ΜΙΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΜΗΝΙΑΙΑΣ ΕΠΙΣΤΗΜOΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ
"ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΣ ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟΣ & ΝΟΜΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ"

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΘΕΜΑΤΟΣ "ΕΠΙΚΑΙΡΑ ΘΕΜΑΤΑ - ΣΧΕΔΙΑ ΝΟΜΟΥ - ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ"
Πίσω Aρχική σελίδα

 ΘΕΜΑ:  
ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ - ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ (Παρασκευή - 10/12/2010)

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ - ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ: ΕΠΕΙΓΟΝΤΑ ΜΕΤΡΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ.

                       

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ (.pdf)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ (.pdf)

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ (.pdf)

ΒΑΣΙΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙ ΔΕΚΟ (.pdf)

ΤΡΟΠΟΠΟΙΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ (.pdf)

____________________________

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ

«ΕΠΕΙΓΟΝΤΑ ΜΕΤΡΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Άρθρο 1

Επέκταση πεδίου εφαρμογής του ν. 3429/2005

1. α. Το άρθρο 19 του ν.3429/2005 (Α' 314), αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 19

Κατάργηση εξαιρέσεων, επέκταση πεδίου εφαρμογής

Στο πεδίο εφαρμογής του Κεφαλαίου Α' του νόμου αυτού, υπάγονται οι δημόσιες επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως αν έχουν εξαιρεθεί από τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις για τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, καθώς και τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που υπάγονται στη Γενική Κυβέρνηση σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 1Β του ν.2362/1995 (Α' 247) με εξαίρεση το Ταμείο του Ν.3864/2010 (Α' 119) και τις εταιρείες στις οποίες το Δημόσιο αν και πλειοψηφών μέτοχος, δεν ασκεί τη διοίκηση και διαχείρισή τους.»

β. Οι κοινές υπουργικές αποφάσεις που έχουν εκδοθεί κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 19 του ν. 3429/2005, όπως ίσχυε πριν την αντικατάστασή του με τις διατάξεις της προηγούμενης περίπτωσης, καταργούνται.

2. Στην παρ.2 του άρθρου 7 του ν.3429/2005 προστίθεται περίπτωση ε) ως εξής: «ε) τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης, ελεγμένες από ορκωτό ελεγκτή - λογιστή, ανεξάρτητα από τον ετήσιο κύκλο εργασιών, που υποβάλλονται στην Ειδική Γραμματεία Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών μέσα σε ένα μήνα από τη λήξη της τρίμηνης περιόδου.»

3. Στο τέλος της παρ.2 του άρθρου 78 του ν. 2362/1995 (Α' 247), προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Με όμοια απόφαση καθορίζονται οι κυρώσεις οι οποίες επιβάλλονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών σε βάρος των φορέων που δεν τηρούν την υποχρέωση του πρώτου εδαφίου και τις οδηγίες και εγκυκλίους του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου αυτής. Μεταξύ των κυρώσεων που μπορεί να επιβληθούν είναι και η διακοπή της χρηματοδότησης ή της επιχορήγησης του φορέα.»

4. Τα άρθρα 15 έως και 21 του ν. 3891/2010 (Α' 188) εφαρμόζονται αναλόγως και στα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα Ανώνυμη Βιομηχανική και Εμπορική Εταιρεία (ΕΑΣ Α.Β.Ε.Ε).

Άρθρο 2

Αναπροσαρμογή αποδοχών εργαζομένων σε δημόσιες επιχειρήσεις και ν.π.ι.δ. που υπάγονται στη Γενική Κυβέρνηση

Στο τέλος του άρθρου τρίτου του ν. 3845/2010 (Α' 65), προστίθενται παράγραφοι ως εξής:

«17. Οι πάσης φύσεως αποδοχές, επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές γενικά καθώς και τα με οποιαδήποτε άλλη ονομασία οριζόμενα και από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη ή ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητική απόφαση ή με σύμβαση εργασίας ή συμφωνία προβλεπόμενα, που καταβάλλονται στους απασχολούμενους με οποιαδήποτε σχέση εργασίας καθώς και στους απασχολούμενους με σύμβαση έμμισθης εντολής, των φορέων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του Κεφαλαίου Α' του ν.3429/2005, όπως τροποποιείται και ισχύει κατά την έναρξη ισχύος της παραγράφου αυτής, απαγορεύεται από 1.1.2011 να υπερβαίνουν κατά μήνα, υπολογιζόμενες σε δωδεκάμηνη βάση, το ποσό των τεσσάρων χιλιάδων (4.000) ευρώ.

Για την εφαρμογή του ορίου του προηγουμένου εδαφίου, λαμβάνονται υπόψη οι πάσης φύσεως αποδοχές και πρόσθετες αμοιβές ή απολαβές ή αποζημιώσεις, όπως διαμορφώνονται μετά την εφαρμογή των επόμενων παραγράφων.

Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ' ύλην αρμόδιου Υπουργού, μετά από εισήγηση της Ειδικής Γραμματείας Δ.Ε.Κ.Ο. επιτρέπεται υπέρβαση του ορίου που καθορίζεται στο πρώτο εδάφιο, ανάλογα με τα ειδικά προσόντα ή τις ειδικές συνθήκες απασχόλησης και την θέση ιδιαίτερης ευθύνης στην οποία υπηρετούν, σε στελέχη των ανωτέρω φορέων και μέχρι του ορίου της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν.3833/2010 (Α'40). Για το ανώτατο όριο αποδοχών και προσθέτων παροχών του Προέδρου ή Διοικητή ή Διευθύνοντος Συμβούλου των φορέων, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 2 του ν.3833/2010.

18. Οι πάσης φύσεως αποδοχές, επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές γενικά καθώς και τα με οποιαδήποτε άλλη ονομασία οριζόμενα και από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη ή ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητική απόφαση ή με σύμβαση εργασίας ή συμφωνία προβλεπόμενα, που καταβάλλονται στους απασχολούμενους με οποιαδήποτε σχέση εργασίας καθώς και στους απασχολούμενους με σύμβαση έμμισθης εντολής, των φορέων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του Κεφαλαίου Α' του ν.3429/2005, όπως τροποποιείται και ισχύει κατά την έναρξη ισχύος της παραγράφου αυτής, μειώνονται, από 1.1.2011, κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%).

Από τη μείωση του προηγούμενου εδαφίου εξαιρούνται τα επιδόματα που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση καθώς και με το ανθυγιεινό ή επικίνδυνο της εργασίας.

Εξαιρούνται επίσης, τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας, εφόσον τα επιδόματα αυτά έχουν καθοριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου αυτού.

Η μείωση του πρώτου εδαφίου διενεργείται εφόσον οι πάσης φύσεως αποδοχές, επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές, συμπεριλαμβανομένων και των επιδομάτων που εξαιρούνται κατά τα οριζόμενα στα δύο προηγούμενα εδάφια, υπερβαίνουν κατά μήνα, υπολογιζόμενες σε δωδεκάμηνη βάση, τα χίλια οκτακόσια (1.800) ευρώ.

Αν με την εφαρμογή της διατάξεως του πρώτου εδαφίου οι πάσης φύσεως αποδοχές, επιδόματα, αποζημιώσεις ή αμοιβές γενικά, υπολείπονται του ορίου του προηγούμενου εδαφίου, η μείωση περιορίζεται στο όριο των χιλίων οκτακοσίων (1.800) ευρώ.

19. Το σύνολο των μειώσεων που επέρχεται με την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 17 και 18 δεν επιτρέπεται να υπερβεί κατά μήνα, υπολογιζόμενο σε δωδεκάμηνη βάση, το 25% των πάσης φύσεως αποδοχών, επιδομάτων, αποζημιώσεων και αμοιβών γενικά που θα καταβάλλονταν μηνιαίως, υπολογιζόμενες σε δωδεκάμηνη βάση, χωρίς την εφαρμογή των διατάξεων αυτών. Αν οι μειώσεις υπερβαίνουν το ποσοστό αυτό, το όριο του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 17 αυξάνεται μέχρι του ποσοστού αυτού.

20. Στους φορείς που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του Κεφαλαίου Α' του ν. 3429/2005, όπως τροποποιείται και ισχύει κατά την έναρξη ισχύος της παραγράφου αυτής, το σύνολο των καταβαλλόμενων σε ετήσια βάση πάσης φύσεως αμοιβών για υπερωριακή εργασία, υπερεργασία, εκτός έδρας μετακίνηση και οδοιπορικά καθώς για εργασία κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες, απαγορεύεται σε επίπεδο φορέα να υπερβαίνει σε ποσοστό, το δέκα τοις εκατό (10%) των πάσης φύσεως αποδοχών, επιδομάτων, αποζημιώσεων και αμοιβών γενικά, που καταβάλλονται σε ετήσια βάση, όπως αυτές διαμορφώνονται μετά την εφαρμογή των προηγούμενων παραγράφων.

21 .Οι διατάξεις των παραγράφων 17 έως και 20 κατισχύουν κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης ή ρήτρας ή όρου συλλογικής ή κλαδικής ή επιχειρησιακής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης ή ατομικής σύμβασης εργασίας ή συμφωνίας. Κάθε γενική ή ειδική διάταξη ή ρήτρα ή όρος συλλογικής ή κλαδικής ή επιχειρησιακής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης ή ατομικής σύμβασης εργασίας ή συμφωνίας που καθορίζει αποδοχές και πρόσθετες αμοιβές ή απολαβές οι οποίες υπερβαίνουν τα ανώτατα όρια που ορίζονται στις παραγράφους 17 και 19, καταργείται. Αποδοχές, πρόσθετες αμοιβές ή απολαβές που υπερβαίνουν τα ανώτατα όρια αυτά, αναπροσαρμόζονται αυτοδίκαια στο αντίστοιχο όριο.

22. Όσοι από 1.1.2010 έχουν μεταταχθεί ή μεταφερθεί, καθώς και όσοι μετατάσσονται ή μεταφέρονται εφεξής, με οποιαδήποτε σχέση εργασίας από οποιαδήποτε φορέα του δημόσιου τομέα, σε άλλο φορέα του δημόσιου τομέα, δικαιούνται μόνον το σύνολο των αποδοχών της θέσης στην οποία μετατάσσονται ή μεταφέρονται, χωρίς να διατηρούν ως προσωπική διαφορά τυχόν επιπλέον αποδοχές που ελάμβαναν στον φορέα από τον οποίο μετατάχθηκαν ή μεταφέρθηκαν. Κάθε γενική ή ειδική διάταξη που ρυθμίζει διαφορετικά το θέμα αυτό καταργείται. Αποδοχές που έχουν καταβληθεί ως προσωπική διαφορά μέχρι την έναρξη ισχύος της παραγράφου αυτής, δεν αναζητούνται.

Ως δημόσιος τομέας για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής, νοείται αυτός που ορίζεται στην περίπτωση 1 του άρθρου 1Β του ν.2362/1995,

συμπεριλαμβανομένων και των ν.π.ι.δ. που ελέγχονται και χρηματοδοτούνται κυρίως, από Ο.Τ.Α. και Ο.Κ.Α. Η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από 1.1.2011 »

Άρθρο 3

Εισοδηματική πολιτική έτους 2011 και ρυθμίσεις για τον περιορισμό των προσλήψεων στους κρατικούς φορείς

1. Στο άρθρο 3 του ν.3833/2010 (Α'40), προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:

«6. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων για την εισοδηματική πολιτική του έτους 2010, εφαρμόζονται και για την εισοδηματική πολιτική του έτους 2011.».

2. Στους φορείς που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του Κεφαλαίου Α' του ν.3429/2005, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 3, ως συνολικές αποδοχές για την εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου λογίζονται οι συνολικές αποδοχές που καταβάλλονται κατά τη δημοσίευση του παρόντος, όπως αναπροσαρμόζονται με την εφαρμογή των διατάξεων του προηγούμενου άρθρου.

3. Η παράβαση των διατάξεων του προηγουμένου άρθρου καθώς και των προηγουμένων παραγράφων του άρθρου αυτού, συνιστά σπουδαίο λόγο:

α) καταγγελίας της συμβάσεως του Διευθύνοντος Συμβούλου με το φορέα και β) λήξεως της θητείας του Προέδρου, Αντιπροέδρου και των μελών Δ.Σ. του φορέα.

Η καταγγελία της σύμβασης και η λήξη της θητείας, διενεργείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από εισήγηση της Ειδικής Γραμματείας Δ.Ε.Κ.Ο., αζημίως για τον φορέα.

4. α. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του ν. 3833/2010, καταργείται.

β. Η παράγραφος 2 του άρθρου 11 του ν. 3833/2010 αντικαθίσταται ως εξής: «Ειδικά στους κρατικούς φορείς του δημόσιου τομέα, των περιπτώσεων α) και β) της παραγράφου 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982 (Α'65) , για τον υπολογισμό του λόγου της προηγουμένης παραγράφου, συνυπολογίζονται στις προσλήψεις και οι τυχόν μεταφορές και εντάξεις προσωπικού ιδιωτικού δικαίου από τους φορείς των περιπτώσεων στ) έως και θ) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 2190/1994 με εξαίρεση τις μεταφορές προσωπικού που προβλέπονται στις διατάξεις του ν. 3852/2010 (Α' 87)»

γ. Η παράγραφος 3 του άρθρου 11 του ν. 3833/2010 καταργείται και οι επόμενες παράγραφοι αναριθμούνται.

δ. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 11 του ν.3833/2010, όπως αναριθμήθηκε από την προηγούμενη περίπτωση, αντικαθίσταται ως εξής: « Οι εγκρίσεις πρόσληψης προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου και οι συμβάσεις μίσθωσης έργου για το έτος 2011 περιορίζονται κατά δέκα πέντε τοις εκατό (15%) σε σχέση με τις αντίστοιχες εγκρίσεις του έτους 2010. »

Άρθρο 4

Τροποποιήσεις του Κώδικα Φ.Π.Α. και των ν. 3845/2010 και 3888/2010

1. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του Κώδικα Φόρου

Προστιθέμενης Αξίας (Κώδικα Φ.Π.Α.), ο οποίος κυρώθηκε με το νόμο 2859/2000 (Α' 248), αντικαθίσταται και προστίθεται και νέο τρίτο εδάφιο ως εξής:

«Κατ' εξαίρεση, για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα III του παρόντος, ο συντελεστής του φόρου ορίζεται σε δέκα τρία τοις εκατό (13%).

Για τα αγαθά και τις υπηρεσίες για τα οποία υπάρχει ειδική πρόβλεψη στο Παράρτημα III. του παρόντος, ο συντελεστής του φόρου μειώνεται κατά πενήντα τοις εκατό (50%)».

2. Ο τίτλος του Παραρτήματος III του Κώδικα ΦΠΑ αντικαθίσταται ως εξής: «ΑΓΑΘΑ ΚΑI ΥΠΗΡΕΣΈΣ ΠΟΥ ΥΠΑΓΟΝΤΑ! ΣΕ ΜΕ!ΩΜΕΝΟ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ (δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 21)».

3. Στο τέλος της περίπτωσης 36 του Κεφαλαίου Α. ΑΓΑΘΑ του Παραρτήματος III, προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Προκειμένου για τα φάρμακα για την ιατρική του ανθρώπου των δασμολογικών κλάσεων 3003 και 3004 και τα εμβόλια για την ιατρική του ανθρώπου της δασμολογικής κλάσης 3002, ο συντελεστής του φόρου μειώνεται κατά 50%.»

4. Το τελευταίο εδάφιο της περίπτωσης 43 του Κεφαλαίου Α.ΑΓΑΘΑ του παραρτήματος III, αντικαθίσταται ως εξής:

«Προκειμένου για τα βιβλία της δασμολογικής κλάσης 4901, τα βιβλία με εικόνες για παιδιά της δασμολογικής κλάσης 4903 και τις εφημερίδες και περιοδικές εκδόσεις της δασμολογικής κλάσης 4902, ο συντελεστής του φόρου μειώνεται κατά 50%».

5. Στο τέλος της περίπτωσης 5 του Κεφαλαίου Β. Υπηρεσίες, του Παραρτήματος III προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:

«Για τις υπηρεσίες της περίπτωσης αυτής, ο συντελεστής του φόρου μειώνεται κατά 50%.»

6. Στο τέλος της παραγράφου 12 του άρθρου πέμπτου του ν. 3845/2010 (Α' 65), προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Η ισχύς των διατάξεων της παραγράφου αυτής αρχίζει από 1.1.2013».

7. Το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 7 του άρθρου 12 του ν.3888/2010 (Α' 175) καταργείται.

Άρθρο 5

Τροποποιήσεις του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα

1. Η περίπτωση α' της παραγράφου 2, του άρθρου 73 του ν.2960/2001 (Α' 265), αντικαθίσταται ως εξής:

«α) για την εφαρμογή των παραπάνω περιπτώσεων ζ' για το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) και ια' για το φωτιστικό πετρέλαιο (κηροζίνη), που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα θέρμανσης για τη χρονική περίοδο από την 15η Οκτωβρίου μέχρι και την 30η Απριλίου κάθε έτους, ο συντελεστής του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) ορίζεται σε είκοσι ένα (21) ευρώ το χιλιόλιτρο.

Στην περίπτωση που οι παραπάνω ημερομηνίες συμπίπτουν με μη εργάσιμες ημέρες, ως ημερομηνία λαμβάνεται η προηγούμενη εργάσιμη για την έναρξη και η επόμενη εργάσιμη για τη λήξη.

1. Ειδικά το πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (DIESEL) της περίπτωσης ζ' της παραγράφου 1, τίθεται σε ανάλωση, διακινείται και διατίθεται από επιτηδευματίες που εντάσσονται σε Μητρώο Διακινητών Πετρελαίου Θέρμανσης (ΔΙΠΕΘΕ), με την εξαίρεση της περίπτωσης των Ενόπλων Δυνάμεων για τις οποίες δεν υπάρχει υποχρέωση ένταξής τους στο Μητρώο ΔΙΠΕΘΕ.

2. Τα μέλη του μητρώου ΔΙΠΕΘΕ υποχρεούνται να καταχωρούν με ακρίβεια εντός 14 ημερών στο Πληροφοριακό Σύστημα Παρακολούθησης Πετρελαίου Θέρμανσης που τηρείται στην Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, όλες τις συναλλαγές του πετρελαίου εσωτερικής καύσης (DIESEL) θέρμανσης που πραγματοποιούν σε όλα τα στάδια, αρχής γενομένης από την κατάθεση στην Τελωνειακή Αρχή της Δήλωσης Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΔΕΦΚ), μέχρι και την τελική κατανάλωση.

Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις και οι διαδικασίες ένταξης των ενδιαφερομένων επιτηδευματιών στο μητρώο ΔΙΠΕΘΕ, ο τρόπος ελέγχου μέσω του ανωτέρω Πληροφοριακού Συστήματος της νόμιμης χρήσης του πετρελαίου θέρμανσης, οι υπηρεσίες ελέγχου, καθώς και η διαδικασία για την παραλαβή πετρελαίου θέρμανσης από πρόσωπα που δεν είναι συνδεδεμένα με το δίκτυο της ΔΕΗ και οι ανάγκες σε ηλεκτρική ενέργεια καλύπτονται από Αυτόνομους Σταθμούς Ενέργειας.»

2. Η παράγραφος 5 του άρθρου 109 του ν.2960/2001, αντικαθίσταται ως εξής:

«5. Με τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) βεβαιώνεται και εισπράττεται κατά την ίδια χρονική στιγμή ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), καθώς και κάθε άλλη σχετική επιβάρυνση.

Κατ' εξαίρεση, προκειμένου για την αιθυλική αλκοόλη, ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) θα εισπράττεται το αργότερο μέχρι την 25η του επόμενου μήνα από το μήνα εξόδου αυτής από το καθεστώς αναστολής. Οι εγκεκριμένοι αποθηκευτές πετρελαιοειδών προϊόντων, αλκοόλης, αλκοολούχων ποτών, καθώς και οι εγκεκριμένοι αποθηκευτές εγγεγραμμένοι παραλήπτες, εκτός των περιστασιακά εγγεγραμμένων παραληπτών κατά την έννοια της παραγράφου 4 του άρθρου 113 και οι εισαγωγείς βιομηχανοποιημένων καπνών, ασκούν το δικαίωμα έκπτωσης του Φόρου

Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) των εισροών τους με την κατάθεση του παραστατικού εγγράφου ή κατά την εκκαθάριση των φόρων που γίνεται με την κατάσταση φορολογίας βιομηχανοποιημένων καπνών αντίστοιχα με βάση τα δικαιολογητικά δαπανών που κατέχουν αυτοί κατά το χρόνο της κατάθεσης του παραστατικού εγγράφου ή της εκκαθάρισης των φόρων κατά περίπτωση.

Το δικαίωμα έκπτωσης του Φ.Π.Α., όπως αυτό προβλέπεται ανωτέρω, ασκούν και τα πρόσωπα που δραστηριοποιούνται αποκλειστικά στην παραγωγή, εξόρυξη, εισαγωγή, και διάθεση λιθάνθρακα ,λιγνίτη και οπτάνθρακα των δασμολογικών κλάσεων 2701, 2702 και 2704.»

3. Η παράγραφος 6 του άρθρου 109 του ν.2960/2001 καταργείται και οι παράγραφοι 7 και 8 του ιδίου άρθρου αναριθμούνται αντίστοιχα σε 6 και 7.

4. Στο άρθρο 147 του ν. 2960/2001, προστίθεται παράγραφος 9, ως εξής:

«9. Σε περίπτωση μη καταχώρισης, ή εκπρόθεσμης καταχώρισης, ή ανακριβούς καταχώρισης των συναλλαγών πετρελαίου θέρμανσης στο πληροφοριακό σύστημα παρακολούθησης πετρελαίου θέρμανσης, εντός της, κατά το άρθρο 73, παρ. 2, περίπτωση α', του παρόντος νόμου περιόδου, επιφυλασσομένων των περί λαθρεμπορίας διατάξεων, επιβάλλεται πρόστιμο ισόποσο με το πενταπλάσιο της διαφοράς των συντελεστών του Ε.Φ.Κ. μεταξύ πετρελαίου κίνησης και θέρμανσης, υπολογιζόμενης επί της ποσότητας που αφορούν οι ανωτέρω πράξεις ή παραλείψεις. Σε περίπτωση που οι ως άνω πράξεις ή παραλείψεις διαπραχθούν από το ίδιο μέλος ΔΙΠΕΘΕ δεύτερη φορά, το μέλος αυτό διαγράφεται από το μητρώο ΔΙΠΕΘΕ.»

5. α) Στο α' εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 22 του ν.3634/2008 (Α' 9), οι λέξεις «για το οποίο χορηγείται επιστροφή του φόρου αυτού», διαγράφονται.

β) Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 22 του ν.3634/2008 (Α' 9) διαγράφεται.

6. Η παράγραφος 7 του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ. (Π.Δ. 186/1992, Α' 84) καταργείται.

7. Οι περιπτώσεις ιγ', ιδ' και ιε' της παραγράφου 8 και το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 9 του άρθρου 5 του ν. 2523/1997 (Α' 179) καταργούνται.

8. Οι εκκρεμείς συναλλαγές πετρελαίου θέρμανσης των περιόδων15.02.2008 μέχρι 15.05.2008, από 15.10.2008 μέχρι 15.05.2009 από 15.10.2009 μέχρι 15.05.2010 και από 15.10.2010 μέχρι 31.12.2010 τακτοποιούνται με τις διατάξεις που ίσχυαν πριν την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού.

Άρθρο 6

Ενσωμάτωση της Οδηγίας 2010/12/ΕΕ του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 2010 (EE L 50/27.02.2010)

Στο ν.2960/2001 (ΦΕΚ 265/Α) επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις και συμπληρώσεις:

1. Η περίπτωση β) του άρθρου 94 αντικαθίσταται ως ακολούθως: «β) τα πούρα και τα πουράκια,»

2. Το άρθρο 95 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

« Άρθρο 95

Έννοια βιομηχανοποιημένων καπνών

1. Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντα Κώδικα θεωρούνται:

Α. Τσιγάρα:

α) Οι κύλινδροι καπνού που μπορούν να καπνίζονται ως έχουν και οι οποίοι δεν είναι πούρα ή πουράκια.

β) Οι κύλινδροι καπνού, οι οποίοι με απλό μη βιομηχανικό χειρισμό γλιστρούν μέσα σε σωλήνες τσιγάρων.

γ) Οι κύλινδροι καπνού, οι οποίοι με απλό μη βιομηχανικό χειρισμό περιτυλίγονται σε τσιγαρόχαρτα.

Β. Πούρα ή πουράκια:

α) Οι κύλινδροι καπνού με εξωτερικό περίβλημα από φυσικό καπνό.

β) Οι κύλινδροι καπνού με τεμαχισμένο μείγμα καπνού και με εξωτερικό περιτύλιγμα στο σύνηθες χρώμα του πούρου, από ανασυσταθέντα καπνό, που καλύπτει πλήρως το προϊόν και όπου χρειάζεται και το φίλτρο, όχι όμως και το επιστόμιο στην περίπτωση προϊόντων με επιστόμιο, όπου το βάρος ανά μονάδα, μη περιλαμβανομένου του φίλτρου ή του επιστομίου, δεν είναι μικρότερο από 2,3 γραμμάρια ούτε μεγαλύτερο από 10 γραμμάρια και η περίμετρος στο ένα τρίτο τουλάχιστον του μήκους δεν είναι μικρότερη από 34 χιλιοστά.

Τα προϊόντα των παραπάνω περιπτώσεων θεωρούνται πούρα ή πουράκια αν μπορούν και προορίζονται αποκλειστικά να καπνίζονται ως έχουν, δεδομένων των χαρακτηριστικών τους και των συνήθων καταναλωτικών προσδοκιών.

Γ. Λεπτοκομμένος καπνός που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων:

Ο κομμένος ή κατ' άλλον τρόπο τεμαχισμένος καπνός, φιλαρισμένος (νηματοποιημένος) ή πεπιεσμένος σε πλάκες, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κάπνισμα χωρίς μεταγενέστερη βιομηχανική μεταποίηση και του οποίου τουλάχιστον το 25% του βάρους των σωματιδίων καπνού έχει πλάτος κοπής μικρότερο από 1,5 χιλιοστόμετρο ή έχει πλάτος κοπής ίσο προς 1,5 χιλιοστόμετρο ή μεγαλύτερο, εφόσον ο καπνός αυτός πωλείται ή έχει πωληθεί για στρίψιμο τσιγάρων. Δ. Άλλα καπνά για κάπνισμα:

α) Ο κομμένος ή κατ' άλλον τρόπο τεμαχισμένος καπνός, φιλαρισμένος (νηματοποιημένος) ή πεπιεσμένος σε πλάκες, ο οποίος είναι κατάλληλος για κάπνισμα χωρίς μεταποίηση.

β) Τα συσκευασμένα υπολείμματα καπνού για λιανική πώληση, που δεν εμπίπτουν στις παραπάνω περιπτώσεις Α, Β και Γ, τα οποία μπορεί να χρησιμοποιηθούν για κάπνισμα. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «υπολείμματα καπνού» νοούνται τα κατάλοιπα των φύλλων καπνού και τα υποπροϊόντα που προέρχονται από την επεξεργασία του καπνού ή την παραγωγή προϊόντων καπνού.

2. Εξομοιώνονται με πούρα και πουράκια τα προϊόντα που αποτελούνται κατά ένα μέρος από ουσίες διαφορετικές από τον καπνό, ανταποκρίνονται όμως στα λοιπά κριτήρια της περίπτωσης Β της προηγούμενης παραγράφου.

3. Εξομοιώνονται με τσιγάρα και άλλα καπνά για κάπνισμα τα προϊόντα που αποτελούνται εξ ολοκλήρου ή κατά ένα μέρος από ουσίες διαφορετικές από τον καπνό, ανταποκρίνονται όμως στα άλλα κριτήρια των περιπτώσεων Α και Δ της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού.

4. Τα προϊόντα που δεν περιέχουν καπνό, εφόσον προορίζονται αποκλειστικά για ιατρική χρήση, δεν θεωρούνται βιομηχανοποιημένα καπνά.»

3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 96 αντικαθίσταται ως ακολούθως :

«1. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης των βιομηχανοποιημένων καπνών ορίζεται, προκειμένου μεν για τα τσιγάρα, σε ποσοστό επί της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης των τσιγάρων που τίθενται σε ανάλωση στο εσωτερικό της χώρας και αποτελείται από ένα πάγιο στοιχείο (πάγιος φόρος) και από ένα αναλογικό στοιχείο (αναλογικός φόρος), προκειμένου δε για τα λοιπά προϊόντα σε ποσοστό επί της κατά χιλιόγραμμο τιμής λιανικής πώλησης αυτών.»

4. Το άρθρο 97, αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«Άρθρο 97

Βάση υπολογισμού και συντελεστές του φόρου

Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που επιβάλλεται στα βιομηχανοποιημένα καπνά υπολογίζεται ως εξής:

1. Στα τσιγάρα και τα προϊόντα που εξομοιώνονται με αυτά, ως βάση υπολογισμού του φόρου λαμβάνεται η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης αυτών, ανεξάρτητα από το σήμα και την προέλευσή τους. Η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων υπολογίζεται, σύμφωνα με τα στοιχεία φορολογίας που είναι γνωστά κατά την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους, με αναγωγή στη συνολική αξία όλων των τσιγάρων που τίθενται σε ανάλωση, βάσει της λιανικής τιμής πώλησης, περιλαμβανομένων όλων των φόρων, διαιρούμενη δια της συνολικής ποσότητας των τσιγάρων που τίθενται σε ανάλωση. Στην τιμή αυτή ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης ορίζεται σε ποσοστό 65%.

Η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων για τον υπολογισμό της νέας φορολογικής επιβάρυνσης, καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών βάσει των δεδομένων που αφορούν τις συνολικές ποσότητες που τέθηκαν σε ανάλωση κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος και η έναρξη εφαρμογής της ορίζεται μεταξύ 1ης και 31ης Ιανουαρίου κάθε έτους.

Σε περίπτωση που η μεταβολή της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης των τσιγάρων έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της συνολικής επίπτωσης που προκύπτει από το ποσοστό του φόρου που προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο, η έναρξη εφαρμογής της απόφασης αυτής επιτρέπεται να ορίζεται το αργότερο μέχρι την 1 η Ιανουαρίου του δεύτερου έτους που έπεται εκείνου της μεταβολής.

Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης των τσιγάρων διαρθρώνεται:

α) σε έναν πάγιο φόρο, ο οποίος επιβάλλεται ανά μονάδα προϊόντος, το ποσό του οποίου είναι ίσο προς 15% της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης, η οποία προκύπτει από το άθροισμα του ειδικού φόρου κατανάλωσης καπνού και του φόρου προστιθέμενης αξίας, που επιβάλλονται στη σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων και είναι το ίδιο (πάγιο στοιχείο) για όλες τις κατηγορίες τσιγάρων, ανεξάρτητα από την τιμή λιανικής πώλησής τους και

β) σε έναν αναλογικό φόρο ο συντελεστής του οποίου είναι 52,445% και προκύπτει από το κλάσμα που έχει ως αριθμητή το γινόμενο του συντελεστή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) επί την σταθμισμένη μέση τιμή μείον τον πάγιο φόρο και παρονομαστή τη σταθμισμένη μέση τιμή.

Ο αναλογικός συντελεστής 52,445% υπολογίζεται στην τιμή λιανικής πώλησης χιλίων (1.000) τεμαχίων τσιγάρων (1 φορολογική μονάδα) και είναι ο ίδιος για όλες τις κατηγορίες τσιγάρων.

Το συνολικό ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης, που υπολογίζεται σύμφωνα με τις ανωτέρω περιπτώσεις α) και β) δεν μπορεί να είναι κατώτερο του εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του συνολικού ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στη σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων.

2. Στα πούρα ή στα πουράκια ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης ορίζεται σε ποσοστό 34% επί της κατά χιλιόγραμμο τιμής λιανικής πώλησής τους.

3. Στο λεπτοκομμένο καπνό, ο οποίος προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων, ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης ορίζεται σε ποσοστό 67% επί της κατά χιλιόγραμμο τιμής λιανικής πώλησής τους.

Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που υπολογίζεται με το συντελεστή αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερος του σαράντα τοις εκατό (75%) της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης του λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων ο οποίος τίθεται σε ανάλωση στο εσωτερικό της χώρας, ανεξάρτητα από το σήμα και την προέλευσή του.

Η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης του λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων υπολογίζεται, σύμφωνα με τα στοιχεία φορολογίας που είναι γνωστά κατά την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους, με αναγωγή στη συνολική αξία του λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων ο οποίος τίθεται σε ανάλωση, βάσει της λιανικής τιμής πώλησης, περιλαμβανομένων όλων των φόρων, η οποία διαιρείται δια της συνολικής ποσότητας λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων ο οποίος τίθεται σε ανάλωση.

Η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης του λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων, για τον υπολογισμό της νέας φορολογικής επιβάρυνσης, καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών , βάσει των δεδομένων που αφορούν τις συνολικές ποσότητες που τέθηκαν σε ανάλωση κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος και η έναρξη εφαρμογής της ορίζεται μεταξύ 1ης και 31ης Ιανουαρίου κάθε έτους.

4. Στα άλλα καπνά για κάπνισμα, ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης ορίζεται σε ποσοστό 67% επί της κατά χιλιόγραμμο τιμής λιανικής πώλησής τους.

Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που υπολογίζεται με τον συντελεστή αυτό δεν μπορεί να είναι κατώτερος του σαράντα τοις εκατό (75%) της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης των άλλων καπνών για κάπνισμα, τα οποία τίθενται σε ανάλωση στο εσωτερικό της χώρας ανεξάρτητα από το σήμα και την προέλευσή τους.

Η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης των άλλων καπνών για κάπνισμα υπολογίζεται, σύμφωνα με τα στοιχεία φορολογίας που είναι γνωστά κατά την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους με αναγωγή στη συνολική αξία των άλλων καπνών για κάπνισμα τα οποία τίθενται σε ανάλωση, βάσει της λιανικής τιμής πώλησης, περιλαμβανομένων όλων των φόρων, η οποία διαιρείται δια της συνολικής ποσότητας των άλλων καπνών για κάπνισμα τα οποία τίθενται σε ανάλωση.

Η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης των άλλων καπνών για κάπνισμα, για τον υπολογισμό της νέας φορολογικής επιβάρυνσης, καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, βάσει των δεδομένων που αφορούν τις συνολικές ποσότητες που τέθηκαν σε ανάλωση κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος και η έναρξη εφαρμογής της ορίζεται μεταξύ 1ης και 31ης Ιανουαρίου κάθε έτους.

5. Για τα βιομηχανοποιημένα καπνά που παράγονται κατόπιν ειδικής παραγγελίας και δεν προορίζονται για εμπορία, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης υπολογίζεται στην ανώτατη τιμή λιανικής πώλησης των ομοειδών προϊόντων της επιχείρησης που τα παράγει ή τα διαθέτει στην αγορά, εκτός αν έχει συμφωνηθεί μεγαλύτερη τιμή.

6. Για τα βιομηχανοποιημένα καπνά που αποτελούν αντικείμενο λαθρεμπορίας και δεν έχει καθοριστεί η τιμή λιανικής πώλησης αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 100 του παρόντα Κώδικα, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης υπολογίζεται, προκειμένου για τσιγάρα, λεπτοκομμένο καπνό που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων και άλλα καπνά για κάπνισμα, στη σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης που καθορίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 3 και 4 και ισχύει κάθε φορά ανά είδος προϊόντος, προσαυξημένη κατά δέκα τοις εκατό (10%), και για τα πούρα και τα πουράκια στην ανώτατη τιμή λιανικής πώλησης των ομοειδών προϊόντων που κυκλοφορούν στο εσωτερικό της χώρας.

7. Για τα βιομηχανοποιημένα καπνά που διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής και δεν έχει καθοριστεί η τιμή λιανικής πώλησης αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 100 του παρόντα Κώδικα, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης υπολογίζεται, για τους σκοπούς της παρ. 6 του άρθρου 112, προκειμένου για τσιγάρα, λεπτοκομμένο καπνό που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων και άλλα καπνά για κάπνισμα, στη σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης που καθορίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 3 και 4 και ισχύει κάθε φορά ανά είδος προϊόντος και για τα πούρα και τα πουράκια στην ανώτατη τιμή λιανικής πώλησης των ομοειδών προϊόντων που κυκλοφορούν στο εσωτερικό της χώρας.»

5. Το άρθρο 99 αντικαθίσταται ως ακολούθως:

« Άρθρο 99

Μήκος τσιγάρων για τον υπολογισμό του φόρου

Για τον υπολογισμό του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) καπνού, ανάλογα με το μήκος του τσιγάρου, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το φίλτρο και το επιστόμιο θεωρείται:

α) ως ένα τσιγάρο, όταν έχει μήκος μέχρι οκτώ (8) εκατοστά,

β) ως δύο τσιγάρα, όταν έχει μήκος μεγαλύτερο από οκτώ (8) εκατοστά και μέχρι έντεκα (11) εκατοστά,

γ) ως τρία τσιγάρα, όταν έχει μήκος μεγαλύτερο από έντεκα (11) εκατοστά και μέχρι δεκατέσσερα (14) εκατοστά και ούτω καθεξής.»

6. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 104 η φράση «συμπεριλαμβανομένων των εδαφών της παραγράφου 4 του άρθρου 54 του παρόντος Κώδικα» αντικαθίσταται από τη φράση «συμπεριλαμβανομένων των εδαφών των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 54 του παρόντος Κώδικα».

Αρθρο 7

Διαγραφή οφειλών προς το Δημόσιο

Μετά το άρθρο 82 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων ν.δ. 356/1974 (Α' 90) προστίθεται νέο άρθρο με αριθμό 82 Α ως εξής:

«Αρθρο 82 Α

Διαγραφή ανεπίδεκτων είσπραξης οφειλών προς το Δημόσιο

1. Ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, που έχουν βεβαιωθεί κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων και έχουν χαρακτηριστεί ως ανεπίδεκτες είσπραξης από την υπηρεσία στην οποία είναι βεβαιωμένες, διαγράφονται από τις μερίδες των οφειλετών και τα βιβλία της υπηρεσίας, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών , μετά από γνωμοδότηση του οργάνου της παραγράφου 4 του άρθρου αυτού.

2. Ως ανεπίδεκτες είσπραξης οφειλές χαρακτηρίζονται εκείνες για τις οποίες έχουν εξαντληθεί όλες οι απαιτούμενες ενέργειες εντοπισμού πηγών αποπληρωμής και αναγκαστικής είσπραξης και σε κάθε περίπτωση οι εξής:

α Έχουν πραγματοποιηθεί έρευνες ακίνητης και κινητής περιουσίας.

β. Εφόσον έχουν εντοπιστεί ακίνητα ή κινητά πράγματα, ικανά να καλύψουν μέρος ή το σύνολο των οφειλών, έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης με επίσπευση από το Δημόσιο ή τρίτους και από το προϊόν της εκποίησης των πάσης φύσεων περιουσιακών στοιχείων και προσόδων του οφειλέτη δεν εξοφλήθηκαν πλήρως οι απαιτήσεις του Δημοσίου.

γ. Έχει πραγματοποιηθεί έλεγχος από ειδικά οριζόμενο προς τον σκοπό αυτό ελεγκτή, ο οποίος πιστοποιεί κατόπιν ελέγχου ότι δεν υφίσταται άλλη πηγή αποπληρωμής.

δ. Εφόσον πρόκειται για πτωχό, οι εργασίες της πτώχευσης έχουν κλείσει ελλείψει ενεργητικού.

ε. Εφόσον πρόκειται για επιχείρηση υπό εκκαθάριση, πιστοποιείται ότι από την διαδικασία της εκκαθάρισης δεν πρόκειται να ικανοποιηθούν εν όλω ή εν μέρει οι απαιτήσεις του Δημοσίου.

στ. Ειδικά στην περίπτωση διαγραφής απαιτήσεων νομικών προσώπων, έχουν ολοκληρωθεί για τα συνυπόχρεα ή συνυπεύθυνα φυσικά πρόσωπα τουλάχιστον οι ενέργειες των περιπτώσεων α, β και γ.

Η αίτηση για τη διαγραφή υποβάλλεται οίκοθεν από τον προϊστάμενο της υπηρεσίας στην οποία είναι βεβαιωμένη η οφειλή προς την αρμόδια Κεντρική Υπηρεσία, με τα πλήρη στοιχεία. Από τα στοιχεία πρέπει να αποδεικνύεται ότι έχουν εξαντληθεί όλες οι απαραίτητες ενέργειες για την είσπραξη της προτεινόμενης προς διαγραφή οφειλής και δεν υπάρχει πλέον καμία πηγή αποπληρωμής της. Έλεγχος και επαλήθευση των στοιχείων του υποβαλλόμενων στοιχείων διενεργείται από την αρμόδια Κεντρική Υπηρεσία, η οποία και εισηγείται στην Επιτροπή της παραγράφου 4 την διαγραφή.

3. Υποβολή αιτήσεως διαγραφής δεν χωρεί εφόσον υπάρχει πιθανότητα έστω και μερικής είσπραξης της απαίτησης.

Στην περίπτωση εντοπισμού από μέρους της Κεντρικής Υπηρεσίας κενών στην υποβολή της πρότασης διαγραφής, η αίτηση με τα επισυναπτόμενα στοιχεία επιστρέφεται προς συμπλήρωση, ενώ στην περίπτωση εντοπισμού πηγής μερικής ή ολικής αποπληρωμής, ο φάκελος επιστρέφεται και η απαίτηση κατά το μέρος που μπορεί να εισπραχθεί χαρακτηρίζεται εισπράξιμη.

4. Η αίτηση και τα παραστατικά στοιχεία που την συνοδεύουν, με την θετική εισήγηση της Κεντρικής Υπηρεσίας υποβάλλονται σε Επιτροπή που συνιστάται από:

α) έναν Αντιπρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ως Πρόεδρο,

β) το Γενικό Διευθυντή Φορολογίας ως μέλος

δ) το Γενικό Διευθυντή Φορολογικών Ελέγχων ως μέλος Εισηγητής στην Επιτροπή είναι, χωρίς δικαίωμα ψήφου, ο εκάστοτε Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. Σε περίπτωση που η αίτηση αφορά τελωνειακή οφειλή συμμετέχει στην Επιτροπή και ο Γενικός Διευθυντής Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης, με εισηγητή τον Διευθυντή της Διεύθυνσης Τελωνειακών Διαδικασιών.

Γραμματείς της Επιτροπής ορίζονται υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ της Διεύθυνσης Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ο οποίος ορίζει ως αναπληρωτή του κάθε Γενικού Διευθυντή ένα από τους Προϊσταμένους των Διευθύνσεων που συγκροτούν τη Γενική Διεύθυνση.

5. Η Επιτροπή αξιολογεί τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης, αναζητά εφόσον το κρίνει σκόπιμο συμπληρωματικά στοιχεία από οποιαδήποτε υπηρεσία ή τρίτο και γνωμοδοτεί υπέρ της ολικής διαγραφής της οφειλής ή της απόρριψης του αιτήματος. Ο Υπουργός Οικονομικών αποδέχεται τη γνωμοδότηση της Επιτροπής ή την τροποποιεί επί το δυσμενέστερο για τον οφειλέτη.

6. Οφειλή που έχει διαγραφεί με την παραπάνω διαδικασία αναβιώνει εάν σε διάστημα δέκα ετών από τη διαγραφή της, διαπιστωθεί η ύπαρξη ή η απόκτηση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη ή συνυποχρέου προσώπου που καλύπτει μερικά ή ολικά την οφειλή.

Για χρονικό διάστημα από τη διαγραφή της οφειλής μέχρι και την ημερολογιακή λήξη του δέκατου έτους από αυτή, δεν χορηγείται φορολογική ενημερότητα στον οφειλέτη και σε όλα τα συνυπόχρεα πρόσωπα για οποιαδήποτε αιτία, δεσμεύονται οι τραπεζικοί λογαριασμοί κατά τις διατάξεις του άρθρου 14 ν. 2523/1997 και δεν χορηγούνται πιστοποιητικά για μεταβίβαση ή απόκτηση περιουσιακών στοιχείων. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου, εφαρμόζονται και για τις διαγραφές που διενεργούνται με το άρθρο 82.»

Άρθρο 8

Ελαφρύνσεις και απαλλαγές ειδικού φόρου κατανάλωσης για την ηλεκτρική ενέργεια

1. Η περίπτωση κα' του πίνακα της παραγράφου 1 του άρθρου 73 του ν. 2960/2001 (Α' 265), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, αντικαθίσταται ως ακολούθως :

κα) Ηλεκτρική ενέργεια

2716

1) για επιχειρηματική χρήση

- από καταναλωτές υψηλής

2,5

MWh

τάσης

5

MWh

- από τους λοιπούς

καταναλωτές

2,2

MWh

2) για μη επιχειρηματική χρήση

5

MWh

- από οικιακή χρήση

- από λοιπές χρήσεις

2. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 78 του ν. 2690/2001 προστίθεται περίπτωση ια' ως ακολούθως: «ια) η ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται για γεωργική χρήση».

3. Στο άρθρο 29 του ν. 2773/1999 προστίθεται παρ. 6 ως εξής:

«6. Τα τιμολόγια προμήθειας της ΔΕΗ Α.Ε. για τη μέση και χαμηλή τάση μέχρι την 30.06.2013 εγκρίνονται με αποφάσεις του Υπουργού Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, μετά από γνώμη της Ρ.Α.Ε. »

Άρθρο 9

Εξαίρεση της δαπάνης για την απόκτηση πρώτης κατοικίας από τις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων.

Κίνητρα για την αντικατάσταση αυτοκινήτων παλαιάς τεχνολογίας. Αναπροσαρμογή φόρου πολυτελείας στα επιβατικά αυτοκίνητα.

1. Εξαιρείται και δεν υπάγεται στις ρυθμίσεις της περίπτωσης γ' του άρθρου 17 του Κ.Φ.Ε. η από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού και μέχρι 31/12/2012 δαπάνη για την αγορά από ενήλικο, με δικαίωμα πλήρους κυριότητας, καθώς και η ανέγερση από αυτόν οικοδομής, ως πρώτης κατοικίας, εφόσον η επιφάνειά της δεν υπερβαίνει τα εκατόν είκοσι (120) τ.μ., και η συνολική αξία της το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ.

Αν η αξία της οικοδομής υπερβαίνει το ποσό των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ ή η επιφάνεια της τα εκατόν είκοσι (120) τ.μ., λαμβάνεται υπόψη για την εφαρμογή της περίπτωσης γ' του άρθρου 17 του Κ.Φ.Ε., η επιπλέον του ποσού αυτού δαπάνη ή η δαπάνη που αντιστοιχεί στην επιφάνεια των, πάνω από τα εκατόν είκοσι, τετραγωνικών μέτρων. Αν συντρέχουν και οι δύο ανωτέρω προϋποθέσεις λαμβάνεται υπόψη το μεγαλύτερο, κατά περίπτωση, ποσό μεταξύ της δαπάνης των πάνω των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ και της δαπάνης που αντιστοιχεί στην επιφάνεια πάνω από τα εκατόν είκοσι (120) τ.μ.. Κατά την εφαρμογή των προηγούμενων εδαφίων δεν θεωρείται ότι αποκτάται πρώτη κατοικία, αν ο υπόχρεος, ο άλλος σύζυγος και τα τέκνα που τους βαρύνουν, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, έχουν δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή ισόβιας επικαρπίας ή οίκησης, εξ ολοκλήρου ή επί ιδανικού μεριδίου, σε άλλη κατοικία ή κατοικίες, εφόσον το άθροισμα της συνολικής επιφάνειας που τους αντιστοιχεί υπερβαίνει τα εβδομήντα (70) τ.μ. Η επιφάνεια αυτή προσαυξάνεται κατά είκοσι (20) τ.μ. για καθένα από τα δύο πρώτα τέκνα και κατά είκοσι πέντε (25) τ.μ. για το τρίτο και καθένα από τα επόμενα τέκνα που βαρύνουν τον υπόχρεο ή τον άλλο σύζυγο.

Δωρεές ή γονικές παροχές χρηματικών ποσών που συνιστώνται αποκλειστικά για την αγορά ή ανέγερση πρώτης κατοικίας, κατά τις διατάξεις των προηγούμενων εδαφίων και μέχρι του ποσού που ορίζεται σε αυτές, απαλλάσσονται από τον οικείο φόρο που προβλέπεται από τον Κώδικα Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών, Προικών και Κερδών από Λαχεία, ο οποίος κυρώθηκε με το ν.2961/2001 (Α'266).

2. α) Καινούργια επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης κυλινδρισμού κινητήρα μέχρι και 1800 κυβικά εκατοστά που πληρούν εκ κατασκευής τις προδιαγραφές της Οδηγίας 98/69 Ε.Κ. «Φάση Β» ή μεταγενέστερης και παραλαμβάνονται σε αντικατάσταση επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, που αποσύρονται από την κυκλοφορία για καταστροφή, απαλλάσσονται από το προβλεπόμενο από τις διατάξεις του άρθρου 121 του ν. 2960/2001 τέλος ταξινόμησης, ως εξής :

αα) Αυτοκίνητα κυλινδρισμού κινητήρα μέχρι και 900 κυβικά εκατοστά, απαλλάσσονται από το προβλεπόμενο τέλος ταξινόμησης για φορολογητέα αξία μέχρι και 6.000 ευρώ.

ββ) Αυτοκίνητα κυλινδρισμού από 901 μέχρι και 1400 κυβικά εκατοστά, απαλλάσσονται από το προβλεπόμενο τέλος ταξινόμησης για φορολογητέα αξία μέχρι και 8.000 ευρώ.

γγ) Αυτοκίνητα κυλινδρισμού κινητήρα από 1401 μέχρι και 1600 κυβικά εκατοστά, απαλλάσσονται από το 65% του προβλεπόμενου τέλους ταξινόμησης και για φορολογητέα αξία μέχρι και 11.000 ευρώ.

δδ) Αυτοκίνητα κυλινδρισμού κινητήρα από 1601 μέχρι και 2000 κυβικά εκατοστά, απαλλάσσονται από 50% του προβλεπόμενου τέλους ταξινόμησης και για φορολογητέα αξία μέχρι και 14.000 ευρώ.

β) Η κατά την προηγούμενη περίπτωση φορολογητέα αξία διαμορφώνεται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 126 του ν. 2960/2001 και σε περίπτωση που είναι μεγαλύτερη των προαναφερομένων ποσών θα εισπράττεται για το επί πλέον ποσό, ο προβλεπόμενος ακέραιος συντελεστής τέλους ταξινόμησης.

γ) Οι διατάξεις των περιπτώσεων α) και β) εφαρμόζονται μόνο για αυτοκίνητα παλαιάς τεχνολογίας για τα οποία έχει εκδοθεί άδεια κυκλοφορίας στην Ελλάδα μέχρι 31.12.1998 και για τα οποία έχουν καταβληθεί τα τέλη κυκλοφορίας του έτους εντός του οποίου γίνεται η διαγραφή, καθώς και τυχόν οφειλομένων προηγουμένων ετών.

δ) Με κοινές Αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής και Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων, καθορίζεται η διαδικασία απόσυρσης από την κυκλοφορία των αυτοκινήτων, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, οι αρμόδιες αρχές και φορείς εν γένει, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του ως άνω μέτρου της απόσυρσης της παραγράφου αυτής.

ε) Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται μετά από δέκα (10) ημέρες από την έκδοση της απόφασης της προηγούμενης περίπτωσης και για αυτοκίνητα που θα αποσυρθούν μέχρι 31.12.2011.

3. α) Η περίπτωση α) της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του ν. 3833/2010 (Α'40) αντικαθίσταται ως εξής :

«α) από 20.000 ευρώ μέχρι και 22.000 ευρώ, ποσοστό 10%.».

β) Οι περιπτώσεις α) και β) της παραγράφου 2 του άρθρου 17 του ν. 3833/2010 αντικαθίστανται ως εξής :

«α) από 16.000 ευρώ μέχρι και 17.000 ευρώ, ποσοστό 10%

β) από 17.000 ευρώ μέχρι και 19.000 ευρώ, ποσοστό 30%»

4. Επιβατικά αυτοκίνητα συμπεριλαμβανομένων και των αυτοκινήτων τύπου jeep που έχουν κομισθεί στη χώρα μας μέχρι και την 8 Δεκεμβρίου 2010 και για τα οποία μέχρι την παραπάνω ημερομηνία, έχουν κατατεθεί δηλωτικά εισαγωγής ή δηλώσεις άφιξης οχημάτων ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία εισόδου όταν πρόκειται για μετοικούντα πρόσωπα, εφόσον πληρούν εκ κατασκευής τις προδιαγραφές των Οδηγιών 98/69/ΕΚ Φάση Β ή μεταγενέστερης και της 98/69/ΕΚ Φάση Α ή μεταγενέστερης, εξακολουθούν να υπάγονται στους συντελεστές τέλους ταξινόμησης που προβλέπονται από τις περιπτώσεις α) και β) αντίστοιχα της παραγράφου 2 του άρθρου 121 του Ν.2960/2001 (ΦΕΚ 265/Α), με την προϋπόθεση ότι μέχρι 30.06.2011 θα έχουν τελωνισθεί και καταβληθεί γι' αυτά, οι οφειλόμενες φορολογικές επιβαρύνσεις.

Άρθρο 10

Ρυθμίσεις για το προσωπικό των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και τη σύναψη συμβάσεων παροχής υπηρεσιών

1. Η μισθοδοσία του μονίμου και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου προσωπικού, που υπηρετεί στις νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις την 31.12.2010 και από 1.1.2011 καθίσταται αυτοδίκαια προσωπικό των περιφερειών, ή μετατάσσεται σε δήμο, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.3852/2010 (Α' 87) και ανεξαρτήτως δημοσιεύσεως ή μη των σχετικών διαπιστωτικών πράξεων κατάταξης ή μετάταξής του, καταβάλλεται έως τον Απρίλιο του 2011 από τον Κρατικό Προϋπολογισμό και ειδικότερα σε βάρος των οικείων ΚΑΕ του Ε.Φ. 07-120 του προϋπολογισμού εξόδων του Υπουργείου Εσωτερικών, Αποκέντρωσης & Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, με την ίδια έως την 31.12.2010 διαδικασία.

Η τακτοποίηση των ανωτέρω πληρωμών γίνεται απολογιστικά έως την 30.6.2011, με μεταφορά στον ανωτέρω Ε.Φ. και τους σχετικούς ΚΑΕ αντίστοιχων κατά περίπτωση ποσών από τους πόρους των άρθρων 259 και 260 του προαναφερθέντος νόμου.

2. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του ν. 3864/2010 (Α' 119) η λέξη «ετήσιας» αντικαθίσταται με τη λέξη «τριετούς».

3. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 83 του ν.2362/1995 (Α'247), προστίθενται εδάφια ως εξής:

«Οι φορείς της Κεντρικής Διοίκησης, όπως ορίζεται στην περίπτωση 4 του άρθρου 1Β, επιτρέπεται μέχρι την 31.12.2013 να συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις παροχής συμβουλευτικών και ελεγκτικών υπηρεσιών, υπηρεσιών πληροφορικής και υπηρεσιών εκπόνησης μελετών (με εξαίρεση μελέτες τεχνικών έργων), με απευθείας ανάθεση, για ετήσια δαπάνη μέχρι ποσού εξήντα χιλιάδων (60.000) ευρώ, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται στο ποσό αυτό ο Φ.Π.Α. που αναλογεί, εφόσον οι ανωτέρω υπηρεσίες και μελέτες είναι αναγκαίες για την εφαρμογή του προγράμματος στήριξης της ελληνικής οικονομίας σύμφωνα με το ν.3845/2010 (Α' 65).

Από το ποσό αυτό και μέχρι εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται στο ποσό αυτό ο Φ.Π.Α. που αναλογεί, απαιτείται διαγωνισμός με συνοπτική διαδικασία (πρόχειρος) που θα διενεργείται από τριμελή επιτροπή.

Άνω του ποσού των εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ, χωρίς να συμπεριλαμβάνεται στο ποσό αυτό ο Φ.Π.Α. που αναλογεί, απαιτείται σύναψη δημόσιας σύμβασης κατόπιν διενέργειας τακτικού διαγωνισμού (ανοικτού ή κλειστού), βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας.

Σύναψη σύμβασης παροχής των ανωτέρω υπηρεσιών με την ίδια διαδικασία γίνεται και στην περίπτωση μικτής προμήθειας, κατά την οποία η αξία των παρεχόμενων υπηρεσιών υπερβαίνει την αξία των προϊόντων. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις εφαρμογής των τεσσάρων προηγούμενων εδαφίων.»

4. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 9 του Καταστατικού της εταιρείας με την επωνυμία «Επενδύσεις στην Ελλάδα Α.Ε.» το οποίο κυρώθηκε με το άρθρο 4 του ν. 3894/2010 (Α' 204), αντί των λέξεων «τα δε λοιπά τρία (3) μέλη τα οποία δεν εκλέγονται ή υποδεικνύονται σύμφωνα με την παρ. 4» τίθενται οι λέξεις «τα δε λοιπά τέσσερα (4) μέλη τα οποία δεν εκλέγονται ή υποδεικνύονται σύμφωνα με την παρ. 5».

5. Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 19 του άρθρου 10 του ν. 3863/2010 (Α'115) αντικαθίσταται ως εξής:

«Κατά την πρώτη εφαρμογή της διάταξης, η αίτηση γίνεται αποδεκτή εφόσον υποβληθεί μέχρι 31.12.2010. Δυνατότητα ασκήσεως δικαιώματος έχουν και όσοι έχουν αυτοδικαίως απολυθεί από 1ης Ιουνίου 2010, εφ' όσον δεν έχει εκδοθεί η πράξη συνταξιοδοτήσεως κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης.»

Άρθρο 11

Θέματα του ΕΛ.Σ.Σ. και της ΕΛ.ΣΤΑΤ.

Στο ν. 3832/2010 (Α'38), όπως ισχύει, επέρχονται οι ακόλουθες τροποποιήσεις:

1. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 7, οι λέξεις «του αρμόδιου οργάνου» και «η ΕΛ.ΣΤΑΤ.» αντικαθίστανται από τις λέξεις «του Προέδρου» και «ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ.», αντίστοιχα.

2. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 10, οι λέξεις «από την ΕΛ.ΣΤΑΤ.» αντικαθίστανται από τις λέξεις «από τον Πρόεδρο της ΕΛ.ΣΤΑΤ.».

3. Μετά το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 10, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Η πιστοποίηση παρέχεται με απόφαση του Προέδρου της ΕΛ.ΣΤΑΤ.».

4. Η παράγραφος 7 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής: «Η ΕΛ.ΣΤΑΤ., ως συλλογικό όργανο:

α) εγκρίνει το ΕΛ.Σ.Π.,

β) εγκρίνει τον «Κανονισμό Στατιστικών Υποχρεώσεων των Φορέων του ΕΛ.Σ.Σ.»,

γ) εγκρίνει το ετήσιο στατιστικό πρόγραμμα εργασίας της, το οποίο υποβάλλεται από τον Πρόεδρο της ΕΛ.ΣΤΑΤ. στη Βουλή, στον Υπουργό Οικονομικών και στην Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία (Eurostat),

δ) εκδίδει τις οδηγίες που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 5 του παρόντος νόμου,

ε) εγκρίνει την έκθεση αξιολόγησης του στατιστικού προγράμματος του προηγούμενου έτους,

στ) εγκρίνει το σχέδιο του Κανονισμού Λειτουργίας και Διαχείρισης της ΕΛ.ΣΤΑΤ., το οποίο υποβάλλεται από τον Πρόεδρο της ΕΛ.ΣΤΑΤ. στη Βουλή προς συζήτηση ενώπιον της αρμόδιας Επιτροπής, καθώς και το τελικό κείμενο του Κανονισμού,

ζ) καθορίζει τις «εθνικές αρχές» σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 10 του παρόντος νόμου,

η) καθορίζει τους φορείς του ΕΛ.Σ.Σ. που έχουν την αρμοδιότητα ή την υποχρέωση συλλογής στατιστικών στοιχείων σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 10 του παρόντος νόμου,

θ) εγκρίνει την ετήσια έκθεση πεπραγμένων που υποβάλλεται από τον Πρόεδρο της ΕΛ.ΣΤΑΤ. στον Πρόεδρο της Βουλής σύμφωνα με τον Κανονισμό της,

ι) αποφασίζει για την επιβολή διοικητικών κυρώσεων σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 11 του παρόντος νόμου,

ια) διατυπώνει γνώμη για τον Οργανισμό της ΕΛ.ΣΤΑΤ.,

ιβ) αποφασίζει για τα θέματα που υπάγονται από το νόμο ρητώς στην αρμοδιότητα της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ως συλλογικού οργάνου,

ιγ) αποφασίζει, εκφράζει γνώμη ή διαβουλεύεται για κάθε θέμα που εισάγει στην ΕΛ.ΣΤΑΤ. ως συλλογικό όργανο ο Πρόεδρος προς λήψη απόφασης ή προς έκφραση γνώμης ή προς διαβούλευση.».

5. Το τρίτο και τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 και το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 13 καταργούνται.

6. Στο τέλος του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 13, το οποίο λαμβάνει τη θέση του καταργούμενου πρώτου εδαφίου αυτής, προστίθεται η φράση: «ο οποίος διευθύνει τη συνεδρίαση όταν ο Πρόεδρος απουσιάζει ή κωλύεται».

7. Η παράγραφος 4 του άρθρου 13 λαμβάνει τον αριθμό 5 και εισάγεται νέα παράγραφος 4 ως εξής:

«4.Η ΕΛ.ΣΤΑΤ. ως συλλογικό όργανο δεν επιτρέπεται να σχηματίζει κλιμάκια από τα μέλη της και να αναθέτει σε αυτά την άσκηση αρμοδιοτήτων της».

8. Το κείμενο του άρθρου 14 ορίζεται ως παράγραφος 1 του άρθρου αυτού και τροποποιείται ως εξής:

α) Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 14, αντικαθίσταται ως εξής: «Ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ασκεί κάθε αρμοδιότητα της ΕΛ.ΣΤΑΤ. η οποία δεν ανατίθεται από το νόμο ρητώς στην ΕΛ.ΣΤΑΤ. ως συλλογικό όργανο και έχει την ευθύνη της εύρυθμης λειτουργίας της για την εκπλήρωση των σκοπών της σύμφωνα με τις διατάξεις της εθνικής και ευρωπαϊκής νομοθεσίας, του Κώδικα Ορθής Πρακτικής για τις ευρωπαϊκές στατιστικές και των βέλτιστων διεθνών στατιστικών πρακτικών. Ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. έχει ιδίως τις ακόλουθες αρμοδιότητες:»

β) Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης α) του άρθρου 14, προστίθεται η φράση: «συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων β, γ, ε και στ της παραγράφου 2 και της παραγράφου 4 του άρθρου 10 του παρόντος νόμου.».

γ) Στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης α) του άρθρου 14, διαγράφεται η φράση: «σε άλλο μέλος της».

δ) Στο τέλος της περίπτωσης β) του άρθρου 14 προστίθεται η φράση: «παρέχει τις υπηρεσιακές εντολές για την εκτέλεση κάθε ενέργειας που αφορά την εκπλήρωση της αποστολής της ΕΛ.ΣΤΑΤ. και συγκροτεί ομάδες εργασίας από το ειδικό επιστημονικό ή το λοιπό προσωπικό της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ορίζοντας και το αντικείμενό τους».

ε) Η περίπτωση γ) του άρθρου 14 αναριθμείται σε δ) και προστίθεται νέα περίπτωση γ) ως εξής:

«γ) Λαμβάνει τις αποφάσεις σχετικά με τις στατιστικές μεθόδους, τα πρότυπα και τις διαδικασίες, καθώς και με το περιεχόμενο και τη χρονική στιγμή της δημοσίευσης στατιστικών στοιχείων, σχετικά με τη διαβίβαση των επίσημων στατιστικών του ΕΛ.Σ.Σ. στην Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία (Eurostat) και γενικότερα σχετικά με τη διαβίβαση, υποβολή ή γνωστοποίηση στατιστικών στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής και διεθνούς στατιστικής συνεργασίας».

στ) Η περίπτωση ε) του άρθρου 14 αναριθμείται σε ζ) και προστίθενται νέες περιπτώσεις ε) και στ) ως εξής:

«ε) Είναι αρμόδιος για το συντονισμό όλων των δραστηριοτήτων των λοιπών φορέων του ΕΛ.Σ.Σ. που αφορούν την ανάπτυξη, την παραγωγή και τη διάδοση των επίσημων στατιστικών της χώρας.

στ) Παραγγέλλει την πρόσβαση του προσωπικού της ΕΛ.ΣΤΑΤ. σε όλες τις διοικητικές πηγές και τα δημόσια μητρώα και αρχεία που τηρούνται εγγράφως ή με ηλεκτρονικά, μαγνητικά, ή άλλα ανάλογα μέσα, από τις υπηρεσίες και τους φορείς του δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στην παράγραφο 6 του άρθρου 1 του ν. 1256/1982, και τη λήψη στοιχείων από αυτά, καθώς και σε όλες τις πηγές και αρχεία που τηρούνται από νομικά πρόσωπα του ιδιωτικού τομέα, ενώσεις προσώπων και φυσικά πρόσωπα, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 2 του παρόντος νόμου».

ζ) Οι περιπτώσεις στ), ζ) και η) του άρθρου 14 καταργούνται και στη θέση τους εισάγονται περιπτώσεις η) έως και ιζ) ως εξής:

«η) Μεριμνά για τη συμμετοχή του ανθρώπινου δυναμικού της ΕΛ.ΣΤΑΤ. σε επιχειρησιακά, εκπαιδευτικά και σε επιχορηγούμενα προγράμματα και γενικότερα για τη διαρκή αναβάθμισή του κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση θ της παραγράφου 2 του άρθρου 10 του παρόντος νόμου.

θ) Συντονίζει, εποπτεύει και είναι γενικά αρμόδιος για την εκπόνηση των προγραμμάτων, κανονισμών, οδηγιών, εκθέσεων και όλων των λοιπών πράξεων επί των οποίων αποφασίζει η ΕΛ.ΣΤΑΤ. ως συλλογικό όργανο.

ι) Συγκαλεί και διευθύνει τις συνεδριάσεις της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ως συλλογικού οργάνου, καταρτίζει την ημερήσια διάταξη και είναι αρμόδιος για την εισήγηση επί όλων των θεμάτων. Με απόφασή του μπορεί να αναθέσει την εισήγηση σε μέλος του ειδικού επιστημονικού ή του λοιπού προσωπικού της ΕΛ.ΣΤΑΤ.

ια) Είναι αρμόδιος για την εκτέλεση του ετήσιου στατιστικού προγράμματος, καθώς και γενικότερα όλων των αποφάσεων της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ως συλλογικού οργάνου.

ιβ) Μπορεί να αποφασίζει τη διενέργεια κάθε είδους στατιστικών ερευνών, απογραφών και μελετών επιπλέον αυτών που προβλέπονται στο ΕΛ.Σ.Π. και στο ετήσιο στατιστικό πρόγραμμα εργασίας της ΕΛ.ΣΤΑΤ.

ιγ) Καταρτίζει τους ετήσιους προϋπολογισμούς, απολογισμούς και ισολογισμούς της ΕΛ.ΣΤΑΤ.

ιδ) Είναι αρμόδιος για κάθε θέμα που αφορά τη διοικητική λειτουργία και την οικονομική διαχείριση της ΕΛ.ΣΤΑΤ. και αναλαμβάνει ως διατάκτης των δαπανών της ΕΛ.ΣΤΑΤ. τις υποχρεώσεις σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού της. Στο πλαίσιο αυτό λαμβάνει μεταξύ άλλων και τις αποφάσεις για τη διενέργεια και την έγκριση δαπανών και την ανάθεση των συμβάσεων έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών, εκδίδει τις προκηρύξεις, συγκροτεί τις επιτροπές διενέργειας των διαγωνισμών και αξιολόγησης των προσφορών, καθώς και παρακολούθησης των συμβάσεων και παραλαβής και υπογράφει τις σχετικές συμβάσεις.

ιε) Δύναται να εξουσιοδοτεί με απόφασή του όργανα της ΕΛ.ΣΤΑΤ. να υπογράφουν «με εντολή Προέδρου» έγγραφα ή άλλες πράξεις της.

ιστ) Δύναται να εισάγει στην ΕΛ.ΣΤΑΤ. ως συλλογικό όργανο προς λήψη απόφασης ή προς έκφραση γνώμης ή προς διαβούλευση οποιοδήποτε θέμα που εμπίπτει στις αρμοδιότητές του.

ιζ) Ασκεί κάθε άλλη αρμοδιότητα της ΕΛ.ΣΤΑΤ. που προβλέπει ο νόμος και ο Κανονισμός Λειτουργίας και Διαχείρισης της ΕΛ.ΣΤΑΤ.».

9. Στο άρθρο 14, προστίθεται παράγραφος 2 ως εξής:

«2. Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματός του ο Πρόεδρος αναπληρώνεται στην άσκηση όλων των καθηκόντων του, εκτός από τις αρμοδιότητές του ως Προέδρου της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ως συλλογικού οργάνου, από τον Γενικό Διευθυντή Στατιστικών Ερευνών, και σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος και αυτού, από τον Γενικό Διευθυντή Διοίκησης και Οργάνωσης.».

10. Στο τέλος του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 16 προστίθεται η φράση: «Τον προϋπολογισμό εισηγείται στον Υπουργό Οικονομικών ο Πρόεδρος της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ο οποίος είναι και διατάκτης των δαπανών της.».

11. Στην αρχή της παραγράφου 6 του άρθρου 23 του ν.3832/2010 οι λέξεις «Μέχρι 31.12.2010» αντικαθίστανται με τις λέξεις «Μέχρι 30.4.2011» και στο τέλος της ίδιας παραγράφου προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που εκδίδεται κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 17 του ν. 3871/2010 (Α' 141) εγγράφονται σε Ειδικό Φορέα του προϋπολογισμού του Υπουργείου Οικονομικών οι αναγκαίες πιστώσεις για την κάλυψη των δαπανών της ΕΛ.ΣΤΑΤ. μέχρι 30.4.2011. Για την κάλυψη των ανωτέρω δαπανών μειώνεται ισόποσα η πίστωση που έχει προβλεφθεί για την επιχορήγηση της ΕΛ.ΣΤΑΤ.»

Άρθρο 12

Αναπροσαρμογή αποδοχών στην ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

και τις εταιρείες του Ομίλου της

1. Οι συνολικές πάσης φύσεως μηνιαίες αποδοχές, επιδόματα, αποζημιώσεις, , πρόσθετες ενισχύσεις και αμοιβές γενικά, καθώς και οι με οποιαδήποτε άλλη ονομασία και από οποιαδήποτε γενική ή ειδική ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητική απόφαση, απόφαση Διοίκησης, διάταξη Οργανισμού ή με ατομική σύμβαση εργασίας ή συμφωνία ή έθιμο ή επιχειρησιακή συνήθεια οριζόμενες, που καταβάλλονται στους εργαζόμενους στην Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία ανήκει κατά ποσοστό πάνω του 51% στο Ελληνικό Δημόσιο, μειώνονται από 01/01/2011 κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) για μηνιαίες αποδοχές που υπερβαίνουν το ποσό των 1.800 Ευρώ. Το επίδομα (έξοδα) «περιποίησης πελατείας» καταργείται και το ποσό της ενίσχυσης χαμηλόμισθων παραμένει και καταβάλλεται κατά τα ισχύοντα στους εργαζόμενους με συνολικές μηνιαίες αποδοχές μέχρι το ποσό των 1.500 Ευρώ και μόνο κατά το αναλογούν μηνιαίο ποσό μέχρι τη συμπλήρωση του παραπάνω ποσού (1.500 Ευρώ).

Το κατά μήνα ποσό, που προκύπτει από την παραπάνω μείωση των αποδοχών, παρακρατείται κατά μήνα από το συνολικό ποσό μηνιαίας μισθοδοσίας των εργαζομένων και θεωρείται ότι βαρύνει αναλογικά τα ποσά των κάθε φύσεως και ονομασίας αποδοχών, επιδομάτων αποζημιώσεων, πρόσθετων ενισχύσεων και αμοιβών γενικά, με εξαίρεση το βασικό μισθό και τα επιδόματα πολυετίας, βαθμού, επιστημονικό και οικογενειακής κατάστασης (γάμου και τέκνων).

2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου έχουν αναλογική εφαρμογή και επί των εταιρειών μετοχικού ενδιαφέροντος της ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, στις οποίες η Τράπεζα κατέχει από μόνη της ή από κοινού με άλλες θυγατρικές της ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου τους μεγαλύτερο του 50%.

3. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εξυπηρετούν λόγους κατεπείγοντος επιτακτικού γενικότερου δημόσιου συμφέροντος, που συνδέεται ιδίως με το πρόγραμμα εξυγίανσης και αναδιάρθρωσης της ως άνω κρατικής Τράπεζας και του Ομίλου της, την προστασία και τη διασφάλιση των θέσεων εργασίας και την ανόρθωση των δημοσίων οικονομικών εν γένει και κατισχύει κάθε αντίθετης ή άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης, συμφωνίας, όρου ή ρήτρας, νόμου ή οργανισμού έχοντος ισχύ νόμου, κανονιστική ή άλλη συμβατική ή συλλογικής σύμβασης εργασίας ή διαιτητικής απόφασης ή απόφασης Διοίκησης ή συλλογικής συμφωνίας ή ατομικής σύμβασης ή πρακτικών συμφωνίας ή επιχειρησιακής πρακτικής ή εργασιακής συνήθειας.

Άρθρο 13

Πρόσληψη από το ΙΚΑ επιτυχόντων σε διαγωνισμό του ΑΣΕΠ

της ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

1. Για την εφαρμογή των διατάξεων των επόμενων παραγράφων, οι ακόλουθες λέξεις έχουν την εξής έννοια:

«Επιτυχόντες» : Οι επιτυχόντες των κατηγοριών ΤΕ και ΔΕ στο διαγωνισμό που προκηρύχθηκε από το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ) με την προκήρυξη 9Κ/2008 (ΦΕΚ 575/03.11.2008) για την πλήρωση με σειρά προτεραιότητας θέσεων τακτικού προσωπικού στην ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, που περιλαμβάνονται στους πίνακες διοριστέων, που δημοσιεύθηκαν στα υπ' αριθμ. 1012/Γ/16.12.2009, 1017/Γ/18.12.2009 και 10145/Γ/30.12.2009 ΦΕΚ για την κατηγορία ΤΕ και 43/26.01.2010 ΦΕΚ για την κατηγορία ΔΕ και οι οποίοι μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος δεν έχουν διορισθεί στην ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ με απόφαση Διοίκησης.

«Φορέας Υποδοχής»: Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ).

«Πρόσληψη»: Η πρόσληψη των επιτυχόντων στον Φορέα Υποδοχής.

2. Με τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία των επόμενων παραγράφων, οι επιτυχόντες που δεν έχουν διορισθεί με απόφαση Διοίκησης στην ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, προσλαμβάνονται από τον Φορέα Υποδοχής, αναλόγως των αναγκών και των οικονομικών δυνατοτήτων αυτού.

3. Οι επιτυχόντες προσλαμβάνονται με σειρά προτεραιότητας από τους άνω πίνακες από τον Φορέα Υποδοχής μέχρι τις 31.12.2011. Ο ενδιαφερόμενος για πρόσληψη υποβάλλει αίτηση στο ΙΚΑ μέσα σε προθεσμία ενός μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Στην αίτηση αναγράφεται το ονοματεπώνυμο, η σειρά επιτυχίας στο διαγωνισμό, η βαθμολογία, ο κωδικός θέσης και ο κλάδος / ειδικότητα του επιτυχόντα. Η κατανομή των επιτυχόντων στις υπηρεσίες και τα Καταστήματα του Φορέα Υποδοχής γίνεται με απόφαση του Διοικητή αυτού:

α) σε κενή οργανική θέση του ίδιου κλάδου / ειδικότητας (ΤΕ ή ΔΕ , αντίστοιχα) του Φορέα Υποδοχής εντός του νομού της θέσης για την οποία είχε επιτύχει ο καθένας,

β) αν δεν υπάρχει κενή οργανική θέση κατά τα παραπάνω, σε κενή οργανική θέση του ίδιου κλάδου / ειδικότητας των πλησιέστερων νομών και

γ) αν δεν υπάρχουν οι ως άνω θέσεις, σε κενή οργανική θέση του ίδιου κλάδου / ειδικότητας κατά την κρίση του Φορέα Υποδοχής.

Η πρόσληψη από τον Φορέα Υποδοχής γίνεται με απόφαση του αρμόδιου οργάνου του και με τους όρους, το βαθμό και το μισθολογικό κλιμάκιο της κατηγορίας ΤΕ ή ΔΕ αντίστοιχα, που ισχύουν για το προσλαμβανόμενο προσωπικό του Φορέα Υποδοχής. Όσοι προσληφθούν, πρέπει να παρουσιαστούν στο Φορέα Υποδοχής για ανάληψη υπηρεσίας, μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από την επίδοση της απόφασης του Διοικητή του Φορέα Υποδοχής, άλλως θεωρείται ότι δεν αποδέχθηκαν την πρόσληψή τους. Για τις ανωτέρω προσλήψεις δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 11 του ν. 3833/2010.

4. Από την πρόσληψη των επιτυχόντων στον Φορέα Υποδοχής, παύει κάθε αξίωση των επιτυχόντων για διορισμό τους και παροχή της εργασίας τους στην ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, οι δε τυχόν ανοιχθείσες δίκες, κατόπιν αγωγής τους ή αιτήσεως για λήψη ασφαλιστικών μέτρων, καταργούνται αυτοδικαίως. Η εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 1έως και 4 του παρόντος άρθρου δεν μπορεί να οδηγήσει σε ευθεία ή αναλογική εφαρμογή του άρθρου 7 του ν. 2112/1920. Από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού καταργούνται θέσεις τακτικού προσωπικού της ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ των κατηγοριών ΤΕ και ΔΕ, ισάριθμες με εκείνες για τις οποίες προκηρύχθηκε ο διαγωνισμός της παραγράφου 1 και για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί απόφαση διορισμού από την Διοίκηση της Τράπεζας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

ΕΙΔΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΕΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ,

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΣΥΛΛΟΓΙΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ. ΘΕΜΑΤΑ ΜΕΡΙΚΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ, ΕΚ ΠΕΡΙΤΡΟΠΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ, ΔΟΚΙΜΑΣΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ ΚΑΙ

ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ

Άρθρο 14

Ειδική Επιχειρησιακή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας

Το άρθρο 3 του ν. 1876/1990 προστίθεται παράγραφος 5Α ως εξής:

«5Α. 1α) Με ετήσια επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας, οι αποδοχές και οι συνθήκες εργασίας είναι δυνατόν να αποκλίνουν από αυτές της αντίστοιχης κλαδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας και όχι πάντως κατώτερα από το επίπεδο της εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης εργασίας. Στην περίπτωση αυτή, η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας, η οποία μπορεί να ανανεώνεται, ονομάζεται «ειδική επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας». Οι ειδικές επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας υπερισχύουν από τις αντίστοιχες κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, χωρίς περιορισμούς. Τα προβλεπόμενα στο άρθρο 10 για τη συρροή και οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του άρθρου 11 για την επέκταση των συλλογικών συμβάσεων εργασία του παρόντος νόμου δεν ισχύουν. Οι ειδικές επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη προσαρμογής των επιχειρήσεων στις συνθήκες της αγοράς, με στόχο τη δημιουργία ή τη διατήρηση των θέσεων εργασίας, καθώς και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων.

β) Με την ειδική επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας του προηγούμενου εδαφίου δύνανται να ρυθμίζονται ο αριθμός των θέσεων εργασίας, όροι και προϋποθέσεις μερικής απασχόλησης, εκ περιτροπής εργασίας και διαθεσιμότητας, καθώς και κάθε άλλος όρος εφαρμογής της, περιλαμβανομένης της διάρκειάς τους.

2. Κατ' εξαίρεση των οριζομένων στο άρθρο 6 παρ. 1 περίπτωση β' του παρόντος νόμου, η ειδική επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση μπορεί να καταρτιστεί και από εργοδότη που απασχολεί λιγότερους από 50 εργαζόμενους, με το αντίστοιχο επιχειρησιακό σωματείο και αν δεν υπάρχει με το αντίστοιχο κλαδικό σωματείο ή με την αντίστοιχη ομοσπονδία .

3. Για την εφαρμογή των οριζομένων στην παράγραφο 1 τα μέρη υποβάλλουν από κοινού αιτιολογική έκθεση των λόγων που δικαιολογούν την πρόθεσή τους για κατάρτιση ειδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας προς το Συμβούλιο Κοινωνικού Ελέγχου Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.Κ.Ε.Ε.), το οποίο και γνωμοδοτεί για τη σκοπιμότητα της κατάρτισής της, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία 20 ημερών μετά την πάροδο της οποίας τεκμαίρεται η χορήγηση της. Με την ίδια διαδικασία συμφωνείται και η τυχόν παράτασή της.

4. Η συλλογική σύμβαση εργασίας αυτής της παραγράφου αρχίζει από την υπογραφή της και είναι έγκυρη, σύμφωνα με τα ισχύοντα στο άρθρο 5 του παρόντος νόμου.

5. Σε περίπτωση παραβίασης των όρων του άρθρου αυτού, η ειδική επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας είναι άκυρη και σε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, η αποζημίωση απόλυσης υπολογίζεται με βάση τις αποδοχές της αντίστοιχης κλαδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας.

6. Οποιαδήποτε μείωση των αποδοχών των εργαζομένων κατά παράβαση των συμφωνημένων στο πλαίσιο της ειδικής επιχειρησιακής συλλογικής σύμβασης εργασίας, συνιστά μη εμπρόθεσμη καταβολή νομίμων αποδοχών, για την οποία εφαρμόζονται ο ΑΝ 690/1945, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 παρ. 1 του Ν.2336/1995.».

ΑΡΘΡΟ 15

Διαδικασία επίλυσης συλλογικών διαφορών

Τα άρθρα 14, 15,16 και 17 του Ν.1876/1990 αντικαθίστανται ως εξής :

«ΆΡΘΡΟ 14 Μεσολάβηση - Διαιτησία

1. Αν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις αποτύχουν τα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν δικαίωμα να ζητήσουν τις υπηρεσίες μεσολάβησης ή να προσφύγουν στην διαιτησία.

2. Οι όροι της προσφυγής στη μεσολάβηση και διαιτησία και η όλη διαδικασία καθορίζονται με τη συνομολόγηση σχετικών ρητρών στις συλλογικές συμβάσεις ή σε περίπτωση που δεν συνομολογήθηκαν τέτοιες ρήτρες, με κοινή συμφωνία των μερών που διαπραγματεύονται. Αν λείπουν παρόμοιες συμφωνίες, εφαρμόζονται οι διατάξεις του νόμου αυτού.

3. Οι υπηρεσίες μεσολάβησης και διαιτησίας γενικώς και αυτές που παρέχονται από τους μεσολαβητές και διαιτητές του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (Ο.ΜΕ.Δ.) βασίζονται στις αρχές της ορθής κρίσης, της αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας» .

« ΆΡΘΡΟ 15 Μεσολάβηση

1.Τον ορισμό μεσολαβητή μπορεί να ζητήσει οποιοδήποτε από τα ενδιαφερόμενα μέρη.

2.Η διαδικασία της μεσολάβησης αρχίζει με την κατάθεση σχετικής αίτησης από τα ενδιαφερόμενα μέρη, που υποβάλλεται από κοινού ή χωριστά. Η αίτηση, στην δεύτερη περίπτωση, κοινοποιείται και στο άλλο μέρος. Στην αίτηση αναφέρονται η πρόσκληση που απευθύνει το ένα μέρος προς το άλλο, τα στοιχεία των μερών και των οριζόμενων εκπροσώπων τους, οι προτάσσεις ή τα αιτήματα, οι λόγοι που τα δικαιολογούν, οι τυχόν εναλλακτικές προτάσεις και αντιπροτάσεις και οποιοδήποτε στοιχείο, το οποίο διευκολύνει τις διαπραγματεύσεις.

3.Ο μεσολαβητής επιλέγεται από τα μέρη από τον ειδικό κατάλογο μεσολαβητών. Σε περίπτωση ασυμφωνίας των μερών ο μεσολαβητής ορίζεται με κλήρωση. Για το σκοπό αυτόν, ύστερα από 48 ώρες από την υποβολή της αίτησης, η αρμόδια υπηρεσία του Ο.ΜΕ.Δ. καλεί τα μέρη να προσέλθουν σε καθορισμένο τόπο και ώρα για την επιλογή μεσολαβητή και σε περίπτωση διαφωνίας για την ανάδειξή του με κλήρωση. Η κλήρωση διεξάγεται ενώπιον του Προέδρου του Ο.ΜΕ.Δ. ή του οριζομένου από αυτόν εκπροσώπου του και κάθε μέρος έχει το δικαίωμα για μια φορά να εκφράσει την άρνησή του για το κληρωθέν πρόσωπο. Με την ίδια διαδικασία ορίζεται και ο αναπληρωματικός του μεσολαβητή. Μετά τον ορισμό του μεσολαβητή συντάσσεται πρακτικό ανάληψης της μεσολάβησης. Ο μεσολαβητής οφείλει να αναλάβει τα καθήκοντά του εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών το αργότερο από τον ορισμό του.

4. Ο μεσολαβητής καλεί τα μέρη σε συζητήσεις, προβαίνει σε κατ' ιδίαν ακρόαση των μερών, σε εξέταση της οικονομικής κατάστασης και της εξέλιξης της ανταγωνιστικότητας, της παραγωγικής δραστηριότητας στην οποία αναφέρεται η συλλογική διαφορά, σε εξετάσεις προσώπων και σε οποιαδήποτε έρευνα σχετική με τους όρους εργασίας, συνεπικουρούμενος από έναν ή περισσότερους πραγματογνώμονες της επιλογής του.

5. Η εργοδοτική πλευρά και κάθε αρμόδια υπηρεσία έχουν την υποχρέωση να δώσουν στο μεσολαβητή κάθε πληροφορία και να υποβοηθήσουν το έργο του. Ειδικότερα για την εργοδοτική πλευρά ισχύουν όσα περιγράφονται στην παρ. 4 του άρθρου 4 του N.1876/1990.

6.α) Αν τα μέρη δεν καταλήξουν σε συμφωνία μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) εργασίμων ημερών από την επομένη της ημέρας ανάληψης των καθηκόντων του μεσολαβητή, ο μεσολαβητής έχει δικαίωμα να υποβάλλει σ' αυτά δική του πρόταση.

β) Αν τα μέρη δεν γνωστοποιήσουν εγγράφως την αποδοχή της πρότασης του μεσολαβητή μέσα σε πέντε (5) εργάσιμες ημέρες από την κοινοποίησή της, θεωρείται ότι την απέρριψαν. Η αποδοχή ή η απόρριψη της πρότασης κοινοποιείται και στο άλλο μέρος. Η πρόταση του μεσολαβητή είναι δυνατό να δημοσιεύεται από αυτόν στον ημερήσιο ή /και στον περιοδικό τύπο.

γ) Εφ' όσον η πρόταση γίνεται δεκτή o μεσολαβητής καλεί τα μέρη για την υπογραφή συλλογικής σύμβασης εργασίας.».

«ΆΡΘΡΟ 16 Διαιτησία.

1. Η προσφυγή στη διαιτησία μπορεί να γίνεται σε οποιοδήποτε στάδιο των διαπραγματεύσεων με κοινή συμφωνία των μερών.

2. Είναι δυνατή η προσφυγή στη διαιτησία μονομερώς στις εξής περιπτώσεις:

α) από οποιοδήποτε μέρος, εφόσον το άλλο μέρος αρνήθηκε τη μεσολάβηση , ή

β) από οποιοδήποτε μέρος μετά τη υποβολή της πρότασης μεσολάβησης, εφόσον και τα δύο μέρη προσήλθαν και συμμετείχαν στη διαδικασία μεσολάβησης.

3. Η προσφυγή στη διαιτησία περιορίζεται στον καθορισμό βασικού ημερομισθίου ή/και βασικού μισθού. Για τα λοιπά θέματα μπορεί να συνεχιστεί οποτεδήποτε η συλλογική διαπραγμάτευση προκειμένου να συναφθεί συλλογική σύμβαση εργασίας.

4. Η διαιτησία διεξάγεται από ένα διαιτητή και στην περίπτωση μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία, σύμφωνα με την παράγραφο 2 αυτού του άρθρου, είναι δυνατόν να ζητηθεί από ένα εκ των μερών η συγκρότηση τριμελούς Επιτροπής Διαιτησίας. Ο διαιτητής ή οι διαιτητές της τριμελούς Επιτροπής Διαιτησίας, οι αναπληρωτές τους καθώς και ο ορισμός ενός εκ των διαιτητών ως Προέδρου της τριμελούς Επιτροπής Διαιτησίας, επιλέγονται με κοινή συμφωνία των μερών από ειδικό κατάλογο διαιτητών και σε περίπτωση ασυμφωνίας με κλήρωση. Για το σκοπό αυτόν, ύστερα από 48 ώρες από την προσφυγή στη διαιτησία, η αρμόδια υπηρεσία του Ο.ΜΕ.Δ. καλεί τα μέρη να προσέλθουν σε καθορισμένο τόπο και ώρα για την επιλογή διαιτητή ή Επιτροπής Διαιτησίας και τον Πρόεδρό της.

Η κλήρωση διεξάγεται ενώπιον του Προέδρου του Ο.ΜΕ.Δ. ή του οριζομένου από αυτόν εκπροσώπου του και κάθε μέρος έχει το δικαίωμα για μια φορά να εκφράσει την άρνησή του για το κληρωθέν πρόσωπο. Ο διαιτητής και οι διαιτητές της τριμελούς Επιτροπής Διαιτησίας οφείλουν να αναλάβουν τα καθήκοντά τους εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών το αργότερο από τον ορισμό τους. Η απόφαση της Επιτροπής Διαιτησίας λαμβάνεται ομόφωνα ή κατά πλειοψηφία.

5. Ο διαιτητής μελετά όλα τα στοιχεία και πορίσματα, που συγκεντρώθηκαν στο στάδιο της μεσολάβησης, την οικονομική κατάσταση και την εξέλιξη της ανταγωνιστικότητας της παραγωγικής δραστηριότητας, στην οποία αναφέρεται η συλλογική διαφορά, και έχει τα ίδια δικαιώματα με το μεσολαβητή. Το ίδιο ισχύει και για την Επιτροπή Διαιτησίας.

6. Η απόφαση της διαιτησίας εξομοιώνεται με συλλογική σύμβαση εργασίας και ισχύει από την επομένη της υποβολής της αίτησης για μεσολάβηση.

7. Η διαιτητική απόφαση εκδίδεται σε δέκα (10) εργάσιμες ημέρες από την ανάληψη των καθηκόντων του Διαιτητή ή της Επιτροπής Διαιτησίας, αν προηγήθηκε μεσολάβηση, και σε διάστημα τριάντα (30) εργασίμων ημερών, αν δεν προηγήθηκε.

8. Στις περιπτώσεις προσφυγής στη διαιτησία αναστέλλεται η άσκηση του δικαιώματος της απεργίας για διάστημα δέκα (10) ημερών από την ημέρα προσφυγής.

9. Οι διαφορές για το κύρος των διαιτητικών αποφάσεων υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου κατά το άρθρο 16 στοιχ. 5 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και εκδικάζονται κατά τη διαδικασία των άρθρων 663 του ίδιου Κώδικα. Η σχετική αγωγή εγείρεται από τα συμμετέχοντα στη συλλογική διαφορά μέρη ή δε εκδοθησομένη απόφαση ισχύει για όλα τα δεσμευόμενα από τη διαιτητική απόφαση μέρη.

Η δικάσιμος ορίζεται υποχρεωτικά εντός σαράντα πέντε (45) εργασίμων ημερών από την κατάθεση της αγωγής, ανεξάρτητα από πόσες υποθέσεις έχει η δικάσιμος. Η έφεση ασκείται εντός δεκαπέντε (15) εργασίμων ημερών από την επίδοση της απόφασης και η δικάσιμος της έφεσης ορίζεται υποχρεωτικά εντός τριάντα (30) ημερών από την κατάθεσή της, η επίδοση της οποίας γίνεται δεκαπέντε (15) ημέρες πριν από την συζήτηση.».

«Άρθρο 17 Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας

1. Ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας (Ο.ΜΕ.Δ.) είναι ανεξάρτητος φορέας και λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, των προεδρικών διαταγμάτων και των κανονιστικών πράξεων, που εκδίδονται κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου 18 παρ. 2 του Ν.1876/1990, καθώς και των αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου του κατά παρέκκλιση τω διατάξεων που αφορούν το δημόσιο τομέα.

2. Σκοπός του Ο.ΜΕ.Δ. είναι η υποστήριξη των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων με την παροχή υπηρεσιών μεσολάβησης και διαιτησίας προς τις εργατικές και εργοδοτικές οργανώσεις και μεμονωμένους εργοδότες. Για την εκπλήρωση αυτού του σκοπού, ιδίως: α) οργανώνει υπηρεσίες διοικητικής υποστήριξης της μεσολάβησης και της διαιτησίας, β) διεξάγει ενημερωτικά και εκπαιδευτικά προγράμματα, που απευθύνονται κυρίως σε εκπροσώπους συνδικαλιστικών οργανώσεων εργαζομένων και οργανώσεις εργοδοτών για θέματα συλλογικών διαπραγματεύσεων, εργασιακών σχέσεων και οικονομίας της εργασίας γ) εκπονεί επιστημονικές έρευνες και μελέτες για θέματα συναφή με τους σκοπούς του και δ) συντάσσει ετήσια έκθεση του έργου του, η οποία υποβάλλεται προς τα Διοικητικά Συμβούλια των: α) Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος (ΓΣΕΕ), β) Σύνδεσμο Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), γ) Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών, Βιοτεχνών, Εμπόρων Ελλάδος (ΓΣΕΒΕΕ,) δ) Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ) και καθώς επίσης προς τον Υπουργό Οικονομικών και τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.

3. Ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας διοικείται από επταμελές διοικητικό συμβούλιο, που αποτελείται από:

α) ένα εκπρόσωπο του ΣΕΒ, ένα της ΓΣΕΒΕΕ και ένα της ΕΣΕΕ, με τους αναπληρωτές τους,

β) τρεις εκπροσώπους της Γ.Σ.Ε.Ε., με τους αναπληρωτές τους και

γ) τον Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του, που επιλέγονται με ομόφωνη απόφαση των μελών των περιπτώσεων α' και β', η οποία απόφαση λαμβάνεται σε συνεδρίαση, η οποία συγκαλείται από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, πριν τη συγκρότηση του Διοικητικού Συμβουλίου σε σώμα. Ο Πρόεδρος και ο αναπληρωτής του πρέπει να είναι πρόσωπα αναγνωρισμένου κύρους και έμπειρα σε θέματα εργασιακών σχέσεων ή οικονομίας της εργασίας ή του εργατικού δικαίου.

4. Στο διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας συμμετέχει ως παρατηρητής και χωρίς δικαίωμα ψήφου, ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, με τον αναπληρωτή του, κάτοχος πτυχίου Πανεπιστημίου με εμπειρία στα εργασιακά θέματα.

5. Για τις περιπτώσεις α' και β' της παραγράφου 3, η υπόδειξη από τους αρμόδιους φορείς γίνεται μέσα σε προθεσμία 15 ημερών από την πρόσκληση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.

6. Το Διοικητικό Συμβούλιο συγκροτείται σε σώμα με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Με την ίδια απόφαση ορίζεται ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου καθώς και ο αναπληρωτής του από τα τακτικά μελή του Διοικητικού Συμβουλίου.

7. α) Η θητεία του Διοικητικού Συμβουλίου είναι τριετής. Ο επαναδιορισμός των τακτικών μελών είναι δυνατός για μία ακόμη συνεχόμενη τριετία.

β) Σε περίπτωση παραίτησης ή θανάτου μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου, το Διοικητικό Συμβούλιο βρίσκεται σε νόμιμη συγκρότηση και είναι δυνατή η συμμετοχή του αναπληρωματικού μέλους ως τακτικού. Εάν ελλείπει τακτικό μέλος, ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης καλεί με την διαδικασία της παραγράφου 5 αυτού του άρθρου, τον φορέα από τον όποιο προέρχεται το ελλείπον μέλος να ορίσει άλλο πρόσωπο για το υπόλοιπο της θητείας του ελλείποντος μέλους.

8. α) Οι μεσολαβητές και οι διαιτητές αποτελούν δύο αυτοτελή ειδικά σώματα.

Ο ανώτατος αριθμός θέσεων μεσολαβητών και διαιτητών για όλη τη χώρα είναι 38 εκ των οποίων 12 είναι διαιτητές. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου ανάλογα με τις παρουσιαζόμενες ανάγκες μπορεί να αυξομειώνεται ο αριθμός κάθε σώματος, χωρίς υπέρβαση του ανωτάτου ορίου των 38 θέσεων.

β) Οι μεσολαβητές και οι διαιτητές ασκούν δημόσιο λειτούργημα χωρίς να έχουν την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου και απολαμβάνουν πλήρους ανεξαρτησίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, τα οποία οφείλουν να εκτελούν με αντικειμενικότητα και έχουν υποχρέωση να τηρούν τον Κώδικα Δεοντολογίας του Σώματος Μεσολαβητών Διαιτητών, που εκδίδεται με ομόφωνη απόφαση των επτά (7) μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.

9. α) Οι υποψήφιοι μεσολαβητές πρέπει :

ι) να έχουν συμπληρώσει το 35ο έτος της ηλικίας τους,

ιι) να έχουν πτυχίο Πανεπιστημίου, νομικών ή οικονομικών επιστημών ή συναφών σπουδών,

ιιι) να έχουν 5ετή αποδεδειγμένη εμπειρία σε θέματα εργασιακών σχέσεων

β) Οι υποψήφιοι διαιτητές πρέπει:

ι) Να έχουν συμπληρώσει το 45ο έτος της ηλικίας τους,

ιι) να έχουν πτυχίο Πανεπιστημίου, νομικών ή οικονομικών επιστημών ή συναφών σπουδών,

ιιι) να έχουν 10ετή αποδεδειγμένη εμπειρία σε θέματα εργασιακών σχέσεων.

γ) Συνεκτιμώνται πρόσθετα προσόντα των υποψηφίων, όπως μεταπτυχιακοί τίτλοι σπουδών και σχετικές δημοσιεύσεις, ιδίως σε θέματα εργασιακών σχέσεων.

Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί με κανονισμό να καθορίσει επιπλέον προσόντα από όσα αναφέρονται.

10. Οι μεσολαβητές και οι διαιτητές προσλαμβάνονται με τριετή θητεία, η οποία είναι ανανεώσιμη με δυνατότητα μεταβολής της ιδιότητας του μεσολαβητή ή του διαιτητή κατά την προηγούμενη θητεία τους. Προκειμένου να ανανεωθεί η θητεία τους επανακρίνονται σύμφωνα με όσα ορίζει ειδικός κανονισμός με αιτιολογημένη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, η οποία λαμβάνεται με ομόφωνη απόφαση των επτά (7) μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.

11. α) Ο διορισμός γίνεται μετά από δημόσια προκήρυξη των θέσεων των μεσολαβητών και των θέσεων των διαιτητών. Οι ενδιαφερόμενοι υποβάλλουν βιογραφικά σημειώματα, τίτλους σπουδών, σχετικές δημοσιεύσεις και δήλωση σε ποιό από το δύο σώματα προτιμούν να ενταχθούν, καθώς και ό,τι άλλο καθορίζεται με την προκήρυξη.

β) Το Διοικητικό Συμβούλιο μετά από μελέτη των φακέλων των υποψηφίων και ενδεχόμενη προφορική συνέντευξη επιλέγει τους ικανότερους με ομόφωνη απόφαση των επτά (7) μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.

12. Με Προεδρικά Διατάγματα, που εκδίδονται με πρόταση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, έπειτα από σύμφωνη γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ο.ΜΕ.Δ. που εκφράζεται με ομόφωνη απόφαση των επτά (7) μελών του Διοικητικού Συμβουλίου ρυθμίζεται κάθε λεπτομέρεια, που αφορά τα θέματα των παραγράφων 3 έως 11 του άρθρου αυτού, περιλαμβανομένου του αριθμού των θέσεων μεσολαβητών διαιτητών και του διοικητικού ή άλλου προσωπικού του Ο.ΜΕ.Δ..

Άρθρο 16

Μετά την παρέλευση 3 ετών από τη ισχύ του παρόντος, οι κοινωνικοί εταίροι που συμβάλλονται για την κατάρτιση της εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης εργασίας αξιολογούν την αποτελεσματικότητα του θεσμού Μεσολάβηση και Διαιτησία, και προτείνουν προς τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης τη διατήρηση, κατάργηση ή τροποποίηση των ρυθμίσεών τους.

Άρθρο 17

Γενικές ρυθμίσεις και μεταβατικές διατάξεις

1. Οι ρυθμίσεις του άρθρου 56 του Ν.3691/2008 (Α' 166) και του άρθρου 51 του Ν. 3871/2010 (Α' 141) εξακολουθούν να ισχύουν.

2. Τα Προεδρικά Διατάγματα 198/1990 (Α'76) και 147/1990 (Α' 56), καθώς και οι υφιστάμενοι κανονισμοί που έχουν εκδοθεί με βάση το άρθρο 18 παρ. 2 του Ν.1876/1990 εξακολουθούν να ισχύουν, εκτός αντίθετης διάταξης προς τις ρυθμίσεις του παρόντος, μέχρι την καθ' οιονδήποτε τρόπο τροποποίησή τους.

3. Μέσα σε ένα μήνα από την έκδοση του παρόντος κινείται η διαδικασία συγκρότησης του Διοικητικού Συμβουλίου με βάση τα προβλεπόμενα στο παρόν. Μέχρι τη συγκρότηση σε σώμα του νέου Διοικητικού Συμβουλίου, συνεχίζεται η θητεία του υφιστάμενου σήμερα Διοικητικού Συμβουλίου, το οποίο εξακολουθεί να λειτουργεί και να ασκεί τα καθήκοντά του, σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 1 του Ν.1876/1990. Στο νέο Διοικητικό Συμβούλιο αποκλείεται ο ορισμός των τακτικών μελών του απερχόμενου Διοικητικού Συμβουλίου, εφόσον έχουν συμπληρώσει έξι (6) έτη συνεχούς θητείας.

4. Μέσα σε ένα μήνα από τη συγκρότηση του νέου Διοικητικού Συμβουλίου σύμφωνα με το παρόν, το Διοικητικό Συμβούλιο με απόφασή του προβαίνει σε δημόσια προκήρυξη για την πρόσληψη μεσολαβητών και διαιτητών. Οι μεσολαβητές και οι διαιτητές, που υπηρετούν σήμερα στον Ο.ΜΕ.Δ. εξακολουθούν να ασκούν τα καθήκοντά τους μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας επιλογής μεσολαβητών διαιτητών, στην οποία μπορούν να συμμετάσχουν και αυτοί, και σε κάθε περίπτωση μέχρι την 30η Μαρτίου 2011, οπότε και λύεται αζημίως η σχέση τους με τον Ο.ΜΕ.Δ.

Άρθρο 18

Ρύθμιση θεμάτων μερικής απασχόλησης, εκ περικοπής εργασίας, προσωρινής απασχόλησης, δοκιμαστικής περιόδου απασχόλησης και απλοποίηση διαδικασιών εφαρμογής εργατικής νομοθεσίας

1. Η παράγραφος 9 του άρθρου 38 Ν.1892/1990 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 Ν.3846/2010 αντικαθίσταται ως εξής:

«9. Οι αποδοχές των εργαζομένων με σύμβαση ή σχέση εργασίας μερικής απασχόλησης υπολογίζονται όπως και οι αποδοχές του συγκρίσιμου εργαζομένου και αντιστοιχούν στις ώρες εργασίας της μερικής απασχόλησης.»

2. Η παράγραφος 11 του άρθρου 38 Ν.1892/1990 όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 Ν.3846/2010 αντικαθίσταται ως εξής:

«11. Αν παραστεί ανάγκη για πρόσθετη εργασία πέρα από τη συμφωνηθείσα, ο μερικώς απασχολούμενος εργαζόμενος έχει υποχρέωση να την παράσχει, αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του θα ήταν αντίθετη με την καλή πίστη. Ο μερικώς απασχολούμενος μπορεί να αρνηθεί την παροχή εργασίας πέραν της συμφωνημένης, όταν αυτή η πρόσθετη εργασία λαμβάνει χώρα κατά συνήθη τρόπο».

3. Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του Ν.3846/2010, αντικαθίσταται ως εξής:

«Αν περιοριστούν οι δραστηριότητές του ο εργοδότης μπορεί, αντί καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, να επιβάλλει σύστημα εκ περιτροπής απασχόλησης στην επιχείρησή του, η διάρκεια της οποίας δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τους εννέα (9) μήνες στο ίδιο ημερολογιακό έτος, μόνο εφόσον προηγουμένως προβεί σε ενημέρωση και διαβούλευση με τους νόμιμους εκπροσώπους των εργαζομένων, σύμφωνα με τις διατάξεις του Π.Δ. 260/06 και του Ν. 1767/88.»

4. Η παράγραφος 6 άρθρου 22 N.2956/2001, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 του Ν.3846/2010 αντικαθίσταται ως εξής:

«6. Η διάρκεια της απασχόλησης του μισθωτού από τον έμμεσο εργοδότη, στην οποία περιλαμβάνονται και οι ενδεχόμενες ανανεώσεις που γίνονται εγγράφως, δεν επιτρέπεται να είναι μεγαλύτερη από τους τριάντα έξι (36) μήνες. Σε περίπτωση υπέρβασης των χρονικών ορίων, που τίθενται από την παρούσα παράγραφο, επέρχεται μετατροπή της υπάρχουσας σύμβασης σε σύμβαση αορίστου χρόνου με τον έμμεσο εργοδότη».

5. α. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 74 του Ν.3863/2010 προστίθεται εδάφιο ως εδάφιο Α' ως εξής:

« Α'. Η απασχόληση με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου λογίζεται ως απασχόληση δοκιμαστικής περιόδου για τους πρώτους δώδεκα (12) μήνες από την ημέρα ισχύος της και η οποία μπορεί να καταγγελθεί χωρίς προειδοποίηση και χωρίς αποζημίωση απόλυσης, εκτός κι αν άλλο συμφωνήσουν τα μέρη.».

β Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 74 του Ν.3863/2010 αναριθμείται ως Β' και η περίπτωση α' αυτής αντικαθίστανται ως εξής:

« Β'. Σύμβαση μισθωτού με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, διάρκειας πέραν των δώδεκα (12) μηνών, δύναται να καταγγελθεί κατόπιν προηγούμενης έγγραφης προειδοποίησης του εργοδότη ως εξής:

α) Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από δώδεκα (12) μήνες έως δύο (2) χρόνια, προειδοποίηση ενός μηνός (1) πριν την απόλυση».

6. α. Με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης είναι δυνατή η αλλαγή της διαδικασίας υποβολής δηλώσεων, αναφορών, ειδοποιήσεων, αναγγελιών και λοιπών στοιχείων που υποβάλλουν οι εργοδότες στον ΟΑΕΔ, στις Επιθεωρήσεις Εργασίας, στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης και σε άλλες υπηρεσίες του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και των εποπτευομένων από αυτό φορέων, και αφορούν στους μισθωτούς τους και συγκεκριμένα στην πρόσληψη, αποχώρηση, τους όρους εργασίας, την απασχόληση και άλλες σχετικές πληροφορίες.

β. Mε όμοιες υπουργικές αποφάσεις μπορεί να ρυθμίζονται μεταξύ άλλων η δυνατότητα ηλεκτρονικής υποβολής των στοιχείων, που αναφέρονται στην ανωτέρω παράγραφο εν όλω ή εν μέρει, περιλαμβανομένης της τροποποίησης των προθεσμιών υποβολής, της χρήση κοινής βάσης δεδομένων των προαναφερομένων αρμόδιων δημόσιων φορέων καθώς και κάθε άλλη τροποποίηση και απλούστευση διαδικαστικής ενέργειας, που προβλέπεται για τους εργοδότες και τους εργαζόμενους και που συμβάλλει στη μείωση διοικητικού βάρους.

Άρθρο 19

Έναρξη ισχύος

1. Η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 1,2,3,4 και 5 του άρθρου 4 και των άρθρων 5 και 6 του νόμου αυτού αρχίζει από 1.1.2011.

2. Η ισχύς των λοιπών διατάξεων του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στις επιμέρους διατάξεις του.

Αθήνα, Δεκεμβρίου 2010

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΡΟΥΤΣΑΣ

ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΡΥΣΟΧΟΙΔΗΣ

ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ, ΝΗΣΩΝ ΚΑΙ ΑΛΙΕΙΑΣ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΑΜΑΝΤΙΔΗΣ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ

ΤΙΝΑ ΜΠΙΡΜΠΙΛΗ

ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

ΑΝΝΑ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ

ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΕΠΠΑΣ

ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

ΛΟΥΚΑ ΚΑΤΣΕΛΗ

ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΟΒΕΡΔΟΣ

ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

ΚΩΣΤΑΣ ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

ΧΑΡΗΣ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

ΠΑΥΛΟΣ ΓΕΡΟΥΛΑΝΟΣ

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ

ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΟΥΤΣΗΣ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ

«ΕΠΕΙΓΟΝΤΑ ΜΕΤΡΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ»

Α. Γενική παρουσίαση

Με το Σχέδιο Νόμου που προτείνεται για ψήφιση στην Εθνική Αντιπροσωπεία θεσμοθετούνται τα απαραίτητα μέτρα για την εφαρμογή του προγράμματος στήριξης της ελληνικής οικονομίας, όπως το Πρόγραμμα αναθεωρήθηκε την 22.11.2010 και προβλέπονται στο Μνημόνιο Συνεννόησης. Η Κυβέρνηση στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της πρωτοφανούς οικονομικής και δημοσιονομικής κρίσης της χώρας, των δυσμενών συνθηκών στην εγχώρια και διεθνή αγορά και της ανάγκης προστασίας και προαγωγής του γενικότερου δημόσιου συμφέροντος, έχει ήδη λάβει και εισηγείται τη λήψη κατεπειγόντων μέτρων, άμεσης και επιτακτικής ανάγκης, για την περαιτέρω δημοσιονομική προσαρμογή, τη μείωση των λειτουργικών δαπανών, τον εξορθολογισμό στη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού και την αναδιάρθρωση των φορέων και επιχειρήσεων που είτε επιχορηγούνται τακτικά από τον Κρατικό Προϋπολογισμό είτε ανήκουν ή ελέγχονται μετοχικά από το Ελληνικό Δημόσιο. Εξαιτίας της δεινής θέσης των δημοσίων οικονομικών της χώρας και ιδίως του υψηλού ελλείμματος και του υπέρογκου δημόσιου χρέους της και κάτω από το βάρος της χρηματοπιστωτικής κρίσης που προκλήθηκε εξαιτίας αυτών των γεγονότων και που κατέστησε αδύνατη την υλοποίηση του δανειακού προγράμματος της Ελλάδας μέσω της δυνατότητας προσφυγής της στις διεθνείς αγορές χρήματος, ψηφίστηκαν οι νόμοι 3833/2010 και 3845/2010. Η αναθεώρηση των στοιχείων για το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης από τη Eurostat αποτύπωσε το πραγματικό μέγεθος του δημοσιονομικού ελλείμματος της χώρας έως το 2009. Συγκεκριμένα το έλλειμμα του 2009 αναθεωρήθηκε από το 13,6% σε 15,4% του ΑΕΠ και οφείλεται μεταξύ άλλων και στην ένταξη στο χρέος της Γενικής Κυβέρνησης του χρέους νέων φορέων και οργανισμών, που αύξησε το έλλειμμα κατά 0,7% του ΑΕΠ. Η αναθεώρηση επηρεάζει προφανώς και τα στοιχεία του δημοσίου χρέους, στο οποίο ενσωματώθηκαν τα συσσωρευμένα χρέη των δημοσίων επιχειρήσεων που εντάχθηκαν στην Γενική Κυβέρνηση. Το χρέος Γενικής Κυβέρνησης του 2009 αναθεωρήθηκε σε 126,8% του ΑΕΠ από το 115,4% του ΑΕΠ: αύξηση 11,4 μονάδων του ΑΕΠ. Η αναθεώρηση οφείλεται κυρίως στην ένταξη των ΔΕΚΟ στα στοιχεία Γενικής Κυβέρνησης, αυξάνοντας το χρέος κατά 7,75% του ΑΕΠ.

Παρά την αναθεώρηση των δημοσιονομικών δεδομένων που επηρέασε τα δημοσιονομικά μεγέθη του 2010 και δημιούργησε μια «νέα αφετηρία» για τη δημοσιονομική προσαρμογή, επιτεύχθηκε εντός του 2010 μείωση του ελλείμματος άνω των 14 δισ. ευρώ - μεγαλύτερη από αυτή στην οποία είχε δεσμευτεί η χώρα μας- και η Κυβέρνηση συνεχίζει την προσπάθεια για την επίτευξη των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών στόχων του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής και τη δραστική μείωση του ελλείμματος με στόχο, το 2014, το έλλειμμα να φτάσει κάτω από το 3% του ΑΕΠ. Με βάση τις προβλέψεις του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής το έλλειμμα της Κεντρικής Κυβέρνησης θα μειωθεί στο 9,1% του ΑΕΠ, από 9,9% το 2010 και 14,3% το 2009, ενώ σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης περιορίζεται στο 7,4% του ΑΕΠ από 9,4% το 2010 και 15,4% το 2009.

Μετά την υπογραφή του επικαιροποιημένου Μνημονίου Συνεννόησης το μεγαλύτερο μέρος των νέων παρεμβάσεων για το 2011, θα προέλθει μεταξύ άλλων και από εξοικονομήσεις από παρεμβάσεις για τις ΔΕΚΟ. Η διεύρυνση της Γενικής Κυβέρνησης με την ένταξη νέων φορέων κάνει επιτακτική την ανάγκη για στοχευμένες παρεμβάσεις σε τομείς όπου ήδη έχουν δρομολογηθεί μεταρρυθμίσεις, όπως η εξυγίανση και αναδιάρθρωση των ΔΕΚΟ. Τα οικονομικά αποτελέσματα των ΔΕΚΟ, επηρεάζουν άμεσα βασικά μεγέθη της ελληνικής οικονομίας, όπως το έλλειμμα και το δημόσιο χρέος, την απασχόληση, τις επενδύσεις και το ρυθμό της οικονομικής ανάπτυξης. Από τα καταγραφέντα αποτελέσματα της ΕΛ.ΣΤΑΤ. για το 2009, ο απολογισμός του συνολικού οικονομικού αποτελέσματος των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης κλείνει με αρνητικό πρόσημο στα -1.743 εκατ. Ευρώ, ενώ οι εκτιμήσεις για το 2010 και οι προβλέψεις για το 2011 ανέρχονται στα -540 εκατ. ευρώ και στα +300 εκατ. ευρώ αντίστοιχα. Στο πλαίσιο αυτό, η εξυγίανση και ανάπτυξη των ΔΕΚΟ αποτελεί σημαντική προτεραιότητα για την εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου προγράμματος που στοχεύει στη συγκράτηση των δαπανών, στην ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας, στην ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής δικαιοσύνης, στη στήριξη της ανταγωνιστικότητας και στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στο κράτος. Χαρακτηριστικά μεγέθη των περισσότερων ΔΕΚΟ καταδεικνύουν ότι τα συνολικά έσοδά τους μειώνονται συνεχώς, ενώ σε πολλές περιπτώσεις ο καθαρός δανεισμός τους (σύνολο μακροπρόθεσμων και βραχυπρόθεσμων δανειακών υποχρεώσεων μείον ταμειακά διαθέσιμα) υπερβαίνει τα ετήσια έσοδα. Από την άλλη πλευρά, ο μέσος μισθός είναι σχεδόν διπλάσιος από τον αντίστοιχο του ιδιωτικού τομέα και κατά 44,1% μεγαλύτερος του δημοσίου. Για παράδειγμα η ΕΘΕΛ δαπανά το μεγαλύτερο ποσό από όλες τις δημόσιες επιχειρήσεις, για μισθοδοσία, 319,41 εκατ. ευρώ το 2009, ενώ τα έσοδά της ανέρχονταν στα 193,93 εκατ. ευρώ για το ίδιο έτος.

Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται και οι ρυθμίσεις για την αναπροσαρμογή των αποδοχών στην ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ και τις εταιρείες του Ομίλου της, καθώς και για την πρόσληψη από το ΙΚΑ των επιτυχόντων σε διαγωνισμό του ΑΣΕΠ της ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ και κατάργηση ισάριθμων θέσεων τακτικού προσωπικού στην Τράπεζα.

Στο πλαίσιο των δομικών μεταρρυθμίσεων που προωθεί η Κυβέρνηση ενόψει της μείωσης των πρωτογενών δαπανών για την μείωση του ελλείμματος και του δημοσίου χρέους, καθώς βρισκόμαστε στην καρδιά της δημοσιονομικής κρίσης που υπέστη η χώρα, λαμβάνονται με το παρόν νομοσχέδιο πρόσθετα μέτρα για την προστασία και προαγωγή του δημόσιου συμφέροντος με την εξυγίανση και ανάπτυξη των δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών καθώς και φορέων της γενικής κυβέρνησης, εξασφαλίζοντας όμως μια δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στις απαιτήσεις του γενικού συμφέροντος και την ανάγκη προστασίας των εισοδημάτων σε βιώσιμα επίπεδα. Επιπλέον, για την περαιτέρω μείωση των λειτουργικών δαπανών, στον κανόνα των προσλήψεων (1 πρόσληψη για 5 αποχωρήσεις) συμπεριλαμβάνονται όλες οι προσλήψεις και οι διορισμοί για τα έτη 2011 έως και 2013 χωρίς εξαιρέσεις, στις δε προσλήψεις συνυπολογίζονται, προκειμένου για τον στενό δημόσιο τομέα και οι μεταφορές και εντάξεις προσωπικού ιδιωτικού δικαίου από φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα.

Τα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής συμπληρώνονται από φορολογικά μέτρα για την αύξηση των εσόδων, με την αναπροσαρμογή των συντελεστών σε επιλεγμένους έμμεσους φόρους. Παράλληλα, λαμβάνονται και σημαντικά μέτρα για την τόνωση της πραγματικής οικονομίας με την ελάφρυνση ή και την απαλλαγή από φόρους, όπως είναι οι ρυθμίσεις για την μείωση του Φ.Π.Α. στο 6,5%.για τις υπηρεσίες διαμονής σε ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια, παρόμοιους χώρους και κάμπινγκ. Στο 6,5% εντάσσονται και τα φάρμακα, τα εμβόλια καθώς επίσης τα βιβλία, οι εφημερίδες, τα περιοδικά, τα εισιτήρια θεατρικών παραστάσεων και τα βιβλία με εικόνες για παιδιά. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται και οι ρυθμίσεις που προβλέπουν ελαφρύνσεις και απαλλαγές του ειδικού φόρου κατανάλωσης για την ηλεκτρική ενέργεια, η εξαίρεση της δαπάνης για την απόκτηση πρώτης κατοικίας από το «πόθεν έσχες», τα κίνητρα για την αντικατάσταση αυτοκινήτων παλαιάς τεχνολογίας, η αναπροσαρμογή του φόρου πολυτελείας στα επιβατικά αυτοκίνητα. Επίσης, εναρμονίζεται η εθνική μας νομοθεσία «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας» (ν.2960/2001), με τις διατάξεις της Οδηγίας 2010/12/ΕΕ του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 2010 «για την τροποποίηση των οδηγιών 92/79/ΕΟΚ, 92/80/ΕΟΚ και 95/59/ΕΚ όσον αφορά τη δομή και τους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα βιομηχανοποιημένα καπνά και της οδηγίας 2008/118/ΕΚ» (EE L 50/27.02.2010).

Στο σχέδιο νόμου περιλαμβάνονται ρυθμίσεις για την διαγραφή των ανεπίδεκτων είσπραξης οφειλών προς το Δημόσιο με τη θεσμοθέτηση διαδικασίας διαγραφής. Αυτό καθίσταται αναγκαίο καθώς με τις υφιστάμενες διατάξεις του άρθρου 82 του ΚΕΔΕ δεν υπάρχει δυνατότητα διαγραφής ανεπίδεκτης είσπραξης απαίτησης, με μόνη εξαίρεση την οίκοθεν αίτηση διαγραφής του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. στην περίπτωση αποβιώσαντος οφειλέτη που δεν έχει περιουσιακά στοιχεία και οι κληρονόμοι του έχουν αποποιηθεί την κληρονομιά. Το ποσό των χρεών που έχουν χαρακτηρισθεί ως ανεπίδεκτα είσπραξης αποτελεί ποσοστό 73,46% επί του συνόλου των ληξιπροθέσμων της 31.12.2009, ή ποσοστό 49,27% των εσόδων του τακτικού Κρατικού Προϋπολογισμού ή ποσοστό 10,18% του ΑΕΠ. Και τα τρία ποσοστά είναι πολύ υψηλότερα από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η βελτίωσή τους συνδέεται με την συνολική προσπάθεια εξυγίανσης του χαρτοφυλακίου των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Η προτεινόμενη διαδικασία διαγραφής προβλέπει την συγκρότηση νέας ειδικής για τον λόγο αυτό γνωμοδοτικής επιτροπής, η οποία θα συνεξετάζει όλα τα υποβαλλόμενα στοιχεία που θα πρέπει να τεκμηριώνουν και να αποδεικνύουν το ανεπίδεκτο της είσπραξης.

Στο δεύτερο κεφάλαιο περιλαμβάνονται ρυθμίσεις για τις Ειδικές Επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας, τη διαδικασία επίλυσης συλλογικών διαφορών, για τα θέματα της μερικής απασχόλησης, της εκ περιτροπής εργασίας, της προσωρινής απασχόλησης, της δοκιμαστικής περιόδου απασχόλησης καθώς και την απλοποίηση των διαδικασιών εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας με σκοπό την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και την βελτίωση του ρυθμού ανάπτυξής της.

Β. Ειδικότερα επί του Κεφαλαίου Α'

Επί του Άρθρου 1

Με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού επαναπροσδιορίζεται το πεδίο εφαρμογής του Κεφαλαίου Α' του ν.3429/2005 «Δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμοί». Με την αντικατάσταση του άρθρου 19 του ίδιου νόμου, καταργούνται όλες οι εξαιρέσεις που ίσχυσαν, είτε με ειδικές διατάξεις, είτε με κοινές υπουργικές αποφάσεις που εκδόθηκαν κατ' εξουσιοδότηση του άρθρου αυτού, όπως ισχύει μέχρι σήμερα, ώστε στο πεδίο εφαρμογής του να υπάγονται όλες οι δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμοί που πληρούν τα κριτήρια του Κεφαλαίου Α'. Επιπλέον, επειδή με το ν.2362/1995, όπως τροποποιήθηκε με το ν.3871/2010, τα στοιχεία του προϋπολογισμού της Γενικής Κυβέρνησης λαμβάνονται πλέον υπόψη για τον προσδιορισμό του ελλείμματος και του δημοσίου χρέους, θεωρείται κρίσιμο να υπαχθεί στις ρυθμίσεις του Κεφαλαίου Α' του ν.3429/2005 και κάθε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου που είναι φορέας της Γενικής Κυβέρνησης, όπως αυτή ορίζεται με το άρθρο 1Β του ν.2362/1995

Για την αποτελεσματικότερη άσκηση του ελέγχου και της εποπτείας επί των δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών του Κεφαλαίου Α' του ν.2362/1995, με την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού, τα εν λόγω νομικά πρόσωπα υποχρεούνται, εκτός από τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις που υποβάλλουν στην Ειδική Γραμματεία Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών του Υπουργείου Οικονομικών, να υποβάλλουν και τριμηνιαίες, οι οποίες έχουν ελεγχθεί από ορκωτό ελεγκτή-λογιστή, ανεξάρτητα από τον ετήσιο κύκλο εργασιών τους.

Με την παράγραφο 3, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται και επιβάλλονται κυρώσεις για τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης που δεν υποβάλλουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 78 του ν.2362/1995, σύμφωνα με τις οδηγίες και εγκυκλίους του Υπουργείου Οικονομικών. Μεταξύ των κυρώσεων μπορεί να είναι και η διακοπή της χρηματοδότησης ή και της επιχορήγησης του φορέα.

Με την παράγραφο 4 ρυθμίζονται κατ' αναλογία προς τα άρθρα 15 έως και 21 του ν. 3891/2010 τα ζητήματα πλεονάζοντος προσωπικού της εταιρείας Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα ΑΒΕΕ. Τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα ΑΒΕΕ (Ανώνυμη Βιομηχανική και Εμπορική Εταιρεία) έχουν σωρεύσει ένα τεράστιο χρέος, πάνω από ένα δισ. € και παρουσιάζουν σοβαρά λειτουργικά προβλήματα. Παράλληλα, καταγράφεται ένα πλεονάζον προσωπικό που αυξάνει το λειτουργικό κόστος της εταιρείας σε μια περίοδο που αυτή δεν έχει παραγγελίες - νέα συμβόλαια.

Επισημαίνεται δε ότι το προσωπικό της Εταιρείας είναι πλεονάζον σε σχέση με τις πραγματικές παραγωγικές - επιχειρησιακές δυνατότητες αυτής, λόγος για τον οποίο είναι αναγκαίο να εφαρμοστεί και σε αυτήν το μοντέλο του ΟΣΕ, ώστε με τη μεταφορά του πλεονάζοντος προσωπικού να επιτευχθεί εξορθολογισμός λειτουργικού κόστους και παραγωγής.

Επί του Άρθρου 2

Με το άρθρο 2 προστίθεται στο άρθρο τρίτο του ν.3845/2010 «Μέτρα για την εφαρμογή του μηχανισμού στήριξης της ελληνικής οικονομίας από τα κράτη-μέλη της Ζώνης του ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο», παράγραφοι που αφορούν περαιτέρω μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής για τις δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς καθώς και για τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης.

Με τις ρυθμίσεις της νέας παραγράφου 17 θεσπίζεται από 1.1.2011, όριο στις συνολικές αποδοχές και πρόσθετες αμοιβές ή απολαβές όλων των απασχολουμένων με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, συμπεριλαμβανομένων και των απασχολουμένων με σύμβαση έμμισθης εντολής, των φορέων που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του Κεφαλαίου Α' του ν.3429/2005 όπως τροποποιήθηκε με το προηγούμενο άρθρο, το δημόσιο. Συγκεκριμένα, καθορίζεται ως όριο το ποσό των 4000 ευρώ μηνιαία, υπολογιζόμενο σε δωδεκάμηνη βάση. Στο ποσό αυτό δεν συμπεριλαμβάνονται τα επιδόματα που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση και την κατοχή θέσης ευθύνης ενώ ο υπολογισμός του γίνεται μετά την μείωση των πάσης φύσεως αποδοχών και πρόσθετων αμοιβών ή απολαβών κατ' εφαρμογή των επόμενων παραγράφων που προστίθενται με το ίδιο άρθρο.

Με ειδική αιτιολογημένη γνώμη του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου καθ' ύλην υπουργού, ύστερα από σύμφωνη γνώμη της Ειδικής Γραμματείας ΔΕΚΟ, επιτρέπεται η υπέρβαση του ορίου αυτού για στελέχη των ανωτέρω φορέων, τα οποία κατέχουν θέση ιδιαίτερης ευθύνης και έχουν ειδικά προσόντα ή ειδικές συνθήκες απασχόλησης στον φορέα. Το ανώτατο όριο για τα στελέχη αυτά δεν μπορεί να υπερβαίνει τις αποδοχές Γενικού Γραμματέα Υπουργείου, χωρίς την οικογενειακή παροχή, τα επιδόματα εορτών και αδείας καθώς και τα επιδόματα των παραγράφων 7, 8 και 9 του άρθρου 12 του ν.3205/2003, όπως αυτές καθορίζονται κάθε φορά.

Για τον Πρόεδρο ή Διοικητή ή Διευθύνοντα Σύμβουλο, το ανώτατο όριο αποδοχών και πρόσθετων παροχών τους παραμένει το ίδιο, όπως έχει καθοριστεί με τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 2 του ν.3833/2010.

Με την παράγραφο 18 που προστίθεται στο άρθρο τρίτο του ν.3845/2010, πέραν του ορίου στις αποδοχές των αναφερομένων στην προηγούμενη παράγραφο, προβλέπεται και οριζόντια μείωση 10% των αποδοχών τους (τακτικές αποδοχές, αποζημιώσεις, επιδόματα οποιασδήποτε φύσης και είδους), κατά παρέκκλιση οποιασδήποτε γενικής ή ειδικής διάταξης ή ρήτρας ή όρου συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης ή ατομικής σύμβασης εργασίας ή συμφωνίας. Από το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω παραγράφου εξαιρούνται τα επιδόματα που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση καθώς και με το ανθυγιεινό ή επικίνδυνο της εργασίας. Ειδικά, το επίδομα εορτών και αδείας των απασχολούμενων στις δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς του Κεφαλαίου Α' του ν.3429/2005, εφόσον είχε καθοριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου τρίτου του ν.3845/2010, δεν περικόπτεται.

Οι περικοπές που προβλέπονται στην παράγραφο αυτή εφαρμόζονται εφόσον οι πάσης φύσεως αποδοχές, επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές υπερβαίνουν το ποσό των 1800 ευρώ το μήνα, υπολογιζόμενο σε δωδεκάμηνη βάση. Αν υπερβαίνουν το όριο αυτό, η μείωση διενεργείται μέχρι του ποσού αυτού. Στο ποσό των 1800 ευρώ συνυπολογίζονται και τα επιδόματα που εξαιρούνται από την περικοπή του 10%.

Με την νέα παράγραφο 19, προκειμένου να τεθεί περιορισμός στις δαπάνες για υπερωρίες, υπερεργασία και εκτός έδρας μετακινήσεις και οδοιπορικά, τίθεται πλαφόν στις επιχειρήσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των ρυθμίσεων αυτών. Συγκεκριμένα, οι εν λόγω αμοιβές δεν επιτρέπεται να υπερβαίνουν, σε επίπεδο φορέα, ετησίως το 10% των οριζομένων στις προηγούμενες παραγράφους αποδοχών, επιδομάτων αποζημιώσεων και αμοιβών που καταβάλλονται από τον φορέα σε ετήσια βάση, μετά την μείωσή τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού.

Η παράγραφος 20 προβλέπει ότι οι ρυθμίσεις των παραγράφων 17 έως 19 κατισχύουν κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης ή ρήτρας ή όρου συλλογικής ή κλαδικής ή επιχειρησιακής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης ή ατομικής σύμβασης εργασίας ή συμφωνίας ενώ κάθε αντίθετη ρύθμιση, με την οποία θεσπίζεται υπέρβαση του ανωτάτου ορίου της παραγράφου 17 καταργείται και τυχόν αποδοχές, πρόσθετες αμοιβές ή απολαβές αναπροσαρμόζονται αυτοδίκαια στο αντίστοιχο όριο.

Τέλος, με τη νέα παράγραφο 21 που προστίθεται με το παρόν άρθρο, προσδιορίζονται οι αποδοχές των μετατασσομένων ή μεταφερομένων με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, από και προς τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης ή δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών κατά την έννοια των παραγράφων 1, 2, 3 και 6 του άρθρου 1 του ν.3429/2005 ή νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου που ελέγχονται και χρηματοδοτούνται κυρίως από Ο.Τ.Α. και Ο.Κ.Α. Ειδικότερα, προβλέπεται ότι στους εν λόγω υπάλληλους θα καταβάλλεται το σύνολο των αποδοχών της νέας τους θέσης, ενώ στην περίπτωση που ελάμβαναν επιπλέον αποδοχές στον φορέα από τον οποίο μετατάχθηκαν ή μεταφέρθηκαν, οι αποδοχές αυτές δεν διατηρούνται ως προσωπική διαφορά. Η ισχύς της διάταξης αυτής αρχίζει από 1.1.2011 ενώ τυχόν καταβληθείσα προσωπική διαφορά δεν αναζητείται. Στο πεδίο της ρύθμισης περιλαμβάνονται οι μεταταχθέντες ή μεταφερθέντες από 1.1.2010 και εφεξής.

Επί του Άρθρου 3

Με το εν λόγω άρθρο καθορίζεται η εισοδηματική πολιτική της Κυβέρνησης μέχρι τέλους του έτους 2011. Ειδικότερα, με τις παραγράφους 1 και 2 προβλέπεται ότι για το έτος 2011 απαγορεύεται οποιαδήποτε αύξηση των αποδοχών των λειτουργών, υπαλλήλων και εργαζομένων κατά την ίδια χρονική περίοδο και με οποιαδήποτε σχέση εργασίας στο Δημόσιο εν γένει, τα .Ν.Π.Δ.Δ., τους Ο.Τ.Α. καθώς και τα Ν.Π.Ι.Δ. που ανήκουν σε ΟΤΑ ή ΟΚΑ ή επιχορηγούνται τακτικά από τον κρατικό προϋπολογισμό σε ποσοστό τουλάχιστον 50% του προϋπολογισμού τους, καθώς και στις δημόσιες επιχειρήσεις, Ν.Π.Ι.Δ. και οργανισμούς που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του Κεφαλαίου Α' του ν.3429/2005, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 του νόμου αυτού, καλύπτοντας κάθε συνομολόγηση αυξήσεων που γίνεται με γενική ή ειδική διάταξη νόμου ή ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης, υπουργικής απόφασης ή οποιουδήποτε είδους διοικητικής πράξης κανονιστικού χαρακτήρα ή με ατομική σύμβαση εργασίας ή συμφωνία και αφορά σε αποδοχές, δηλαδή μισθούς, ημερομίσθια, ωρομίσθια, επιδόματα, βοηθήματα ή με οποιαδήποτε άλλη ονομασία (μπόνους κ.λπ.) ή μορφή, είτε με αύξηση υφιστάμενων είτε με θέσπιση ή συνομολόγηση νέων τέτοιων αποδοχών ή παροχών, καταργώντας κάθε άλλη αντίθετη διάταξη. Ειδικά στον υπολογισμό των συνολικών αποδοχών του προσωπικού των φορέων του Κεφαλαίου Α' του ν.3429/2005, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 του νομοσχεδίου, λαμβάνονται υπόψη οι μειώσεις του προηγούμενου άρθρου.

Εξαίρεση προβλέπεται μόνο για τις αυξήσεις αποδοχών που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση ή τη μισθολογική ή υπηρεσιακή εξέλιξη των προσώπων που εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του παρόντος σχεδίου νόμου.

Με την παράγραφο 3 του εν λόγω άρθρου, πέραν των κυρώσεων που επιβάλλονται με την παράγραφο 4 του άρθρου 3 του ν.3833/2010 στους διοικητές, προέδρους, διευθύνοντες συμβούλους και στα μέλη Διοικητικών Συμβουλίων των νομικών προσώπων που υπάγονται στο πεδίο των ρυθμίσεων του άρθρου αυτού, προβλέπεται επιπλέον και καταγγελία της σύμβασης του διευθύνοντος συμβούλου με τον φορέα καθώς και λήξη της θητείας του προέδρου, αντιπροέδρου και των μελών του ΔΣ του φορέα, σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του προηγούμενου άρθρου αλλά και των παραγράφων του άρθρου αυτού. Η καταγγελία της σύμβασης και η λήξη της θητείας, διενεργείται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών μετά από εισήγηση της Ειδικής Γραμματείας ΔΕΚΟ, αζημίως για τον φορέα.

Με την παράγραφο 4 καταργούνται οι εξαιρέσεις από τον κανόνα πέντε προς ένα στις προσλήψεις στο δημόσιο τομέα (1 πρόσληψη για κάθε πέντε αποχωρήσεις) κατά τα έτη 2011 έως και 2013 και προβλέπεται ότι στον κανόνα ένα προς πέντε λαμβάνονται υπόψη για τον στενό δημόσιο τομέα και τυχόν μεταφορές και εντάξεις προσωπικού ιδιωτικού δικαίου από τους φορείς των περιπτώσεων στ) έως και θ) της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του ν.2190/1994.

Τέλος, θεσπίζεται περιορισμός και στις προσλήψεις προσωπικού με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου και στις συμβάσεις μίσθωσης έργου για το έτος 2011, κατά 15% σε σχέση με τις αντίστοιχες εγκρίσεις του έτους 2010.

Επί του Άρθρου 4

Με τις προτεινόμενες διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 5 αυξάνεται ο μειωμένος συντελεστής Φ.Π.Α. από 11% σε 13% και ο υπερμειωμένος από 5,5% σε 6,5% για να αντιμετωπιστούν οι δημοσιονομικές ανάγκες δεδομένης της κρίσιμης οικονομικής συγκυρίας που βρίσκεται η χώρα μας. Η αύξηση αυτή πραγματοποιείται προκειμένου να εξευρεθούν τα αναγκαία έσοδα και ταυτόχρονα να αποφευχθεί η μαζική μετάταξη αγαθών και υπηρεσιών από το 11% στο 23%.

Ταυτόχρονα για λόγους αναπτυξιακούς και βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας του τουριστικού τομέα εντάσσονται οι υπηρεσίες διαμονής σε ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια, παρόμοιους χώρους και κάμπινγκ στο 6,5%. Επιπλέον, εντάσσονται στον υπερμειωμένο συντελεστή 6,5% τα φάρμακα και τα εμβόλια για την ιατρική του ανθρώπου με σκοπό την ελάφρυνση των καταναλωτών και των ασφαλιστικών ταμείων.

Σημειώνεται ότι στο συντελεστή 6,5% παραμένουν τα βιβλία, οι εφημερίδες, τα περιοδικά, τα εισιτήρια θεατρικών παραστάσεων και επιπλέον εντάσσονται τα βιβλία με εικόνες για παιδιά.

Διευκρινίζεται ότι για τα νησιά του Αιγαίου, που ισχύει μειωμένος συντελεστής κατά 30%, οι εφαρμοστέοι συντελεστές Φ.Π.Α. αντίστοιχα είναι ο μεν μειωμένος 9% (από 13% στη λοιπή Ελλάδα) και ο υπερμειωμένος 5% (από 6,5% στη λοιπή Ελλάδα).

Με τις ρυθμίσεις της παραγράφου 7 παρατείνεται όπως και για τις υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος, η προθεσμία παραγραφής των υποθέσεων φορολογίας κεφαλαίου μέχρι 31.12.2011.

Επί του Άρθρου 5

Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 1, καταργείται η εξομοίωση των συντελεστών Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Ε.Φ.Κ.) του πετρελαίου θέρμανσης και κίνησης με διαδικασία επιστροφής φόρου αποκλειστικά για το πετρέλαιο θέρμανσης και επιβάλλεται απευθείας στο πετρέλαιο θέρμανσης που τίθεται σε ανάλωση κατά τη χρονική περίοδο από την 15η Οκτωβρίου μέχρι και την 30η Απριλίου κάθε έτους, συντελεστής Ε.Φ.Κ., ο οποίος ορίζεται σε είκοσι ένα (21) ευρώ το χιλιόλιτρο.

Με το ως άνω μέτρο επιτυγχάνεται η απλοποίηση της διαδικασίας διάθεσης του πετρελαίου εσωτερικής καύσης (DIESEL) θέρμανσης στους καταναλωτές, ενώ παραμένει, χάριν ελέγχου της νόμιμης διάθεσης και χρήσης του πετρελαίου θέρμανσης, η υποχρέωση των επιτηδευματιών ΔΙ.ΠΕ.ΘΕ να καταχωρούν ανελλιπώς και με ακρίβεια, στο Πληροφοριακό Σύστημα Παρακολούθησης Πετρελαίου Θέρμανσης που τηρείται στην Γ.Γ.Π.Σ., όλες τις συναλλαγές που πραγματοποιούν για το ως άνω προϊόν από την κατάθεση της Δήλωσης Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (Δ.Ε.Φ.Κ.) μέχρι και τη διάθεσή του στην τελική κατανάλωση.

Με την απλοποίηση της διαδικασίας επιτυγχάνεται αφενός η απαλλαγή των διακινητών πετρελαίου που διαθέτουν πετρέλαιο θέρμανσης στους καταναλωτές (πρατηριούχοι υγρών καυσίμων κλπ) από την υποχρέωση αγοράς του εν λόγω καυσίμου με υψηλό συντελεστή Ε.Φ.Κ. και διάθεσή του με χαμηλό, αναμένοντας στη συνέχεια την επιστροφή της διαφοράς του φόρου, αφετέρου από μέρους του Δημοσίου η μείωση του κόστους διοικητικής διαχείρισης όπως προμήθεια τραπεζών, κόστος αποθήκευσης και φύλαξης φορολογικών παραστατικών, απασχόλησης μεγάλου αριθμού υπαλλήλων.

Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 2, καταργείται η δεκαήμερη πίστωση για την καταβολή των φορολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων της Δήλωσης Ε.Φ.Κ. (Δ.Ε.Φ.Κ.) η οποία είχε προβλεφθεί ειδικά για την περίπτωση του πετρελαίου θέρμανσης, λόγω του γεγονότος ότι το εν λόγω προϊόν τελωνιζόταν από 15 Φεβρουαρίου 2008, με τον υψηλό -εξομοιωμένο με το πετρέλαιο κίνησης, συντελεστή.

Με την κατάργηση της εξομοίωσης των συντελεστών κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1, εκλείπουν και οι λόγοι της διαφορετικής αντιμετώπισης των δύο προϊόντων (πετρέλαιο κίνησης και θέρμανσης) αναφορικά με το χρονικό σημείο για την καταβολή των φορολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων . Ομοίως διαγράφεται και η παράγραφος 6, λόγω της κατάργησης της διαδικασίας επιστροφής ειδικά για την περίπτωση του πετρελαίου θέρμανσης.

Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 3 προβλέπονται κυρώσεις για τις περιπτώσεις που το πετρέλαιο θέρμανσης, το οποίο επιβαρύνεται με χαμηλό συντελεστή Ε.Φ.Κ., διακινηθεί ή κατέχεται ή χρησιμοποιηθεί χωρίς να τηρηθούν οι διατάξεις της περίπτωσης α της παραγράφου 2 του άρθρου 73 του Ν. 2960/2001, όπως προβλέπονται από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, επιφυλασσομένων των διατάξεων περί λαθρεμπορίας για τις περιπτώσεις που διέφυγαν ή έγινε απόπειρα διαφυγής δασμοφορολογικών επιβαρύνσεων.

Με τις προτεινόμενες διατάξεις των παραγράφων 4, 5 και 6 επέρχονται τροποποιήσεις του ν.3634/2008 προς εναρμόνιση των διατάξεων του νόμου αυτού με τις νέες προτεινόμενες ρυθμίσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και την ομαλή μετάβαση από το προηγούμενο καθεστώς επιστροφής Ε.Φ.Κ. στο νέο καθεστώς παρακολούθησης του φόρου αυτού.

Στην παράγραφο 7 προβλέπεται η διαχείριση των εκκρεμοτήτων που θα υπάρξουν μετά την λήξη της διαδικασίας επιστροφής του Ε.Φ.Κ., όπως προβλεπόταν από τις διατάξεις του ν.3634/2008 και ειδικότερα την τακτοποίησή τους σύμφωνα με τις προϊσχύουσες διατάξεις και βάσει των αποφάσεων που εκδόθηκαν σε εκτέλεση αυτών.

Επί του Άρθρου 6

Η Οδηγία 2010/12/ΕΕ του Συμβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 2010, εκδόθηκε μετά από εμπεριστατωμένη επανεξέταση των συντελεστών και της δομής των ειδικών φόρων κατανάλωσης στα προϊόντα καπνού, η οποία προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 4 της οδηγίας 92/79/ΕΟΚ «για την προσέγγιση των φόρων στα τσιγάρα» και του άρθρου 4 της οδηγίας 92/80/ΕΟΚ «για την προσέγγιση των φόρων στα βιομηχανοποιημένα καπνά εκτός των τσιγάρων». Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, κάθε τέσσερα χρόνια, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποβάλλει στο Συμβούλιο έκθεση και ενδεχομένως πρόταση σχετικά με τους συντελεστές και τη δομή των ειδικών φόρων κατανάλωσης. Στην έκθεση της Επιτροπής και κατά την εξέταση του θέματος από το Συμβούλιο λαμβάνονται υπόψη η ορθή λειτουργία της ενιαίας αγοράς, τα πραγματικά επίπεδα του ειδικού φόρου κατανάλωσης, καθώς και οι ευρύτεροι στόχοι της συνθήκης. Η ανάγκη αναθεώρησης των Οδηγιών 92/79/ΕΟΚ, 92/80/ΕΟΚ, 95/59/ΕΚ και 2008/118/ΕΚ, προέκυψε κυρίως για να εξασφαλισθεί η εύρυθμη και ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς μέσω της περαιτέρω σύγκλισης των φορολογικών συντελεστών μεταξύ των κρατών μελών, παράλληλα με την αύξηση των ελάχιστων επιπέδων φορολογίας που ισχύουν στην Ε.Ε. Επιπλέον, με δεδομένο ότι η Ευρωπαϊκή Κοινότητα είναι συμβαλλόμενο μέρος στη σύμβαση- πλαίσιο για τον έλεγχο του καπνού του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και ότι το επίπεδο φορολογίας αποτελεί βασική συνιστώσα της τιμής των προϊόντων καπνού, η οποία με τη σειρά της επηρεάζει τις καπνιστικές συνήθειες των καταναλωτών, σκοπός της αναθεώρησης είναι να εξασφαλιστεί ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας, όπως προβλέπεται από το άρθρο 168 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εναρμόνιση προς την νέα Οδηγία επιτυγχάνεται με τροποποίηση ή αντικατάσταση ορισμένων άρθρων του τρίτου μέρους του ν.2960/2001 «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας», ενώ δεν τροποποιούνται οι διατάξεις που δεν θίγονται βάσει της νέας Οδηγίας.

Ειδικότερα με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού αντικαθίσταται η περίπτωση β) του άρθρου 94 του Ε.Τ.Κ., σχετικά με τα είδη των βιομηχανοποιημένων καπνών και συγκεκριμένα αντικαθίσταται ο όρος «τα πούρα και τα σιγαρίλλος» από τον όρο «τα πούρα και τα πουράκια», λόγω αντικατάστασης του όρου αυτού με τη νέα Οδηγία, προς εναρμόνιση με τη περιγραφή του Κοινού Δασμολογίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Συνδυασμένη Ονοματολογία, Καν. 2658/87 του Συμβουλίου).

Με την παράγραφο 2 του άρθρου αυτού αντικαθίσταται το άρθρο 95 του Ε.Τ.Κ. και αναδιατυπώνονται οι ορισμοί για τα πούρα ή τα πουράκια, το λεπτοκομμένο καπνό που προορίζεται για την κατασκευή των χειροποίητων τσιγάρων και τα άλλα καπνά για κάπνισμα, ώστε να συμφωνούν με τους ορισμούς που περιλαμβάνονται στη νέα Οδηγία. Η αναδιατύπωση των ορισμών αυτών έγινε προκειμένου να επιτευχθεί ακριβέστερη διάκριση μεταξύ των εν λόγω προϊόντων και να αποφεύγεται η άτοπη φορολόγηση, καθώς έχουν εμφανιστεί στην αγορά ορισμένα νέα προϊόντα των οποίων ο διαχωρισμός δεν είναι απόλυτα ευχερής.

Με την παράγραφο 3 του άρθρου αυτού αντικαθίσταται η παράγραφος 1 του άρθρου 96 του Ε.Τ.Κ., σχετικά με τον προσδιορισμό του φόρου των βιομηχανοποιημένων καπνών και συγκεκριμένα εισάγεται ο νέος όρος της «σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης» των τσιγάρων, ως ποσοστό επί της οποίας ορίζεται ο ειδικός φόρος κατανάλωσης των τσιγάρων, λόγω αντικατάστασης του όρου της πλέον ζητούμενης τιμής με την νέα Οδηγία.

Με την παράγραφο 4 του άρθρου αυτού αντικαθίσταται το άρθρο 97 του Ε.Τ.Κ., σχετικά με τη βάση υπολογισμού και τους συντελεστές του φόρου των διαφόρων ειδών βιομηχανοποιημένων καπνών.

Συγκεκριμένα αναδιατυπώνονται οι διατάξεις της παραγράφου 1 του υπό αντικατάσταση άρθρου, όσον αφορά στα τσιγάρα, ώστε να αντικατασταθεί ο όρος της πλέον ζητούμενης κατηγορίας τιμών με τον όρο της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησής τους. Για τον ίδιο λόγο αναδιατυπώνονται τα εδάφια του άρθρου αυτού και παράλληλα αναπροσαρμόζεται ο ειδικός φόρος κατανάλωσης των τσιγάρων και του καπνού καπνίσματος . Συγκεκριμένα μειώνεται ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα τσιγάρα από 67% σε 65% και αυξάνεται ο πάγιος φόρος από 10% σε 15%. Η διαφοροποίηση αυτή αποσκοπεί στην εξασφάλιση του υγιούς ανταγωνισμού μεταξύ των εμπλεκομένων φορέων στην παραγωγή και διακίνηση των προϊόντων καπνού.

Στη νέα παράγραφο 2 του υπό αντικατάσταση άρθρου περιλαμβάνονται πλέον οι διατάξεις της περίπτωσης α) της παραγράφου 2 του υπό αντικατάσταση άρθρου, όσον αφορά τα πούρα και τα πουράκια, χωρίς καμία αλλαγή.

Στη νέα παράγραφο 3 του υπό αντικατάσταση άρθρου περιλαμβάνονται πλέον οι διατάξεις που αφορούν στη βάση υπολογισμού και στο συντελεστή του φόρου του λεπτοκομμένου καπνού για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων (διαχωρίζεται η περίπτωση β) της παραγράφου 2 του υπό αντικατάσταση άρθρου).

Με τις νέες διατάξεις μειώνεται ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης του λεπτοκομμένου καπνού που προορίζεται για κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων από 69% σε 67% και παράλληλα καθορίζονται ελάχιστα επίπεδα φορολογίας του (75% επί της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης), για να προσεγγίσουν τα ελάχιστα επίπεδα που εφαρμόζονται σήμερα στα τσιγάρα, ώστε να ληφθεί υπόψη καλύτερα το επίπεδο ανταγωνισμού που υφίσταται μεταξύ των δύο προϊόντων, το οποίο αντικατοπτρίζεται στα παρατηρούμενα καταναλωτικά πρότυπα, καθώς και ο εξίσου επιβλαβής χαρακτήρας τους.

Επιπλέον, με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής καθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής του λεπτοκομμένου καπνού για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων και ο τρόπος καθορισμού αυτής.

Στη νέα παράγραφο 4 του υπό αντικατάσταση άρθρου περιλαμβάνονται πλέον οι διατάξεις που αφορούν στη βάση υπολογισμού και στο συντελεστή του φόρου των άλλων καπνών για κάπνισμα (διαχωρίζεται η περίπτωση β) της παραγράφου 2 του υπό αντικατάσταση άρθρου).

Με τις νέες διατάξεις μειώνεται ο συντελεστής ειδικού φόρου κατανάλωσης στα άλλα καπνά για κάπνισμα από 69% σε 67% και καθορίζεται ελάχιστο επίπεδο φορολογίας 75% επί της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης, όπως και για το λεπτοκομμένο καπνό κατασκευής χειροποίητων τσιγάρων.

Επιπλέον, με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής καθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης των άλλων καπνών για κάπνισμα και ο τρόπος καθορισμού αυτής.

Εισάγεται νέα παράγραφος 5 στην οποία περιλαμβάνονται πλέον οι διατάξεις της παραγράφου 3 του υπό αντικατάσταση άρθρου, οι σχετικές με τη βάση υπολογισμού του φόρου των βιομηχανοποιημένων καπνών που παράγονται κατόπιν ειδικής παραγγελίας και δεν προορίζονται για εμπορία, χωρίς καμία αλλαγή, ενώ οι διατάξεις της ίδιας παραγράφου οι σχετικές με τα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά δωρεάν για ερευνητικούς σκοπούς, συσκευασμένα σε λευκά πακέτα καταργούνται.

Η ανάγκη κατάργησης των διατάξεων αυτών προκύπτει από το γεγονός ότι η δωρεάν διάθεση των προϊόντων αυτών απαγορεύεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 2 του ν.3730/08 «περί προστασίας ανηλίκων από τον καπνό και τα αλκοολούχα ποτά και άλλες διατάξεις».

Εισάγεται νέα παράγραφος 6 στην οποία μεταφέρονται τροποποιημένες οι διατάξεις της παραγράφου 4 του υπό αντικατάσταση άρθρου, σχετικά με τη βάση υπολογισμού του φόρου των βιομηχανοποιημένων καπνών που αποτελούν αντικείμενο λαθρεμπορίας και δεν έχει καθοριστεί η τιμή λιανικής πώλησής τους, δηλαδή δεν διατίθενται στην εγχώρια κατανάλωση.

Η τροποποίηση των διατάξεων αυτών καθίσταται αναγκαία κατ' αρχάς για να αντικατασταθεί ο όρος της πλέον ζητούμενης τιμής λιανικής πώλησης των τσιγάρων με τον όρο της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης αυτών. Επιπλέον, με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής καθορίζεται η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης που ισχύει κάθε φορά ανά είδος προϊόντος, προσαυξημένη κατά δέκα τοις εκατό (10%), ως βάση υπολογισμού του φόρου για το λεπτοκομμένο καπνό για στριφτά τσιγάρα και τα άλλα καπνά για κάπνισμα που αποτελούν αντικείμενο λαθρεμπορίας και δεν έχει καθοριστεί η τιμή λιανικής πώλησής τους, για λόγους ομοιόμορφης εφαρμογής και διαφάνειας ως προς τη βάση υπολογισμού του φόρου. Οι διατάξεις της υπό αντικατάσταση παραγράφου σχετικά με τη βάση υπολογισμού του φόρου προκειμένου για πούρα ή πουράκια μεταφέρονται αυτούσιες.

Τέλος, εισάγεται νέα παράγραφος 7, με τις διατάξεις της οποίας καθορίζεται η βάση υπολογισμού του φόρου των βιομηχανοποιημένων καπνών που διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής και δεν έχει καθοριστεί η τιμή λιανικής πώλησής τους, δηλαδή δεν διατίθενται στην εγχώρια κατανάλωση.

Η εισαγωγή της παραγράφου αυτής κρίνεται αναγκαία για τις περιπτώσεις που απαιτείται ο καθορισμός της εγγύησης, που προβλέπεται από τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 112, ο υπολογισμός της οποίας γίνεται βάσει των φορολογικών επιβαρύνσεων που αναλογούν στα ανωτέρω προϊόντα. Η βάση υπολογισμού του φόρου των προϊόντων αυτών προτείνεται κατ' αναλογία με τα προϊόντα της παραγράφου 6.

Με την παράγραφο 5 του άρθρου αυτού αντικαθίσταται το άρθρο 99 του Ε.Τ.Κ., αναφορικά με το μήκος των τσιγάρων για τον υπολογισμό του φόρου και συγκεκριμένα καθορίζονται εκ νέου τα μήκη ανάλογα με τα οποία τα τσιγάρα θεωρούνται ως ένα, δύο ή περισσότερα, λόγω αλλαγής των προβλεπομένων ορίων μήκους με τη νέα Οδηγία, που έγινε για λόγους ομοιόμορφης και δίκαιης φορολόγησης, προς αποφυγή φαινομένων καταστρατήγησης της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς και ενδεχόμενη απώλεια εσόδων.

Με την παράγραφο 6 του άρθρου αυτού αντικαθίσταται μια φράση του πρώτου εδαφίου της παρ.1 του άρθρου 104, αναφορικά με τις περιπτώσεις στις οποίες χορηγείται πίστωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης βιομηχανοποιημένων καπνών, με την οποία γίνεται παραπομπή στην παράγραφο 4 του άρθρου 54 του Ε.Τ.Κ. Η αντικατάσταση αυτή καθίσταται απαραίτητη καθόσον εκ παραδρομής δεν περιελήφθη στις τροποποιήσεις του Ε.Τ.Κ. που πραγματοποιήθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 85 του ν.3842/2010 (Α' 58), με τις οποίες αντικαταστάθηκε στο σύνολό του και το άρθρο 54 του Ε.Τ.Κ.

Επί του Άρθρου 7

Τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο, που είναι βεβαιωμένα στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.), ανέρχονται σήμερα, με βάση την 31.12.2009 σε 32.564.129.627 ευρώ. Από το ποσό αυτό, έχει χαρακτηριστεί από τις ίδιες τις υπηρεσίες ως ανεπίδεκτο είσπραξης ποσό 23.920.631.933 ευρώ. Για το χαρακτηρισμό των χρεών αυτών, ως ανεπίδεκτων είσπραξης, τεκμαίρεται ότι έχουν γίνει από τις υπηρεσίες ενέργειες από τις οποίες δεν προέκυψε δυνατότητα είσπραξης. Κατ' ελάχιστον θα πρέπει να έχει γίνει έρευνα για τον εντοπισμό των οφειλετών και των λοιπών προσώπων που ευθύνονται αλληλέγγυα με το νομικό πρόσωπο για την καταβολή των χρεών, οι οποίοι, είτε δεν έχουν ανευρεθεί ή εφόσον ανευρέθηκαν, δεν είναι κάτοχοι περιουσιακών στοιχείων που να καλύπτουν μέρος ή το σύνολο του χρέους. Με τις υφιστάμενες διατάξεις του άρθρου 82 του ΚΕΔΕ δεν υπάρχει δυνατότητα διαγραφής ανεπίδεκτης είσπραξης απαίτησης, με μόνη εξαίρεση την οίκοθεν αίτηση διαγραφής του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. στην περίπτωση αποβιώσαντος οφειλέτη που δεν έχει περιουσιακά στοιχεία και οι κληρονόμοι του έχουν αποποιηθεί την κληρονομιά.

Η προτεινόμενη διαδικασία διαγραφής προβλέπει την συγκρότηση νέας ειδικής για τον λόγο αυτό γνωμοδοτικής επιτροπής, η οποία θα συνεξετάζει όλα τα υποβαλλόμενα στοιχεία που θα πρέπει να τεκμηριώνουν και να αποδεικνύουν το ανεπίδεκτο της είσπραξης. Με τις προτεινόμενες διατάξεις επιτρέπεται η υποβολή από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ (ή άλλης Υπηρεσίας όπως αυτή στο μέλλον θα προσδιοριστεί) αίτησης διαγραφής που θα έχει συνταχθεί από το καθ' ύλην αρμόδιο τμήμα (σήμερα Δικαστικό) και θα συνυπογράφεται ως προς την ορθότητα και πληρότητα των ενεργειών από τον αρμόδιο Οικονομικό Επιθεωρητή. Η αίτηση θα υποβάλλεται με τα πλήρη στοιχεία από τα οποία θα αποδεικνύεται ότι έχουν εξαντληθεί όλες οι απαραίτητες ενέργειες για την είσπραξη της προτεινόμενης προς διαγραφή οφειλής και δεν υπάρχει καμία πηγή αποπληρωμής της. Έλεγχος και επαλήθευση των στοιχείων του υποβαλλόμενου φακέλου θα γίνεται και από την εκάστοτε αρμόδια Κεντρική Υπηρεσία (σήμερα Διεύθυνση Δημοσίων Εσόδων), η οποία και θα εισηγείται δια του Διευθυντή της στην Επιτροπή την διαγραφή.

Εφόσον υπάρχει πιθανότητα μερικής είσπραξης, δεν χωρεί υποβολή αιτήσεως διαγραφής.

Για την πλήρη κατοχύρωση των δικαιωμάτων του Δημοσίου, με την διάταξη εισάγεται και διαδικασία αναβίωσης των οφειλών σε οποιαδήποτε περίπτωση προκύψει δυνατότητα έστω και μερικής είσπραξης της διαγραφείσας απαίτησης.

Επί του Άρθρου 8

Με την παράγραφο 1 της προτεινόμενης τροποποίησης σκοπείται η φορολογική ελάφρυνση για τον οικιακό καταναλωτή, αφού μειώνεται κατά 50% ο ειδικός φόρος κατανάλωσης στη συγκεκριμένη χρήση, με παράλληλη αύξηση του ΕΦΚ στις λοιπές χρήσεις πλην της επιχειρηματικής σε καταναλωτές υψηλής τάσης, που αποτελούν την πρωτογενή παραγωγή της χώρας και είναι ιδιαιτέρως ενεργοβόρες.

Με την παράγραφο 2 ενισχύεται η ελληνική γεωργία με την απαλλαγή της από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης για την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιεί. Με την προτεινόμενη ρύθμιση της παραγράφου 3 λαμβάνεται μέριμνα για το σταδιακό εξορθολογισμό των τιμολογίων ηλεκτρικής ενέργειας μέσης και χαμηλής τάσης της ΔΕΗ Α.Ε., κατά την μεταβατική περίοδο που προβλέπεται στο ν.3845/2010, κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ότι το τμήμα των χρεώσεων για τις ανταγωνιστικές δραστηριότητες αντανακλά σταδιακά τις τιμές χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας που επηρεάζουν τις αντίστοιχες της λιανικής αγοράς μέχρι τη λήξη της μεταβατικής περιόδου.

Επί του Άρθρου 9

Με την προτεινόμενη ρύθμιση της παραγράφου 1 που προβλέπει την απαλλαγή από το «πόθεν έσχες» του τεκμηρίου απόκτησης πρώτης κατοικίας, επιδιώκεται η τόνωση της οικοδομικής δραστηριότητας δεδομένης της αρνητικής οικονομικής συγκυρίας. Η ρύθμιση αυτή είναι εξαιρετικού χαρακτήρα και θα ισχύσει μέχρι 31.12.2012.

Με τις διατάξεις των παραγράφων 2 έως και 6 του άρθρου αυτού παρέχεται φορολογικό κίνητρο με τη μορφή μειωμένου τέλους ταξινόμησης στα καινούργια επιβατικά αυτοκίνητα σύγχρονης αντιρρυπαντικής τεχνολογίας που τελωνίζονται σε αντικατάσταση αποσυρομένων από την κυκλοφορία για καταστροφή επιβατικών ρυπογόνων αυτοκινήτων παλαιάς τεχνολογίας.

Η ρύθμιση αποσκοπεί στην αντικατάσταση κυκλοφορούντων αυτοκινήτων παλαιάς τεχνολογίας ηλικίας άνω των 12 ετών που αποτελούν το σημαντικότερο παράγοντα ρύπανσης του περιβάλλοντος, με αυτοκίνητα σύγχρονης αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, τα οποία λόγω των μειωμένων εκπομπών ρύπων συμβάλλουν στη βελτίωση του περιβάλλοντος. Το μέτρο αυτό της ανανέωσης του στόλου των κυκλοφορούντων οχημάτων εφαρμόζεται στα επιβατικά αυτοκίνητα κυλινδρισμού μέχρι και 2000 κυβικά εκατοστά, επειδή τα αυτοκίνητα της κατηγορίας αυτής απευθύνονται κυρίως σε χαμηλές και μεσαίες εισοδηματικές τάξεις και παράλληλα αποσκοπεί στο να υποβοηθήσει τον κλάδο της αγοράς του αυτοκινήτου που βρίσκεται σήμερα σε μεγάλη κρίση.

Με τις διατάξεις της παραγράφου 7 αναδιαρθρώνονται τα χαμηλά φορολογικά κλιμάκια επιβολής του φόρου πολυτελείας στα επιβατικά αυτοκίνητα, με σκοπό να μειωθεί η φορολογική επιβάρυνση επιβατικών αυτοκινήτων και να τονωθεί η αγορά του αυτοκινήτου.

Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 8, επέρχεται ρύθμιση, με την οποία παρατείνεται η υπαγωγή των επιβατικών οχημάτων που πληρούν εκ κατασκευής τις προδιαγραφές της Οδηγίας 98/69/ΕΚ φάση Β (Euro 4), στους χαμηλότερους συντελεστές του τέλους ταξινόμησης. Ειδικότερα κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 7 του άρθρου 121 του Ν.2960/2001 (Α' 265), τα επιβατικά αυτοκίνητα που πληρούν από πλευράς εκπομπών ρύπων τις προδιαγραφές των Κανονισμών Ε.Κ. αριθμ. 715/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ης Ιουνίου 2007 (EL L 171/29.06.2007) και 692/2008 της Επιτροπής της 18ης Ιουλίου 2008 (EL L 199/28.07.2008) ή μεταγενέστερων, η ισχύς των οποίων αρχίζει από 1.01.2011, υπάγονται από την ημερομηνία αυτή στους χαμηλούς συντελεστές τέλους ταξινόμησης της περίπτωσης (α) της παραγράφου 2 του άρθρου 121 του ως άνω νόμου. Αντίθετα, τα επιβατικά αυτοκίνητα που πληρούν ως προς τις εκπομπές ρύπων τις προδιαγραφές των Οδηγιών 98/69/ΕΚ φάση Β ή μεταγενέστερης και της 98/69/ΕΚ φάση Α υπάγονται στους συντελεστές τέλους ταξινόμησης των περιπτώσεων (β) και (γ), αντίστοιχα, του ως άνω άρθρου. Με την προτεινόμενη ρύθμιση λαμβάνεται πρόνοια, ώστε τα επιβατικά αυτοκίνητα που θα έχουν κομισθεί στη χώρα μέχρι την 8η Δεκεμβρίου 2010 και για τα οποία θα έχουν κατατεθεί στις τελωνειακές αρχές μέχρι την ημερομηνία αυτή δηλωτικά εισαγωγής ή δηλώσεις άφιξης οχημάτων ή άλλο αποδεικτικό στοιχείο όταν πρόκειται για αυτοκίνητα μετοικούντων προσώπων, να εξακολουθήσουν να υπάγονται στους ισχύοντες συντελεστές τέλους ταξινόμησης μέχρι 30.06.2011, προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση στο νέο φορολογικό καθεστώς.

Επί του Άρθρου 10

Η προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 1 κρίνεται απαραίτητη, προκειμένου να συνεχισθεί ομαλά η μισθοδοσία του προσωπικού των νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων, το οποίο από 1.1.2011 καθίσταται αυτοδίκαια προσωπικό των Περιφερειών, ή μετατάσσεται σε δήμο, κατ' εφαρμογή των διατάξεων του «Καλλικράτη».

Παρέχεται μια μεταβατική περίοδος τεσσάρων μηνών, ώστε οι Περιφέρειες να μπορέσουν να συγκροτήσουν τα συλλογικά τους όργανα, να γίνει ανάθεση αρμοδιοτήτων σε αιρετούς και υπαλλήλους των οικονομικών υπηρεσιών, αλλά και η κατάρτιση του προϋπολογισμού τους. Σημειώνεται ότι, ο προϋπολογισμός των Περιφερειών που θα καταρτισθεί, θα πρέπει να ελεγχθεί ως προς τη νομιμότητα των εσόδων και δαπανών που έχουν εγγραφεί σε αυτόν, από τον Ελεγκτή Νομιμότητας. Το γεγονός δε, ότι στον προϋπολογισμό της Περιφέρειας εγγράφονται όλες οι υποχρεώσεις και απαιτήσεις των καταργούμενων νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων και μέχρι την κατάρτιση και ψήφιση αυτού, εκτελούνται ως δωδεκατημόρια του προϋπολογισμού του 2010, οι προϋπολογισμοί των νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων που συνιστούν την οικεία Περιφέρεια, καθιστά αδύνατη την καταβολή της μισθοδοσίας στους ως άνω υπαλλήλους από 1.1.2011, δεδομένου ότι ο σημερινός τύπος προϋπολογισμού των νομαρχιακών αυτοδιοικήσεων, δεν περιλαμβάνει κωδικούς δαπανών μισθοδοσίας, η οποία μέχρι σήμερα καλύπτεται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.

Τέλος, προβλέπεται ότι, το ποσό που απαιτείται για την κάλυψη της μισθοδοσίας του παραπάνω προσωπικού μέχρι την 30.4.2011, θα πρέπει απολογιστικά μέσα στο επόμενο από αυτή την ημερομηνία δίμηνο, να έχει τακτοποιηθεί και παρακρατηθεί αναλόγως της διάθεσής του, από τους πόρους των άρθρων 259 και 260 του «Καλλικράτη», που προορίζονται για τους δήμους και τις περιφέρειες και θα έπρεπε να τους αποδοθούν από τον Τακτικό Προϋπολογισμό.

Με την προτεινόμενη ρύθμιση της παραγράφου 2 οι συμβάσεις για το προσωπικό του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας προβλέπεται ότι θα είναι τριετούς διάρκειας.

Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 3 προβλέπεται ότι για την έγκαιρη, απαρέγκλιτη και προσήκουσα εφαρμογή του νόμου 3845/2010, καθίσταται αναγκαία η εισαγωγή, κατ' ελάχιστον, της εν λόγω ρύθμισης, προκειμένου να επισπευσθούν οι διαδικασίες ανάθεσης ειδικών κατηγοριών συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, σε τομείς άμεσης προτεραιότητας, και να καταστεί εφικτή η έγκαιρη επίτευξη αυτών των ενεργειών και στόχων εντός των στενών χρονικών ορίων που τίθενται. Σημειώνεται ότι παρά την μεταβολή αυτή, τα όρια που τίθενται είναι χαμηλότερα από τα όρια των κοινοτικών οδηγιών που έχουν ενσωματωθεί με τα αντίστοιχα προεδρικά διατάγματα στην ελληνική έννομη τάξη. Η ρύθμιση αφορά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων μόνο από φορείς του Κράτους (Κεντρικής Διοίκησης ή Δημοσίου, κατά την έννοια του άρθρου 1Β του νόμου 2362/1995, όπως αυτός τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του νόμου 3871/2010), και ορισμένες κατηγορίες συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, ιδιαίτερα κρίσιμες για την επίτευξη των ανωτέρω στόχων, που επιπλέον πρέπει να συνδέονται ρητά και άμεσα με την εφαρμογή των διατάξεων και ρυθμίσεων του νόμου 3845/2010.

Περαιτέρω, η εφαρμογή των γενικών αρχών του κοινοτικού δικαίου κατά την σύναψη των ανωτέρω συμβάσεων, αλλά και η θέση σε ισχύ του ν.3861/2010 (ΑΊ12) για την «Ενίσχυση της διαφάνειας: ανάρτηση νόμων - πράξεων στο διαδίκτυο» (βλέπε, ιδίως, το άρθρο 2, παράγραφος 4, εδάφιο 16 αυτού), διασφαλίζουν την πλήρη διαφάνεια και την ευρεία δημοσιότητα της διαδικασίας ανάθεσης των ανωτέρω συμβάσεων. Παράλληλα, η ανωτέρω δυνατότητα ανάθεσης είναι χρονικά περιορισμένη, παρεχόμενη μέχρι το τέλος του 2013, εν όψει του ιδιαίτερα κρίσιμου και εξαιρετικού χαρακτήρα του χρονικού αυτού διαστήματος για την επίτευξη των ανωτέρω τεθειμένων ρυθμίσεων και στόχων. Επίσης, εξουσιοδοτείται ο Υπουργός Οικονομικών, ως κατ' εξοχήν αρμόδιος για την εφαρμογή του ν. 3845/2010 και των δημοσιολογιστικών διατάξεων, για την έκδοση κανονιστικής απόφασης, με την οποία καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις της προσήκουσας και λυσιτελούς εφαρμογής των παραπάνω ρυθμίσεων.

Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 5 παρατείνεται η προθεσμία της παραγράφου 19 του άρθρου 10 του ν. 3863/2010 επειδή η προθεσμία αυτή ήταν πολύ μικρή και είχε ως αποτέλεσμα πολύ υπάλληλοι να μην μπορούν να κάνουν χρήση του δικαιώματος που τους παρείχε ο νόμος για παραμονή στην υπηρεσία μέχρι την συμπλήρωση, κατ' ανώτατο όριο, του 65ου έτους της ηλικίας τους.

Επί του Άρθρου 11

Με το άρθρο 10 τροποποιείται ο νόμος 3832/2010 «Ελληνικό Στατιστικό Σύστημα (ΕΛ.Σ.Σ.) Σύσταση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) ως Ανεξάρτητης Αρχής».

Με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις αποσαφηνίζονται οι αρμοδιότητες της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ως συλλογικού οργάνου και οι αρμοδιότητες του Προέδρου της ως μονομελούς οργάνου της Αρχής σε συμφωνία με τον Κώδικα Ορθής Πρακτικής για τις ευρωπαϊκές στατιστικές (Σύσταση της Επιτροπής της 25.05.2005 σχετικά με την ανεξαρτησία, την ακεραιότητα και την υπευθυνότητα των εθνικών και κοινοτικών στατιστικών αρχών). Οι βελτιώσεις αυτές, ιδίως στο πεδίο των άρθρων 10 και 14 του νόμου, ενισχύουν την κανονιστική πυκνότητα των ρυθμίσεων που διέπουν τη λειτουργία της Αρχής και με τον τρόπο αυτό τις εγγυήσεις ανεξαρτησίας και αυτόνομης λειτουργίας της. Παράλληλα, με την τροποποίηση του άρθρου 13 του νόμου που αφορά τη λειτουργία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. ως συλλογικού οργάνου, οι σχετικές διατάξεις προσαρμόζονται περισσότερο προς τις γενικές διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.

Επί των Άρθρων 12 και 13

Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ είναι ανώνυμη τραπεζική εταιρεία (δεν ανήκει στις ΔΕΚΟ), βασικός μέτοχος της οποίας είναι το Δημόσιο, με ποσοστό 77%.

Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ, ιδίως λόγω διαρθρωτικών

προβλημάτων, της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας που ανέκυψε από το 2008 και της ανάγκης διενέργειας υψηλών προβλέψεων, από τη χρήση 2009 εμφανίζει υψηλά ζημιογόνα αποτελέσματα.

Ειδικότερα, στη χρήση 2009 εμφάνισε ζημίες 401,5 εκατ. Ευρώ σε ενοποιημένη και 384,8 εκατ. Ευρώ σε εταιρική βάση, ενώ το 9μηνο της τρέχουσας χρήσης εμφανίζει ζημίες 117,2 εκατ. Ευρώ σε ενοποιημένη και 119 εκατ. Ευρώ σε εταιρική βάση.

Επίσης, με βάση τόσο το σημερινό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας όσο και τα αποτελέσματα του τελευταίου stress test, είναι επιτακτική ανάγκη γενναίας αύξησης μετοχικού κεφαλαίου της Τράπεζας, ώστε να θωρακιστεί και να επιτύχει τους αναγκαίους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας. Για την επιτυχή κάλυψη της επικείμενης αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου πρέπει το Δημόσιο, ως βασικός μέτοχος, να ασκήσει τα εκ του νόμου και του καταστατικού δικαιώματά του και υπό τις σημερινές δημοσιονομικές συγκυρίες και το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης, να καταβάλλει ένα σημαντικό ποσό που του αναλογεί.

Οι ρυθμίσεις που προτείνονται σκοπούν στην προστασία του δημόσιου συμφέροντος, που συνδέεται ιδίως με την εξασφάλιση των θέσεων εργασίας και τη βιωσιμότητα της ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ και του Ομίλου της και υλοποιούν μέρος του σχεδίου εξυγίανσης και αναδιάρθρωσης της Τράπεζας και του Ομίλου της γενικότερα, καθώς και της αναγκαίας κεφαλαιακής ενίσχυσής της.

Οι παρούσες ρυθμίσεις προχωρούν σε περικοπή των λειτουργικών δαπανών της ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ και του Ομίλου της, μέσω μείωσης των μικτών μηνιαίων αποδοχών των εργαζομένων σε ποσοστό 10% για μικτές μηνιαίες αποδοχές που υπερβαίνουν το ποσό των 1.800 Ευρώ, χωρίς να θίγονται οι μικτές μηνιαίες αποδοχές μέχρι το ποσό των 1.800 Ευρώ, κατάργησης των εξόδων περιποίησης πελατείας και εξορθολογισμού της χορήγησης της ενίσχυσης χαμηλόμισθων, καθώς και σε πάγωμα των προσλήψεων, με παράλληλη μέριμνα για πρόσληψη των αδιόριστων από τους πίνακες διοριστέων του ΑΣΕΠ έτους 2009 και 2010 (προκηρύξεις έτους 2008) στο Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, προς κάλυψη άμεσων αναγκών αυτού.

Ειδικότερα επί του Κεφαλαίου Β'

Με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Β' του παρόντος σχεδίου νόμου (άρθρα 14 έως 18) προβλέπονται ρυθμίσεις με τις οποίες επιδιώκεται η διεύρυνση του συστήματος συλλογικών διαπραγματεύσεων, η βελτίωση του συστήματος επίλυσης συλλογικών διαφορών, καθώς και η προώθηση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας, με στόχο τη διατήρηση και διεύρυνση των θέσεων εργασίας και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων. Ειδικότερα, με το άρθρο 14 που προσθέτει νέα παράγραφο 5α στο άρθρο 3 του Ν. 1876/1990, εισάγεται στο συλλογικό Εργατικό Δίκαιο μια νέα μορφή συλλογικής σύμβασης, η οποία θα είναι η «Ειδική Επιχειρησιακή Συλλογική Σύμβασης Εργασίας» (ΕΕΣΣΕ), με κύριο σκοπό τη δημιουργία και διατήρηση θέσεων εργασίας, καθώς και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων. Οι όροι της ΕΕΣΣΕ προσδιορίζονται από τον εργοδότη και τους εργαζόμενους στο επίπεδο της επιχείρησης σε ετήσια βάση, όπως άλλωστε συμβαίνει σε όλες τις συλλογικές συμβάσεις. Με τις διατάξεις αυτές, είναι δυνατόν, στο πλαίσιο των ΕΕΣΣΕ, οι μισθοί να αποκλίνουν από το επίπεδο της αντίστοιχης κλαδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας, μέχρι το κατώφλι της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, και να προσδιορίζονται ο αριθμός των θέσεων εργασίας, καθώς και λοιποί όροι, όπως μερική απασχόληση, εκ περιτροπής εργασία, διαθεσιμότητα και διάρκεια εφαρμογής τους. Λόγω του ειδικού τους χαρακτήρα, στις ΕΕΣΣΕ, δεν ισχύει η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων, ούτε εφαρμόζονται σε αυτές τυχόν επεκταθείσες κλαδικές συλλογικές συμβάσεις. Επιπλέον, δυνατότητα σύναψης ΕΕΣΣΕ υπάρχει και για τις επιχειρήσεις στις οποίες απασχολούνται λιγότεροι από 50 εργαζόμενοι. Στις περιπτώσεις αυτές, η ΕΕΣΣΕΕ συνάπτεται από τον εργοδότη και το αντίστοιχο επιχειρησιακό σωματείο και αν δεν υπάρχει με το αντίστοιχο κλαδικό σωματείο ή με την αντίστοιχη ομοσπονδία .

Προκειμένου να συναφθεί ΕΕΣΣΕ, τα μέρη, εργοδότης και εργαζόμενοι, υποβάλλουν από κοινού αιτιολογική έκθεση των λόγων που δικαιολογούν την πρόθεσή τους για κατάρτιση ειδικής συλλογικής σύμβασης εργασίας προς το Συμβούλιο Κοινωνικού Ελέγχου Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.Κ.Ε.Ε.), το οποίο διατυπώνει απλή γνώμη, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία 20 ημερών μετά την πάροδο της οποίας τεκμαίρεται η χορήγηση της. Με την ίδια διαδικασία συμφωνείται και η τυχόν παράτασή της.

Με τα άρθρα 15, 16 και 17 ρυθμίζονται η διαδικασία επίλυσης συλλογικών διαφορών με Μεσολάβηση και Διαιτησία, καθώς και η οργάνωση και λειτουργία του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (Ο.ΜΕ.Δ.). Τα άρθρα 15, 16 και 17 τροποποιούν την ισχύουσα νομοθεσία (Ν.1876/1990) με σκοπό την αξιοποίηση της εμπειρίας των 18 ετών λειτουργίας του συστήματος επίλυσης συλλογικών διαφορών και τη βελτίωσή του .

Τα βασικά σημεία τροποποιήσεων είναι τα ακόλουθα:

α) Αναβάθμιση με ευθείες νομοθετικές ρυθμίσεις ουσιωδών κανόνων της διαδικασίας μεσολάβησης και διαιτησίας, που αποτελούσαν αντικείμενο των κανονισμών του Ο.ΜΕΔ..

β) Η άρση της ασυμμετρίας στην άσκηση του δικαιώματος προσφυγής στη διαιτησίας, ώστε η εργατική και η εργοδοτική πλευρά να έχουν δικαίωμα προσφυγής στη διαιτησία.

γ) Η ιδιαίτερη έμφαση κατά τη διαδικασία μεσολάβησης και διαιτησίας στην οικονομική κατάσταση και την εξέλιξη της ανταγωνιστικότητας της παραγωγικής δραστηριότητας, στην οποία αναφέρεται η συλλογική διαφορά. Στο πλαίσιο αυτό εξετάζεται η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων σε σχέση με το κόστος των συντελεστών παραγωγής, την παραγωγικότητα και την βιωσιμότητά τους. Η προσέγγιση αυτή αποτελεί διεύρυνση των θεμάτων τα οποία είχαν υποχρέωση να λαμβάνουν υπόψη οι μεσολαβητές και οι διαιτητές με βάση το άρθρο 15 παρ. 4 του Ν.1876/1990 και τα οποία στην παρούσα οικονομική κρίση αποκτούν μεγάλη βαρύτητα. Σε κάθε περίπτωση κεντρικό σημείο των συλλογικών διαπραγματεύσεων αποτελεί η εξεύρεση κοινά αποδεικτών λύσεων και η εξισορρόπηση οικονομικών και κοινωνικών συμφερόντων.

δ) Η ενίσχυση του ρόλου των συλλογικών συμβάσεων έναντι των διαιτητικών αποφάσεων, ιδίως στο επίπεδο της επιχείρησης με τον περιορισμό των θεμάτων, που μπορεί να ρυθμίζει η διαιτητική απόφαση σε επίπεδο επιχείρησης.

Ειδικότερα, με το άρθρο 15 του σχεδίου νόμου αντικαθίστανται τα άρθρα 14, 15, 16 και 17 του ν. 1876/1990 ως εξής:

1. Ορίζονται οι γενικοί κανόνες της διαδικασίας μεσολάβησης και διαιτησίας με έμφαση στην προτεραιότητα της συμφωνία των μερών, την ορθή κρίση, την αντικειμενικότητα και τη διαφάνεια.

2. Ρυθμίζονται συστηματικά οι διαδικαστικοί κανόνες που αφορούν τη μεσολάβηση που παρέχεται από τις υπηρεσίες του Ο.Μ.Ε.Δ.

3. Ρυθμίζονται με πληρότητα οι διαδικαστικοί κανόνες που αφορούν τη διαιτησία και διευκρινίζεται ότι η προσφυγή στη διαιτησία μπορεί να γίνεται σε οποιοδήποτε στάδιο των διαπραγματεύσεων με κοινή συμφωνία των μερών ή μονομερώς στις εξής περιπτώσεις: α) από οποιοδήποτε μέρος, εφόσον το άλλο μέρος αρνήθηκε τη μεσολάβηση , ή β) από οποιοδήποτε μέρος μετά τη υποβολή της πρότασης μεσολάβησης, εφόσον και τα δύο μέρη προσήλθαν και συμμετείχαν στη διαδικασία μεσολάβησης. Η προσφυγή στη διαιτησία περιορίζεται στον καθορισμό βασικού ημερομισθίου ή/και βασικού μισθού. Για τα λοιπά θέματα μπορεί να συνεχιστεί οποτεδήποτε η συλλογική διαπραγμάτευση προκειμένου να συναφθεί συλλογική σύμβαση εργασίας.

4. Ορίζεται ο σκοπός, η οργάνωση και λειτουργία του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας και προσδιορίζεται η σύνθεση του διοικητικού του συμβουλίου, που γίνεται επταμελές, και που αποτελείται από:

α) ένα εκπρόσωπο του ΣΕΒ, ένα της ΓΣΕΒΕΕ και ένα της ΕΣΕΕ, με τους αναπληρωτές τους,

β) τρεις εκπροσώπους της Γ.Σ.Ε.Ε., με τους αναπληρωτές τους και

γ) τον Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του, που επιλέγονται με ομόφωνη απόφαση των μελών των εκπροσώπων των κοινωνικών εταίρων.

Στο διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας συμμετέχει ως παρατηρητής και χωρίς δικαίωμα ψήφου, ένας εκπρόσωπος του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.

Επίσης καθορίζεται ότι με την ομοφωνία των εκπροσώπων των κοινωνικών εταίρων μελών του Δ.Σ. επιλέγονται και αξιολογούνται οι μεσολαβητές -διαιτητές.

Με τις διατάξεις του άρθρου 16, προβλέπεται ότι μετά την παρέλευση 3 ετών από τη ισχύ του παρόντος, οι κοινωνικοί εταίροι που συμβάλλονται για την κατάρτιση της εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης εργασίας αξιολογούν την αποτελεσματικότητα του θεσμού Μεσολάβηση και Διαιτησία, και προτείνουν προς τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης τη διατήρηση, κατάργηση ή τροποποίηση των ρυθμίσεών τους.

Με τις διατάξεις του άρθρου 17, προβλέπονται γενικές διατάξεις καθώς και οι αναγκαίες μεταβατικές ρυθμίσεις για την άμεση λειτουργία της νέας οργάνωσης του Ο.Μ.ΕΔ.

Με το άρθρο 18 του παρόντος σχεδίου νόμου, ρυθμίζονται επιμέρους θέματα μερικής απασχόλησης, εκ περιτροπής εργασίας, προσωρινής απασχόλησης, και δοκιμαστικής περιόδου απασχόλησης, ενώ προβλέπεται η απλοποίηση των διαδικασιών εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας.

Ειδικότερα, με την παράγραφο 1 του άρθρου 18, ευθυγραμμίζεται η αμοιβή της μερικής απασχόλησης με την αντίστοιχη αμοιβή του συγκρίσιμου εργαζόμενου σε αναλογία με τον συμφωνηθέντα χρόνο εργασίας, και τροποποιείται αντίστοιχα, η παράγραφος 8 του άρθρου 38 του Ν. 1892/1990, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του Ν. 3846/2010.

Με την παράγραφο 2, διευκρινίζεται η αμοιβή της πρόσθετης εργασίας του μερικώς απασχολούμενου, για τις τυχόν πρόσθετες ώρες απασχόλησης πέραν των συμφωνηθέντων, και αντικαθίσταται η παράγραφος 11 του άρθρου 38 του Ν. 1892/1990, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 του Ν. 3846/2010.

Με την παράγραφο 3, ρυθμίζεται η διάρκεια της διαθεσιμότητας των εργαζομένων σε 9 μήνες και αντικαθίσταται η παράγραφος 3 του άρθρου 2 του Ν. 3846/2010.

Με την παράγραφο 4, ρυθμίζεται η συνολική διάρκεια απασχόλησης εργαζόμενου στον έμμεσο εργοδότη σε 36 μήνες μετά την πάροδο της οποίας η συνέχιση της απασχόλησης στον έμμεσο εργοδότη καθιστά τη σύμβαση εργασίας σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου με τον έμμεσο εργοδότη. Για το σκοπό αυτό η παράγραφος 6 του άρθρου 22 του Ν. 2956/2001, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 3 του Ν. 3846/2010, αντικαθίσταται.

Με την παράγραφο 5, ρυθμίζεται για πρώτη φορά νομοθετικά η σύμβαση δοκιμαστικής περιόδου, της οποίας η διάρκεια προβλέπεται να είναι 12 μήνες. Επίσης, τροποποιείται η παράγραφος 2 του άρθρου 74 του Ν. 3863/2010, και προβλέπεται περίοδος προειδοποίησης ενός μήνα για την καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου, μετά τη συμπλήρωση 12 μηνών και έως δύο ετών.

Τέλος με την παράγραφο 6 του άρθρου αυτού, ρυθμίζονται διαδικασίες για την απλούστευση των τρόπων ανακοίνωσης στοιχείων στις αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, και γενικά διευκολύνεται η εποπτεία της τήρησης της εργατικής νομοθεσίας

Αθήνα , Δεκεμβρίου 2010

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΑΓΚΟΥΣΗΣ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΡΟΥΤΣΑΣ

ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΡΥΣΟΧΟΙΔΗΣ

ΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ, ΝΗΣΩΝ ΚΑΙ ΑΛΙΕΙΑΣ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΑΜΑΝΤΙΔΗΣ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ

ΤΙΝΑ ΜΠΙΡΜΠΙΛΗ

ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

ΑΝΝΑ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ

ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΡΕΠΠΑΣ

ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

ΛΟΥΚΑ ΚΑΤΣΕΛΗ

ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΟΒΕΡΔΟΣ

ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

ΚΩΣΤΑΣ ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗΣ

ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

ΧΑΡΗΣ ΚΑΣΤΑΝΙΔΗΣ

ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

ΠΑΥΛΟΣ ΓΕΡΟΥΛΑΝΟΣ

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ

ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΟΥΤΣΗΣ

 

 

       Εκτύπωση σελίδας
Πίσω Αρχή Aρχική σελίδα


ΓΡΑΦΕΙΑ: ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ 1, ΜΑΡΟΥΣΙ, Τ.Κ. 151 22. ΤΗΛ. 210 3217721, 210 3310096, 210 3240557, FAX: 210 3216671