ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ Αρ. Φύλλου 157 8 Αυγούστου 2012
______________________________________________________
Αριθμ. 9959
Αντικείμενο, διαδικασία ελέγχου, οργάνωση και λειτουργία της Επιτροπής Ελέγχου του άρθρου 21 του Ν. 3032/2002.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ
ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Έχοντας υπόψη:
1. Τις διατάξεις του άρθρ. 29 παρ. 2 και 65 του Συντάγματος.
2. Τις διατάξεις του άρθρου 11 του Κανονισμού της Βουλής (Μέρος Α΄ Κοινοβουλευτικό), σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 103 του Κανονισμού της Βουλής (Μέρος Β΄ − Προσωπικό, ΦΕΚ 51/Α΄/97), όπως ισχύει.
3. Τις διατάξεις του άρθρ. 21 του Ν. 3023/2002, (ΦΕΚ 146/Α΄/25.06.2002), όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν.
4. Τις διατάξεις των άρθρων 1, 2 & 3 του Ν. 3213/2003 (ΦΕΚ 309/Α΄/31.12.2003), όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν.
5. Τις διατάξεις των άρθρων 1 έως και 10 του Ν. 4065/2012 (ΦΕΚ 77/τ.Α΄/9.4.2012),
αποφασίζουμε:
1. Στην Επιτροπή Ελέγχου του άρθρου 21 του Ν. 3023/2002 προεδρεύει Αντιπρόεδρος της Βουλής, ο οποίος, μαζί με τον αναπληρωτή του, ορίζεται από το Προεδρείο της.
2. Η προβλεπόμενη από το άρθρ. 21 του Ν. 3023/2002 (ΦΕΚ 146/Α΄/31.12.2002) Επιτροπή διευρύνεται με τη συμμετοχή ενός καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και ενός καθηγητή του Τμήματος Νομικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, οριζόμενων με τους αναπληρωτές τους κατά τις ισχύουσες διατάξεις, και συμμετέχουν σε αυτή μέχρις ολοκληρώσεως του επανελέγχου ή και του αρχικού ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης ετών 1974 έως και 2012 των εν ζωή ευρισκόμενων πολιτικών (κοινοβουλευτικών και εξωκοινοβουλευτικών) που διετέλεσαν ή διατελούν, από το έτος 1974 έως και το 2012 Πρωθυπουργοί, Αρχηγοί Πολιτικών Κομμάτων που εκπροσωπούνται στο Εθνικό Κοινοβούλιο, Υπουργοί, Αναπληρωτές Υπουργοί και Υφυπουργοί Κυβερνήσεων, καθώς και των συζύγων και των ανηλίκων τέκνων τους.
3. Ο επανέλεγχος ή και ο αρχικός έλεγχος των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης από την Επιτροπή του άρθρου 21 του Ν. 3023/2002, περιλαμβάνει, πέραν της διαπίστωσης του αληθούς περιεχομένου αυτών, τη συγκριτική ανάλυση της εν γένει οικονομικής κατάστασης των ανωτέρω προσώπων, καθώς και των συζύγων και ανηλίκων τέκνων τους, δύο (2) έτη πριν, καθ’ όλη τη διάρκεια κτήσης της ιδιότητας, καθώς και για δύο (2) έτη μετά την, για οποιονδήποτε λόγο, παύση της ιδιότητας, καθώς και τη διακρίβωση, εάν κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, η απόκτηση νέων ή η επαύξηση υφιστάμενων περιουσιακών στοιχείων από τα ανωτέρω πρόσωπα, δικαιολογείται από το ύψος των πάσης φύσεως εσόδων τους, σε συνδυασμό με τις δαπάνες διαβίωσής τους.
4. Η Επιτροπή συνεδριάζει στο κτίριο της Βουλής. Τα μέλη της καλούνται σε συνεδρίαση, κατόπιν έγγραφης προσκλήσεως του Προέδρου της προ τριών (3) τουλάχιστον εργάσιμων ημερών από την οριζόμενη στην πρόσκληση ημερομηνία συνεδριάσεως. Η προθεσμία αυτή μπορεί σε επείγουσα περίπτωση να συντμηθεί.
Η Επιτροπή συνεδριάζει νομίμως όταν είναι παρόντα τα μισά τουλάχιστον από τα μέλη της, μεταξύ των οποίων ένας τουλάχιστον δικαστικός λειτουργός, και οι αποφάσεις της λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων μελών. Σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου της. Γραμματέας της Επιτροπής ορίζεται από τον Πρόεδρό της υπάλληλος της Βουλής.
Κατά τις συνεδριάσεις της Επιτροπής, τηρούνται από το γραμματέα της, συνοπτικά πρακτικά, τα οποία, αφού καθαρογραφούν, υπογράφονται από τον Πρόεδρο, τα μέλη της και το Γραμματέα.
5. Κατά την εκτέλεση του έργου της, η Επιτροπή ενεργεί σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 4 και 6 του άρθρου 21 του Ν. 3023/2002 (ΦΕΚ 146/Α΄/25.6.2002) και των παραγράφων 3, 4 και 5 του άρθρου 3 του Ν. 3213/2003 (ΦΕΚ 309/τ.Α΄/31.12.2003), όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν.
6. Α) Έλεγχος των Οικονομικών των πολιτικών Κομμάτων και Συνασπισμών Κομμάτων.
Ι. Το βιβλίο εσόδων − δαπανών των πολιτικών Κομμάτων και Συνασπισμών Κομμάτων, στα οποία καταβάλλεται κρατική, τακτική ή εκλογική χρηματοδότηση, θεωρεί, το πρώτο δεκαήμερο του μηνός Ιανουαρίου κάθε έτους, ο Πρόεδρος της Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 16 παρ. 1 του Ν. 3023/2002, θέτοντας σε κάθε φύλλο τη στρογγυλή σφραγίδα «Βουλή των Ελλήνων – Επιτροπή Ελέγχου» και στην τελευταία σελίδα τίθεται η σφραγίδα της θεώρησης με την υπογραφή του Προέδρου της Επιτροπής.
Η Επιτροπή Ελέγχου θεωρεί τα στελέχη των αποδείξεων είσπραξης και των κουπονιών, όποτε αυτά υποβληθούν, σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 2 του Ν. 3023/2002. Η θεώρηση των στελεχών των αποδείξεων είσπραξης και των κουπονιών γίνεται με διάτρηση και στην τελευταία σελίδα εκάστου στελέχους τίθεται η στρογγυλή σφραγίδα με την ένδειξη «Βουλή των Ελλήνων – Επιτροπή Ελέγχου». Στην τελευταία σελίδα εκάστης σειράς και αξίας τίθεται, επίσης, η στρογγυλή σφραγίδα, καθώς και η σφραγίδα θεώρησης του συγκεκριμένου στοιχείου.
Τα στελέχη των αποδείξεων είσπραξης και των κουπονιών πρέπει να είναι αριθμημένα κατά συνεχή αύξοντα αριθμό για δύο (2) έτη, εντός των οποίων πρόκειται να χρησιμοποιηθούν και τα οποία να είναι τυπωμένα επί αυτών.
ΙΙ. Ο Έλεγχος των Οικονομικών των πολιτικών Κομμάτων και Συνασπισμών Κομμάτων ολοκληρώνεται εντός τριών (3) μηνών από την περιέλευση στην Επιτροπή των στοιχείων, τα οποία προβλέπονται στις παραγράφους 4 και 2 των άρθρων 18 και 19, αντιστοίχως, του Ν. 3023/2002.
7. Β) Έλεγχος των οικονομικών των υποψήφιων Βουλευτών.
Ο έλεγχος των οικονομικών των υποψήφιων Βουλευτών ολοκληρώνεται εντός πέντε (5) μηνών από την υποβολή στην Επιτροπή των στοιχείων, τα οποία προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 20 του Ν. 3023/2002. Μετά το πέρας του ελέγχου, συντάσσεται αναλυτική έκθεση, στην οποία προσαρτάται, ως παράρτημα, η έκθεση των ορκωτών ελεγκτών. Η έκθεση της Επιτροπής με το παράρτημά της υποβάλλεται αμέσως στον Πρόεδρο της Βουλής και στον Υπουργό Εσωτερικών και αποστέλλεται στα ελεγχόμενα Κόμματα και Συνασπισμούς Κομμάτων. Σε κάθε ελεγχόμενο βουλευτή αποστέλλεται απόσπασμα της έκθεσης, το οποίο περιέχει το μέρος της που τον αφορά.
8. Εφόσον με την έκθεση αυτή προτείνεται η διαβίβαση φακέλου στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, σύμφωνα με το άρθρο 26 του Ν. 3023/2002 ή η επιβολή κυρώσεων σε βάρος Κομμάτων ή Συνασπισμών καθώς και υποψήφιων Βουλευτών, αντίγραφο της έκθεσης κοινοποιείται με δικαστικό επιμελητή στα αρμόδια όργανα του Κόμματος, κατ’ άρθρο 15 του Ν. 3023/2002, ή στους υποψήφιους Βουλευτές. Οι παραπάνω υποβάλλουν, εντός αποκλειστικής προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση της έκθεσης, παρατηρήσεις για αντίκρουση του περιεχομένου της (άρθρο 23 παρ. 2.α. και 2.β.του Ν. 3023/2002).
9. Η δήλωση περιουσιακής κατάστασης υποβάλλεται μέσα σε ενενήντα (90) ημέρες από την ορκωμοσία ή την ανάληψη των καθηκόντων των, κατά την παράγραφο 1 εδάφιο α΄ − ε΄ του άρθρου 1 του Ν. 3213/2003, υπόχρεων και επανυποβάλλεται κάθε χρόνο, εφόσον διατηρούν την ιδιότητά τους και επί τρία (3) χρόνια μετά την απώλεια ή τη λήξη της, το αργότερο την 30ή Ιουνίου κάθε έτους, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 2 του Ν. 3213/2003, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 του Ν. 3242/2004 (ΦΕΚ 102/Α΄/24.5.2004).
10. Η δήλωση περιουσιακής κατάστασης συντάσσεται σε ειδικό έντυπο, το οποίο υπόκειται σε ηλεκτρονική επεξεργασία από αυτοτελή ειδική βάση δεδομένων. Το περιεχόμενο του ειδικού εντύπου καθορίζεται με απόφαση του Προέδρου της Βουλής και υποβάλλεται στην Επιτροπή Ελέγχου δια της Ειδικής Υπηρεσίας Επιτροπής Ελέγχου των οικονομικών των Κομμάτων και των Βουλευτών. Για την εκπλήρωση της αποστολής της, η Επιτροπή μπορεί να αναθέτει τη διενέργεια λογιστικής ή οικονομικής πραγματογνωμοσύνης ή άλλων ελεγκτικών πράξεων σε ορκωτούς ελεγκτές και ειδικούς επιστήμονες, οι οποίοι εξετάζουν λεπτομερώς τα στοιχεία των δηλώσεων και των αντίστοιχων δικαιολογητικών και συντάσσουν αναλυτική έκθεση που υποβάλλεται στην Επιτροπή για την υποβοήθηση του έργου της.
Μετά το πέρας του ελέγχου από την Επιτροπή, αν δεν διαπιστωθεί παράβαση και η δήλωση κριθεί ειλικρινής, συντάσσεται στο σώμα της πράξη του διενεργήσαντος τον έλεγχο και τίθεται στο αρχείο. Εφόσον διαπιστώνονται παραβάσεις του νόμου και συντρέχει περίπτωση καταλογισμού κατά το άρθρο 12 του N. 3213/2003, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, συντάσσεται σχετική έκθεση, η οποία αποστέλλεται στο Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Αν ανακύπτει περίπτωση ποινικής ευθύνης, η έκθεση αποστέλλεται στο αρμόδιο για την άσκηση ποινικής δίωξης όργανο.
Εφόσον διαπιστωθεί ανάγκη διερεύνησης θεμάτων, που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα φορολογικής ή άλλης αρχής, η έκθεση αποστέλλεται στην αρχή αυτή.
11. Κατά τη διάρκεια του ελέγχου, η Επιτροπή Ελέγχου, δια του Προέδρου της, μπορεί να καλεί τους ελεγχόμενους για να δώσουν διευκρινίσεις ή να προσκομίσουν συμπληρωματικά παραστατικά στοιχεία, εντός ρητής προθεσμίας είκοσι (20) ημερών, η οποία μπορεί να παραταθεί, με απόφαση του Προέδρου της, για ισόχρονο διάστημα, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 5 του Ν. 3213/2003, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
12. Η Επιτροπή Ελέγχου υποστηρίζεται στο έργο της από ειδική υπηρεσία της Βουλής, η οποία προβλέπεται από το άρθρο 21 παρ. 7 του Ν. 3023/2002 και συστάθηκε και οργανώθηκε με την υπ’ αριθμ. 9841/5649/16−9−2003 (ΦΕΚ 1356/Β/22−9−2003), όπως αυτή τροποποιήθηκε με την αριθμ. 972/760/29−1−2004 (ΦΕΚ 157/Β΄/30−1−2004) απόφαση του Προέδρου της Βουλής και την αριθμ. 9907/5699/ 18−9−2003 (ΦΕΚ 1362/Β΄/23−9−2003), όπως αυτή τροποποιήθηκε με την αριθμ. 12610/7922/31−12−2003 (ΦΕΚ 1998/Β΄/ 31−12−2003) απόφαση του Προέδρου της Βουλής.
13. Οι δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης των προσώπων που ορίζονται στο άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 3213/2003 αναρτώνται στο διαδικτυακό τόπο της Βουλής με μέριμνα του Προέδρου της Επιτροπής του άρθρου 21 του Ν. 3023/2002 (ΦΕΚ 146/Α΄/25.6.2002), όπως ισχύει, ο οποίος καθορίζει τη μορφή, τον τύπο, τα προς δημοσίευση στοιχεία, τη χρονική διάρκεια της ανάρτησης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Η δημοσίευση στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης που υποβάλλουν τα πρόσωπα που ορίζονται στο άρθρο 1 παρ. 1 επιτρέπεται υπό την προϋπόθεση ότι δημοσιεύεται ολόκληρο το κείμενό τους. Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι επιτρεπτή η επιλεκτική δημοσιοποίηση ονομαστικών στοιχείων. Κάθε παράβαση της διάταξης αυτής τιμωρείται, πέραν της προβλεπόμενης ποινής φυλάκισης, από το άρθρο 7 παρ. 2, έξι (6) μηνών τουλάχιστον και με χρηματική ποινή από 5.000 μέχρις 100.000 ευρώ.
14. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ελέγχου, διά της Ειδικής Υπηρεσίας Επιτροπής Ελέγχου των Οικονομικών των Κομμάτων και των Βουλευτών, χορηγεί φωτοαντίγραφο οιασδήποτε δήλωσης περιουσιακής κατάστασης, ύστερα από έγγραφη αίτηση διαπιστευμένου στη Βουλή κοινοβουλευτικού συντάκτη Μέσου Μαζικής Ενημέρωσης, με την υπόμνηση ότι η δημοσίευση στον Τύπο των δηλώσεων αυτών επιτρέπεται, με την προϋπόθεση ότι θα δημοσιεύεται ολόκληρο το κείμενο της δήλωσης, όπως ορίζεται στη διάταξη της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του Ν. 3213/2003, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει.
Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στη Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 1 Αυγούστου 2012
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ − ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΜΕΪΜΑΡΑΚΗΣ