαλισμένων των ασφαλιστικών φορέων στα Κέντρα Αποθεραπείας και Αποκατάστασης κλειστής και ημερήσιας νοσηλείας του άρθρου 15 του Π.Δ.395/1993 (ΦΕΚ 166 Α΄).

7. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 8 του άρθρου 5 του Ν.3050/2002 (ΦΕΚ 214 Α΄) αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Προϊστάμενοι των Τμημάτων των παραγράφων 4 έως και 7 τοποθετούνται υπάλληλοι με βαθμό Α2 ή Α3 του Κλάδου Διοίκησης εκτός από το Τμήμα Μεταφράσεων στο οποίο προΐσταται υπάλληλος με βαθμό Α2 ή Α3 του Κλάδου Μεταφραστών.»

8. Αρμόδια όργανα για τη διαπίστωση της σωματικής ή διανοητικής ανικανότητας για τη συνταξιοδότηση λόγω αναπηρίας ή χορήγηση επιδομάτων από το Ταμείο Νομικών είναι σε πρώτο βαθμό οι Πρωτοβάθμιες Υγειονομικές Επιτροπές και σε δεύτερο βαθμό οι Δευτεροβάθμιες Υγειονομικές Επιτροπές, του Ο.Α.Ε.Ε. - Τ.Ε.Β.Ε., στις οποίες παραπέμπονται οι ασφαλισμένοι ή συνταξιούχοι του Ταμείου.

Η σχετική δαπάνη και η αποζημίωση των μελών των Υγειονομικών Επιτροπών βαρύνει τον Προϋπολογισμό του Ταμείου Νομικών.

Από την ισχύ του παρόντος καταργείται κάθε ειδική διάταξη του Ταμείου Νομικών περί Υγειονομικών Επιτροπών.

9. Οι καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές των Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων προς το Ταμείο Σύνταξης και Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Γεωργικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων (Τ.Σ.Ε.Α.Π.Γ.Σ.Ο.) χρονικής περιόδου μέχρι 31.12.2002, καταβάλλονται είτε εφάπαξ είτε σε ογδόντα (80) ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις, κατά παρέκκλιση των διατάξεων των περιπτώσεων α΄, β΄, γ΄ της παρ. 3 του άρθρου 61 του Ν.2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α΄).

Οι ανωτέρω εισφορές απαλλάσσονται από τα πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις, αν καταβληθούν εφάπαξ μέσα σε έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος.

Σε περίπτωση εξόφλησης τους σε δόσεις τα πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις μειώνονται κατά ενενήντα τοις εκατό (90%).

Η αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή υποβάλλεται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος.

Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι το τέλος του τρίτου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού.

Η μη εμπρόθεσμη καταβολή, είτε της εφάπαξ οφειλής είτε έξι (6) συνεχόμενων δόσεων, καθώς και η μη καταβολή των τρεχουσών απαιτητών ασφαλιστικών εισφορών, συνεπάγεται την αμετάκλητη απώλεια του ευεργετήματος της τμηματικής εξόφλησης των οφειλόμενων εισφορών.

Τα ανωτέρω ισχύουν για μία μόνο ρύθμιση και σε περίπτωση απώλειας του ευεργετήματος αναβιώνουν τα πρόσθετα τέλη και οι προσαυξήσεις.

Τα ποσοστά απαλλαγής ισχύουν:

α) για τις βεβαιωμένες και μη καταβληθείσες οφειλές χρονικής περιόδου απασχόλησης μέχρι 31.12.2002 και

β) για τις ρυθμισμένες οφειλές της ανωτέρω χρονικής περιόδου για το υπόλοιπο ποσό της οφειλής τους.

Στις Αγροτικές Συνεταιριστικές Οργανώσεις, που υπάγονται στην παρούσα ρύθμιση και τηρούν τους όρους της ρύθμισης αυτής χορηγείται βεβαίωση ασφαλιστικής ενημερότητας.

10. Το προσωπικό που υπηρετεί στην Αγροτική Ανώνυμη Ασφαλιστική Εταιρεία Ζωής και Υγείας (Α.Α.Α.Ε.Ζ.Υ.) εξακολουθεί και μετά τη συγχώνευση της ανωτέρω εταιρείας στην Αγροτική Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Γενικών Ασφαλειών (Α.Α.Ε.Ε.Γ.Α.) να ασφαλίζεται στο Ι.Κ.Α. και για τους ίδιους κλάδους στους οποίους ασφαλιζόταν μέχρι τη συγχώνευση.

11. Παρατείνεται η προθεσμία η οποία είχε οριστεί με την παρ. 2 του άρθρου 8 του Π.Δ.120/2001 (ΦΕΚ 108 Α΄), για την έναρξη λειτουργίας των τριών Υποδιευθύνσεων του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. Αθήνας που συστήθηκαν με την παρ. 4 του άρθρου 26 του Π.Δ.266/1989 (ΦΕΚ 127 Α΄), για δύο (2) έτη.

12. Στο τέλος της παρ. 13α του άρθρου 6 του Ν.3029/2002 (ΦΕΚ 160 Α΄) προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Η θητεία του Δ.Σ. είναι τριετής.»

13. Οι καθυστερούμενες, μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, εισφορές προς τους ασφαλιστικούς οργανισμούς κύριας ασφάλισης αυτοαπασχολουμένων και ελεύθερων επαγγελματιών αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μαζί με τα πρόσθετα τέλη και λοιπές επιβαρύνσεις εξοφλούνται κατά παρέκκλιση των παραγράφων 1, 3 και 6 του άρθρου 61 του Ν.2676/1999, ως εξής:

α) είτε εφάπαξ με έκπτωση σε ποσοστό 80% επί των προσθέτων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων,

β) είτε σε ογδόντα (80) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με έκπτωση σε ποσοστό 50% επί των πρόσθετων τελών και λοιπών επιβαρύνσεων. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 150 ευρώ.

Η σχετική αίτηση πρέπει να υποβληθεί μέχρι το τέλος του τρίτου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

Όσοι επιλέξουν τη ρύθμιση της οφειλής εφάπαξ πρέπει να καταβάλουν το σύνολο της οφειλής τους μέχρι το τέλος του τρίτου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος.

Όσοι επιλέξουν την καταβολή της οφειλής σε δόσεις πρέπει να καταβάλουν την πρώτη δόση κατά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και όχι πέραν του τρίτου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος, καθώς και προκαταβολή 10% επί της κεφαλαιοποιούμενης συνολικής οφειλής.

Ειδικά για το μηχανογραφικό σύστημα είσπραξης εισφορών που ισχύει στον Ο.Α.Ε.Ε., η είσπραξη της πρώτης διμηνιαίας δόσης θα γίνει μετά την εμπρόθεσμη καταβολή της προκαταβολής μαζί με τις τρέχουσες εισφορές του επόμενου διμήνου, με δυνατότητα εκπρόθεσμης καταβολής τρεχουσών εισφορών κατά ανώτατο όριο τριών (3) διμηνιαίων δόσεων συνολικά.

Σε περίπτωση εκπρόθεσμης καταβολής δόσης το συνολικό ποσό αυτής, όπως έχει διαμορφωθεί μετά την κεφαλαιοποίηση προσαυξάνεται με τα προβλεπόμενα κάθε φορά πρόσθετα τέλη.

Για την καταβολή της κάθε δόσης απαραίτητη προϋπόθεση είναι η εξόφληση των τρεχουσών εισφορών.

Η μη καταβολή της εφάπαξ οφειλής μέσα στην ανωτέρω οριζόμενη προθεσμία ή η μη εμπρόθεσμη καταβολή έξι (6) δόσεων συνολικά, καθώς και η μη καταβολή των τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών συνεπάγεται την απώλεια του παρεχόμενου με το άρθρο αυτό δικαιώματος ρύθμισης και η εξόφληση διενεργείται σύμφωνα μετά οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 61 του Ν.2676/1999.

Στην παρούσα ρύθμιση μπορούν να υπαχθούν και όσοι έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους με τις διατάξεις του άρθρου 61 του Ν.2676/1999.

Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις των παρ. 7 έως και 12 του άρθρου 61 του Ν.2676/1999.

14. Το άρθρο 4 του Ν.1239/1982 (ΦΕΚ 35 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:

«Δεν επιτρέπεται η δανειοδότηση επιχειρήσεων από Τράπεζα ή οποιοδήποτε άλλο Πιστωτικό Ίδρυμα, χωρίς την προσκόμιση βεβαίωσης του Ι.Κ.Α. και των άλλων Ασφαλιστικών Οργανισμών Κύριας Ασφάλισης Μισθωτών περί καταβολής ή διακανονισμού των οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών προς αυτούς.»

15. Από 1.1.2004 θεσπίζεται υπέρ του Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Εταιρειών Πετρελαιοειδών (Τ.Ε.Α.Π.Ε.Π.) έσοδο που ανέρχεται σε ποσοστό 1/ (ένα τοις χιλίοις) επί του ετήσιου κύκλου εργασιών των εταιρειών πετρελαιοειδών από εμπόρια πάσης φύσεως πετρελαιοειδών προϊόντων, των οποίων το προσωπικό υπάγεται στην ασφάλιση του Ταμείου. Το προκύπτον ποσό κάθε οικονομικής χρήσης καταβάλλεται από τις εταιρείες στο Ταμείο μέσα στο επόμενο έτος σε δώδεκα ισόποσες μηνιαίες δόσεις. Ειδικά για το έτος 2004 καταβάλλονται ποσά που αντιστοιχούν στην οικονομική χρήση του έτους 2003.

Τα παραπάνω ποσά εκπίπτουν κατά το χρόνο καταβολής τους από τα ακαθάριστα έσοδα των εταιρειών για τον προσδιορισμό των φορολογητέων κερδών.

16. Εξαιρείται το Ι.Κ.Α. από τις διατάξεις του Π.Δ.67/2000 άρθρο 4, κεφ. Α΄, παρ. 4, όπως αντικαταστάθηκαν από τις διατάξεις του άρθρου μόνου του Π.Δ.8/2001. Για τις συνταγές Ι.Κ.Α. ανεξαρτήτως αξίας της συνταγής δεν απαιτείται θεώρηση.


ΑΡΘΡΟ 18

1. Ο χρόνος ασφάλισης στο Τ.Σ.Α.Υ. του ιπτάμενου προσωπικού του Ε.Κ.Α.Β., που κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του απασχολείται στην αεροδιακομιδή ασθενών, υπολογίζεται στο διπλάσιο, εφόσον κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας αυτής έχουν πραγματοποιηθεί τουλάχιστον πενήντα (50) ώρες πτήσης για κάθε έτος που αναγνωρίζεται.

Ο αριθμός των ωρών πτήσης βεβαιώνεται από το Ε.Κ.Α.Β.

Η αναγνώριση πραγματοποιείται με το ποσό της εισφοράς ελεύθερου επαγγελματία, που ισχύει κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.

Η εξόφληση της οφειλής γίνεται είτε εφάπαξ εντός τριών (3) μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης περί αναγνώρισης είτε σε εξήντα (60) ισόποσες μηνιαίες δόσεις. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 61 του Ν.2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α΄).

Η ανωτέρω ρύθμιση καταλαμβάνει και όσους ασφαλισμένους κατά τη δημοσίευση του παρόντος έχουν πραγματοποιήσει τις ως άνω προβλεπόμενες ώρες πτήσης ετησίως.

2. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Οικονομίας και Οικονομικών δύνανται να διατίθενται ποσά για δαπάνες εκπαίδευσης, για μεν τους υπαλλήλους της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων σε βάρος του Λογαριασμού Βελτίωσης Κοινωνικής Ασφάλισης, για δε τους υπαλλήλους των Ασφαλιστικών Οργανισμών σε βάρος των προϋπολογισμών τους.

Οι κοινές αποφάσεις 414/22.5.2002 και 430/22.5.2002 των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων έχουν εφαρμογή και για τους υπαλλήλους των Ασφαλιστικών Οργανισμών, η δε σχετική δαπάνη βαρύνει τους προϋπολογισμούς τους.

3. Η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 15 του α.ν.1846/1951 (ΦΕΚ 179 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του Ι.Κ.Α. μετέχει άνευ ψήφου, ως κυβερνητικός Επίτροπος, γενικός διευθυντής της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αναπληρούμενος από τον έτερο γενικό Διευθυντή της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων του ίδιου Υπουργείου, διοριζόμενος με τριετή θητεία από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.»

4. Η προβλεπόμενη από το πρώτο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 10 του Ν.3050/2002 (ΦΕΚ 214 Α΄) προθεσμία υποβολής αίτησης για τη συμπλήρωση του αριθμού ημερών ασφάλισης του εδαφίου β΄ του άρθρου 1 του β.δ.649/1968 (ΦΕΚ 232 Α΄) καταργείται από της ισχύος της.

5. Η παρ. 3 του άρθρου 10 του Ν.2434/1996 αντικαθίσταται ως εξής:

«3. Η προβλεπόμενη από την παρ. 1 του άρθρου αυτού ασφαλιστική κάλυψη αρχίζει από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και λήγει με την ανάληψη εργασίας ή με τη συνταξιοδότησή τους από οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό.»

6. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 18 του Ν.2458/1997 αντικαθίσταται ως εξής:

«Στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α. και για τον κλάδο παροχών ασθένειας σε είδος, υπάγονται οι άνεργοι που δεν είναι ασφαλισμένοι σε οποιονδήποτε άλλο δημόσιο ασφαλιστικό οργανισμό και παρακολουθούν συγχρηματοδοτούμενα ή μη από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο Προγράμματα Επαγγελματικής Κατάρτισης και για όλη τη διάρκεια των προγραμμάτων αυτών.»

7. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 9 του Ν.3050/2002 αντικαθίστανται από τότε που ίσχυσαν ως ακολούθως:

«1. α) Επαγγελματίες, βιοτέχνες και έμποροι που ασκούν επαγγελματική ή βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα σε πόλεις, χωριά ή οικισμούς κάτω των 2.000 κατοίκων σύμφωνα με την απογραφή του έτους 2001 υπάγονται από 1.1.2003 στην υποχρεωτική ασφάλιση του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.), εφόσον ο μέσος όρος των εισοδημάτων των τριών τελευταίων ετών από επαγγελματική ή βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα, όπως προκύπτουν από το εκκαθαριστικό της Δ.Ο.Υ., υπερβαίνει το 500πλάσιο του εκάστοτε ισχύοντος ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη.

β) Επαγγελματίες, βιοτέχνες και έμποροι των ανωτέρω περιοχών που ασκούν παράλληλα και αγροτική δραστηριότητα υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε., εφόσον το 50% και πλέον του μέσου όρου των εισοδημάτων, όπως προκύπτουν από το εκκαθαριστικό της Δ.Ο.Υ., των τριών τελευταίων ετών από αγροτική και επαγγελματική ή βιοτεχνική ή εμπορική απασχόληση, προέρχεται από επαγγελματική ή βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα και υπερβαίνει το 500πλάσιο του εκάστοτε ισχύοντος ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη.

γ) Για επαγγελματίες, βιοτέχνες και εμπόρους των εδαφίων α΄ και β΄ που συμπληρώνουν τριετία από την έναρξη επαγγέλματος ή με έναρξη επαγγέλματος μετά την 1.1.2003 για την υποχρεωτική ή μη υπαγωγή στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. λαμβάνονται υπόψη τα εισοδήματα των τριών πρώτων ετών από την έναρξη επαγγέλματος, όπως προκύπτουν από το εκκαθαριστικό της Δ.Ο.Υ.. Για τα τρία πρώτα χρόνια η ασφάλιση στον Ο.Α.Ε.Ε. είναι προαιρετική, σύμφωνα με τις διατάξεις του στ΄ εδαφίου.

δ) Στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. υπάγονται τα μέλη των Ο.Ε., Ε.Ε., Ε.Π.Ε. των ανωτέρω περιοχών, των οποίων ο σκοπός τους συνιστά επαγγελματική, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα, καθώς και τα μέλη Διοικητικού Συμβουλίου Α.Ε. που είναι μέτοχοι κατά ποσοστό 5% τουλάχιστον.

ε) Οι ιδιοκτήτες έως και επτά (7) ενοικιαζόμενων δωματίων σε όλη την Επικράτεια εξαιρούνται από την υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε., εφόσον εργάζονται ή απασχολούνται ή λαμβάνουν σύνταξη από οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό ή το Δημόσιο.

Οι ιδιοκτήτες άνω των οκτώ (8) ενοικιαζόμενων δωματίων σε πόλεις, χωριά ή οικισμούς κάτω των 2.000 κατοίκων, σύμφωνα με την απογραφή του έτους 2001, υπάγονται από 1.1.2003 στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε., εφόσον ο μέσος όρος των εισοδημάτων των τριών τελευταίων ετών από τη δραστηριότητα αυτή, όπως προκύπτουν από το εκκαθαριστικό της Δ.Ο.Υ., υπερβαίνει το 500πλάσιο του εκάστοτε ισχύοντος ημερομισθίου του ανειδίκευτου εργάτη.

στ) Τα πρόσωπα των ανωτέρω εδαφίων που εξαιρούνται από την ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. μπορούν να ασφαλίζονται στον Οργανισμό αυτόν προαιρετικά, σύμφωνα με τις διατάξεις των Ν.Δ.4435/1964 (ΦΕΚ 217 Α΄) και 4521/1966 (ΦΕΚ 135 Α΄), όπως ισχύουν. Επαγγελματίες, βιοτέχνες και έμποροι άνω των 60 ετών κατά την έναρξη ισχύος των διατάξεων αυτών, ασφαλισμένοι ήδη στον Ο.Γ.Α., μπορούν να εξαιρεθούν από την ασφάλιση στον Ο.Α.Ε.Ε. με αίτηση τους που υποβάλλεται μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία ενός έτους από την έναρξη ισχύος των διατάξεων αυτών. Τα πρόσωπα αυτά συνεχίζουν την ασφάλιση τους στον Ο.Γ.Α..

2. Έμποροι με άσκηση επαγγέλματος σε πόλεις, χωριά ή οικισμούς κάτω των 2.000 κατοίκων, οι οποίοι ασφαλίστηκαν στον Ο.Γ.Α. και έχουν καταβάλει ή θα καταβάλλουν τις ασφαλιστικές τους εισφορές μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, λογίζονται ότι καλώς ασφαλίσθηκαν στον Ο.Γ.Α.. Ο χρόνος αυτός λογίζεται χρόνος ασφάλισης στον Ο.Γ.Α. και συνυπολογίζεται με τον υπόλοιπο χρόνο στον Ο.Α.Ε.Ε. σύμφωνα με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης του άρθρου 13 του Ν.2458/1997 (ΦΕΚ 15 Α΄), όπως ισχύει.»

8. Η παράγραφος 3 του άρθρου 9 του Ν.3050/2002 αντικαθίσταται από τότε που ίσχυσε ως ακολούθως:

«3. Επαγγελματίες, βιοτέχνες και έμποροι, που ασκούν επαγγελματική ή βιοτεχνική δραστηριότητα σε πόλεις, χωριά ή οικισμούς άνω των 1.000 κατοίκων στους νομούς Αττικής, Βοιωτίας, Εύβοιας, Κορινθίας, Αχαΐας και Θεσσαλονίκης, σύμφωνα με την απογραφή του έτους 2001, εξακολουθούν να υπάγονται στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε..

Επαγγελματίες, βιοτέχνες και έμποροι, που ασκούν επαγγελματική ή βιοτεχνική δραστηριότητα σε περιοχές κάτω των 1.000 κατοίκων στους νομούς που ορίζονται στο προηγούμενο εδάφιο, υπάγονται από 1.1.2003 στην υποχρεωτική ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. βάσει εισοδηματικών κριτηρίων, σύμφωνα με όσα ορίζονται στα εδάφια α΄, β΄ και γ΄ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

Πρόσωπα που έχουν υπαχθεί στην ασφάλιση του Ο.Α.Ε.Ε. με τις διατάξεις του άρθρου 137 του Ν.2071/1992 (ΦΕΚ 123 Α΄) συνεχίζουν την ασφάλιση τους στον Ο.Α.Ε.Ε..»

9. Επαγγελματίες και βιοτέχνες της πρώην Κοινότητας Βάρδας Νομού Ηλείας - σημερινό Δημοτικό Διαμέρισμα Βάρδας του Δήμου Βουπρασίας Νομού Ηλείας - που έχουν κάνει έναρξη της επαγγελματικής τους δραστηριότητας πριν από την ισχύ του Ν.2071/1992, εξαιρούνται της υποχρεωτικής ασφάλισης του Ο.Α.Ε.Ε. - Τ.Ε.Β.Ε. και απαλλάσσονται της υποχρέωσης καταβολής στον Οργανισμό αυτόν εισφορών, εφόσον είναι ασφαλισμένοι στον Ο.Γ.Α, και υποβάλουν αίτηση εξαίρεσης εντός προθεσμίας ενός (1) έτους από τη δημοσίευση του παρόντος.

Αξιώσεις του Ο.Α.Ε.Ε. - Τ.Ε.Β.Ε. κατά αυτών για καταβολή εισφορών μετά των νομίμων προσαυξήσεων παραγράφονται, κάθε δε προς τούτο εκκρεμής δίκη καταργείται. Τυχόν καταβληθείσες εισφορές δεν αναζητούνται.

10. Οι καθυστερούμενες από τα αστικά και υπεραστικά ΚΤΕΛ και τους δημοτικούς οργανισμούς και δημοτικές επιχειρήσεις που εκτελούν συγκοινωνιακό έργο ασφαλιστικές εισφορές χρονικής περιόδου απασχόλησης μέχρι και την 31.12.2002 από κύριες ασφαλιστικές εισφορές προς το Ι.Κ.Α. και τους οργανισμούς, ταμεία και λογαριασμούς των οποίων οι εισφορές εισπράττονται ή συνεισπράττονται από το Ι.Κ.Α. (για κύρια και επικουρική ασφάλιση) εξοφλούνται σε εκατόν είκοσι (120) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, χωρίς υποχρέωση προκαταβολής, διαγραφομένων των αναλογούντων σε αυτές πρόσθετων τελών, προσαυξήσεων, λοιπών επιβαρύνσεων, δικαστικών εξόδων, εξόδων και δικαιωμάτων εκτέλεσης κ.λπ..

Προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή είναι η υποβολή σχετικής αίτησης και η προσκόμιση όλων των απαραίτητων δικαιολογητικών για έλεγχο στο αρμόδιο Υποκατάστημα Ι.Κ.Α. εντός έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος. Στην παρούσα ρύθμιση υπάγονται και όσα ΚΤΕΛ έχουν ρυθμίσει τις οφειλές τους σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.2676/1999, για το μέρος των εισφορών που δεν έχουν ακόμη καταβληθεί.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

11. Η προθεσμία της παρ. 2 του άρθρου 14 του Ν.3050/2002 παρατείνεται μέχρι 30.6.2003.


ΑΡΘΡΟ 19

1. Στο τέλος του τέταρτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 32 του Ν.2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α΄) προστίθεται:

«Κατ΄ εξαίρεση στην Περιφέρεια Αττικής συνιστώνται τρία (3) Τμήματα με έδρα την Αθήνα και όρια ευθύνης τα όρια των ΠΕ.Σ.Υ. Αττικής (άρθρο 1 του Ν.2889/2001 ΦΕΚ 37 Α΄).

Στη Γ.Γ.Κ.Α. του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων για τις ανάγκες της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. στην Περιφέρεια Αττικής συνιστώνται:

1 θέση ΠΕ Ιατρών Ειδικοτήτων

2 θέσεις ΠΕ Φαρμακοποιών

2 θέσεις ΠΕ Πληροφορικής ειδικότητας Επιστήμης των Υπολογιστών.»

2. Η παράγραφος 5 του άρθρου 32 του Ν.2676/1999 αντικαθίσταται ως εξής:

«5. Η ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. σχεδιάζει και εισηγείται μηχανογραφικές εφαρμογές για την παρακολούθηση της κατανάλωσης των παροχών και υπηρεσιών υγείας και τον έλεγχο των δαπανών.

Το κόστος σχεδίασης και ανάπτυξης των μηχανογραφικών εφαρμογών δύναται να βαρύνει ή τον Λ.Β.Κ.Α. ή δύναται με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων να κατανέμεται στους εξυπηρετούμενους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. Με τις ίδιες αποφάσεις ορίζεται ο τρόπος κατανομής και πληρωμής, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

Οι εφαρμογές του ελέγχου των δαπανών υγείας δύναται να αναπτύσσονται σε κεντρικό ή περιφερειακό επίπεδο και ανατίθενται, με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, απευθείας είτε σε Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης είτε σε άλλους φορείς του δημόσιου τομέα.

Το ανατιθέμενο έργο, το ύφος της αμοιβής, ο τρόπος πληρωμής, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εκτέλεση του έργου περιγράφεται στην απόφαση ανάθεσης.

Επίσης, οι ως άνω εφαρμογές δύνανται να ανατίθενται σε φορέα ιδιωτικού τομέα, τηρουμένων των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας.»

3. Στο τέλος της παραγράφου 7 του άρθρου 32 του Ν.2676/1999 (ΦΕΚ 1 Α΄) προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κατανέμονται οι θέσεις της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. μεταξύ Κεντρικής Υπηρεσίας και των Περιφερειακών της Υπηρεσιών.»

4. Μέχρι την έναρξη λειτουργίας όλων των περιφερειακών Τμημάτων της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. της Γ.Γ.Κ.Α. δύναται με εντολή του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων να διενεργείται έλεγχος Υπηρεσιών Υγείας σε περιοχές εκτός της Περιφέρειας Αττικής από υπαλλήλους της Κεντρικής Υπηρεσίας της ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α. και των Τμημάτων Περιφέρειας Αττικής.

Η εντολή εκδίδεται με απόφαση του Υπουργού από την Υπηρεσία Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης.

5. Οι θέσεις των ιατρών και φαρμακοποιών της Υπηρεσίας Ελέγχου Δαπανών Υγείας Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (ΥΠ.Ε.Δ.Υ.Φ.Κ.Α.) είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης.

Οι ιατροί και φαρμακοποιοί που υπηρετούν στις παραπάνω θέσεις είναι μόνιμοι δημόσιοι λειτουργοί και απαγορεύεται να ασκούν την ιατρική ή το επάγγελμα του φαρμακοποιού ως ελεύθερο επάγγελμα ή οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα εκτός από αυτά που έχουν σχέση με συγγραφική ή καλλιτεχνική δραστηριότητα και να κατέχουν οποιαδήποτε άλλη δημόσια ή ιδιωτική θέση. Επίσης, απαγορεύεται να είναι ιδιοκτήτες κλινικής ή φαρμακευτικής επιχείρησης ή να μετέχουν σε εταιρείες με αντίστοιχα αντικείμενα.


ΑΡΘΡΟ 20

1. Οι προθεσμίες που καθορίζονται στα άρθρα 3, 4, παρ. 6 και 5 του Ν.2972/2001 (ΦΕΚ 291 Α΄) για την υποβολή της Αναλυτικής Περιοδικής Δήλωσης (Α.Π.Δ.), καθώς και αυτές που καθορίζονται στα άρθρα 11 και 13 του Κανονισμού Διαδικασιών Ασφάλισης για την εφαρμογή της Α.Π.Δ. και αφορούν μισθολογικές περιόδους από 1.7.2002 μέχρι 31.12.2002, παρατείνονται μέχρι 31 Ιανουαρίου 2003.

Μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία παρατείνεται και η προθεσμία που είχε χορηγηθεί με την παράγραφο 4 του άρθρου 10 του Ν.3050/2002 για μισθολογικές περιόδους από 1.1.2002 έως 30.6.2002.

Για τις Α. Π.Δ. και τις δηλώσεις μεταβολής στοιχείων που υποβάλλονται κατά τις διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων, αναστέλλεται η επιβολή πρόσθετων επιβαρύνσεων και αυτοτελών προστίμων και αυτά που καταβλήθηκαν επιστρέφονται άτοκα και εφάπαξ, ύστερα από αίτηση των εργοδοτών που υποβάλλεται μέσα σε προθεσμία ενός έτους από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.

2. Η παρ. 2 του άρθρου 1 του Ν.2972/2001 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«2. Με Κανονισμό που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 16 του α.ν.1846/1951 (ΦΕΚ 179 Α΄), ορίζονται ο τύπος, η μορφή, τα στοιχεία και το περιεχόμενο, ο χρόνος και η προθεσμία υποβολής, ορθής υποβολής και επανυποβολής της Α.Π.Δ., τα υπόχρεα πρόσωπα, η διαδικασία τήρησης των υποχρεώσεων του εργοδότη και εργαζόμενου, η διαδικασία τροποποίησης - γνωστοποίησης των μεταβολών, το χρονικό διάστημα έκδοσης, γνωστοποίησης και ο τρόπος αποστολής του Αποσπάσματος Ατομικού Λογαριασμού Ασφάλισης που προβλέπεται στο άρθρο 10 του Ν.2972/2001 και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα, απαραίτητο για την υλοποίηση του παρόντος.

Με τον ίδιο Κανονισμό ρυθμίζεται και η δυνατότητα να γνωστοποιούνται οι μετατροπές ή οι ακυρώσεις ασφάλισης με ιδιαίτερο απόσπασμα Ατομικού Λογαριασμού Ασφάλισης, καθώς και να καθορίζονται οι κατηγορίες προσώπων που εξαιρούνται από την υποχρέωση υποβολής Α.Π.Δ. και ορίζονται τα στοιχεία που υποχρεούνται να τηρούν και να υποβάλλουν γι΄ αυτά οι εργοδότες, καθώς και ο τρόπος απεικόνισης της ασφάλισης τους.

Ομοίως με τον ίδιο Κανονισμό δύναται να μεταβάλλεται η χρονική περίοδος αναφοράς της Συγκεντρωτικής Περιοδικής Δήλωσης Εισφορών, ο τρόπος υποβολής της, να ανακαθορίζονται οι υπόχρεοι υποβολής της, καθώς και να παρατείνεται η μεταβατική περίοδος που αναφέρονται στην παρ. 3 του άρθρου 10 του Ν.3050/2002.»

3. Οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 27 και του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 45 του Ν.2717/1999 εφαρμόζονται αναλόγως και στο Ι.Κ.Α. για την εκδίκαση των κοινωνικοασφαλιστικών διαφορών της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του Ν.702/1977, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά.

Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς υποθέσεις, ενώπιον οποιουδήποτε δικαστηρίου, εφόσον δεν έχει εκδοθεί γι΄ αυτές αμετάκλητη δικαστική απόφαση.


ΑΡΘΡΟ 21 – Λοιπές διατάξεις

1. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 1 του Π.Δ.293/1992 (ΦΕΚ 149 Α΄) αντικαθίστανται ως εξής:

«2. Η Διεύθυνση Οικονομικού συγκροτείται από τα εξής Τμήματα:

α) Τμήμα Προϋπολογισμού και Ελέγχου των δαπανών

β) Τμήμα Μισθοδοσίας

γ) Τμήμα Δημοσίων Επενδύσεων

δ) Τμήμα Διοικητικής Μέριμνας και Προμηθειών.

3. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που εκδίδεται μέσα σε προθεσμία τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, καθορίζονται οι αρμοδιότητες των Τμημάτων της προαναφερόμενης Διεύθυνσης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Μέχρι την ισχύ της ανωτέρω απόφασης, οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Οικονομικού που προβλέπονται στο Π.Δ.293/1992, όπως ισχύει, ασκούνται σύμφωνα με τις ανωτέρω κείμενες διατάξεις.»

2. Στους υπαλλήλους του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, συμπεριλαμβανομένων των υπαλλήλων του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.), καθώς και στους υπαλλήλους με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καταβάλλεται συμπληρωματικά, στο προβλεπόμενο στο άρθρο 49 του Ν.2956/2001 (ΦΕΚ 258 Α΄) μηνιαίο επίδομα, ισόποσο μηνιαίο ειδικό επίδομα ύψους ογδόντα οκτώ ευρώ και τεσσάρων λεπτών (88,04), αναδρομικά για το χρονικό διάστημα από 1ης Ιανουαρίου 2002 μέχρι 30 Ιουνίου 2002, η δαπάνη του οποίου βαρύνει το λογαριασμό του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (Α.Σ.Ε.).

3. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 15 του Ν.2592/1998 (ΦΕΚ 57 Α΄) έχουν εφαρμογή και στους υπαλλήλους του Οργανισμού Εργατικής Εστίας (Ο.Ε.Ε.) όταν συμμετέχουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ως Επόπτες ή Συνοδοί δικαιούχων σε εκδρομικά προγράμματα του Οργανισμού στα οποία περιλαμβάνονται Κυριακές ή εξαιρέσιμες ημέρες ή νυχτερινές ώρες.

4. Η παρ. 2 του άρθρου 20 του Ν.2224/1994 αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Η επιλογή Πρόεδρου του Δ.Σ. γίνεται σε κοινή σύσκεψη του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων με τους εκπροσώπους των εργαζομένων και των εργοδοτών που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο. Κατά τη σύσκεψη αυτή, η οποία συγκαλείται με πρωτοβουλία του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καταβάλλεται προσπάθεια για την εξεύρεση προσώπου κοινής αποδοχής του Υπουργού και των εκπροσώπων για το αξίωμα του Προέδρου.

Αν η προσπάθεια αυτή αποτύχει, ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων προτείνει προς τους εκπροσώπους των τριών μερών (Δημοσίου, Εργαζομένων και Εργοδοτών) τρεις υποψηφίους της επιλογής του από τους οποίους θα γίνει η εκλογή του Προέδρου.

Η εκλογή του Προέδρου γίνεται με ομοφωνία και των εννέα εκπροσώπων των τριών μερών, μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών, η οποία αρχίζει από την κοινοποίηση της σχετικής πρόσκλησης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Αν δεν επιτευχθεί η ανωτέρω ομοφωνία, ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων διορίζει Πρόεδρο του Δ.Σ. έναν εκ των τριών υποψηφίων που είχε προτείνει.

Οι δύο Αντιπρόεδροι του Δ.Σ. προέρχονται ο ένας από την εργοδοτική πλευρά και ο άλλος από την εργατική πλευρά και εκλέγονται για όλη τη διάρκεια της θητείας του Δ.Σ. Η σειρά των Αντιπροέδρων εναλλάσσεται στο ήμισυ της θητείας του Δ.Σ..

Η εκλογή του Αντιπροέδρου της εργοδοτικής πλευράς γίνεται μεταξύ των τριών προτεινόμενων εκπροσώπων στο Δ.Σ. από τρεις τριτοβάθμιες εργοδοτικές οργανώσεις (Σ.Ε.Β., Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε., Ε.Ε.Σ.Ε.). Η εκλογή του Αντιπροέδρου της εργατικής πλευράς γίνεται μεταξύ των τριών προτεινόμενων εκπροσώπων στο Δ.Σ. από την ανώτατη συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων (Γ.Σ.Ε.Ε.).

Η εκλογή του Αντιπροέδρου γίνεται την ίδια ημέρα και με την ίδια διαδικασία που προβλέπεται ανωτέρω για την εκλογή του Προέδρου. Εάν δεν επιτευχθεί ομοφωνία, επαναλαμβάνεται η ψηφοφορία μέσα σε τρεις (3) ημέρες από την προηγούμενη και οι Αντιπρόεδροι εκλέγονται από τους εκπροσώπους των τριών μερών με απόλυτη πλειοψηφία.

Εάν δεν επιτευχθεί απόλυτη πλειοψηφία, ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων διορίζει τον έναν Αντιπρόεδρο εκ των τριών προτεινόμενων εκπροσώπων των εργοδοτών στο Δ.Σ. και τον άλλο Αντιπρόεδρο εκ των τριών προτεινόμενων εκπροσώπων των εργαζομένων στο Δ.Σ..

Με την απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων με την οποία συγκροτείται το Διοικητικό Συμβούλιο, ορίζονται κατά σειρά οι Αντιπρόεδροι του Δ.Σ..

Αν ο Πρόεδρος απουσιάζει ή κωλύεται, προεδρεύει στο Δ.Σ. ο πρώτος κατά σειρά ορισμού ειτων Αντιπροέδρων και αν αυτός απουσιάζει ή κωλύεται ο δεύτερος.

Κατά την πρώτη εφαρμογή της παρούσας διάταξης ο ήδη εκλεγμένος Αντιπρόεδρος ορίζεται ως πρώτος Αντιπρόεδρος και παρατείνεται η θητεία του μέχρι τη λήξη της θητείας των μελών του Δ.Σ..

Ο δεύτερος Αντιπρόεδρος εκλέγεται ή ορίζεται για το υπόλοιπο της θητείας του Δ.Σ..

Ο Πρόεδρος του Ο.Ε.Ε. μπορεί με απόφαση του να αναθέτει στους Αντιπροέδρους του Ο.Ε.Ε. να ασκούν παράλληλα με αυτόν ορισμένες από τις αρμοδιότητες του.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζεται η μηνιαία αποζημίωση των Αντιπροέδρων, οι οποίοι κατά τα ανωτέρω ασκούν αρμοδιότητες του Προέδρου.

Το ύψος της αποζημίωσης δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1/2 των τακτικών αποδοχών του Προέδρου.»

5. Στο άρθρο 20 του Ν.2224/1994 προστίθεται παράγραφος 10 ως εξής:

«10. Στο γραφείο του Προέδρου του Δ.Σ. του Ο.Ε.Ε. συνιστώνται δύο θέσεις μετακλητών ειδικών συνεργατών με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου. Η πρόσληψη στη θέση αυτή γίνεται από τον Πρόεδρο του Οργανισμού. Ο ειδικός συνεργάτης αποχωρεί αυτοδίκαια και ταυτόχρονα με την αποχώρηση, για οποιονδήποτε λόγο, του προσώπου που τον προσέλαβε χωρίς να γεννάται οποιοδήποτε δικαίωμα αποζημίωσης ή οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα ή αξίωση από την αποχώρηση.

Οι θέσεις αυτές μπορεί να πληρωθούν και με απόσπαση από το Δημόσιο ή από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Η αμοιβή των παραπάνω προσώπων καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.»

6. Συνιστώνται: α) στο Γραφείο του Προέδρου του Εθνικού Κέντρου Επαγγελματικού Προσανατολισμού (Ε.Κ.Ε.Π.) δύο (2) θέσεις ειδικών συνεργατών με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, των οποίων η πρόσληψη γίνεται με απόφαση του Προέδρου του Ε.Κ.Ε.Π. και β) στο Γραφείο Διοικητή του Ο.Γ.Α. μια (1) θέση Ειδικού Συνεργάτη με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, επιπλέον εκείνων που έχουν συσταθεί με τη διάταξη της παραγράφου 1ατου άρθρου 19 του Ν.2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α΄) και μία θέση Ειδικού Συνεργάτη Δημοσιογράφου με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου των οποίων η πρόσληψη γίνεται από τον Διοικητή του Ο.Γ.Α..

Οι ειδικοί συνεργάτες και ο ειδικός συνεργάτης - δημοσιογράφος αποχωρούν αυτοδίκαια και ταυτόχρονα με την αποχώρηση, για οποιονδήποτε λόγο, του προσώπου που τους προσέλαβε, χωρίς να γεννάται οποιοδήποτε δικαίωμα αποζημίωσης ή οποιοδήποτε άλλο δικαίωμα ή αξίωση.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζεται η αμοιβή των ειδικών συνεργατών των περιπτώσεων α΄ και β΄ του παρόντος.

7. Οι διατάξεις περί υποχρεωτικής αναπαύσεως κατά την Κυριακή και τις ημέρες αργίας του β.δ.748/1966 (ΦΕΚ 179 Α΄) δεν εφαρμόζονται για τους απασχολούμενους στα πλυντήρια - λιπαντήρια αυτοκινήτων και στις εργασίες πλυσίματος, γρασαρίσματος και λιπάνσεως των πρατηρίων διανομής υγρών καυσίμων.

8. Η υποχρέωση τήρησης του βιβλίου δρομολογίων, που προβλέπεται από την παρ. 2 του άρθρου 1 του β.δ.της 28.1/4.2.1938 «Περί κανονισμού ωρών εργασίας του προσωπικού φορτηγών αυτοκινήτων» (ΦΕΚ 35 Α΄), η οποία προστέθηκε με το άρθρο 1 του Π.Δ.882/1980 (ΦΕΚ 218 Α΄) και από το άρθρο 4 του ίδιου ως άνω β.δ/τος, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 του Π.Δ.882/1980 και με το άρθρο 1 του Π.Δ.93/1986 (ΦΕΚ 33 Α΄), δεν εφαρμόζεται όταν τα φορτηγά αυτοκίνητα οδηγούνται:

α) από τους ιδιοκτήτες ή συνιδιοκτήτες τους, καθώς και από μέλη της οικογένειας τους,

β) από τους εργαζόμενους με σχέση ή σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου που δεν έχουν προσληφθεί ούτε απασχολούνται στον εργοδότη με την ειδικότητα του οδηγού, αλλά με ειδικότητα άλλη, η άσκηση του έργου της οποίας υποβοηθείται από την οδήγηση φορτηγού αυτοκινήτου.

9. Η υποχρέωση τήρησης του βιβλίου δρομολογίων, που προβλέπεται από το άρθρο 7 του Β.Δ/τος της 8.9.1950 «Περί κανονισμού ωρών εργασίας του προσωπικού αγοραίων (ταξί) και ιδιωτικής χρήσεως αυτοκινήτων» (ΦΕΚ 202 Α΄), η οποία προστέθηκε με το άρθρο 2 του Π.Δ.981/1980 (ΦΕΚ 244 Α΄) και από το άρθρο 5 του ίδιου ως άνω β.δ./τος, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του Π.Δ.98/1980, δεν εφαρμόζεται όταν τα ιδιωτικής χρήσεως αυτοκίνητα οδηγούνται:

α) από τούς ιδιοκτήτες ή συνιδιοκτήτες τους, καθώς και από τα μέλη της οικογένειας τους.

β) από τους εργαζόμενους με σχέση ή σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου, που δεν έχουν προσληφθεί ούτε απασχολούνται στον εργοδότη με την ειδικότητα του οδηγού, αλλά με ειδικότητα άλλη, η άσκηση του έργου της οποίας υποβοηθείται από την οδήγηση ιδιωτικής χρήσης αυτοκινήτου.

10. Η παράγραφος 9 του άρθρου 15 του Ν.2639/1998 (ΦΕΚ 205 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:

«9. Ο καθορισμός των χρονικών ορίων λειτουργίας των φαρμακείων και επιχειρήσεων (παρ. 1 του άρθρου 22 του Ν.1483/1994, παρ. 1 και 2 του άρθρου 9 του Ν.1963/1991, παρ. 2 του άρθρου 3 του Π.Δ.327/1992, Ν.Δ.685/1948, β.δ.748/1966, παρ. 2 του άρθρου 8 του Ν.Δ.515/1970 ).»

11. Το εδάφιο α΄ της παρ. 2 του άρθρου 16 του Ν.2639/1998 και το εδάφιο 4 της παρ. 4 του άρθρου 12 του Ν.2874/2000 αντικαθίσταται ως εξής:

«Η πράξη επιβολής προστίμου κατά τα ανωτέρω κοινοποιείται με απόδειξη στον παραβάτη και το πρόστιμο αποτελεί έσοδο του Δημοσίου. Μέρος του προστίμου αυτού αποδίδεται από το Δημόσιο στον ειδικό λογαριασμό του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (Α.Σ.Ε.), που τηρείται στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.»

Το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 25 του Ν.2956/2001 αντικαθίσταται ως εξής:

«Για την επιβολή του προστίμου εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του άρθρου 16 του Ν.2639/1998 ως ισχύουν κάθε φορά.»

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθορίζεται ο τρόπος εφαρμογής των διατάξεων αυτών, το ύψος του αποδιδόμενου προστίμου, η διαδικασία απόδοσης αυτού και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

12. Η διάταξη της παρ. 14 του άρθρου 20 του Ν.2556/1997 (ΦΕΚ 270 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:

«14. Η Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) και τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων επιτρέπεται να αναθέτουν, με σύμβαση έργου, κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα, την εκτέλεση του έργου της φύλαξης των κτιριακών εγκαταστάσεων, της καθαριότητας αυτών και της μεταφοράς χρημάτων σε ειδικές εταιρείες φύλαξης και προστασίας κτιρίων, σε συνεργεία καθαρισμού και ειδικές εταιρείες χρηματαποστολών. Αν δεν εκδηλωθεί ενδιαφέρον από εταιρικές επιχειρήσεις, επιτρέπεται η ανάθεση με σύμβαση έργου σε ατομικές επιχειρήσεις, εφόσον λειτουργούν νομίμως σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.2518/1997 (ΦΕΚ 164 Α΄). Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορούν να διατίθενται ποσά σε βάρος του Λογαριασμού Βελτίωσης Κοινωνικής Ασφάλισης (Λ.Β.Κ.Α.) για δαπάνες καθαρισμού των χώρων του κτιρίου που στεγάζονται οι υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων.»

13. Το οριζόμενο από το άρθρο 33 του Ν.1876/1990 (ΦΕΚ 27 Α΄) ανώτατο όριο αποζημίωσης αυξάνεται από την έναρξη ισχύος του παρόντος στο ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ.

14. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 7 του άρθρου 15 του Ν.2639/1998 (ΦΕΚ 205 Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:

«Η συγκρότηση συμβουλίων και επιτροπών αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Π.Δ.369/1989, άρθρο 4 του α.ν.539/1945 ).»

15. Οι Επιτροπές αποκτήσεως από τον Ο.Ε.Κ. κατάλληλων χώρων για την ανέγερση κατοικιών που προβλέπονται από τις διατάξεις του Κανονισμού «περί αποκτήσεως κατάλληλων χώρων δια την ανέγερση κατοικιών του Ο.Ε.Κ.» (ΦΕΚ 229 Β΄/1954), ο οποίος εκδόθηκε βάσει των διατάξεων του Ν.Δ.2963/1954 (ΦΕΚ 195 Α΄) συγκροτούνται ως εξής:

Α. Όταν πρόκειται να διενεργηθεί διαγωνισμός για την απόκτηση οικοπέδων εντός Νομού Αττικής, η Επιτροπή αποτελείται από:

α) τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Αυτοδιοίκησης - Αποκέντρωσης Περιφέρειας Αττικής ως Πρόεδρο με τον αναπληρωτή του, όταν το ακίνητο ανήκει στην κατά τόπο αρμοδιότητα της Νομαρχίας Αθηνών ή τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Διοίκησης της Αντίστοιχης Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης, όταν το ακίνητο ανήκει στη χωρική αρμοδιότητα των Νομαρχιών Πειραιά, Ανατολικής και Δυτικής Αττικής ως Πρόεδρο με τον αναπληρωτή του.

β) Έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, μέλος του Δ.Σ. του Ο.Ε.Κ. με το νόμιμο αναπληρωτή του.

γ) Έναν εκπρόσωπο του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. μέλος του Δ.Σ. του Ο.Ε.Κ. με το νόμιμο αναπληρωτή του.

δ) Έναν εκπρόσωπο των εργαζομένων, μέλος του Δ.Σ. του Ο.Ε.Κ. με το νόμιμο αναπληρωτή του.

ε) Έναν εκπρόσωπο των εργοδοτών, μέλος του Δ.Σ. του Ο.Ε.Κ. με το νόμιμο αναπληρωτή του.

στ) Έναν Διευθυντή Δ.Ο.Υ. με τον αναπληρωτή του και

ζ) Έναν διπλωματούχο Μηχανικό υπάλληλο του Ο.Ε.Κ. με τον αναπληρωτή του ως μέλη.

Γραμματέας ορίζεται υπάλληλος του Ο.Ε.Κ., με τον αναπληρωτή του.

Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, με την οποία ορίζεται και ο Πρόεδρος, τα μέλη της Επιτροπής και ο γραμματέας, ύστερα από υπόδειξη των αρμόδιων φορέων.

Β. Όταν πρόκειται να διενεργηθεί διαγωνισμός για την απόκτηση οικοπέδων εκτός Νομού Αττικής, η Επιτροπή αποτελείται από:

α) Τον Διευθυντή της Δ/νσης Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Διοίκησης του αντίστοιχου νομού ως Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του.

β) Τον Διευθυντή της αρμόδιας Περιφερειακής Δ/νσης Κοινωνικής Επιθεώρησης ή τον Προϊστάμενο του τοπικού Τμήματος Κοινωνικής Επιθεώρησης του Σώματος Επιθεωρήσεως Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) με τους αναπληρωτές του.

γ) Έναν διπλωματούχο Μηχανικό της Διεύθυνσης Περιβάλλοντος και Χωροταξίας της Περιφέρειας με τον αναπληρωτή του ή έναν διπλωματούχο Μηχανικό της Δ/νσης Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιβάλλοντος της αντίστοιχης Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης με τον αναπληρωτή του.

δ) Έναν εκπρόσωπο των εργοδοτών, μέλος του Δ.Σ. του Ο.Ε.Κ. με το νόμιμο αναπληρωτή του.

ε) Τον Διευθυντή της κατά τόπο αρμόδιας Δ.Ο.Υ. με τον αναπληρωτή του.

στ) Έναν εκπρόσωπο του Εργατοϋπαλληλικού Κέντρου της περιοχής που θα γίνει ο διαγωνισμός, με τον αναπληρωτή του.

ζ) Έναν εκπρόσωπο του δήμου ή της κοινότητας που υπάγεται το ακίνητο με τον αναπληρωτή του και

η) Έναν διπλωματούχο Μηχανικό, υπάλληλο του Ο.Ε.Κ., με τον αναπληρωτή του ως μέλη.

Γραμματέας ορίζεται υπάλληλος της κατά τόπο αρμόδιας Υπηρεσίας του Ο.Ε.Κ. με τον αναπληρωτή του.

Η επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας, με την οποία ορίζεται και ο Πρόεδρος, τα μέλη της Επιτροπής και ο γραμματέας, ύστερα από υπόδειξη των αρμόδιων φορέων.

Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

Τελικές διατάξεις

ΑΡΘΡΟ 22 – Καταργούμενες διατάξεις

Από την ισχύ του παρόντος νόμου καταργούνται:

1. Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 7 του Π.Δ.88/1999 (ΦΕΚ 94 Α΄).

2. Η δεύτερη και τρίτη παράγραφος του άρθρου 6 του Π.Δ.160/1999 (ΦΕΚ 157 Α΄).

3. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 19 του Ν.1767/1988.

4. Το άρθρο 6 της υπ. αριθμ. 30342/20.3.2002 απόφασης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΦΕΚ 337 Β΄).

5. Οι παρ. 1, 3, 4 και 5 του άρθρου 8 του Ν.2956/2001.

6. Οι 190597/2002 κ.υ.α. (445 Β΄ και 652 Β΄΄).

7. Τα άρθρα 10 και 11 του Π.Δ.136/1999 (ΦΕΚ 134 Α΄).

8. Το άρθρο 53 του Π.Δ.249/1989 (ΦΕΚ 117 Α΄).

9. Κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη, που είναι αντίθετη με τις διατάξεις του παρόντος ή ρυθμίζει διαφορετικά τα θέματα που ρυθμίζονται από το νόμο αυτόν.

ΑΡΘΡΟ 23

Οι εκπαιδευτικοί του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού, που μονιμοποιήθηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 5, 6, 7 και 8 του άρθρου 27 του Ν.2190/1994 σε εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων, παραμένουν στις θέσεις του τακτικού εκπαιδευτικού προσωπικού.

ΑΡΘΡΟ 24 – Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεση του ως νόμου του Κράτους

       Εκτύπωση σελίδας
Πίσω Αρχή Aρχική σελίδα


ΓΡΑΦΕΙΑ: ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ 1, ΜΑΡΟΥΣΙ, Τ.Κ. 151 22. ΤΗΛ. 210 3217721, 210 3310096, 210 3240557, FAX: 210 3216671